“Οι βίαιοι και εθελούσιοι εξισλαμισμοί στον καζά της Βέροιας / περίοδος 1598 – 1886” γράφει ο Στέργιος Αποστόλου
ΤΟ ΣΟΥΛΤΑΝΙΚΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ ΝΤΟΛΜΑ ΜΠΑΧΤΣΕ
(https://create.vista.com/el/photos/ Ντολμά-Μπαχτσέ/)
Το ανάκτορο Ντολμάμπαχτσε (“γεμιστός κήπος”, τουρκ. Dolmabahçe Sarayı) ήταν κατοικία των σουλτάνων και διοικητικό κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το 1856 μέχρι το 1922, με εξαίρεση την περίοδο 1889-1909 κατά την οποία χρησιμοποιήθηκε το ανάκτορο Γιλντίζ. Από το 1960 λειτουργεί ως μουσείο. Βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, επί της ευρωπαϊκής πλευράς του Βοσπόρου καλύπτοντας συνολικά έκταση περίπου 110.000 μ2. Γύρω από το παλάτι εκτείνεται η ομώνυμη συνοικία. Η κατασκευή του ξεκίνησε το 1843, με εντολή του σουλτάνου Αμπντούλ Μετζίτ Α΄, και ολοκληρώθηκε το 1856. Το κόστος της ανέγερσης έφτασε τα 5 εκατομμύρια οθωμανικά χρυσά νομίσματα, το ισοδύναμο δηλαδή 35 τόννων χρυσού. Για την επικάλυψη των οροφών του παλατιού, έκτασης 45.000 μ2, με φύλλα χρυσού, χρησιμοποιήθηκαν 14 τόννοι αυτού του μετάλλου.
(https://el.wikipedia.org › wiki › Ντολμά_Μπαχτσέ_(ανά…)
———
ΟΙ ΒΙΑΙΟΙ ΚΑΙ ΕΘΕΛΟΥΣΙΟΙ ΕΞΙΣΛΑΜΙΣΜΟΙ
ΣΤΟΝ ΚΑΖΑ ΤΗΣ ΒΕΡΟΙΑΣ
(ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1598 – 1886)
Βάσει των εκδοθέντων αρχείων
του Ιεροδικείου Βεροίας και Ναούσης
—————
ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΣΠΥΡ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ – ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΝΑΟΥΣΑ
—————
Επί τη βάσει των όσων μέχρι τώρα αναφέρθηκαν, μας παρέχεται η δυνατότητα να διατυπώσουμε την άποψη ότι ο εξισλαμισμός των ορθόδοξων χριστιανών υπηκόων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, στη συντριπτική του πλειοψηφία, υπήρξε εθελούσιος και ότι, παρά την βίαιη στρατολογία ορθόδοξων χριστιανοπαίδων για τα γενιτσαρικά τάγματα, εκδηλώνονταν παράλληλα έντονο ενδιαφέρον και για την εθελούσια κατάταξή τους σ’ αυτά, λόγω των προνομίων και των υψηλών αξιωμάτων που αποκτούσαν μερικοί από τους γενίτσαρους στον κρατικό μηχανισμό
—————————-
Ύστερα από έρευνά μου στα εκδοθέντα ιστορικά αρχεία του Ιεροδικείου Βεροίας και Ναούσης για τους βίαιους και εθελούσιους εξισλαμισμούς στον καζά της Βέροιας κατά την περίοδο 1598 – 1886, προέκυψαν τα κατωθι συμπεράσματα:
1) Δεν επιβεβαιώνονται από οθωμανικά έγγραφα οι πληροφορίες Ελλήνων και ξένων ιστορικών για βίαιο εξισλαμισμό των κατοίκων της Νάουσας, μετά την κατάληψη της πόλης από τους Τούρκους τον Απρίλιο του 1822. Τουλάχιστον, εγώ δεν έχω βρει τέτοια.
2) Για την εγκυρότητα κάθε εθελούσιου εξισλαμισμού αλλόθρησκου υπηκόου της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, λαμβάνονταν απόφαση από το ιεροδικείο και συντάσσονταν η σχετική ιεροδικαστική πράξη.
3) Το σύνολο των εξισλαμισμών στον καζά της Βέροιας κατά την περίοδο 1598-1886, δηλαδή, μέσα σε 288 χρόνια, ανήλθε συνολικά σε 84 άτομα, αριθμός ασήμαντος, ήτοι, περίπου 2 άτομα κάθε 7 χρόνια. Συνέταξα ιδιαίτερο ονομαστικό πίνακα γι’ αυτούς.
4) Από τους ανωτέρω 84, συνολικά, εξισλαμισμούς, οι εθελούσιοι ανέρχονται σε 82, και οι βίαιοι σε 2.
5) Από το περιεχόμενο των ιεροδικαστικών αποφάσεων προκύπτει ότι οι προσερχόμενοι για εθελούσιο εξισλαμισμό αλλόθρησκοι υπήκοοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας, καλούνταν από τους ιεροδικαστές να απαρνηθούν όχι μόνο το συγκεκριμένο θρησκευτικό δόγμα στο οποίο ανήκαν, αλλά και όλες «τις ψευδείς θρησκείες» συλλήβδην. Τούτο έχει την εξήγησή του. Μετά τον εξισλαμισμό, δεν επιτρέπονταν η επιστροφή του εξισλαμισθέντος, όχι μόνο στο προηγούμενο θρησκευτικό δόγμα στο οποίο ανήκε, αλλά ούτε και η μεταπήδησή του σε άλλο. Κατά το Ισλάμ, πλην αυτού, όλες οι άλλες θρησκείες ήταν «ψευδείς».
