To παρόν άρθρο αποτελεί σύνοψη ομιλίας μου που εκφωνήθηκε στις 3/5/2023 στην εκδήλωση «Η Εγνατία του Βασίλη Νιτσιάκου» η οποία οργανώθηκε από τον Σύνδεσμο Γραμμάτων και Τεχνών της Π.Ε. Γρεβενών
Φάνης Δασούλας*
Η προσφορά του πανεπιστημιακού δασκάλου Βασίλη Νιτσιάκου είναι σημαντικότατη και αναγνωρισμένη από όλους. Ανήκει στη γενιά των πρωτοπόρων που έφεραν, δίδαξαν και εδραίωσαν την ανθρωπολογική οπτική στη μελέτη των πολιτισμών της Ελλάδας. Η ακαδημαϊκή του δράση, άοκνη και πλούσια ως προς την εκπαιδευτική και συγγραφική της πτυχή χαρακτηρίζεται από τη γενικότερη συμβολή του στην επιστήμη που υπηρετεί. Προσέγγισε γνωστικά και θεωρητικά της ζητήματα μέσα από μία ολική σύλληψη με γνώμονα μια διάθεση ερμηνείας με όρους ιστορικότητας και αναστοχασμό.
Η ειλικρινής τήρηση των επιστημονικών αρχών από τον Καθηγητή Βασίλη Νιτσιάκο δηλώνει ότι το γνωστικό βάθος της επιστημοσύνης του εδράζεται σε ένα ευρύτερο αξιακό υπόβαθρο. Είναι αυτό που τον ωθεί να δράσει πέρα από το πανεπιστήμιο και να απευθυνθεί στην όλη κοινωνία. Την αγωνία του αυτή την παρατηρούμε στην προσπάθειά του να διαδοθεί και να εμπνεύσει η διδασκαλία του όσο γίνεται περισσότερους. Την εκδηλώνει τακτικά με τη συγγραφή στοχευμένων άρθρων αλλά και καθημερινά στα ηλεκτρονικά μέσα μαζικής επικοινωνίας. Παντού διατυπώνει με παρρησία, πότε με επιστημονικό λόγο και πότε με λογοτεχνικό την επιστημονική του θέση, τις κοινωνικές και πολιτικές του ανησυχίες, τις προσωπικές του ευαισθησίες. Στόχος του η διαμόρφωση μιας κοινωνίας ανοιχτής, δημοκρατικής, ανθρώπινης.
Η πορεία του από την πανεπιστημιακή στην κοινωνική του δράση δεν είναι άσχετη με την επιστήμη που υπηρετεί. Οι εθνογράφοι, όταν μελετούν τους πολιτισμούς και ιδιαίτερα αυτούς που σχετίζονται με τον δικό τους συλλογικό εαυτό έρχονται αντιμέτωποι με το εξής θεμελιώδες ερωτήματα. Για ποιους γράφουν και σε ποιους απευθύνονται; Σε τι δηλαδή ωφελεί η επιστημονική ανάλυση των εννοιών άνθρωπος, κοινωνία, έθνος, πατρίδα αν δεν ωφελεί γενικότερα την κοινωνία; Αυτή η στοχαστική διαδικασία είναι που ωθεί κάθε συνειδητό δάσκαλο να δράσει και ως συνειδητός πολίτης. Δηλαδή, να απλώσει τη γνώση και τον στοχασμό του στην κοινωνία που ανήκει.
Αυτό ακριβώς έκανε ο πανεπιστημιακός δάσκαλος Βασίλης Νιτσιάκος. Έπρεπε όμως να βρει ένα διαφορετικό τρόπο μακριά από τον μονόδρομο του επιστημονικού λόγου. Προσφεύγει λοιπόν και καταφέγγει στην ποίηση. Μέσω αυτής δίνει μια ισχυρή απάντηση σε εκείνη την παλιά, αλλά πάντα επίκαιρη, συζήτηση των ανθρωπολόγων για το αν μπορούν να ερμηνέψουν αντικειμενικά τον οικείο τους πολιτισμό. Με τα ποιήματά του και τα πεζογραφήματά του είναι σαν είπε στου επιστήμονες: να ο άλλος δρόμος που μπορείτε να ακολουθήσετε αν θέλετε να μιλήσετε για τους πολιτισμούς.
Για τον ίδιο, αυτό ο δρόμος, έχει και μία βαθιά υποκειμενική διάσταση. Τα προαιώνια πολιτισμικά συστήματα που μελετά τα είδε να καταρρέουν μπροστά στα μάτια του. Και δεν ήταν μόνο η συναισθηματική του φόρτιση για την ερημιά που προκάλεσε η αποσύνθεση του αγροτικού και ορεινού κόσμου, η μοναδική αιτία που εκφράστηκε ποιητικά. Είναι και ο προβληματισμός του για τον τρόπο που ανασυγκροτούνται σήμερα οι εγκαταλειμμένες κοινότητες αυτού του κόσμου, συχνά, πάνω σε νέες μυθολογίες, που γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης από κάποιους.
