Βέροια Γράμματα & Τέχνες Συνεντευξεις

Αλέκος Χατζηκώστας. Αθλητισμός, πολιτική, δημοσιογραφία, γραφή. Με πάθος σε όλα / Συνέντευξη στη Δήμητρα Σμυρνή

Είναι γέννημα θρέμμα της Βέροιας και τόσο γνωστός σε όλους, που τον φωνάζουν με το μικρό του όνομα. Δόθηκε με πάθος και συνέπεια σε όσα επέλεξε ως οδοδείκτες ζωής, κι αυτά είναι ο αθλητισμός, η πολιτική, η δημοσιογραφία και η γραφή.

Σε μια πορεία  που ξεκινά από τη γειτονιά του, την Κυψέλη, φτωχογειτονιά τότε, το 1960, με αγωνιστές κατοίκους, ο Αλέκος διαγράφει μια πορεία για την οποία είναι περήφανος.

Με την ένταξή του από μικρός στην ΚΝΕ και στο ΚΚΕ αργότερα, αποκτά έναν προσανατολισμό που τον διαμορφώνει ως άνθρωπο και ως πολίτη. Αλλά βασικές συντεταγμένες του χαρακτήρα του, που είναι, όπως δηλώνει, η στοχοπροσήλωση και η πειθαρχία, χαρακτηρίζουν όχι μόνο την πολιτική του πορεία, αλλά και το προφίλ του ως αθλητή, δημοσιογράφου και συγγραφέα αργότερα.

Στη faretra μιλά για τα παιδικά του χρόνια για την πολιτική πορεία του αργότερα, μέσα από σημαντικούς σταθμούς γεγονότων και προσώπων, αλλά και για τον αγώνα του να δώσει γεγονότα της Τοπικής Ιστορίας, δουλειά υπεύθυνη και χρονοβόρα, που φαίνεται ακόμα να τον απασχολεί, μαζί βέβαια, με τα δεινά που αντιμετωπίζει η χώρα μας.

Χαρακτηριστική φιγούρα της Βέροιας ο Αλέκος, στα 65 του τώρα χρόνια, δίνει μαζί με εικόνες της δικής του ζωής και εικόνες μιας  πόλης και μιας εποχής μακρινής, που  έφυγε για πάντα.

…………………

Όσο κι αν φαίνεται κλισέ η ερώτηση, τα παιδικά χρόνια καθορίζουν πολλά από τη μετέπειτα πορεία. Στη Βέροια, λοιπόν, γεννημένος και με ποιες πρώτες εικόνες οικογενειακές και κοινωνικές;

Γεννήθηκα το 1960 σε μια γειτονιά, που τότε στηνόταν, στην περιοχή της Κυψέλης. Η οικογένεια ήταν από τις πρώτες που μεταφέρθηκε εκεί κι εγώ μόλις είχα γεννηθεί. Θυμάμαι έντονα και πώς φτιάχτηκε η γειτονιά και πώς ζούσαμε εκεί. Στα παιδικά μας παιχνίδια είχαμε επομένως μεγάλη «άπλα» κάτι που συνέβαλε στον χαρακτήρα μας, στους «ανοικτούς ορίζοντες». Θυμάμαι πολλά  από τότε και δέθηκα με όλον τον κόσμο της γειτονιάς και κρατώ ακόμη τις σχέσεις.

Με την αδελφή του Έφη

Θυμάμαι αμυδρά για παράδειγμα τις εκλογές του 1964, πριν τη Δικτατορία, που πολλοί εκεί στη γειτονιά ψήφιζαν ΕΔΑ και έκλαιγαν μετά τα αποτελέσματα, γιατί το αποτέλεσμα δεν ήταν το αναμενόμενο γι’ αυτούς. Ήταν άνθρωποι απλοί, του μόχθου, αγωνιστές. Ακόμη και τώρα, που δε ζω εκεί, νιώθω παιδί της Κυψέλης. Μιας Κυψέλης, που καθώς ήταν φτωχιά, τα σπίτια της χτίζονταν ένα- ένα δωμάτιο και επειδή τα θεωρούσαν εκτός σχεδίου έρχονταν οι μπουλντόζες και τα γκρέμιζαν. Και μάλιστα το συγκινητικό ήταν πως σε κάθε καινούριο δωμάτιο που χτίζανε βάζαν και μια ελληνική σημαία, για να μην το γκρεμίσουν. Το γκρέμιζαν, όμως!

Η μάνα μου μαζί με άλλες γειτόνισσες, όπως έμαθα αργότερα,  σταμάτησαν την κούρσα του Καραμανλή, που είχε έρθει να εγκαινιάσει το Φράγμα του Αλιάκμονα το 1958, για να διαμαρτυρηθούν για το γκρέμισμα των σπιτιών τους. Είχαν το θάρρος να το κάνουν και τελικά κέρδισαν, τα σπίτια χτίστηκαν, η γειτονιά φτιάχτηκε!

Με τη μητέρα του

Θυμάμαι ακόμη πως κάθε Παρασκευή απόγευμα ερχόταν εκεί στη γειτονιά ένας πλανόδιος πωλητής βιβλίων, συνήθως παλιός αριστερός. Ο πατέρας μου Τρίτη Δημοτικού μόλις, η μητέρα μου Έκτη. Ο πατέρας φορτηγατζής, η μητέρα είχε σπουδάσει οικοκυρικά, έχω ακόμα το πτυχίο της. Τα βιβλία τα αγόραζε ο πατέρας. Είχε ένα ένστικτο φοβερό, όσον αφορά τα βιβλία. Όταν μεγάλωσα και κατάλαβα τι βιβλία είχε αγοράσει ο πατέρας, τότε  ένιωσα τι πραγματικά γινόταν. Έχω μια συλλογή κλασικής λογοτεχνίας δερματόδετη, όλα τα θεατρικά του Σαίξπηρ και άλλων γνωστών προοδευτικών συγγραφέων και θυμάμαι πολύ έντονα πως όταν έγινε η Δικτατορία, (εγώ ήμουν μόλις 7 χρονών), μαζέψαμε τα βιβλία σε τσουβάλια και τα κρύψαμε.