6) Διαπιστώνεται ότι από το έτος 1848 και εντεύθεν, σε κάθε εθελούσιο εξισλαμισμό για τον οποίο συντάσσονταν σχετική ιεροδικαστική πράξη, εκτός από τους οθωμανούς ιεροδικαστές, καλούνταν να παρίστανται στο ιεροδικείο και ο Μητροπολίτης Βεροίας και Ναούσης, καθώς και οι μουσουλμάνοι πρόκριτοι της πόλης, σε μερικές δε περιπτώσεις και οι χριστιανοί. Είναι αξιοσημείωτο, ότι, μέχρι το 1847, σε καμιά πράξη εξισλαμισμού, καταχωρημένη στα αρχεία του ιεροδικείου Βεροίας και Ναούσης, δεν αναφέρεται παρουσία Μητροπολίτη και προκρίτων. Ένεκα τούτου, γεννάται το ερώτημα; Γιατί οι οθωμανικές αρχές επέτρεψαν στους τελευταίους να παρίστανται, από το 1848 και εντεύθεν, στο ιεροδικείο κατά την τελετή του εθελούσιου εξισλαμισμού αλλοθρήσκου υπηκόου τους; Σε ποιους λόγους, άραγε, οφείλεται αυτή η διαδικαστική αλλαγή;
Για το ερώτημα αυτό, κατά την άποψή μου, υπάρχει εύλογη απάντηση. Κατά το υπό κρίσιν έτος 1848, Σουλτάνος ήταν ο Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ , γιος του Μαχμούτ Β΄. Ο τελευταίος, ο οποίος παρέμεινε στο θρόνο του από το 1808 έως το 1839, είχε θεσπίσει ένα αυτοκρατορικό διάταγμα, το Χάτι Σερίφ (ιερό διάταγμα) του Γκιουλχανέ, γνωστό και ως «Τανζιμάτ». Με το εν λόγω διάταγμα επέρχονταν αξιοσημείωτες πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και ριζική αναδιοργάνωση των διοικητικών υπηρεσιών και του στρατού της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ο γιος του, ο Αμντούλ Μετζίτ Α΄, ο οποίος ανήλθε στον Σουλτανικό θρόνο το 1839, συνέχισε το μεταρρυθμιστικό έργο του πατέρα του Μαχμούτ Β΄ και μέσα στα πλαίσια των μεταρρυθμίσεων που πραγματοποίησε, μεταξύ των οποίων και στον θρησκευτικό τομέα των αλλοθρήσκων υπηκόων του, επέφερε πολλές βελτιώσεις σ’ αυτόν. Τούτο το έπραξε, και αυτοβούλως, και υπό την πίεση των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Γι’ αυτόν, ακριβώς, τον λόγο, κατά τον εξισλαμισμό ενώπιον του ιεροδικείου αλλοθρήσκου υπηκόου της αυτοκρατορίας, για το αδιάβλητο της όλης διαδικασίας καθιερώθηκε να παρίστανται σ’ αυτήν ο Μητροπολίτης και οι πρόκριτοι της πόλης.
Ένα καίριο ιστορικό ερώτημα είναι αυτό που σχετίζεται με τις πληροφορίες, κυρίως του James Baker, περί βίαιου εξισλαμισμού των Ναουσαίων μετά την κατάληψη της πόλης τους από τους Τούρκους τον Απρίλιο του 1822. Αναφέρομαι στη σφαγή των 1241 Ναουσαίων στο χώρο του σημερινού πλακόστρωτου του Δημοτικού πάρκου, στους οποίους, κατά μερικούς ιστορικούς, πριν θανατωθούν, ετίθετο το ερώτημα εάν δέχονται να εξισλαμισθούν, προκειμένου να αποφύγουν το θάνατο. Οι πληροφορίες αυτές δεν έχουν επιβεβαιωθεί από αντίστοιχο φιρμάνι ή στρατιωτική διαταγή της Υψηλής Πύλης ή ακόμη και διαταγή του ίδιου του Μεχμέτ Εμίν Εμπού Λουμπούτ που κατέστειλε την επανάσταση των Ναουσαίων. Κανένα τέτοιο επίσημο οθωμανικό έγγραφο δεν βρίσκεται καταχωρημένο στα μεταφρασθέντα και εκδοθέντα μέχρι σήμερα αρχεία του Ιεροδικείου Βεροίας και Ναούσης.
Άλλωστε, με το ίδιο σκεπτικό, δεν θα έπρεπε, άραγε, και κατά την επανάσταση στη Χαλκιδική που προηγήθηκε, να είχε γίνει βίαιος εξισλαμισμός κατοίκων πόλεων ή χωριών που έλαβαν μέρος σ’ αυτήν;. Συνεπώς, αβίαστα προκύπτει το συμπέρασμα ότι οι παρεχόμενες πληροφορίες για βίαιο εξισλαμισμό των Ναουσαίων, εφόσον δεν επιβεβαιώνονται μέχρι στιγμής από αντίστοιχες οθωμανικές πηγές, παραμένουν μετέωρες. Μάλιστα, θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι αυτές εκπορεύονται από διάφορες σκοπιμότητες είτε πολιτικές είτε θρησκευτικές. Διαχρονικά η οθωμανική αυτοκρατορία, από λόγους που προβλέπονται από τις επιταγές του ίδιου του Κορανίου, αλλά και από πολιτική σκοπιμότητα, απέφευγε συστηματικά να προβαίνει σε βίαιο εξισλαμισμό των αλλόθρησκων που περιλαμβάνονταν στους κόλπους της, με εξαίρεση τους παγανιστές, αρκούμενη στον παρατηρούμενο εθελούσιο αθρόο εξισλαμισμό.
Επίσης, ευνόητο είναι να διίστανται οι απόψεις των ιστορικών του «εθνικού αφηγήματος», τουτέστιν, των «εθνικών ιστορικών» κάθε βαλκανικού κράτους, με τις απόψεις των ιστορικών που ασπάζονται τους κανόνες της επιστημονικής δεοντολογίας ως προς την θεώρηση και κριτική ανάλυση των διαφόρων ιστορικών γεγονότων.
Στα νεοσυσταθέντα, κατά τον 19ο με αρχές 20ού αιώνα, βαλκανικά κράτη, τα οποία προέκυψαν από τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, Ελλάδα, Μαυροβούνιο, Σερβία, Βουλγαρία και Αλβανία, επειδή στους κόλπους τους υπήρχε το φαινόμενο της φυλετικής και θρησκευτικής ανομοιογένειας, δηλαδή, μειονότητες, διαφορετικές γλώσσες και διαφορετικές θρησκείες, ήταν επιτακτική η ανάγκη της δημιουργίας ένός εθνικού αφηγήματος (έστω και μυθεύματος), απαραίτητου, ωστόσο, για την αιτιολόγηση και διαχρονική εξάλειψη του φαινομένου της ανομοιογένειας. Το βάρος αυτού του έργου ανέλαβαν οι κατά τόπους «εθνικοί ιστορικοί», υποστηριζόμενοι, παράλληλα και από τα τοπικά ιερατεία.
