“Ευρωπαϊκές Πρωτεύουσες Πολιτισμού: Επιπτώσεις και Παρακαταθήκη” / γράφει η Αναστασία Πάπαρη
ΕΤΗΣΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ UNeECC 2024,
ΤΙΜΙΣΟΑΡΑ ΡΟΥΜΑΝΙΑΣ, 9-12 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2024
Αναστασία Πάπαρη*
Με μεγάλη επιτυχία, τόσο από πλευράς συμμετοχής, όσο και από πλευράς περιεχομένου, πραγματοποιήθηκε στην Timişoara της Ρουμανίας το ετήσιο, πανευρωπαϊκό συνέδριο του Δικτύου των Πανεπιστημίων των Πόλεων – Ευρωπαϊκών Πρωτευουσών Πολιτισμού (University Network of European Capitals of Culture, UNeECC) με τίτλο UNeECC Annual Conference 2024 – Impact and Legacy of the ECoC Program. Το συνέδριο διοργανώθηκε σε αγαστή συνεργασία του UNeECC με τα τέσσερα πανεπιστήμια, που εδρεύουν στην πόλη, ενώ η πρυτανεία του Πολυτεχνείου μας υποδέχθηκε στην αίθουσα τελετών για την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου.
Τα τέσσερα πανεπιστήμια κινητοποιήθηκαν και συνεργάσθηκαν υποδειγματικά, ακόμη και με τμήματα, που είχαν οριακή σχέση με το αντικείμενο του συνεδρίου, διαθέτοντας ακαδημαϊκό και οργανωτικό προσωπικό επαρκές, όπως και τις εγκαταστάσεις τους, για μια άψογη διοργάνωση.
Την έναρξη του συνεδρίου κήρυξαν ο Δήμαρχος της πόλης κ. Dominic Fritz, ο πρύτανης του Πολυτεχνείου της Timişoara καθηγ. Liviu Căradiu – Brăiloiu, η αντιπρύτανης του πανεπιστημίου ‘Victor Babeș’ καθηγ. Claudia Borza, η κοσμήτορας του West University of Timişoara καθηγ. Dana Percec, η πρόεδρος του Δικτύου UNeECC καθηγ. Flora Carrijn κ. ά. Την εισαγωγή στο συνέδριο εισηγήθηκαν οι κ. κ. Arthur Le Gall (Διευθυντής, ΚΕΑ European Affairs), Silvia Fierăscu (West University of Timişoara) και Carlo Ferretti (Διευθυντής Έρευνας και Καινοτομίας, Materahub).
Ακολούθησαν ομιλίες επιλεγμένων ειδικών στο ζήτημα της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Πολιτισμού (ή Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης, ECoC). Το συνέδριο εξελίχθηκε με τις παρουσιάσεις εισηγήσεων όσων επιστημόνων εγκρίθηκαν να συμμετάσχουν στο συνέδριο μετά από την υποβολή σχετικής περίληψης, με παρουσιάσεις, poster, κυρίως εκ μέρους ερευνητών και στρογγυλή τράπεζα για τα σχετικά συμπεράσματα.
Οι ενότητες του συνεδρίου ήταν πέντε: a) Αξιολόγηση της Δημιουργίας Κοινοτήτων και Κοινωνικής Συμμετοχής στις Πολιτιστικές Πρωτεύουσες της Ευρώπης, β) Τέχνη και Τεχνολογία – Νέες Μορφές Έκφρασης, γ) Επιπτώσεις του Πολιτισμού στις Αστικές Υπηρεσίες του Μέλλοντος, δ) Διακυβέρνηση πρόσφατων Προγραμμάτων των Ευρωπαϊκών Πρωτευουσών Πολιτισμού (Ε.Π.Π. / ECoC) και ε) Δημιουργία νέων δυνατοτήτων στον χώρο του Πολιτισμού.
Η συμβολή μου με δύο εισηγήσεις
Η πρώτη εισήγησή μου ανήκε στην ενότητα (α) του συνεδρίου και είχε τίτλο ‘Culture and European Culture(s): The Βasics (Πολιτισμός και Ευρωπαϊκοί Πολιτισμοί: Τα Βασικά). Παρουσίασα τις βασικές συνιστώσες εννοιών, στις οποίες στηρίζεται ο θεσμός της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Πολιτισμού: ιστορική εξέλιξη της έννοιας του πολιτισμού στην διεθνή βιβλιογραφία και πρακτική, της έννοιας του ‘ευρωπαϊκού πολιτισμού’ και των διαφόρων εκφάνσεών του, ανάλυση των εννοιών της πολιτισμικής / πολιτιστικής ποικιλομορφίας, του ‘ευρωπαϊσμού’ έναντι της ‘ευρωπαϊκότητας’, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε στις έννοιες της ‘δια-πολιτισμικότητας’ και της ‘Ευρωπαϊκής ταυτότητας’.
