Μέχρι κάποια χρόνια πριν, το να δέχονται επιθέσεις και να βομβαρδίζονται οι βάσεις των ΗΠΑ οπουδήποτε στον πλανήτη από στρατιωτικές δυνάμεις συνδεδεμένες με άλλα κράτη (ή και ευθέως από δυνάμεις άλλων κρατών) ήταν κάτι το αδιανόητο. Οι ΗΠΑ μπορούσαν να βομβαρδίζουν όποια χώρα σχεδόν αποφάσιζαν, χωρίς κανείς να τολμά ή να μπορεί να σταθεί απέναντι στην αεροπορία, στους πυραύλους και στις ειδικές δυνάμεις τους
Τα όσα συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες στην ευρύτερη Μέση Ανατολή είναι συγκλονιστικά. Πρώτα ήρθε η εξομάλυνση των σχέσεων Ιράν-Σαουδικής Αραβίας με κινεζική διαμεσολάβηση. Έπειτα, η αποκατάσταση των σχέσεων της Συρίας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και με τη Σαουδική Αραβία. Ακολούθως, οι διαμαρτυρίες Ιορδανών βουλευτών, εναντίον των πολιτικών της κυβέρνησης του Ισραήλ.
Πρόκειται για μια σειρά εξελίξεων οι οποίες διαμορφώνουν συνθήκες πιθανής επανένωσης του αραβομουσουλμανικού κόσμου στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και απομάκρυνσής του από την επιρροή των ΗΠΑ. Είναι πρόωρο βεβαίως να μιλήσουμε για την παραπάνω διπλή εξέλιξη ως οριστική, ωστόσο για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες καθίσταται πιθανή. Το πρώτο θύμα φαίνεται να είναι σε κάθε περίπτωση το σχέδιο του «αραβικού ΝΑΤΟ» και των «Συμφωνιών του Αβραάμ», εν μέσω μάλιστα πρωτοφανούς εσωτερικής κρίσης στο Ισραήλ. Άλλωστε, η ολοκάθαρη μετατροπή του Ισραήλ σε φασιστικό κράτος δεν διευκολύνει καθόλου εκείνες τις αραβικές ηγεσίες που θα ήθελαν να καλλιεργήσουν ακόμα στενότερες σχέσεις με το Ισραήλ από όσες ήδη διαθέτουν, όπως και να θάψουν το Παλαιστινιακό ζήτημα.
Αν τα παραπάνω γεγονότα είναι συγκλονιστικά, εκείνα που θα μας άφηναν άναυδους πριν από μια δεκαετία ή και λιγότερο είναι τα όσα λαμβάνουν χώρα στις κατοχικές βάσεις των ΗΠΑ στη Συρία. Θα πρέπει καταρχάς να ξεκαθαρίσουμε ότι οι ιρανικές δυνάμεις βρίσκονται νομίμως στη Συρία, κατόπιν πρόσκλησης από την κυβέρνησή της. Αντιθέτως, οι δυνάμεις των ΗΠΑ ενεργούν παράνομη κατοχή στα εδάφη της Συρίας, με βασικό πλέον σκοπό να ελέγχουν τις πετρελαιοπηγές της και να ενεργούν λαθρεμπόριο πετρελαίου, στο οποίο εμπλέκεται τόσο η Τουρκία, όσο και ισλαμιστικές ομάδες.
Μέχρι κάποια χρόνια πριν, το να δέχονται επιθέσεις και να βομβαρδίζονται οι βάσεις των ΗΠΑ οπουδήποτε στον πλανήτη από στρατιωτικές δυνάμεις συνδεδεμένες με άλλα κράτη (ή και ευθέως από δυνάμεις άλλων κρατών) ήταν κάτι το αδιανόητο. Οι ΗΠΑ μπορούσαν να βομβαρδίζουν όποια χώρα σχεδόν αποφάσιζαν, χωρίς κανείς να τολμά ή να μπορεί να σταθεί απέναντι στην αεροπορία, στους πυραύλους και στις ειδικές δυνάμεις τους. Το ίδιο και οι σύμμαχοί τους. Το Ισραήλ άλλωστε βομβαρδίζει στόχους στη Συρία κατά διαστήματα εδώ και χρόνια, με βάση μέχρι πρότινος μια σειρά από σιωπηρές συμφωνίες με τη Ρωσία ως προς το πού και πότε θα μπορούσαν να βομβαρδίζουν.
