Από τον Πλάτωνα στις Ευρω-Εκλογές 2024: Οι Ειδικοί και οι “Aνίδεοι” / γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος
☆Πολιτικοί vs Celebrities
“Έρδοι τις ην έκαστος ειδείη τέχνην” (Αρχαία Παροιμία, Ας κάνει ο καθένας τη δουλειά που ξέρει να κάνει).
Οι μεγάλοι Φιλόσοφοι της ανθρωπότητας δεν κρίνονται μόνον από το έργο που άφησαν αλλά κι από τα αναπάντητα ερωτήματα που έμειναν σχετικά με κάποια θέματα που ταλανίζουν ακόμα όχι μόνον του φιλοσόφους αλλά και πολλούς άλλους.
Σε αυτούς ανήκει πρωτίστως και ο Πλάτων που κάποιες θέσεις του εξακολουθούν ακόμη να προβληματίζουν αφού η επιστήμη και η εμπειρία τόσων αιώνων δεν κατόρθωσε να βρει μία πειστική και τελειωτική απάντηση – θέση.
Μπορεί οι Πλάτων να διασώθηκε μετά την ανεπιτυχή προσπάθειά του στις Συρακούσες να εφαρμόσει την «Ιδανική Πολιτεία» του, αλλά μέχρι στις μέρες μας εξακολουθεί να ισχύει το δίλημμα-πρότασή του πως σε μια ιδανική Πολιτεία-Κοινωνία-Χώρα θα πρέπει «ή να κυβερνήσουν (βασιλεύσουν) οι Φιλόσοφοι ή να φιλοσοφήσουν οι κυβερνώντες (Βασιλείς)».
Με άλλα λόγια ο Πλάτων θεωρεί πως σε μια ιδανική πολιτεία πρέπει η Πολιτική Δύναμη (Εξουσία) και η Φιλοσοφία (ως σκέψη) να συγκεντρωθούν σε ένα πρόσωπο. Τόσο ο Πλάτων όσο και ο Βολταίρος το δίλημμα-ζήτημα αυτό το έλυσαν προτείνοντας λιγότερη δημοκρατία και περισσότερη “Πεφωτισμένη Δεσποτεία”.
To “Διδακτόν ή μη της Πολιτικής Αρετής”
Το δικαστήριο του μέλλοντος θα πρέπει να συμπεριλάβει στο κατηγορητήριο εναντίον του Πλάτωνα κι ένα ακόμη αδίκημα, αυτό της εκκρεμότητας που άφησε για το “Διδακτόν ή μη της Πολιτικής Αρετής”.
Και μην αντιτείνει κάποιος πως αυτό το ερώτημα αφορά τον δάσκαλό του, τον Σωκράτη, αλλά και τον μέγιστο των Σοφιστών, τον Πρωταγόρα. Και οι δύο αυτοί, για διαφορετικούς ο καθένας λόγους, δεν άφησαν γραπτό λόγο, ενώ έμειναν σχεδόν όλα του Πλάτωνα. Τυχαίο;
Στο έργο του Πλάτωνα «Ο Πρωταγόρας» ο διάλογος μεταξύ Σωκράτη και Πρωταγόρα για το «Διδακτόν της Πολιτικής Αρετής» είναι τόσο αυθεντικός και γνήσιος, όσο είναι και ο «Επιτάφιος» του Θουκυδίδη που δήθεν εκφώνησε ο αγαπημένος του πολιτικός, ο λατρευτός του Περικλής.
“Το αμπέλι, θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη και το καράβι, στο γιαλό, θέλει καραβοκύρη”.
Επειδή ζούμε ως λαός και ως πολιτικό σύστημα σε ένα σουρεαλιστικό τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς ενόψει και των Ευρω-Εκλογών θα μού ήταν δύσκολο να αποφύγω συσχετίσεις και αναλογίες ανάμεσα στο διάλογο Σωκράτη-Πρωταγόρα («Το Διδακτόν της Πολιτικής Αρετής»), στη σοφία κάποιων Παροιμιών και φυσικά του τρόπου επιλογής-εκλογής των Ευρω-Βουλευτών μας.