Ο πατέρας στην Ελιά

Θυμάμαι επίσης τον Μιλτιάδη τον Κλοκίδη, χαρακτηριστική φιγούρα της γειτονιάς,  σε διάφορα περιστατικά αντιδικτατορικής συμπεριφοράς. Ήταν ένας ήρωας για μας τα παιδιά.

Μικρός έμαθα να διαβάζω, ουσιαστικά πριν πάω πρώτη δημοτικού, από το περιοδικό “Ρομάντσο”, που το αγόραζε κάθε εβδομάδα η μάνα μου. Εκεί είχε πάντα και ένα παραμύθι. Επειδή κάθε φορά τους παρακαλούσα να μου το διαβάσουν, κάποια στιγμή προσπάθησα μόνος μου και τα κατάφερα. Έτσι ξεκίνησε η αγάπη μου για τα βιβλία, για το διάβασμα, αγάπη που με ακολουθεί μέχρι σήμερα. Μεγαλύτερος πια πήγαινα στη Βιβλιοθήκη της πόλης, και στις διακοπές δανειζόμουν ένα βιβλίο και την άλλη μέρα το παρέδιδα πίσω, αφού το είχα διαβάσει.

Οι γονείς σε παλιές φωτογραφίες

Ζωηρός μαθητής, τρυπώ το κεφάλι μου στο άγαλμα του Ρακτιβάν στο σημερινό Δημαρχείο, (εκεί ήταν το νηπιαγωγείο μας τότε), και μου το ράβουν με κάτι μεγάλες σακοράφες στο Παλιό Νοσοκομείο, που ήταν στην οδό Βενιζέλου, της πόλης. Τελείωσα το 12ο Σχολείο στο Δημοτικό, και μάλιστα, τι τιμή(!), και σημαιοφόρος του. Χούντα, βέβαια, μέχρι τα 14 μου, με την πλειοψηφία των εκπαιδευτικών ή να μην εκδηλώνονται ή να την υποστηρίζουν, αλλά, παρόλο που ήμουν επαναστατική φύση, δεν με πείραζαν, γιατί ήμουν καλός μαθητής.

Το πατρικό σπίτι

Το αστείο είναι, για τον πολιτικό προσανατολισμό που έχω εδώ και χρόνια, πως το 1972 μου έγινε μία πρόταση, (όπως και στους καλύτερους μαθητές των δημοτικών σχολείων εκείνη την εποχή), να πάω με υποτροφία στη… Σχολή Αναβρύτων για να συνεχίσω το Γυμνάσιο! Αλλά ο πατέρας μου όχι απλά δεν θέλησε, αλλά είπε χαρακτηριστικά “βασιλόφρονα θα το κάνω τo παιδί;”! Ήταν αναμενόμενο, αφού ο πατέρας ήταν παλιά στον εφεδρικό ΕΛΑΣ και στην ΕΠΟΝ και η μητέρα μου στα “Αετόπουλα”. Άκουγα άλλωστε από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου στο σπίτι τραγούδια της Αντίστασης και ιστορίες από εκείνα τα χρόνια.

Αν θέλω, λοιπόν, να μιλήσω για την ατμόσφαιρα εκείνων των χρόνων στη γειτονιά που με διαμόρφωσε, θα έλεγα τέσσερις λέξεις: φτώχεια, εργατικότητα, συλλογικότητα, αγωνιστικότητα.

Ας ξεκινήσουμε από τον αθλητισμό, στον οποίο επιδόθηκες από παιδί και συνέχισες μέχρι τα 45 σου, για να μην πούμε μέχρι τα 58 σου, όπως δηλώνεις πάντα περήφανος! Τι ήταν για σένα ο αθλητισμός;

Ξεκίνησα από στίβο, λόγω σωματοδομής. 100 μέτρα, ύψος, μήκος. Mάλιστα ήμουν στο Δημοτικό από τους καλύτερους στο άλμα σε μήκος χωρίς φόρα. Επειδή το σπίτι μας στην Κυψέλη ήταν κοντά στο ανοιχτό γήπεδο μπάσκετ της Ελιάς, γράφτηκα στον Φίλιππο το 1973, όπου έπαιξα για πρώτη φορά στην αντρική ομάδα.

Ο αθλητισμός είναι ένας σημαντικός παράγοντας που με διαμόρφωσε. Κι αυτό το λέω πάντα στα νέα παιδιά, να ασχολούνται κυρίως με τα ομαδικά αθλήματα, γιατί τα ομαδικά αθλήματα σού μαθαίνουν την πειθαρχία. Σου μαθαίνουν να συνεργάζεσαι, αλλά και να σέβεσαι τον αντίπαλο. Πάντα το λέω πως η πρώτη μου αγάπη ήταν το μπάσκετ, που σ’ αυτό πέρασα με πάθος πολλά χρόνια της ζωής μου. Έπαιξα και ως φοιτητής και συνέχισα ως αθλητής μέχρι τα 45 μου στον “Ποσειδώνα” και μέχρι τα 58 μου ως βετεράνος, στα τουρνουά “Νοσταλγία”, καθώς ήμουν ένας απ’ αυτούς που τα δημιούργησαν.

Ήμουν πολύ καλός- ιδιαίτερα ως σκόρερ- και μου το λένε ακόμη και τώρα κάποιοι, όταν με συναντούν, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι τότε οι αθλητές ήταν κάτι σαν τοπικοί «λαϊκοί ήρωες». Θυμάμαι γέμιζε η Ελιά κόσμο, συνθήματα, μας σήκωναν στα χέρια Έχω πολλές και έντονες αναμνήσεις. Μετάλλια, κύπελλα, δημοσιεύματα σε εφημερίδες… Και πάντα λέω στα παιδιά πως όταν στα 15 σου φωνάζουν ρυθμικά οι φίλαθλοι το όνομά σου στο γήπεδο και δεν «τρελαίνεσαι», τότε αυτό δεν θα το πάθεις ποτέ. Αν κι έχω κι ένα μικρό παράπονο από τους γονείς μου, γιατί ποτέ δεν ήρθαν να με δουν στα γήπεδα, ποτέ…

Δεν μπορώ και να μην προσθέσω πως το 2015 με τίμησε ο “Φίλιππος” για την προσφορά μου, κι αυτό μου έδωσε μεγάλη χαρά. Ανθρώπινο. Φυσικά έχω κρατήσει τις αθλητικές φανέλες μου… Όλα αυτά ήταν μια ολόκληρη εποχή. Κρίμα που δεν έχω πολλές φωτογραφίες από τότε. Μην ξεχνάμε ότι τότε η φωτογραφία ήταν είδος πολυτελείας.

