“Η εφιαλτική αλληγορία του Squid Game και η διπλή του ανάγνωση” / γράφει η Δήμητρα Σμυρνή
Δήμητρα Σμυρνή
Δεν μας ενδιαφέρει το πόσα εκατομμύρια κέρδισε το NETFLIX από την προβολή του Squid Game (“Το παιχνίδι του καλαμαριού”). Άλλωστε αυτός είναι ο στόχος του, το κέρδος και όχι η προαγωγή της παιδείας. Μας ενδιαφέρει όμως το ότι το είδαν 142 εκατομμύρια οικογένειες ανά τον κόσμο, κρεμασμένες κυριολεκτικά από τις οθόνες τους. Γιατί και με ποιες επιπτώσεις στον τρόπο σκέψης;
Όταν το NETFLIX ξεκίνησε τη σειρά και μόνο το σχετικό τρέιλερ μού προκάλεσε αποστροφή και το αυθόρμητο συμπέρασμα “να, ένα κακέκτυπο του CASA DE PAPEL, που εκείνο διέθετε, παρά τις σεναριακές του ακρότητες, κι έναν ρομαντισμό! Φόρμες, όπλα, βία… Δεν μ’ ενδιαφέρει! Ψάχνω για κάτι καλύτερο.”
Η αλήθεια είναι πως σ’ αυτήν τουλάχιστον την πλατφόρμα δεν είναι και κάτι εύκολο η αναζήτηση του ικανοποιητικού αποτελέσματος. Αναπαράγονται ως επί το πλείστον – υπάρχουν πάντα εξαιρέσεις- τα ίδια θέματα, που έχουν συνήθως ως πυρήνα τους την αχαλίνωτη βία και το χωρίς συναίσθημα sex, με επίκεντρο πάντα την αναζήτηση με κάθε τρόπο του χρήματος.
Το Squid Game αμέσως μετά την προβολή του συζητήθηκε έντονα μέσα από δύο διαφορετικές οπτικές. Η πρώτη έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για τα παιδιά κάτω των 16 που το αναπαράγουν στα σχολεία τους, μιμούμενα τους στόχους και τις πρακτικές του, οδηγώντας στην με κάθε μέσο εξόντωση του αντιπάλου.
Βέβαια, σε τέτοιου είδους παιχνίδια μάς είχε συνηθίσει εδώ και πολύν καιρό η ελληνική τηλεόραση, ακολουθώντας τις παγκόσμιες τάσεις. Ξεκίνησε από τα πιο απλά και ηλίθια μέχρι τα περισσότερο επικίνδυνα, πάντα όμως με μεγάλο κόστος για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα . Τίποτα όμως δεν ήταν τόσο σκληρό και επικίνδυνο για τον τρυφερό κόσμο του παιδιού από τη φυσική εξόντωση εκατοντάδων παικτών στο Squid Game, σε συνάρτηση με το χρηματικό κέρδος που θα απέφερε η κάθε εξόντωση για τους επιζήσαντες, μέχρι να φτάσει το παιχνίδι στον τελικό νικητή!
Μπορεί να υπήρχε η απαγόρευση για τους κάτω των 16, τίποτα όμως ευκολότερο για τα παιδιά από το να μπορούν να μπουν σ’ έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Έτσι η βία – και μάλιστα ψυχρή και υπολογισμένη με μαθηματική ακρίβεια και όχι εν θερμώ – το αίμα, ο τρόμος και προπαντός η αλλαγή των χαρακτήρων που κυριολεκτικά αλλάζουν, καθώς επικρατεί πανηγυρικά το “ο θάνατός σου η ζωή μου”, οδηγούν στη ρομποτοποίηση των ανθρώπινων όντων, που όχι απλά αποδέχονται τους όρους του παιχνιδιού αλλά και τους υιοθετούν με πάθος.
Σχολεία έξω, Βέλγιο και Ολλανδία, κάνουν εκκλήσεις στους γονείς να αποτρέπουν τα παιδιά τους από ένα τέτοιο θέαμα και σωστά το κάνουν. Δεν μπορεί ένα παιδί να αντέξει ένα τέτοιο θέαμα και προσωπικά πιστεύω πως και ο έφηβος άνω των 16, αν δεν έχει την ανάλογη παιδεία, δεν μπορεί να καταλάβει τι κρύβεται πίσω από τους συμβολισμούς του. Βλέπει μόνο την επιφάνεια και εθίζεται σ’ αυτήν. Αυτή είναι η πρώτη ανάγνωση.
Όμως, ίσως καμιά μέχρι τώρα σειρά δεν έδειξε με τέτοιο τρόπο, εξοντωτικά σκληρό για τον θεατή, την πραγματικότητα του κόσμου μέσα στον οποίο ζούμε, μέσα από μια φιλοσοφική – ναι, φιλοσοφική – θεώρηση της σχέσης χρήματος και ευτυχίας!
