
Κυριακή πρωί κι ένας λαμπερός ήλιος, με καλούσε να βγω έξω, αν και μέχρι να το πάρω απόφαση άργησα λιγάκι…
Ανηφόρισα κατά τις 11 τη Μητροπόλεως που έλαμπε στην κυριολεξία λουσμένη στο φως και φτάνοντας στο Ρολόγι, άκουσα ψαλμωδίες από την εμβληματική φωνή του Μητροπολίτη Παντελεήμονα…
«Αιωνία η μνήμη …»
Τι γίνεται στην πλατεία; Αναρωτήθηκα!
Φτάνοντας στο ύψος της πλατείας, είδα έκπληκτη παραταγμένο στρατιωτικό άγημα, και αρκετό κόσμο…
Πλησίασα λίγο παραπάνω για να καταλάβω τι συμβαίνει και η απορία μου λύθηκε άμεσα, όταν είδα την κ. Ελένη Μουστάκα, συνταξιούχο Νηπιαγωγό, να παίρνει θέση μπροστά στο μικρόφωνο.
Η ομιλήτρια, με στεντόρεια φωνή, αναφέρθηκε στην ημέρα μνήμης της 6ης Απριλίου.
Στις 6 Απριλίου 1914 γράφτηκε, μια από τις πλέον μελανές, και εν πολλοίς άγνωστες σελίδες, της ελληνικής σύγχρονης ιστορίας. Ήταν η μέρα που χαρακτηρίστηκε «το Μαύρο Πάσχα των Θρακών».
Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Ελληνισμός της Θράκης, όπως και ο Ελληνισμός του Πόντου και της Μικράς Ασίας, υπέστη το ίδιο σχέδιο Γενοκτονίας που στοίχησε τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες της Θράκης.
Μίλησε για τις τρεις φάσεις της οδυνηρής γενοκτονίας από το 1908 έως το 1923 και για το μοίρασμα της Θράκης.
Στη Βόρεια που τώρα ανήκει στη Βουλγαρία, στην Ανατολική που ανήκει στην Τουρκία και στη Δυτική που ανήκει στην Ελλάδα.
Είχαν παραταχθεί στην πλατεία εκτός από το στρατιωτικό άγημα κι επίσημοι εκπρόσωποι της Εκκλησίας και της πολιτείας, του Στρατού και των Αστυνομικών αρχών, καθώς και μέλη του συλλόγου Θρακιωτών με τις εκθαμβωτικές, θρακιώτικες στολές τους…
Στη συνέχεια, με το πέρας της ομιλίας, έγιναν καταθέσεις στεφάνων εκ μέρους όλων των επίσημων αρχών…
Κατηφορίζοντας, λίγο πριν την πύλη της παλιάς Εβραϊκής Συνοικίας στην Μπαρμπούτα, η ανάκρουση του εθνικού ύμνου, έδωσε άλλη βαρύτητα στο ανοιξιάτικο τοπίο, που πρόβαλε μόλις πέρασα την πύλη, σε όλες τις αποχρώσεις του πράσινου χαϊδεύοντας απομεινάρια παλιά και στέρεα…
Ο ήχος του ποταμού μεγαλοπρεπής!
Στη γέφυρα της Βασίλισσας Βεργίνας, στάθηκα για λίγο .
Με συνεπήρε το ποτάμι. Αφρισμένο κατέβαινε!
Νερό μπόλικο, ενθουσιώδες και δυναμικό.
Στένευαν τα όριά του για λίγο, μέχρι να ανοιχτεί ξανά παρακάτω φτάνοντας στη γέφυρα της Καραχμέτ.
Πέρασα τη γέφυρα της Βασίλισσας Βεργίνας και κατηφόρισα προς τον τσιμεντένιο, μικρό δρόμο πάνω από το παλιό εξοχικό κέντρο Μπαρμπούτα, για να απολαύσω τη βλάστηση και τη ροή του μικρού παραπόταμου που με το νερό του κινούσε κάποτε, μύλους και μπατάνια της περιοχής.