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα αυτών των ιστορικών είναι ότι, στην ύπαρξη του φαινομένου της εθνικής, γλωσσικής και θρησκευτικής ανομοιογένειας στους κόλπους αυτών των κρατών, συνέβαλε καίρια ο μερικός ή ολικός βίαιος εξισλαμισμός πολλών πληθυσμιακών ομάδων τους, μη αναφερόμενοι ή αγνοώντας σκόπιμα, τον εθελούσιο. Το ερώτημα, εάν και κατά πόσο συνέφερε στην Υψηλή Πύλη ο βίαιος εξισλαμισμός των αλλόθρησκων υπηκόων της, κυρίως, αυτών που ανήκαν σε μονοθεϊεστικές θρησκείες, όπως είναι η χριστιανική και η Εβραϊκή θρησκεία, απασχόλησε πολλούς ιστορικούς, οι οποίοι προσπάθησαν να το προσεγγίσουν από πολλές πλευρές.
Οι πλείστοι εξ αυτών, για την συναγωγή εύλογου και, κατά το δυνατόν, ορθότερου συμπεράσματος, είχαν ως αφετηρία της έρευνάς του τα προνόμια τα οποία παραχώρησε με βεράτιο, (μη διασωθέν, όπως και πολλά άλλα), ο Μωάμεθ Β΄, ο Πορθητής, στον πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης Γεννάδιο Β΄ Σχολάριο, τον οποίο ο ίδιος ανέβασε στον πατριαρχικό θρόνο με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια, μετά την άλωση της πόλης. Τα παραχωρηθέντα στο πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης, θρησκευτικά, διοικητικά και δικαστικά προνόμια, ήταν τα κάτωθι:
«1) Αναγνωρίστηκε ο πατριαρχικός θρόνος της Κωνσταντινούπολης.
2) Οι ορθόδοξοι χριστιανοί της οθωμανικής αυτοκρατορίας, χωρίς διάκριση καταγωγής, θεωρήθηκαν «έθνος» (μιλέτ) με τη θρησκευτική εννοιολογική σημασία του όρου και ο εκάστοτε πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης ως «εθνάρχης (μιλέτ μπασή), αρχηγός, δηλαδή, της θρησκευτικής αυτής κοινότητας, αλλά και με την πολιτική διάσταση.
3) Αναγνωρίστηκε η θρησκευτική ελευθερία των χριστιανών, καθώς και η διατήρηση των ηθών και των εθίμων τους.
4) Η θρησκευτική κοινότητα των Ρωμιών είχε αυτονομία όχι μόνο στον θρησκευτικό τομέα, αλλά και στον οικογενειακό, στον κοινωνικό και στον εκπαιδευτικό.
5) Η δικαιοδοσία του πατριαρχείου επεκτείνονταν όχι μόνο επί των εκκλησιαστικών ή πνευματικών ζητημάτων, αλλά και επί των διοικητικών και δικαστικών, είχε δε στην αρμοδιότητα και δικαιοδοσία του τα ζητήματα των γάμων, των διαζυγίων, των κληρονομιών και των κληροδοτημάτων. Δίκαζε τους κληρικούς και τους λαϊκούς και επί πλέον, διατηρούσε και φυλακές.
6) Ο πατριάρχης και οι αρχιερείς ήταν απαλλαγμένοι από τους φόρους,
7) Ο πατριάρχης είχε το δικαίωμα να φορολογεί τους κληρικούς και τους λαϊκούς.
8) Ο οικουμενικός πατριάρχης ήταν υπεύθυνος έναντι της Υψηλής Πύλης για τους ορθόδοξους χριστιανούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και αντιπροσώπευε ενώπιον της Υψηλής Πύλης και τους άλλους ορθόδοξους πατριάρχες της Ανατολής οι οποίοι ήταν υπόδουλοι του Σουλτάνου, δηλαδή, τους πατριάρχες Αντιόχειας, Αλεξάνδρειας, και Ιεροσολύμων.
9) Ο πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης φρόντιζε μέσω των κληρικών για την τάξη και την ησυχία των ορθόδοξων χριστιανών.
10) Η Εκκλησία είχε υπό τη δικαιοδοσία και την ευθύνη της την ανέγερση, την επισκευή, την επίβλεψη και τη συντήρηση των ναών και των μοναστηριών.
11) Η Εκκλησία είχε το δικαίωμα να ιδρύει, να διατηρεί και να διοικεί, χωρίς ξένες παρεμβάσεις, δικά της δημόσια εκπαιδευτήρια για την μόρφωση και εκπαίδευση των χριστιανοπαίδων, καθώς, επίσης και φιλανθρωπικά ιδρύματα (νοσοκομεία, γηροκομεία, ορφανοτροφεία κ.ά
για τις ποικίλες κοινωνικές ανάγκες των χριστιανών.» (Ιωάννης Ελ. Σιδηράς, Θεολόγος, Εκκλησιαστικός ιστορικός-νομικός. Άρθρο του με τίτλο: «ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΕΘΝΑΡΧΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΜΩΑΜΕΘ Β΄ ΠΟΡΘΗΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΓΕΝΝΑΔΙΟ Β΄ ΣΧΟΛΑΡΙΟ. Δημοσιεύτηκε την 29η Μαΐου 2018 στο Radiomax.
Από το περιεχόμενο των ως άνω εθναρχικών προνομίων προκύπτει το συμπέρασμα ότι, όχι μόνο δεν ήταν στις προθέσεις του Μωάμεθ Β΄ Πορθητή να προβεί στον βίαιο εξισλαμισμό των ορθόδοξων χριστιανών υπηκόων του μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, αλλά, αντίθετα, ότι επιδίωξε μέσω αυτών, να διατηρήσει αλώβητη την Ορθοδοξία σε όλες τις περιοχές που βρίσκονταν υπό την κυριαρχία της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Επειδή δε, στα προνόμια που χορήγησε, προσέδωσε διαχρονική αξία, δηλαδή, ότι αυτά θα ισχύουν στο διηνεκές, οι απόψεις ορισμένων ιστορικών για βίαιο εξισλαμισμό, μετά την άλωση, των ορθόδοξων χριστιανών των περιοχών που τελούσαν υπό οθωμανική κατοχή, κατά την άποψή μου, δεν εδράζονται επί ιστορικών βάσεων, αν ληφθεί υπ’ όψιν το γεγονός ότι η Ορθοδοξία, όχι μόνο δεν συρρικνώθηκε μέχρι σήμερα, αλλά ενδυναμώθηκε έτι περαιτέρω κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας. Μάλιστα, κατά την ίδια περίοδο, εκτός από τα προνόμια, απέκτησε και μεγάλη γαιοκτησία, την οποία χορήγησαν σ’ αυτήν με ταπιά (τίτλοι ιδιοκτησίας) διάφοροι Σουλτάνοι, πέραν αυτής της χορηγηθείσας στο παρελθόν με χρυσόβουλα από τους βυζαντινούς αυτοκράτορες.
