Σε ακόμα πιο δεινή θέση και από τα σκληρά χρόνια της οικονομικής κρίσης, τα δημόσια νοσοκομεία
Οι αρνητικές ειδήσεις που έρχονται με ταχύτητα πολυβόλου από τον χώρο των ελληνικών νοσοκομείων, δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια αμφιβολιών: το ΕΣΥ, περισσότερο ακόμα και από τα σκληρά χρόνια της οικονομικής κρίσης (από το 2011 έως το 2016), είναι σήμερα πιο γυμνό και υποστελεχωμένο παρά ποτέ.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα παρουσιάζεται αυτή τη στιγμή, στα νοσοκομεία της περιφέρειας. Ένα τρανταχτό παράδειγμα είναι αυτό του νοσοκομείου Γιαννιτσών, στην Πέλλα. Τις τελευταίες ημέρες, η ένωση νοσοκομειακών γιατρών του νομού, βάζει διαρκώς στο τραπέζι το μεγάλο κύμα φυγής των γιατρών από το εν λόγω νοσοκομείο.
Πια, έχουν απομείνει δύο παθολόγοι, ενώ και το ακτινολογικό τμήμα είναι υπό κατάρρευση. Τους τελευταίους μήνες, έχουν παραιτηθεί διαδοχικά ο διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής και δύο επιμελητές παθολόγοι. Δύο από αυτούς επέλεξαν να εργαστούν στο εξωτερικό και ο τρίτος να εργαστεί σε άλλο ελληνικό νοσοκομείο.
Στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου, άλλοι πέντε ειδικευόμενοι παθολόγοι αποφάσισαν να συνεχίσουν τη δουλειά τους σε άλλα νοσοκομεία. Παράλληλα, άλλοι δύο παθολόγοι βγήκαν σε αναρρωτική άδεια λόγω burn out. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις μπορεί στο εν λόγω ίδρυμα, να είναι από τις καλύτερες σχεδόν σε ολόκληρη τη χώρα (μιας και το νοσοκομείο δημιουργήθηκε σχετικά πρόσφατα), η τεράστια υποστελέχωση όμως, σε όλα τα πόστα, το κάνει να φυτοζωεί.
Ο συνδικαλιστής Χαράλαμπος Αποστολίδης, παιδίατρος του νοσοκομείου και πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Πέλλας, σημειώνει στο «Κοσμοδρόμιο» πως για να «μπαλωθούν» οι παραπάνω τρύπες στο νοσοκομείο Πέλλας αλλά και οι παρόμοιες που υπάρχουν στο έτερο νοσοκομείο του νομού, αυτό της Έδεσσας, τα δύο νοσοκομεία αποσπούν διαρκώς γιατρούς από τα 6 Κέντρα Υγείας του νομού.
Ο κ. Αποστολίδης είναι και ο ίδιος γιατρός μετακινούμενος- εργάζεται σε τρία διαφορετικά πόστα (!), στο νοσοκομείο Γιαννιτσών, στο Κέντρο Υγείας Κρύας Βρύσης και στο Κέντρο Υγείας Γιαννιτσών από το οποίο μόλις πήρε απόσπαση για το Πολυδύναμο Περιφερειακό Ιατρείο Πέλλας….
Προνομιακές αεροδιακομιδές και έλλειψη παιδιατρικών ΜΕΘ
Το νευραλγικό πρόβλημα του αποξηλωμένου ΕΣΥ στην περιφέρεια, καλούνται να λύσουν οι καθημερινές πια αεροδιακομιδές.
Πριν από λίγες ημέρες, ένα πρόβλημα υγείας, οδήγησε έναν δημοφιλή Έλληνα τραγουδιστή να μεταβεί στο επίσης υποστελεχωμένο νοσοκομείο της Λήμνου. Ακριβώς λόγω της έλλειψης γιατρών, ο τραγουδιστής μεταφέρθηκε στην Αθήνα, με αεροσκάφος της Πολεμικής Αεροπορίας. Όταν έφτασε τελικά στο δημόσιο αθηναϊκό νοσοκομείο, παρελήφθη από ιδιωτικό ασθενοφόρο για να μεταφερθεί σε επίσης ιδιωτικό νοσοκομείο, έχοντας βέβαια «κάνει χρήση» της δημόσιας δαπάνη αεροδιακομιδής- αν αυτή γινόταν ιδιωτικά, τότε σύμφωνα με τον Μιχάλη Γιαννάκο, πρόεδρο της ΠΟΕΔΗΝ θα κόστιζε περί τις 15.000 ευρώ.
Την ίδια στιγμή, σε ένα άλλο νοσοκομείο, στα Χανιά της Κρήτης γονείς κατήγγειλαν πως στο παιδιατρικό ιατρείο επειγόντων περιστατικών δεν λειτουργούσε η θέρμανση. Ο Μιχάλης Γιαννάκος, σημειώνει πως στο εν λόγω νοσοκομείο: «οι σωληνώσεις τρυπάνε συνεχώς, με αποτέλεσμα η θέρμανση να υπολειτουργεί το περισσότερο διάστημα, παρ’ ό,τι η τεχνική υπηρεσία κάνει φιλότιμες προσπάθειες».
