Άρθρα Πολιτισμός Ταξίδια Τοπικά

“Μνήμη του λαού μου σε λένε…Πόντο” / Μικροί και μεγάλοι Αργοναύτες του Δημοτικού Σχολείου Κουλούρας, σε ένα οδοιπορικό στα χώματα του Πόντου…

« Όσο ταξιδεύω, λέει ο Νίκος Καζαντζάκης, νοιώθω πως το ταξίδι δεν είναι παρά ανάγκη ελευθερίας. ‘Ο,τι έχει γοητέψει το νου και την καρδιά μου και με σιγοτρώει, τότε μόνο το νικώ και λυτρώνομαι. Όταν το δω, το αγγίξω, το χαρώ και προχωρήσω».
              Η επαφή με το ποθούμενο είναι η πόρτα που ανοίγει διάπλατα το δρόμο προς τη λύτρωση.

Δημήτρης Κατσαβός

Άγγιζε, σχεδόν, τη μία ώρα, περίπου, που είχαμε απογειωθεί από το αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης αφήνοντας πίσω μας τον Βόσπορο, τον Φρίξο και την Έλλη να μας αποχαιρετούν, ακολουθώντας την πορεία του Ιάσονα και των Αργοναυτών του. Δικός μας προορισμός, κοντινότερος αυτού της μακρινής Κολχίδας.

Κατά μήκος της «Άξενης θάλασσας» που έγινε «Εύξεινος Πόντος» και στις μέρες μας έγινε «Karadeniz» (Μαύρη θάλασσα), εκεί όπου πριν 3000 περίπου χρόνια, Έλληνες έχτιζαν φιλόξενες πολιτείες, ¨Ελληνίδας πόλεις¨ κατά τον Ξενοφώντα: Σινώπη, Αμισός (Σαμψούντα), Κατύωρα (Ορντού), Κερασούντα, Τραπεζούντα, Αμάσεια, ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό …

Προσγειωνόμαστε στα αγιασμένα χώματα του Πόντου. Ένα σφίξιμο ευδιάκριτο στο πρόσωπο, δικαιολογήθηκε ως αγωνία και άγχος για την ευθύνη των 9 παιδιών, μαθητών του σχολείου μας, του Δημοτικού Σχολείου Κουλούρας, που συνοδεύαμε σ’ αυτό το ταξίδι Erasmus+ στα πλαίσια του ευρωπαϊκού σχεδίου με τίτλο: “ Language Learning via Literature”. Ένα ταξίδι όπως και τόσα άλλα που πραγματοποιήσαμε στη δεκάχρονη συμμετοχή μας σε προγράμματα Erasmus+, ωστόσο, διαφορετικό.

Σίγουρα δεν είναι ένα ταξίδι, ίδιο με αυτό των υπόλοιπων Ευρωπαίων εταίρων μας, στο πρόγραμμα. Δεν είναι ένα ταξίδι που θα μπορούσε να προκαλέσει σε εμάς, απλά και μόνο, «μια αφιλόκερδη ανατριχίλα ωραιότητας». Δεν είναι ένα ταξίδι εκπαιδευτικό με τη στενή έννοια του όρου (πλάνο, στοχοθεσία κ.λ.π.). Δεν είναι ένα ταξίδι αναψυχής, δεν είναι καν ένα ταξίδι προσκυνήματος και πραγματοποίησης τάματος. Και σίγουρα δεν αποτελεί ένα ταξίδι ¨ρομαντικού συναισθηματισμού¨ που φυλακίζει το παρελθόν και το απομακρύνει από κάθε συναλλακτική και υλική σχέση με το παρόν».

Για εμάς, τους Έλληνες μετέχοντες στο πρόγραμμα, εκτός των τυπικών μας πλαισίων και υποχρεώσεων, ήταν πάνω απ’ όλα ένα ταξίδι Νοσταλγίας. Αυτής της σύνθετης ελληνικής λέξης (Νόστος + Άλγος) που καμιά ευρωπαϊκή γλώσσα δεν έχει στη φαρέτρα της μια ανάλογη εύστοχη λέξη, παρά μόνο προσπαθεί να αποδώσει το βάρος της είτε με δάνειες λέξεις από τη δική μας ή με συμφραζόμενα. Ένα ταξίδι Νοσταλγίας, υπό την έννοια που προσδιορίζει ο Μ. Κούντερα στη λέξη: «ο πόνος που προκαλεί η διαπίστωση της αδυναμίας να επιστρέψουμε».