Στο πρώτο σπίτι δεξιά του δρόμου, μπουγάδα απλωμένη και φωνές παιδιών που παίζανε.
Λίγο πιο κάτω, από το πουθενά, μια γατούλα εμφανίστηκε ξαφνικά, ναζιάρα και πεινασμένη.
Γύρισα πίσω και στρίβοντας αριστερά, μπήκα στον πεζόδρομο που οδηγεί στη γέφυρα Καραχμέτ. …
Ο πεζόδρομος καθαρός!
Θυμάμαι παλιότερα πόσα σκουπίδια ήταν αφημένα στις παρυφές του …
Σπίτια ανακαινισμένα, αγέρωχα, φλέρταραν με τα ακρόκλαδα μιας ανοιξιάτικης, πληθωρικής βλάστησης που αγκάλιαζε το βλέμμα και ευφραινόταν η ψυχή…
Αριστερά, παρτέρια με δενδρολίβανα ανθισμένα και μικρά σε ύψος καλλωπιστικά φυτά, μάλλον νεοφυτεμένα, πνιγμένα από χλωρίδα άγρια που κυριαρχούσε, κι ήθελε διακαώς να επιβληθεί και να διαιωνίσει το είδος της…
Φτάνοντας στη γέφυρα της Καραχμέτ, λίγο πριν στρίψω, ρύποι κρεμασμένοι στα κλαδιά και φωλιασμένοι στο πρανές του ποταμιού.
Μια όμορφη ανθισμένη κουτσουπιά, διαμαρτυρόταν για τα σκουπίδια που κρέμονταν δίπλα της…
Λιγοστοί οι ρύποι, ευτυχώς…
Μα όχι ότι αυτό είναι κι άνευ σημασίας!
Κάποιοι έβαλλαν το χεράκι τους πάλι.
Έχουμε δει όμως στις όχθες του και στα πρανή του, πριν αρκετά χρόνια, εστίες ρύπανσης που θα μας μείνουν αξέχαστες!
Στάθηκα στη λιθόστρωτη γέφυρα, τη μοναδική τοξωτή γέφυρα του Τριποτάμου, πήρα βαθιές ανάσες, έκλεισα τα μάτια μου και άκουσα κελαριστούς ήχους πουλιών, που συνομιλούσαν με το φλύαρο νερό που κρημνιζόταν από ένα μικρό, μικρούτσικο σε ύψος, σα ζωγραφιά καταρράκτη, παίζοντας με τα βράχια…
Στη συνέχεια πήρα τη Σοφού, την ανηφόρησα.
Πριν περάσω μέσα από το εδώ κι ένα χρόνο περίπου, μεταλλικό, προστατευτικό σκέπαστρο, το μάτι μου τράβηξε ο φωσφορίζων κισσός που κάλυπτε όλον τον τοίχο του παλιού σπιτιού, στον οποίο έστεκε ακόμη περήφανο το παράθυρό του με τα μισόκλειστα, ξεδοντιασμένα παραθυρόφυλλα.
Πέρασα κάτω από τη σκεπαστή, μεταλλική κατασκευή του δρόμου, και άκουσα τη σιγανή, σχεδόν ψιθυριστή φωνή των ατάκτως ερριμμένων ξύλων, το υπόκωφο μοιρολόγι της πεσμένη στέγης, ενός σπιτιού, που ένα χρόνο πριν ακόμη, προσπαθούσε να στηθεί όρθιο, αλλά δεν τα κατάφερε.
Ανήκε σε μια γειτονιά με παραδοσιακή αρχιτεκτονική…
Μια παλιά πόρτα, λίγο πιο κάτω, έρημη με γυφτόκαρφα μεγάλα, άφηνε ένα μικρό άνοιγμα.
Πρόκληση για φωτογραφία!
