“Γιατί η ηγεσία της Γηραιάς Ηπείρου ρίχνει δισεκατομμύρια στα ταμεία των αμυντικών βιομηχανιών” / γράφει ο Χρίστος Καλουντζόγλου
Δεν ήταν η πρώτη φορά που η πολιτική της προκαλούσε συζητήσεις… Το ίδιο έγινε και στο διάστημα που ήταν υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, μετά το 2013, όταν διαχειρίστηκε διάφορα εξοπλιστικά σκάνδαλα σε μία χώρα με αντιμιλιταριστική κοινή γνώμη
Follow the money, λένε οι Αμερικανοί: ο τρόπος με τον οποίον κινείται το χρήμα δίνει απαντήσεις σε πολλά ερωτήματα. Γιατί, για παράδειγμα, από το πολυσυζητημένο Green Deal των Ευρωπαίων περάσαμε στη γραμμή «επενδύστε στην αμυντική βιομηχανία»; Και πώς διαρθρώθηκαν οι ευρωπαϊκές δαπάνες τα τελευταία χρόνια, μετά τη σφιχτή δημοσιονομική πολιτική που επέβαλε η γερμανική οικονομική πειθαρχία κατά τη διάρκεια της κατάρρευσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος;
● Όταν ήρθαν στο προσκήνιο η κρίση χρέους και οι τριγμοί στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στηρίχθηκαν αφειδώς οι τράπεζες με δημόσιο χρήμα.
● Στην πανδημία διοχετεύθηκαν τεράστια ποσά στις φαρμακοβιομηχανίες.
● Η επιλογή των επενδύσεων στη λεγόμενη «πράσινη ανάπτυξη» στήριξε μια νέα βιομηχανία, η οποία όμως εν μέρει μπήκε στην άκρη στο όνομα της αντιμετώπισης της διατροφικής ανασφάλειας.
Έμεινε από αυτή την πολιτική η επένδυση στα δίκτυα μεταφορών που θα παρακάμπτουν τις επισφαλείς περιοχές λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Ένας πόλεμος που έδωσε το άλλοθι για τεράστιες αμυντικές δαπάνες, ρίχνοντας δισεκατομμύρια στα ταμεία των βιομηχανιών που παράγουν οτιδήποτε χρειάζεται για να συντηρείται ο πόλεμος.
Ακολουθώντας το παράδειγμα του Πούτιν
Η Ρωσία του Πούτιν έδωσε το παράδειγμα της επιτυχημένης ανάπτυξης της οικονομίας του πολέμου. Ακολούθησε η Ευρωπαϊκή Ένωση με αφήγημα την ανάγκη αμυντικής θωράκισης των κρατών – μελών απέναντι σε έναν πιθανό ρωσικό κίνδυνο.
«Αν θέλουμε ειρήνη, πρέπει να προετοιμαστούμε για πόλεμο» έγραψε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ εξηγώντας ότι «η Ευρώπη αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη πρόκληση ασφάλειας μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και γι’ αυτό πρέπει να αναπτύξει την αμυντική ετοιμότητά της». Τη γραμμή είχε δώσει από το 2019 η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, η οποία σκέφτηκε πολύ πρακτικά: Ποτέ δεν σπαταλούμε μια καλή κρίση, ιδιαίτερα αν δίνει μια καλή ευκαιρία.
Η πολέμαρχος Ούρσουλα
Η Φον Ντερ Λάιεν λειτουργεί πολυεπίπεδα: με τη λογική της πρώην υπουργού Άμυνας της Γερμανίας, είδε «υπαρξιακή απειλή» για την Ε.Ε. από τον πόλεμο στην Ουκρανία και κάνει την εκστρατεία για την επανεκλογή της στην προεδρία της Κομισιόν με το επιχείρημα ότι ξέρει να διαχειρίζεται κρίσεις. Κατά το επιτελείο της, τα πήγε περίφημα με την πανδημία, παρότι υπάρχει ένα μείζον ζήτημα με την παραγγελία – μαμούθ εμβολίων, που έγινε με αδιαφανείς διαδικασίες και με προσωπική πολιτική της προέδρου της Κομισιόν.
Έγινε αρκετή συζήτηση για τα μηνύματα που αντάλλασσε η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Pfizer τον Απρίλιο του 2021 για τα 1,1 δισεκατομμύρια εμβόλια που αγοράστηκαν από την BioNTech/Pfizer. Στα αιτήματα για διευκρινίσεις ως προς το περιεχόμενο του ντιλ, η απάντηση από την πλευρά της Φον Ντερ Λάιεν ήταν «ουδέν σχόλιον».