Αναφέρθηκα στην αναβίωση από τον Αδ. Κοραή της έννοιας του ‘πολιτισμού’, στους κυριότερους σταθμούς της Δυτικής διανόησης με τον Διαφωτισμό, τους Boas, Lévi-Strauss, Weber, Benedict και Mead, στους ορισμούς της UNESCO στα διάφορα παγκόσμια συνέδρια, στους Έλληνες διανοούμενους που ασχολήθηκαν με το θέμα, όπως ο καθηγ. Ευ. Βενιζέλος και η καθηγ. Ελ. Γλύκατζη – Αρβελέρ, ακόμη και στην Αυτού Αγιότητα τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. κ. Βαρθολομαίο, που έδωσε πρόσφατα έναν πολύ συμπεριληπτικό ορισμό του πολιτισμού.
Ανέλυσα επίσης τη φυσιογνωμία και το περιεχόμενο του Δυτικού πολιτισμού στη συγχρονία και τη διαχρονία του, τις εκφάνσεις ή προτιμήσεις με αναγωγή στην εκάστοτε κοινωνική διαστρωμάτωση και πρότεινα μια τυπολογία, που αντιστοιχεί και στις χωρικές τυπολογίες του (π.χ., θέατρα, κινηματογράφοι, χώροι εκπαίδευσης, επίσκεψης, κοινωνικής συμμετοχής κ. ά.).
Ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός προσεγγίσθηκε μέσα από μια σειρά αποφθεγμάτων, όπως ενδεικτικά: του Denis de Rougement, ‘η Ευρώπη είναι πολιτισμός, αλλιώς δεν υπάρχει’, του Charles Landry ‘Ο Πολιτισμός δεν μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς την πολυμορφία’, του Robert Schuman, ιδρυτή της ‘Ευρώπης των Έξ’, που είπε πως ‘αν ήταν να ασχοληθώ ξανά με την ενοποίηση της Ευρώπης, θα άρχιζα από τον Πολιτισμό της’, ενώ ο J. – Cl. Trichet, πρώην διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, είπε πως ‘βλέπω την πολιτιστική ταυτότητα της Ευρώπης ως ένα σφιχτά υφασμένο ύφασμα, που έλκει την ομορφιά, την ενότητα και την σταθερότητά του από τον μεγάλο αριθμό και την ποικιλότητα των νημάτων του’.
Δόθηκαν έτσι, συνεκτικοί ορισμοί για τον πολιτισμό και τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό, που περιλαμβάνουν τις ιστορικές και σύγχρονες πτυχές τους, ως βάση για την ενασχόληση με τον θεσμό της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Πολιτισμού (Ε.Π.Π.). Προκρίθηκε η έννοια της ‘δια-πολιτισμικότητας’ έναντι της ‘πολυ-πολιτισμικότητας’, ενώ προτάθηκε η πολυ-λογική στρατηγική, που μπορεί να αναπτύξει μια χώρα για την ανάπτυξη της πολιτιστικής της πολιτικής, σε συνέργεια με τις αντίστοιχες πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
‘Σύγκληση’ και ‘ποικιλομορφία’ είναι οι δύο λέξεις – κλειδιά, που μια χώρα – μέλος της Ε.Ε. προτείνεται να αξιοποιεί για την προώθηση του πολιτισμικού / πολιτιστικού κεφαλαίου της, επιλογή, που συνάδει και με το κεντρικό σύνθημα / motto της Δράσης ‘Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης’, που είναι ‘Unity in Diversity’ (‘ενότητα στην πολυμορφία’).
Η δεύτερη εισήγηση ανήκε στην ενότητα (δ) του συνεδρίου και είχε τον τίτλο ‘Eurocal Cultural-and-Spatial Identity: Epistemological Foundation and Principles for an ECoC Bid and Legacy’ (‘Ευρωτοπική Πολιτιστική-και-Χωρική Ταυτότητα: Επιστημολογική Θεμελίωση και Αρχές για την Υποψηφιότητα και Παρακαταθήκη της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης’).
Εδώ ανέπτυξα την κεντρική θέση, που οφείλει να έχει κατά τον προγραμματισμό της υποψηφιότητας μιας Πολιτιστικής Πρωτεύουσας η έννοια της Αστικής Χωρικής Ταυτότητας.
