«Στα σκοτεινά πηγαίνουμε στα σκοτεινά προχωράμε…» Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά.
Γ. Σεφέρης – Ο Τελευταίος Σταθμός
Μιλήσαμε για ήρωες. Μιλήσαμε για αγγέλους. Μιλήσαμε για φοιτητές, για μαθητές, για τα παιδιά της Ελλάδας. Τα δικά μας παιδιά.
Είναι αλήθεια ότι τούτες οι αράδες γράφονται με εφαλτήριο την αγάπη για τους νέους ανθρώπους της χώρας, που είτε απομακρύνονται οικειοθελώς μην αντέχοντας την αποφορά ενός πελατειακού κράτους που προωθεί την αναξιοκρατία και την αδιαφάνεια, είτε θυσιάζονται με τρόπο αδιανόητο στο βωμό της εγκληματικής ανευθυνότητας και της ολιγωρίας των φτηνών τυχοδιωκτών της εξουσίας.
Εδώ και χρόνια, αισθάνομαι, γεύομαι το ξεθώριασμα των θεσμών, την παράλυση της δημοκρατίας και το ξέφτισμα της υγιούς πολιτικής ζωής και ταυτότητας. Τη διάλυση και το συνεχές άχθος των αυτονόητων σε ασφάλεια, παιδεία και περίθαλψη, που στη χώρα μας κατάντησαν ζητούμενα. Μια χώρα, οι εκπρόσωποι της οποίας ακκίζονται για τον υποτιθέμενο εκσυγχρονισμό σε ηλεκτρονικά συστήματα και δομές, στα πλαίσια μιας κοσμογονίας της τεχνολογίας, για τον ούριο άνεμο στις επενδύσεις και τις εκπαιδευτικές καινοτομίες, που για να φυσήξει θυσιάζονται πολλές «Ιφιγένειες», αλλά και για την οργάνωση και διάχυση της πολιτισμικής, επιστημονικής και τεχνολογικής πληροφορίας με ρυθμούς καταιγιστικούς και οπωσδήποτε ενθαρρυντικούς για το μέλλον της. Χαίρε βάθος αμέτρητον!
Πράγματι, το τραγικό παραμύθιασμα ενός έθνους που κινείται μέσα στον συγκεκριμένο μικρόκοσμο μιας ψευτο – ευδαιμονικής πραγματικότητας και μιας ευφυέστατης απάτης, και που αποσυντίθεται ασυνειδήτως, αποκαλύπτεται κάθε φορά στις εθνικές τραγωδίες που συνταράζουν το μέσο άνθρωπο βγάζοντάς από το βαθύ πνευματικό και πολιτικό του λήθαργο. Θα το λέγαμε και ακαριαία αφύπνιση .
Η λογική και το συναίσθημα ανέκαθεν βρίσκονταν σε ρήξη. Με αφορμή το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη συνέβη το αδιανόητο – ή τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω: Το συναίσθημα να κινητοποιήσει τη λογική, και μέσα σε αυτές τις στιγμές της οδύνης να λέγονται και να γράφονται αλήθειες που μέχρι τώρα θάβονταν κάτω από τόνους πολιτικής και κοινωνικής ανευθυνότητας, κερδοθηρίας και ηθικής ανικανότητας. Αυτό που ως συλλογική οντότητα βιώνουμε αυτή τη στιγμή αγγίζει τα όρια της σεφερικής Επιφάνειας. Μέσα σε μία κατάσταση δυστοπίας , όπου η δυσφορία της ύπαρξης είναι ασήκωτη υπό την πίεση τραγικών οδυνηρών συμβάντων έχουμε την έκλαμψη της Επιφάνειας. Αποκαλύπτεται μια πικρή αλήθεια, όχι όμως μέσα από την εμφάνιση κάποιας θεότητας, ουράνιας ή χθόνιας , αλλά μέσα από τις φωνές των νεκρών που ζητούν δικαίωση, μέσα από τη φωνή της νεότητας. Αντικρίζουμε , λοιπόν, τη αλήθεια που για μας είναι σωτήρια, προκειμένου να διατηρήσουμε – ή μήπως να διασώσουμε; – την αυθεντικότητα του εαυτού μας. Μια πολιτική και υπαρξιακή αυθεντικότητα που χάθηκε γοητευμένη από τις σειρήνες μιας καθοδικής αξιακής και θεσμικής πορείας.