Θυμάμαι ακόμη το 1976 όταν η ομάδα του 1ου Γυμνασίου βγήκε πρωταθλήτρια Κ.Δ.  Μακεδονίας και πήγε στη Λάρισα στη τελική φάση του πανελλήνιου πρωταθλήματος και καθίσαμε εκεί μια ολόκληρη εβδομάδα. Μεγάλη υπόθεση για εμάς, γιατί ήμασταν μαθητές. Εκεί συνάντησα αγωνιστικά ως αντίπαλο και τον Παναγιώτη Γιαννάκη!

Ακόμα το μπάσκετ με συγκινεί πολύ. Τα δυο μου παιδιά παίξανε μπάσκετ, ο μικρός σε παιδικό και ο μεγάλος έπαιξε μέχρι εφηβικό στο ΦΙΛΙΠΠΟ, είναι γυμναστής με ειδικότητα μπάσκετ, καθώς διαιτητής σε αγώνες εθνικών κατηγοριών μπάσκετ.

Πώς ήταν ο αθλητισμός τότε και πώς τώρα; Σε ποιες συγκρίσεις οδηγούμαστε;

Καμία σχέση ανάμεσα στις εποχές.  Τώρα φτάσαμε στην απόλυτη εμπορευματοποίηση. Τότε, όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, παίζαμε για τον τόπο μας και τη  φανέλα! Αμοιβή κάποια πορτοκαλάδα ή κάποιο κοτόπουλο σε εστιατόριο της Θεσσαλονίκης! Κι ήμασταν ευχαριστημένοι! Και αν χάναμε και κανέναν αγώνα ντρεπόμασταν να βγούμε έξω… Υπήρχαν μάλιστα και συνθήματα με σεξιστικό χαρακτήρα, που μας ντρόπιαζαν σε κάποιους αγώνες. Θυμάμαι κάποτε που δεν έπαιξα καλά φώναζαν εν χορώ,  “Κρεμάσαν στα μπ…λα του Αλέκου τη φανέλα!” Μεγάλη ντροπή!

Τώρα το μπάσκετ ακόμη και σε χαμηλές κατηγορίες είναι αμειβόμενο και οι περισσότεροι αθλητές δεν είναι από εδώ για να μιλήσουμε σε τοπικό επίπεδο . Αλλά και το ίδιο το άθλημα του μπάσκετ έχει αλλάξει πολύ. Βασίζεται περισσότερο στις σωματικές ικανότητες και λιγότερο στην τέχνη, που διέκρινε εμάς τότε.

Όσο για τις στολές, π.χ ο Φίλιππος είχε μία στολή και όχι πολλές και με χορηγούς, όπως σήμερα. Δεν υπήρχαν τότε χορηγοί,  η Ομοσπονδία δεν είχε και δεν έδινε λεφτά και μας διέκρινε όλους, αθλητές και παράγοντες, το μεράκι, κάτι που λείπει σήμερα. Γεμίζαμε τα γήπεδα. Μαζεύαμε πάνω από χίλια άτομα στην «Ελιά». Μεγάλη υπόθεση!

 Και οι σπουδές; Πού γίνονται και πώς; Πώς ήταν τα φοιτητικά χρόνια;

Όνειρό μου ήταν να γίνω μαθηματικός, αλλά δεν πέρασα. Πέρασα στη Γεωπονοδασολογική, αλλά δεν πήγα. Τη δεύτερη χρονιά που δίνω, παθαίνει ο πατέρας μου ένα σοβαρό έμφραγμα με 50 μέρες στο νοσοκομείο, που έχει κόστος και στις εισαγωγικές μου. Περνώ, όχι πάλι στο Μαθηματικό που ήθελα, αλλά στην ΑΣΤΕΜ Αθήνας, το Μικρό Πολυτεχνείο, όπως το λέγανε τότε και μάλιστα από τους πρώτους. Μάλιστα δεν πήρα υποτροφία, θυμάμαι, γιατί ο πατέρας μου ως φορτηγατζής θεωρούνταν… πλούσιος!

Στην Αθήνα, όπου σπούδασα, από την Ημαθία ήμασταν ελάχιστοι. Ακριβή η Αθήνα, δύσκολη πόλη, αλλά μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω πολύ κόσμο. Στο πρώτο εξάμηνο μάλιστα έγινα και πρόεδρος στο Δ.Σ της Σχολής μου, (που ήταν η μεγαλύτερη στην Ελλάδα), ενώ από το 1980 μέχρι το 1984 ήμουν μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΣΕΕ ( Εθνική Σπουδαστική Ένωση Ελλάδος) με ευρύτερες ευθύνες εκτός από Αθήνα και σε  όλη την Ελλάδα. Πήγαινα παντού. Συνέδρια, εκδηλώσεις, συναυλίες. Έτσι, ήταν επόμενο, να  γνωρίσω πάρα πολύ κόσμο. Σχέσεις που κρατώ μέχρι σήμερα σε ολόκληρη την Ελλάδα. (Κάποιοι μάλιστα από τότε έγιναν υπουργοί, δήμαρχοι κλπ).

Σε πορεία για το Πολυτεχνείο

Οι σπουδές μου, παρόλο που τέλειωσα, δεν μου άρεσαν, γι’ αυτό και δεν εξάσκησα ποτέ το επάγγελμα του μηχανικού. Ο χώρος, όμως,  ήταν σχολείο για μένα. Εκπροσωπούσα τους φοιτητές στο Υπουργείο Παιδείας, ήμουν σε διάφορες Επιτροπές, συνδέθηκα με όλα τα κεντρικά τότε Μέσα Επικοινωνίας, αφού είχα την ευθύνη του γραφείου Τύπου. Πλήθος την περίοδο αυτή συνεντεύξεις, άρθρα, δηλώσεις κ.α.

