Απόψεις Άρθρα Ιστορία

Γιώργης Έξαρχος: Βιβλιοφιλικά σημειώματα (7) / “Εγώ… Πολυτεχνείο”

Στη μνήμη του φίλου και σύντροφου Αντώνη Ταβάνη

  • Το Πολυτεχνείο του 1973, πέρασε σχεδόν από την πρώτη επέτειο της Εξέγερσης το 1974 και στα επόμενα έτη από τη σφαίρα του «ιστορικού γεγονότος», στη σφαίρα του «φαντασιακού», οπότε και σήκωνε υπερβολές, μυθοπλασία και μπόλικη οικειοποίηση. Όπως έλεγε ο Κυριάκος Σταμέλος, τότε που βλεπόμασταν στο στέκι του Σάμη, στην Μαυρομιχάλη, απέναντι από το Χημείο, «Το Εδώ Πολυτεχνείο έγινε για τους εξουσιαστές… Εγώ Πολυτεχνείο…»! Πικρόχολη διαπίστωση, και επέμενε: «Πρέπει να μιλήσουμε…» «Και τι να πούμε, ρε Κυριάκο;…» «Την αλήθεια.» Βέβαια, ποια αλήθεια; που όλοι κουβαλούν την αλήθεια τους, ο καθένας δηλαδή τη δική του αλήθεια!

     Πάντως, για να μιλήσει και για να γράψει κανείς για το Πολυτεχνείο του 1973, οφείλει να γνωρίζει άριστα τα Ευαγγελικά του 1901 (8 Νοέμβρη 1901, με θύματα νεκρούς φοιτητές και πολλούς τραυματίες σε μεγάλες διαδηλώσεις στην Αθήνα) και τα Ορεστειακά του 1903 (Νοέμβρης 1903, στην Αθήνα), στα οποία πρωταγωνιστούν οι φοιτητές για την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας.

     Πιάνοντας από εκεί το κουβάρι, μετά να περάσει στα γεγονότα του Νοέμβρη του 1973, και στην ανάλυσή τους και στην ερμηνεία τους, και μετά στα συμπεράσματά τους, και στο γιατί οι πόλεις της χώρας μας γέμισαν με «Οδός Ηρώων Πολυτεχνείου».

     Τα γεγονότα προκύπτουν όχι μόνο από τις αφηγήσεις των συμμετεχόντων στην Εξέγερση, αλλά και από τα εξής:

  • Από τα δημοσιεύματα του ελληνικού και διεθνούς τύπου, τι έχουν γράψει για το Πολυτεχνείο από τις 13.11.1973 έως στις 25.11.1973 (πραξικόπημα Ιωαννίδη).
  • Από δημοσίευση των θέσεων των Αντιστασιακών Οργανώσεων, Πολιτικών εκείνες τις ημέρες.
  • Από δημοσιοποίηση των ραδιοφωνικών εκπομπών της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, της Φωνής της Αλήθειας, των Ελληνόγλωσσων εκπομπών των ραδιοσταθμών Μπι-Μπι-Σι Ντόιτσε-Βέλε, Μόσχας, Βουκουρεστίου, Τιράνων κ.λπ.
  • Από την διπλωματική αλληλογραφία των πρεσβειών των χωρών: ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Γερμανίας, Ηνωμένου Βασιλείου, Γαλλίας και άλλων χωρών.
  • Από τα τεκμήρια που οδήγησαν κάποιους να μιλούν και να γράφουν για «πράκτορες του Ρουφογάλη» κ.λπ.
  • Από τα τεκμήρια της αναβολής του ερχομού στην Ελλάδα του Ρουμάνου προέδρου Ν. Τσεαουσέσκου, στις 17 Νοεμβρη 1973 στην Αθήνα για συνάντησή του με τον Γ, Παπαδόπουλο, ταξίδι που βεβαίως ακυρώθηκε και αναβλήθηκε.
  • Αυτά και άλλα τεκμήρια, που θα μπορούσα να απαριθμήσω, πρέπει να δημοσιοποιήσουν και τα οποία συνιστούν το αναγκαίο υλικό για Θουκυδίδεια προσέγγιση του ιστορικού θέματος «Πολυτεχνείο του 1973», και έτσι να μπορέσουμε να έχουμε μια πιο αντικειμενική προσέγγιση. Αλλιώτικα, μάλλον θα αλωνίζουν οι μυθολόγοι/μυθοπλάστες και οι παντός είδους προπαγανδιστές.
  • Από τους συμμετέχοντες στο Πολυτεχνείο έως σήμερα έχουν ασχοληθεί με εκδόσεις πολλών σχετικών βιβλίων: ο Δημήτρης Παπαχρήστος, ο Ολύμπιος Δαφέρμος, και τελευταία με ένα βιβλίο του ο Δημήτρης Χατζησωκράτης (βιβλίο που το βράβευσε η Ακαδημία Αθηνών). – Αν κανείς τα μελέτήσει θα μάθει την αλήθεια για την Εξέγερση από τα μέσα; Θα έλεγα όχι! Θα δει όμως ένα μέρος αυτής της αλήθειας, με τον υποκειμενισμό που κρύβει η κάθε αφήγηση.
  • Από τους «απέξω» έχουν γράψει ο δημοσιογράφος Γιάννης Φάτσης, η Κωστούλα Μητροπούλου ένα Χρονικό (θαρρώ πως βρίσκεται πολύ κοντα στην αλήθεια των διαδραματισθέντων γεγονότων), και αργότερα κάποιοι άλλοι, συν ο Δίσκος με τις Ραδιοφωνικές Εκπομπές του ραδιοπομπού του Πολυτεχνείου, που μερίμνησε να καταγράψει ο αείμνηστος φίλος Γιώργος Παπαδάκης. Έτσι το «Εδώ Πολυτεχνείο», με τις όποιες ατομικές θεάσεις ολίθησε με τον χρόνο στο «Εγώ… Πολυτεχνείο…», όπως μελαγχολικά διαπίστωνε ο Κυριάκος Σταμέλος.
  • Το «Όλη νυχτά εδώ» (των Εκδόσεων Καστανιώτη)… αυξάνει τον αριθμό των… επωνύμων συμμετεχόντων στην Εξέγερση, χωρίς στην ουσία να προσθέτει ουσιώδη πράγματα. Όμως, για των γνώστη των πραγμάτων, βοηθάει στην απομυθοποίηση του γεγονότος και στην επισήμανση ότι απαιτείται πάραυτα να περάσει από τη σφαίρα της μυθοπλασίας του «ΕΓΩ», στα πεδία της επιστήμης της Ιστορίας, να καθαρθεί και να δοθεί Θουκυδίδεια σε όλους… η ΕΞΕΓΕΡΣΗ.
  • Σε μια αφήγση –μεταξύ πολλών άλλων– λέγεται: «[…] Και το πρωί που το πήρα χαμπάρι κι ανέβηκα πάνω να δω τι γίνεται, στο διαμέρισμα της Ίκας βρήκα τον Κύρκο. Η μεγάλη κόρη της οικογένειας, η Χαρά, ήταν φοιτήτρια της Αρχιτεκτονικής Θεσσαλονίκης και στον Ρήγα (πέθανε από λευχαιμία 28 χρονώ, αρραβωνιασμένη με τον γιο του Μπελογιάννη). {…} Η Χαρά ήταν αυτή που, πριν μπει το τάνκ, όπως έμαθα απ’ την ίδια αργότερα, πήρε το ταμείο, δηλαδή τα χρήματα που πρόσφερε ο κόσμος μέσα απ’ τα κάγκελα. Και ευτυχώς, δηλαδή, γιατί θα ’πεφτε στα χέρια των εισβολέων, ενώ τουλάχιστον βοήθησε τους παρανόμους του Ρήγα και του Εσωτερικού. Κάπου διάβασα αργότερα ότι ήταν εκατό χιλιάδες σε χαρτονομίσματα, και ογδόντα χιλιάδες σε κέρματα στο δωμάτιο της συντονιστικής. Η Χαρά τα παράδωσε εκείνο το βράδυ στον Κύρκο σπίτι της. {,,,}»

     Βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα αυτή την «μαρτυρία»! Τα λεφτά είναι πάρα πολλά για εκείνη την περίοδο!… Με σημερινή αντιστοιχία 180.000 Ευρώα! Αλλά να μη συνεχίσω με άλλους συλλογισμούς και απορίες που μου προκύπτουν…

     Να δούμε και το τι σημαίνει ελληνιστί ήρως (ήρωας); Κατά τον Κ. Κούμα (Λεξικον, 1828, τ. Α’, σ. 483): «Ήρως, ο, … οι δε ηγεμόνες των αρχαίων μόνοι ήσαν ήρωες, οι δε λαοί άνθρωποι` … » Κατά τον J. B. Hofmann (Λεξικόν 1974): «ήρως, γεν. ήρωος, ο … κυρ. προστάτης, υπερασπιστής …» Κατά τον Πατριάρχη Φώτιο (Λέξεις, σ, 76): «Ήρως: ημίθεος` δυνατός` γενναίος,» – Παίρνετε όποιον ορισμό/εκδοχή θέλετε, και δείτε εάν και πόσο ταιριάζει με τους «Ήρωες του Πολυτεχνείου».

     Πάντως, εμείς, το μόνο που οφείλουμε στους εαυτούς μας είναι το να αναζητούμε πάντοτε την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, με οποιοδήποτε κόστος.

Σε τούτη την φωτογραφία είμαι και εγώ, κάτω από το με κόκκινα γράμματα σύνθημα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, γραμμένο από συνάδελφό μου της ΑΣΟΕΕ, ο οποίος μετά την μεταπολίτευση του 1974, και την έντονη πολιτικοποίηση του φοιτητικού συνδικαλιστικού κινήματος, απείχε από τις «φοιτητικές οργανώσεις» και τα συνδικαλιστικά πράγματα της Σχολής μας, κρατώντας «ουδέτερη στάση». Οι εικονιζόμενοι, είναι από αυτούς που κρατούσαν τις «γυαλιστερές επιφάνειες» της πίσω όψης μεταλλικών επιφανειών που η καλή τους όψη απεικόνιζε έγχρωμες διαφημίσεις προϊόντων ή πινακίδων, εν είδει καθρεφτών, «στέλνοντας» τις ακτίνες του ήλιου στους φωτογραφίζοντες και κινηματογραφούντες από τα μπαλκόνια του ξενοδοχείου «Ακροπόλ» απέναντι και πιο βόρεια από το Πολυτεχνείο
  • Τον Οκτώβριο του 2019, από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφόρησε το ενδιαφέρον βιβλίο (σχήμα 21×14, σελ. 790), με τίτλο: «Όλη νύχτα εδώ. Μια προφορική ιστορία της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Επιμέλεια-Εισαγωγή: Ιάσονας Χανδρινός». Το περιεχόμενό του εν συνόψει δίνεται στο οπισθόφυλλο: «Το βιβλίο αυτό είναι μια συλλογή ατομικών βιωματικών αφηγήσεων με θέμα την Εξέγερση του Πολυτεχνείου (14-18 Νοεμβρίου 1973). Αποτελείται από ογδόντα τέσσερα απομαγνητοφωνημένα κείμενα προφορικών μαρτυριών-συνεντεύξεων με ισάριθμους αφηγητές, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από τα τέλη του 2010 έως και το φθινόπωρο του 2019. Πρόκειται για μια συστηματική μελέτη προφορικής ιστορίας με επάλληλα κριτήρια αντιπροσωπευτικότητας όσον αφορά τη συμμετοχή στα γεγονότα, που τη συναπαρτίζουν μαρτυρίες από γυναίκες και άντρες, φοιτήτριες και φοιτητές, συνδικαλιστές του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, μέλη παράνομων οργανώσεων, μαθητές, εργάτες, διαδηλωτές που τραυματίστηκαν από σφαίρες, αυτόπτες μάρτυρες και στρατιωτικούς. Βασικός στόχος του βιβλίου είναι να αποτελέσει ένα σώμα πληροφοριών, που θα καλύψει ορισμένα από τα κενά της έρευνας γύρω από την Εξέγερση του Πολυτεχνείου, και παράλληλα να συμβάλει στη διατήρηση της μνήμης ενός από τα πιο εμβληματικά γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας, το οποίο συνεχίζει να είναι αντικείμενο έντονων φορτίσεων αλλά και να υπόκειται σε διάφορες στρεβλώσεις και ποικίλες αναθεωρήσεις.»
Πλήθος νέων-φοιτητών, την Πέμπτη, 15.11.1973, με συνθήματα σαφή στο περιεχόμενό τους
  • Ο επιμελητής του βιβλίου αυτοπαρουσιάζεται και γράφει τα εξής: «Ο Ιάσονας Χανδρινός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1984. Αποφοίτησε από το Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ το 2006. Τα ερευνητικά του πεδία είναι η περίοδος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, η Κατοχή στην Ελλάδα (1941-1944) και η εβραϊκή γενοκτονία από τους Ναζί. Από το 2007 έως το 2017 εργάστηκε ως ιστορικός-επιστημονικός συνεργάτης του Εβραϊκού Μουσείου Ελλάδος (ΕΜΕ), και είναι ιδρυτικό μέλος του Εργαστηρίου Μελέτης Ελληνικού Εβραϊσμου. Το 2012 εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο με τίτλο Το τρομερό χέρι του λαού. Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα (1942-1944), στις εκδόσεις Θεμέλιο, το οποίο εκανε τρεις επανεκδόσεις. Το 2015 υποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα την εμεπιρία της γερμανικής κατοχής σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου και επόπτη τον καθηγητή Χάγκεν Φλάισερ. Η διατριβή κυκλοφόρησε σε βιβλίο το 2018 από τις Εκδόσεις Ο Μωβ Σκίουρος με τίτλο Πόλεις σε πόλεμο (1944-1945). Ευρωπαϊκά αστικά κέντρα υπό γερμανική κατοχή. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ζει και εργάζεται στη Γερμανία. Είναι επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου του Ρέγκενσμπουργκ στη Βαυαρία, ενώ από τον Οκτώβριο του 2018 εκπονεί μετεκπαιδευτική έρευνα με θέμα Έλληνες στο Γ’ Ράιχ. Αιχμαλωσία-καταναγκαστική εργασία-εργατική μετανάστευση ως υπότροφος του κρατικού ιδρύματος Deutshe Forschungsgemeinschaft (DFG). Είναι παντρεμένος με την ιστορικό Άννα Μαρία Δρουμπούκη και ζουν στο Βερολίνο.»

ΣΤΑΧΥΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΩΤΩΜΕΝΩΝ

ΜΙΑ ΑΦΗΓΗΣΗ

  • «Σκέψου τώρα πόσο πιο δύσκολο ήταν όταν επαναλήφθηκε αυτό μες στο Πολυτεχνείο, στη συνέλευση της ΑΣΟΕΕ για την εκλογή της Συντονιστικής Επιτροπής. Παρόντα ήταν πάνω από χίλια άτομα και δόθηκε μάχη. Μάχη για το πολιτικό πλαίσιο, για την ιστορία αν θα απευθυνθούμε στους πολιτικούς – αυτό που αποφάσισε η Συντονιστική αλλά δεν το ανακοίνωνε, γιατί αυτό που θα λέγαμε «εξωκοινοβουλευτική Αριστερά» (αν και τότε όλοι εξωκοινοβουλευτικοί ήμαστε [γέλια]) είχε πρόβλημα με αυτό. Και ύστερα απ’ όλα αυτά, αφού ψηφίστηκε το πλαίσιό της και τα λοιπά, μπαίνει το ποιοι θα είναι οι δυο της Συντονιστικής Επιτροπής από την ΑΣΟΕΕ, και προτείνουν τον Παππά και εμένα. Αυτή πρέπει να είναι η χειρότερη στιγμή της ζωής μου. Άντε να πεις ύστερα από όλα αυτά: «Δεν εκλέγομαι». «Και για ποιον λόγο δεν εκλέγεσαι;» Δεν θυμάμαι τη διακιολογία βρήκα –πραγματικά δεν θυμάμαι–, αλλά αισθανόμουνα τόσο άσχημα, που θυμάμαι καθαρά ότι ήθελα απλώς να μην υπάρχω, να ανοίξει η γη και να με καταπιεί! (γέλια) Και σηκώθηκε τότε ένα καλό παιδί, που δεν τον ήξερα και δεν είχε μιλήσει και στη συνέχεια δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά, ένας Κώστας Τσαντίλης, ο οποίος έδωσε τ’ όνομά του κι είπε: «Εγώ θέλω να είμαι στη Συντονιστική Επιτροπή». Και τον ψηφίσανε και βγήκαν αυτός κι ο Στέλιος ο Παππάς.»

Δεν επεκτείνομαι άλλο σε αυτή την αφήγηση, η οποία προέρχεται από πρωτοετή της ΑΣΟΕΕ, άρα φρεσκοεγγεγραμμένο στη Σχολή, αλλά με τσαγανό που το έδειξε στη συνέλευση της Σχολής στις 12.11.1973 (Δευτέρα), μέσα στην ΑΣΟΕΕ, στην οποία συνέλευση μίλησε ο Στέλιος Παππάς και ο Γιώργος Τσαντίλης (όχι Κώστας!), τριτοετής φοιτητής της ΑΣΟΕΕ, κολλητός φίλος μου, και γνωστός σε όλους τους συναδέλφους της ΑΣΟΕΕ για την πολιτική δράση του και τους διωγμούς του από το Σπουδαστικό της Ασφάλειας από το Φθινόπωρο του 1972, συλληφθείς μετά τα γεγονότα του Νοέμβρη του 1973, κρυβόμενου δε και επί πολύ καιρό στον φίλο και συνάδελφο Παναγιώτη Πανάγο (αγαπημένε μου φίλε, γράψε κάτι για το θέμα ώστε να παύσουν οι ψευδολογούντες να λένε ό,τι γουστάρουν, για το «καλό παιδί, που δεν τον ήξερα και δεν ειχε μιλήσει και στη συνέχεια δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά»!). Ο Γιώργος Τσαντίλης συνδικαλίστηκε στην περίοδο της μεταπολίτευσης στην ΑΣΟΕΕ, και το 1976, όταν επέστρεψα από τη Σουηδία όπου είχα πάει για διδακτορικές σπουδές στην Ουψάλα, βρεθήκαμε στην Αθήνα, και μου εξήγησε τους λόγους για τους οποίους ήθελε να φύγει στο εξωτερικό. Έφυγε, και έκτοτε χάθηκε από όλους τους φίλους και γνωστούς… Αυτό έκανε τους «ήρωες» να «πλάσουν» το όνομα Κώστας Τσαντίλης, πρόσωπο που ουδεμία σχέση είχε με το Πολυτεχνείο του ’73, ώστε ένας με αυτό το… ονοματεπώνυμο να κάνει πολιτική καριέρα σε θεσσαλική πόλη, όταν τον ανέφεραν ως «γνωστό αγωνιστή του Πολυτεχνείου» (!), χωρίς ωστόσο να έχω δει ποτέ κάποια διάψευσή του πως δεν είναι αυτός ο Τσαντίλης του Πολυτεχνείου του ’73. Ο Γιώργος είχε αδελφό ναυτικό και αδελφή παντρεμένη, με κατοικία ή στα Φάρσαλα ή στη Λαμία. Ελπίζω, ο παλαιός φίλος, συνάδελφος στην ΑΣΟΕΕ και συναγωνιστής εκείνα τα χρόνια Π. Πανάγος, να βγει και να καταθέσει την αλήθεια, διαψεύδοντας εκείνους που από τη μια η μνήμη τους είναι «πραγματικά δεν θυμάμαι», και για το ίδιο στιγμιότυπο «θυμάμαι καθαρά»! Απλά, τα πράγματα της συγκεκριμένης αφήγησης είναι παραφουσκωμένα με φαντασιοπληξίες και υπερβολές, εκ των υστέρων ρετουσαρίσματα στο πλαίσιο του Κόμματος στο οποίο ανήκαν, και μέσα στα πλαίσιο της ιδεολογικής γραμμής του φοιτητικού χώρου στον οποίο κινιόταν και δρούσε. Μόνο που αυτά μια Θουκυδίδεια ιστορική σκέψη θα τα εντόπιζε εξαρχής, και θα αποκαθιστούσε τα πράγματα στο πραγματικό μέγεθός τους.

Πλην της Πέπης Ρηγοπούλου, ποιοι άλλοι τραυματίστηκαν ή σκοτώθηκαν πίσω από τα κάγκελα, μετά την βάρβαρη εισβολή του ερπυστριοφόρου; Ποιος θα μας το πει;

ΑΛΛΗ ΑΦΗΓΗΣΗ

  • «Από τις αρχές του Σεπτέμβρη {σ.σ.: του 1973} υπήρχε μια μαζικοποίηση του κινήματος. Είχαν μεσολαβήσει οι συλλήψεις από την ΕΣΑ, εγώ δεν συνελήφθην – ίσως έπαιξε ρόλο το πρόβλημα της υγείας μου. Διασχολικά, συνελεύσεις ανά σχολές, προσπάθεια για τα διοικητικά συμβούλια. Και φτάνουμε στον Νοέμβρη. Εγώ είχα μπει στο τέταρτο έτος. Θυμάμαι είχαμε κάνει μια μεγάλη συνέλευση πριν από τα γεγονότα {σ.σ.: στις 12.11.1973, ημέρα Δευτέρα} και μια ψηφοφορία για να βγάλουμε αντιπροσώπους στο Διασχολικό, ως επιτροπή, αυτό που λέγαμε Φοιτητική Επιτροπή Αγώνα (ΦΕΑ) δηλαδή. Και είχαν εκλεγεί ο Στέλιος ο Παππάς και ο Κώστας ο Τσαντίλης, που και οι δυο μετέπειτα έγιναν μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής στο Πολυτεχναίο. Κι αυτό γιατί στη συνέλευση που είχαμε κάνει στο Πολυτεχνείο την Πέμπτη το βράδυ {σ.σ.: στις 15.11.1973}, ενώ ξεκίνησε με άλλα θέματα συζήτησης, είπε ο Παππάς: «Τώρα πάλι ψηφοφορία θα κάνουμε; Αφού προχτές βγάλαμε αντιπροσώπους». Και δεν κάναμε ψηφοφορία για να εκλέξουμε μέλη για τη Συντονιστική Επιτροπή, πήγαν οι δύο που είχαν εκλεγεί από προηγούμενη συνέλευση, μη σου πω δυο και τρεις μέρες νωρίτερα {σ.σ.: εκείνη της 12.11.1973, στο μεγάλο αμφιθέατρο της ΑΣΟΕΕ}. Πρέπει να σου πω και για τη Βαλαβάν. Τη Νάντια έχω να τη δω από τότε, σαράντα χρόνια. Οφείλω να σου ομολογήσω ότι, παρόλο που είμαστε πολιτικά αντίθετοι, την εκτιμούσα και την εκτιμώ ως άτομο και της βγάζω το καπέλο για αυτά που έγιναν μετά τη σύλληψή της.»