Όμως, τίθεται επιτακτικά το ερώτημα: Πού απέβλεπε ο Μωάμεθ Β΄ Πορθητής με τη χορήγηση στo ορθόδοξο πατριαρχείο αυτών των προνομίων; Βέβαιο είναι ότι οι λόγοι από τους οποίους εκπορεύονταν τα κίνητρα για τη θέσπισή τους, δεν ήταν συναισθηματικοί, αλλά ότι εδράζονταν σε κάποια σκοπιμότητα. Τρεις ήταν, κατά την άποψή μου, αυτοί οι λόγοι, τους οποίους παραθέτω:
α) Πολιτικοί
Για τους πολιτικούς λόγους για τους οποίους ο Μωάμεθ Β΄ Πορθητής θεώρησε σκόπιμο να χορηγήσει προνόμια στο Οικουμενικό πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις από πολλούς ιστορικούς, με ποικίλες ερμηνείες. Παραθέτω μία από αυτές:
«… Στην παραχώρηση προνομίων στην Εκκλησία ώθησαν τον σουλτάνο και πολιτικοί λόγοι, καθώς η αναγνώριση του πατριαρχείου και η εκχώρηση σ’ αυτό ορισμένων προνομίων και αρμοδιοτήτων έδινε στους κατακτητές τη δυνατότητα να διοικούν με μεγαλύτερη ευχέρεια τα εκατομμύρια των υπόδουλων χριστιανών:
Ο πατριάρχης γινόταν «εθνάρχης» και αποτελούσε την ανώτατη πολιτική και όχι μόνο θρησκευτική αρχή των ορθόδοξων χριστιανών, τους οποίους εκπροσωπούσε και για τους οποίους ήταν, κατά κάποιον τρόπο, υπεύθυνος απέναντι στον σουλτάνο. Εξάλλου η διοικητική ιεραρχία της Ορθοδοξίας με το δίκτυο των μητροπόλεων, των αρχιεπισκοπών, των μοναστηριών, αποτελούσε οργανισμό χρήσιμο για τη διοίκηση των υποταγμένων. Από την άλλη, η Εκκλησία αποτέλεσε ανάχωμα στον κίνδυνο του εξισλαμισμού και αναδείχτηκε σε «λιμάνι» σωτηρίας των χριστιανών … Πού να φανταζόμασταν, λοιπόν, ότι σήμερα, εν σωτηρίω έτει 2019, 556 χρόνια αργότερα, η Ελληνική πολιτεία, αντί να λαμβάνει μέτρα υπέρ της Εκκλησίας, κάνει τα πάντα για να την διαχωρίσει από το Κράτος! …» (Άγγελος Παν. Σακκέτος, δημοσιογράφος, συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής. Άρθρο του με τίτλο: «ΠΟΙΑ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΩΑΜΕΘ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ», μεταδοθέν την 17η Φεβουαρίου 2019. https:-//www.sakketosaggelos.gr/Article/11565/).
Τα ανωτέρω, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Υψηλή Πύλη είχε ενσωματώσει πλήρως στον διοικητικό μηχανισμό της το ορθόδοξο πατριαρχείο και ότι οι στόχοι και επιδιώξεις της εξυπηρετούνταν πλήρως από αυτή την ενσωμάτωση. Ο ιστορικός ερευνητής που διατύπωσε τις ανωτέρω απόψεις, προς το τέλος του άρθρου του, εκφεύγοντας από τα καθαρώς ιστορικά πλαίσια, επεκτείνει αυτές και σε πολιτικό επίπεδο, διερωτώμενος προς τι η επιμονή ορισμένων ελληνικών πολιτικών κομμάτων σήμερα να επιδιώκουν το χωρισμό Εκκλησίας και Κράτους. Αναφερόμενος στον νέο οικουμενικό πατριάρχη Γεννάδιο Β΄ Σχολάριο, σημειώνω ότι αυτός ήταν ηγετική μορφή των Ανθενωτικών, κατατασσόμενος, μάλιστα, στη χορεία των φανατικών αυτού του χώρου.
Ως εκ τούτου, ο Μωάμεθ Β΄ Πορθητής πίστευε ότι αυτός αποτελούσε ασφαλή εγγύηση ότι ουδέποτε επρόκειτο στο μέλλον να συναινέσει στην ένωση των δύο χριστιανικών Εκκλησιών, Δυτικής και Ανατολικής. Διέβλεπε ότι το υφιστάμενο χάσμα μεταξύ των δύο Εκκλησιών, θα διευκόλυνε τα κατακτητικά του σχέδια. Είναι βέβαιο ότι, πολύ πιο πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης, είχε μελετήσει σε βάθος τη διαμάχη μεταξύ Ανθενωτικών και Ενωτικών και πεισθεί ότι οι πρώτοι, κάλλιστα, θα ήταν δυνατόν να μεταβληθούν σε πολύτιμους συμμάχους του. Τούτο κατέστη πασιφανές μετά την ρήση του φανατικού ανθενωτικού Λουκά Νοταρά «κρειττότερόν έστιν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν Λατινικήν», τουτέστιν, «καλύτερα να δω να βασιλεύει στο κέντρο της πόλης τούρκικο σαρίκι, παρά λατινική τιάρα».
Στον Λουκά Νοταρά είχε απονεμηθεί, από τον τελευταίο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο IA΄ Παλαιολόγο – Δραγάτση, ο τίτλος του «Μεγάλου Δούκα», στην προσπάθεια του τελευταίου να κατευνάσει το μίσος μεταξύ των Ανθενωτικών και των Ενωτικών. Ένεκα αυτού του μίσους, ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης είχε χωρισθεί στις δύο αυτές αντίπαλες θρησκευτικές μερίδες, οι οποίες μάχονταν λυσσαλέα η μία την άλλη. Η άποψη που διατυπώθηκε από ορισμένους ιστορικούς ότι οι Ανθενωτικοί συνέβαλαν στην άλωση της πόλης, είτε με προπαγάνδα ηττοπάθειας, είτε ανοίγοντας κατά την πολιορκία κάποιες από τις πύλες των τειχών της για να εισέλθουν οι Τούρκοι, δεν τυγχάνει της ανεπιφύλακτης αποδοχής όλων των ιστορικών. Επομένως, μέχρις ότου αποδειχθεί ποια είναι η ιστορική αλήθεια για το θέμα αυτό, η ανωτέρω άποψη παραμένει μετέωρη.