Ψηφίζοντας, με τον Ριζοσπάστη υπό μάλης

Το ξαναλέω, ήταν μεγάλη εμπειρία, μεγάλο σχολείο τα χρόνια στην Αθήνα. Δεν θα γνώριζα τόσους ενδιαφέροντες-αξιόλογους ανθρώπους, και δεν θα είχα και την ευκαιρία ανάμεσα στ’ άλλα να δω τόσο θέατρο, τόσο κινηματογράφο. Η αγάπη μου όμως για τον κινηματογράφο ήταν από πριν, μιας και ήμουν ιδρυτικό μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης που λειτουργούσε το ’76 στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών της Βέροιας. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια η αγάπη αυτή με οδήγησε στο να συμβάλω στη δημιουργία μίας ταινίας μικρού μήκους (πάνω σε διήγημα δικό μου, που συμμετέχω και ως ηθοποιός!) και ιστορικών ντοκιμαντέρ.

Με τον σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη

Και ξαναγυρνάμε πάλι στα πρώτα χρόνια, μιας και δηλώνεις πως είσαι στις γραμμές της ΚΝΕ αρχικά και μετά του ΚΚΕ για πάνω από 50 χρόνια. Οικογενειακές καταβολές ή αίσθημα δικαιοσύνης;

Υπήρχε, βέβαια, το οικογενειακό background, αλλά μετά το ’72 αρχίζω να διαβάζω για ζητήματα θρησκείας. Η μητέρα μου ήταν ιδιαίτερα θρήσκα, ο πατέρας μου όχι. Εγώ ήθελα να δώσω απαντήσεις στις τέτοιου είδους ανησυχίες. Έτσι άρχισα να προσανατολίζομαι προς τον κομμουνισμό, διαβάζοντας πλήθος βιβλίων και αμέσως μετά τη δικτατορία Μαρξ, Ενγκελς- Λένιν. Με την πτώση της δικτατορίας συμμετέχω το 1974 αν και πιτσιρικάς στις βουλευτικές εκλογές με την Ενωμένη Αριστερά αλλά και στο δημοψήφισμα για τη Βασιλεία, αναλαμβάνοντας και καθήκοντα π.χ γράψιμο συνθημάτων, πέταγμα τρικ κ.α Το επόμενο διάστημα εμφανιζόμαστε κάποιοι μαθητές με την «ταμπέλα» ΜΟΔΝΕ, που ήταν η μαθητική παράταξη της ΚΝΕ. Διακινούσαμε τότε και τη “Μαθητική Φωνή”- το εντυπό της-  στα σχολεία, όπως φυσικά και τον ΟΔΗΓΗΤΗ, ενώ παράλληλα γίνονταν προσπάθειες για το στήσιμο μαθητικών κοινοτήτων.

Το αποτέλεσμα ήταν να έχω πολλά προβλήματα στο σχολείο. Η μάνα μου ήταν κάθε Δευτέρα στον Γυμνασιάρχη και ν’ ακούει παράπονα, «να μην ασχολούμαι με τα πολιτικά». Βέβαια, μας κάρφωναν και οι περιπτεράδες, που ήταν γύρω από το σχολείο, ότι παίρναμε Ριζοσπάστη, που ήταν τότε ουσιαστικά σε συνθήκες ημινομιμότητας. Αυτό σήμαινε για τους μαθητές πολλά πράγματα την εποχή εκείνη!

Θυμάμαι π.χ το 1976 που κάναμε την πρώτη ανοικτή συγκέντρωση ως ΚΚΕ στο ΣΤΑΡ και γύρω – γύρω έξω, ήταν μαζεμένη αστυνομία και ουσιαστικά κρατούσε ονόματα αυτών που έπαιρναν μέρος. Την άλλη μέρα τα ονόματα των μαθητών έφτασαν στον Γυμνασιάρχη. Μέχρι τα 24 μου ήμουν στην δουλειά της ΚΝΕ και μετά πέρασα στη δουλειά του κόμματος. Εδώ οφείλω να τονίσω ότι η ΚΝΕ ήταν και είναι ένα μεγάλο σχολείο!

Φλεβάρης το ’92. Με την Ευγενία

Φτάνεις στο αξίωμα του Γραμματέα του Κόμματος, εδώ στην Ημαθία και ζεις τους αγώνες του, που δεν είναι σίγουρα εύκολοι. Πώς αισθάνεσαι να ανήκεις σε ένα κόμμα, που προσωπικά δεν σε οδηγεί σε οφέλη, (όπως συμβαίνει κάποιες φορές με οπαδούς ή πολιτικούς άλλων κομμάτων), αλλά, αντίθετα, σε μια συνεχή εγρήγορση και ίσως σε κάποιες διώξεις;

Κομματικά αλλά και στην ΚΝΕ δούλεψα στελεχικά σε πολλούς τομείς, δεν υπήρξα μόνο Γραμματέας στη Ν.Ε Ημαθίας. Από τα 15 μου έκανα επιλογή με ποιους θα πάω και ποιους θ’ αφήσω.  Παρόλο που ο δρόμος που διάλεξα ήταν και είναι μακρύς και δύσκολος, (πρέπει να έχεις αντοχές και γερό στομάχι, να είσαι έτοιμος και αποφασισμένος για όλα κ.α), δεν έβαλα ποτέ το εγώ πάνω από το εμείς. Και μάλιστα πολλές φορές λέω, χιουμοριστικά πάντα, πως μετά την κρίση που περάσαμε 1989 – 1991, αυτοί που φύγανε και τους οποίους αρκετούς καθοδηγούσα, έχουνε φτάσει να γίνουνε μέχρι και υπουργοί. Η δική μου επιλογή ήταν επιλογή ζωής. Εμένα δεν μ’ ενδιέφεραν ούτε τα αξιώματα, ούτε τα χρήματα. Εμένα με ένοιαζε και με νοιάζει να βάλω ένα μικρό λιθαράκι για να «ανθρωπεύσει ο άνθρωπος», για να δημιουργηθεί η νέα κοινωνία, ο σοσιαλισμός-κομμουνισμός.

