Απόψεις Ιστορία

“Το Βυζάντιο και οι Γότθοι κατά τον 4ο αιώνα” (2ο) γράφει ο Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Το περίφημο ρωμαϊκό δίπτυχο από ελεφαντοστό του 5ου αιώνα. Παριστάνονται προσωποποιημένες
η Ρώμη και η Κωνσταντινούπολη. Βιέννη, Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης

Ο εκχριστιανισμός των Γότθων και ο επίσκοπος Ουλφίλας –  Η ιεραποστολή ως όργανο της διπλωματίας

 Η πολιτική του Κωνσταντίνου Α΄ προς στους Γότθους (313 – 337)

——————–

Αριστοτέλης Αλ. Παπαγεωργίου

Η στάση του Κωνσταντίνου απέναντι στους Γότθους και τα λοιπά βαρβαρικά φύλα, που είχαν εγκατασταθεί στην εγκαταλελειμμένη ήδη από το 271 Υπερδουνάβια Τραϊανή Δακία, παρουσιάζεται διαφοροποιημένη. Στην πρώτη φάση, κατά την περίοδο της συμβασιλείας του με το Λικίνιο, ακολούθησε την αμυντική και οχυρωματική πολιτική των προκατόχων του. Αντιθέτως, στη φάση της μονοκρατορίας του από το 324 έως το 337, πραγματοποιούνται  συντονισμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις για απώθηση ή και υποταγή των βαρβάρων στο κράτος.

Το αναστηλωμένο (1977) μνημείο Tropaeum Traiani στη Ρουμανία

Με την έναρξη του εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στον Κωνσταντίνο και το Λικίνιο το 314 στη Βαλκανική, οι δύο συναυτοκράτορες απέσυραν τις παραμεθόριες δυνάμεις, προκειμένου να ενισχύσουν τα στρατεύματά τους. Τα βαρβαρικά φύλα εκμεταλλεύονται την αναστάτωση που προκαλείται και εισβάλλουν στις νοτιότερες ρωμαϊκές επαρχίες. Οι δύο αντίπαλοι υπό την πίεση της απειλής συμμάχησαν προσωρινά και αντιμετώπισαν από κοινού τα εχθρικά στίφη το 315. Οι Γότθοι αναχαιτίστηκαν επιτυχώς πέρα από το Δούναβη και ο Κωνσταντίνος ανακηρύχτηκε Gothicus Maximus. Κατόπιν προχώρησαν σε μία σειρά εκτεταμένων αμυντικών έργων προς ενίσχυση των βαλκανικών επαρχιών. Σημαντικό μνημείο αυτής της δραστηριότητας αποτελεί η επιγραφή της πόλης Tropaeum Traiani στη Μικρή Σκυθία. Χαράχτηκε σε μία από τις πύλες της πόλης μεταξύ της 18ης Οκτωβρίου 315 και της 26ης Ιουλίου 317 (termini ante και post quem αντιστοίχως)[1].

Συγκεκριμένα καταγράφεται: «Romanae securitatis libertatisq(ue) vindicibus dd. nn. Fl. Val. Constantino et V[al. Licin]ian[o Licinio] piis felicibus aeternis Augg. quorum virtute et providentia edomitis ubique barbararum gentium populis ad confirmandam limitis tutelam etiam Tropeensium civitas auspicato a fundamentis feliciter opere constructa est…». Η επιγραφή συνιστά πολύτιμη μαρτυρία για την εφαρμογή της αμυντικής πολιτικής του Κωνσταντίνου, ένα θέμα για το οποίο οι λοιπές γραπτές πηγές σιωπούν. Πάντα προτάσσεται η πρόθεση για securitas. Ως απώτατο όριο του κράτους ορίζεται το φυσικό limes του Δούναβη. Συνεπώς ο πόλεμος κατά των Γότθων απέβλεπε στο status quo ante, δηλαδή στην απελευθέρωση των βόρειων επαρχιών και την αποκατάσταση της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Ο σκοπός της εφαρμοσμένης στρατηγικής στοχεύει στην edomitio barbararum gentium, την απόκρουση δηλαδή και όχι την υποταγή των βαρβαρικών λαών στην αυτοκρατορία.