Κρατάω μόνον τούτα από τη συγκεκριμένη αφήγηση, η οποία λέει επακριβώς –και εν συντομία– το πώς συνέβησαν τα πράγματα, με τους φοιτητές της ΑΣΟΕΕ στα του Πολυτεχνείου, και ως αφήγηση διαψεύδει πλήρως την προηγούμενη που καταθέσαμ (και που είναι άκρως φαντασιόπληκτη), αλλά προκαλεί ερωτηματικά γιατί τον Τσαντίλη ο αφηγητής τον αναφέρει ως Κώστα, ενώ στηνΑΣΟΕΕ έκαναν και παρέα και είχαν φιλία, τουλάχιστον από το 1972, αλλά και μετά την μεταπολίτευση; Πώς το Γιώργος ενός φίλου και συνάδελφου γίνεται Κώστας; Απορώ!…

Πλήθος κόσμου (στις 15 ή στις 16 Νοέμβρη 1973) έξω από το Πολυτεχνείο. Την ώρα όμως που ήλθε το «τανκς» στην Κεντρική Πύλη του ΕΜΠ, πίσω από τα κάγκελα, ζήτημα να είχαμε μείνει 600 άνθρωποι! Με τον φόβο ζωγραφισμένο στα μάτια των περισσοτέρων, και την απορία… «άραγε θα μας σκοτώσουν»; Όσοι είχαν ειδοποιηθεί για την έξοδο των «τανκς» από τα στρατόπεδα και την ενδεχ΄μενη εισβολή τους στο Πολυτεχνείο, ήδη από τις 6 η ώρα της Παρασκευής, 16.11.1973, την είχαν κάνει… κοπάνα, να σώσουν το σαρκίον τους!..

ΤΡΙΤΗ ΑΦΗΓΗΣΗ

  • «Στη συνέλευση της ΑΣΟΕΕ πριν από το Πολυτεχνείο –την Τρίτη 13 Νοεμβρίου– {σ.σ.: πρόκειται για τη συνέλευση στο μεγάλο αμφιθέατρο της ΑΣΟΕΕ, τη Δευτέρα, 12.11.1973} ο Κώστας ο Τσαντίλης έβγαλε έναν διαπρύσιο λόγο, χωρίς ιδιαίτερες αναλύσεις, τα ’λεγε μ’ ενθουσιασμό, και ξεσήκωσε τον κόσμο, είχε αυτό το «χάρισμα». Ο Στέλιος ο Παππάς, που ήταν πιο έμπειρος σ’ αυτά τα θέματα (ήταν και εφτά οχτώ χρόνια μεγαλύτερός μας, τον «τσίμπησε» αμέσως και τον πρότεινε, κάποιοι άλλοι προτείναν τον Παππά (διά βοής – έτσι ήταν τότε) και ήταν οι δυο τους Επιτροπή. Μετά την έκλεισαν τη Σχολή […] και καθόμασταν στο Μουσείο. Κάποια στιγμή γινόταν συγκέντρωση στη Νομική και στη Σόλωνος όπου έκανε συγκέντρωση η Φυσικομαθηματική. Πήγα και παρακολούθησα. Βγάζανε λόγους… Δεν θυμάμαι πώς ακριβώς έγινε, πάντως έπεσε η ιδέα να πάμε σαν διαδήλωση στο Πολυτεχνείο. Κάποιοι ψιλοδιαφωνούσανε… Νομίζω εκεί δεν είχαν άλα θέματα, ούτε εκλέχτηκε τίποτα. Κάναμε πορεία στη Σόλωνος… Φωνάζαμε, με μεγάλο ενθουσιασμό. Κάποια στιγμή στο τέλος της Σόλωνος, προς την Κάνιγγος, μας την έπεσε η αστυνομία. Και βγαίνοντας απ’ τη Στουρνάρη, χωθήκαμε στο Πολυτεχνείο από μπροστά κανονικά –«επίσημα» (γέλια)– για να γλυτώσουμε. Εκεί αρχίσαμε τη φάση με τα νεράντζια. Είχε πολλές νεραντζιές –ήταν η εποχή τους– και έπεφταν τα νεράντζια με δύναμη στους μπάτσους. Εκεί ‘ηταν σε εξέλιξη οι συνελεύσεις με τους Μηχανολόγους, πέρναγε και πολύς κόσμος απ’ έξω. Και κάπως έτσι έγινε η κατάληψη, κλείσαν οι πόρτες, κάπως βάλαν περιφρούρηση κι ο κόσμος κάθισε εκεί, δεν έφευγε. Κι αργότερα σιγά σιγά οι προκηρύξεις. Εγώ στην αρχή ήμουνα μέσα, μετά βγήκα έξω. Στο πεζοδρόμιο και πάνω στο δρόμο. Σιγά σιγά δημιουργήθηκε κοσμοσυρροή. Ο κόσμος συμπαραστεκότανε και μέσα από τα ΙΧ και τα λεωφορεία, που τα γεμίζαμε επιγραφές […]».

Μια ακόμα αφήγηση για εγκλεισμό στο Πολυτεχνείο, από την Τρίτη, 13 Νοέμβρη 1973, την οποία επιβεβαιοί και ο Νίκος Χριστοδουλάκης στη δική του αφήγηση, Και σε τούτη την αφήγηση ο Γιώργος Τσαντίλης αναφέρεται σαν Κώστας Τσαντίλης (!), και ορθά επισημαίνει ο αφηγητής ότι «έβγαλε έναν διαπρύσιο λόγο, χωρίς ιδιαίτερες αναλύσεις, τα ’λεγε μ’ ενθουσιασμό, και ξεσήκωσε τον κόσμο, είχε αυτό το «χάρισμα»…», οπότε είναι να απορεί κανείς πώς και γιατί στην πρώτη αφήγηση ο «χαρισματικός αφηγητής» αναφέρεται σαν… μούτος, «ένα καλό παιδί, που δεν τον ήξερα και δεν ειχε μιλήσει και στη συνέχεια δεν εμφανίστηκε ποτέ ξανά, ένας Κώστας Τσαντίλης, ο οποίος έδωσε τ’ όνομά του κι είπε: «Εγώ θέλω να είμαι στη Συντονιστική Επιτροπή». Και τον ψηφίσανε και βγήκαν αυτός κι ο Στέλιος ο Παππάς».