Αυτή είναι η δική μου φιλοσοφία. Εμένα μ’ ενδιαφέρει να παλεύω στην πρώτη γραμμή μέσα από το κόμμα για αξίες και ιδανικά. Το κόμμα μου το τιμώ, όπως με έχει τιμήσει κι αυτό δεκαετίες τώρα. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Απλά θέλω, όταν πεθάνω, να γράφει πάνω στην πλάκα,  “ήταν κομμουνιστής, αγωνιστής του ΚΚΕ”…

Μοιραία, γνωρίζεις  μεγάλες προσωπικότητες του αριστερού χώρου. Ποιες πιστεύεις πως σε επηρέασαν στον τρόπο σκέψης; Για ποιες τρέφεις τον μεγαλύτερο θαυμασμό;

Ήμουν πραγματικά τυχερός, γιατί γνώρισα κορυφαίες μορφές του Κομμουνιστικού Κινήματος μετά τη Δικτατορία και μάλιστα σε πολύ μικρή ηλικία. Για παράδειγμα Φλωράκης, Παπαρήγα (με τους οποίους περιόδεψα κιόλας), τη συμπατριώτισσα μας γυναίκα του Ν. Ζαχαριάδη Ρούλα Κουκούλου, αγωνιστές με πολλά χρόνια φυλακές και εξορίες του ΕΑΜ, του ΔΣΕ, του αντιδικτατορικού αγώνα. Θα χρειαζόταν πολλή ώρα για να τους αναφέρω ξεχωριστά. Πιστεύω πως όλη αυτή η ατμόσφαιρα, το δυναμικό σύνολο αυτών των προσώπων με διαμόρφωσε αποφασιστικά…

Με τον Χαρίλαο Φλωράκη σε περιοδεία

Τα τελευταία χρόνια ανέπτυξα σχέσεις με το νησί της επανάστασης της Κούβα και συνέβαλα να επισκεφτούν το νομό μας, οι δύο τελευταίοι πρέσβεις της χώρας αυτής, όπως και η Αλέιδα Γκεβάρα κόρη του ηρωικού ΤΣΕ. Μάλιστα η επίσκεψη της στο 4ο ΓΕΛ, μαζί και η δική μου αργότερα για να μιλήσω για την απελευθέρωση της Βέροιας από τον ΕΛΑΣ προκάλεσαν διώξεις σε βάρος καθηγητών. Το θέμα μπήκε στη Βουλή, υπήρχε πρωτοφανές κύμα συμπαράστασης και τελικά η υπόθεση μπήκε στο αρχείο.

Με την κόρη του Τσε Γκεβάρα Αλέιδα, τη γυναίκα του και τον γιο του

Είναι προτιμότερο φαίνεται για κάποιους να ξέρουν και να θαυμάζουν τα παιδιά έναν διάσημο τραγουδιστή από έναν παγκόσμιο ήρωα!

Δεν είσαι πια στο τιμόνι της τοπικής οργάνωσης, ακολουθείς, όμως, τα βήματα του Κόμματος και προπαντός εντάσσεσαι με το ίδιο πάθος σε όλους τους κοινωνικούς αγώνες και σήμερα, που η πραγματικότητα για το λαό είναι πολύ σκληρή. Γιατί ο κόσμος δεν αντιδρά, όπως σε άλλες εποχές; Υπάρχει ελπίδα ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης;

Ας ξεκινήσουμε από τη λέξη “τιμονιέρης”. Στο ΚΚΕ δεν έχουμε «τιμονιέρηδες», όπως στα άλλα κόμματα. Το ΚΚΕ λειτουργεί δημοκρατικά και συλλογικά. Είμαστε όλοι μέλη του Κόμματος και στελέχη, ο καθένας στο πόστο του. Είμαστε πρωτοπόροι στους λαϊκούς αγώνες, ανιδιοτελείς, έτοιμοι για θυσίες.

Άλλωστε το έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου πως όσο κρατούν τα πόδια μου θα είμαι πρώτη γραμμή, όχι δεύτερη, άσχετα αν αυτό το έχω πληρώσει με πολλούς τρόπους και ως εργαζόμενος (απολύσεις) και ως ελεύθερος επαγγελματίας και οικογενειακά.

Οικογενειακές στιγμές

Ας το πάμε ανάποδα σχετικά με την ελπίδα ανατροπής. Η κοινωνία έχει νομοτέλειες, έχει κανόνες. Και βασική νομοτέλεια είναι πως τα κοινωνικά συστήματα αλλάζουν. Περάσαμε από το δουλοκτητικό σύστημα στη φεουδαρχία κι από κει στον  καπιταλισμό. Έτσι θα περάσουμε και στον σοσιαλισμό.

Όσοι ανήκουμε στο ΚΚΕ ξεκινάμε από το ότι το σύστημα πρέπει να αλλάξει. Το “πρέπει” είναι αδιαπραγμάτευτο, το “μπορεί” στηρίζεται στις κοινωνικές νομοτέλειες. Το μπορεί δεν είναι κάτι χρονικά προσδιορισμένο. Ο καπιταλισμός ζει πεντακόσια χρόνια, η φεουδαρχία κράτησε χίλια.

Είναι αναγκαιότητα η επαναστατική αλλαγή, αλλά εκείνο που ενδιαφέρει εμάς σήμερα, με βάση και τις θέσεις για το 22ο συνέδριο, είναι το πώς θα γίνουμε πιο ικανοί και πιο έτοιμοι για κάθε στροφή της Ιστορίας. Όσο για τη διαμόρφωση της κοινωνικής συνείδησης, εμείς έχουμε υποστεί μια συντριπτική ήττα με την ανατροπή των Σοσιαλιστικών Χωρών, κάτι που μας πήγε πίσω. Η κοινωνική συνείδηση, λοιπόν, είναι πάντα διαμορφωμένη από την κυρίαρχη τάξη. Εκείνο που προσπαθούμε εμείς είναι να δημιουργήσουμε ρωγμές στην κοινωνική πολιτική σκέψη, να διαμορφώσουμε αυτό που λέμε υποκειμενικό παράγοντα της επανάστασης.