Δεν ξέρω ποια από τις τρεις αυτές κορυφές του τριγώνου (διάλογος Σωκράτη vs Πρωταγόρα, Παροιμίες, Τρόπος Επιλογής-Εκλογής Ευρω-Βουλευτών) ήταν αυτή που αποτέλεσε και την αφόρμηση γι αυτό το άρθρο αφού νοηματικά δεν φαίνονται να έχουν κοινό σημείο αναφοράς.
Και, όμως, κάποιο αόρατο νήμα τις συνδέει αφού στο βάθος θίγουν και επωάζουν το διαχρονικό πολιτικό πρόβλημα για το κριτήριο με το οποίο πρέπει να επιλέγονται οι «άρχοντές» μας, αλλά και το δικαίωμα και το κριτήριο με το οποίο μπορούν οι πολίτες να εκφέρουν άποψη για τις δημόσιες υποθέσεις.
Ας ξεκινήσουμε, όμως, από το έργο του Πλάτωνα «Πρωταγόρας», όπου ο Σωκράτης και ο Πρωταγόρας αναζητούν με την τεχνική των «δισσών λόγων» να δώσουν την απάντηση στο ερώτημα για το «Διδακτόν ή μη της Πολιτικής Αρετής».
Ο Σωκράτης υποστηρίζει το «Μη Διδακτόν» με δύο πειστικά επιχειρήματα από τη ζώσα πολιτική πραγματικότητα της αρχαίας Αθήνας.
Υποστηρίζει, δηλαδή, πως οι Αθηναίοι όταν πρόκειται να λάβουν αποφάσεις για τα ειδικά θέματα (οικοδομές, κατασκευή πλοίων…) συμβουλεύονται τους ειδικούς που έχουν τις ειδικές γνώσεις.
Αντίθετα για τα Πολιτικά ζητήματα καλούνται όλοι (σιδεράδες, τσαγκάρηδες, βυρσοδέψες…) να εκφέρουν την γνώμη τους και να αποφασίσουν. Άρα κατά τον Σωκράτη δεν υπάρχουν «ειδικοί» στην Πολιτική και ως εκ τούτου η Πολιτική Αρετή είναι «Μη Διδακτή» (βέβαια αυτή η άποψη του Σωκράτη [Πλάτωνα] εμπεριέχει και μία έμμεση μομφή κατά των δήθεν δημοκρατικών διαδικασιών λήψης των αποφάσεων).
Το δεύτερο επιχείρημα του Σωκράτη για το «Μη Διδακτόν της Πολιτικής Αρετής» σχετίζεται με την αδυναμία των άριστων πολιτικών (Περικλής…) να μεταδώσουν και στα παιδιά τους την τέχνη του διοικείν, την Πολιτική Αρετή.
Το συμπέρασμα, λοιπόν, του Σωκράτη (Πλάτωνα) ήταν το αφοπλιστικό «Ουχ ηγούμαι διδακτόν είναι αρετήν».
Βέβαια ο Πρωταγόρας, ως ο δάσκαλος της «Ευβουλίας («Το δε μάθημα έστιν ευβουλία περί των οικείων, όπως αν άριστα την αυτού κατοικίαν διοικοί, και περί των της πόλεως, όπως τα της πόλεως δυνατώτατος αν είη και πράττειν και λέγειν») υποστηρίζει με πάθος το «Διδακτόν της Αρετής».
Η συζήτηση φθάνει σε αδιέξοδο (ακόμη μέχρι και σήμερα) και υπόσχονται πως θα ξαναβρεθούν για να βρουν μία πειστική απάντηση στο βασικό ερώτημα για το «Διδακτόν ή μη της Πολιτικής Αρετής».
