Απόψεις Κόσμος

“Το ρίσκο του Ερντογάν – Γιατί ο κουρδικός εφιάλτης τον οδήγησε στη Συρία” γράφει ο Δημήτρης Μηλάκας

Κοιτάζοντας κάποιος στον χάρτη την «υγειονομική ζώνη» που σκοπεύει να δημιουργήσει με τη δύναμη των όπλων ο Ταγίπ Ερντογάν στη βόρεια Συρία και κατά μήκος (500 χιλιόμετρα) των τουρκικών συνόρων πιθανότατα θα δυσκολευτεί να κατανοήσει το μεγάλο ρίσκο που ανέλαβε ο Τούρκος Πρόεδρος.
Αν, ωστόσο, λάβει υπόψη την εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού στην εν λόγω περιοχή, καθώς και την ύπαρξη του αυτόνομου ιρακινού Κουρδιστάν στα ανατολικά αυτής της ζώνης, τότε μπορεί ίσως να αντιληφθεί τι ακριβώς οδήγησε στην τουρκική εισβολή στη Συρία.

Ο πόλεμος στη Συρία έφερε στο προσκήνιο τον εφιάλτη της Τουρκίας, που δεν είναι άλλος από τη δημιουργία ενός κουρδικού κράτους στα νότια σύνορά της. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα πυροδοτούσε τα ζωντανά αλυτρωτικά αισθήματα των συμπαγών κουρδικών πληθυσμών στη νοτιοανατολική Τουρκία δημιουργώντας καταστάσεις που ενδεχομένως θα οδηγούσαν στον ακρωτηριασμό της.

Η ύπαρξη του αυτόνομου Κουρδιστάν στο πλαίσιο του Ιράκ ήταν κάτι που η Άγκυρα θα μπορούσε ίσως να αποδεχτεί. Η δημιουργία ωστόσο αυτόνομων κουρδικών «καντονιών» κατά μήκος των τουρκοσυριακών συνόρων, ως αποτέλεσμα της επιχείρησης εκθρόνισης του καθεστώτος Άσαντ, ήταν για την Άγκυρα «κόκκινη γραμμή», πίσω από την οποία θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ο Ερντογάν συσπείρωσε το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων και την τουρκική κοινωνία.

Η ύπαρξη ενός σθεναρού και βιώσιμου κουρδικού κράτους υπήρξε στρατηγική επιδίωξη τόσο της Ουάσιγκτον όσο και του Τελ Αβίβ. Στη βάση αυτής της στρατηγικής άλλωστε οικοδομήθηκε η ευρεία αυτονομία του ιρακινού Κουρδιστάν.
Στο επίπεδο των τακτικών κινήσεων που απαιτούσε ο πόλεμος κατά του Άσαντ (και των Ρώσων και Ιρανών συμμάχων του) οι ΗΠΑ επένδυσαν στην υποστήριξη των αξιόμαχων κουρδικών πληθυσμών στη βόρεια Συρία. Με την αμερικανική επιμελητειακή και άλλη υποστήριξη προέκυψαν στη βόρεια Συρία οι αυτόνομες περιοχές των Κούρδων, οι οποίες δημιούργησαν έναν διάδρομο που ενώνει το ιρακινό Κουρδιστάν με τη Μεσόγειο θέτοντας τις βάσεις για την ύπαρξη ενός ισχυρού νέου κράτους στην περιοχή.

Τα νέα δεδομένα
Παρά, ωστόσο, την αμέριστη ανοιχτή αμερικανική υποστήριξη, καθώς και την ουσιαστική αλλά λιγότερο θορυβώδη παροχή υπηρεσιών του Ισραήλ, η εμφάνιση ενός νέου αμερικανικού προτεκτοράτου στην περιοχή ήταν αναμενόμενο να συναντήσει αντιδράσεις:
1. Η Τουρκία σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να δεχτεί αμαχητί τη δημιουργία ενός εκ των πραγμάτων εχθρικού κράτους στα νότια σύνορά της.
2. Η Συρία του Άσαντ προφανώς δεν θα αντιδρούσε όσο αυτό ήταν δυνατόν προκειμένου να υπερασπιστεί εδάφη τα οποία ανήκουν στο συριακό κράτος.
3. Η Ρωσία (σύμμαχος του Άσαντ) προφανώς δεν θα ήθελε να δημιουργηθεί ένα ισχυρό αμερικανικό προτεκτοράτο στην περιοχή.
4. Το Ιράν (σύμμαχος του Άσαντ), για προφανείς επίσης λόγους, δεν θα ήταν ικανοποιημένο με την ύπαρξη ενός μεγάλου Κουρδιστάν.