Δεν ήταν η πρώτη φορά που η πολιτική της προκαλούσε συζητήσεις… Το ίδιο έγινε και στο διάστημα που ήταν υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, μετά το 2013, όταν διαχειρίστηκε διάφορα εξοπλιστικά σκάνδαλα σε μία χώρα με αντιμιλιταριστική κοινή γνώμη. Ωστόσο επέμεινε ότι η Γερμανία πρέπει «να ηγηθεί από το κέντρο» και να είναι περισσότερο ενεργή στην αντιμετώπιση πολεμικών κρίσεων.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία τη βρήκε στο τιμόνι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της δίνει τη δυνατότητα να συνεχίσει την υλοποίηση του δόγματος που είχε ως υπουργός Άμυνας της Γερμανίας.
Έγινε πρόεδρος της Κομισιόν χάρη στον Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος δεν ήθελε με τίποτα να ακούσει το όνομα του Μάνφρεντ Βέρνερ για την προεδρία της Επιτροπής. Οι δρόμοι του Μακρόν και της Ούρσουλα συναντιούνται ξανά με φόντο την Ουκρανία. Ο Πρόεδρος της Γαλλίας είναι ο πρώτος που άνοιξε συζήτηση για την ανάπτυξη ευρωπαϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο ρωσικός κίνδυνος.
Με δεδομένη την αμερικανική δυστοκία στο θέμα της χρηματοδότησης του πολέμου στην Ουκρανία, η Φον Ντερ Λάιεν βρήκε πεδίο δράσης και ανακοινώνοντας το ενδιαφέρον της για δεύτερη θητεία στην Κομισιόν διακήρυξε ότι η Ευρώπη χρειάζεται «ταχύτατη ενίσχυση των δυνατοτήτων της αμυντικής βιομηχανίας για τα επόμενα πέντε χρόνια».
Η Φον Ντερ Λάιεν έβαλε, λοιπόν, το χακί όχι μόνο επειδή φοβάται τη ρωσική αρκούδα, αλλά και διότι συμφωνεί με τον Μακρόν ότι η Ουκρανία είναι ένα πεδίο μάχης όπου κρίνεται η ευρωπαϊκή ασφάλεια. Μόνο που ούτε ο Μακρόν ούτε η Φον Ντερ Λάιεν εξηγούν επαρκώς τι μπορεί να σημαίνει η εμπλοκή ευρωπαϊκού στρατού στον πόλεμο Ουκρανίας – Ρωσίας και πόσο εύκολα μια τέτοια ευρωπαϊκή εμπλοκή μπορεί να οδηγήσει σε γενικευμένο πόλεμο στη Γηραιά Ήπειρο.
Ποιος δίνει, λοιπόν, το πρόσταγμα για τη μιλιταριστική στροφή της Ευρώπης; Ο Μακρόν, η Φον Ντερ Λάιεν και μαζί τους και όσοι ηγέτες ονειρεύονται τον ρόλο του πολέμαρχου; Αυτό θα ήταν μια βολική εκδοχή. Επειδή τους ηγέτες τους εκλέγουν οι πολίτες, θα μπορούσαμε να πούμε ότι, αν δεν μας αρέσουν τέτοιες πολιτικές επιλογές, ας το δείξουμε στις ευρωκάλπες.
Όμως πίσω από αυτές τις πολιτικές επιλογές βρίσκεται το χρήμα…
Οι εταιρείες που θησαυρίζουν
Με ένα απλό ψάξιμο στο Google βρίσκουμε την πρόταση της Morgan Stanley για τοποθετήσεις σε μετοχές οκτώ αμυντικών βιομηχανιών με βάση την κερδοφορία τους και τις προοπτικές τους για φέτος:
● Northrop Grumman Corp. (η μετοχή της στις 8 Μαρτίου ήταν στα 459 δολάρια και, κατά τη Morgan Stanley, έχει προοπτική να φτάσει στα 579 δολάρια).
● TransDigm Group Inc. (η Morgan Stanley εκτιμά ότι η μετοχή της εταιρείας θα φτάσει στα 1.275 δολάρια, από τα 1.164, που είναι σήμερα).
● L3Harris Technologies Inc.
● Howmet Aerospace Inc.
● Textron Inc.
● Curtiss-Wright Corp.
● CAE Inc.
● Joby Aviation Inc.
Για τις μετοχές όλων αυτών των εταιρειών οι εκτιμήσεις είναι ότι θα πάνε ψηλά, με πιο χαρακτηριστική την Joby, που παράγει ηλεκτρικά αεροσκάφη καθέτου απογειώσεως και η αξία της μετοχής της εκτιμάται ότι θα διπλασιαστεί μέσα στο 2024.
Μια άλλη εταιρεία – κολοσσός του κλάδου, η Lockheed Martin, εξασφαλίζει συμβόλαια ύψους άνω των 25 δισ. δολαρίων τον χρόνο από το Πεντάγωνο – από αεροπλάνα και πυρομαχικά, μέχρι το αντιπυραυλικό διαστημικό πρόγραμμα που παραπέμπει στον Πόλεμο των Άστρων.