«Και όμως πρέπει να λογαριάσουμε κατά πού προχωράμε..» έγραφε ο Γ. Σεφέρης, ο οποίος απέδωσε μέσα από τη ποίησή του το ατομικό δράμα στη βάση της δημιουργικής συνομιλίας παρόντος παρελθόντος, με τρόπο που να νουθετεί, να διδάσκει. Απρόσμενα, η ποίηση του Σεφέρη φαντάζει τραγικά επίκαιρη, γιατί το ανθρώπινο δράμα αποδεικνύεται απαρέγκλιτα και απευκταία διαχρονικό. Η συλλογικότητα, το «εμείς» και πάλι στη επιφάνεια. Η συλλογικότητα και η ομοθυμία, που έλαμψε δια του εθελοντισμού και του ανθρωπισμού στις δύσκολες ώρες της απώλειας.
Ειδικά στην εποχή μας το ανθρώπινο στοιχείο βρίσκεται χαμένο στην ανυπαρξία του και μια στιγμή και μόνο μπορεί να το αναδείξει. Μια στιγμή απειλητική. Έτσι, μέσα από τον όλεθρο του θανάτου και της φθοράς ανάβλυσαν μορφές ηρωικές , ως σύμβολα μιας αυθεντικότητας που μπορεί να αναζητηθεί στους νέους, τους οποίους οφείλουμε να διαφυλάξουμε και να θωρακίσουμε, γιατί είναι το μοναδικό μας όπλο απέναντι στην τροχοδρόμηση της καταστροφής. Το μοναδικό ανάχωμα.
Η αυτοσυνειδησία του έθνους δεν μπορεί να συμβεί από τη μια μέρα στην άλλη. Έχει απολεσθεί εδώ και καιρό και απαιτεί χρόνο και προσπάθεια. «Και πόσο παράξενα αντρειεύεσαι όταν μιλάς με τους πεθαμένους…» . Οι πεθαμένοι, οι φερέλπιδες νέοι και νέες, τα παιδιά μας που έφυγαν μαρτυρικά, μας φωνάζουν να αντρειευτούμε, να αποτινάξουμε τη λήθη και την παραίτηση ως θλιβερή ενσάρκωση μιας χώρας που σέρνεται στο άρμα ξένων συμφερόντων πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος . Η πληγή έχει κακοφορμίσει και χρειάζεται καθαρισμό σε βάθος, για να αποφευχθεί η εξάπλωση μιας μόλυνσης που έχει οδηγήσει σε εθνική παραλυσία. Αυτό που πληρώνουμε είναι το τίμημα της απάθειας και της ελλειμματικής ατομικής και κοινωνικής ευθύνης. Έφτασε ο καιρός οι ευθύνες να αναζητηθούν μέσα μας, ώστε την κατάλληλη στιγμή να είμαστε σε θέση να πούμε το μεγάλο ΝΑΙ ή το μεγάλο ΟΧΙ. Οι ήρωες των Τεμπών υπάκουσαν στο ΝΑΙ της εσωτερικής τους συνείδησης που τους ώθησε να δρασκελίσουν το όριο της αυτοθυσίας. Εμείς;
Μιλήσαμε για ήρωες.. Οι ήρωες προχώρησαν στα σκοτεινά, όπως οι ήρωες τον Τεμπών, νεαρά παιδιά, τα παιδιά του καθενός από εμάς, που μέσα από την αυτοθυσία και την αυταπάρνηση στάθηκαν η ενσάρκωση ενός ανθρωπισμού που ξαναγεννήθηκε μέσα από τις στάχτες – κυριολεκτικά – αποκαλύπτοντας τη απύθμενη εσωτερική γύμνια της εποχής και παράλληλα την ενδόμυχη δίψα της για το αληθινό, αφού όγκωσε από ψευτιά και υποκρισία.
Ας τα ακούσουμε ΕΙΜΑΣΤΕ οι μαθητές μας, ΕΙΜΑΣΤΕ οι φοιτητές μας που χάθηκαν τόσο άδικα. Τα αθώα θύματα ενός συστήματος υπό κατάρρευση.. Πρέπει να αισθανόμαστε τουλάχιστον ντροπή, γιατί για την υπόθαλψη του κράτους – εγκληματία που τα κατακρεούργησε, έχουμε την πλήρη ευθύνη. Τόσο οι νεκροί όσο και οι ζωντανοί νέοι μας με το παράδειγμά τους μας δείχνουν το δρόμο, ας κάνουμε εμείς οι μεγαλύτεροι και σοφότεροι(!) ένα βήμα πίσω και ας ακούσουμε είτε το θάνατο είτε τη ζωή. Είναι παραστάσεις μαρτυρικού θανάτου , είναι σύμβολα ηρωικής ζωής που καλούν σε επαγρύπνηση και αφύπνιση από τον πολιτισμικό λήθαργο στον οποίο εδώ και χρόνια έχουμε περιπέσει. Καλούν σε αμφιβολία, σε αμφισβήτηση, σε βάσανο της σκέψης.. Αν θυμόμαστε τι σημαίνουν οι λέξεις.