Απέναντι σε όλους αυτούς η αμερικανική αυτοκρατορία επέλεξε να αναδιπλωθεί, καθώς ο «αυτοκράτορας» Τραμπ είναι υποχρεωμένος, ειδικά το επόμενο διάστημα, να εργαστεί και για την επανεκλογή του. Η εγκατάλειψη των Κούρδων ήταν φυσικό επακόλουθο μιας συνηθισμένης κυνικής επιλογής, όπως άλλωστε μπορεί να δει κάποιος κοιτάζοντας την ιστορία της αμερικανικής αυτοκρατορίας και των Προέδρων της…

Το κενό που δημιούργησαν η αμερικανική αποχώρηση και η εγκατάλειψη των Κούρδων έσπευσαν να καλύψουν οι τουρκικές δυνάμεις, οι οποίες επιχειρούν στη βόρεια Συρία με έναν προφανή – αν και όχι διακηρυγμένο – στόχο: την αλλοίωση της εθνολογικής σύστασης του πληθυσμού στη βόρεια Συρία κατά μήκος (500 χιλιομέτρων) των τουρκοσυριακών συνόρων.

Η εξόντωση των Κούρδων μαχητών, η εκδίωξη των αμάχων και σε επόμενη φάση η εγκατάσταση στις εν λόγω περιοχές προσφύγων από τη Συρία, οι οποίοι βρίσκονται σήμερα στην Τουρκία, είναι το μεγαλεπήβολο τουρκικό σχέδιο.

Σ’ αυτό το παιχνίδι ωστόσο ο Ερντογάν δεν παίζει μόνος. Μετά την (εν μέρει) αποχώρηση των Αμερικανών από το πεδίο, ο μεγάλος παίκτης είναι η Ρωσία, που ως σύμμαχος του Άσαντ είναι σε θέση να φρενάρει και να περιορίσει τους στόχους της τουρκικής εισβολής. Η τοποθέτηση των Κούρδων κάτω από την ομπρέλα του συριακού κράτους, δηλαδή του Άσαντ και κατ’ επέκταση του Πούτιν, δημιουργεί κάποια νέα δεδομένα:

● Οι Κούρδοι εγκαταλείπουν προσωρινά το όνειρο του μεγάλου και ισχυρού Κουρδιστάν.
● Ο Άσαντ ανακτά την κυριαρχία σε εδάφη που εγκατέλειψαν οι Αμερικανοί ως πάτρωνες των αυτόνομων κουρδικών περιοχών.
● Ο Ερντογάν μπορεί να ικανοποιηθεί από το γεγονός ότι οι Κούρδοι στη βόρεια Συρία βρίσκονται υπό τον έλεγχο του Άσαντ.
● Ο Πούτιν μπορεί να εμφανίζεται ως ο αληθινός μαέστρος που κατευθύνει τις εξελίξεις στην περιοχή.

Διδάγματα για την Αθήνα
Αν απ’ όλα αυτά προκύπτουν κάποια διδάγματα τα οποία ίσως θα έπρεπε να απασχολήσουν την ελληνική κυβέρνηση και γενικότερα το πολιτικό σύστημα στη χώρα:
1. Οι Κούρδοι – ενδεχομένως μη έχοντας και πολλές επιλογές – προσέφεραν τα πάντα στον Τραμπ. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν εμπόδισε τον Αμερικανό Πρόεδρο να τους εγκαταλείψει εξυπηρετώντας είτε το δικό του πολιτικό συμφέρον είτε της χώρας του.
2. Ο Ερντογάν, έχοντας προσδιορίσει με σαφήνεια τα συμφέροντα της χώρας του, φρόντισε να είναι σε θέση να τα προασπίσει / επιβάλει αδιαφορώντας για το αν αυτό προσκρούει ακόμη και στις αμερικανικές αυτοκρατορικές επιδιώξεις.

Στην Αθήνα, ωστόσο, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση δεν φαίνεται να δίνουν προσοχή στις δραματικές εξελίξείς στην περιοχή. Τόσο η Ν.Δ. όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν πως έχουν κάνει το χρέος τους για τη διασφάλιση των συμφερόντων της χώρας παραδίδοντας τα πάντα (νέα ελληνοαμερικανική συμφωνία για τις βάσεις) στους Αμερικανούς. Προφανώς πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ τους «αγαπούν» περισσότερο από τους Κούρδους ή ότι ο Ερντογάν, όταν «καθαρίσει» με όποιον τρόπο στη βόρεια Συρία, θα «χορτάσει» και δεν θα στραφεί δυτικότερα, στην Κύπρο και το Αιγαίο.

topontiki

banner-article

Ροη ειδήσεων