“Η δωρεά οργάνων και οι μεταμοσχεύσεις / ζήτημα επιστημονικής, κοινωνικής και πολιτικής ευθύνης” / γράφει ο Αναστάσιος Βασιάδης
Η εθνικών διαστάσεων τραγωδία της σιδηροδρομικής καταστροφής των Τεμπών, που προκάλεσε την δραματική απώλεια μεγάλου αριθμού νέων ως επί το πλείστο συνανθρώπων μας, συνέπεσε με την τυπική λήξη της δημοσίας διαβούλευσης του σχεδίου νόμου με τίτλο «Εκσυγχρονισμός του δικαίου για τη δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων».
Ασφαλώς το εθνικό πένθος που κήρυξε η κυβέρνηση για το τραγικό γεγονός, ξεπερνά κατά πολύ το τυπικό τριήμερο και επιβράδυνε τις πολιτικές διεργασίες.
Για μείζονος όμως επιτακτικής σημασίας ζητήματα, όπως αυτό που αφορά την «δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων», το γενικό ενδιαφέρον παραμένει διαρκές και αμείωτο και δεν αναστέλλεται από «λήξη διοριών».
Εκ πρώτης όψεως με αυτή την νομοθετική πρωτοβουλία επιχειρείται να απαντηθεί η γενικότερη αγωνία για την περιορισμένη διάθεση μοσχευμάτων σε σχέση με την συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση.
Δια του συγκεκριμένου σχεδίου νόμου και την χρήση του όρου «εκσυγχρονισμός» επιχειρείται η εκ νέου νομοθετική προσέγγιση της Οδηγίας 45/ΕΕ/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με τις διατάξεις της οποίας τροποποιήθηκε ο νόμος 2737/99 που διέπει τις μεταμοσχεύσεις, καθώς ψηφίστηκε ο ν. 3984/2011, για να τροποποιηθεί εκ νέου με τους αλλεπάλληλους νόμους 4052/2012, 4071/2012, 4316/2014, 4272/2014, 4368/2016, 4512/2018, 4600/2019, 4610/2019, 4737/2020 και 4771/2021, ενώ προστέθηκε σειρά Προεδρικών Διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων.
Προφανώς με τον όρο «εκσυγχρονισμός» στο επίκαιρο νομοσχέδιο, δεν εννοείται ότι τα αλλεπάλληλα νομοθετήματα που προηγήθηκαν σε σχετικά μικρό διάστημα, χαρακτηρίζονταν από «αναχρονισμό» τον οποίο καλείται να θεραπεύσει το τωρινό σχέδιο νόμου.
Αυτό το οποίο χαρακτήριζε τα προηγούμενα νομοθετήματα ήταν η προχειρότητα και η σκοπιμότητα, χαρακτηριστικά που συνοδεύουν και το επίκαιρο νομοσχέδιο.
Μία καταρχήν επισήμανση γίνεται για την ίδια τη διατύπωση του σχεδίου νόμου, η οποία σε πολλά σημεία της αποτελεί νεότερη τεχνική μετάφραση εκ του κειμένου της Οδηγίας, χωρίς οι χρησιμοποιούμενοι όροι να ανταποκρίνεται επακριβώς στην τρέχουσα επιστημονική ελληνική ορολογία.
Το νομοσχέδιο αυτό, εφόσον ψηφιστεί ως έχει, είναι αναμενόμενο να τεθεί και αυτό σε αναθεώρηση, λόγω της χαλαρότητας με την οποία προσεγγίζονται έννοιες και διαδικασίες που θέτουν σε αμφισβήτηση την ελεύθερη βούληση των πολιτών και ενέχουν πλείστους όσους κινδύνους.
Πρόκειται για την εικαζόμενη συναίνεση, την πρόβλεψη δικαστικών αποφάσεων που θα επικυρώνουν τις συναισθηματικές σχέσεις δότη-λήπτη και την ανιδιοτέλεια της προσφοράς, καθώς και την πρόβλεψη προτίμησης μεταξύ ισόβαθμων υποψηφίων ληπτών οργάνου προς μεταμόσχευση, εκείνου που δεν έχει δηλώσει ότι δεν επιθυμεί να είναι εν δυνάμει δότης.
