Κόσμος Πολιτισμός

Μπριζίτ Μπαρντό: Από σύμβολο της γαλλικής κουλτούρας στην αγκαλιά της ακροδεξιάς – Το σκοτεινό είδωλο μίας σταρ που έχασε το δρόμο

Από το 1973 που εγκατέλειψε τον κινηματογράφο – στο απόγειο της δόξας της – η Μπριζίτ Μπαρντό φρόντισε να γκριζάρει όσο μπορούσε τη λαμπερή εικόνα της παγκόσμιας σταρ, με το «μαύρο» των σκοταδιστικών, ρατσιστικών απόψεών της

Από  topontiki.gr 

Και όσο κι αν υποκλίνεται κανείς στη «θεϊκή ομορφιά» το ταλέντο της και τον πόνο της απώλειας ενός ανθρώπου που άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα στον κινηματογράφο, δεν μπορεί να παραβλέψει τις σκοτεινές πλευρές μίας προσωπικότητας, που συνέβαλε σε αυτό που είναι σήμερα η γαλλική ακροδεξιά και στην καλλιέργεια του μίσους που διατρέχει σημαντικό μέρος της γαλλικής κοινωνίας, για τους «ξένους», τους «διαφορετικούς» και τους «αδύναμους».

Η δημόσια εικόνα της Μπριζίτ Μπαρντό τα τελευταία χρόνια 30 χρόνια χαρακτηρίστηκε από μια μακρά πορεία προς τον εξτρεμισμό, με σκληρή ξενοφοβική ρητορική, ισλαμοφοβία, ομοφοβία και απροκάλυπτη στήριξη της γαλλικής άκρας δεξιάς. Ήταν τόσο ακραία η εκδήλωση αυτών των απόψεων, που δεν προκάλεσε απλώς την απέχθεια μεγάλους μέρους της κοινής γνώμης, αλλά συνοδεύτηκε από επανειλημμένες καταδικαστικές αποφάσεις της γαλλικής Δικαιοσύνης.

Η περίπτωση της Μπριζίτ Μπαρντό δεν αφορούσε απλώς μια πρώην σταρ με ακραίες απόψεις, αλλά ένα δημόσιο πρόσωπο που έχει μετατραπεί σε σταθερό ιδεολογικό σύμμαχο της γαλλικής ακροδεξιάς, με λόγο που έχει επανειλημμένα κριθεί ποινικά κολάσιμο.

Οι ακροδεξιές τοποθετήσεις και οι ύμνοι στους Λε Πεν

Η πολιτική μετατόπιση της Μπριζίτ Μπαρντό προς την άκρα δεξιά δεν αποτελεί ούτε πρόσφατο φαινόμενο ούτε προϊόν παρερμηνείας. Αντιθέτως, διαμορφώνεται εδώ και δεκαετίες μέσα από δημόσιες δηλώσεις, γραπτά κείμενα και απροκάλυπτη πολιτική στήριξη προς το Εθνικό Μέτωπο και τους ηγέτες του, Ζαν-Μαρί Λε Πεν και Μαρίν Λε Πεν.

Ήδη από τη δεκαετία του 1990, η Μπαρντό είχε αρχίσει να υιοθετεί ρητορική περί «παρακμής της Γαλλίας», «αλλοίωσης της εθνικής ταυτότητας» και «απειλής από τη μετανάστευση», θέσεις που συνέκλιναν ανοιχτά με τον ιδεολογικό πυρήνα του Εθνικού Μετώπου. Η σχέση της με τον Ζαν-Μαρί Λε Πεν δεν υπήρξε απλώς ιδεολογική- η ίδια τον παρουσίαζε ως πολιτικό που «λέει αλήθειες που οι άλλοι φοβούνται», απορρίπτοντας τις κατηγορίες περί ρατσισμού ως προϊόν «πολιτικής ορθότητας».

Με την ανάληψη της ηγεσίας του κόμματος από τη Μαρίν Λε Πεν, η στήριξη της Μπαρντό όχι μόνο συνεχίστηκε, αλλά έγινε πιο προσωπική και συμβολικά φορτισμένη. Σε δημόσιες δηλώσεις της, η ηθοποιός χαρακτήρισε τη Λεπέν «Ιωάννα της Λωραίνης του 21ου αιώνα», αποδίδοντάς της ρόλο εθνικής σωτήρα που μάχεται ενάντια σε «διεφθαρμένες ελίτ», «μετανάστευση» και «πολιτισμική υποταγή». Πρόκειται για έναν χαρακτηρισμό με βαρύ ιστορικό και εθνικιστικό φορτίο, ο οποίος εντάσσει τη Λεπέν σε μια αφήγηση εθνικής αναγέννησης, κεντρική στην ακροδεξιά ρητορική.