Με τη Νοσταλγία, λοιπόν, «μια αφηρημένη έννοια συγκεκριμενοποιείται και προβάλλεται στο σώμα που πονά». Η Νοσταλγία, δεν είναι μια επιθετική έννοια (δε νοσταλγείς επειδή διεκδικείς …) είναι μια έννοια εγκαρτέρησης και αποδοχής. Ωστόσο, στα πλαίσια μιας συλλογικής διάστασης, δημιουργεί συνοχή, κοινά βιώματα, εδραιώνει τη συλλογική Μνήμη. Και στη Μνήμη έχουμε όλοι Δικαίωμα και Χρέος. Είναι, οπότε, ένα ταξίδι Αυτογνωσίας, Αυτοπροσδιορισμού και επίπονης αναζήτησης του Χρέους. Κάθε πόλη, κάθε περιοχή συνδέεται με τα πλοκάμια της κοινής Μνήμης. Πόλεις και τόποι, ποτισμένοι από ευτυχίες και δυστυχίες, από χαρές και δράματα, από δημιουργίες και καταστροφές, πόλεις και τόποι μυρωμένοι από το μόχτο, τον ιδρώτα και τον ανθρώπινο αγώνα. Πόλεις και τόποι που υψώνονται στα μάτια μας ως μάθημα αυστηρό και αναπότρεπτο. Χρέος μας ως πολίτες, διπλό χρέος μας ως δάσκαλοι αυτής «της σταυρωμένης ράτσας μας».

Γι’ αυτό και του ταξιδιού, πολύ πριν την άφιξή μας, προηγήθηκε μια εκτενής μυθολογική, ιστορική και γεωγραφική αναφορά στον τόπο τούτο, που ακόμα και σήμερα, τα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων μας δεν αφιερώνουν τον απαιτούμενο χρόνο:

Μιλήσαμε, λοιπόν για τον Πόντο, τον μυθολογικό θεό της θάλασσας.

Μιλήσαμε για την παρουσία των Ελλήνων στην περιοχή εδώ και 3000 χρόνια, αφού είχαν καταφέρει να δαμάσουν την κλειστή αυτή υδάτινη λεκάνη καταφέρνοντας να αφαιρέσουν το αρχικό Α από το στοιχείο που τη χαρακτήριζε  και από Αφιλόξενη να γίνει Φιλόξενη, από Άξενος να γίνει Εύξεινος.

Μιλήσαμε για τον μύθο του Φρίξου και της Έλλης, για τους Άθλους του Ηρακλή, για τον Προμηθέα, τις Αμαζόνες, την Αργοναυτική εκστρατεία, τον Ιάσονα και το Χρυσόμαλλο Δέρας.

Μιλήσαμε για τη Σινώπη και το φανάρι του Διογένη. Για την «Κάθοδο των Μυρίων» και την «Κύρου Ανάβαση» του Ξενοφώντα. Για το ανήσυχο πνεύμα του Στράβωνα.

Μιλήσαμε για τον Μέγα Αλέξανδρο, το Ελληνιστικό Βασίλειο του Πόντου και τον Μιθριδάτη. Για τη Δυναστεία των Κομνηνών και το Ανεξάρτητο Βασίλειο του Πόντου.

Μιλήσαμε για την Οθωμανική κυριαρχία. Μιλήσαμε για τις ιστορικές-κοινωνικές συγκυρίες (επανάσταση των Μπολσεβίκων στη γειτονική Ρωσία), για τις προτεραιότητες που θέτουν κράτη και ηγέτες τους κατά περιόδους (Τουρκία-Οθωμανική πολυσυλλεκτική Αυτοκρατορία σε εθνικό κράτος), μιλήσαμε για τη Μεγάλη Καταστροφή και τον Όλεθρο. Από το 1914 έως το 1922, σε διάφορες φάσεις. Μιλήσαμε για την απόβαση του Μουσταφά Κεμάλ στην προκυμαία της Σαμψούντας στις 19 Μαΐου του 1919 που σηματοδότησε το μεγάλο Τέλος για τον Ελληνισμό του Πόντου.

