Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης
Ο Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης είναι Άγιος της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας. Έζησε στα τέλη του 3ου, με αρχές του 4ου αιώνα. Το ακριβές έτος γέννησης του, δεν διασώζεται. Υπήρξε ανώτατος βαθμοφόρος του Ρωμαϊκού στρατού και μάρτυρας της Ορθοδόξου πίστεως.
Νεανική ηλικία
Το πότε ακριβώς γεννήθηκε, δεν είναι γνωστό, όμως η γέννηση του τοποθετείται στα τέλη του 3ου αιώνα. Γεννήθηκε στη πόλη Ευχάϊτα του Ελενοπόντου. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στην Ποντική Ηράκλεια της Παφλαγονίας, πόλη στην ακτή του Ευξείνου Πόντου. Από νεαρός διακρινόταν για την εξωτερική του εμφάνιση αλλά και την ρητορική του ικανότητα. Η παιδεία που είχε αποκτήσει ήταν Χριστιανική, αλλά και Ελληνική, μελετώντας τους Αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους.
Στρατιωτικός
Από νεαρή ηλικία ακολούθησε τον δρόμο του στρατιωτικού. Ήταν κάτι που τον γοήτευε, ενώ γνωρίζουμε ότι υπήρξε και αθλητής, κάτι που συνέβαλε περαιτέρω σε αυτή την απόφαση του. Λόγω των αρετών που ανέπτυξε και των χαρισμάτων που διέθετε, γρήγορα ανήλθε στην στρατιωτική ιεραρχία του ρωμαϊκού στρατού, λαμβάνοντας το βαθμό του στρατηλάτη, κάτι σαν το σημερινό στρατηγό.
Γνωριμία με τον Λικίνιο
Ο Λικίνιος μαθαίνοντας πως είναι χριστιανός, πίστεψε πως θα είναι μια καλή ευκαιρία να προσηλυτίσει τον Θεόδωρο, στην δική του θρησκεία και με επιστολή που του έστειλε, τον παρότρυνε να θυσιάσουν από κοινού στους Θεούς. Ο διπλωμάτης Θεόδωρος, αρνήθηκε ευγενικά, επικαλούμενος λόγους σταθερότητος της περιοχής, εξαιτίας των πιστών της, που είχαν εγκαταλείψει τα είδωλα και πίστευαν Χριστό.
Το σχέδιο του Θεοδώρου
Στο μυαλό του όμως, άλλο σχέδιο είχε ο Θεόδωρος. Αφού τον υπεδέχθη σε μια λαμπρή τελετή, του ζήτησε τα είδωλα με σκοπό να αποδώσει ο ίδιος τιμές σε αυτά. Όταν όμως τα πήρε, τότε τα κατακερμάτισε και τα έδωσε σε φτωχούς ώστε να τα πουλήσουν. Όταν αντιλήφθηκε ο Λικίνιος τι έπραξε ο Θεόδωρος, διέταξε τη σύλληψη του και την ενώπιόν του μεταφορά.
Το μαρτύριο και το τέλος της ζωής του
Ο Θεόδωρος μένοντας αμετακίνητος ουσιαστικά έθετε τη ζωή του στο τέλος της. Έτσι καθαιρείται άμεσα. Αρχικά τον γδύνουν και εν συνεχεία τον ραβδίζουν με βούνευρα, που στην άκρη τους είχαν μολυβένια σφαιρίδια. Ο Θεόδωρος πάλι δεν μετανόησε και όπως μας πληροφορεί ο Αύγαρος έτριψαν κεραμίδα πάνω στις κομματιασμένες σάρκες του και τον έριξαν στη φυλακή ασφαλίζοντας τα πόδια του, με το Κολαστήριο ξύλο. Μετά από επτά ημέρες ο Αυτοκράτορας, και αφού δεν ενέδωσε ο Θεόδωρος, διέταξε να τον σταυρώσουν.