
Κάθε μέρα είναι αφιερωμένη πια σ’ ένα πρόσωπο συλλογικής έκφρασης, ή σε μια ιδέα, ή σε ένα γεγονός. Ημέρα της μητέρας, του πατέρα, (πρόσφατα καθιερωμένη), της γυναίκας, της προστασίας του πλανήτη, παγκόσμια ημέρα νερού, της δωρεάς οργάνων και τόσα άλλα…
Όχι ότι είναι κακό κάτι τέτοιο, είναι μια υπενθύμιση για όσα πρέπει να θυμόμαστε ή να σεβόμαστε. Και φυσικά έρχεται ως ιδέα απ΄ Έξω. Οι ξένοι ξέρουν πολύ καλά να τιτλοποιούν, να καταχωρίζουν, να υπενθυμίζουν. Και η ελληνική πραγματικότητα;
Εμείς οι Έλληνες είμαστε κάπως αλλιώς. Είμαστε αυθόρμητοι, συναισθηματικοί, πολλές φορές πρόχειροι σε επιλογές και σε πράξεις, αλλά μέχρι τουλάχιστον τα τελευταία πενήντα χρόνια δεμένοι άρρηκτα με θεσμούς που είναι ταυτισμένοι με το το φυσικό μας. Η οικογένεια ήταν, και ακόμα ίσως είναι, (όπως αποδείχτηκε από το μεγάλα συλλαλητήρια για τα Τέμπη), συνδετικός κρίκος δυνατός.
Παγκόσμια γίνονται προσπάθειες, αθόρυβα αλλά συστηματικά, αποδόμησης του θεσμού της οικογένειας. Στην Ελλάδα όμως δεν έχει προχωρήσει τόσο κάτι τέτοιο, τουλάχιστον όσο θα το ήθελαν όσοι έχουν για στόχο την ομογενοποίηση των εθνών σε μια μεγάλη Παγκόσμια Αγορά.
Και γιατί να ειπωθούν όλα τα προηγούμενα σήμερα, που η μέρα, 28 Μαρτίου, είναι αφιερωμένη στην Ελληνίδα γιαγιά; Γιατί φωτίζουν ακριβώς την ιδιαιτερότητα της ελληνικής οικογένειας και το ρόλο της Ελληνίδας γιαγιάς.
Είναι εκείνη που πολύ βαθιά στο χρόνο ήταν πάντα μοχλός εκκίνησης της καθημερινότητας στην οικογένεια. Μαυροντυμένη τότε, με το μαντήλι στο κεφάλι, στο πλευρό της κόρης, ή της νύφης συνήθως, ( αφού το αρσενικό παιδί έπρεπε να έχει μαζί του και τους γονείς του, με την υποχρέωση να τους γηροκομήσει), ακούραστη από τα χαράματα μέχρι το βράδυ, χαρά της η φροντίδα των εγγονών, που το γέλιο τους μετρίαζε την κούραση της μέρας, έκλεινε το βράδυ τα μάτια με την ικανοποίηση πως έκανε αυτό που έπρεπε.
Σήμερα η Ελληνίδα γιαγιά, ειδικά στις πόλεις, είναι διαφορετική. Ίσως φοράει τζιν παντελόνι, ίσως δεν ξεχνά το κραγιόν της και καθώς το φορά στον καθρέφτη της σκέφτεται το γέλιο των εγγονών της που σε λίγο θα σφίξει στην αγκαλιά της, είτε της τα φέρουν είτε πάει να τα φροντίσει. Και φωτίζεται το πρόσωπό της με αλλιώτικο φως…
Είτε δουλεύει ακόμα, είτε βγήκε στη σύνταξη, είτε δε δούλεψε ποτέ, αλλά είχε όλη τη λάτρα του δικού της σπιτιού στους ώμους της, η Ελληνίδα γιαγιά φεγγοβολάει ολόκληρη, όταν ζει το ρόλο της, ή καλύτερα τον τίτλο της. “Γιαγιά”, τίτλος τιμής!
Αλλά… Υπάρχει ένα αλλά. Είναι όλες οι γιαγιάδες τόσο ευτυχισμένες; Η σύνταξη, που δε φτάνει ούτε για τα φάρμακά τους, πώς να φτάσει ακόμη και για το μικρό χαρτζιλίκι των εγγονών; Και όταν ο γιος ή η κόρη δεν έχουν δουλειά ή απλά επιβιώνουν; Πόσο μπορεί να κοιμάται ήσυχα η γιαγιά; Η κοινωνία είναι σκληρή σήμερα… Αυτή είναι η άλλη πλευρά του φεγγαριού.
Ας ξεχάσουμε, όμως, για λίγο σήμερα όσα μας προβληματίζουν. Το έχει η μέρα. Καλημέρα, λοιπόν, γιαγιάδες, και χρόνια πολλά!
……………………..
*Οι «Παρενθέσεις» είναι μικρά κείμενα, μικρές πινελιές, σε θέματα πολιτισμού ή ζωής, που φωτίζουν γωνιές από μεγαλύτερα θέματα, λειτουργώντας σαν παρ-εν-θέσεις.
………………………