Στον απόηχο των αγροτικών κινητοποιήσεων στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Ολλανδία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ξεκινούν οι κινητοποιήσεις της ελληνική αγροτιάς, που παραπαίει κάτω από τα σκληρά χτυπήματα της εφαρμοζόμενης πολιτικής από το σύμπλεγμα Αθηνών-Βρυξελών. Συζητούνται έντονα και αρχίζουν να υλοποιούνται αγροτικά μπλόκα στο σύνολο της χώρας, με πρωταγωνιστές τους αγρότες του Θεσσαλικού κάμπου που δοκιμάζονται πιο σκληρά απ’ όλους.
Αφορμή που ξεχείλισε το ποτήρι της αγανάκτησης ήταν η τεράστια μείωση στις πληρωμές των αγροτικών ευρωπαϊκών ενισχύσεων, της τάξης του 30% με 60%, με ορατή την προοπτική ίδιας τακτικής και το 2024. Η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ αρχίζει μ’ ένα νέο, βίαιο ξεκαθάρισμα του ποιος θα μείνει και ποιος θα φύγει από τον τομέα της γεωργίας. Όσο και αν αυτή είναι η αφορμή, οι νέες αγροτικές κινητοποιήσεις τροφοδοτούνται από τα συσσωρευμένα προβλήματα που αποδεκατίζουν την αγροτική παραγωγή της χώρας, με άμεσα θύματα τους μικρομεσαίους αγρότες, αλλά και τη διατροφική επάρκεια και διατροφική ασφάλεια της χώρας, η οποία έχει ήδη υποσκαφτεί σημαντικά.
Οι πετσοκομμένες ευρωπαϊκές ενισχύσεις, η πολυπλοκότητα της νέας ΚΑΠ, που από το 2023 ενεργοποιήθηκε σχεδόν εν αγνοία του αγροτικού κόσμου -καθόλου τυχαία- η ακρίβεια παντού, με πρώτη την ενέργεια, αλλά και η ανησυχία για τις τιμές των αγροτικών προϊόντων το νέος έτος, αποτελούν ένα εκρηκτικό μείγμα που δοκιμάζει κάθε αγροτικό νοικοκυριό και προφανώς ανατινάζει τα μικρομεσαία.
Και όλα αυτά τη στιγμή που οι Έλληνες αγρότες, σε αναντιστοιχία με τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους, από πλευράς συλλογικής οργάνωσης βρίσκονται στο χειρότερο σημείο. Όλες οι τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις έχουν καταρρεύσει κάτω από το βάρος της προδοσίας τους απέναντι στον αγροτικό κόσμο όλα τα τελευταία 35 και πλέον χρόνια στην ΕΕ. Αλλά και οι συνεταιρισμοί ντρόπιασαν το όνομά τους μιας και, όχι μόνο δεν προάσπισαν τα συμφέροντα των μελών τους, αλλά λειτούργησαν σαν Δούρειος Ίππος για την εφαρμογή των πιο αντιαγροτικών πολιτικών. Ακριβώς αυτό το τεράστιο έλλειμμα δίνει θράσος σε κάθε εκμεταλλευτική δύναμη να κερδοσκοπήσει ασύστολα τόσο πάνω στο αγροτικό νοικοκυριό αλλά και στην πλάτη του καταναλωτή που πληρώνει πολλαπλάσια το βασικό αγαθό ύπαρξης μας: το Τρόφιμο.
Αυτό το έλλειμμα δίνει την άνεση στον υπουργό κ. Αυγενάκη να ειρωνεύεται την αγροτιά της χώρας λέγοντας ότι «η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει ήδη δώσει στους Έλληνες αγρότες όλα αυτά που διεκδικούν οι Γερμανοί συνάδελφοί τους», άρα πρέπει να χαίρονται για την καλύτερη θέση τους! Ο κομματικότατος υπουργός κατηγορεί τις αγροτικές κινητοποιήσεις σαν κομματικά υποκινούμενες, θέλοντας να αμαυρώσει από πριν την όποια κοινωνική διαμαρτυρία και να φιμώσει κάθε φωνή διαμαρτυρίας.
Σε αυτή τη διατεταγμένη υπηρεσία βρίσκονται το σύνολο των στελεχών της κυβέρνησης και των μηχανισμών της, θέλοντας να περάσουν με τον πιο ανώδυνο τρόπο τη νέα αντιαγροτική μεταρρύθμιση που σαρώνει όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο και ακούει στο όνομα «Πράσινη Συμφωνία». Μια συμφωνία που βρίσκει σύμφωνους δεξιούς, σοσιαλδημοκράτες και πολλούς τάχα αριστερούς ευρωπαίους. Από το Βερολίνο μέχρι το Παρίσι και από τη Βαρσοβία στο Άμστερνταμ, μπορεί οι συνθήκες του αγροτικού κόσμου να είναι διαφορετικές, αλλά η δομή της κρίσης είναι η ίδια. Μια συνολική ευρωπαϊκή αγροτική απο-ανάπτυξη.
Αν λοιπόν μπαίνουν σε δοκιμασία οι αγροτικές παραγωγές μεγάλων οικονομικών δυνάμεων της Ευρώπης, φαντάζεται εύκολα κανείς το μέλλον της ελληνικής πολυεξαρτημένης, στρεβλής, αποδιοργανωμένης και διαρθρωτικά διάτρητης αγροτικής παραγωγής.
Ακριβώς για αυτούς του λόγους η σύσσωμη κινητοποίηση και αντίδραση του αγροτικού κόσμου αποτελεί έναν αγώνα επιβίωσης, που πρέπει να οργανωθεί συστηματικά και μεθοδικά. Το αγροτικό κίνημα, για να έχει την ελάχιστη πιθανότητα επιτυχίας, πρέπει να ξεπεράσει την πολυδιάσπαση και τους «κομματισμούς», που δυστυχώς σπέρνουν και δυνάμεις στο όνομα του κομμουνισμού. Πρέπει να συντονιστεί με άλλους επαγγελματικούς κλάδους που δοκιμάζονται από τις ίδιες και παρόμοιες κυβερνητικές πολιτικές αλλά και με τους καταναλωτές που «αφαιμάζονται» στα ταμεία των σούπερ μάρκετ.
Ο αγώνας ενάντια στις νέες ρυθμίσεις της ΚΑΠ, για μείωση του κόστους παραγωγής, για ουσιαστική κρατική στήριξη, με χρηματοδοτήσεις και φοροελαφρύνσεις που αφειδώς παρέχονται στο μεγάλο κεφάλαιο, αλλά όχι στην αγροτιά, για αλλαγή των κανόνων του ΕΛΓΑ που καθορίζει τις αποζημιώσεις, για έλεγχο των τιμών των αγροτικών προϊόντων στον καταναλωτή, είναι αγώνας επιβίωσης μεγάλου τμήματος του αγροτικού κόσμου και είναι αυτός που θα καθορίσει και το μέλλον της αγροτικής παραγωγής της χώρας.