Το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα και ο Χριστιανισμός
Tου Πρωτοπρ. π. Γεωργίου Μεταλληνού
Το σχέδιο της συνταγματικής Συνθήκης («Σύνταγμα»)
της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ουδεμία αναφορά κάνει
στον Χριστιανισμό και τις χριστιανικές ρίζες της Ευρώπης. Το σύντομο εδώ σχόλιό μας σ’ αυτό το θέμα αποσκοπεί στο να καταθέσει μίαν άλλη άποψη, συμπληρωματική ή και κριτική των όσων διατυπώνονται τον τελευταίο καιρό από τις χριστιανικές ηγεσίες του ευρωπαϊκού χώρου.
Ομολογώ, ότι ουδεμία έκπληξη δοκίμασα από την είδηση, ότι οι κυβερνώντες σήμερα την Ε.Ε. θεώρησαν ορθό να εξοστρακίσουν τον Χριστιανισμό από το καταρτιζόμενο «Σύνταγμά» της. Όχι διότι είναι θεμιτό να αδιαφορεί κάποιος για το θέμα αυτό, που αγγίζει την ταυτότητα και ουσία της Ε.Ε., αλλά διότι υπάρχουν κατά καιρούς συμβάντα, που μας έχουν πείσει για την ιδεολογία και ποιότητα της ευρωπαϊκής ηγεσίας στην πλειονοψηφία της και για τις διαθέσεις της έναντι του παραδοσιακού θησαυρού της ευρωπαϊκής ηπείρου. Το 1996 λ.χ. ιδρύθηκε το λεγόμενο Μουσείο της (μετακαρλομάγνειας) Ευρώπης, στηριζόμενο κατά την ειδησεογραφία στην ιστορική αρχή του πολυσυζητημένου γάλλου ιστορικού (σπουδαίου κατά τα άλλα) Nτυροζέλ και κατά την ειδησεογραφία διευθυνόμενο (δεν βρέθηκε Χριστιανός!) από έναν Εβραίο.
H δήλωση των διοικούντων το Μουσείο ήταν, ότι δεν έχουν θέση σ’ αυτό ούτε η αρχαία Ελλάδα, ούτε η Ορθοδοξία, διότι τα δύο αυτά μεγέθη (εις πείσμα των δικών μας αρχαιοπλήκτων) πηγαίνουν μαζί… Βέβαια, για τον παπισμό και τους προτεσταντισμούς (προτεσταντικές Ομολογίες) δεν έγινε λόγος, διότι τα μεγέθη αυτά είναι καθαρό δημιούργημα της μετακαρλομάγνειας (εκφραγκευμένης) Ευρώπης, που συνεχίζεται στα όρια της Ενωμένης Ευρώπης του σήμερα. Κάτι χαρακτηριστικό: Στο Κοινοτικό Κτήριο στις Βρυξέλλες υπάρχει ένα άγαλμα. Δεν είναι ούτε του Πλάτωνος, ούτε του Αριστοτέλους, αλλά του Καρλομάγνου! Όταν, λοιπόν, ακούγονται διαμαρτυρίες από τους δικούς μας εκκλησιαστικούς ταγούς, σημαίνει ή ότι αγνοούν τα πράγματα (και την ιστορία) ή μας εμπαίζουν.
Τίποτε από αυτά, βέβαια, δεν θέλω να πιστεύω, αλλά το δίλημμα μένει!
Βέβαια, υπάρχει και μια άλλη Ευρώπη, που μπορεί να περιέχει την πλειονότητα των κατοίκων της, αλλά δεν κυβερνά. Είναι η Ευρώπη, που γνωρίζει τη σημασία του Χριστιανισμού ως θεμελίου και πυλώνας του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αλλά και την σημασία της Ορθοδοξίας. Όταν το 1981 υπεγράφη η ένταξή μας στην Ε.Ε. η γνωστή και έγκυρη γαλλική εφημερίδα Le Monde (Κόσμος) έγραφε με οκτάστηλο: H Χώρα της Φιλοκαλίας εισήλθε στην Ευρώπη! Όλοι ξέρουμε, τί σημαίνει πνευματικά ο όρος Φιλοκαλία, που είναι η πεμπτουσία της ορθοδοξοπατερικής παραδόσεως. Αυτό είναι, λοιπόν, η Ελλάς για την «άλλη» Ευρώπη, αυτή που γνωρίζει ιστορία και έχει πνευματικές ευαισθησίες, αλλά δυστυχώς δεν κυβερνά.
Oι συντάξαντες το κείμενο της «συνταγματικής Συνθήκης» της Ε.Ε. πρέπει εν πρώτοις να είναι ανιστόρητοι, αφού δείχνουν να αγνοούν αυτό, που για τους Βυζαντινολόγους, Έλληνες και Ξένους, είναι κοινοτοπία: H Ευρώπη (η αρχαία Ενωμένη Ευρώπη των οκτώ πρώτων αιώνων) και ο πολιτισμός της στηρίχθηκε σε τρεις πυλώνες: το ρωμαϊκό Κράτος (που θα εκχριστιανιστεί βαθμηδόν), τον ελληνικό (ελληνορωμαϊκό) πολιτισμό και τον Χριστιανισμό. Είναι αδύνατο, συνεπώς, και αδιανόητο συνάμα, να μιλεί κάποιος για Ευρώπη, χωρίς να μνημονεύει και τα τρία αυτά θεμέλιά της. Δεν είναι όμως απλά ανιστόρητοι – μπορεί ως κάποιο σημείο να συμβαίνει και αυτό – αλλά και φορείς του πνεύματος της Γαλλικής Επαναστάσεως και της φυσικής συνέχειάς της (κυοφορήθηκε μέσα σ’ αυτήν – Mπαμπέφ) της Μπολσεβικικής.
