Περισσότερο διαβασμένα Πολιτισμός Συνεντευξεις

Σούλης Λιάκος. Όταν η έµπνευση… «εφηµερεύει» / συνέντευξη στον Κωστή Χαλάτση

Synenteuxis Liakos Soulis12

Με αφορμή την πρόσφατη (21-3-15) παρουσίαση του Σούλη Λιάκου, από τη Faretra.info, σχετικά με το βιβλίο του “Λογαριασμός Όψεως”, αναδημοσιεύουμε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, παλιότερη συνέντευξη, που μας παραχώρησε με την ιδιότητα του συνθέτη αλλά και του φαρμακοποιού.

Συνέντευξη στον Κωστή Χαλάτση

Δεµένος στο λεπτό και ευαίσθητο σκοινί της έµπνευσης, ανήσυχος και αεικίνητος αναρριχητής στις …κορυφογραµµές του «µέσα του βουνού», ο Σούλης Λιάκος δραπετεύει σε ανύποπτες στιγµές από το φαρµακείο του, και…«ανεµίζοντας τη µπέρτα του» απογειώνεται από τη Βέροια, ως ήρωας άλλης εποχής που σπεύδει να σώσει την οµορφιά του τραγουδιού και άρα όλου του κόσµου!

Σε µια ιδιαίτερα ζεστή και ευχάριστη ατµόσφαιρα, µε πολύ χιούµορ, πολλές µεταφορές και αλληγορικές προσεγγίσεις, µοιραστήκαµε µε τον συντοπίτη µας συνθέτη, δάσκαλο µουσικής αλλά και φαρµακοποιό, έννοιες και προβληµατισµούς πάνω στην µουσική και την σύνθεση, µέσα από τις δικές του οπτικές γωνίες, που είναι τόσο πολυπρισµατικές, που δε θα µπορούσαν να αντανακλούν όλες τις πτυχές του θέµατος µέσα σε µια δίωρη συζήτηση.

Έχετε διανύσει σηµαντικό δρόµο στα µουσικά πράγµατα µε την ιδιότητα του δασκάλου της κιθάρας, αλλά και του συνθέτη.
Τι «κουβαλάτε» στην πλάτη σας και τι στην καρδιά σας κ. Λιάκο, όλα αυτά τα χρόνια;

Αυτό που κουβαλάω στην καρδιά µου είναι το πώς θα µπορέσω να ξαναβιώσω τις παιδικές µου εικόνες. Πώς θα ξαναγίνω παιδί. Επειγόντως (συλλαβιστά και µε έµφαση) πρέπει να επιστρέψω στην παιδική ηλικία! Στην πλάτη µου κουβαλάω όλα τα υπόλοιπα που έχουν µεσολαβήσει από τότε µέχρι τώρα, τα οποία κάποια στιγµή πρέπει να αποτινάξω. Και επειδή, µε έναν φυσικό τρόπο δεν µπορώ να το κάνω αυτό το πράγµα, αναγκαστικά το κάνω µέσα από αφαιρέσεις και µέσα από την τέχνη. Από την άλλη δεν µπορώ να αναιρέσω το γεγονός ότι είµαι τόσο… χρονών – όσο κι αν είµαι.

Πώς αποφασίσατε να ακολουθήσετε το επάγγελµα του φαρµακοποιού;

Μεγάλη κουβέντα!!! Επειδή δεν ήµουν καλός µαθητής στο εξατάξιο τότε Γυµνάσιο και µε κορόιδευε ο Γυµνασιάρχης – µου λέει αν εσύ τελειώσεις την τάδε σχολή σε… πέντε χρόνια, θα έρθεις να µε βρεις, όπου και αν είµαι (γελώντας) και να σου κάνω ένα τραπέζι στη Νάουσα. Αυτό ήταν. Με έπιασε ένα πείσµα… Έβαλα µε τον εαυτό µου σε ένα στοίχηµα. Αντίθετα, ήθελα να κάνω από πάντα µουσική. Κιθάρα, εν προκειµένω. Ηθελα να φύγω Ισπανία, για αυτό το λόγο… φλαµέγκο κλπ.
Βάζω κάτω το χάρτη µε τον πατέρα µου. Μου λέει µακριά είναι, θα χαθούµε και έτσι πήγα στην Ιταλία, να σπουδάσω φαρµακευτική. Και βέβαια µετά ασχολήθηκα µε άλλα πράγµατα.
Στην ουσία, στο… Φορτηγό του Σαββόπουλου (στη δεκαετία του ’60 είχε περάσει από όλη την Ελλάδα και µάζευε κόσµο, ώστε να τους κατεβάσει στην Αθήνα, να κάνουν µουσική καριέρα) είχα ανέβει, όταν ήρθε στη Βέροια, από την Μπαρµπούτα. Αλλά στην Πιερίων κατέβηκα. Ο Νίκος ο Ζιώγαλας δεν κατέβηκε.
Εγώ… λιποτάκτησα. Άνοιξα λοιπόν φαρµακείο στη Βέροια, αλλά ζορίστηκα στην αρχή, γιατί το κατεξοχήν επάγγελµα του φαρµακοποιού δεν είχε κάτι το δηµιουργικό, που να γεµίζει την ψυχή µου – όπως η µουσική, για παράδειγµα. Βέβαια αργότερα ανακάλυψα και αποδέχτηκα την πτυχή της κοινωνικής προσφοράς, του να δίνεις δηλαδή σε µια εφηµερία ή µια διανυκτέρευση, το φάρµακο στον… πονεµένο.
Το άφησα λοιπόν το φαρµακείο, τότε, για 11 χρόνια περίπου και ασχολήθηκα αποκλειστικά – σε αυτή την περίοδο µε την κιθάρα, τη µουσική…