Για παράδειγμα στο θέμα των εργασιακών σχέσεων. Πώς να αντιδράσει ο εργαζόμενος που πιέζεται τόσο πολύ;  Δεν έχει χρόνο για ουσιαστική ενημέρωση. Δεν παύει, όμως,  να αγανακτεί με την υπάρχουσα κατάσταση, κι αυτήν την αγανάκτηση προσπαθούμε  να την μεταβάλουμε σε δράση προς τη σωστή κατεύθυνση. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που σαπίζει, όμως, δε σημαίνει ότι αύριο θα πέσει. Πρέπει να υπάρξουν οι ανάλογες συνθήκες.

Οικογενειακό στιγμιότυπο

Ήσουν ενεργός δημοσιογράφος για πολλά χρόνια εκδίδοντας την βδομαδιάτικη έντυπη εφημερίδα “Η άλλη άποψη” και στη συνέχεια η “Άποψη” πήρε και την ηλεκτρονική της μορφή. Ποια εμπειρία αποκόμισες από τον χώρο του τοπικού τύπου; Είναι εύκολο να κυκλοφορεί μια εφημερίδα με σαφή προσανατολισμό, όπως η δική σου;

Ας πάμε πίσω, στο 1976. Ήμουν δεκάξι χρονών και ο Οδηγητής δημοσίευσε την πρώτη μου ανταπόκριση για νέους εργαζόμενους στα διαλογητήρια.  Και αργότερα, βέβαια, έγραφα και στον Ριζοσπάστη και στα τοπικά ΜΜΕ. Το γράψιμο μού άρεσε πάντα. Με όλες τις μορφές του. Φυλλάδια, προκηρύξεις, σχέδια απόφασης σε Γ.Σ και Πανσπουδαστικά Συνέδρια , προγράμματα. Έχω ένα τεράστιο αρχείο από όλα αυτά. Είχα αναπτύξει την ικανότητα να είμαι πολύ συγκεκριμένος και ολιγογράφος. Είχα μια πολύχρονη σχέση με τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Έκανα πολλά χρόνια και ραδιόφωνο, 904, Δημοτικό, Ηχόραμα, Ράδιο Αιχμή.

Με την Ιωάννα Καρυστιάνη, τον Παντελή Βούλγαρη και τον Λάμπη Ιντζεβίδη στη Βέροια

Όσο για τον Τοπικό Τύπο έκανα 15 χρόνια δημοσιογραφία με την “Άλλη Άποψη”, που ήταν και συνδρομητική εφημερίδα, χωρίς να μπω ποτέ στη διαδικασία να πάρω κρατική επιχορήγηση ή διαφήμιση. Ανήκω στους ελάχιστους που δεν μπήκαν στην περίφημη “Λίστα Πέτσα”. Και ποτέ δεν πήρα  το λεγόμενο “μαύρο χρήμα” κατά τις εκλογές.

Ο τοπικός τύπος γενικά, πανελλαδικά,  περνά τις πιο “μαύρες μέρες” του και δεν μιλάω μόνο από την δύσκολη οικονομική άποψη. Μιλάω και για τον προσανατολισμό. Για πολλούς η οικονομική στενότητα τούς οδηγεί δυστυχώς σε σοβαρές υποχωρήσεις στον προσανατολισμό τους, στο πώς προβάλλουν δηλαδή διάφορα προβλήματα, στο πώς προωθούν ζητήματα, στο να έρθουν τελικά σε σύγκρουση με τις κάθε είδους εξουσίες.

Αυτήν τη στιγμή, μετά τη συνταξιοδότησή μου, συνεχίζω να γράφω σε τοπικές εφημερίδες. Γράφω στη «Βέροια» κάθε εβδομάδα,  στο In Veria κάθε Κυριακή, και στον “Ταχυδρόμο” του Βόλου, (που είναι μια από τις μεγαλύτερες εφημερίδες τοπικού χαρακτήρα στην Ελλάδα), κάθε Κυριακή και φυσικά και σε διάφορα site.

Και κάτι ακόμη. Πρέπει ο κόσμος να ξαναμάθει να διαβάζει.  Όταν μια εφημερίδα δεν είναι εφημερίδα γνώμης, δεν έχει άποψη, δεν έχει θέση, αλλά είναι μόνο φωτογραφίες ή θέλει μόνο να εντυπωσιάσει, καταργεί από μόνη της την έννοια της δημοσιογραφίας.

Εγώ πάντα πήγαινα κόντρα στο ρεύμα και γι’ αυτό η επιλογή μου ήταν να κάνω μια συνδρομητική εφημερίδα με το ίδιο μάλιστα ποσό συνδρομής 15 ολόκληρα χρόνια.

Με την Αλέιδα Γκεβάρα στο άγαλμα του Αντάρτη στην Ελιά

Αν συγκρίνουμε γενικά τον χώρο της δημοσιογραφίας τώρα και παλιά, σε ποια συμπεράσματα καταλήγουμε;

Ένα μεγάλο κομμάτι των δημοσιογράφων δεν γράφει πια. Ή δεν μπορεί ή δεν θέλει να γράψει. Παλιότερα υπήρχαν δυνατές δημοσιογραφικές πένες, κάποιοι ήταν ταυτόχρονα και λογοτέχνες. Κι έλεγες “Θα πάρω αυτήν την εφημερίδα. Μπορεί να μη συμφωνώ ιδεολογικά, αλλά θέλω να διαβάσω τον τάδε”. Υπήρχε το άρθρο, υπήρχε η άποψη. Τώρα σε μεγάλο βαθμό αυτό δεν υπάρχει, εκτός από εξαιρέσεις.

Δυστυχώς το life style  έχει κυριαρχήσει και ο Τύπος στρέφεται  όλο και περισσότερο γύρω απ’ αυτό. Γι’ αυτό πρέπει να ξαναρχίσει ο κόσμος να διαβάζει. Και αναφέρομαι και στον Τύπο και στο βιβλίο.