Να ‘μαστε λοιπόν, σ’ αυτόν ακριβώς τον Τόπο.

15 Μαΐου 2022, ώρα 16:00, Αεροδρόμιο Kasarba, λίγα χιλιόμετρα έξω απ’ τη Σαμψούντα, πορευόμενοι προς το ηπειρωτικό εσωτερικό της περιοχής. Προορισμός μας, το ημιορεινό Δημοτικό σύμπλεγμα Vezirkopru, ανάμεσα Σαμψούντα και Αμάσεια.

Ιδού, λοιπόν , ο χιλιοτραγουδισμένος Πόντος απλώνεται μπροστά μας, καθώς εισβάλλουμε στις εύπλαστες και καλλίγραμμες βουνοπλαγιές του, που άλλοτε ήταν κατάφυτες με απέραντους αμπελώνες, εκχερσωμένους εδώ και χρόνια και αντικατεστημένους με φυτείες τσαγιού, πλημμυρίζοντας τις αισθήσεις μας με χρώματα κι αρώματα, λευτερώνοντας την Ψυχή.

Αφήνουμε τη σύγχρονη πόλη της Σαμψούντας, της Αρχαίας Αμισού (εις Αμισούν-Σ’ Αμισούν-Σαμσούν), όπου πρωτοεγκαταστάθηκαν οι Μιλήσιοι και κατόπιν οι Αθηναίοι, γύρω στο 4.000 π.Χ.  και σήμερα αποτελεί ένα μεγάλο σύγχρονο λιμάνι που, δυστυχώς δεν κράτησε και πολλά απ’ το ελληνικό του παρελθόν, με την προσμονή της ολοκληρωμένης επίσκεψής μας-ξενάγησης, τη μεθεπόμενη, του ερχομού μας, μέρα.

Έτσι, επιστρέφοντας δυο μέρες μετά, στην ίδια πόλη, ξεναγηθήκαμε στο Αρχαιολογικό Μουσείο και στο γνωστό, πανέμορφο λόφο της, όπου ανακαλύφθηκε ο περίφημος ¨θησαυρός της Αμισού¨. Χρυσά αντικείμενα που βρέθηκαν σε ασύλητο τάφο, που πιστεύεται ότι ανήκε στον Μιθριδάτη, βασιλιά του Πόντου. Σεργιανίσαμε στο λιμάνι της, αυτό στο οποίο αποβιβάστηκε, αποφασισμένος ο Μουσταφά Κεμάλ, και στην απέραντη παραλία της, επισκεφθήκαμε το Μουσείο των Αμαζόνων, φωτογραφηθήκαμε στα τεράστια αγάλματα της παραλίας (αρκετά… κιτς!).

Κάθε διαδρομή μας, μια πορεία ανάμεσα σε θάλασσα, βουνά, πεδιάδες ολόφωτες, ισκιωμένα δάση σε μια ανάλαφρη αρμονική εναλλαγή. Βουνοπλαγιές μυρωμένες με το ρετσίνι του πεύκου, κελαηδιστές, με το θρόισμα των φύλλων, το κελάρυσμα των νερών μα και τους ήχους της ποντιακής λύρας. Πόλεις γαντζωμένες στα μαυροθαλασσίτικα ακρογιάλια. Εσωτερικότερα, χωριά και πόλεις-φρούρια, σε ψηλά, απότομα όρη και κοφτερούς βράχους που όμως δεν σε καταπλακώνουν, δε δυσανασχετείς. Δίπλα σε ποτάμια και επιβλητικά βαθύσκιωτα φαράγγια (σε ένα από αυτά είχαμε τη χαρά να αρμενίσουμε), με πλούσια και ορμητικά νερά, που όμως δε σε πνίγουν. Το αντίθετο, όλα τα στοιχεία της Φύσης «ανθρωπίζονται» και συνομιλούν μαζί σου. Ένας τόπος απόλυτα αρμονισμένος με το κορμί και την ψυχή του ανθρώπου.

Σιγά-σιγά, σκιρτώντας η ψυχή, άρχισε να χαλαρώνει τα σχοινιά της, να λευτερώνεται. Άρχισα να κρατώ σημειώσεις, να φωτογραφίζω, να συνομιλώ πρώτα με τη Φύση, σιγά-σιγά και με τους ανθρώπους. Να βρίσκομαι διαρκώς «κάτω από τα φτερά, αν όχι της Νίκης μα του Λυτρωμού».