Αυτό εμπεριέχει μία αναντιστοιχία στην όλη νομοθετική διατύπωση, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις και στο νέο νομοθετικό πλαίσιο που επιχειρείται να διαμορφωθεί.
Επιπλέον πολλοί εκ των ορισμών βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία μη επικαιροποιημένα από τις τρέχουσες εξελίξεις, που επίσης ενέχουν τον κίνδυνο της αποεπικαιροποίησης του ίδιου του προς διαμόρφωση νόμου.
Σημαντικό και ενδεχόμενα άμεσα εφαρμόσιμο κεφάλαιο του όλου νομοθετήματος, είναι η διατυπωθείσα πρόθεση αναβάθμισης του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων ο οποίος μετονομάζεται πλέον σε «Ελληνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων», ενώ προβλέπεται ο εμπλουτισμός του με επιπλέον αρμοδιότητες και η θέσπιση επιστημονικής συνδρομής σε εξειδικευμένα ζητήματα, με προφανή σκοπό την εναπόθεση σε αυτόν όλων των ευθυνών για την υλοποίηση του νομοθετικού εγχειρήματος.
Επισημαίνεται επί πλέον η επισφαλής ποινική πρόβλεψη των στοιχείων που ενέχονται στην ηθική και νομοθετική διαφύλαξη των προβλεπόμενων δράσεων και των ενεχομένων προσώπων.
Αρχικά η νομοθετική πρωτοβουλία προσεγγίζεται με θετικό πρόσημο, με δεδομένη την επισφάλεια των προηγηθέντων νομοθετημάτων.
Άλλωστε η διαμόρφωση ενός σαφέστατου και αδιαμφισβήτητου νομικού πλαισίου, το οποίο θα διαμορφώνει υγιείς, ηθικά αποδεκτές και νομικά κατοχυρωμένες προϋποθέσεις για τις διαδικασίες δωρεάς και μεταμόσχευσης οργάνων, απετέλεσε μία πάγια διεκδίκηση του ιατρικού κόσμου και μία επιτακτική κοινωνική απαίτηση, ειδικότερα στην εποχή μας που η εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης και τεχνολογίας διασφαλίζουν την διάσωση πολύ περισσότερων συνανθρώπων μας από ότι παλαιότερα, δια των μεταμοσχεύσεων οργάνων.
Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι για βασικά σημεία αιχμής του όλου μηχανισμού λήψης και μεταμόσχευσης οργάνων, επιβάλλεται υψηλού επιπέδου υποδομή, την οποίαν το γενικότερα υφιστάμενο σήμερα δίκτυο δημοσίων και ιδιωτικών νοσηλευτικών μονάδων δεν διασφαλίζει.
Ειδικότερα ο περιορισμός των πόρων που απαιτούνται για την Υγεία, λειτουργεί απαγορευτικά ως προς την αναγκαιότητα περαιτέρω ανάπτυξης των υφιστάμενων υποδομών.
Οι επισημάνσεις αυτές γίνονται με την προϋπόθεση ότι το σύστημα μεταμοσχεύσεων πρέπει να έχει αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα και οι τροποποιήσεις που πρέπει να γίνουν στην όλη οργάνωση του, όπως στη λήψη, στη συντήρηση, στη μεταφορά, στην άμεση μεταμόσχευση, στην υψηλής ποιότητας φροντίδα δότη και λήπτη, καθώς και στη στελέχωση του συστήματος, οφείλουν να αποκλείουν την εμπλοκή από τρίτους παράγοντες.
Προσεγγίζοντας κάποια επιμέρους ζητήματα επισημαίνεται στο κείμενο του νομοσχεδίου διατρέχει ο όρος «αφαίρεση οργάνων» ο οποίος κρίνεται αδόκιμος.
Εις την ιατρική πρακτική και φιλολογική διατύπωση ο όρος «αφαίρεση» από οργανισμό χρησιμοποιείται για επιβλαβείς οντότητες όπως η αφαίρεση ξένου σώματος, η αφαίρεση λίθου, η αφαίρεση όγκου, η αφαίρεση σκωληκοειδούς απόφυσης κ.λπ.
Τα προς αφαίρεση από έναν οργανισμό στοιχεία αδρανοποιούνται και δεν χρησιμοποιούνται.