Οι Ειδικοί και η Πολιτική
Οι αναλογίες, λοιπόν, και οι θέσεις που αναδύονται από το διάλογο μεταξύ των δύο Φιλοσόφων και από την Παροιμία («Το αμπέλι θέλει…») είναι εμφανείς αφού τίθεται εμφανώς ο ρόλος των ειδικών στην Πολιτική Ζωή μιας Πόλης-Χώρας. Η θέση της παροιμίας βεβαίως διάκειται ευμενώς προς τη θέση του Σωκράτη για το «Μη Διδακτόν της Πολιτικής Αρετής» και πως ο ρόλος των Ειδικών είναι σημαντικός ακόμη και στην Πολιτική.
Η συζήτηση για το δίπολο «Πολιτικοί ή Τεχνοκράτες», «Πολιτικοί ή οι Ειδικοί» δεν είναι τωρινή αλλά ταλανίζει τις πολιτικές επιστήμες και το πολιτικό σύστημα εδώ και πολλές δεκαετίες.
Οι υπέρμαχοι των Ειδικών και των Τεχνοκρατών στην άσκηση πολιτικής Εξουσίας εδράζουν τα επιχειρήματά τους στην πολυπλοκότητα των σύγχρονων προβλημάτων που τους καθιστά αναγκαίους για την διαχείριση και επίλυσή τους.
Από την άλλοι πλευρά οι υποστηρικτές των Πολιτικών τονίζουν την αναγκαιότητα και ικανότητά τους στην κατανόηση, ερμηνεία και διαχείριση των προβλημάτων στην καθολικότητά τους και όχι αποσπασματικά.
Ωστόσο υπάρχουν και εκείνες οι διαφορές μεταξύ των δύο αυτών ομάδων που καθιστούν εναργέστερο το ρόλο και τη χρησιμότητά τους στη διαχείριση των «δημόσιων πραγμάτων».
Η πρώτη εμφανής διαφορά είναι ο τρόπος προσέγγισης των προβλημάτων. Ο Τεχνοκράτης, δηλαδή, λαμβάνει υπόψη του τα αντικειμενικά δεδομένα και περισσότερο τα οικονομικά και με βάση αυτά προτείνει λύσεις αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στον άνθρωπο.
Στην απέναντι όχθη οι Πολιτικοί δίνουν προτεραιότητα στον ανθρώπινο παράγοντα και διαχειρίζονται τις τυχόν επιπτώσεις που μπορεί να έχει μία πρόταση επίλυσης του προβλήματος στον άνθρωπο (ανεργία, βιοτικό επίπεδο, ψυχική υγεία…).
Για κάποιους άλλους πολιτικούς μελετητές οι Τεχνοκράτες προσλαμβάνονται και λύνουν προβλήματα (αν τα λύνουν), ενώ οι Πολιτικοί εκλέγονται από το λαό, αντλούν την πολιτική νομιμοποίηση από αυτόν. Επίσης, οι πολιτικοί δεν αρκούνται μόνον στην επίλυση των προβλημάτων αλλά διαχειρίζονται και τα σύμβολα της εξουσίας τους και προσπαθούν να δώσουν ένα όραμα στο λαό (το φαντασιακό στοιχείο….).
“Η Πολιτική δεν είναι παρά η διαχείριση των Συμβόλων” (Μιτεράν).
Οι Τεχνοκράτες λογοδοτούν στην επιστημονική γνώση, ενώ οι Πολιτικοί στο λαό.
Ίσως από αυτό να πηγάζει και η δεύτερη διαφορά τους. Ο «χρονικός ορίζοντας των αποφάσεων».
Οι Τεχνοκράτες πιέζονται να λύσουν τα προβλήματα εδώ και τώρα και με αποτελεσματικότητα, ενώ οι Πολιτικοί στην επίλυση των προβλημάτων λαμβάνουν υπόψη και τις τυχόν διαφωνίες από μέρους κάποιων κοινωνικών τάξεων για την προτεραιότητα και το χρόνο επίλυσης των προβλημάτων.
