“Αναδεικνύοντας έναν σημαντικό παράγοντα αλλοτρίωσης του σχολικού συστήματος” / γράφει ο Κωνσταντίνος Ζώκος
Κωνσταντίνος Α. Ζώκος
Δάσκαλος Φυσικής
Το μικρό αυτό άρθρο αποτελεί την παρέμβαση που ετοιμάστηκε για την παρουσίαση της εργασίας μου, με τίτλο «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: ΑΠΟ ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΣΤΟ ΦΡΟΣΧΟΛΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ – ΜΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗΣ», στο 5ο τεύχος του περιοδικού έρευνας και λόγου «ΒΕΡΟΙΑ ΕΡΑΤΕΙΝΗ ΗΜΑΘΙΑ» που κυκλοφόρησε προσφάτως. Το περιοδικό εκδίδεται με υπεύθυνο τον αγαπητό Δρ. Δρ. Αντώνιο Κολτσίδα και βασικό υποστηρικτή της έκδοσης τον επίσης αγαπητό κ. Γεράσιμο Καλλιγά. Επειδή, για λόγους υγείας, δεν κατέστη δυνατή η παρουσία μου στην εκδήλωση της παρουσίασης του νέου τεύχους, στην ΔΗΜΟΣΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΒΕΡΟΙΑΣ και επειδή μια τέτοια εισήγηση αποτελεί δημόσιο λόγο, που απευθύνεται σε όλους/ες, θα ήθελα να την παρουσιάσω, σε όσους/ες συντοπίτες μου επιθυμούν να την διαβάσουν, μέσω των μέσων ενημέρωσης του τόπου μας.
Στην εργασία διερευνάται ένα σημαντικό αίτιο για το πρόβλημα που φαίνεται να αναδύεται από τη στατιστική επεξεργασία των επιδόσεων του ελληνικού μαθητικού δυναμικού, όταν αναζητείται σε μακροσκοπικό επίπεδο, η δυνατότητα είτε απλής ανάκλησης μιας πληροφορίας από τη μνήμη είτε μεταπλαισίωσης ενός γνωσιακού φορτίου. Το ζήτημα επιχειρείται να διερευνηθεί, εστιάζοντας στην αντίληψη της διεμπλοκής δύο συστημάτων, τα οποία παίζουν σημαντικό ρόλο στη μαθησιακή πορεία των μαθητών/τριών, του σχολικού και του φροντιστηριακού. Η σύντομη αυτή παρέμβαση στοχεύει στην παράθεση ορισμένων πρόδρομων φαινομένων – εικόνων – και σκέψεων, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως εισαγωγή στην εργασία που δημοσιεύεται στο περιοδικό που αναφέρθηκε.
Η αναδυόμενη εικόνα
Πριν από όλα θα βοηθούσε, για την κατανόηση του θέματος της εργασίας στην οποία αναφερόμαστε, να δούμε δύο εικόνες από προηγούμενη έρευνα κατά την οποία παρακολουθήθηκε η πορεία των επιδόσεων του ελληνικού δυναμικού στις Πανελλήνιες Εξετάσεις, κατά τη διάρκεια μιας εξαετίας, από το 2010 έως το 2015, σε τρία γνωστικά αντικείμενα: Νεοελληνική Γλώσσα, Μαθηματικά και Φυσική.
Εικόνα πρώτη:
Η εικόνα παρουσιάζει τις κατανομές των επιδόσεων των μαθητών και μαθητριών, όλης της χώρας, που φοιτούσαν στη θετική κατεύθυνση, για τις έξι χρονιές που ερευνήθηκαν, στο μάθημα της Φυσικής. Ας δούμε, χωρίς να επεκταθούμε ιδιαίτερα, τι μας δείχνει:
Πρώτον: μας δείχνει ένα μοτίβο κατανομής το οποίο επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο.
Δεύτερον: αυτό το μοτίβο αποκαλύπτει δύο κύριες περιοχές: μία κάτω από ένα σημείο-βάση και μία επάνω από το σημείο αυτό. Τι σημαίνει αυτό; Ότι σε πανελλήνιο επίπεδο η κάθε τάξη αποτελείται από δύο υποπληθυσμούς που είναι διαφορετικοί μεταξύ τους. Πόσο εύκολο είναι το έργο των καθηγητών σε ένα τέτοιο περιβάλλον;
Τρίτον: θα ήταν καλό να προβληματιστούμε για την εγκυρότητα των Εξετάσεων, αφού σε μεγάλους αριθμούς θα έπρεπε να εμφανίζεται μια πιο κανονική κατανομή και όχι αυτή που παρουσιάζεται.
Εικόνα δεύτερη:
Αυτή η εικόνα παρουσιάζει την εξέλιξη του αριθμού του υποπληθυσμού που βρίσκεται κάτω από το σημείο-βάση, κατά τη διάρκεια της εξαετίας που εξετάστηκε. Σε αυτή την εικόνα υπάρχει και η γραμμή τάσης που δείχνει την πορεία της εξέλιξης. Πάλι χωρίς να επεκταθούμε ας δούμε τι μας δείχνει αυτή η εικόνα:
Ο πληθυσμός των ατόμων – μαθητών και μαθητριών – που έχει επιδόσεις στις Πανελλήνιες Εξετάσεις κάτω από το σημείο-βάση, εξελίσσεται αυξητικά κατά τη διάρκεια της εξαετίας, στο γνωστικό αντικείμενο Φυσική, στη θετική κατεύθυνση.