Υπάρχει μάλιστα μία ιδιαίτερη πτυχή αυτού του θέματος που τη διαπραγματεύεται επιστημονικά πολλά χρόνια τώρα. Αφορά το σύνορο, όταν αυτό υπάρχει και κυρίως όταν αυτό καταρρέει. Γνωρίζει καλά ότι οι λαοί των συνόρων είναι θύματα της ιστορίας και όχι της βιολογίας. Η επιστημονική και λογοτεχνική τους προσέγγιση από τον Βασίλη Νιτσιάκο παραπέμπει σε μία σημαντική πτυχή του Βαλκανικού κόσμου. Είναι η εθνική και εθνοτική πολυμορφία της χερσονήσου. Τον Βασίλη Νιτσιάκο τον πονάει αυτό το θέμα, επειδή γνωρίζει ότι, θα μπορούσε να είναι η ευλογία της, όμως συχνά, έχει καταστεί το δράμα της.
Αν μπορούσαμε να περιγράψουμε με έναν εμβληματικό τίτλο τη συνολική λογοτεχνική του δημιουργία θα επιλέγαμε τη λέξη «λέλε». Με αυτή τιτλοφορεί το πρώτο του λογοτεχνικό πόνημα αλλά και υπογράφει μία πρόσφατη στιχουργική του δημιουργία. Στην επιλογή της διακρίνω τον ποιητικό του αναστεναγμό σε μία από τις γλώσσες του συλλογικού του εαυτού. Σε αυτόν περικλείει ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνισμού το οποίο βιώνει τη δική του ιστορία μακριά από την επίσημη ιστορία. Είναι ένας κόσμος στεριανός, ορεινός, μεταβατικός και οριακός. Το πέρασμά του στη σύγχρονη εποχή τον συγκλονίζει.
Ο λογοτέχνης Βασίλης Νιτσιάκος θέλοντάς να ακουστεί η κραυγή αυτού του κόσμου, αλλά και κάθε ανθρώπου, που αναγκάζεται να φύγει, να ξενιτευτεί, να εγκαταλείψει τον τόπο του βιώνοντας παράλληλα το ψυχορράγημα του πολιτισμού του τον κωδικοποιεί ποιητικά. Ως επιστήμονας γνωρίζει καλά ότι οι αιτίες κάθε κοινωνικού μετασχηματισμού δεν είναι μεταφυσικές αλλά ιστορικές. Το διδάσκει και το φωνάζει χρόνια ότι οι πολιτισμοί, τα έθνη και οι εθνοτικές ομάδες προκύπτουν μέσα από την ιστορία για αυτό και δεν γίνεται να μένουν ίδιοι, να μην αλλάζουν στον χρόνο.
Μόνο που αυτή η διαδικασία έχει τα θύματά της. Και αυτά είναι πάντα οι πληθυσμοί και οι άνθρωποι που βρίσκονται στην αδύναμη πλευρά της ιστορίας. Αυτή λοιπόν τη συντριβή εκφράζει στο «λέλε του». Μία συντριβή που δεν έχει σύνορα. Δεν χωρίζει τους ανθρώπους στον εαυτό τους και στους άλλους. Αφορά όλη την Βαλκανική του κοιτίδα, όπου οικείοι πολιτισμοί σπαράζονται από τεχνητές έχθρες και τέλος όλη την ανθρωπότητα όταν βιώνει παρόμοιες καταστάσεις.
Η δημιουργία στιχουργημάτων στη βλάχικη γλώσσα από τον Βασίλη Νιτσιάκο δεν εμφορείται από γλωσσικό ακτιβισμό. Δεν μπορεί να κλειστεί σε τόσο στενά όρια ένας άνθρωπος που γνωρίζει καλά ότι η μοίρα των πολιτισμών είναι να συνομιλούν μεταξύ τους, διαφορετικά μαραζώνουν και πεθαίνουν. Υπάρχει ένας βαθύτερος λόγος που τον ώθησε σε αυτό. Ήθελε να εκφραστεί στιχουργικά για τους τόπους της μνήμης του θίγοντας παράλληλα ζητήματα πανανθρώπινα όπως ο έρωτας, ο ξεριζωμός, η απώλεια, η αλλαγή. Μόλις άρχισε να το κάνει ξεπήδησαν από μέσα του οι λέξεις που τον ανέθρεψαν. Αυτό έκανε και ο Βασίλης Νιτσιάκος με το μελοποιημένο «ο λελε».
Η καταφυγή του πανεπιστημιακού δασκάλου Βασίλη Νιτσιάκου στη λογοτεχνική δημιουργία είναι ο τρόπος που επέλεξε να εκφραστεί όταν θέλει να μιλήσει με την κοινωνία. Απελευθερώνοντάς τον εαυτό του από τις συμβάσεις και τα αδιέξοδα της επιστήμης του φέρνει τον κόσμο πιο κοντά στην ποιητική και συνάμα πολιτική διάσταση του εθνογραφικού λόγου χωρίς να τον κουράσει. Πίσω από αυτή του την προσφυγή υποκρύπτεται μια πορεία ζωής. Ξεκίνησε από τις πανεπιστημιακές αίθουσες και μετουσιώθηκε σε πράξη κοινωνικής και πολιτικής ευθύνης.
*Φάνης Δασούλας
Διδάκτωρ Λαογραφίας, Μελος ΕΔΙΠ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
—————————-
Συνέντευξη του Βασίλη Νιτσιάκου στη Δήμητρα Σμυρνή για τη Φαρέτρα, μπορείτε να διαβάσετε στη συνέχεια: