Απόψεις Ιστορία

“Μαθαίνω διδάσκοντας… διδάσκω μαθαίνοντας την τοπική ιστορία”(1) γράφει ο Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Ο αναστυλωμένος μπαρουτόμυλος του Μαυρίλου Φθιώτιδας

Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Η περίπτωση της δικής μου καταγωγής

«…ἃ γὰρ δεῖ μαθόντας ποιεῖν, ταῦτα ποιοῦντες μανθάνομεν»                                                        

Ἀριστοτέλης «Ἠθικά Νικομάχεια» 1103a 32 –33

Είναι τελικά η γνώση το παράγωγο προϊόν και της μαθητείας; Συνιστά δηλαδή το παιδευτικό απότοκο συστηματικής και οργανωμένης καθοδήγησης; Εμπεριέχει τη στοχευμένη εξάσκηση; Αναμφίβολα ναι! Ο επιστημονικός ορθολογισμός συντέμνεται με την εφαρμοσμένη πρακτική. Η εκτίμηση αφορά το εκπαιδευτικό σύστημα και το όποιο ιδεολογικό σύστημα αρχών το επενδύει. Γιατί, όντως, στη διδακτική διαδικασία «όσα πρέπει να κάνουμε, αφού τα μάθουμε, αυτά τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα…». Αφοριστικά ακριβής η διατύπωση του Αριστοτέλη[1], ενέχει τόσο κύρος, που δε μου επιτρέπει να αποκλίνω στο ελάχιστο. Ο δάσκαλος εσαεί δεν έχει να κάνει τίποτε διαφορετικό, περισσότερο ή λιγότερο, παρά να εφαρμόζει με πειθαρχία και αφοσίωση το κέλευσμα. Ιδίως όταν καταγίνεται με ζητήματα τοπικής ιστορίας. Πρόκειται για στοχοθεσία και εμπράγματη διερεύνηση· όχι μόνο για θεωρητική αναπλαισίωση.

Στην παρούσα περίπτωση με απασχολούν εκφάνσεις της τοπικής ιστορίας. Η μελέτη εστιάζεται σε δύο ρουμελιώτικα χωριά: το Μαυρίλο στη δυτική Φθιώτιδα (σημ. Δήμος Μακρακώμης) και η ΑμπελακιώτισσαΚοζίτσα) στην ορεινή Ναυπακτία (Δήμος Αποδοτίας). Το Μαυρίλο είναι χτισμένο ακριβώς κάτω από την κορυφή του Τυμφρηστού (Βελούχι). Η Αμπελακιώτισσα, επίσης ορεινή και δασοσκεπής με έλατα, υπαγόταν επί Τουρκοκρατίας στον πάλαι ποτέ καζά (= νομό) των Κραβάρων. Γεωγραφικά βρισκόμαστε νοτίως της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, στην καρδιά της Στερεάς Ελλάδας. Οι νότιες απολήξεις του ορεινού συγκροτήματος της Νότιας Πίνδου οριοθετούν τη χαρτογραφική συνεκδοχή. Σε ευρεία ζώνη οι δύο περιοχές εμπίπτουν σχεδόν στο αυτό γεωγραφικό μήκος. Μικρογεωγραφικά ως φυσικό χώρισμα ή και ως ενοποιητικός παράγοντας ορίζεται η Ευρυτανία. Δύο τυπικά δείγματα λοιπόν ορεινών οικισμών της ελλαδικής ενδοχώρας με μακραίωνη και αξιοσημείωτη ιστορία. Έχω την τύχη και την περηφάνια να έλκω την καταγωγή μου και από τα δύο. Εντοπίζονται ποικίλες αναφορές στη βιβλιογραφία, ενώ αφθονούν οι διαδικτυακές αναρτήσεις ακόμη και τα τηλεοπτικά αφιερώματα[2].