Ανυπόμονα και πρωθύστερα, από την αγάπη μας για τη Σαμψούντα, αναφερθήκαμε σ’ αυτή. Επιστρέφουμε, ωστόσο, στο δρόμο της πρώτης μέρας, στο δρόμο του προορισμού φιλοξενίας μας. Πήρε να σουρουπώνει όταν φτάναμε στο Vezirkopru. Λίγο πριν στρίψουμε για το ξενοδοχείο, στον κεντρικό δρόμο της πόλης, ένα σφίξιμο και μια επιφυλακτικότητα φώλιασε στην καρδιά μου απ’ τις άπειρες φωτογραφίες του Μουσταφά Κεμάλ,-κάθε κολόνα και φωτογραφία, καθώς τα παιχνίδια συνειρμών του μυαλού και της ψυχής είναι ανεξέλεγκτα από τις προθέσεις και τις διαθέσεις μας.

Αν και με την πρώτη, κιόλας, επαφή, στο αεροδρόμιο της Σαμψούντας, όπου μας περίμεναν να μας υποδεχτούν οι Τούρκοι-εταίροι στο πρόγραμμά μας, ήταν συνεχώς ¨επί ποδός¨, χαμογελαστοί, ευδιάθετοι, θετικοί, έτοιμοι να κάνουν οτιδήποτε περνάει από το χέρι τους, να μας εξυπηρετήσουν, δίνοντας ξεχωριστή έμφαση στη δική μας παρουσία. Καρντάσια … Μέσα από τις προσπάθειες αναζήτησης κοινών λέξεων, φαγητών, συνηθειών κ.λ.π., ο πάγος γρήγορα θρυμματίστηκε και το κλίμα μετατράπηκε σε ιδιαίτερα θερμό και φιλικό. Στις επιτραπέζιες συναντήσεις μας τα πάντα ήταν παρόντα (εκτός από το αλκοόλ): γέλια, αστεία πειράγματα, κοινά συναισθήματα, κοινή έκφραση, κοινές αντιδράσεις …

Την επόμενη μέρα, στην αυλή του σχολείου που μας φιλοξένησε, οι ντόπιες γυναίκες με τα μαφέσια στο κεφάλι μάς μυούσαν στην τοπική γαστρονομία. Γιουνανιστάν; Οτούρ, οτούρ …  Σου έδιναν τον πλάστη και το ζυμάρι και σου εξηγούσαν τι πρέπει να κάνεις στη γλώσσα τους , με μια φυσικότητα, σα να τους ξέφευγε το γεγονός ότι δεν τους καταλαβαίναμε. Έρχονταν δίπλα μας χαμογελούσαν, ζητούσαν να φωτογραφηθούμε. Παντού τριγύρω χαμόγελα, φωνές από το παιδομάνι και τις μανάδες ταυτόχρονα. Μικρός Τούρκος μαθητής συνομιλούσε με τον γυμναστή του σχολείου μας άπταιστα με τη γλώσσα του σώματος δείχνοντας μια τον ίδιο, μια το γυμναστή, στη συνέχεια σφίγγοντας τις δυο παλάμες του και κατόπιν με μια κίνηση του χεριού αρνητική και μια κίνηση πυροβολισμού συνοδευόμενη από μπαμ-μπαμ, θέλοντας να πει ότι Έλληνες και Τούρκοι είμαστε φίλοι και δεν θέλουμε τον πόλεμο. Εικόνα και προσπάθεια επικοινωνίας, άκρως συγκινητική.

Ακόμη και οι Αρχές της περιοχής (Δήμαρχος και Διευθυντής Εκπαίδευσης), σε γεύμα στο οποίο μας τίμησαν με την παρουσία τους, το τραπέζι στο οποίο κατέληξαν να συγκαθίσουν, ήταν αυτό των Ελλήνων, ανάμεσα στους άλλους εταίρους. Στην έκδηλη προσπάθειά τους να ¨δέσουν¨ μαζί μας, και τον Μπακασέτα (Έλληνας αθλητής που συνέβαλε αποφασιστικά στην κατάκτηση του πρωταθλήματος της ομάδας μπάσκετ της Τραπεζούντας) επικαλέστηκαν άπειρες φορές για να αναδείξουν τα κοινά μας στοιχεία και να κάνουν κατανοητό ότι υπάρχει και ο άλλος δρόμος της άμεσης επαφής και της επικοινωνίας των ανθρώπων και των λαών μακριά και πέρα από την πολεμική ρητορική των συμφερόντων και των πολιτικών και όχι μόνο παιχνιδιών, των, συνήθως, στημένων. Τουλάχιστον εμείς έτσι το εισπράξαμε.