Κατάλοιπα του στρατιωτικού αμφιθεάτρου στο Acquincum της ρωμαϊκής Παννονίας. Πρόκειται για τη μετέπειτα πρωτεύουσα των Μαγυάρων Ούγγρων, τη  Βουδαπέστη

Ωστόσο οι προετοιμασίες Κωνσταντίνου και Λικίνιου για την τελική τους αναμέτρηση στο πεδίο της μάχης κοντά στην Αδριανούπολη εξασθένισαν τη σταθερότητα των παραμεθόριων περιοχών. Ήδη το 322 οι Σαρμάτες είχαν εισβάλει στην ανατολική Παννονία (τμήμα τη σημερινής Ουγγαρίας). Ο Κωνσταντίνος επέλασε εναντίον τους και σε μία επιχείρηση μόλις είκοσι ημερών κατόρθωσε να τους αναχαιτίσει πέραν του Δούναβη[2].

Σαρμάτες πολεμιστές. Τμήμα από την απεικόνιση τους σε σπειροειδείς ζώνες στη στήλη του Τραϊανού. Ρώμη 2ος αιώνας

Το χειμώνα του 323 προέβη σε μία ακόμη νικηφόρα εκστρατεία, αυτή τη φορά κατά των Γότθων, οι οποίοι με επικεφαλής  το «βασιλιά» τους Ραυσιμόδο είχαν επιτεθεί εναντίον  της Θράκης και της Μοισίας. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Κωνσταντίνου πραγματοποιήθηκαν σε επαρχίες που είχαν υπαχθεί στην εδαφική επικράτεια του Λικινίου. Οι πηγές παρέχουν συγκεχυμένες πληροφορίες για τα γεγονότα. Ωστόσο θα πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο ότι ο μελλοντικός αυτοκράτορας κατά τη θριαμβευτική του είσοδο στην Κωνσταντινούπολη έσυρε πολλούς γότθους αιχμαλώτους, οι οποίοι είχαν παραδοθεί εκουσίως[3].

Κατάλοιπα του μόνιμου ρωμαϊκού στρατοπέδου στο Viminacium, κοντά στο Κώστολατς της Ανατολικής Σερβίας. Το οχυρό αυτό πόλισμα καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Ούννους του Αττίλα το 440. Ήδη το 410 το τουρκμενικό αυτό φύλο είχε λεηλατήσει βάναυσα τη Ρώμη

Το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα του Κωνσταντίνου κατά την περίοδο της μονοκρατορίας του σημαίνεται από την πολλαπλή αναμόρφωση του κράτους. Με οξυδέρκεια ο θεμελιωτής της νέας αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης χειρίστηκε τις ώριμες ιστορικές συγκυρίες. Ουσιαστικά αποπεράτωσε το έργο που είχε αρχίσει να συντελείται ήδη από την εποχή του Διοκλητιανού (244–311). Αναδιαρθρώνεται το διοικητικό σύστημα, ενισχύεται το στράτευμα, η οικονομία εξυγιαίνεται. Ταυτόχρονα η παγίωση του χριστιανισμού ως επίσημης κρατικής θρησκείας επιβάλλει μία νέα δομή. Το ιδεολογικό πλαίσιο επανακαθορίζει σαφώς την πολιτισμική λειτουργία.