Εκείνο που είναι βέβαιο, είναι ότι ο Μωάμεθ Β΄ Πορθητής δεν διαψεύσθηκε στις προβλέψεις του μέχρι σήμερα. Ουδέποτε ενώθηκαν οι δύο Εκκλησίες, Ανατολική και Δυτική, και μάλιστα, παρά τα αντιθέτως πιστευόμενα, το χάσμα μεταξύ τους εξακολουθεί να παραμένει αγεφύρωτο και να μεγενθύνεται έτι περαιτέρω με την διαδρομή του χρόνου. Συνεπώς, βάσιμα μπορεί να διατυπωθεί η άποψη ότι, οι πολιτικοί στόχοι τους οποίους είχε θέσει τότε ο Μωάμεθ Β΄ πέτυχαν διαχρονικά.
β) Διοικητικοί
Η Οθωμανική αυτοκρατορία, εξαιτίας των συνεχών πολέμων τους οποίους διεξήγαγε, δεν είχε συγκροτήσει ακόμα αποτελεσματικό διοικητικό και φορολογικό μηχανισμό. Ο Μωάμεθ Β΄ Πορθητής, μετά την άλωση, διαπίστωσε ότι το Βυζάντιο διέθετε προ πολλού τέτοιο μηχανισμό, άριστα οργανωμένο. Θεώρησε σκόπιμο να τον κρατήσει εν ενεργεία και στους υπαλλήλους των διοικητικών και φορολογικών υπηρεσιών αυτού του μηχανισμού να εκχωρήσει για λογαριασμό της οθωμανικής αυτοκρατορίας σημαντικές αρμοδιότητες.
Τέτοιες αρμοδιότητες, πολλές και σημαντικές, παραχώρησe σε αριστοκράτες αξιωματούχους του Βυζαντίου που κατέλαβαν υψηλές θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, από τις οποίες, ασκούσαν εσωτερική και εξωτερική πολιτική, επιρρίπτοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στον φορολογικό τομέα, επ’ ωφελεία, πάντοτε, της Υψηλής Πύλης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εξυπηρετούνταν απόλυτα οι στόχοι της τελευταίας σ’ αυτόν τομέα. Τέτοια χορεία ορθόδοξων χριστιανών αξιωματούχων, οι οποίοι κατείχαν υψηλές θέσεις στους κόλπους της οθωμανικής αυτοκρατορίας, υπήρξαν οι αριστοκράτες κάτοικοι της συνοικίας Φανάρι της Κωνσταντινούπολης, οι γνωστοί Φαναριώτες.
Με την πάροδο του χρόνου, οι Φαναριώτες, με την ανώτερη πνευματική και οικονομική υπεροχή τους, αποτέλεσαν ιδιαίτερη τάξη στην πόλη και άρχισαν να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Μεταξύ των άλλων, κατ’ επανάληψη τοποθετήθηκαν από την Υψηλή Πύλη σαν ηγεμόνες της Βλαχίας και της Μολδαβίας, καθώς και σαν μεγάλοι διερμηνείς και «δραγουμάνοι» του στόλου, τουτέστιν, ακόλουθοι του εκάστοτε Τούρκου αρχιναύαρχου και αρμόδιοι για την φορολογική πολιτική στα νησιά του Αιγαίου και την είσπραξη των φόρων από αυτά. Κατά το ημέτερο εθνικό ιστορικό αφήγημα, οι Φαναριώτες υπήρξαν ιδιαίτερα χρήσιμοι για το Ελληνικό γένος καθ’ όλη την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, όμως, κατά τις απόψεις άλλων ιστορικών, άκρως επιζήμιοι, έως και επικίνδυνοι:
« … Δριμύτατος κατήγορός τους υπήρξε ο καταγόμενος από την Τήνο λόγιος ιατρός Μάρκος- Φίλιππος Ζαλλώνης, ο οποίος το 1824 δημοσίευσε στη Μασσαλία το βιβλίο «Traite sur le princes de la Valachie et de la Moldavie (Πραγματεία περί των ηγεμόνων της Βλαχίας και της Μολδαβίας). Στο έργο αυτό που μεταφράστηκε στην Ελληνική γλώσσα από τον Ν. Βαφειάδη το 1831 και από τον Βαλτινό το 1856, καταφέρεται εναντίον των ηγεμόνων των Παραδουνάβιων χωρών και εναντίον των διερμηνέων, που τους παρουσιάζει ως ραδιούργους,, φιλοχρήματους, φιλόδοξους και αδιάφορους για τις τύχες των Ελληνικών πληθυσμών. Επικριτικός υπήρξε και ο Αδαμάντιος Κοραής … » (Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ – LAROUSE – BRITANNICA», λήμμα: «ΦΑΝΑΡΙΩΤΕΣ», τόμος. 51ος, σελ. 457, Αθήνα 1978. (Αναφορά στον λόγιο ιατρό από την Τήνο Μάρκο–Φίλιππο Ζαλλώνη, ο οποίος το 1824 δημοσίευσε στη Μασσαλία το βιβλίο «Traite sur le princes de la Valachie et de la Moldavie (Πραγματεία περί των ηγεμόνων της Βλαχίας και της Μολδαβίας)
γ) Θρησκευτικοί
Η μουσουλμανική θρησκεία, μεταξύ όλων των άλλων, προβλέπει και τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να συνυπάρξουν, σε μια περιοχή που τελεί υπό μουσουλμανική κατοχή, οι πιστοί μουσουλμάνοι με τους άπιστους. Στη χορεία των απίστων περιλαμβάνονται όλοι εκείνοι οι οποίοι ανήκουν σε άλλες θρησκείες, πλην αυτής του Ισλάμ. Κατά το Κοράνι, ειδικότερα τη Σαρία (ιερός νόμος), οι άπιστοι διαχωρίζονται στους λαούς της Βίβλου, τουτέστιν, στους χριστιανούς και στους Εβραίους που έχουν για ιερό τους βιβλίο τη Βίβλο και ανήκουν σε μονοθεϊστικές θρησκείες και στους παγανιστές, οι οποίοι ανήκουν σε πολυθεϊστικές θρησκείες
Για τους χριστιανούς και τους Εβραίους, τους λαούς της Βίβλου, δηλαδή, η θρησκεία τους προβλέπεται να είναι ανεκτή από τους μουσουλμάνους και να τους παρέχεται το δικαίωμα να συνεχίζουν να διατηρούν τους ναούς και τις συναγωγές τους, καθώς και τα ιερατεία τους (πατριάρχες, αρχιεπίσκοποι, επίσκοποι, ιερείς, αρχιραβίνοι, ραβίνοι κ.λπ.), πλην όμως, επειδή οι μουσουλμάνοι είναι πολίτες πρώτης κατηγορίας, αυτοί, ως υποτελείς, πρέπει είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας, χωρίς να έχουν τα ίδια δικαιώματα με τους πρώτους. Επί πλέον, επειδή κατοικούν σε χώρο, στον οποίο κυρίαρχη δύναμη είναι οι μουσουλμάνοι, πρέπει να έχουν ταπεινή συμπεριφορά έναντι αυτών, να μην είναι αυτάρεσκοι, να μην επαίρονται και να μην τους προκαλούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