Είχαμε επισκεφθεί την Τουρκία, την Αττάλεια, πριν μερικά χρόνια. Κι εκεί η ίδια προσπάθεια να ¨δέσουνε¨ μαζί μας. Ίσως όμως λιγάκι προσποιητή και επιφυλακτική. Για παράδειγμα, αν και περνούσαμε καθημερινά μπροστά από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Ατάλλειας με πάνω από 70% των εκθεμάτων του, ελληνικού-ελληνιστικού ενδιαφέροντος, δεν μας πήγαν. Εδώ στον Πόντο, αντίθετα, σε μια από τις προγραμματισμένες επισκέψεις μας στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αμάσειας, ο ίδιος ο Διευθυντής του Σχολείου που μας φιλοξενούσε, μας τραβούσε από το χέρι και μας έδειχνε τις ελληνικές επιγραφές που ήταν πολλές και διάσπαρτες , μαρτυρώντας την ελληνικότητα του τόπου από την αρχαιότητα.

Αχ, η Αμάσεια, να ΄ταν μονάχα το Αρχαιολογικό της Μουσείο και τα πειστήρια ελληνικότητάς του… Ήδη από την είσοδό σου σ’ αυτή μαλακώνει η ψυχή σου, καθώς επισκέπτεσαι το Μουσείο της Αγάπης και του απελπισμένου Έρωτα (Ferhat ile Sirin Asiclar Museei). Μια πόλη μαγική, με σπουδαία γεωγραφική θέση, κατά την επισήμανση του Αρχαίου  Έλληνα γεωγράφου Στράβωνα, που γεννήθηκε σ’ αυτή. Ο ίδιος αναφέρει, επίσης, ότι ιδρύθηκε από την Αμαζόνα Amasis.  Κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου υπήρξε πρωτεύουσα του Βασιλείου των Μιθριδατών. Σ’ αυτή ανήκουν τα περισσότερα μνημεία του Πόντου, των οποίων τα περισσότερα αξιωθήκαμε να δούμε από κοντά, όπως τις λαξευμένες σπηλιές στα βραχώδη όρη που δεσπόζουν στη μια άκρη της πόλης και πρόκειται για τους τάφους των Μιθριδατών. Περπατήσαμε στην ακροποταμιά του Πράσινου ποταμού που διαπερνά το κέντρο της πόλης, ανάμεσα σε στενά σοκάκια, μεντρεσέδες και τζαμιά ιστορικής αξίας, στη σκιά του όρους Harsena όπου κοιμούνται οι Πόντιοι Βασιλείς, προστατευμένοι, αφού ο χώρος τους έχει μπει στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO.

Αν και κανένας μας εκ των συμμετεχόντων στο πρόγραμμα Erasmus δεν έλκει την καταγωγή του από τον Πόντο, όλοι μας κουβαλάμε αφηγήσεις φίλων, χωριανών, συγγενών μας. Ανθρώπων που προσπαθούν, χρόνια τώρα, να εντάξουν την ατομική τους ταυτότητα στον τόπο τούτο, να συμπληρώσουν τα κενά των οικογενειακών και συλλογικών τους διηγήσεων και ιστοριών, των φωτογραφικών τους άλμπουμ.