Να δει το μάτι το κρυμμένο μυστικό…
Παντού απομεινάρια της μνήμης.
Αποτυπώματα ανθρώπων μιας άλλης εποχής, μνημειακής.
Φύση απείραχτη…
Απέναντι να κι ένα σκυλάκι κάτασπρο πάνω στον περίβολο μιας εσωτερικής αυλής ενός συντηρημένου και κατοικήσιμου σπιτιού…
Γεια σου, μουρίτσα, είπα και συνέχισα την περιήγηση.
Λίγο πριν στρίψω δεξιά, το γάβγισμα ενός απελπισμένου σκύλου, φυλακισμένου πίσω από μία πόρτα κλειστή, σε ένα παλιό, μάλλον ακατοίκητο σπίτι.
Φάνηκαν τα πόδια του στο κάτω κενό της μεταλλικής πόρτας.
Όσο πλησίαζα, τόσο το κλάμα του γινόταν πιο απελπισμένο και παρακλητικό.
Πόσες φορές άραγε το έκανε αυτό, ελπίζοντας ότι κάποιος θα τον σώσει;
Γεμάτη σκέψεις και συναισθήματα, στρίβοντας δεξιά, γέμισε το βλέμμα μου το απομεινάρι της Βυζαντινής αίγλης της πόλης, η παλιά Μητρόπολη, παρέα με τον ιστορικό ακρωτηριασμένο πλάτανο, που αντιστέκεται με τρόπο συγκινητικό, πετώντας τα άναρχα ανοιξιάτικα κλαδιά του που προσπαθούν να αγγίξουν τον ναό.
Ο κομμένος μιναρές ατένιζε τα άσπρα παιγνιδιάρικα σύννεφα και τον φωτεινό ουρανό που αργότερα, σύμφωνα με το Μετεό, θα γίνει πάλι μουντός, περιμένοντας τον μικρό χειμώνα που χάνοντας τον δρόμο του, θα περάσει για λίγο απειλώντας την άνοιξη.
Πήρα την Πλατάνων και στη συνέχεια την Κεντρικής.
Τόση ιστορία γραμμένη σε αυτόν τον δρόμο που προσπαθεί με νύχια και δόντια να κρατηθεί ζωντανός, τιμώντας την καταγωγή του.
Δεκάδες μαγαζιά σε αχρηστία με σκονισμένες τζαμαρίες κι Ενοικιάζεται…
Άλλα, παλιότερα, στέκουν φοβισμένα με την ιερή σκουριά της γκλαβανής στα παράθυρα και τις πόρτες…
Μέχρι το ύψος της Μ. Αλεξάνδρου, όπου αλλάζει το τοπίο, αλλά η θλίψη δεν έχει φύγει ακόμη…
Βενιζέλου… Ελιάς.
Κοσμοσυρροή εδώ!
Γεμάτα καφέ, τα τραπεζάκια έξω.
Έχει πάει 12.10 και ο ήλιος άρχισε να θολώνει…
Μπήκα στο σπίτι με υποδέχτηκαν ο Φίλιππος κι ο Τίτος νιαουρίζοντας γκρινιάρικα…
Άρχισα να μαγειρεύω …
Μου αρέσει να μαγειρεύω …
Χαλαρώνω και τακτοποιώ τις σκέψεις μου.
Κάποια στιγμή πέρασε ένα αυτοκίνητο με τη ραπ στη διαπασών…
Κοίταξα την ώρα.
14.30
Ακόμη δεν ήρθαν τα παιδιά για φαγητό!|
Πήγα προς το παράθυρο.
Το σκηνικό αλλαγμένο.
Ένα ψιλόβροχο νότισε τον δρόμο…
Ήταν ένα γλυκό, όμορφο και νοσταλγικό κυριακάτικο πρωινό που πέρασε ανεπιστρεπτί!
καλή εβδομάδα με υγεία!
Ει. Δα.
—
Φωτογραφίες: Ειρήνη Δασκιωτάκη
……………………