Επεσήμανα την ελλειμματική παρουσία της χωρικής διάστασης στην Οδηγία 445/2014/EU, άρθρο 5, §4b της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε σχέση με την α-χωρική διάσταση των προγραμμάτων, που υποβάλλονται τελικά στο Βιβλίο υποψηφιοτήτων (the Bid Book) και εστίασα στην αναγκαιότητα αξιοποίησης της αστικής και αρχιτεκτονικής διάστασης της πόλης ως αναπόσπαστου, όσο και αναγκαίου πολιτισμικού στοιχείου της Υποψηφιότητας για τον θεσμό της Ε.Π.Π.
Απέδειξα τον κεντρικό ρόλο, που οφείλει να διαδραματίζει ο ‘Δημόσιος Αστικός Χώρος’, ως η πλέον προφανής σύζευξη μεταξύ ‘Πολιτισμού’ και ‘Πόλης’ και πρότεινα μια μέθοδο, όχι απλά περιγραφής, αλλά επιστημονικής ανάλυσής του, ικανής να οδηγήσει σε προτάσεις αστικών και αρχιτεκτονικών παρεμβάσεων, με τον διπλό στόχο, την προβολή της ιδιαιτερότητας της πόλης και ταυτόχρονα της ευρωπαϊκής της ταυτότητας.
Πρόκειται για την επιστημολογική θεμελίωση της έννοιας της ‘Αστικής Χωρικής Ταυτότητας’, δηλαδή του πλέον αντιπροσωπευτικού δικτύου των δημοσίων χώρων της Ευρωπαϊκής Πόλης, εκεί όπου αναπτύσσεται η κοινωνική ζωή των ανθρώπων, όπου υπάρχει η κοινωνική επαφή και ενθαρρύνεται η διαπροσωπική επικοινωνία. Εκεί όπου οι πρώτη φορά επισκέπτες της πόλης μπορούν να προσανατολιστούν εύκολα κα να εκτιμήσουν τις χωρικές αρετές της.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο και μόνον οι προτάσεις του Bid Book μπορούν να είναι συνεκτικές μεταξύ τους και να υπηρετούν ένα καθαρό και εναργές όραμα για το μέλλον της υποψήφιας πόλης. Ένα όραμα κατανοητό από τους κριτές της διοργάνωσης, αλλά και τους κατοίκους της, οι οποίοι καθίστανται συμμέτοχοι αυτού το οράματος, όπως η Ε.Ε. προτρέπει μέσω του θεσμού της Ε.Π.Π.
Όπως άλλωστε ήταν και ο τίτλος του συνεδρίου, οι Επιπτώσεις και η Παρακαταθήκη της Δράσης ECoC στις πόλεις, θα πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Προγράμματος των υποψηφίων πόλεων.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η επιστημολογική θεμελίωση της έννοιας της ‘Αστικής Χωρικής Ταυτότητας’ και εξ αυτής της δευτερογενούς έννοιας της ‘Ευρω-τοπικής Χωρικής Ταυτότητας’, ανοίγει την προοπτική για την πλήρη αξιοποίηση των καταστατικών στόχων του θεσμού, ήτοι την αξιοποίηση των Ευρωπαϊκών αξιών από κάθε κράτος – μέλος μέσω του Πολιτισμού και την σύμπλεξή τους με τις τοπικές αξίες των υποψηφίων πόλεων. Αυτήν θεωρώ και την μεγαλύτερη μέχρι στιγμής συνεισφορά μου στην επιστήμη και τέχνη του Αστικού Σχεδιασμού, όπως βέβαια και στον θεσμό της Ε.Π.Π.
Το δείγμα των τεσσάρων πόλεων, που αξιοποίησα στην ανάλυσή μου (Αθήνα, Γλασκόβη, Λισσαβόνα και Θεσσαλονίκη), υπήρξαν όλες Πολιτιστικές Πρωτεύουσες με σημαντικό έργο χωρικών υποδομών και αστικών παρεμβάσεων. Παρουσίασα την ανάλυση των τεσσάρων αυτών πόλεων – Ε.Π.Π., που ολοκλήρωσα στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής μου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ενώ η εστίαση στη Θεσσαλονίκη, με διαγράμματα, χάρτες και λοιπό οπτικό υλικό, κατέστησε σαφή την πορεία, που μπορούν (και ενδείκνυται) οι μελλοντικές πόλεις, υποψήφιες για την Δράση της Ε.Π.Π., να ακολουθήσουν, ώστε αφενός να καταθέσουν μια υποψηφιότητα χωρίς υποκειμενικές περιγραφές και ενίοτε αστήρικτη μυθολογία, αλλά με αντικειμενική και επιστημονική επάρκεια, ακόμη και πρωτοτυπία, αφετέρου να διασφαλίσουν κατά τον πλέον έγκυρο τρόπο τις αποφάσεις τους για τις χωρικές παρεμβάσεις, κατά τη διάρκεια και μετά τον θεσμό, δηλαδή την βέλτιστη αξιοποίηση της Παρακαταθήκης τους (Legacy) για τις επόμενες δεκαετίες.