Βέβαια, η πρώτη αφήγηση είναι ανθρώπου που είχε «ένδοξη πορεία στο Κόμμα» του, το οποίο κάποια στιγμή εγκατέλειψε, για να βρεθεί πολλά χρόνια αργότερα με ύπατα αξιώματα και υπουργικά χαρτοφυλάκια!… «Έτσι ’ναι η ζωή / και πώς να την αλλάξεις / άλλοι κλαίνε κι άλλοι γελάνε δηλαδή»! Οι φαντασιόπληκτες αφηγήσεις όταν ιστορούνται από κάποιους, δεν αποτελούν ούτε συνιστούν Ιστορία…

Των διαδηλωτών ηγείται ο συνάδελφος και φίλος Νίκος Παππάς, από τον Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας, που –όπως μου έχει πει εδώ και χρόνια ο κοινός φίλος και συναγωνιστής και συνάδελφός μας στην ΑΣΟΕΕ, Δημήτρης Παπαχρήστος –έφυγε πολύ νέος από τη ζωή, και ήταν και σπουδαίος ποιητής, με «συλλογή» που δεν πρόλαβε να εκδώσει…

Των διαδηλωτών ηγείται ο συνάδελφος και φίλος Νίκος Παππάς, από τον Μύτικα Αιτωλοακαρνανίας, που –όπως μου έχει πει εδώ και χρόνια ο κοινός φίλος και συναγωνιστής και συνάδελφός μας στην ΑΣΟΕΕ, Δημήτρης Παπαχρήστος –έφυγε πολύ νέος από τη ζωή, και ήταν και σπουδαίος ποιητής, με «συλλογή» που δεν πρόλαβε να εκδώσει…

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΑΛΛΗ «ΜΑΡΤΥΡΙΑ»

  • «Εγώ είχα βάλει τα παιδιά μέσα ήδη, ελέγχαμε δυο πόρτες –χωρίς να μας πει κανένας–, αλλά οι περισσότεροι ήματσαν ακόμα έξω. Και γράφαμε συνθήματα φουλ. Μέχρι που μας ειδοποιήσανε να πάνε οι εκπρόσωποι των σχολών μέσα, βγήκε η πρώτη Συντονιστική, ενενήντα εννιά τοις εκατό ήταν Αντι-ΕΦΕΕ. Το βράδυ της Πέμπτης ή πρωί της Παρασκευής, ο καβγάς ήτανε ΚΝΕ, από τη μια πλευρά, οι μαοϊκοί απ’ την άλλη (Μαυρογένης και Σία), κι απ’ την άλλη, ήταν οι Ρηγάδες. Και κάπου είχανε συμφωνήσει. Ήτανε τότε Μπαλαούρας-Παπαχρήστος το δίδυμο, ο Χρύσανθος ο Λαζαρίδης κι ένας αριστεριστής από την Ιατρική, ο Νίκος ο Σιδέρης. Κι άλλα παιδιά που δεν τα θυμάμαι. Ο Καλογήρου ήταν σε εμβρυακή κατάσταση τότε. Α, είχε εμφανιστεί και η Τόνια η Μοροπούλου, που δεν την ξέραμε τότε. Και μάλιστα, δεν ξέραμε αν είναι και δικοί μας, γιατί εκεί μέσα εμφανιστήκανε ομάδες της ΚΝΕ, που δεν τις ξέραμε εμείς. Πάντως, με τους αριστεριστές, εξαρτάται από το ποιοι ήτανε. Οι ΠΠΣΠήδες ήτανε πιο σκληροπυρηνικοί και οι ΕΚΚΕτζήδες πιο διαλλακτικοί, αλλά καμιά φορά οι δεύτεροι ήτανε πιο σκληροί απ’ τους πρώτους […] Την Ιατρική εμείς δεν την ελέγχαμε, ήταν αριστερίστικη, όπως επίσης δεν μπορούσαμε να ελεγξουμε με τίποτα τη Γεωπονική Μαοϊκή σχολή φούλ. Ο Ν.Α. {σ.σ.: ατο βιβλίο ολόκληρο το ονοματεπώνυμο} ήταν εκεί πέρα – γερό παιδί. Απλώς τον θυμάμαι ψηλό, με γυαλιά, νόστιμο προφίλ, αλλά, αδερφέ μου, έπεφτε βρίσιμο. Αυτό που ξέραμε και το κάναμε ό,τι θέλαμε ήταν το Πάντειο. Και βέβαια, δεν μπορούσαμε να ελέγξουμε πάρα πολύ την ΑΣΟΕΕ, γιατί ήταν η ομάδα του Παπαχρήστου, που οι περισσότεροι ήταν Ρηγάδες ή επρόσκειντο στον Ρήγα. Η Συντονιστική συνεδρίαζε στην Αρχιτεκτονική επάνω. Ήταν ένας τεράστιος χώρος που στο τέλος, για να μην μπερδευόμαστε, κάθε οργάνωση είχε φτιάξει ένα γραφείο και γύρω και γύρω απ’ το γραφείο ήταν τα μέλη, τα στελέχη που ήταν εκεί. Αυτός που εκπροσωπούσε την κάθε σχολή καθόταν στο μεγάλο τραπέζι. Αλλά αν είχαμε κάποιο πρόβλημα σε στιλ καθοδήγησης «τι κάνουμε;», σηκωνόσουνα, πήγαινες στο τραπεζάκι, έβρισκες κανέναν, «αυτό δεν γίνεται, θα το πάμε έτσι, εντάξει», ή σου ’λεγε: «πρόσεχέ το αυτό» και τα λοιπά = συνέχεια αυτό το αλισβερίσι γινότανε. Αλλά μέσα στον ίδιο χώρο.»

Επειδή ο αφηγητής αναφέρει πρόσωπα συναδέλφους μου στην ΑΣΟΕΕ, μιλάει για ονόματα με σπουδαία αντιχουντική δράση, αλλά που, ο μεν Μπαλαούρας δεν ήταν στο Πολυτεχνείο γιατί ήταν στρατευμένος και έλειπε, ο δε Παπαχρήστος, που και αυτός ήταν στρατευμένος, ήρθε στο Πολυτεχνείο την Παρασκευή 16.11.1973, γύρω στις 5 το απόγευμα, αφού την κοπάνισε από τη μονάδα του, και ακόμα θυμάμαι τη σκηνή της εισόδου του στο προαύλιο του ΕΜΠ, όταν πέρασε την κεντρική πύλη και πέταξε τον μπερέ του στον αέρα φωνάζοντας «Κάτω η Χούντα». Ήταν δε η ώρα που οι «οργανωμένοι σε κάποιες Οργανώσεις» [γνωστά πράγματα εις τους παροικούντας την Ιερουσαλήμ] είχαν λακίσει και φύγει από το Πολυτεχνείο, διότι είχαν ενημερωθεί από τους «μηχανισμούς» ότι «οι Χουντικοί θα βγάλουν τα τανκς στους δρόμους και θα σκοτώσουν κόσμο στο Πολυτεχνείο»! Όσοι δεν ήμασταν οργανωμένοι σε «Οργανώσεις» και ελάχιστοι από τους «οργανωμένους», καμιά 600-ριάόλοι κι όλοι,  είχαμε μείνει στο Πολυτεχνείο όταν ήρθαν τα ερπυστριοφόρα. Τα εκ των υστέρων λέγόμενα από ορισμένους (που έκαναν λαμπρή πολιτική καριέρα στα κόμματά τους) απέχουν πολύ από την αλήθεια. – Τα έχω πει αυτά και στο κρατικό ραδιόφωνο της ΕΡΤ, στον Δημήτρη Παπαχρήστο, ως προσκεκλημένος σε εκπομπή του στην ΕΡΑ-2, το Σάββατο, 5 μ.μ., στις 17 Νοέμβρη 2001. Με τον Δημήτρη είχα μιλήσει σε εκπομπή του, πάλι στην ΕΡΑ-2, και το Σάββατο, 5 μ.μ., στις 20.10.2001. – Τώρα, απλά, από αφορμή το βιβλίο του Ιάσονα Χανδρινού, μου δίνεται η ευκαιρία να τα πω και εγγράφως, τούτα τα ελάχιστα.