Το εσωτερικό του μπαρουτόμυλου

Ποια παιδαγωγία καλούμαι να τεκμηριώσω; Ασφαλώς εκείνη που προσιδιάζει στις μαθησιακές ανάγκες και τις μεταγνωστικές προσδοκίες κατά περίπτωση. Υιοθετώ τη δυναμική του project[3]. Συνιστά το προσφορότερο παιδευτικό μοντέλο. Αναλόγως προσαρμόζω τα δεδομένα και καθορίζω τα ζητούμενα. Η προσέγγιση υπηρετεί την ολιστικότητα. Είναι πολυεδρική και εναλλάξιμη. Ψυχοκινητικά διασφαλίζεται η επάρκεια. Η γνώση προϋποθέτει τη δημιουργική ανάγνωση της πραγματικότητας. Μεθοδολογικά η επαγωγή και το κοχλιωτό ανάπτυγμα διδασκαλίας θεμελιώνουν στέρεες γνωστικές δομές. Συνδυάζεται ισόρροπα και σοφά το διανοητικό με το παιγνιώδες. Τα «ελευθέρια» μαθήματα (artes liberales) διακονούν αποτελεσματικά τη διαπαιδαγώγηση. Κωδικοποιούν ευανάγνωστα το τρίπτυχο εγρήγορση – μάθηση – συνειδητότητα.

Επανέρχεται εδώ η διαχρονική ανάγνωση του ιστορικού χώρου καθώς και το ανθρωπογεωγραφικό της αποτύπωμα. Εστιάζω επομένως στην ανθρώπινη παρουσία και την ιστορική της περιπέτεια σε κατατετμημένες γεωγραφικές ορίζουσες.

Το εσωτερικό του μπαρουτόμυλου

Τα ιστορικά μνημεία αποτελούν τον ασφαλή οδηγό πλοήγησης. Ενίοτε και οι μυθικοί πυρήνες είναι λειτουργικοί. Περιβάλλουν το εκάστοτε ιστορικό αφήγημα, το μεταμορφώνουν και το ανασημασιοδοτούν. Όντας επινοημένες κατασκευές, υπηρετούν αναγνώσιμες και αναγνωρίσιμες σκοπιμότητες.

Η σωζόμενη επιστολή του Αθανάσιου Διάκου

Ποια είναι λοιπόν αυτά τα σημεία αναφοράς; Τι παρουσιάζει γνήσιο ενδιαφέρον για το μαθητή κάθε βαθμίδας; Ποια είναι τα σημεία εκείνα που δηλωτικά, στο πεδίο της ιστορικής ειλικρίνειας, «καθιερώνουν» το χώρο; Εν κατακλείδι τι παραμένει ως ιστορικό βίωμα στο διηνεκές;

        Ξεκινώντας λοιπόν από το Μαυρίλο, θα σταθούμε στο εμβληματικό του τοπόσημο. Πρόκειται για τον αναστυλωμένο μπαρουτόμυλο. Πολλά είναι τα χωριά που διέθεταν είτε νερόμυλους είτε ανεμόμυλους. Αξιοποιούσαν εκ των ενόντων την υδροκίνηση ή την αιολική ενέργεια. Οι μπαρουτόμυλοι όμως συνιστούν ιδιοτυπία. Στο χωριό ήδη από τα μέσα του 17ου αιώνα είχε αναπτυχθεί μία σοβαρή βιοτεχνία μπαρούτης[4]. Πιθανότατα το ίδιο το όνομά του να προέρχεται από συναφή παρετυμολογία: Μαυρίλο > μαύρη ύλη = μπαρούτη. Συν τω χρόνω η διαδικασία παρασκευής τελειοποιήθηκε και η εμπορία του αποδείχθηκε κερδοφόρα.

Με την έναρξη του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, τα «μπαρουτοτζίδικα» του Μαυρίλου τροφοδοτούσαν με πολεμική ύλη του Κλέφτες της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Ρούμελης. Υπήρξε το ισοβαρές ανάλογο της Δημητσάνας στην Πελοπόννησο. Ασφαλώς η πώληση του προϊόντος στους Τούρκους απαγορευόταν ρητά. Ισοδυναμούσε με προδοσία! Σπουδαίο τεκμήριο αποτελεί αναμφίβολα η επιστολή του Αθανάσιου Διάκου προς τους προκρίτους της Λειβαδιάς. Η επιστολή χρονολογείται στις 11 Απριλίου του 1821 με τοπική ένδειξη το ηρωικό Χάνι της Αλαμάνας. Γράφεται επομένως δύο εβδομάδες πριν από το μαρτυρικό θάνατο του ήρωα. Εντυπωσιάζει αναμφίβολα η ένταση και η έκταση των πολεμικών ενεργειών αμέσως μετά την επίσημη κήρυξη της Επανάστασης στην Αγία Λαύρα. Προφανώς είναι το αποτέλεσμα συντονισμένων ενεργειών[5]. Πάντως το γράμμα του Διάκου από το 1905 σώζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη. Σήμερα φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχείο Αγωνιστών.

