Όταν η Πίστη και η Φύση συλλειτουργούν… Μεσημέρι Μεγάλης Παρασκευής στη Μονή Καλλίπετρας
Δήμητρα Σμυρνή
« Η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα» γράφει ο Σολωμός για την Άνοιξη και τον Απρίλη της, κι εκεί πλάι στο ποτάμι, τον Αλιάκμονα, η Άνοιξη ορμητική έστησε σήμερα, μεσημέρι Μεγάλης Παρασκευής, «το κράτος και την εξουσία» της!
Η Μονή της Θεοτόκου της Καλλίπετρας, χτισμένη ψηλά, πάνω απ’ την όχθη του ποταμού, κυλάει τις προσευχές της πίστης της παράλληλα με τα νερά του, κάνοντας την Πίστη και τη Φύση να συλλειτουργούν αρμονικά.
Για τον επισκέπτη του Μοναστηριού εκείνο που πρώτο τον υποδέχεται είναι η απόλυτη σιωπή, πρόδρομος της κατάνυξης που χτίζεται βήμα το βήμα και στο τέλος τον συνεπαίρνει.
Η Πλατυτέρα ανοίγει τα χέρια της στην πύλη του σα ζεστή αγκαλιά και σε υποβάλλει με την παρουσία της. Αισθάνεσαι πως εδώ σε περιμένει κάτι διαφορετικό, χωρίς να μπορείς να εξηγήσεις το γιατί…
Μεγάλη Παρασκευή σήμερα, μεσημέρι πλημμυρισμένο από φως, και τα κελιά των μοναχών με κλειστές τις πόρτες τους. Στον αυλόγυρο δυο μικρές καμπάνες διαγράφονται με πίσω τους μια μεγαλύτερη, δεμένη σ’ ένα δέντρο, με φόντο το ποτάμι.
Προχωρούμε στο Ναό. Ο Επιτάφιος, στολισμένος με λουλούδια που αφήνουν μεθυστική ευωδιά, περιμένει την περιφορά του. Θ’ ακουστεί και πάλι το « Ω Γλυκύ μου Έαρ» κι η υμνωδία θα γίνει πρέσβειρα της πίστης, αλλά και της ελπίδας μέσα από το θρήνο.
Ο ναός είναι μισοσκότεινος. Περιμένει, περιμένει τη στιγμή της λειτουργίας. Πίσω από τις κόκκινες κουρτίνες του γλιστράει διστακτικά το φως, παίζοντας με το αχνό φως των καντηλιών και των κεριών.
Κάτω από την εικόνα της Παναγίας αστράφτουν τα τάματά της, υμνώντας τη χάρη της. Λιγοστά τα ταπεινά της στασίδια κρύβονται στο μισοσκόταδο… Ατμόσφαιρα υποβλητική… Λείπει μόνο ο ήχος, όμως κι αυτόν τον πλάθει η φαντασία και η μνήμη, ξέροντας ακριβώς πώς θα είναι το βράδυ. Δε μπορεί να είναι αλλιώς. Η απόλυτη κατάνυξη…
Ο Ηγούμενος της Μονής, ο πατέρας Παλαμάς, ένας άνθρωπος που ταυτίστηκε με τη Μονή, επιτελώντας ένα έργο που προκαλεί το θαυμασμό των πιστών της και την αγάπη τους για το πρόσωπό του – γιατί είχε να παλέψει με πολλές αντίξοες συνθήκες, κατακτώντας βαθμιαία τους στόχους του- μας μιλά για την ιστορία της, που ξεκινά πριν από το 1100, σταματώντας στις μαρτυρικές στιγμές της σφαγής των μοναχών της, και στην τελευταία πυρκαγιά που αντιμετώπισε.
Ο ανυστερόβουλος εθελοντισμός που στηρίζει τη Μονή χωρίς καμιά άλλη βοήθεια, είτε με δωρεές είτε με προσωπική δουλειά εργατών, αφήνει περιθώρια για μεγαλύτερη ανάπτυξή της στο μέλλον. Ο πατέρας Παλαμάς μάς δείχνει τους καινούργιος υπό διαμόρφωση χώρους της Μονής, οι οποίοι διακρίνονται για την υψηλή τους αισθητική που σέβεται την παράδοση, αλλά και για τη γνώση και την άρτια τεχνική των κατασκευαστών της.
Στο προαύλιο οι λιγοστοί επισκέπτες, καθώς είναι βαθύ μεσημέρι, μας αποχαιρετούν με τον Ηγούμενο και τον πατέρα Θεοδόσιο, που τυλίγει την αναστάσιμη λαμπάδα μας. Περνώντας η ώρα οι επισκέπτες θα πληθύνουν, καθώς οι πιστοί της Μονής είναι πολλοί και η ακτινοβολία του πατέρα Παλαμά που την εκπροσωπεί πολύ μεγάλη.
‘Ένα ξύλινο παγκάκι, που αγναντεύει μόνο του το ποτάμι, είναι η τελευταία εικόνα από το Μοναστήρι, καθώς ανηφορίζουμε από την όχθη του Αλιάκμονα για τη Βέροια…
Φωτογραφίες: faretra.info