Εις την όλη αναφορά περί μεταμοσχεύσεων ο όρος «αφαίρεση» μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο εις ότι αφορά μεταμοσχευθέν όργανο το οποίο έχει εμπέσει στη βιολογική διεργασία της απόρριψης από τον οργανισμό του λήπτη και πλέον είναι επιβλαβές.
Εις ότι αφορά την χρησιμοποίηση οργάνου προς μεταμόσχευση ο πλέον δόκιμος επιστημονικά και ηθικά όρος που πρέπει να αντικαταστήσει τον όρο «αφαίρεση οργάνου» είναι η «λήψη οργάνου».
Οι εξαιρέσεις των διατάξεων σε ότι αφορά τους ανθρωπίνους ιστούς και κύτταρα του αίματος και στις μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, προφανώς υπαγορεύονται από το γεγονός ότι διέπονται από ιδιαίτερη νομοθεσία .
Επισημαίνεται ωστόσο η έλλειψη επαρκούς και σαφούς νομοθετικού πλαισίου σε ότι αφορά τη λήψη συντήρηση και γενικότερη διαχείριση των βλαστοκυττάρων, που αποτελεί μία επίκαιρη αναγκαιότητα.
Στο σχέδιο νόμου συμπεριλαμβάνονται ορισμοί οι οποίοι πρέπει συνολικά να αναδιατυπωθούν μετά από επεξεργασία των αρμοδίων επιστημονικών φορέων.
Ο ορισμός της τελικής κατάληξης του οργάνου που δεν χρησιμοποιείται για μεταμόσχευση δεν πρέπει να ορίζεται ως «αποβολή», αλλά ως «αχρήστευση» δεδομένου ότι ο όρος «αποβολή οργάνου» προσλαμβάνει στη γενικότερη αντίληψη την ίδια έννοια με τον όρο «απόρριψη οργάνου».
Η προϋπόθεση του σημαντικού επιπέδου λειτουργικής αυτονομίας σε ότι αφορά το προς μεταμόσχευση όργανο είναι ανεπαρκής, ατεκμηρίωτη και παραπέμπει σε υποκειμενικές εκτιμήσεις που δεν διασφαλίζουν την αναμενόμενη καλή εξέλιξη της μεταμόσχευσης.
Εις ότι αφορά την «κάλυψη των δαπανών», η νομική πρόβλεψη παραπέμπει στις κατά περίπτωση αποφάσεις των αρμοδίων κυβερνητικών παραγόντων για την δυνατότητα εξαίρεσης από τις περιοριστικές διατάξεις της νομοθεσίας για δαπάνες που αφορούν την υγειονομική περίθαλψη δότη και λήπτη. Το ζήτημα δεν μπορεί να είναι πολιτικό και κατά περίπτωση.
Η εξαίρεση επιβάλλεται να είναι γενική και να ορίζεται εκ του νόμου.
Η υποχρέωση «ενημέρωσης των πολιτών» αποτελεί βασικό καθήκον το οποίο προβλέπεται από το νομοθετικό πλαίσιο.
Πέραν ωστόσο από τους καθ΄ ύλην αρμόδιους επιστήμονες, ο νομοθέτης αναθέτει το χρέος της ενημέρωσης και σε ειδικά καταρτισμένους υπαλλήλους του Ελληνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων.
Εις τις διατάξεις περί Ε.Ο.Μ. δεν προβλέπεται εξειδικευμένη εκπαίδευση κατάρτισης, ενώ δεν ορίζεται το περιεχόμενο της κατάρτισης.
Η πρόβλεψη που δίνει τη δυνατότητα λήψης οργάνου από ζώντα δότη και την μεταμόσχευση του, πέραν από τα οριζόμενα συγγενικά άτομα και σε πρόσωπο με το οποίο έχει προσωπική σχέση και συνδέεται συναισθηματικά, περιλαμβάνει την έκδοση δικαστικής απόφασης, η οποία θα αποφαίνεται για το «συναισθηματικό δεσμό» και την «ανιδιοτέλεια» της προσφοράς.
Η συγκεκριμένη πρόβλεψη τίθεται υπό αμφισβήτηση, διότι κανένα δικαστήριο και καμία δικαστική απόφαση δεν μπορεί να επικυρώσει τις συναισθηματικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και την ύπαρξη ή όχι ιδιοτέλειας.