Το ερώτημα όμως παραμένει: Τι αξία έχουν για την ιστορική έρευνα αφηγήσεις οι οποίες δεν «τεστάρονται» για την αξιοπιστία τους, ή που περιέχουν, ηθελημένα ή αθέλητα, μυθοπλασίες και «άλλα πλάσματα της φαντασίας» των αφηγητών, χωρίς αυτό να ακυρώνει τους αγώνες τους ή την παρουσία τους στο «μεγάλο γεγονός»;

Αυτό το σύνθημα «Κάτω η Εξουσία» είχε ενοχλήσει πάρα πολύ πολλούς από τους Οργανωμένους στις «Αντιδικτατορικές Οργανώσεις»!
  • «Την αίθουσα του πομπού επίσης την ελέγχαμε εμείς. Κι εκεί, βέβαια, στον πομπό, ξεκίνησε με τον Παπαχρήστο, μετά ήταν η Δαμανάκη και κάποια στιγμή ήταν ο Στέλιος ο Βίος με τον σκηνοθέτη τον Λάμπρο τον Παπαδημητράκη. Τον Χριστοδουλάκη δεν τον θυμάμαι. Πέντε ήταν οι εκφωνητές. Οι γνωστές φωνές ήταν τρεις. Η τρίτη φωνή που ακούγεται στα ηχογραφημένα είναι του Βίου, και επίσης ακουγόταν ο Λάμπρος ο Παπαδημητράκης, ο οποίος έχει μια τελείως χαρακτηριστική φωνή γιατί είχε σπουδάσει σκηνοθεσία, ήξερε και λίγη ορθοφωνία. Θυμάμαι είχαμε καμιά δεκαπενταριά μπλόκα ώσπου να ανεβείς στον δεύτερο όροφο των Μηχανολόγων, όπου ήταν εγκατεστημένος. Μετά, βέβαια, κάποια στιγμή μπασταρδέψαμε την κατάσταση γιατί ήθελε κι η ΑΣΟΕΕ να μπει στην περιφρούρηση. Εγώ το είχα ξεκαθαρίσει με τη Συντονιστική: «Το σταθμό τον έλέγχω εγώ. Εντάξει;» «Εντάξει. Τους ξέρεις;» «Ναι παιδιά δικά μου είναι.» Δεν θυμάμαι, μια φορά ποιος ήταν που ήθελε να ανέβει πάνω στον πομπό; Ο Ανδρουλάκης; Ο Μπίστης; Τον πέταξαν έξω. «Πάρε άδεια από τον Φ. κι έλα.» {…} Και οι δικοί μας που γράφανε τότε, ο Μήτσος ο Καραγγουλές, ο Χάγιος, και τη δεύτερη μέρα ήρθανε οι φαντάροι και ορισμένοι ήταν με τις στολές τους. Είχα πει σε όλες τις ομάδες περιφρούρησης: «Αν δεν έχει αυτή την κόκκινη σφραγίδα που κάτι θα διακρίνετε, δεν περνάει κανένας.» […]»

Απλά, λοιπόν. … Εγώ… και εγώ… και η Οργάνωσή μου… Μόνο που αυτού του είδους οι υπερβολές ακυρώνουν την αλήθεια για την «Εξέγερση»! Η προσεκτική ανάγνωση όλων των συνεντεύξεων και το κράτημα «σημειώσεων» για το τι λένε για τα διάφορα «συμβάντα», μπορούν να οδηγήσουν σε συμπεράσματα τους αναγνώστες για το ποιοι είναι «μυθολόγοι» και «παραμυθολόγοι»…

Πριν γίνει ο «πομπός του ραδιοφώνου» υπήρχαν μεγαφωνικές εγκαταστάσεις, από την Πέμπτη το πρωί, 15.11.1973, με συγκεκριμένες φωνές που δεν σχετίζονται με τις φωνές των αναφερόμενων «εκφωνητών», από τον αφηγητή.. Αλήθεια, ποιανών ήταν αυτές οι φωνές, και σε ποιες Οργανώσεις ανήκαν;… Γρίφος! Αφού ουδέποτε οι εκφωνητές βγήκαν να μιλήσουν δημόσια για αυτόν τον «ηρωισμό» τους… Καημένη ιστορική αλήθεια… Και κάτι ακόμα: Γιατί δεν ακούγεται η φωνή της Μαρίας όταν το ερπυστριοφόρο βρέθηκε μπροστα στην κεντρική πύλη του ΕΜΠ, αλλά ακούγεται η φωνή του Μήτσου;… Που βρίσκονταν τότε οι «συναγωνιστές» της Οργάνωσης του αφηγητή;…

Ο νέος με την σημαία σον ώμο του, πάνω στην κολώνα αριστερά, είναι ο φίλος Β.Π., τότε μαθητής Φροντιστηρίων της Κάνιγγος, υποψήφιος για να δώσει εισαγωγικές για τα ΑΕΙ, ο οποίος έγινε εξώφυλλο εκείνες τις μέρες στο γερμανικό περιοδικό «Στερν». Σήμερα δικηγορεί στην Αθήνα. Πήρε άραγε, άδεια από την Επιτροπή Περιφρούρησης και ανέβηκε στην κολώνα; Θου Κύριε… Πήρε άδεια για τα μαγειρεία η «μαγείρισσα» Σταυρούλα, σύζυγος ταξιτζή, που μαγείρευε στη λέσχη του ΕΜΠ έχοντας δίπλα της και την κόρη της, σχολιαροπαίδι του Δημοτικού;…
  • «Και φτάνουμε στην Παρασκευή. Λειτουργεί ο σταθμός, γινόταν το «ελάτε να δείτε» από κόσμο, δεν μπορείς να φανταστείς. Έρχονται και αυτοί απ’ τα Μέγαρα… Γίνονται δυο μεγάλες συνελεύσεις στο κτήριο του Γκίνη κι εμφανίζεται για πρώτη φορά ένας οικοδόμος, ο Αντώνης Ταβάνης. Πέθανε στο Βόλο πριν από δυο τρία χρόνια, ο φουκαράς. Ο οποίος δεν ξέραμε τι καπνό φουμάρει. Βγαίναμε μαζί του, κάναμε παρέα και τέτοια, αλλά δεν ξέραμε (τελικά, ήταν αναρχικός, αριστεριστής, κάτι τέτοιο…) Και βγαίνει για πρώτη φορά να μιλήσουμε για κοινή κατάληψη φοιτητών-εργατών-αγροτων. Το οποίο, βέβαια, δεν πέρασε. Ένας άλλος θέλησε να μεταδώσει ένα σύνθημα του Ζίγδη, ένα του Κανελλόπουλου. Παρασκευή {σ.σ.: 16.11.1973} γίνεται της κακομοίρας απ’ έξω, κόσμος, κακό, φωνές, να φέρνουνε τρόφιμα, να μαγειρεύουν μέσα, να γράφουνε συνθήματα.»