Πότε και πώς ξεκίνησε η σχέση σας µε την κιθάρα;

Κιθάρα άρχισα να παίζω από τα 15 µου, αυτοδίδακτος τότε, επηρεασµένος από το Νέο Κύµα και τα καλλιτεχνικά ρεύµατα της εποχής. Ήταν η ενασχόληση αυτή και ένα επικοινωνιακό εργαλείο κατά την εφηβεία µου. Επειδή δηλαδή ήµουν πολύ ντροπαλός, για να µπορέσω να… εντυπωσιάσω και να πλησιάσω τα κορίτσια, να ενσωµατωθώ στα πάρτι και όλα τα σχετικά, καθόµουν έτσι ώρες ολόκληρες για να µάθω κάποια τραγούδια. Μετά βέβαια ασχολήθηκα πολύ πιο σοβαρά. Ξεκίνησα σπουδές στην κλασική κιθάρα, έκανα 8 χρόνια περίπου, πήρα το πτυχίο της κιθάρας, των θεωρητικών, άρχισα να διδάσκω και µε ιδιαίτερα µαθήµατα και στο Δηµοτικό Ωδείο Βέροιας. Βέβαια δεν ήταν αυτές ισχυρές πηγές βιοπορισµού.

Ισχύει η φήµη ότι το φαρµακείο σας, πίσω από το παραβάν είναι και… µουσικό εργαστήρι;

Πίσω από το παραβάν, το διαχωριστικό κουρτινάκι, είχα τα µηχανήµατα και τα όργανά µου… τον πρώτο δίσκο µου ουσιαστικά τον έκανα εκεί µέσα – «Τη µπέρτα µου ανεµίζω».

Synenteuxis Liakos Soulis2Τελικά µήπως αυτό το κουρτινάκι – διαχωριστικό δυο διαφορετικών χώρων του φαρµακείου αλλά και συνάµα δυο κόσµων του Σούλη Λιάκου, του φαρµακοποιού δηλαδή και του µουσικού, είναι η αποκωδικοποίηση του συµβολισµού της µπέρτας που ανεµίζετε;

(Γελάει δυνατά)… Μπορεί! Μάλλον είναι… ό,τι απέµεινε από τη µπέρτα που ήθελα να φορέσω όταν ήµουν µικρός. Που ήθελα να είµαι ο ήρωας ή ο Πρίγκιπας, που θα έκανε σε έναν ονειρικό χώρο, ό,τι δεν γίνεται στην πραγµατικότητα. Φανταζόµουν τον εαυτό µου σαν έναν ιππότη µε µια µπέρτα, όπως στις ταινίες τις παλιές. Ίσως όµως και ο συµβολισµός που έθεσες να ισχύει στο βάθος.

Μπορείτε όµως να θεωρείτε τον εαυτό σας – και µε τις δύο ιδιότητες και του φαρµακοποιού και του µουσικού… «ιππότη» των πονεµένων!