Προτάσεις για την Ε.Ε. και τις μέλλουσες Ευρωπαϊκές Πρωτεύουσες Πολιτισμού
Τα ευρήματα της ανάλυσης οδήγησαν σε μια σειρά συμπερασμάτων, εξαιρετικά χρήσιμων, τόσο για τις πόλεις, που επιθυμούν να υποβάλουν φάκελο υποψηφιότητας για τον θεσμό της Ε.Π.Π. (The Bid Book), όσο και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία οφείλει, με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο για τις ECoC, να διαμορφώσει, μέσα και από διαδικασίες δημόσιας διαβούλευσης, το νέο θεσμικό πλαίσιο, που θα ισχύσει για τον θεσμό από το 2033 και μετά.
Οι προτάσεις αφορούσαν, μεταξύ άλλων,
στην ενίσχυση του χωρικού σκέλους των κριτηρίων αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων,
στην έδραση των προτάσεων του Bid-Book σε αξιόπιστη έρευνα, που προηγείται της προετοιμασίας,
στην ύπαρξη αναλύσεων για το ‘είναι’ και το ‘γίγνεσθαι’ των πόλεων πριν και μετά την εφαρμογή του θεσμού της Ε.Π.Π.,
στην αξίωση της χωρικής σύμπλεξης της ευρωπαϊκής με την τοπική χωρική διάσταση της πόλης, όπου ο δημόσιος χώρος (οφείλει να) αποτελεί το επίκεντρο του Χωρικού Προγράμματος,
στην ιδιαίτερη φροντίδα και ένταξη των υποβαθμισμένων γειτονιών στο Πρόγραμμα,
στην ευρηματική χωρική σύνθεση των πολιτιστικών πολιτικών (ο πολιτισμός με ‘Π’ κεφαλαίο) με την αυθόρμητη πολιτισμική δημιουργία (ο πολιτισμός με ‘π’ μικρό),
στη δημιουργία νέων ‘τοπόσημων’ με κοινωνικό συμβολισμό έναντι υπερφίαλων αρχιτεκτονικών κατασκευών,
στη θέσπιση νέων δεικτών αξιολόγησης του Προγράμματος Χωρικών Παρεμβάσεων,
στην αναζήτηση συνεργειών με τους λοιπούς πυλώνες ανάπτυξης (οικονομία, κοινωνία, περιβάλλον, τεχνολογία),
στην προκήρυξη πανευρωπαϊκών διαγωνισμών αστικής και αρχιτεκτονικής κλίμακας,
στην ένταξη των τοπικών κοινωνιών και του τοπικού επιστημονικού δυναμικού στη διαδικασία προετοιμασίας του φακέλου υποψηφιότητας.
Ασφαλώς, όσα δεν αναφέρθηκαν στις δεκαπεντάλεπτες παρουσιάσεις μου, θα αναφερθούν στις γραπτές εισηγήσεις, που ετοιμάζονται και θα εκδοθούν σε ειδικό τόμο από τον διεθνή εκδοτικό οίκο Springer.
Οι άριστες επιστημονικά εντυπώσεις, που άφησαν οι δύο εισηγήσεις μου στο εξειδικευμένο κοινό του συνεδρίου, καθώς και η άψογη διοργάνωση και φιλοξενία, μου δίνουν την δυνατότητα έκφρασης της απόλυτης ικανοποίησής μου, των ευχαριστιών και της ευγνωμοσύνης μου προς όλους, όσους συνέβαλαν, επιστημονικά και οργανωτικά, στην πραγματοποίηση αυτού του υψηλού επιπέδου συνεδρίου.
Ήμουν η μόνη συμμετοχή από την Ελλάδα, ενώ με ενέργειές μου εντάχθηκαν στο Δίκτυο UNeECC, που σήμερα αριθμεί περί τα 63 μέλη – ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, δύο ελληνικά πανεπιστήμια, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος.
Η Avignon της Γαλλίας μαζί με την Chemnitz της Γερμανίας, είναι οι δύο πόλεις – Ευρωπαϊκές Πρωτεύουσες Πολιτισμού για το 2025.
*Η Αναστασία Πάπαρη είναι Δρ Αρχιτέκτων – Πολεοδόμος, Εμπειρογνώμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον θεσμό της Ευρωπαϊκής Πρωτεύουσας Πολιτισμού.
Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στην Parallaximag.gr
—