Τον Αντώνη Ταβάνη τον γνώρισα την Τρίτη, 13 Νοέμβρη του 1973, το βράδυ, όταν αυτός και ο φίλος του (ηθοποιός) Νίκος Καλογερόπουλος, και η αφεντιά μου, κάναμε βάρδια σκοπιάς στην πύλη του ΕΜΠ προς την Οδό Τοσίτσα, κρατώντας κάτι σιδερόβεργες που είχαμε πάρει από κάποια αναγειρόμενη οικοδομή των Εξαρχείων. Και «κλειστήκαμε» στο Πολυτεχνείο την Τρίτη, 13.11.1973, καμιά 150-ριά φοιτητές και άλλοι, μην τυχόν ο πρύτανης του ΕΜΠ Κονοφάγος, που είχε επιτρέψει τις συνελεύσεις των φοιτητών των Σχολών του ΕΜΠ, αλλάξει γνώμη και θελήσει να κλείσει το ΕΜΠ (όπως έπραξαν οι πρυτανικές αρχέσε της ΑΣΟΕΕ), οπότε δεν θα γίνονταν οι προγραμματισμένες συνελεύσεις των Σχολών (ως και αυτή της ΑΣΟΕΕ) σε αίθουσες του ΕΜΠ, όπως είχε συζητηθεί το θέμα το απόγευμα τις Τρίτης στο προαύλιο του ΕΜΠ. Εκείνο το βράδυ, κάπνισα το πρώτο τσιιγάρο, «στριφτό», που κέρασε ο Αντώνης, για να περάσουμε τον χρόνο της σκοπιάς μας… Έκτοτε γίναμε φίλοι, και «κολλητάρια», με φιλία που κράτησε μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2006, που έφυγε από τούτον τον κόσμο στην Αθήνα, από ανακοπή καρδιάς. Ήταν να πάει στην ΕΡΤ να ηχογραφήσει συζήτησή του με τον Δημήτρη Παπαχρήστο, σε εκπομπή του, αλλά… τζάμπα τον περίμενε ο «Μήτσος», έτσι απροσδόκητα που έφυγε! Και ήταν να πάει ο φίλος μου, μετά την εγγραφή της εκπομπής, σε βαφτίσια στο σπίτι του φίλου του δημοσιογράφου της Ελευθεροτυπίας Ηρακλή Αντίρα. Μα το νήμα της ζωής του κόπηκε άξαφνα… από τον μαύρο καβαλάρη «που μας κυβερνά»!

Για τον Αντώνη Ταβάνη μαθαίνουν όσοι πηγαίνουν στο χωριό Λαύκος του Πηλίου, στο οποίο υπάρχει το Μουσείο Ραδιοφώνου με τη συλλογή που δώρισε ο Γερμανός Βίλφρεντ Σοέπς. Το Μουσείο Ραδιοφώνου «Αντώνης Ταβάνης» έχει πάνω από 140 συλλεκτικά ραδιόφωνα, κατασκευασμένα από τις αρχές του 1917 μέχρι το 1960.

Ο Αντώνης Ταβάνης ήταν ένας αυτοδίδακτος εικαστικός και γλύπτης, με πλούσια κοινωνική και συλλογική δράση από μικρή ηλικία. Ασχολήθηκε με τη λάξευση πέτρας, τη ζωγραφική, τις επιτοίχιες συνθέσεις με πρωτότυπα υλικά, όπως παλιούς μηχανισμούς ρολογιών, αλλά και με κοσμήματα κ.ά.. Έκανε εκθέσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Συνάμα έγραψε ποίηση και πεζογραφία. Είχε την καλοσύνη και την καρδιά ενός μικρού παιδιού, «καλού καγαθού», και ήταν βαθύτατα «ουμανιστής».

Πάντως, οι εργάτες έκαναν την εμφάνισή τους «οργανωμένα» από την Τετάρτη, 14.11.1973, όπως και οι περισσότεροι φοιτητές όλων σχεδόν των Αθηναϊκών ΑΕΙ.

«ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΦΑΝΤΑΣΙΩΣΗ… ΚΟΛΑΚΕΥΤΙΚΑ ΜΕΝ ΑΛΛΑ ΠΑΠΑΡΔΕΛΕΣ…»

  Φίλη μου αγαπημένη, που ζει στην αλλοδαπή από τις ημέρες αμέσως μετά το Πολυτεχνείο του 1973 έως και σήμερα, όταν της έγραψα αν έχει υπ’ όψιν το βιβλίο «Όλη νύχτα εδώ», στο οποίο αναφέρονται στο όνομά της κάποιοι αφηγητές αυτών των ιστορήσεων, λέγοντάς της αυτά που ακριβώς ισχυρίζονται και αφηγούνται γι’ αυτήν. Μου απάνυησε εγγράφως, εξηγώντας μου για το πώς είχαν τα πράγματα, και γιατί το πράττουν, συνοψίζοντας πως «πρόκειται για φαντασίωση… κολακευτικά μεν αλλά παπαρδέλες»! Και αυτά από πρόσωπο με σημαντική δράση στα γεγονότα των Καταλήψεων της Νομικής και της Κατάληψης του Πολυτεχνείου.

     Δεν υπάρχει λόγος να αναπαράξω εδώ το τι όντως κολακευτικά αφηγούνται γι’ αυτήν, και το ποια εξήγηση δίνει η ίδια για αυτού του είδους τις συμπεριφορές.

     Στη χώρα όπου ζει, κατέφυγε ο τραυματισμένος στο Πολυτεχνείο Γ.Σ., νονός των παιδιών του φίλου μου του Σταύρου, και ο οποίος ουδέποτε μίλησε για τη συμμετοχή του στο Πολυτεχνείο, τον τραυματισμό του, και παραμένει έως και σήμερα ένας σεμνός και τίμιος αντιχουντικός αγωνιστής.

Όταν οι ερπύστριες οργώνουν τις οδούς των πόλεων και οι νεολαίοι πίσω από τα κάγκελα διεκδικούν καλύτερη μοίρα στον ήλιο, τότε κάτι σάπιο συμβαίνει, και λέμε πως αυτά τα καθεστώτα δεν έχουν σχέση με τη δημοκρατία και είναι δικτατορικά… Όταν, όμως, οι δυνάμεις της «εννόμου τάξεως» οπλισμένες σαν τους αστακούς κατοικοεδρεύουν μέσα στους χώρους των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, τότε τι να πούμε; Πώς έχουμε δημοκρατία;… Κι η κοινωνία παραμένει απαθής θεατής τεκταινομένων… Ουαί Γραμματείς και Φαρισαίοι…

Μπροστά στην κεντρική πύλη του ΕΜΠ, Νοέμβρης του ’73.
«Μια φωτογραφία ισούται με χίλιες λέξεις». Νοέμβρης του ’73
  • Το «Όλη νύχτα εδώ», ευτυχώς που εκδόθηκε με όλες αυτές τις συνεντεύξεις, γιατί ο προσεχτικός αναγνώστης, μπορεί να φτάσει στην αλήθεια για το Πολυτεχνείο, αυτή που τα φασιστικά κνώδαλα λοιδορούν και τα «προοδευτικά» κύμβαλα θέλουν να οικειοποιηθούν. Και ας επρόκειτο για μια Εξέγερση των παιδιών των αγροτών και των εργατών, των παιδιών της υπαίθρου, που με την «εκβιαστική αστικοποίησή τους» μετατράπηκαν σε χρόνο ελάχιστο σε «ΜΙΚΡΟΑΣΤΟΙ», αυτό που ό,τι και αν επιβάλει ως «κοινωικό σύστημα» στην Ελλάδα, θα είναι… μικροαστικό! Είτε δεξιό και φιλελελεύθερο θα θέλει να το δηλώνει, είτε σοσιαλιστικό ή κομμουνιστικό ή αριστερό θα θέλει να το δηλώνει, η ουσία είναι ότι θα παραμένει… μικροαστικό!…
Όπως θα έλεγε ο Ρόδης Ρούφος, μετά το αίμα και τις δολοφονίες, και μετά τους φόνους από τα τανκς, θα περάσει η μάνικα με το νερό για να ξεπλύνει αυτές τις ντροπές, και να τα σβήσει και από την ανθρώπινη μνήμη, και κατόπιν να στρεβλώσει τα γεγονότα και να τα φέρει στα μέτρα της. Κι η ζωή τραβάει την ανηφόρα…