Αυτό το ανακάλυψα µετά τα 11 χρόνια αποχής µου από το φαρµακείο. Όταν επέστρεψα, κατάλαβα ότι και το φάρµακο, έχει σηµασία ποιος και πως θα το δώσει στον κόσµο. Κάτι ανάλογο συµβαίνει και µε τη µουσική. Δεν είναι τελικά το µυστικό στο φάρµακο αλλά στο να συµπάσχεις µε τον άλλον. Πρέπει να του προσφέρεις και ένα κοµµάτι του εαυτού σου. Το είχα βάλει λοιπόν σαν στοίχηµα, να το πετύχω, στο φαρµακείο: Όσοι φεύγουν, να φεύγουν χαµογελώντας. Η αλήθεια είναι ότι το πέτυχα και ειδικά τα πρώτα χρόνια. Και µε χιούµορ και καλαµπούρι. Πιστεύω πως ήταν το ελάχιστο που µπορούσα να κάνω.

Ποια είναι τα πρώτα ερεθίσµατα έµπνευσης που γίνανε αιτία ή αφορµές για να φτάσετε στη σύνθεση; Είναι τελικά ενδογενή ή εξωγενή αυτά τα ερεθίσµατα;

Αυτά τα ψάχνω ακόµα. Εκπλήσσοµαι διαρκώς µε τον εαυτό µου τον ίδιο, πολλές φορές. Πράγµατα που θεωρούσα ότι είχα κατακτήσει ή όχι, εµφανίζονται ξαφνικά µπροστά µου σα να προέρχονται από κάποιον άλλον άνθρωπο. Όλα είναι χαραγµένα µέσα µας, σε ό,τι αφορά τη δηµιουργία. Ακόµη και αν φτιάξεις κάτι εξωτερικά ορµώµενο – κατά παραγγελία, που λένε – πρέπει να ακουµπάει κάπου µέσα σου για να βγει. Πρέπει να ανιχνεύει µια εσωτερική περιοχή δική σου, για να είναι πραγµατική τέχνη. Αλλιώς είναι µίµηση – δεν είναι τέχνη. Η µίµηση είναι τεχνική.
Το εξωτερικό περιβάλλον λοιπόν χρησιµοποιείται ή ως χώρος προβολής ή για να ερεθίσει αυτό που υπάρχει µέσα µας.

Πόσο εύκολα, δύσκολα, ή και αυτονόητα άνοιξε ο δρόµος για τη δισκογραφία το 1999; Ήταν το αποτέλεσµα µιας δυνατής επώνυµης φιλίας ή µια καλλιτεχνική αναγκαιότητα για τη δικαίωση του ωραίου, που απλά είχε – όπως λέει ο λαός – το τυχερό του;

Από µια εποχή και µετά, ούτως ή άλλως έγραφα. Πως ξεκίνησε αυτό;…Άρχισα τότε να ξανακαλύπτω τον εαυτό µου, το σώµα µου και ό,τι υπήρχε έξω µου, σα να τα έβλεπα για πρώτη φορά. Μια πραγµατική αναγέννηση, δηλαδή, κατ’ ουσίαν. Και µέσα σε αυτή τη διαδικασία επανήλθα και στη µουσική µε την κιθάρα. Θυµάµαι καθόµουν µε την κιθάρα και χτυπούσα µια χορδή – µια νότα. Και έλεγα: Θεέ µου τι µαγικό πράγµα είναι αυτό; Ο ήχος. (αναπαριστά τον ήχο) Τι δόνηση! Τι… «όχηµα»! Και πήρα την κιθάρα – γιατί για κάποια χρόνια την είχα παρατηµένη – και άρχισα µέσα από αυτήν, να στηρίζοµαι στα πόδια µου και να ανακαλύπτω ένα µυστήριο, µια µαγεία! Μου έπαιρνε ώρες ολόκληρες η ενασχόληση. Άρχισα σα µικρό παιδί να µαθαίνω νότες, να πηγαίνω στο δάσκαλο… σιγά – σιγά. Αυτό ήτανε µια ιαµατική κατάσταση για µένα. Ήµουν 30 χρονών τότε. Αυτό προχωρούσε σταδιακά και άρχισα κάποια στιγµή να γράφω και κάποια τραγουδάκια, έκανα και παρέα µε το Νίκο το Ζιώγαλα… Τα έκανα όµως όλα αυτά για να µπω στη διαδικασία της… ιάσης που προανέφερα. Έγραφα, έγραφα, τα άκουγαν κάποιοι φίλοι και µου έλεγαν – και ιδίως η γυναίκα µου – θα κάνεις δίσκο. Και εγώ τους έλεγα τι δίσκο; Ήµουν – µε την καλή έννοια – στον κόσµο µου. Οι άλλοι ενεργοποιήθηκαν και µπήκαν και µε έβαλαν στη διαδικασία και κάναµε τον πρώτο δίσκο. Πήρα και την πιστοποίηση ότι το υλικό µου θα ενδιέφερε τον κόσµο και έτσι προχώρησα στην παραγωγή «Την µπέρτα µου ανεµίζω». Και στο δεύτερο δίσκο «Το µέσα µου βουνό», πάλι η ίδια διαδικασία. Πάλι µπήκα στις εσωτερικές περιοχές και αναζητήσεις µου, όπου εκφραζόµουν γράφοντας και οι άλλοι πάλι µε ώθησαν στη δισκογραφία. Δεν ξεκινάω µόνος να κάνω δίσκο.