Γράφει ο Αθανάσιος Διάκος (τηρείται παλαιογραφικά η φωνητική γραφή του πρωτοτύπου κατά τη διάταξη του κειμένου):

Τι παρατηρώ, τι διαπιστώνω; Τι επισημαίνω τουλάχιστον ως προς την ανάλυση λόγου και περιεχομένου. Σε ποιο πεδίο παρωθώ ερευνητικά τις εκπαιδευόμενες και τους εκπαιδευόμενους;

-Καταρχάς σε επίπεδο γλωσσικό: ένας λαϊκός κληρικός εκ των πραγμάτων δε δύναται να είναι διανοούμενος. Ο Διάκος γράφει πρωτόλεια, σόλοικα και ανορθόγραφα όμως το φλογερό πατριωτικό πάθος, που τον δονεί, είναι ανυπέρβλητο. Ενδιαφέρει σαφώς η φωνητική απόδοση των λέξεων, καθώς και η διατήρηση της ρουμελιώτικης ντοπιολαλιάς στο γραπτό λόγο. Συνίσταται κυρίως στην κλειστοποίηση του φθόγγου –ο (εις του Μαυρίλου, πίσου) και στην αποκοπή (να μας τα στείλτε, βάλτε).

-Ως ιερωμένος ο συντάκτης της επιστολής εμφορείται από βαθιά θρησκευτικότητα (και με την δύναμιν του Θεού αύριο Τρίτη το βαρούμεν). Παρακινεί τους συναγωνιστές να δείξουν σθένος και αυταπάρνηση (βάλτε σφίξιν χώρα και χωριά) για την επιτυχή έκβαση του εγχειρήματος τους σε αυτήν την τόσο κρίσιμη φάση του ξεσηκωμού. Προτεραιότητα δίνεται στον πολεμικό εξοπλισμό (τζεπχανές) και στην πολύτιμη πυρίτιδα.

-Πραγματολογικά τρεις ακόμη αναφορές έχουν βαρύτητα:

Καταρχάς είναι τα «άσπρα» (στα τουρκικά akce, οι ακτσέδες των πηγών), βασική νομισματική μονάδα επί Τουρκοκρατίας. Ένα γρόσι υποδιαιρούταν σε 40 παράδες, που ισοδυναμούσαν με 120 άσπρα. Επρόκειτο λοιπόν για μέτρο οικονομικών συναλλαγών. Τα άσπρα ήταν νομίσματα ασημένια, εξ ου και η ονομασία τους. Λογοτεχνικά τα θυμόμαστε, μεταξύ άλλων, και από το δημοτικό τραγούδι «Της Πάργας». Εκεί περιγράφεται η εκδίωξη των κατοίκων μετά την πώληση της περιοχής στους Βρετανούς από τον Αλή Πασά το Μάιο του 1817: «Τ’ άσπρα πουλήσαν το Χριστό, τ’ άσπρα πουλούν και σένα…». Διαπιστώνεται λοιπόν ότι η αγορά και η ασφαλής μεταφορά πυρίτιδας από το Μαυρίλο στην Αλαμάνα ήταν πολυδάπανη.

Ο αναστυλωμένος μπαρουτόμυλος του Μαυρίλου Φθιώτιδας

Το κείμενο μού δίνει αφορμή να σταθώ περιπτωσιακά σε παλαιότερα μέτρα και σταθμά. Αναφέρονται ογδόντα οκάδες επεξεργασμένης πυρίτιδας. Εδώ βρισκόμαστε στις αρχές της τρίτης δεκαετίας του 19ου αιώνα. Υπενθυμίζω ότι επρόκειτο για τη βασική μονάδα μέτρησης βάρους κατά την οθωμανική περίοδο. Η οκά διατηρήθηκε στο νεοελληνικό κράτος έως το 1953, οπότε αντικαταστάθηκε από το κιλό.