Οι μετοχές εταιρειών της αμυντικής βιομηχανίας δεν είναι από αυτές που μπορούν να κάνουν υψηλές πτήσεις σε μικρό διάστημα, όπως οι μετοχές του κλάδου της υψηλής τεχνολογίας. Αλλά προσφέρουν αργή και σταθερή ανάπτυξη και, επειδή κάνουν δουλειές με κυβερνήσεις, μπορεί ένας επενδυτής να προβλέψει την πορεία τους στο μέλλον.
Κι όσο ο κόσμος θεωρείται ανασφαλής και ρευστός, τόσο ανοίγει η όρεξη στις κυβερνήσεις για αγορές προϊόντων από τις αμυντικές βιομηχανίες. Άρα, ο πόλεμος παράγει πλούτο για τις συγκεκριμένες εταιρείες.
Η κολυμβήθρα του Σιλωάμ και οι τηγανητές πατάτες
Μια άλλη διάσταση για την αμυντική βιομηχανία είναι η χρησιμοποίηση του πολέμου στην Ουκρανία ως «κολυμβήθρας του Σιλωάμ». Οι πολεμικές βιομηχανίες καλλιεργούν το προφίλ της ηθικής βιομηχανίας, στο όνομα της αμυντικής θωράκισης των δυτικών δημοκρατιών. Κι εφόσον τα προϊόντα τους είναι χρήσιμα, έχουν δικαίωμα να προσελκύουν κεφάλαια από εύρωστα συνταξιοδοτικά ταμεία.
Μέχρι πέρυσι επικρατούσε η άποψη ότι τα ταμεία πρέπει να επενδύουν στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών με περιβαλλοντική και κοινωνική υπευθυνότητα. Την τάση αυτή ενίσχυε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της πολιτικής «European Green Deal», που έχει στόχο να προσδιορίσει τις οικονομικές δραστηριότητες που θεωρούνται «πράσινες», δηλαδή βιώσιμες, σε αντίθεση με εκείνες που στιγματίζονται ως «καφέ» – μη βιώσιμες, όπως οι αμυντικές βιομηχανίες.
Από τη μία μέρα στην άλλη, ο πόλεμος στην Ουκρανία άλλαξε τα κριτήρια για τη βιωσιμότητα των εταιρειών. «Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο στην ασφάλεια της χώρας για να προστατεύσουμε την ελευθερία και τη δημοκρατία» διακήρυξε ακόμα και ο καγκελάριος Σολτς. Και μόνο το σενάριο ότι ένας ρωσικός πύραυλος μπορεί να πλήξει, για οποιονδήποτε λόγο, μία ευρωπαϊκή χώρα είναι αρκετό για να αλλάξει τις κόκκινες γραμμές.
Λίγους μήνες πριν οι περισσότεροι πίστευαν ότι δεν θα ζούσαν άλλον πόλεμο στην Ευρώπη. Τώρα γίνεται και πάλι λόγος για πυρηνικά όπλα και αλλάζει το περιεχόμενο της συζήτησης για τα συμβατικά όπλα. Ο εχθρός είναι εκεί – η Ρωσία του Πούτιν – και τα λόμπι των εμπόρων όπλων μεθοδεύουν την αντιμετώπιση της αμυντικής βιομηχανίας ως «πράσινης» επένδυσης.
Το σκεπτικό είναι απλό: Αφού με τα όπλα υπερασπιζόμαστε τις αξίες των φιλελεύθερων δημοκρατιών της Δύσης, την ειρήνη και την παγκόσμια σταθερότητα, γιατί αυτές οι βιομηχανίες που κατασκευάζουν τα όπλα να βρίσκονται στον κατάλογο με τα «μαύρα (ή καφέ) πρόβατα»; Το επιχείρημα αυτό προσφέρεται στο λόμπι των αμυντικών βιομηχανιών από αναλυτές της τράπεζας Citi, ενώ η ελβετική τράπεζα SEB έκανε τις αναγκαίες προσαρμογές για να θεωρούνται «πράσινες» οι τοποθετήσεις επενδυτικών κεφαλαίων στο μετοχικό κεφάλαιο των αμυντικών βιομηχανιών.
«Η εισβολή στην Ουκρανία αποδεικνύει πόσο σημαντικό είναι να έχουμε ισχυρή εθνική άμυνα» λέει στο Bloomberg ο Χανς Κριστόφ Ατζπόντιεν, επικεφαλής της BDSV, μιας εταιρείας του λόμπι των γερμανών κατασκευαστών όπλων, ζητώντας από την Ε.Ε. να αναγνωρίσει τη «θετική συνεισφορά της αμυντικής βιομηχανίας στην κοινωνική σταθερότητα», σύμφωνα με τους κανόνες του «European Green Deal».
«Είναι παράλογο να υποστηρίζουμε ότι τα όπλα είναι βιώσιμη βιομηχανία» αντιλέγει ο Κρίστιαν Κλάιν, καθηγητής Βιώσιμης Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο του Κάσελ. «Είναι σαν να λες ότι οι τηγανητές πατάτες είναι καλές επειδή έχουν ωραία γεύση».
–