Άρθρα Κόσμος

ΗΠΑ – Ιράν: Από «σαράντα κύματα» οι σχέσεις των δύο χωρών – Η κλιμάκωση της έντασης βάζει «φωτιά» στη Μέση Ανατολή / γράφει ο Χρίστος Καλουντζόγλου

Οι ΗΠΑ διέκοψαν τις διπλωματικές σχέσεις με το Ιράν και το 1980 έγινε η εισβολή του Ιράκ στο Ιράν. Το Ιράκ υπό τον Σαντάμ Χουσέιν είχε τότε την αμέριστη υποστήριξη των Αμερικανών. Ο περσο-ιρακινός πόλεμος διήρκεσε μέχρι το 1988 και προκάλεσε τεράστιες απώλειες και στις δύο χώρες. Εκτιμάται ότι μόνο το Ιράν είχε περίπου ένα εκατομμύριο νεκρούς

Χρίστος Καλουντζόγλου

Η αμερικανική ηγεσία έχει αποφασίσει να πλήξει ιρανικούς στόχους, πιθανότατα στην Συρία και το Ιράκ, σε αντίποινα για τον θάνατο τριών Αμερικανών στρατιωτών, από επίθεση φιλο-ιρανικής οργάνωσης στην Ιορδανία, κάτι που εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε κλιμάκωση της έντασης στην περιοχή. Παρότι οι Αμερικανοί θεωρούν σήμερα το Ιράν ως τον υπ΄ αριθμό ένα αντίπαλό τους στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, οι δύο χώρες είχαν κάποτε στενές σχέσεις.

Όλα άλλαξαν το 1979 με την Ισλαμική Επανάσταση και έκτοτε μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν υπάρχουν εντάσεις, που ορισμένες φορές φτάνουν στα όρια της απευθείας σύγκρουσης.

Για να εξετάσουμε τις σχέσεις ΗΠΑ– Ιράν χρειάζεται να πάμε πίσω, στα χρόνια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε η βρετανική και αμερικανική κατασκοπεία είχε ρόλο-κλειδί βοηθώντας τον ιρανικό στρατό να ανατρέψει τον πρωθυπουργό Μοχάμαντ Μοσαντέκ, το 1953.

Η αμερικανο-βρετανική παρέμβαση είχε ως αποτέλεσμα την αποκατάσταση της εξουσίας του φιλοδυτικού μονάρχη Σάχη Μοχάμαντ Ρεζά Παχλεβί, που δεν ήταν καθόλου δημοφιλής στη χώρα του και στηριζόταν από τις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί στήριζαν τον Σάχη για να έχουν πρόσβαση στον ορυκτό πλούτο του Ιράν.

Το 1979 μετά από ένα κύμα διαδηλώσεων κατά του Σάχη επέστρεψε από την εξορία ο μεγάλος αγιατολάχ Ρουντολάχ Χομεϊνί, ο οποίος συγκέντρωσε γύρω του όσους αντιπολιτεύονταν τη φιλοδυτική μοναρχία.

Ο Αγιατολάχ Χομεϊνί ανέλαβε την πολιτική και θρησκευτική εξουσία και μετέτρεψε το Ιράν σε μία θεοκρατική χώρα, θέτοντας μάλιστα ως στόχο την εξάπλωση του ισλαμικού επαναστατικού κινήματος και στις γειτονικές χώρες- δόγμα που δεν έχει αλλάξει ως σήμερα.

Το 1985 η οργάνωση Χεζμπολάχ δήλωσε πίστη στις αρχές του θεοκρατικού καθεστώτος της Τεχεράνης και με την στρατιωτική υποστήριξη του Ιράν εξελίχθηκε στην πιο ισχυρή παραστρατιωτική οργάνωση της περιοχής, που ουσιαστικά είναι ένα «κράτος εν κράτη» στο Λίβανο.

Η επιρροή του Ιράν στην ευρύτερη περιοχή αυξήθηκε και έφερε την Τεχεράνη σε τροχιά σύγκρουσης με τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους.

Ένα σημείο καμπής στις σχέσεις του Ιράν με τη Δύση ήταν η ομηρία 52 Αμερικανών διπλωματών και πολιτών στην πρεσβεία των ΗΠΑ, όπου εισέβαλαν Ιρανοί φοιτητές.

Η ομηρία αυτή διήρκεσε 444 μέρες- από τις 4 Νοεμβρίου 1979 μέχρι την απελευθέρωσή τους, το 1981.