Αυτή η Ευρώπη δεσπόζει πολιτικά σήμερα στην Ήπειρό μας. Είναι η Ευρώπη του Διαφωτισμού, και της αθρησκείας και αθεΐας, η Ευρώπη για μας της πολεμικής κατά του θρησκεύματος, της εθνικότητός μας, της γλώσσας μας, των παραδόσεών μας. Είναι η Ευρώπη των εκσυγχρονιστών (όλων των κομμάτων) η Ευρώπη της Νέας Εποχής και της Νέας Τάξεως, της στρατιωτικοπολιτικής εκφράσεώς της.
Από το 1992 περίπου, μετά την πτώση του λεγομένου «υπαρκτού σοσιαλισμού» και την επικράτηση urbi et orbi του πνεύματος της Νέας Εποχής, το παραπάνω τρίπτυχο αντικαταστάθηκε με ένα άλλο που προετοιμάστηκε στη Δύση σ’ ολόκληρη τη διαδρομή της β΄ χιλιετίας. Διότι δεν ήλθε αυτόματα το μεγάλο ρήγμα της Γαλλικής Επανάστασης και των επακολουθημάτων της.
Το νέο τρίπτυχο είναι: Pax Americana, ως παγκόσμια/πλανητική Υπερδύναμη – ανανεωμένος Φραγκοτευτονικός πολιτισμός (Σ. Xάντιγκτον – Nτυροζέλ – Μουσείο) και Πανθρησκεία (για τους θρησκεύοντες). H άθρησκη ή αθεϊστική εκσυγχρονιστική πλευρά (όλων των πολιτικών παρατάξεων) προτιμά την «αθρησκεία» ή «αθεΐα». Δεν περιορίζεται όμως στο μέλλον της Ε.Ε. αλλά με την αντιθρησκευτική μανία της διαγράφει ανιστόρητα και τα πνευματικά θεμέλια της Ευρώπης και μαζί τον Χριστιανισμό. Το επιχείρημα εδώ, ότι ο Χριστιανισμός (όχι η Ορθοδοξία, αλλά ο παπισμός και προτεσταντισμός) αιματοκύλισαν την Ευρώπη επί σειρά αιώνων (μέχρι σήμερα στην Ιρλανδία) δεν νομιμοποιεί την μη αναφορά του Χριστιανισμού στους πρώτους αιώνες του αποστολικού και πατερικού πνεύματος και της συμβολής της Ορθοδοξίας στον εκχριστιανισμό της ευρωπαϊκής ηπείρου και κυρίως των σλάβων της κεντρικής Ευρώπης (Mitteleuropa της γερμανικής πολιτικής).
H αναφορά, λοιπόν, του Χριστιανισμού, μαζί με την ρωμαϊκότητα και την ελληνικότητα, στα θεμέλια της Ευρώπης, θα φανέρωνε σεβασμό (και καλή γνώση) της Ιστορίας, μολονότι δεν θα έπρεπε να ικανοποιήσει εμάς τους Ορθοδόξους.
Διότι και αν υπήρχε η αναφορά στον Χριστιανισμό, εγείρεται το ερώτημα: Ποια σχέση έχει ο μετακαρλομάγνειος ευρωπαϊκός Χριστιανισμός με την αποστολικοπατερική παράδοση και τη συνέχειά της, την Ορθοδοξία των Αγίων μας; H αόριστη, συνεπώς αναφορά στον Χριστιανισμό θα ικανοποιούσε τον δυτικό Χριστιανισμό σε όλο το φάσμα του, όχι όμως και την Ορθοδοξία. Όταν, λοιπόν, οι κατά τόπους εκκλησιαστικές Ηγεσίες μας αγωνίζονται για την συμπερίληψη της αναφοράς στον Χριστιανισμό στο ετοιμαζόμενο ευρωπαϊκό «Σύνταγμα», κυρίως τον Παπισμό στηρίζουν και τους Προτεσταντισμούς της Ευρώπης. Και ίσως μεν βρεθεί τελικά τρόπος να συμπεριληφθεί μία αναφορά στον Χριστιανισμό στο υπό ψήφιση κείμενο.
Oι Ορθόδοξοι όμως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η αναφορά δεν θα αφορά στην αποστολικοπατερική Ορθοδοξία, αλλά στον «χριστιανισμό», που θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της εκσυγχρονιστικής (γράφε: νεοεποχίτικης) ευρωπαϊκής πολιτικής Ηγεσίας. Θα έπρεπε, λοιπόν, να χαίρουμε, που η Ηγεσία της Ευρώπης αποκαλύπτει το αληθινό πρόσωπό της, εκτός και αν η αγωνία μας συνδέεται με τον φόβο απώλειας υπαρκτών ή προσδοκώμενων προνομίων, κάτι που αποδεικνύει την αντιαποστολικότητα και αντιπατερικότητά μας. Έτσι εξηγείται και η Βατικανολαγνεία μας τελευταία.
Προσκολλώμεθα στην κοσμική δύναμη του Βατικανού, για να γλύψουμε κι εμείς ένα κόκαλο από την θεσμικά κατοχυρωμένη εξουσία. Ο καυγάς, συνεπώς, είναι καθαρά κοσμικός και γίνεται – όχι για την Ορθοδοξία – αλλά «για το πάπλωμα».