Κόσμος

Ρωσία: Μεγάλα τα οφέλη της από τη διεθνή επισιτιστική κρίση / Περιζήτητα και σε αυξημένες τιμές τα σιτηρά της

Η Ρωσία εξάγει τα αγροτικά της προϊόντα πολύ πιο γρήγορα σε σύγκριση με τους ρυθμούς του περασμένου έτους. Στη διεθνή πελατεία της συγκαταλέγονται κολοσσοί του παγκόσμιου εμπορίου τροφίμων, όπως οι Cargill και Viterra, ενώ προμήθευσε με αγροτικά προϊόντα και το Ισραήλ, που παραδοσιακά εισάγει από την Ουκρανία. [A.P.]
——-Περιζήτητα και σε αυξημένες τιμές τα σιτηρά της, 1,9 δισ. δολ. στα ταμεία της

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αλλά και ο συνεχιζόμενος επί τρεις μήνες πόλεμος επιδεινώνει την παγκόσμια επισιτιστική κρίση οδηγώντας ολόκληρους λαούς στη λιμοκτονία. Αποβαίνει όμως προς όφελος της Ρωσίας, που σε αντίθεση με την Ουκρανία εξακολουθεί να εξάγει τα σιτηρά της και μάλιστα σε πολύ αυξημένες τιμές. Σύμφωνα με τη συμβουλευτική για θέματα εμπορίου αγροτικών προϊόντων SovEcon, από την αρχή του έτους οι τιμές των σιτηρών έχουν αυξηθεί κατά περισσότερο από 50% σε παγκόσμιο επίπεδο, και το Κρεμλίνο έχει έως τώρα συγκεντρώσει έσοδα ύψους 1,9 δισ. δολαρίων από τους φόρους στις εξαγωγές.

Υπήρξε μόνο μια σύντομη διακοπή στο εξωτερικό της εμπόριο αμέσως μετά την εισβολή της στην Ουκρανία, ωστόσο ανέκτησε πλήρως την ικανότητά της να εξάγει τα αγροτικά της προϊόντα και πολύ πιο γρήγορα σε σύγκριση με τους ρυθμούς του περασμένου έτους. Σύμφωνα με την εταιρεία για το παγκόσμιο εμπόριο αγροτικών προϊόντων AgFlow, στη διεθνή πελατεία της συγκαταλέγονται κολοσσοί του παγκόσμιου εμπορίου τροφίμων όπως οι Cargill και Viterra, ενώ προμήθευσε με αγροτικά προϊόντα και το Ισραήλ που παραδοσιακά εισάγει από την Ουκρανία. Μέχρι την εβδομάδα που διανύουμε, οι φορτώσεις ρωσικών σιτηρών για την περίοδο 2021-2022 έχουν ανέλθει σε 34,1 εκατ. τόνους, καταγράφοντας μείωση μόλις 11% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους.

Με τον πόλεμο εξουδετερώνει, άλλωστε, τον σημαντικότερο ανταγωνιστή της στη διεθνή αγορά, όπως επισημαίνει ο Ούγκο Μουντέ, αναλυτής της AgFlow, ο οποίος τονίζει πως από την 1η Απριλίου μέχρι τις 23 Μαΐου η Ρωσία αύξησε σημαντικά τις εξαγωγές των σιτηρών της σε χώρες όπως η Τουρκία και το Ιράν. «Η Ουκρανία ήταν ο κύριος ανταγωνιστής της», επισημαίνει ο κ. Μουντέ και υπογραμμίζει πως η Ρωσία «τώρα είναι σε πλεονεκτική θέση επειδή αντιμετωπίζει πολύ λιγότερο ανταγωνισμό, ενώ έχει μειωθεί η παραγωγή φέτος τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στη Βόρεια Αφρική».

Τα λιμάνια της Ουκρανίας έχουν αποκλειστεί από ρωσικά πλοία, με αποτέλεσμα να μην μπορεί η χώρα να εξάγει τα σιτηρά της διά θαλάσσης και να αφήνει χωρίς προμήθειες όσες χώρες εξαρτώνται από τις εξαγωγές της, κατά κύριο λόγο χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. Με τον αποκλεισμό των ουκρανικών λιμανιών, η Ρωσία αναγκάζει την Ουκρανία να μεταφέρει οδικώς τα σιτηρά της προς τα λιμάνια των γειτονικών χωρών, με αποτέλεσμα όχι μόνον να καθυστερούν στον προορισμό τους αλλά και να μειώνεται δραματικά ο όγκος των εξαγωγών. Ουσιαστικά, η Ουκρανία δεν εξάγει πλέον παρά μόλις το ένα τέταρτο από όσα θα μπορούσε να εξάγει υπό κανονικές συνθήκες.

Με τον πόλεμο έχει εξουδετερώσει τον σημαντικότερο ανταγωνιστή της στην παγκόσμια αγορά, την Ουκρανία.

Η απουσία των ουκρανικών εξαγωγών σε συνδυασμό με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες και την ξηρασία που έχουν πλήξει άλλες περιοχές του πλανήτη, έχουν οδηγήσει στα ιστορικά υψηλά επίπεδα τις τιμές των σιτηρών. Ως εκ τούτου η Ρωσία βρίσκει αγοραστές για τα σιτηρά της πρόθυμους να καταβάλουν όλο και υψηλότερες τιμές και συγκεντρώνει όλο και μεγαλύτερα έσοδα. Εκτιμάται, άλλωστε, πως την επόμενη περίοδο συγκομιδής θα έχει μεγάλη σοδειά και θα εξακολουθήσει να αντλεί όλο και μεγαλύτερα κέρδη από τον πόλεμο που οδηγεί στην καταστροφή και τη λιμοκτονία.

Σχολιάζοντας τη δήλωση του Κρεμλίνου πως θα άρει τον αποκλεισμό του λιμανιού της Οδησσού όταν χαλαρώσουν οι κυρώσεις που έχει επιβάλει η Δύση, ο Τιμ Μπέντον, διευθυντής Ερευνών Νέων Κινδύνων στον οίκο Chatham House, τονίζει πως «στην πράξη χρησιμοποιεί τα είδη διατροφής ως όπλο στον πόλεμο, επιτείνοντας την παγκόσμια κρίση αντί να επιτίθεται άμεσα στον πληθυσμό». Ο ίδιος ερευνητής αναφέρει πως «από πολιτικής απόψεως βρισκόμαστε σε μια εντελώς νέα κατάσταση, δεδομένης της σημασίας που έχουν οι αγορές σιτηρών».
Όπως, άλλωστε, επισήμανε από το βήμα του Νταβός ο Ντέιβιντ Μπίσλεϊ, επικεφαλής του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών, εκατομμύρια άνθρωποι μπορεί να μην έχουν καμία πρόσβαση σε τρόφιμα και να αναγκαστούν να μεταναστεύσουν. Διευκρίνισε πως στην παρούσα συγκυρία βρίσκονται στα πρόθυρα λιμού περίπου 49 εκατ. άνθρωποι σε 43 χώρες, αλλά για κάθε 1% αύξηση στον αριθμό των ανθρώπων που πεινούν, καταγράφεται 2% αύξηση στη μετανάστευση. Σε μια ηχηρή προειδοποίηση προς τις ευημερούσες χώρες του δυτικού κόσμου για τις παρενέργειες στις δικές τους οικονομίες, ο κ. Μπίσλεϊ τόνισε πως «αυτές οι 43 χώρες είναι που μας εμπνέουν μεγάλη ανησυχία για τη μαζική μετανάστευση που μπορεί να ακολουθήσει και τη συνεπακόλουθη αποσταθεροποίηση».

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