« … Στη μουσουλμανική παράδοση, ο ιουδαϊσμός και ο χριστιανισμός θεωρούνται ατελείς μορφές (περισσότερο ο πρώτος, λιγότερο ο δεύτερος) της μιας και μοναδικής «φυσικής» θρησκείας του Ισλάμ. Αυτή η παραδοχή υπήρξε η βάση για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου ανοχής των χριστιανών και των Εβραίων ως υπηκόων του Αραβικού Χαλιφάτου, που τελικά επεκτάθηκε και στους πιστούς άλλων θρησκειών και αποτέλεσε το πρότυπο για την αντιμετώπιση των αλλόθρησκων σε όλα τα προνεωτερικά μουσουλμανικά κράτη. Στα χριστιανικά κράτη, αντίθετα, επικράτησε από νωρίς η λογική της θρησκευτικής ομοιογένειας και προωθήθηκε ενεργά ο εκχριστιανισμός των υπηκόων. Παρ’ όλο που στα μουσουλμανικά κράτη οι αλλόθρησκοι υπήκοοι δεν υποχρεώθηκαν σε εξισλαμισμό (με εξαίρεση τους παγανιστικούς πληθυσμούς της Αφρικής), δεν θεωρήθηκαν ποτέ ισότιμοι με τους μουσουλμάνους.
Στο πέρασμα του χρόνου βρέθηκαν αντιμέτωποι με περιορισμούς ορισμένες φορές και με διώξεις. Αυτό, σε συνδυασμό με την ίδια την απήχηση της μουσουλμανικής θρησκευτικής διδασκαλίας, οδήγησε το μεγαλύτερο μέρος των μη μουσουλμάνων στις περιοχές του χαλιφάτου να ασπασθεί το Ισλάμ … Μέσα σ’ αυτό το κλίμα αναδύθηκαν δυο ιστοριογραφικές ερμηνείες για τον εξισλαμισμό, οι οποίες τοποθετούνται σε αντιδιαμετρική σχέση μεταξύ τους και δίνουν έμφαση η μία στον καταναγκασμό και η άλλη στην ελεύθερη βούληση. Από τη μια, η εθνική ιστοριογραφία των βαλκανικών χωρών βλέπει στον εξισλαμισμό απλώς και μόνο το αποτέλεσμα καταδυνάστευσης και της εξαπόλυσης διώξεων σε βάρος των ντόπιων πληθυσμών (σημ. δική μου: κατά περίπτωση Ελλήνων, Βουλγάρων, Σέρβων, Αλβανών κλπ).
Από την άλλη, η τουρκική και ένα μεγάλο μέρος της διεθνούς οθωμανικής ιστοριογραφίας, που θέτει στο επίκεντρο μάλλον το κράτος παρά τις κοινωνικές δυναμικές, βλέπει στον εξισλαμισμό το αποτέλεσμα των ορθολογικών επιλογών των ανθρώπων με γνώμονα την καλυτέρευση των όρων της ζωής τους … (Ελένη Γκαρά, επίκουρη καθηγήτρια πανεπιστημίου Αγαίου – Γιώργος Τζεδόπουλος, διδάκτωρ πανεπιστημίου Αθηνών: «ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ» (Θεσμικό πλαίσιο και κοινωνικές δυναμικές), σελ. 149, 150, 151. Αθήνα 2015). Για αθρόο εθελούσιο εξισλαμισμό χριστιανών σε πολλές περιοχές των Βαλκανίων, για λόγους βελτίωσης των όρων της ζωής τους, κάνει λόγο και ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, παρά το γεγονός ότι και ο ίδιος ανήκει στη χορεία των «εθνικών ιστορικών»:
« … Το δέλεαρ τούτο των ανωτάτων αξιωμάτων των απονεμομένων αποκλειστικώς σχεδόν εις τους νεοφύτους (σημείωση δική μου: ο όρος «νεόφυτος», για πρόσωπα, στην εκκλησιαστική ορολογία σημαίνει: αυτός που πρόσφατα βαπτίσθηκε ως χριστιανός. Βλ. ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Γ. Μπαμπινιώτη, σελ. 1174. Β΄ έκδοση. Αθήνα 2002) ήτο βεβαίως επιτήδειον να προσελκύσει εις τας τάξεις του ισλαμισμού πλείστους όσους χριστιανούς. Αλλά ποικίλα άλλα αίτια και ιδίως ο πόθος της απαλλαγής από αφορήτων καταπιέσεων προυκάλεσαν αθρόας αλλαξοπιστίας. Μικρόν μετά την κατάκτησιν της Κωνσταντινου-πόλεως, το πλήθος των εξισλαμισθέντων χριστιανών εν Μακεδονία, Θεσσαλία και Αλβανία εγένετο τοσούτον, ώστε η διδασκαλία του νέου θρησκεύματος δεν προέφθανε να γίνη εις τους νεοφύτους, και εκ τούτου ήρχισαν να μην τηρώνται ακριβώς αι διατάξεις αυτού, ο δε Μωάμεθ Β΄ ηναγκάσθη το 1474 να επιβάλη δι’ αυτοκρατορικού ορισμού την αυστηράν των διατάξεων τούτων εκτέλεσιν εις τας περί ων ο λόγος χώρας
Από του 1620 μέχρι του 1650 ο χριστιανικός πληθυσμός μέρους τινος της Αλβανίας εξέπεσε, από 350.000 εις 50.000., ώστε ο Βίτσης, ο καθολικός επίσκοπος Αντιβάρεως, έλεγεν ότι ο κίνδυνος υπάρχει μήπως εντός 10 ετών όλοι οι Αλβανοί γίνωσι μουσουλμάνοι. Εν έτει 1625 ο Ιταλός Περιηγητής Μοντεαλβάνος εβεβαίου ότι «ο μεν έχει αδελφόν αυτού Τούρκον, ο δε τον υιόν, ο δε τον πατέρα ή άλλον συγγενή». Και περί τα τέλη αυτής της εκατονταετηρίδος ο Ιωσήφ Γερχάρδος Μέϊερ εξέφραζε φόβους δεινούς περί της προϊούσης ελαττώσεως των χριστιανών απάσης της Ευρωπαϊκής Τουρκίας. Το πράγμα προέβη εις τοιούτον, ώστε αυτή η Πύλη ήρχισε να ανησυχή αναλογιζομένη ότι, αν εξακολουθήση, κίνδυνος υπάρχει μήπως εκλείψωσιν οι πλείστοι των φορολογουμένων … » (Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ». (Από της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων μέχρι της επαναστάσεως του 1821). Έκδοσις 8η, τόμος Ε΄, σελ. 16-17. Αθήνα 1930 / Γεώργιος Μπαμπινιώτης: ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ. Λήμμα: νεόφυτος. Έκδοση Β΄, σελ. 1174. Αθήνα 2002).