Πόσο πρωταγωνιστεί η Βέροια µέσα στο δικό σας πεντάγραµµο; Έχει λόγο, µέσα από τα τραγούδια σας, ο κόσµος της πόλης, τα προβλήµατά του, οι χαρές του, οι λύπες του;
Κάτι ανάλογο έχει κάνει µια – δυο φορές, για παράδειγµα ο Νίκος Ζιώγαλας.

Ο Νίκος το’ χει κάνει. Εγώ όχι τόσο πολύ. Ξεκινάω σε ένα τραγούδι, στο «Λε λε», εν προκειµένω, να µιλάω για την πόλη λιγάκι και φεύγω όµως. Ξεκινάει περιγραφικά αλλά πηγαίνει αλλού. Πάντα θέλω να φεύγω. Είµαι ένα µε την πόλη αλλά πάντα ήθελα να τη δω από ψηλά – πανοραµικά – όχι από µέσα. Κάποιες φορές το έχω πετύχει. Αλλά είµαι εδώ ενσωµατωµένος. Ξέρεις τι ανησυχία έχω για την εµφάνιση της Κυριακής; Ενώ έχω παίξει σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα. Εδώ ανησυχώ πολύ. Νιώθω µεγάλη την ευθύνη, παρόλο που είµαι πανέτοιµος. Το ότι θα παίξω στην πόλη µου µε αγχώνει… Σαν να πρόκειται να περάσω από… ιερά εξέταση αισθάνοµαι. Είναι πολύ αυστηρότερο ίσως το κριτήριο του δικού µου κόσµου, της πόλης µου. Αν και πιστεύω ότι οι περισσότεροι πελάτες µου στο φαρµακείο δεν ξέρουν ότι ασχολούµαι µε τη µουσική.

Τι είναι το «τραγούδι του Γιώργου»; Τι εκφράζετε µέσα από αυτό;

Το τραγούδι αυτό γράφτηκε ξαφνικά επειδή αισθάνθηκα µια µεγάλη απώλεια, τη συγκεκριµένη εποχή. Συγκεκριµένα πως δεν… υπάρχω. Και ταύτισα την κατάστασή µου µε την απώλεια ενός µεγάλου φίλου, του Γιώργου του Κουρτίδη – συµµαθητή και παιδικού µου φίλου. Αισθάνθηκα ότι µπαίνω στο περιθώριο και κανένας πια δε νοιάζεται για µένα, πως µε έχουν ξεχάσει. Οπότε ταυτιζόµενος µε το φίλο µου είπα: «Γιώργο θέλω να σε βγάλω από την αφάνεια. Αν δε σε… σώσω εγώ δε θα σε σώσει κανείς».

Ποια είναι τα περιεχόµενα των δίσκων σας σε συµµετοχές και θεµατολογία;

Ο πρώτος µου δίσκος, «Τη µπέρτα µου ανεµίζω», είναι ουσιαστικά ένας δίσκος προς τους δασκάλους µου.
Οι επιρροές µου, οι σπουδές µου, ό,τι µου άρεσε µέχρι εκείνη την εποχή. Είναι ένα ετερογενές αισθητικό αποτέλεσµα, το οποίο εξέφραζε ό,τι ενσωµάτωσα και αφοµοίωσα µέσα από τη µουσική. Συµµετείχε ο Νίκος Ζιώγαλας, η Μαρία Φωτίου και ο Φώτης Σιµόπουλος, µε ένα τραγούδι.
Ο δεύτερος δίσκος, «Το µέσα µου βουνό», είναι ένας δίσκος, όπου κάνω µια βουτιά µέσα στον εαυτό µου. Εκεί είµαι µόνος µου µε την καταγωγή µου. Τραγουδάει ο Δηµήτρης Ζερβουδάκης και εγώ.