Η Μπαρντό έχει στηρίξει επανειλημμένα τη Μαρίν Λε Πεν σε προεδρικές αναμετρήσεις, δηλώνοντας ότι το κόμμα της είναι το μόνο που «υπερασπίζεται τη Γαλλία και τους Γάλλους». Παράλληλα, έχει καταφερθεί εναντίον της Αριστεράς, των διανοουμένων και των αντιρατσιστικών νόμων, τους οποίους έχει χαρακτηρίσει «λογοκρισία» και «εργαλεία φίμωσης της αλήθειας». Στο λόγο της, η έννοια της ελευθερίας λόγου χρησιμοποιείται συχνά για να δικαιολογήσει ή να σχετικοποιήσει ρατσιστικές και ξενοφοβικές θέσεις.

Η πολιτική της στάση δεν είναι αποκομμένη από τις δικαστικές της περιπέτειες. Αντιθέτως, η Μπαρντό έχει επανειλημμένα παρουσιάσει τις καταδίκες της για ρατσιστικό λόγο ως απόδειξη ότι «διώκεται» επειδή λέει όσα «σκέφτεται ο απλός κόσμος». Με αυτόν τον τρόπο, υιοθετεί έναν κλασικό ακροδεξιό αυτοπαρουσιαστικό λόγο: εκείνον του «θύματος του συστήματος», που τιμωρείται επειδή αντιστέκεται στην πολιτική ορθότητα.

Συνολικά, οι ύμνοι της Μπριζίτ Μπαρντό προς τον Ζαν-Μαρί και τη Μαρίν Λε Πεν δεν αποτελούσαν απλώς προσωπικές συμπάθειες, αλλά εντάσσονται σε μια συνεκτική ιδεολογική τοποθέτηση, που συνδύαζαν εθνικισμό, ξενοφοβία, ισλαμοφοβία και αντικοινοβουλευτική ρητορική. Η περίπτωση της Μπαρντό αναδεικνύει πώς ένα εμβληματικό πολιτιστικό πρόσωπο της μεταπολεμικής Ευρώπης μετατράπηκε, με το πέρασμα των χρόνων, σε δημόσιο σύμμαχο και σύμβολο της γαλλικής άκρας δεξιάς.

Οι ομοφοβικές τοποθετήσεις της Μπαρντό

Στο ίδιο ιδεολογικό πλαίσιο εντάσσονταν και οι ομοφοβικές τοποθετήσεις της Μπριζίτ Μπαρντό, οι οποίες είχαν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000. Σε βιβλία και δημόσιες δηλώσεις της, η Μπαρντό έχει περιγράψει τους ομοφυλόφιλους με χλευαστικούς και απαξιωτικούς όρους, χαρακτηρίζοντας την ομοφυλοφιλία «μόδα» και τους ΛΟΑΤΚΙ ανθρώπους ως «γελοίους» ή υπερβολικά προβεβλημένους στη δημόσια ζωή.

Είχε επίσης καταφερθεί εναντίον των Pride παρελάσεων, τις οποίες  χαρακτήριζε «χυδαία θεάματα», ενώ είχε συνδέσει την αναγνώριση των ΛΟΑΤΚΙ δικαιωμάτων με την «αποδόμηση της παραδοσιακής οικογένειας». Οι θέσεις αυτές, αν και δεν οδήγησαν όλες σε δικαστικές κυρώσεις, ενίσχυσαν την εικόνα ενός λόγου που απορρίπτει τη σεξουαλική διαφορετικότητα και ευθυγραμμίζεται πλήρως με τις συντηρητικές και ακροδεξιές αντιλήψεις που η ίδια εξέφραζε συνολικά στο δημόσιο πεδίο.

Οι καταδικαστικές αποφάσεις

Η Μπριζίτ Μπαρντό δεν είχε απασχολήσει τη γαλλική Δικαιοσύνη μεμονωμένα ή περιστασιακά, αλλά επανειλημμένα και διαχρονικά, κυρίως για αδικήματα που σχετίζονται με υποκίνηση φυλετικού ή θρησκευτικού μίσους και δημόσιες ρατσιστικές ύβρεις. Οι δικαστικές της περιπέτειες εκτείνονται σε βάθος άνω των δύο δεκαετιών και συνθέτουν ένα σαφές μοτίβο.

Η πρώτη γνωστή καταδίκη της χρονολογείται στα τέλη της δεκαετίας του 1990.

Το 2000, γαλλικό δικαστήριο την έκρινε ένοχη για υποκίνηση φυλετικού μίσους, με αφορμή αποσπάσματα από το βιβλίο και τις δημόσιες επιστολές της, όπου έκανε λόγο για «εισβολή αλλοδαπών» στη Γαλλία, με ειδικές αναφορές στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς. Της επιβλήθηκε χρηματικό πρόστιμο, σηματοδοτώντας την αρχή μιας μακράς σειράς καταδικαστικών αποφάσεων.

Ακολούθησαν νέες διώξεις και καταδίκες στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Το 2004, η Μπαρντό καταδικάστηκε εκ νέου για υποκίνηση φυλετικού μίσους, αυτή τη φορά με αφορμή το βιβλίο της Un cri dans le silence. Στο έργο αυτό περιλαμβάνονταν εκτενή αποσπάσματα που χαρακτήριζαν το Ισλάμ και τους μουσουλμάνους ως απειλή για τη γαλλική κοινωνία. Η απόφαση του δικαστηρίου συνοδεύτηκε από χρηματικό πρόστιμο και καταγράφηκε ως η τέταρτη καταδίκη της για παρόμοια αδικήματα από το 1997.