Φυσικά οι Πολιτικοί λαμβάνουν υπόψη τους και το χρόνο των επόμενων εκλογών με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Είπαμε πως για τους πολιτικούς σημαντικό είναι και η διαχείριση των συμβόλων
Βέβαια το βασικό ερώτημα εξακολουθεί να παραμένει βασανιστικά αναπάντητο και πάντα επίκαιρο. Ποιος πρέπει να αποφασίζει; O Τεχνοκράτης ή ο Πολιτικός; Είναι πειστική η απάντηση του τύπου πως ο «Τεχνοκράτης προτείνει και ο Πολιτικός αποφασίζει»;
Ευρω-Εκλογές και “αναγνωρίσιμοι”
Όλα τα παραπάνω μάς οδηγούν στην Τρίτη κορυφή του τριγώνου τις Ευρω-Εκλογές του 2024. Η σύνδεσή της με τις δύο άλλες δύο κορυφές του τριγώνου («Διδακτόν της Πολιτικής Αρετής» / η προβολή των Ειδικών από τις Παροιμίες) είναι πασιφανής αφού οι διεργασίες για τα κριτήρια επιλογής και εκλογής των Ευρω-Βουλευτών προκαλούν αντιτιθέμενα σχόλια και έντονους προβληματισμούς.
Οι κομματικοί σχηματισμοί βρίσκονται μπροστά στο δίλημμα αν το κριτήριο επιλογής των υποψηφίων Ευρω-βουλευτών πρέπει να είναι η ικανότητά τους στην προώθηση και ενίσχυση της φωνής της Ελλάδας στο Ευρω-Κοινοβούλιο (το πολιτικό κριτήριο αλλά και το τεχνοκρατικό συνάμα) ή η ικανότητά τους να προσελκύσουν το μεγαλύτερο αριθμό ψηφοφόρων-ψήφων;
Μπροστά σε αυτό το δίλημμα, το άλλο δίλημμα των δύο άλλων κορυφών του τριγώνου (Πολιτικός ή Τεχνοκράτης) υποχωρεί κι εκείνο που προέχει δεν είναι πλέον και μόνον η πολιτική ικανότητα-δεξιότητα των υποψηφίων Ευρωβουλευτών, αλλά και η “ικανότητά” τους να αλιεύσουν ψήφους από το εκλογικό σώμα.
Εφόσον, όμως, στα εκλογικά επιτελεία των κομμάτων κυριαρχεί το τελευταίο κριτήριο, τότε αναπόφευκτα αποδέχονται και τους κανόνες του Star System με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ποιότητα της πολιτικής και εθνικής μας εκπροσώπευσης στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Η τηλεοπτική αναγνωρισιμότητα και οι celebrities υπερισχύουν ως κριτήριο επιλογής πέραν πάσης πολιτικής ικανότητας.
Έτσι άτομα από τον αθλητισμό, την τηλεόραση και γενικότερα από το χώρο του θεάματος προκρίνονται έναντι όλων των άλλων ενισχύοντας και τα επιχειρήματα εκείνων που τους επιλέγουν, αφού αυτούς ψηφίζει ο Λαός. Η ψήφος του λαού, δηλαδή, γίνεται η κολυμπήθρα του Σιλωάμ που ξεπλένει κάθε ευθύνη των κομματικών στελεχών. Ο κυρίαρχος λαός αποφασίζει λένε…
Το μάθημα της «Ευβουλίας» του Πρωταγόρα ξεχνιέται, όπως και το ομηρικό ιδεώδες του «Ιδανικού Πολίτη» που έπρεπε να είναι ο καλύτερος στα λόγια και στα έργα (ανδραγαθήματα) «Μύθων τε ρητήρ έργων τε πρηκτήρ».
