Έχει «κοστολογήσει» τα «αντίποινα» της Μόσχας για την ακραία αντιρωσική πολιτική που ακολούθησε η Ελλάδα ως εξάρτημα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ;
Οι γραμμές στην εξωτερική πολιτική της αμερικανικής υπερδύναμης δεν μετακινούνται (αισθητά ή απότομα), ανεξάρτητα από τον ένοικο του Λευκού Οίκου. Παρ’ όλα αυτά η προκείμενη εκλογική αναμέτρηση, μεταξύ όλων των άλλων, φέρνει στην επιφάνεια / υπενθυμίζει τον βαθύ διχασμό στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα που διαπερνά κάθετα τον οικονομικό και κοινωνικό ιστό στις ΗΠΑ.
Με απλούστερα λόγια αυτός ο διχασμός, του οποίου την αφετηρία μπορούμε να εντοπίσουμε στις 9.11.2001 με το χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους, έφτασε στην κορύφωσή του στην πρώτη νίκη του Τραμπ και άρχισε να μετεξελίσσεται σε «εμφύλιο» όταν οι Δημοκρατικοί επέστρεψαν με τον Μπάιντεν στην εξουσία. Κι αυτός ο «εμφύλιος» κορυφώνεται με τις τελευταίες εξελίξεις (απόπειρα κατά του Τραμπ, αντικατάσταση του Μπάιντεν κ.λπ.).
Είναι, έχουμε την εντύπωση, προφανές ότι ο αμερικανικός «εμφύλιος» δεν έχει να κάνει με τα πρόσωπα που εμφανίζονται σε πρώτο πλάνο και διεκδικούν την ηγεσία της χώρας (και των υποτελών της σε κάθε γωνιά του πλανήτη). Η σύγκρουση έχει να κάνει με τη διάρθρωση των παγκόσμιων αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων και τον άγριο πόλεμο μεταξύ τμημάτων του αμερικανικού κεφαλαίου, που από τους Δίδυμους Πύργους και έπειτα έπαψε να είναι συμπαγές.
Ο εσωτερικός αλληλοσπαραγμός τους αποτυπώνεται τελικά στις μείζονες επιλογές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, καθώς οι ΗΠΑ ως πλανητική δύναμη, με τις αποφάσεις και τις κινήσεις τους, μπορούν να ενισχύσουν ή να υπονομεύσουν παγκόσμια οικονομικά συμφέροντα και παραγωγικές δραστηριότητες.
Η διάθεση των Ρεπουμπλικανών (Τραμπ) να μαζέψουν / περιορίσουν τις παγκόσμιες αμερικανικές δεσμεύσεις και να ρίξουν δυνάμεις σε συγκεκριμένες περιοχές του πλανήτη και στην εσωτερική ανασυγκρότηση αποτελεί την ουσία και τη βάση πάνω στην οποία έχει οικοδομηθεί η σύγκρουση με τους Δημοκρατικούς.
Απέναντι σε μια πολιτική (του Μπάιντεν) που υπέθαλψε τον πόλεμο στην καρδιά της Ευρώπης (Ουκρανία) ενισχύοντας ακόμα περισσότερο τις αμερικανικές δεσμεύσεις έναντι των Ευρωπαίων συμμάχων, ο Τραμπ έχει ήδη διακηρύξει πως οι αμερικανικές δεσμεύσεις ασφάλειας θα περιοριστούν και ότι οι Ευρωπαίοι όχι μόνο θα πρέπει να πληρώσουν (πολύ παραπάνω) για την προστασία τους, αλλά και να εξελίξουν αξιόπιστο αμυντικό μηχανισμό.
Ένα άλλο παράδειγμα διαφορετικής προσέγγισης (με βάση τα εκπροσωπούμενα οικονομικά συμφέροντα) είναι ο τρόπος που η αμερικανική εξωτερική / αμυντική πολιτική αντιμετωπίζει την Κίνα. Για τον Τραμπ η Κίνα είναι ο υπ’ αριθμόν ένα και ο μόνος πραγματικός αντίπαλος, που ήδη έχει γονατίσει την αμερικανική παραγωγική βάση και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να εκθρονίσει τις ΗΠΑ από την παγκόσμια ηγεμονία.
Αντιθέτως, το νέο «νέο» χρήμα, που διαχέεται στον παγκοσμιοποιημένο οικονομικό ιστό και «εκπροσωπείται» από τους Δημοκρατικούς, έχει πολύ περισσότερα να χάσει από μια ενδεχόμενη παρατεταμένη αντιπαράθεση ΗΠΑ – Κίνας, η οποία θεωρείται βέβαιη στην περίπτωση νίκης του Τραμπ.
ΥΓ.: Μια απαραίτητη υποσημείωση / ερώτηση: Είναι άραγε η ελληνική κυβέρνηση προετοιμασμένη για μια ραγδαία βελτίωση των αμερικανορωσικών σχέσεων και το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία σε περίπτωση νίκης του Τραμπ; Έχει «κοστολογήσει» τα «αντίποινα» της Μόσχας για την ακραία αντιρωσική πολιτική που ακολούθησε η Ελλάδα ως εξάρτημα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ;
—