Η πιο ηχηρή και διεθνώς προβεβλημένη υπόθεση ήρθε το 2008. Τότε, παρισινό δικαστήριο καταδίκασε την Μπαρντό για πέμπτη φορά για υποκίνηση μίσους και διακρίσεων. Η υπόθεση αφορούσε ανοικτή επιστολή της, δημοσιευμένη και αποσταλείσα στον τότε υπουργό Εσωτερικών Νικολά Σαρκοζί, στην οποία κατηγορούσε τους μουσουλμάνους ότι «καταστρέφουν τη Γαλλία» και ότι «επιβάλλουν τις πράξεις και τις συνήθειές τους» στη γαλλική κοινωνία. Το δικαστήριο της επέβαλε πρόστιμο ύψους 15.000 ευρώ, καθώς και την καταβολή αποζημιώσεων σε αντιρατσιστικές οργανώσεις. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η εισαγγελία είχε επισημάνει ότι επρόκειτο για κατ’ εξακολούθηση παραβατική συμπεριφορά και όχι για ατυχείς ή αποσπασματικές δηλώσεις.

Μετά από μια περίοδο σχετικής σιωπής, η Μπαρντό επανήλθε στο προσκήνιο της Δικαιοσύνης το 2021. Τον Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς, καταδικάστηκε σε πρόστιμο 20.000 ευρώ για δημόσιες ρατσιστικές ύβρεις, έπειτα από επιστολή της το 2019 σχετικά με κακοποίηση ζώων στη Ρεϋνιόν. Στο κείμενο αυτό, είχε χρησιμοποιήσει εκφράσεις που χαρακτήριζαν τους κατοίκους του νησιού ως «φορείς γονιδίων αγρίων», διατύπωση που το δικαστήριο έκρινε σαφώς ρατσιστική και προσβλητική συλλογικά.

Την ίδια χρονιά, καταδικάστηκε και σε ξεχωριστή υπόθεση για δημόσιες ύβρεις, εκτός του πλαισίου του ρατσιστικού λόγου, έπειτα από προσβλητικές δηλώσεις της κατά κυνηγών και εκπροσώπων τους. Αν και η συγκεκριμένη απόφαση δεν αφορούσε υποκίνηση μίσους, προστέθηκε στο βεβαρημένο ποινικό της μητρώο.

Συνολικά, σύμφωνα με δημοσιευμένα δικαστικά στοιχεία και διεθνή μέσα ενημέρωσης, η Μπριζίτ Μπαρντό είχε καταδικαστεί τουλάχιστον έξι φορές από γαλλικά δικαστήρια για αδικήματα που σχετίζονται άμεσα με ρατσιστικό ή μισαλλόδοξο λόγο, κυρίως κατά μουσουλμάνων και μεταναστευτικών ομάδων. Οι αποφάσεις αυτές δεν αφορούσαν μεμονωμένα περιστατικά, αλλά συνέθεταν μια συνεχή δικαστική ιστορία, η οποία είχε διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό και τη δημόσια εικόνα της τα τελευταία χρόνια.

Οι ακραίες δηλώσεις

Ένα μικρό δείγμα με χαρακτηριστικές δηλώσεις της Μπριζίτ Μπαρντό, κάποιες από τις οποίες την έφεραν ενώπιον των γαλλικών δικαστηρίων.

«Η Γαλλία έχει καταληφθεί από μουσουλμάνους»

«Οι Γάλλοι δεν αναγνωρίζουν πια τη χώρα τους»

«Οι μουσουλμάνοι «καταστρέφουν τη Γαλλία με τον τρόπο ζωής τους»

«Εισβολή αλλοδαπών», «αλλοίωση του έθνους»

«Η μουσουλμανική θρησκεία είναι αρχαϊκή και επικίνδυνη»

«Το Ισλάμ είναι ασύμβατο με τη γαλλική κουλτούρα»

«Η Γαλλία δεν είναι πια χώρα των Γάλλων»

«Η μετανάστευση είναι καταστροφή για τον πολιτισμό»

«Οι Γάλλοι πρέπει να προστατευτούν από την αντικατάστασή τους»

«Οι ομοφυλόφιλοι είναι γελοίοι»

«Η ομοφυλοφιλία είναι μόδα»

«Οι Pride παρελάσεις είναι χυδαία θεάματα»

«Οι παραδοσιακές οικογένειες απειλούνται από τα ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα»

«Ο Ζαν-Μαρί Λεπέν και η Μαρίν Λεπέν λένε αλήθειες που οι άλλοι φοβούνται»

«Το Εθνικό Μέτωπο είναι το μόνο κόμμα που υπερασπίζεται τη Γαλλία»

«Οι διανοούμενοι και οι αριστεροί κατέστρεψαν τη χώρα»

«Προτιμώ τα ζώα από τους ανθρώπους»

«Ο ανθρωπισμός είναι υποκρισία»

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