Ο κ. Γιαννάκος σημειώνει πως η δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει το ΕΣΥ αντικατοπτρίζεται φέτος, πιο πολύ από κάθε άλλη κοινωνική ομάδα, στα παιδιά, τα οποία «βάλλονται» από την γρίπη αλλά και πλήθος άλλων ιών του αναπνευστικού. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΠΟΕΔΗΝ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία), σε όλη τη χώρα λειτουργούν 55 κλίνες ΜΕΘ Παίδων –32 στην Αττική και 23 στην Περιφέρεια.
Στα νοσοκομεία της Ανατολικής Μακεδονίας, της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Στερεάς Ελλάδας και Νήσων (πλην Κρήτης), δεν διατίθενται ΜΕΘ Παίδων.
Είναι χαρακτηριστικό πως ολόκληρη η Βόρεια Ελλάδα στηρίζεται στις οκτώ παιδιατρικές κλίνες εντατικής θεραπείας του Ιπποκράτειου νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. Οι οποίες, τους τελευταίους δύο μήνες, είναι σχεδόν πάντα κατειλημμένες.
Το αποτέλεσμα είναι οι αεροδιακομιδές παιδιών από την περιφέρεια να έχουν γίνει σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Κάποιες από αυτές, δεν έχουν αίσιο τέλος. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός 6χρονου αγοριού στα Γρεβενά, το οποίο μεταφέρθηκε στις αρχές του μήνα διασωληνωμένο από το νοσοκομείο εκεί– έπειτα από ανακοπή καρδιάς που είχε υποστεί- στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Πατρών στο Ρίο, παρότι το πλησιέστερο νοσοκομείο με ΜΕΘ Παίδων ήταν το Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης.
Δυστυχώς, το τελευταίο, ήταν και πάλι «γεμάτο» όταν κατέφτασε ο 6χρονος. Τελικά, το ασθενοφόρο που μετέφερε το παιδί, παρουσίασε μηχανική βλάβη και χρειάστηκε να αντικατασταθεί από άλλο όχημα του σταθμού του ΕΚΑΒ Ιωαννίνων. Δύο ημέρες μετά τη διακομιδή του στο Ρίο, ανακοινώθηκε πως ο 6χρονος ήταν εγκεφαλικά νεκρός.
Τη μεγάλη, δραματική εικόνα των ελλείψεων εξηγεί στο Κοσμοδρόμιο, ο Πάνος Παπανικολάου, γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ) και νευροχειρουργός.
Καταρχάς, ο ίδιος σημειώνει πως το 2022 συνταξιοδοτήθηκαν περισσότεροι από 350 γιατροί, ενώ 350 και πλέον παραιτήθηκαν, χωρίς οι θέσεις τους να αναπληρωθούν. Το αποτέλεσμα σύμφωνα με τον ίδιο, είναι οι γιατροί που έχουν απομείνει στη μάχη να προβαίνουν σε φυγή- κάποιοι για άλλα ελληνικά νοσηλευτικά ιδρύματα, κάποιοι για το εξωτερικό και κάποιοι για άλλα επαγγέλματα. Ο ίδιος αναφέρει το παράδειγμα του Ρεθύμνου, όπου παραιτήθηκε η έμπειρη λοιμωξιολόγος, διευθύντρια της Παθολογικής Κλινικής, ενώ είχε προηγηθεί το καλοκαίρι και η παραίτηση του διευθυντή Χειρουργικής. Σύμφωνα με τον κ. Παπανικολάου, από το Νοσοκομείο Ιεράπετρας έχουν αποχωρήσει εννέα γιατροί, ενώ παραιτήσεις υπάρχουν και στο Παναρκαδικό Νοσοκομείο, το οποίο έχει απομείνει με έναν ακτινολόγο.
Μέσα σε όλο αυτό το δυστοπικό τοπίο, τις τελευταίες ημέρες ξεκίνησαν να απλώνονται και ράντζα σε πολλά νοσηλευτικά ιδρύματα, τα οποία μπορεί να μην παλεύουν αυτή τη στιγμή με ένα μεγάλο κύμα κορονοϊού, παλεύουν όμως, με μια έξαρση της γρίπης, η οποία χτύπησε γιατρούς και νοσηλευτικά ιδρύματα μετά από 2 ½ χρόνια συνεχόμενης μάχης απέναντι στην COVID 19, η οποία εξουθένωσε το προσωπικό.
Όπως σημειώνει ο κ. Γιαννάκος: «Μετά από κάθε εφημερία, το Αττικόν και ο Ευαγγελισμός αναπτύσσουν ράντζα, τα οποία ξεπερνούν τα 100 σε κάθε ίδρυμα. Ράντζα αναπτύσσει επίσης το Γεννηματάς, αλλά και άλλα νοσοκομεία. Και φυσικά, η έλλειψη πρωτοβάθμιας περίθαλψης φορτώνει τα νοσοκομεία με εκατοντάδες, μη επείγοντα στην πραγματικότητα περιστατικά. Τα μεγάλα νοσοκομεία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης επισκέπτονται στα επείγοντα πάνω από 1.000 ασθενείς και σε κάθε εφημερία γίνονται περίπου 200 εισαγωγές. Οι μισές από αυτές θα μπορούσαν να είχαν αντιμετωπιστεί από τον περιβόητο ‘προσωπικό γιατρό’, μια ‘εφεύρεση’ που έχει φανεί ότι δεν δουλεύει στην πράξη».