Ο εθελούσιος εξισλαμισμός, ο οποίος, κατά τα ανωτέρω, είχε λάβει μεγάλες διαστάσεις κατά των 17ο αιώνα, ανησύχησε την Υψηλή Πύλη, διότι ανατράπηκε άρδην η ισορροπία του υφιστάμενου φορολογικού συστήματος με την μείωση των εισπραττόμενων φόρων από τους ραγιάδες, που ασπάζονταν αθρόα τον ισλαμισμό και ως μουσουλμάνοι πλέον αποκτούσαν φορολογική ασυλία.
Σε γενικές γραμμές, μπορεί να υποστηριχθεί ότι ο διαχρονικός εξισλαμισμός εκατοντάδων χιλιάδων ορθόδοξων χριστιανών, υποτελών στην Οθωμανική αυτοκρατορία, είχε εθελούσιο χαρακτήρα, με εξαίρεση τις περιπτώσεις των παγανιστών υπηκόων της που πρέσβευαν πολυθεϊστικές θρησκείες και της βίαιης στρατολογίας νέων για τα γενιτσαρικά τάγματα. Για την τελευταία περίπτωση ακολουθεί ιδιαίτερη αναφορά. Παραθέτω αποσπασματικά λήμματα από σύγγραμμα το οποίο αναφέρεται στην ιστορία της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τα λήμματα σχετίζονται με το «ντεβσιρμέ», δηλαδή με το σύστημα στρατολόγησης των γενιτσάρων, γνωστό περισσότερο σ’ εμάς ως «παιδομάζωμα»:
« … Το παιδομάζωμα στην περίοδο της ακμής του δεν ήταν ούτε καθαυτό παιδομάζωμα υπό την έννοια στρατολογήσεως μικρών παιδιών (γι’ αυτό και στα Τουρκικά «ντεβσιρμέ» σημαίνει απλώς μάζωμα), ούτε στην ουσία υποχρεωτικό, διότι: α) Ο αριθμός των νεοσυλλέκτων ήταν πάρα πολύ μικρός και συνεπώς η δυνατότητα επιλογής μεγάλη. Το 1475 έχουμε 9000 καπίκουλλαρι, δηλαδή, 6000 γενίτσαρους και 3000 καπίκουλοι ιππείς. Το 1527 το σύνολο των καπίκουλλαρι ήταν ακόμα μονάχα 28000. β) Οι νεοσύλλεκτοι δεν ήταν, όπως λανθασμένα επιστεύετο, κάτω των 5 χρονών. Ήταν μεταξύ 8 και 18 χρονών με προτίμηση γι’ αυτούς που ήταν 14 και 18 χρονών. Εξαιρετικά επιτρεπόταν να εισέλθει κανείς στο σώμα και στα 19 μέχρι τα 20 χρόνια του … γ)
Ο ντελάλης συνάθροιζε στην πλατεία του χωριού τα αγόρια της προτιμημένης ηλικίας που συνοδεύονταν από τον πατέρα τους και τον παπά του χωριού, ο οποίος κουβαλούσε το τετράδιο των βαφτίσεων για να βεβαιώσει ότι τα αγόρια ήταν χριστιανοί και ορθόδοξοι και όχι απλώς χριστιανοί. Τα αγόρια έπρεπε να φημίζονται για την ηθική τους συμπεριφορά, να χαίρουν άκρας υγείας, δεν έπρεπε να είναι παντρεμένα και δεν έπρεπε να είναι μοναχογιοί … δ) Οι στρατολογήσεις γίνονταν μόνον όταν υπήρχε ανάγκη και όχι κάθε χρόνο, αλλά κάθε τρία μέχρι και κάθε επτά χρόνια. Στον 16ο αιώνα, ο ετήσιος μέσος όρος των στρατολογηθέντων νέων με το σύστημα του «ντεβσιρμέ» σε όλη την επικράτεια, ήταν μεταξύ χιλίων και τριών χιλιάδων ατόμων σε σύνολο πληθυσμού στην Αυτοκρατορία 22 εκατομμυρίων …
Εκτός της στρατιωτικής τέχνης, της μουσουλμανικής θρησκευτικής εκπαίδευσης, της καλλιγραφίας και των καλών τεχνών, έπρεπε να μάθουν τις παραδοσιακές τέχνες και να γράφουν και να διαβάζουν τα Οθωμανικά, τα Αραβικά και τα Περσικά. Μετά από τέσσερα χρόνια σπουδών, περνούσαν και πάλι εξετάσεις για το απολυτήριο, την τσίκμα (cikma = έξοδος) … Ελέχθη από τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο πως οι Έλληνες είχαν στην ουσία πάρει στα χέρια τους την Οθωμανική εξουσία χάρη στο σύστημα του ντεβσιρμέ, δηλαδή, του παιδομαζώματος, αλλά θυσιάζοντας, για χάρη της εξουσίας, τη θρησκεία τους … Το 1582, κατά τη διάρκεια της τελετής της περιτομής του μικρού Μεχμέτ, διαδόχου του αυτοκρατορικού θρόνου, στην Κωνσταντινούπολη, πλήθος Ελλήνων αστών έκαναν διαδήλωση απαιτώντας να συμπεριληφθούν τα παιδιά τους στο παιδομάζωμα … (Δημήτρης Κιτσίκης, τουρκολόγος, καθηγητής Ιστορίας των Διεθνών Σχέσεων του πανεπιστημίου της Οτάβας: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ» (1280-1924). Σελ. 91 – 94. Αθήνα 2003).