Το νέο αμυντικό δόγμα συνεπάγεται μεταξύ άλλων και την ανοικοδόμηση των παρόχθιων τειχών και τη δημιουργία νέων οχυρωματικών έργων. Ο Δούναβης παραμένει το σταθερό βόρειο limes της αυτοκρατορίας. Ήδη από την εποχή του Αυρηλιανού οι συνεχείς λεηλασίες είχαν οδηγήσει σε βίαιες μετακινήσεις των ρωμαϊκών πληθυσμών, ακόμη και σε εκκένωση των παρίστριων επαρχιών. Σύμφωνα με μαρτυρίες των πηγών[4], ο Κωνσταντίνος θεμελίωσε το 328 μία νέα γέφυρα πάνω από το Δούναβη. Η κατασκευή αυτής της γέφυρας ένωνε τον Οίσκο (Oescus) με το στρατόπεδο της Σουκιδάβας (Sucidava)[5] στην απέναντι όχθη του ποταμού. Ο ίδιος επέβλεπε την αποπεράτωση των εργασιών από τον Οίσκο, όπου ήταν εγκατεστημένος. Με την ολοκλήρωση του έργου ο αυτοκράτορας έκοψε σχετικό  αναμνηστικό medallion. Η κρατική προπαγάνδα αποτυπώνεται εδώ με ενάργεια στις παραστάσεις των δύο όψεων του νομίσματος.

Αναμνηστικό medallion του Κωνσταντίνου από την κατασκευή της γέφυρας το 328 που συνέδεε τον Oescus με τη Sucidava στις όχθες του Δούναβη

Στον εμπροσθότυπο εικονίζεται ο Κωνσταντίνος, ενώ στον οπισθότυπο παριστάνεται η γέφυρα,  όπου στη βάση της κείται ο ίδιος ο ποταμός Δούναβης ανθρωποποιημένος και γιγαντόσωμος. Πάνω στη γέφυρα βαδίζει η Νίκη, η οποία καθοδηγεί ένα ρωμαίο στρατιώτη δείχνοντάς του στην απέναντι όχθη κάποιο βάρβαρο υποτελή που στέκεται γονυκλινής και ικετεύει[6].

Το προγεφύρωμα της μεγάλης λίθινης γέφυρας  του Κωνσταντίνου στα βυζαντινά όρια του Δούναβη. Η μαζική κάθοδος των Σλάβων και κυρίως των Βουλγάρων στους προσεχείς αιώνες θα ανακατατάξει την ανθρωπογεωγραφία της περιοχής

Ένα ακόμη σημαντικό έργο στην περιφέρεια εκείθεν του Δούναβη αποτελεί το φρούριο που έχτισε ο αυτοκράτορας απέναντι από το castellum της Transmarisca. Το ονόμασε χαρακτηριστικά Constantiniana Dafne. Ομοίως οχύρωσε και άλλα δύο φρούρια, αυτά της Drobeta και της Dierna, στη «βαρβαρική» όχθη του Δούναβη. Και στις τρεις αυτές οριακές οχυρώσεις εγκατέστησε μόνιμη στρατιωτική δύναμη. Επίσης ανακατασκεύασε το παλαιότερο οδικό δίκτυο του Τραϊανού στην περιοχή και έχτισε ένα πρόσθετο περιτείχισμα μήκους τριακοσίων μέτρων. Είναι σαφές ότι αυτή η εκτεταμένη δραστηριότητα ανοικοδόμησης πρόσθετων οχυρώσεων αποσκοπούσε στην ανάγκη προστασίας των αυτοκρατορικών κτήσεων βορείως του Δούναβη. Ο στόχος της αμυντικής πολιτικής της αυτοκρατορίας ασφαλώς συμπεριελάμβανε και την ανάκτηση περιοχών της παλαιάς Δακίας.

Τα σημαντικότερα φρούρια στην παρόχθια ζώνη του limes του Δούναβη

Το 332 πραγματοποιήθηκε εκ νέου πολεμική επιχείρηση εναντίον των Γότθων. Η εκστρατεία ήταν σύντομη και νικηφόρα. Καθώς προσέκρουαν στην ισχυρή αμυντική ζώνη νοτίως του Δούναβη, οι επιδρομείς επιτέθηκαν αυτή τη φορά εναντίον της γειτονικής φυλής των Σαρματών, που διέμεναν στα δυτικά. Οι τελευταίοι ζήτησαν τη βοήθεια του ρωμαίου αυτοκράτορα, ο οποίος έσπευσε να οργανώσει ένα άρτια εξοπλισμένο στρατιωτικό σώμα, με επικεφαλής το γιο του, καίσαρα Κωνστάντιο. Οι δυνάμεις της αυτοκρατορίας αντιμετώπισαν τους Γότθους μέσα στην περιοχή των Σαρματών, στα βόρεια της Άνω Μοισίας.