Η διάταξη που ορίζει τα της λήψης οργάνου από θανόντα δότη και την «εικαζόμενη συναίνεση», ανατρέπει τη μέχρι τώρα υφιστάμενη νομική και κοινωνική αντίληψη περί δωρεάς οργάνων και μεταμοσχεύσεων.
Η δημιουργία Οργανώσεων Δωρητών Σώματος αποτέλεσε ένα κίνημα δημιουργίας κοινωνικής συνείδησης στους πολίτες περί προσφοράς οργάνων, κατά το πρότυπο των αντίστοιχων αιμοδοτικών οργανώσεων.
Με την συγκεκριμένη διάταξη αμφισβητείται η μέχρι τώρα γενικότερη προσπάθεια και ονομάζονται όλοι όσοι έχουν χάσει τη ζωή τους, ως «δωρητές σώματος». Πρόκειται για μία αυθαιρεσία η οποία επιχειρείται να αμβλυνθεί με την «εξ απαλών ονύχων» διατύπωση ότι για να εξαιρεθεί ο πολίτης που έχει χάσει την ζωή του έπρεπε κατά την διάρκεια του βίου του να εκφράσει την αντίθετη βούλησή του.
Αναφέρεται δε ότι αυτή η βούληση πρέπει να εκφραστεί εγγράφως με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής προς τον Ελληνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων.
Σε αυτό το σημείο εμμέσως πλην σαφώς ο νομοθέτης αναγνωρίζει την αδυναμία της πολιτείας να υποστηρίξει ουσιαστικά και θεσμικά το Κίνημα Δωρεάς Σώματος.
Κυρίαρχο στοιχείο το οποίο αποτελεί και τον ακρογωνιαίο λίθο για την επιτυχία ή αποτυχία του νομοθετικού εγχειρήματος είναι οι διατάξεις που αφορούν τα «κριτήρια θανάτου» του δότη προκειμένου να ληφθούν τα προς μεταμόσχευση όργανα.
Η νομοθετική αντικατάσταση του ισχύοντος όρου «εγκεφαλικός θάνατος» με τον «καρδιακό θάνατο», στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης.
Επισημαίνεται το αυτοαναιρούμενο της φράσης ότι, η τεχνική υποστήριξη του «θανόντος προσώπου» συνεχίζεται μόνον, αν πρόκειται να γίνει μεταμόσχευση των οργάνων του.
Τονίζεται εν προκειμένω ότι τα «θανόντα πρόσωπα» δεν έχουν ανάγκη υποστήριξης. Εάν υποστηρίζονται τεχνικά, δεν είναι θανόντα.
Εν προκειμένω προβάλλεται ο συνεχιζόμενος επιστημονικός – φιλοσοφικός- θεολογικός διάλογος ως προς τα γενικότερα αποδεκτά κριτήρια θανάτου ώστε η λήψη ζωτικών οργάνων να μη λειτουργεί ως ευθανασία του δότη.
Ειδική αναφορά στο προσχέδιο επιφυλάσσεται για την αφαίρεση (λήψη) των οργάνων προς μεταμόσχευση.
Εν προκειμένω κρίνεται περισσότερο από αναγκαία η προϋπόθεση εξασφάλισης της αναγκαίας υποδομής στις υφιστάμενες δομές.
Ειδικότερα επιβάλλεται να υπάρχουν διαρκώς ενεργοποιημένα συνεργεία υποδοχής θυμάτων θανατηφόρων τροχαίων και συμβαμάτων εκ των οποίων μπορούν να ληφθούν εγκαίρως ζωτικά όργανα προς μεταμόσχευση.
Οι προϋποθέσεις που αφορούν τις μονάδες μεταμόσχευσης προβλέπεται να καθορίζονται από τον Υπουργό Υγείας ύστερα από πρόταση του Ελληνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων.
Εκτιμάται ότι για το όλο θέμα πρέπει να γνωμοδοτούν και οι καθ΄ ύλην αρμόδιοι επιστημονικοί φορείς.
Ειδικές διατάξεις συμπεριλαμβάνονται στο σχέδιο νόμου για τον Ελληνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων .
Εις ότι αφορά τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που έχουν την ιδιότητα του Καθηγητή Ιατρικής Σχολής και του Διευθυντή των διαφόρων ενεχομένων Ιατρικών Μονάδων και Κέντρων, επιβάλλεται να επισημανθεί εάν προτείνονται και από ποιους Φορείς η ποιες Αρχές. Το ίδιο ισχύει για την σύνθεση και συγκρότηση των προβλεπόμενων ειδικών επιτροπών για την παροχή επιστημονικής συνδρομής σε εξειδικευμένα ζητήματα.
Το προσωπικό του Ελληνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων πρέπει να αποτελείται από άτομα τα οποία έχουν εξειδικευτεί προς τούτο.
Σε κάθε περίπτωση όλες οι προβλεπόμενες θέσεις πρέπει να προκηρύσσονται βάσει των κείμενων διατάξεων και όχι να γίνονται αποσπάσεις από άλλες υπηρεσίες, οι οποίες επακόλουθα αποδυναμώνονται.
Για την διαμόρφωση του Κανονισμού Λειτουργίας του Ελληνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων, πρέπει να υπάρξουν οι γνωμοδοτήσεις των αρμοδίων φορέων.
Η οργάνωση και ο συντονισμός στην διακίνηση μοσχευμάτων που ανατίθεται στον Ελληνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων, ασφαλώς και πρέπει να συμπεριλαμβάνει και τα αιμοποιητικά κύτταρα.
Στον ίδιο Οργανισμό επιβάλλεται να ενταχθεί και η αντίστοιχη διαχείριση των βλαστοκυττάρων, έως ότου η πολιτεία αποφασίσει την ειδική θέσπιση επαρκούς νομοθετικού πλαισίου.
Αρκετές διατάξεις του νομοσχεδίου επιβάλλεται να επαναδιατυπωθούν με πλέον εξειδικευμένο και αντίστοιχο επιστημονικό τρόπο .
Ειδική επαναξιολόγηση επιβάλλεται να γίνει για τα επισφαλή σημεία που αφορούν την λήψη μοσχευμάτων από ανθρώπους που βρίσκονται στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου και την εν δυνάμει θεώρηση ως δωρητών οργάνων όλων των πολιτών που δεν δήλωσαν εγγράφως το αντίθετο.
Η πολιτεία και ο γενικότερος κοινωνικός παράγοντας πρέπει να συμμετάσχουν ενεργά στην προσπάθεια αναζωπύρωσης του κινήματος εθελοντισμού για ανιδιοτελή προσφορά οργάνων, μακριά από οικονομικής φύσεως και άλλες υστερόβουλες σκοπιμότητες.
Ο δημόσιος χαρακτήρας που πρέπει να προσλάβει το σύστημα μεταμοσχεύσεων απαιτεί την συνολική αναβάθμιση του Συστήματος Υγείας, μακριά από τις λογιστικού τύπου λογικές περικοπών των δημόσιων δαπανών υγείας.
Εν κατακλείδι παρά την τυπική λήξη της δημοσίας διαβούλευσης του σχεδίου νόμου με τίτλο «Εκσυγχρονισμός του δικαίου για τη δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων», η νομοθετική προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί μέσα από μία γενικότερη επιστημονική, κοινωνική και πολιτική εναρμόνιση, η οποία θα λαμβάνει υπόψη της την παιδεία καθώς και τις φιλοσοφικές και θεολογικές ιδιαιτερότητες που διαμορφώνουν το πνευματικό επίπεδο του ελληνικού λαού.
Μόνο έτσι δεν θα προστεθεί ακόμα ένα νομοθέτημα στα προηγούμενα, το οποίο σύντομα θα χρειαστεί και αυτό αναθεώρηση κατά την καθιερωθείσα πρακτική.
————————
Μ’ αφορμή το άρθρο του Αναστάσιου Βασιάδη για τις μεταμοσχεύσεις η Φαρέτρα κοινοποιεί τρεις σχετικές συνεντεύξεις από μητέρα δότη, από μεταμοσχευόμενο και από μεταμοσχευτή
Δώρα Ζευγαροπούλου. Δωρίζοντας ζωή με δύναμη και μεγαλείο ψυχής
Δημήτρης Γάκης. Η πάλη του µεταµοσχευτή µε το θάνατο – Συνέντευξη στη Δήμητρα Σμυρνή