Όπως θα έλεγε ο Ρόδης Ρούφος, μετά το αίμα και τις δολοφονίες, και μετά τους φόνους από τα τανκς, θα περάσει η μάνικα με το νερό για να ξεπλύνει αυτές τις ντροπές, και να τα σβήσει και από την ανθρώπινη μνήμη, και κατόπιν να στρεβλώσει τα γεγονότα και να τα φέρει στα μέτρα της. Κι η ζωή τραβάει την ανηφόρα…

«Λευτεριάς λίπασμα οι πρώτοι νεκροί…»

ΘΥΜΙΖΩ ΚΑΠΟΙΑ ΛΙΓΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΑΚΟΜΑ…

Από την «Αυτοβιογραφία» του Κωνσταντίνου Τσάτσου (1899-1987), προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας την περίοδο 20 Ιουνίου 1975 – 10 Μαΐου 1980:

  • «Όταν έγινε το Πολυτεχνείο, ούτε πήγα επί τόπου, ούτε συγκινήθηκα. Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι αυτά τα πεζοδρομιακά ξεσπάσματα δεν κλόνιζαν τη δικτατορία και ότι, όπως στα χρόνια της Κατοχής, υποκρύπτανε κομμουνιστικές επιδιώξεις επικίνδυνες για το μέλλον. Έχω τη συνείδησή μου ήσυχη ότι δεν συνήργησα στην κατασκευή του μύθου του Πολυτεχνείου. Λυπάμαι τα 5 – 6 παιδιά που σκοτώθηκαν έξω και μακριά από το Πολυτεχνείο, διότι μέσα στο Πολυτεχνείο δεν σκοτώθηκε κανείς. […]»

Βέβαια, ο αριθμός των θυμάτων του Πολυτεχνείου είναι μεγαλύτερος, αλλά ο ακριβής αριθμός είναι ασαφής, αφού οι διάφορες Εκθέσεις και Έρευνες που έγιναν μετέπειτα (όπως αυτή του εισαγγελέα Τσεβά κ.λπ.) δεν μας διαφωτίζουν πλήρως για το θέμα, το οποίο κάποια στιγμή θα πρέπει να έχει την ορθή ιστορική διερεύνηση και αποκατάσταση. Για να παύσουν τα φασιστοειδή να καγχάζουν…

  • Τα έχω πει στο μυθιστόρημά μου Σελάνα, τα του Πολυτεχνείου και τα σχετικά με αυτή τη γενιά, γι’ αυτό θ’ αρκεστώ να προσθέσω με στίχους τραγουδιού μου λίγα πράγματα ακόμα για τα γεγονότα, τους τότε νεολαίους και για το όραμά μας εκείνης της εποχής:

Άνοιξης φως μες στον Νοέμβρη
Εξάρχεια, Ομόνοια, Βάθης και Αλεξάνδρας
επήγες κι από έφηβος έγινες ξάφνου άντρας.
Τετάρτη και Παρασκευή, όπως Τρίτη και Πέμπτη
εφώναζες στα κάγκελα «Η Δικτατορία πέφτει»!

Ρ.: Βία και φως της άνοιξης στα μέσα του Νοέμβρη,
του φόβου και του φασισμού έσπασαν τον καθρέφτη!

 Κι είχαν μ’ εσάς ξεσηκωθεί Θεσσαλονίκη, Πάτρα
και Γιάννινα και Μέγαρα, της νιότης κάθε χάντρα.
Στην Πύλη που αργότερα το τανκς τσαλαπατούσε
«Πεθαίνει απόψε ο φασισμός» ο λόγος σας ηχούσε.

 Της Μπουμπουλίνας το στενό, Στουρνάρα, Πατησίων
και η Τοσίτσα σ’ έκαναν «Τ’ άγια των αγίων»!
Παιδί που έδινες παλμό σ’ εξεγερμένα πλήθη
τ’ αληθινό σου τ’ όραμα να μη χαθεί στη λήθη.

 Κλεισμένος έγινες σοφός, πιο δίκαιος απ’ τους άλλους
τους βολεμένους μικραστούς, διάνους και παπαγάλους.
Εσύ μες στο φθινόπωρο της λευτεριάς το σώμα
το έντυσες με κόκκινο και μ’ άνοιξης το χρώμα.

Απ’ τη δική σου τη γενιά –ναι– κάποιοι πουληθήκαν
να μη θαρρείς πως έχουνε και τον Νοέμβρη… προίκα!
Όσοι πίσω απ’ τα κάγκελα ξεσπάσανε σαν κύμα,
ξέρουν πως κάποιοι πρόδωσαν για δόξα και για χρήμα…

Αυτά, χωρίς βαθυστόχαστες αναλύσεις και σάλτσες. Το Πολυτεχνείο των… επωνύμων είναι της εξουσιαστικής τάξης, το Πολυτεχνείο του Νοέμβρη και της καρδιάς μας είναι άλλο!…

Τελευταία, για τεθνεότα, γεννημένο το 1925, έχει γραφτεί ότι «συμμετείχε καταλυτικά στην προετοιμασία και τη διεξαγωγή της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, γεγονός που οδήγησε σε ανελέητο κυνηγητό από τις μυστικές υπηρεσίες της Χούντας, με εντολή να συλληφθεί πάση θυσία».

Αναρωτιέμαι:

Ώστε, όσοι ήμασταν πίσω από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβρη του ’73, βρεθήκαμε γιατί κάποιος ή κάποιοι έδρασαν «καταλυτικά στην προετοιμασία και τη διεξαγωγή της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου»;

Μάλλον στην «κοντή μνήμη» του Νεοέλληνα ποντάρουν όλοι, και μάλλον οι εσαεί εξουσιαστές συνεχίζουν να μας δουλεύουν αιώνια… Είτε δηλώνουν πως είναι δεξιοί, ή δηλώνουν αριστεροί ή κεντρώοι….

Και κάποιοι άλλοι, που το ξεπουλημένο σαρκίον τους στα πορνεία των κομματικών χαμαιτυπείων νταβραντίστηκε, με ευκολία μυθιστοριογραφούν τις φαντασιακές και φανταστικές τερατογενέσεις τους, ισχυρίζονται ότι οι πολιτικές εξελίξεις θα είχαν πάρει άλλη τροπή και επί χούντας, καθότι αυτοί ως επαγγελματίες επαναστάτες και εραστές –και όργανα των παράνομων μηχανισμών των ιδεολογικών τους φορέων– με το πουλί τους έπαιξαν ως εραστές καθοριστικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις, κι ας μην τους βγήκαν τα σενάριά τους…

Η φωνή του μακαρίτη Κυριάκου Σταμέλου ως απάντηση:

Κυριάκος Σταμέλος

Εμένα μου έτυχε στα καγκελάκια,
γαμημένης μιας νύχτας να πιω τα φαρμάκια.
γνωρίζω: το χρώμα στα αιματάκια
δε βγάζει μελάνι.

 Ωρέ πατριώτη, δεν είμαι χαζός,
όλα τα χρόνια που μένω μουγγός,
μαλακίες μυριάδες είναι το βιος
της νύχτας εκείνης.

(Κυριάκος Σταμέλος, Ο Δήμιος, Γαβριηλίδης, 2016, σ. 30-31).

banner-article

Ροη ειδήσεων