Και περνάμε στον χώρο της γραφής. Έχεις γράψει 12 βιβλία. Ανάμεσα στα ιστορικά, εκδίδεις δύο μυθιστόρημα, διηγήματα και μια ποιητική συλλογή. Τι είναι για σένα η γραφή, Αλέκο, και πώς μπορείς να μοιράζεσαι ανάμεσα στην έρευνα και στη λογοτεχνική προσέγγιση θεμάτων;

Να τονίσω αρχικά ότι εκτός από τα 12 δικά μου, έχω συμμετάσχει σε 15 συλλογικούς τόμους. Ξεκινώ από μια αρχή του Μαρξ, που είπε το εξής: “Τίποτα το ανθρώπινο δε μου είναι ξένο”. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ασχολούμαι ταυτόχρονα με πολλά πράγματα. Διαβάζω περίπου 3-4 βιβλία τη βδομάδα και κάποιες φορές κάνω και βιβλιοκριτική. Πάντα ήθελα να ασχολούμαι με πολλά.

Πάντα με γοήτευε η Κλασική Λογοτεχνία αλλά και η αστυνομική. Πάντα τη διάβαζα και τη διαβάζω ακόμα. Αγαπώ πολύ τη μικρή φόρμα, τα διηγήματα. Έχω γράψει πάνω από 100. Μέσα απ’ αυτά ήθελα να περάσω ιστορίες και μπορούσα να το κάνω μέσα από το διήγημα πιο εύκολα. Κάποιες ήταν αυτοβιογραφικού χαρακτήρα, όπως ιστορίες για τον πατέρα και τη μητέρα μου, όταν έφυγαν από τη ζωή.

Τα ιστορικά βιβλία που έχω στη βιβλιοθήκη μου είναι πάνω από χίλια, πολλά ιστορικά περιοδικά, σε πλήρεις σειρές που δεν τα έχουν πολλοί. Αυτά όλα επιδρούν, διαμορφώνουν. Έτσι είχα και το υλικό, για να γράψω ιστορικά βιβλία.

Δεν δηλώνω ιστορικός, αν και πάντα με γοήτευε η Παγκόσμια Ιστορία και η Ελληνική και η Τοπική. Απλά τα βιβλία ιστορίας που έγραψα αφορούν την Τοπική Ιστορία. Ήθελα να συμβάλω στην Τοπική Ιστορία των Νεότερων Χρόνων. Ο  ιστορικός Γιώργος Χιονίδης, με τον οποίο είχα άριστες σχέσεις παρά τη διαφορετική ιδεολογική ματιά μας, μου είπε κάποτε “Εσύ Αλέκο, θα συνεχίσεις το έργο μου, μετά το 1912”.  Τώρα ετοιμάζω μια μελέτη για τα χρόνια της Χούντας και μια μελέτη για τα στρατοδικεία. Το θεωρώ ένα χρέος και απέναντι στους αγωνιστές του τόπου και στον ίδιο τον τόπο.

Γράφω, γιατί είναι τρόπος έκφρασης, τρόπος «ψυχολογικής δημιουργική εκτόνωσης», τρόπος κοινωνικής παρέμβασης. Δεν αλλάζει προφανώς η κοινωνία μόνο με τη γραφή. Αισθάνομαι όμως ότι συμβάλλω και με αυτόν τον τρόπο κάπως στην αλλαγή της. Αν υπάρχει μια αφορμή για προβληματισμό, για μια άλλη σκέψη, για περισσότερη ευαισθησία, ήδη είναι μια επιτυχία της γραφής μου. Προσπαθώ εντέλει να συμβάλλω με τις μικρές μου δυνάμεις σ’ αυτό που λέγεται μορφωτικό κίνημα.

Όλα μου τα λογοτεχνικά βιβλία έχουν το κοινωνικό στοιχείο λίγο ως πολύ. Δεν είναι διδακτισμός αυτό. Αυτός που γράφει θα πρέπει να είναι παρών και στα κοινωνικά ζητήματα και στους αγώνες και όχι να γράφει απόμακρος στην ήσυχη γωνιά του σπιτιού του.

 Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζεις στην ιστορική έρευνα και πώς τις ξεπερνάς; Ποια απήχηση έχουν τα ιστορικά βιβλία σου;

Το ξαναείπα ότι αγοράζω ό,τι μπορώ από βιβλία, κυρίως τα ιστορικά, πολιτικά, τα υπόλοιπα τα δανείζομαι από τη Δημόσια Βιβλιοθήκη. Όσον αφορά την έρευνα, ξεκίνησα από τα πολλά ακούσματα. Όταν ακούσεις τόσους πρωταγωνιστές των γεγονότων, συγκεντρώνεις και πολλά πράγματα και προσανατολίζεσαι και καλύτερα.

Ύστερα πάντα κρατώ αρχεία. Η μάνα μου είχε μια τέτοια μανία, να μαζεύει. Βέβαια, μάζευε τα τεύχη από το Ρομάντσο, αλλά είναι περίπου το ίδιο! Έγινα, λοιπόν, συλλέκτης με πράγματα που μάζεψα και δεν υπάρχουν στην Ελλάδα. Άρα, Ιστορία και αρχεία συμπορεύονται. Έψαχνα πάντα και στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, όχι μόνο στα δικά μας αλλά και σε άλλες πόλεις, γιατί μπορούσα να βρω κάτι που αφορούσε την Ιστορία του τόπου μας. Αλλά μπορούσα να βοηθήσω και στην έρευνα άλλων με τα δικά μου βιβλία. Μια σειρά μεταπτυχιακών ή διδακτορικών βγήκαν και με τη δική μου βοήθεια, με μνημονεύουν οι ερευνητές σ’ αυτά και είμαι περήφανος.

Στις Κορυσχάδες

Ένα πραγματικά σημαντικό γεγονός είναι πως με πήραν από τη Βιβλιοθήκη της Βουλής και μου ζήτησαν βοήθεια για την επανασύσταση του  Μουσείου στις Κορυσχάδες. Σε 15 μέρες ετοίμασα υλικό και το έστειλα. Στο Μουσείο, που λειτούργησε με τη νέα μορφή από πρόπερσι, υπάρχει στις ευχαριστίες και το όνομά μου και το θεωρώ μεγάλη τιμή.

Κορυσχάδες: Στην προτομή του Πέτρου Κόκκαλη

Έχω ένα τεράστιο ψηφιοποιημένο αρχείο, το οποίο ακόμα δεν το αξιοποίησα ολοκληρωμένα, για τοπικά και πανελλαδικά θέματα. Η μεγάλη μου ανησυχία είναι αυτή, πώς θα προλάβω να το αξιοποιήσω.