Σε επίπεδο ιστορικής γεωγραφίας με ενδιαφέρει διαχρονικά η κωμόπολη της Υπάτης[6]. Η αρχαία πρωτεύουσα των Αινιάνων Ύπατα ή Υπάτα (πιθανή προέλευση: υπό την Οίτην), η βυζαντινές Νέαι Πάτραι, η πρωτεύουσα του ομώνυμου καταλανικού δουκάτου μετά τις Σταυροφορίες, το οθωμανικό Badracik (Πατρατζήκι) ταυτίζεται γεωγραφικά με τη σύγχρονη κοσμοπολίτική λουτρόπολη της Φθιώτιδας. Πολύπτυχη η σύνδεση της πολιτείας αυτής, διοικητικά και πολιτισμικά, με το Μαυρίλο. Άλλωστε το ορεινό χωριό του Τυμφρηστού επί σειρά δεκαετιών υπήρξε έδρα του τοπικού δικαστή (καδή). Χωρίς αμφιβολία είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι συχνά οι Οθωμανοί μετά τις κατακτήσεις τους υιοθετούσαν αυτούσια τα τοπωνύμια, κατά τρόπο που να προσιδιάζει στο γλωσσικό τους ιδίωμα. Δηλαδή: Νέαι Πάτραι >  Badracik > Πατρατζήκ(ι). Ή κατά αναλογία πρβλ. Αδριανούπολη > Edirne > Εντίρνε κοκ. Δε λησμονώ εν προκειμένω να αναφερθώ και στον εκλατινισμό ή τον εκσλαβισμό ορισμένων τοπωνυμίων της ευρύτερης περιφέρειας, καθώς και σε επιδράσεις αρβανίτικες ή τουρκικές (πχ Αλαμάνα, Ρεντίνα,  Βελούχι, Γκούρα). Ενίοτε τα ετυμολογικά πορίσματα είναι βάσιμα, ενίοτε αμφιλεγόμενα, άλλοτε εμπίπτουν απλώς στο πεδίο της εικασίας.

Αριστοτέλης Παπαγεωργίου    

Φιλόλογος – Θεατρολόγος

 Σημείωση Φαρέτρας: Το  2ο και τελευταίο  μέρος της εργασίας θα αναρτηθεί το ερχόμενο Σάββατο 6 Μαΐου

———————————————————-

[1]               Αισθάνομαι σε βάθος χρόνου πιο αδρό το χρέος της νοητής συνέχειας. Μέγιστος και πανεπιστήμων ο αρχαίος φιλόσοφος, δάσκαλος ο παππούς μου με το ίδιο ονοματεπώνυμο. Σήμερα νιώθω ότι προσπαθώ να επιτελώ το έργο μου με αξιοπρέπεια. Θέλει δουλειά ουσίας, συνέχειας και συνέπειας, για να είναι κανείς έγκριτος και συνετός παιδαγωγός.

[2]               Ενδεικτικά και τελείως περιπτωσιακά καταγράφονται:

  • Ιωάννης Βορτσέλας (1973) «Φθιώτις», Κασταλία.
  • Χαράλαμπος Παπαγεωργίου (20142) «Στις πλαγιές του Τυμφρηστού», Ιβίσκος, Αθήνα.
  • Κωνσταντίνος Τσιάκας (1995) «Το Μαυρίλον Φθιώτιδος – Ιστορία, Μεταβυζαντινά μνημεία», Αυτοέκδοση, Αθήνα.
  • Ομοίως Κ. Τσιάκας (1995) «Τα μεταβυζαντινά μνημεία του Μαυρίλου Φθιώτιδος», Αυτοέκδοση, Αθήνα.
  • Χαρίλαος Μηχιώτης (1996) «Το εργαστήρι της φωτιάς – Οι μπαρουτόμυλοι του Μαυρίλου (1700-1914) – Ο τόπος, οι άνθρωποι, η ιστορία» Κασταλία.
  • Κώστας Παπαδημητρίου (1996) «Αμπελακιώτισσα – Χτες και σήμερα», Αυτοέκδοση, Αθήνα.
  • Κώστας Παπαδημητρίου (2009) «Το γενεαλογικό δένδρο των κατοίκων της Αμπελακιώτισσας», Πολιτιστικό Κέντρο Αμπελακιώτισσας, Ναύπακτος.
  • Κώστας Παπαδημητρίου (1998) «Το Μοναστήρι Παναγία Αμπελακιώτισσα: η ιερή κιβωτός της Ναυπακτίας», Ιερά Μονή Αμπελακιώτισσας
Παλιό γιοφύρι στην περιοχή του Μαυρίλου