Ρουμανία – Ερείπια των ρωμαϊκών οχυρώσεων της Σουκιδάβα σήμερα

Ο καίσαρας στρατοπέδευσε στη Μαρκιανούπολη της Κάτω Μοισίας. Τελικά η νίκη των Ρωμαίων εναντίον των Γότθων επισφραγίστηκε με μία συνθήκη ειρήνης, η οποία επρόκειτο να καθορίσει στο εξής τις σχέσεις των δύο αντιπάλων. Έθετε τις βάσεις για τη διαμόρφωση νέων δεδομένων, τουλάχιστον μέχρι την οριστική αποχώρηση των Βησιγότθων από τη χερσόνησο του Αίμου και τη μετοίκησή τους στη Δύση.

Ρωμαϊκό ψηφιδωτό της αρχαίας Μαρκιανούπολης, στη σημερινή Devnya της Βουλγαρίας

Οι όροι της βυζαντινογοτθικής συνθήκης του 332 προέβλεπαν μεταξύ άλλων: 1) την εγκατάσταση των Βησιγότθων στην Transdanubia Dacia Traiana, που οι ρωμαίοι υπήκοοί της ήδη από το 271 είχαν εγκαταλείψει και 2) το κυριότερο τη στρατολόγηση των Γότθων στο ρωμαϊκό στρατό με αντάλλαγμα την καταβολή τακτικών χρηματικών επιδομάτων. Ο ιστορικός Ιορδάνης παραδίδει το βασικό όρο του foedus του 332, που δύναται πλέον να θεωρηθεί ως pax fermata (συνθήκη οριστική και τελεσίδικη): «Gothorum interfuit operatio, qui foedus inito cum imperatore guadraginta suorum milia illi in solacio contra gentes varias intulere. Quorum numerus et militia usque ad praesens in re publica nominatur, id est foederati»[7].Δημιουργείται δηλαδή η εντύπωση ότι ο θεσμός των φοιδεράτων (foederati>foedus) κατοχυρώθηκε νομικά και άρχισε να εφαρμόζεται στην εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου.

Αναμνηστικό νόμισμα από την κατασκευή του φρουρίου της Κωνσταντινιανής Δάφνης στο Δούναβη. Στην όψη εικονίζεται ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Μέγας. Στον οπισθότυπο παρστάνεται η Νίκη ως οδηγήτρια και στην απέναντι όχθη στέκεται υποταγμένος ένας γονυκλινής βάρβαρος

Όμως ήδη από το δεύτερο αιώνα, όταν είχε πλέον σταθεροποιηθεί ο limes του Ρήνου, η Ρώμη επέλεγε (ή και αναγκαζόταν) να συνάπτει συνθήκες με έθνη που κατοικούσαν στα όρια του κράτους, ώστε να διασφαλίζει ένα ισχυρό προκάλυμμα άμυνας στην παραμεθόρια ζώνη. Στους όρους των συνθηκών ρητά αναγνωριζόταν η εδαφική ακεραιότητα αυτών των κρατικών μορφωμάτων και η παραχώρηση ημιαυτονομίας στους πληθυσμούς τους. Ταυτόχρονα προβλεπόταν  η υποχρεωτική στρατολόγηση των κατοίκων, ώστε να παρέχουν προστασία στο κράτος από τις επιδρομές άλλων βαρβαρικών φύλων. Επρόκειτο κατ’ ουσίαν για ημιαυτόνομα «κρατίδια» σε σχέση πελατειακή προς το ρωμαϊκό κράτος.