Η περίπτωση ενός κατοίκου της Αμάσειας που, καθώς σεργιανούσαμε στην άκρη του Πράσινου ποταμού που διασχίζει την πόλη, μας άκουσε να μιλάμε ελληνικά και ήρθε και μας καλωσόρισε, μιλώντας στην Ποντιακή διάλεκτο, αποτελεί ένα ευδιάκριτο παράδειγμα πως ο Έλληνας επισκέπτης (εμείς, στην προκειμένη περίπτωση), μοιραία, μετατοπίζει το ενδιαφέρον του από τα μνημειακά, ιστορικά και φυσιολατρικά αξιοθέατα στον ίδιο τον κάτοικο και στη γλώσσα που ακούει να εκστομίζει. Χαμηλόφωνα, σαν να φοβόταν μη μας ακούει κανείς, δείχνοντάς μας απέναντι την πλατεία της πόλης , μας είπε: «Αδά ένταν όλα». Η ιστορική πόλη-πατρίδα παίρνει σάρκα και οστά. Η αόριστη εικόνα και η θολή μνήμη συγκεκριμενοποιείται, γίνεται ορατή. Κι αυτό, δυστυχώς ή ευτυχώς είναι απ’ τα λίγα πράγματα που δεν μπορούμε να τα μοιραστούμε με τους υπόλοιπους εταίρους του προγράμματος.

Ωστόσο ένα πρόγραμμα Erasmus+, ένα πρόγραμμα συνύπαρξης, αποδοχής, φιλίας, αδερφοσύνης και συνεννόησης, ένα πρόγραμμα που γκρεμίζει σύνορα, ενώνει νέους απ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης, δε μπορεί παρά να υπηρετεί σε κάθε βήμα του, σε κάθε δράση του, τις παραπάνω έννοιες. Κι εμείς θα είμαστε οι τελευταίοι που δεν θα τις υπηρετήσουμε. Πρώτα και πάνω απ’ όλα γιατί τις πιστεύουμε.

Έτσι, όλες οι δραστηριότητες του προγράμματος (λογοτεχνία, κατασκευές εμβληματικών κτιρίων κάθε χώρας με lego, επιλογή και αποτύπωση σε μπλουζάκια φράσεων και μηνυμάτων από βιβλία λογοτεχνικά …) τις οποίες προετοίμασαν και οργάνωσαν με απόλυτη επιτυχία οι Τούρκοι – εταίροι μας στο πρόγραμμα, υπηρέτησαν απόλυτα τις παραπάνω έννοιες, δίνοντας την ευκαιρία σε μαθητές και εκπαιδευτικούς όλων των χωρών του προγράμματος, να συνυπάρξουν, να συμβιώσουν, να συνδιαλλαγούν, να συναποφασίσουν, να συνδημιουργήσουν, να μοιραστούν χαρές, αγωνίες, όνειρα και επιθυμίες. Να δείξουν το δρόμο!

Απλά, κλείνοντας αυτό το συναισθηματικό σεργιάνι στις μέρες του Πόντου, μέρες Μαγιού (15-20/5/2022), μέρες, όπως και εκείνες του άλλου Μάη, πέρα απ’ τις κοινές εμπειρίες μας με τους υπόλοιπους εταίρους του προγράμματος, ας μας παραχωρηθεί το δικαίωμα να επιστρέψουμε πίσω, στη μητέρα πατρίδα μας, ναι αυτήν που συχνά πυκνά μας πληγώνει, κουβαλώντας ως πολύτιμα λάφυρα αυτής της μικρής μας «Αργοναυτικής εκστρατείας», την πιο ξεκάθαρη εικόνα της ιστορικής αποστολής της Ελλάδας ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, καθώς και της τραγικής μοίρας της αγκαλιά με το Χρέος και την Ευθύνη του Έλληνα, τους άθλους της για την Ελευθερία, τη σταυρωμένη μοίρα της.

Δύσκολο, πολύ δύσκολο πράμα, να ξεκολλήσει η Ψυχή …

Δημήτρης Κατσαβός (Διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Κουλούρας-Ημαθία/στη σκιά της δικής μας Παναγίας Σουμελά)

(Σημείωση: Το ξεχωριστό αυτό, για εμάς, ταξίδι Erasmus+, πραγματοποιήθηκε πέρυσι, ακριβώς τέτοιες μέρες, 15-20/5/2022. Η επιστροφή μας, συνοδεύτηκε από ένα αβάσταχτο συναισθηματικό φορτίο που δεν επέτρεπε καθαρή σκέψη και γραφή. Ένα χρόνο μετά, με καταλαγιασμένη ψυχή, κάνουμε αυτή την αναφορά μας, καταγράφουμε το οδοιπορικό μας στα αγιασμένα χώματα του Πόντου και το μοιραζόμαστε μαζί σας).

………………………

Φωτογραφίες: Αρχείο Δημήτρη Κατσαβού

 

 

banner-article

Ροη ειδήσεων