Φυσικά κανείς δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποκλείσει από το αξίωμα του Ευρωβουλευτή άτομα που ανήκουν στο χώρο του θεάματος. Ωστόσο πρέπει να τονιστεί πως το αξίωμα του Ευρωβουλευτή είναι μία θέση ειδικής και υψηλής ευθύνης που προαπαιτεί πολλές και εξειδικευμένες ικανότητες.
Παραβλέπουμε την κακεντρέχεια κάποιων που με την επιλογή των «αναγνωρίσιμων» και ήκιστα πολιτικών όντων για το αξίωμα του Ευρωβουλευτή ανακαλούν και κραυγάζουν με ειρωνεία το γνωστό:
“Τι σχέση έχει ο Φάντες με το ρετσινόλαδο”;
Στην αρχαία δημοκρατική Αθήνα τα περισσότερα αξιώματα ήταν κληρωτά. Για μερικά, όμως, όπως του Στρατηγού, ίσχυε ο θεσμός του αιρετού, δηλαδή, εκλέγονταν από το λαό ή διορίζονταν από μία ομάδα ειδικών.
Με αυτά τα δεδομένα δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος μέσα στον οποίο πολιτικοί και ψηφοφόροι συνυπάρχουν σε μία σχέση ανοχής και πολιτικού εναγκαλισμού αλλά ταυτόχρονα και σε μία σχέση αλληλοκατηγόριας και του εύκολου αναθέματος.
Οι ψηφοφόροι μέμφονται τους πολιτικούς για ανικανότητα , την ίδια στιγμή που οι ίδιοι τους αποθέωναν προεκλογικά και τους ψήφισε. Από την άλλη πλευρά οι Πολιτικοί μέμφονται τους ψηφοφόρους για πολιτική ανωριμότητα ή ακόμα για την αδυναμία ή απροθυμία τους να διακρίνουν το ατομικό συμφέρον από το ευρύτερο και αξιολογικά ανώτερο κοινωνικό συμφέρον.
Εν τω μεταξύ στη διαδικασία για τις τελικές επιλογές των υποψηφίων Ευρωβουλευτών παρατηρούνται μεταγραφές που ξαφνιάζουν και επιβεβαιώνουν την αποϊδεολογικοποίηση των κομμάτων.
Δεν λείπουν, όμως, και οι περιπτώσεις που παραβιάζονται οι κανόνες του «πολιτικού πολιτισμού» με την διατύπωση απαξιωτικών και υποτιμητικών σχολίων για τους αντιπάλους του τύπου:
“…Για όνομα του θεού που γίνεται ολόκληρος ντόρος. Εμένα να πειράζει; Ευτυχώς που τον ξεφορτωθήκαμε” (δηλώσεις βετεράνου της πολιτικής της ΝΔ για υποψήφιο Ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ).
Σε ένα graffiti ενός μισογκρεμισμένου τοίχου στη γειτονιά μου υπάρχει εδώ και χρόνια ένα γνωστό σύνθημα (απορώ πως αντέχει στη φθορά του χρόνου και των καιρικών συνθηκών) που καταγράφει μια διαχρονική αλήθεια.
“Οι λαοί έχουν τους Ηγέτες που τους ταιριάζουν-εκφράζουν”.
Ας επιστρέψουμε, λοιπόν, στη σοφία των παροιμιών μήπως και απαλλαγούμε από το αρρωστημένο κλίμα του φαύλου κύκλου που προείπαμε. Εξάλλου και ο διάλογος των Φιλοσόφων (Σωκράτης vs Πρωταγόρας) πολύ λίγο μας βοήθησε να σπάσουμε αυτόν τον κύκλο με αποτέλεσμα το διαχρονικό ερώτημα να παραμένει ακόμα αναπάντητο.
Υπάρχουν Ειδικοί στην Πολιτική; Χρειάζονται;
“Καθένας εις το είδος του έχει και την αξιάδα” // “Άλλη η δουλειά του ναύτη κι άλλη του καντηλανάφτη”
(Ο πίνακας είναι του Γιάννη Γαΐτη)