Οι δυσκολίες της έρευνας είναι τεράστιες. Πρώτα – πρώτα πρέπει να ξέρεις καλά τι ψάχνεις. Ύστερα πολλά πράγματα έχουν καταστραφεί. Και τα τελευταία χρόνια στο όνομα των προσωπικών δεδομένων έχουν μπει και  περιορισμοί.

Θεσσαλονίκη: Στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου

Κατέβαινα στη Θεσσαλονίκη και έψαχνα φύλλο το φύλλο τη Μακεδονία ή τον Ελληνικό Βορρά. Χρόνος ατελείωτος. Και το πλούσιο υλικό των ΓΑΚ Ημαθίας το έκανα “φύλλο φτερό”. Και κάνω με την ευκαιρία έκκληση σε συγγενείς παλιών αγωνιστών να μου δώσουν υλικό. Δυστυχώς όμως οι συγγενείς αυτών που έφυγαν από τη ζωή συχνά δεν ήξεραν την αξία αυτών των πραγμάτων και πολλά πετάχτηκαν.

Όσο για το πώς κινήθηκαν εκδοτικά τα βιβλία μου, να πω πως σε επίπεδο Νομού πήγαν πολύ καλά, ενώ τα λογοτεχνικά κυκλοφορούν σε ολόκληρη την Ελλάδα. Τα τρία πρώτα ιστορικά βιβλία δεν υπάρχουν πια, εξαντλήθηκαν. Τώρα υπάρχουν σε ψηφιακή μορφή στη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη, όπου παραχώρησα και τα δικαιώματα. Το τελευταίο ειδικά, το “Επικηρυγμένοι”, που μόλις κυκλοφόρησε, πάει πολύ καλά. Επομένως είχαν απήχηση. Είμαι ο πρώτος που ασχολήθηκα με τη δεκαετία του ’40 και όσοι τώρα γράφουν γι’ αυτήν τη δεκαετία σαν πηγή χρησιμοποιούν τα βιβλία μου. Κι αυτό είναι και τιμή και χαρά για μένα.

Με τον πρέσβη της Κούβας

Αθλητισμός, πολιτική, δημοσιογραφία, γραφή. Τι κοινό έχουν και τα τέσσερα, που σε διαμορφώνουν ως άνθρωπο;

Και τα τέσσερα προϋποθέτουν στοχοπροσήλωση και πειθαρχία. Αν χάσεις τον στόχο σου και δεν έχεις πειθαρχία, δεν μπορείς να τα καταφέρεις. Για παράδειγμα στο γράψιμο πολλά καλοκαίρια η οικογένεια πήγαινε διακοπές κι εγώ γύριζα από Αρχείο σε Αρχείο  και έγραφα. Στο τελευταίο μου βιβλίο, το “Επικηρυγμένοι”,  έπρεπε να διαβάσω ανάμεσα στα άλλα πέντε με έξι χιλιάδες ΦΕΚ, για να γραφεί και είναι φανταστείτε ένα μικρό σε σελίδες βιβλίο. Και φυσικά θα έπρεπε να μελετηθεί και το νομοθετικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται  τα ιστορικά γεγονότα, να αποδοθεί κι αυτό.

Όλα αυτά επομένως , και τα τέσσερα, συνδέονται. Όλα τελικά είναι πολιτική! Και ο αθλητισμός!  Και όλα θα πρέπει να εντάσσονται στον αγώνα για να «ανθρωπεύσει ο άνθρωπος»!

Βρισκόμαστε σε μια πολύ δύσκολη πολιτική συγκυρία και στον ελλαδικό αλλά και στον παγκόσμιο χώρο. Με  την εμπειρία που έχεις πάνω στα πράγματα πώς βλέπεις να διαμορφώνεται το τοπίο, πού οδηγούμαστε ως χώρα;

Έχω μια μεγάλη ανησυχία για την πορεία των πραγμάτων. Όλα δείχνουν πως τα πράγματα θα χειροτερέψουν. Το παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους. Στην Ουκρανία , ο συνεχιζόμενος ιμπεριαλιστικός πόλεμος, δεν τέλειωσε και κανένας απολογισμός δεν έγινε ακόμα, ενώ υπαρκτός είναι ο κίνδυνος παραπέρα γενίκευσης του. Ενώ φαίνεται  πάλι ότι Παλαιστίνη και Ισραήλ οδηγήθηκαν σε «συμφωνία» , ο παλαιστινιακός λαός εξακολουθεί να δολοφονείται.

Με την πρώην πρέσβειρα της Κούβας στη Βέροια

Ανησυχώ πάρα πολύ, γιατί η Ελλάδα είναι μπλεγμένη “μέχρι τα μπούνια” σε όλα αυτά, σε όλο αυτό το κουβάρι του ιμπεριαλισμού και των ευρύτερων επιδιώξεων του .

Η οικονομία μας – αφορά το λαό και όχι τα κέρδη των λίγων-σε άθλια κατάσταση. Η παγκόσμια οικονομική κρίση είναι προ των πυλών, γι’ αυτό και υπάρχει στροφή στην Πολεμική Βιομηχανία, αφού πρέπει τα «λιμνάζοντα» κεφάλαια να αξιοποιηθούν κάπως.Υπάρχει δηλαδή εν εξελίξει πόλεμος, εμπλοκή της χώρας μας,  αλλά και παραπέρα στέρηση κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων.

Ένα φως στον ορίζοντα για τον ελλαδικό χώρο είναι οι πρόσφατες μεγάλες αγροτικές κινητοποιήσεις και η λαϊκή συμπαράσταση. Φως γενικότερα θα υπάρξει μόνο, αν οι λαοί αποφασίσουν να σηκώσουν το κεφάλι και να χαράξουν άλλο τελείως διαφορετικό δρόμο για τη χώρα, την ίδια τους τη ζωή. Αλλιώς θα ζήσουμε μια περίοδο νέου Μεσαίωνα.

 Στιγμιότυπο από τη συνέντευξη

Φωτογραφίες: faretra.info – Αρχείο Αλέκου Χατζηκώστα

…………………….

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