Ανάλογα είναι και τα ευρήματα και στις άλλες περιοχές, όποιος/α θέλει να διαβάσει όλη την έρευνα μπορεί να αναζητήσει το πρώτο τεύχος του περιοδικού «ΒΕΡΟΙΑ ΕΡΑΤΕΙΝΗ ΗΜΑΘΙΑ» που κυκλοφόρησε το 2017.
Μερικά ακόμη στοιχεία:
Τις δύο παραπάνω εικόνες, μπορείτε να τις παραβάλλεται με την εικόνα των επιδόσεων των 15-χρονων μαθητών και μαθητριών της Ελλάδας στις έρευνες PISA του ΟΟΣΑ, όπως επίσης και άλλων ερευνών, σχετικών με τα επιδόσεις του μαθητικού δυναμικού στις Πανελλήνιες Εξετάσεις, στο γνωστικό αντικείμενο «Μαθηματικά», που πραγματοποιήθηκαν από τον αγαπητό φίλο, μαθηματικό, κ. Ιωάννη Απλακίδη και δημοσιεύθηκαν (και) στον τοπικό τύπο. Όλες οι εικόνες οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα: αποκαλύπτεται η παθολογική κατάσταση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, που εμφανίζεται κατά τη φοίτηση των μαθητών/τριών στο Λύκειο. Φυσικά, ανάλογα φαινόμενα έχουν εντοπιστεί και στο Γυμνάσιο, από σχετικές έρευνες, πράγμα που αποκαλύπτει το χρόνιο χαρακτήρα αυτής της παθολογίας.
Και λοιπόν;
Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος/α. Πώς μας οδηγεί αυτή η σειρά των εικόνων της πραγματικότητας, στην πρόσφατα δημοσιευμένη εργασία; Ας κάνουμε μερικές σκέψεις!
Για σκεφθείτε…
Όσοι/ες έχουν σχέση με την εκπαίδευση στην Ελλάδα, Δάσκαλοι, γονείς ή μαθητές/τριες, ακόμη και όσοι/ες διαμορφώνουν την εκπαιδευτική πολιτική, γνωρίζουμε πολύ καλά πως με κανέναν τρόπο δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν οι εικόνες που καταγράφονται στην νοητική ικανότητα των ίδιων των μαθητών/τριών. Έπρεπε, λοιπόν, να διερευνηθούν παράγοντες που επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία και επιβάλλουν στο μαθητικό δυναμικό έναν τρόπο σκέψης και μια συγκεκριμένη λειτουργία.
Έπρεπε να ληφθεί υπόψη ότι η προβληματική κατάσταση εντοπίζεται τόσο στην απλή ανάκληση μιας αποθηκευμένης πληροφορίας, όσο και στην ανακατασκευή μιας αποθηκευμένης, στη μνήμη, πληροφορίας σε ένα άλλο πλαίσιο. Έπρεπε να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχει πρόβλημα – σε μεγάλο μέρος του μαθητικού πληθυσμού – στην κωδικοποίηση της πληροφορίας, αφού είναι φανερό ότι σε μαζικές διαδικασίες ελέγχου η λειτουργία της ανάμνησης καταρρέει και αδυνατεί να λάβει τη μορφή μιας (όσο το δυνατόν πιο) πλήρους νοητικής αναπαράστασης. Το πρόβλημα, λοιπόν, ίσως εντοπίζεται στον τρόπο αποθήκευσης, ο οποίος πιθανώς να σχετίζεται με το (εξωτερικά) επιβαλλόμενο χρονικό πλαίσιο, στα όρια του οποίου επιχειρείται η καταγραφή στη μνήμη.
Για σκεφθείτε… Που μας οδηγεί αυτή σειρά συλλογισμών;
Ορθά, το σκεφτήκατε! Μας οδηγεί στις κυρίαρχες διαδικασίες μέσω των οποίων οι μαθητές/τριες, στην Ελλάδα, οδηγούνται (από ποιους;) να προσεγγίζουν την αντικειμενική πραγματικότητα, να την μετασχηματίζουν, να την αποθηκεύουν και να την ανακαλούν σε όποιο πλαίσιο απαιτηθεί. Μας οδηγεί στις κυρίαρχες διαδικασίες μέσω των οποίων οι μαθητές/τριες μαθαίνουν.
Εντοπίστηκε, λοιπόν, μια ιδιαίτερα ισχυρή σχέση του σχολικού συστήματος, αυτού του ιδεολογικού μηχανισμού του κράτους, με τον υποδόριο παρασχολικό μηχανισμό, το φροντιστηριακό σύστημα. Μέσω των δύο αυτών συστημάτων επιβάλλεται, σε μαθητές και μαθήτριες, μια κατάσταση σχιζοφρένιας μαθησιακών διαδρομών. Στην εργασία, παρακολουθείται η πορεία αυτών των δύο μηχανισμών, μια πορεία που αφού πέρασε από τις φάσεις υποστήριξης και ανταγωνισμού, ολοκληρώθηκε με την πλήρη απορρόφηση του σχολικού από το φροντιστηριακό μηχανισμό για να διαμορφωθεί, τελικά, ένα νέο φροσχολικό σύστημα, το οποίο θα μπορούσε να συσχετιστεί με τον θάνατο του ελληνικού σχολείου.
Αυτά αρκούν. Αξίζει να διαβάσετε την εργασία στο περιοδικό.