Synenteuxis Liakos SoulisΠιάσατε κορυφές στο… µέσα σας βουνό;

Κάποιες φορές έχω πιάσει. Νύχτα κι όλας(έντονα γέλια). Αλλά είχα και πτώσεις τις περισσότερες φορές. Ωστόσο συνεχίζω να ανεβαίνω. Η ερµηνεία από το Δηµήτρη Ζερβουδάκη προέκυψε µέσα από την υφολογία του υλικού. Ο τρόπος της ερµηνείας, χρειαζόταν αυτή τη φωνή. Αρενοποιηµένη ή λίγο… σκληρή, στο χρώµα.

Synenteuxis Liakos Soulis10Ο τρίτος δίσκος, που έχω αυτόν τον καιρό στα σκαριά και πιστεύω σε δυο – τρεις µήνες να είναι έτοιµος, έχει τραγούδια που προσπαθούσα να γράψω και νόµιζα, πως δεν µπορούσα. Ως συνήθως φώναξα φίλους να τα ακούσουν γιατί δεν ήξερα κατά πόσο είναι καλά. Σαν να έπασχα από έλλειψη κάποιας µουσικής αυτοεκτίµησης! Φοβόµουν ότι παθαίνω µια µουσική… στείρωση! Στον παρόντα δίσκο λοιπόν τραγουδάω 6-7 τραγούδια, η Μαρία Φωτίου ένα, µια νέα κοπέλα η Αλεξία Χρυσοµάλλη, επίσης ένα και η Γλυκερία συµµετέχει µε ένα. Από υφολογικής πλευράς θα έλεγα πως αυτός ο δίσκος δεν έχει ταυτότητα. Έχει…ταυτότητες. Δίνω περισσότερη βάση στο στίχο και κάνω επίτηδες απλές – όχι πολύπλοκες µελλωδίες. Υπάρχουν κοµµάτια που αγγίζουν το παραδοσιακό λαϊκό, το Σµυρνέικο, ακόµη και το ροκ ή άλλα δυτικότροπα ρεύµατα, αλλά ακόµη δεν ξέρω τον τίτλο. Θα κυκλοφορήσει από τη LYRA, µε παραγωγό τον Άγγελο Σφακιανάκη.

Synenteuxis Liakos Soulis9Ποιος είναι για σας ο Νίκος Ζιώγαλας;

Είναι το καλύτερο παιδί που µπορεί να υπάρξει. Πολύ απλός άνθρωπος. Και ενώ ζει χρόνια στο κύκλωµα, παραµένει αµόλυντος και αλώβητος. Διατήρησε τον αυθορµητισµό, την παιδικότητα και την αγνότητά του. Και όλα αυτά, την αγάπη του για τον τόπο του, τους φίλους του, τους συγγενείς – και να δίνεται σε όλους αυτούς – δεν τα συναντάς εύκολα. Είναι το υπόδειγµα το ήθους.

Η Μαρία Φωτίου;

Η Μαρία είναι η… «Θεία Μάρω», του Σαββόπουλου! Είναι ένα αντισυµβατικό πρόσωπο, βοηθάει τους νέους, δε λέει όχι ποτέ, δίνει µουσική στέγη παντού. Είναι µια ιδιαίτερη περίπτωση. Αυτό που µπορώ να της ανταποδώσω, που µε… φιλοξένησε στον πρώτο δίσκο µου είναι η φιλία µου.

Synenteuxis Liakos Soulis7Το βράδι της Κυριακής εµφανίζεστε στην πόλη µας, στο «Μύλο»…
Τι και ποιους θα ακούσουµε;

Θα ακούσουµε γύρω στα 20 δικά µου τραγούδια, κάποια του Νίκου Ζιώγαλα, της Μαρίας Φωτίου και από άλλες τους δουλειές, καθώς και του Αποστόλη Δηµητρακόπουλου, που είναι συνθέτης και το βράδι της Κυριακής θα παίζει µαζί µας κιθάρα.

Ποια είναι η σχέση σας µε το Θεόδωρο Πολυχρονιάδη και τον Όµιλο Φίλων Θεάτρου;

Τον Θόδωρο τον αγαπώ πολύ. Είναι τόσο… αεικίνητος και µε συγκινεί πολύ αυτή η ζωτικότητά του. Έτσι πρέπει να είναι όλοι οι άνθρωποι, όταν βγαίνουν στη σύνταξη. Δηµιουργικοί πάνω από όλα. Αυτός είναι η αιτία της Κυριακάτικης εµφάνισης στο «Μύλο». Με παρέσυρε ο ενθουσιασµός και η επιµονή του. Τόσα χρόνια επιµένει να κάνουµε κάτι, να παρουσιάσουµε τη µουσική µου. Τον αγαπώ και τον ευχαριστώ.

 

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