Γοτθικές αετόμορφες περικνημίδες. Από τόν περίφημο θησαυρό Petrossa. Βουκουρέστι, Εθνικό Μουσείο Ρουμανικής Ιστορίας

Πάντως ο Κωνσταντίνος εφάρμοσε έναν εναλλακτικό τύπο foedus. Επρόκειτο για ριζική μεταβολή. Σε δύο κυρίως σημεία είναι εμφανής η αλλαγή νοοτροπίας απέναντι στους βαρβάρους, όπως τουλάχιστον αυτά οριοθετούνται και στη συνθήκη του 332:

1) Ο θεσμός των foederati αποκτά νέο νόημα. Τη στιγμή που οι δυνάμεις του αρχαίου κόσμου ανασυντάσσονται υπό το βάρος των νέων ιστορικών συνθηκών, η Ρώμη τείνει να εγκαταλείψει έμπρακτα – χωρίς ποτέ να το αποποιηθεί θεωρητικά – το όραμα του orbis terrarium. Το αξίωμα για παγκόσμια κυριαρχία αποδεικνύεται ανεδαφικό. Η εξωτερική πολιτική που υιοθέτησε ο Κωνσταντίνος φάνηκε ότι οδήγησε το γοτθικό ζήτημα στην οριστική του επίλυση. Ο νέος σχεδιασμός βασιζόταν στη διορατικότητα και την ορθολογική διαχείριση. Προέβλεπε την ειρηνική διείσδυση των βαρβαρικών πληθυσμών στο κράτος και τη σταδιακή αφομοίωση τους. Συνεπώς και ο θεσμός των φοιδεράτων, παλαιά πρακτική δοκιμασμένης αποτελεσματικότητας, αναπροσαρμόστηκε στα  νέα δεδομένα[8].

Κράνος Βησιγότθου πολεμιστή

2) Στο εξής παγιώνεται η καταβολή ετήσιων επιδομάτων – σε solidi ή αργότερα σε λίτρες χρυσίου – του κράτους προς τους βαρβάρους. Ενώ δηλαδή σε παλαιότερες περιόδους τα συμμαχικά βαρβαρικά έθνη απαλλάσσονταν απλώς από το φόρο υποτέλειας προς το κράτος, στις μεταγενέστερες συνθήκες ορίζεται η τακτική πλέον καταβολή «αποζημίωσης» ή «επιδόματος» στους φοιδεράτους, στα ίδια πρότυπα που καταβαλλόταν ετήσιος μισθός στον επίσημο αυτοκρατορικό στρατό των συνόρων, τους limitanei. Τα χρηματικό ύψος των ετήσιων επιδομάτων, των επονομαζόμενων ως annonae foederaticae, ορίζονταν με βάση το πλήθος των στρατεύσιμων φοιδεράτων. Συνισταμένη επομένως αυτής της κρίσιμης μεταβολής στην αμυντική πολιτική του κράτους είναι η δημιουργία ενός νέου τύπου συμμαχίας, της foederatio. Για πρώτη φορά εμφανίζεται ο γεωγραφικός όρος Gothia για την περιοχή της Υπερδουνάβιας Τραϊανής Δακίας, στην οποία εγκαθίστανται νόμιμα πλέον και κατόπιν συμφωνίας οι Γότθοι εντός των ορίων του ρωμαϊκού κράτους. Το βαρβαρικό ζήτημα αντιμετωπίζεται ρεαλιστικά, πέρα και πάνω από μακρόπνοους σχεδιασμούς και επεκτατικές βλέψεις. Σε αυτή τη μεταβατική φάση η ιστορική αναγκαιότητα υπαγορεύει την εξωτερική πολιτική που ασκείται, έστω και πειραματικά. Οι Γότθοι συμμετέχουν ενεργά στην άμυνα του κράτους ως υποτελείς διατηρώντας ταυτόχρονα την ημιαυτονομία τους. Η χερσόνησος του Αίμου διασφαλίζεται στο εξής από τις βαρβαρικές επελάσεις. Το καθεστώς των διεθνών σχέσεων μετασχηματίζεται.

Οι εσχατιές του βυζαντινού κράτους στη Βαλκανική Χερσόνησο. Φυσικό όριο ο Δούναβης. Αυτά ακριβώς τα εδάφη επιχειρούσε πάση θυσία να διατηρήσει ακέραια η αυτοκρατορία, να τα αφήσει αλώβητα από τις ορδές των βαρβάρων. Σήμερα, με τη μεταβολή του συσχετισμού δεδομένων στη γεωγραφία και την πολιτική, ο ίδιος αυτός ποταμός χωρίζει εδάφη και ενώνει κράτη. Στη φωτογραφία νοτίως το Ρούσε (Ruse) της Βουλγαρίας και απέναντι προς βορρά, μετά τη γέφυρα του Δούναβη, το Τζιούρτζιου (Giurgiu) της Ρουμανίας στην ιστορική Νότια Βλαχία

———————–

Σημείωση Φαρέτρας: Το 1ο μέρος μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ.

Το 3ο από τα δέκα μέρη της εργασίας θα αναρτηθεί την ερχόμενη Κυριακή 9 Μαίου.

————————–

[1]               Το πλήρες κείμενο της επιγραφής διασώζεται στο Corpus Inscriptionum Latinarum (CIL), III 13734 .

[2]               Για το αναμνηστικό νόμισμα που κόπηκε προς τιμή της νίκης του Κωνσταντίνου βλ. Clark (1999, 31).

[3]               Χρυσός ό.π (1972, 48 κε).

[4]               Πρβλ. Θεοφάνη (σ. 28, 19): «Τούτῳ τῷ ἔτει Κωνσταντῖνος ὁ Εὐσεβὴς τὸν Δανοῦβιν περάσας γέφυραν ἐν αὐτῷ λιθίνην πεποίηκε καὶ τούς Σκύθας ὑπέταξεν». Ομοίως βλ. Κεδρηνό (σ. 517): «Καὶ αὐτὸς τὸν Δάνουβιν περάσας γέφυραν ἐν αὐτῷ λιθίνην πεποίηκε καὶ τούς Σκύθας ὑπέταξεν» αλλά και το Πασχάλιο Χρονικό: «Κωνσταντῖνος ὁ Εὐσεβὴς πλειστάκις τὸν Δανοῦβιν ἐπέρασεν καὶ γέφυραν ἐν αὐτῷ λιθίνην πεποίηκε». Προφανώς οι μαρτυρίες των χρονικογράφων αλληλοεπικαλύπτονται, καθώς κάθε επόμενος αξιοποιεί ως πηγή του τον προγενέστερο.

[5]               Ο αρχαίος Oescus βρίσκεται στα σημερινά βουλγαρικά εδάφη ενώ η  Sucidava κοντά στο Celeiu της Ρουμανίας.

[6]               Στο κλασικό άρθρο του Andreas Alföldi, “Die Donaubrücke Constantins des grossen und verwandte historische Darstellungen auf Spätrömischen Münzen” (Zeitschrift für Numismatik, 36, 1926, σ. 162, Πίνακας IX) παρατίθεται σχεδιαγραφική αναπαράσταση του συγκεκριμένου medallion. Βλ. σχετικά Clark (1999, 44) και Χρυσός (1972, Πίνακες 3 & 4).

[7]               Ιορδάνης, 21, 112

[8]               Χαρακτηριστικά ο Χρυσός ό.π (1972, 74) τονίζει ότι «η λύσις αυτή δεν είναι νομική λύσις και επομένως δεν αποτελεί νομικόν νεωτερισμόν. Ο Κωνσταντίνος δε δημιουργεί ius novum αλλά την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος υποτάσσει την αναγκαιότητα εις την δυναμικότητα της αυτοκρατορίας του».

banner-article

Ροη ειδήσεων