Βλ. επίσης τους διαδικτυακούς ιστότοπους:

Πρβλ. τέλος τα τηλεοπτικά αφιερώματα:

[3]               Για ζητήματα θεωρίας και παιδαγωγικής μεθοδολογίας βλ. πάντα Karl Frey «Η ‘Μέθοδος Project’ – Μια μορφή συλλογικής εργασίας στο σχολείο ως θεωρία και πράξη» Εκδ. Α/φών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998 και Ηλίας Ματσαγγούρας «Η καινοτομία των ερευνητικών εργασιών στο Νέο Λύκειο», Ο.Ε.Δ.Β, Αθήνα 2011.

[4]              Ο Δημήτριος Λουκόπουλος, φωτισμένος δάσκαλος και λαογράφος, στο έργο του «Στα βουνά του Κατσαντώνη»(1934), σελ. 49 κε σημειώνει σχετικά: «Τους μπαρουτόμυλους και σήμερα ακόμη τους λένε «μπαρουτοτσίδικα». Πρώτοι τεχνίτες που καταπιάστηκαν με την μπαρούτη στο χωριό ήταν ο Καλέντζος κι ο Τζιάκας στ’ Αληπασά τον καιρό. Ο τύραννος δεν άκουσε με καλό αυτί την καινούργια αυτή φάμπρικα που άνοιξαν οι Μαυριλιώτες. Τους κάλεσε στα Γιάννινα και τους φυλάκισε τους τεχνίτες. Ποιος ξέρει όμως γιατί, έπειτα τους έβγαλε πάλι απ’ τη φυλακή και τους έδωκε και την άδεια να βάλουν σ’ ενέργεια τα μπαρουτοτσίδικά τους». Πρβλ. και Κ. Τσιάκας (1995, 63).

[5]               Οργανωτικά, η επιμελητεία του Αγώνα σε αυτήν την πρώιμη φάση (Μάρτιος – Αύγουστος 1821) κατευθυνόταν από το προσωρινό καθεστώς του Αρείου Πάγου της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος (μετέπειτα Προσωρινόν Πολίτευμα της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος) με έδρα τα Σάλωνα (Άμφισσα). Μετά την οριστική κατάληψη της Άμφισσας και την αποχώρηση των Τούρκων από την πόλη, ακολούθησε η κατάληψη της Λιβαδειάς, η μάχη της Αλαμάνας, η σύλληψη του Διάκου και ο βασανισμός του έως θανάτου από τον Ομέρ Βρυώνη, η απώθησή στρατευμάτων του Ομέρ από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στο Χάνι της Γραβιάς. Κατόπιν, με την ανασύνταξη των τουρκικών δυνάμεων, η τελευταία πράξη του δράματος παίχτηκε στη νικηφόρα μάχη των Βασιλικών. Η μάχη αυτή σηματοδότησε και την αποκοπή της τουρκικής προέλασης προς την Πελοπόννησο, που γινόταν με σκοπό την ενίσχυση των εκεί δυνάμεων κατά την πολιορκία της Τριπολιτσάς. Πρβλ. και το ιστορικό δημοτικό τραγούδι του Αγώνα «Σαράντα παλικάρια».

[6]              Πρβλ. σχετικά την εισήγηση του Γ. Λιακόπουλου (2009) «Οι οθωμανικές επιγραφές της Υπάτης (Badracik)» στο Αρχαιολογικό Έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, 3 – Πρακτικά Επιστημονικής Συνάντησης, Βόλος 12.3 – 15.3.2009.

banner-article

Ροη ειδήσεων