Τα όσα παραπάνω γράφει ο Δημήτρης Κιτσίκης, ένας από τους πλέον έγκυρους τουρκολόγους, ειδικός στη μελέτη των Ελληνοτουρκικών σχέσεων και ερευνητής στα ανώτατα επιστημονικά κέντρα των πανεπιστημίων της Γενεύης και του Παρισίου, καθώς και τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Οττάβας, μας προβληματίζουν και μας υποχρεώνουν να αναθεωρήσουμε πολλές από τις απόψεις που είχαμε σχηματίσει μέχρι τώρα για το σύστημα της στρατολόγησης των γενιτσάρων (ντεβσιρμέ), καθώς και την απήχηση που είχε αυτή η στρατολόγηση σε όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς υπηκόους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, λόγω των ζηλευτών υψηλών κρατικών αξιωμάτων τα οποία καταλάμβαναν πολλοί από τους γενίτσαρους.
Επί τη βάσει των όσων μέχρι τώρα αναφέρθηκαν, μας παρέχεται η δυνατότητα να διατυπώσουμε την άποψη ότι ο εξισλαμισμός των ορθόδοξων χριστιανών υπηκόων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, στη συντριπτική του πλειοψηφία, υπήρξε εθελούσιος και ότι, παρά την βίαιη στρατολογία ορθόδοξων χριστιανοπαίδων για τα γενιτσαρικά τάγματα, εκδηλώνονταν παράλληλα έντονο ενδιαφέρον και για την εθελούσια κατάταξή τους σ’ αυτά, λόγω των προνομίων και των υψηλών αξιωμάτων που αποκτούσαν μερικοί από τους γενίτσαρους στον κρατικό μηχανισμό.
Στο παρόν άρθρο, πλην της βιβλιογραφικής αναφοράς μου σε συγγράμματα τρίτων, όλα τα άλλα στοιχεία έχουν ληφθεί αποκλειστικά από τα «ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ – Β΄ ΑΡΧΕΙΟΝ ΒΕΡΟΙΑΣ – ΝΑΟΥΣΗΣ (1598 – 1886). Επιμέλεια Ιωάννου Βασδραβέλλη. Δημοσιεύματα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Θεσσαλονίκη 1954.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Βάσει των ανωτέρω αρχείων έχω συντάξει αναλυτικό ονομαστικό πίνακα των εξισλαμισμών στον καζά της Βέροιας για την περίοδο 1598-1886, τον οποίο, για την οικονομία του χώρου, δεν δημοσιεύω στο παρόν άρθρο.
ΥΠΟΜΝΗΜΑ
— (https://el.wikipedia.org › wiki › Ντολμά_Μπαχτσέ_(ανά…)
— Ιωάννης Ελ. Σιδηράς, Θεολόγος, Εκκλησιαστικός ιστορικός-νομικός. Άρθρο του με τίτλο: «ΤΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΕΘΝΑΡΧΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΜΩΑΜΕΘ Β΄ ΠΟΡΘΗΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΓΕΝΝΑΔΙΟ Β΄ ΣΧΟΛΑΡΙΟ. Δημοσιεύτηκε την 29η Μαΐου 2018 στο Radiomax
— Άγγελος Παν. Σακκέτος, δημοσιογράφος, συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής. Άρθρο του με τίτλο: «ΠΟΙΑ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΜΩΑΜΕΘ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ», μεταδοθέν την 17η Φεβουαρίου 2019. Βλ. σχετικά https:-//www.-sakketosaggelos.gr/Article/11565/
— Εγκυκλοπαίδεια «ΠΑΠΥΡΟΣ – LAROUSE – BRITANNICA», λήμμα: «ΦΑΝΑΡΙΩΤΕΣ», τόμος. 51ος, σελ. 457, Αθήνα 1978. (Αναφορά στον λόγιο ιατρό από την Τήνο Μάρκο–Φίλιππο Ζαλλώνη, ο οποίος το 1824 δημοσίευσε στη Μασσαλία το βιβλίο «Traite sur le princes de la Valachie et de la Moldavie (Πραγματεία περί των ηγεμόνων της Βλαχίας και της Μολδαβίας
— Ελένη Γκαρά, επίκουρη καθηγήτρια πανεπιστημίου Αιγαίου – Γιώργος Τζεδόπουλος, διδάκτωρ πανεπιστημίου Αθηνών: «ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΙ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ» (Θεσμικό πλαίσιο και κοινωνικές δυναμικές), σελ. 149, 150, 151. Αθήνα 2015
— Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ». (Από της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων μέχρι της επαναστάσεως του 1821). Έκδοσις 8η, τόμος Ε΄, σελ. 16-17. Αθήνα 1930
— Γεώργιος Μπαμπινιώτης: «ΛΕΞΙΚΟ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ». Λήμμα: νεόφυτος. Έκδοση Β΄, σελ. 1174. Αθήνα 2002
— Δημήτρης Κιτσίκης, τουρκολόγος, καθηγητής Ιστορίας των Διεθνών Σχέσεων του πανεπιστημίου της Οτάβας: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ» (1280-1924). Σελ. 91 – 94. Αθήνα 2003
— «ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ – Β΄ ΑΡΧΕΙΟΝ ΒΕΡΟΙΑΣ – ΝΑΟΥΣΗΣ (1598 – 1886). Επιμέλεια Ιωάννου Βασδραβέλλη. Δημοσιεύματα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Θεσσαλονίκη 1954
–(https://theatrecomments.weebly.com/iotasigmatauomicronrho943-alpha–piomicronlambdaiotatauiotasigmamu972sigmafwrite/5765760)