Το επεισόδιο αυτό ήταν τα διαπιστευτήρια του θεοκρατικού καθεστώτος, που θεωρούσε την Αμερική «τον Μεγάλο Σατανά» . ΟΙ ΗΠΑ οργάνωσαν την επιχείρηση Eagle Claw, σε μία προσπάθεια να απελευθερώσουν τους ομήρους, η οποία όμως κατέληξε σε φιάσκο καθώς συνετρίβη ένα αμερικανικό ελικόπτερο μετά από σύγκρουση με μεταγωγικό αεροσκάφος, τυλίχθηκε στις φλόγες και σκοτώθηκαν οκτώ Αμερικανοί επίλεκτοι που είχαν αναλάβει την επιχείρηση απελευθέρωσης των ομήρων.

Οι ΗΠΑ διέκοψαν τις διπλωματικές σχέσεις με το Ιράν και το 1980 έγινε η εισβολή του Ιράκ στο Ιράν. Το Ιράκ υπό τον Σαντάμ Χουσέιν είχε τότε την αμέριστη υποστήριξη των Αμερικανών. Ο περσο-ιρακινός πόλεμος διήρκεσε μέχρι το 1988 και προκάλεσε τεράστιες απώλειες και στις δύο χώρες. Εκτιμάται ότι μόνο το Ιράν είχε περίπου ένα εκατομμύριο νεκρούς.

Στη διάρκεια του περσο-ιρακινού πολέμου η φιλο-ιρανική Χεζμπολάχ, στις 23 Οκτωβρίου 1983 βομβάρδισε αμερικανική βάση στη Βηρυτό σκοτώνοντας 241 Αμερικανούς στρατιώτες, εκ των οποίων οι 220 ήταν πεζοναύτες.

Στις 18 Απριλίου του 1988 οι ΗΠΑ με την επιχείρηση Praying Mantis βομβάρδισαν ιρανικούς ναυτικούς στόχους στον Περσικό Κόλπο σε αντίποινα για το πλήγμα που είχε δεχτεί τέσσερις μέρες νωρίτερα ένα αμερικανικό πολεμικό πλοίο.

Το 1998 όμως δημιουργήθηκαν ελπίδες βελτίωσης των διμερών σχέσεων, όταν η τότε υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάντλιν Ολμπράιτ συναντήθηκε με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών του Ιράν. Αλλά το 2002 ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους χαρακτήρισε το Ιράν μέρος του «άξονα του κακού» (μαζί με το Ιράκ και τη Βόρεια Κορέα) και οι όποιες ελπίδες για εκτόνωση της έντασης διαψεύσθηκαν.

Οι ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι το Ιράν ανέπτυσσε το δικό του πυρηνικό πρόγραμμα και ο πρόεδρος Ομπάμα προσφέρθηκε να χαλαρώσει τις κυρώσεις αν η Τεχεράνη συνεργαζόταν με τη διεθνή κοινότητα για το θέμα των πυρηνικών φιλοδοξιών της. Οι Ρεπουμπλικανοί δεν είδαν με καθόλου καλό μάτι τις προσπάθειες γεφύρωσης των διαφορών με την Τεχεράνη και όταν έγινε πρόεδρος ο Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τις ΗΠΑ από την Συμφωνία JCPOA, που είχε επιτευχθεί επί Ομπάμα με στόχο τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.

Οι δύο χώρες ξαναμπήκαν στη σφαίρα της κλιμάκωσης και ο Τραμπ χαρακτήρισε «τρομοκρατική οργάνωση» την επίλεκτη Ιρανική Επαναστατική Φρουρά.

Σε αυτό το κλίμα, στις 3 Ιανουαρίου 2020 έγινε  αμερικανική επίθεση με drone στη Βαγδάτη, που είχε ως συνέπεια τη δολοφονία του Κασέμ Σολεϊμάνι, του διοικητή της Ταξιαρχίας Κουντς της Ιρανικής Επαναστατικής Φρουράς, που ήταν ένας από τους πιο ισχυρούς άνδρες στο Ιράν.

Η επίθεση αυτή προκάλεσε τεράστια αναταραχή στη Μέση Ανατολή, η Τεχεράνη απάντησε διακηρύσσοντας ότι δεν δεσμεύεται ως προς την ανάπτυξη του πυρηνικού της προγράμματος και ενίσχυσε συστηματικά τις φιλο-ιρανικές πολιτοφυλακές στις γειτονικές χώρες.

Κάποιες από αυτές τις πολιτοφυλακές είναι σήμερα στο στόχαστρο των ΗΠΑ, που προφανώς θεωρούν ότι η Τεχεράνη θέλει να αποφύγει την απευθείας εμπλοκή με τις αμερικανικές δυνάμεις.

Πάντως ο πόλεμος δι΄ αντιπροσώπων είναι γεγονός, είτε πρόκειται για την Χεζμπολάχ, είτε για τους Χούθι από την πλευρά του Ιράν και οι Αμερικανοί με την σειρά τους στηρίζουν τις δικές τους πολιτοφυλακές στην περιοχή, όπου διατηρούν και βάσεις με χιλιάδες στρατιώτες.

 topontiki.gr

banner-article

Ροη ειδήσεων