Οι καταστάσεις αυτές είχαν αρχίσει να αλλάζουν τα τελευταία χρόνια, αλλά κυρίως από πέρυσι και την έναρξη της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» της Ρωσίας. Η επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας και δευτερευόντως Ισραήλ-Ρωσίας σηματοδότησαν την πάρα πολύ στενή συνεργασία Ρωσίας-Ιράν, μεταξύ άλλων και στο εξοπλιστικό πεδίο, αλλά και Ρωσίας-Σαουδικής Αραβίας στο πλαίσιο του OPEC+. Ο συσχετισμός ισχύος στη Μέση Ανατολή έχει ήδη αλλάξει με τρόπο δραματικό για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Οι εξοπλιστικές πρόοδοι του Ιράν στον πυραυλικό τομέα και στα drones, σε συνδυασμό με την απόκτηση σύγχρονων αεροσκαφών και αντιαεροπορικών από τη Ρωσία περιορίζουν τις δυνατότητες ΗΠΑ-Ισραήλ.
Αυτό δε, που συνέβη τα τελευταία 24ωρα είναι μοναδικό: όλες οι παράνομες κατοχικές βάσεις των ΗΠΑ στη Συρία βρέθηκαν υπό τα συνδυασμένα πυρά πυραύλων και πυροβολικού ιρανικών και συριακών δυνάμεων για δύο συνεχόμενες μέρες και μάλιστα παρά τις επιθέσεις των δυνάμεων των ΗΠΑ εναντίον Σύρων και Ιρανών στα εδάφη της Συρίας. Η εποχή που μερικοί πύραυλοι Κρουζ έληγαν κάθε συζήτηση έχει παρέλθει. Επιπλέον, ο διαρκής εξοπλισμός των Ουκρανών διαμορφώνει συνθήκες ανεπάρκειας των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ για μια μεγάλη κλιμάκωση εναντίον του Ιράν, ενώ και το Ισραήλ αρέσκεται στις μεγαλοστομίες, αλλά λίγα πράττει χωρίς τις πλάτες της Ουάσιγκτον. Ενόσω «έβρεχε πυραύλους» εναντίον των βάσεων των ΗΠΑ (και αυτό είναι εξίσου εντυπωσιακό) ο πρόεδρος Μπάιντεν έσπευσε να βεβαιώσει ότι δεν επιδιώκει κλιμάκωση εναντίον του Ιράν. Έχουν αλλάξει οι καιροί από τότε που ο ίδιος κομπορρημονούσε για το ότι είχε ζητήσει να βομβαρδίσουν οι ΗΠΑ το Βελιγράδι, από τότε που η Κλίντον πανηγύριζε για τη δολοφονία Καντάφι ή από τότε που η Μαντλίν Ολμπράιτ δεν δίσταζε να διακηρύσσει ότι ο θάνατος αρκετών χιλιάδων παιδιών στο Ιράκ άξιζε προκειμένου να πλήξει η Ουάσιγκτον τον Σαντάμ Χουσεΐν.
Παραλλήλως, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι το Ιράν έχει θέσει σε ετοιμότητα τις δυνάμεις του στα σύνορα με το Αζερμπαϊτζάν εν μέσω συντηρούμενων εντάσεων του τελευταίου με την Αρμενία. Το παραδοσιακώς φιλικό προς την Αρμενία Ιράν στέλνει το μήνυμα ότι δεν θα μείνει ανενεργό σε μια περαιτέρω προσπάθεια των Αζέρων να λύσουν το ζήτημα του Αρτσάχ δια της βίας, ενώ παραλλήλως δείχνει στον φιλοδυτικό πρωθυπουργό της Αρμενίας Πασινιάν, ποιοι είναι οι σύμμαχοι της Αρμενίας στο έδαφος και όχι στα λόγια.
Όπως έχουμε ξαναγράψει, η μια πλευρά του εξελισσόμενου παγκοσμίου πολέμου προσπαθεί να ανοίξει δεύτερο μέτωπο στην άλλη. Μέχρι πρότινος αυτή ήταν η κύρια επιδίωξη των ΗΠΑ. Η περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων του ευρασιατικού μπλοκ όμως δίνει νέες δυνατότητες με οικονομικούς και στρατιωτικούς όρους στη Ρωσία και στο Ιράν. Το αν θα οδεύσουμε σε μια Μέση Ανατολή με τις ΗΠΑ να αποχωρούν ή σε κάθε περίπτωση να απομένουν με ελάχιστα πατήματα μένει να φανεί. Είναι όμως προφανές ότι αυτή είναι η επιδίωξη της Ρωσίας και της Κίνας. Αυτή φαίνεται ότι είναι και η επιθυμία των περισσοτέρων λαών της περιοχής, όχι μόνο τώρα αλλά εδώ και δεκαετίες. Το κυριότερο; Η διαφορά είναι ότι πλέον οι ΗΠΑ δεν φοβίζουν όπως παλιά. Υπάρχουν και άλλες δυνάμεις πλέον που εξισορροπούν την ισχύ της Ουάσιγκτον. Κάτι που θα πρέπει να καταλάβει καλά και η Ελλάδα.