Ο δημιουργός της σειράς, ο νοτιοκορεάτης σεναριογράφος της και σκηνοθέτης, ο Ντονγκ Τζουν Χο, δεν είναι τυχαίο ότι σάρωσε τα φετινά όσκαρ με την ταινία του “Παράσιτα”, έχοντας να παλέψει με διάσημους αντιπάλους. Γιατί; Επειδή τα “Παράσιτα” ήταν μια καθαρά πολιτική αλληγορία, πανέξυπνη, που αναπαράγει το μύθο του Δαυίδ και του Γολιάθ, έστω κι αν ο σύγχρονος Δαυίδ, η φτωχή οικογένεια που αναμετριέται με την πλούσια, τον Γολιάθ, ξέρουμε πως στην πραγματικότητα παραμένει στα όρια του μύθου.
Αυτός ο ίδιος δημιουργός φέρνει στις οθόνες του NETFLIX το Squid Game, το οποίο κυριολεκτικά σαρώνει και από άποψη θεαματικότητας και από άποψη χρημάτων, όχι για τον δημιουργό που υπέγραψε ένα απλό συμβόλαιο, αλλά για την πλατφόρμα.
Ο Ντονγκ Τζουν Χο, παιδί ενός γραφίστα και μιας νοικοκυράς, τελειώνει στο πανεπιστήμιο της Σεούλ τη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών, αλλά το μικρόβιο του κινηματογράφου τον στρέφει στη σκηνοθεσία. Μέσα όμως σ’ όλες τις ταινίες του ενυπάρχει η διεισδυτική ματιά του κοινωνιολόγου, που φιλτράρει μοιραία τα γεγονότα.
Το Squid Game ανατέμνει τη σχέση της απόλυτης φτώχειας και εξαθλίωσης σε σχέση με τον απόλυτο πλούτο. Δεν είναι τυχαίο που στη σειρά αποκαλύπτεται αυτή η σχέση μέσα από τη φράση “Οι πλούσιοι και οι φτωχοί έχουν κάτι κοινό, τη δυστυχία! Οι πλούσιοι τα έχουν όλα και πρέπει να εφεύρουν πηγές ευτυχίας, πράγμα σχεδόν ακατόρθωτο, και οι φτωχοί χωρίς να έχουν απολύτως τίποτα είναι το ίδιο δυστυχισμένοι, προσπαθώντας να βρουν τρόπους επιβίωσης!” Όλη η θεώρηση της σειράς βασίζεται σ’ αυτήν τη φράση.
Μπορεί η σειρά να αγγίζει τα όρια της πιο τρελής φαντασίας, μπορεί να αγγίζει τα όρια της πιο εφιαλτικής προσέγγισης του σημερινού και κυρίως του μελλοντικού κόσμου, που δείχνει ήδη τα δόντια του για τους πολλούς, στέλνει όμως ένα μήνυμα στον σημερινό σκεπτόμενο άνθρωπο, κραυγάζει ότι όσο θα είμαστε παθητικοί αποδέκτες τέτοιων πολιτικών, κοινωνικών και ιδεολογικών πρακτικών, αυτός ο κόσμος μάς περιμένει.
Ο σκηνοθέτης εξομολογείται πως σε μια υπερχρεωμένη ( για τους πολλούς) Νότια Κορέα, υπήρξε και ο ίδιος θύμα της κρίσης, μαζί με την οικογένειά του. Τότε του γεννήθηκε και η ιδέα της σειράς, που ούτε, βέβαια, ο ίδιος περίμενε ότι θα είχε τόση επιτυχία, όπως και τα “Παράσιτά” του.
Ο ίδιος μιλά για δεύτερη σεζόν της σειράς. Προσωπικά πιστεύω πως δεν πρέπει να υπάρξει, γιατί στο βωμό του κέρδους τις περισσότερες φορές θυσιάζεται μοιραία και η αποδυνάμωση των μηνυμάτων και της πρωταρχικής εικόνας.
Πολύ περισσότερο είμαι επιφυλακτική απέναντι στην καινούρια σειρά του, το “Hellbound”, που φοβάμαι πως αναπαράγει τα συνήθη χολιγουντιανά πρότυπα. Πώς όμως να ζητήσει κανείς από έναν καλλιτέχνη που στερήθηκε το χρήμα και τώρα όλοι οι προβολείς είναι επάνω του να το αρνηθεί, έστω και με κάποιους συμβιβασμούς; Κι αυτό δεν είναι φιλοσοφικό, αλλά καθαρά πρακτικό ερώτημα!
Όσο για τη σειρά του Squid Game, που ακόμα βλέπεται με πάθος, όσοι δεν την είδατε αξίζει να την δείτε. Να συμφωνήσετε, να διαφωνήσετε, να τη συζητήσετε και προπαντός να προβληματιστείτε. Όσο είμαστε απαθείς, παθητικοί δέκτες, το μέλλον μας παίζεται στα ζάρια άλλων. Και το σημαντικότερο: “Το μυαλό είναι ο στόχος…” όπως λέει και η ποιήτρια .