Aπαράδεκτες εικόνες -που έχουν ήδη προσελκύσει ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία- στο προσφυγικό καμπ Σερρών, με δεκάδες Ιρακινούς πρόσφυγες Γεζίντι να βρίσκονται στα χωράφια πέριξ του προσφυγικού καμπ Σερρών το οποίο είναι υπερπλήρες και αδυνατεί να τους καλύψει.
Ανδρες και γυναίκες βρίσκονται κυριολεκτικά στο έλεος των καιρικών φαινομένων, ενώ υποσιτίζονται τρεφόμενοι ουσιαστικά από το υπόλοιπο του κέτερινγκ που τους διαθέτουν οι ομοεθνείς τους του στρατοπέδου, λιγοστοί Σερραίοι που έχουν κινητοποιηθεί και… μια τοπική αλυσίδα σούπερ μάρκετ που έχει ευαισθητοποιηθεί.
Είναι πάνω από δέκα μέρες που περίπου 200 άτομα βρίσκονται στο ύπαιθρο, χωρίς νερό για τις στοιχειώδεις ανάγκες τους ή ακόμη και μια έστω υποτυπώδη τουαλέτα, με γυναίκες να παρακαλάνε τους άνδρες της ομάδας σεκιούριτι να μπουν μια στιγμή στη δομή για να πλυθούν.
Τα πράγματα δείχνουν ότι μπορεί να γίνουν και χειρότερα αφού οι Γεζίντι που βρίσκονται ακόμη σε στρατόπεδα του Ιράκ τα εγκαταλείπουν καθώς οι συνθήκες διαβίωσης γι’ αυτούς, όπως λένε, δεν είναι πλέον υποφερτές. Για να γίνει κατανοητή η έκταση του νέου κύματος προσφύγων Γεζίντι, από τον Αύγουστο έχουν φτάσει στις Σέρρες περί τους 500 και το κύμα συνεχίζεται με εξαιρετική ένταση καθώς καθημερινά σχεδόν φτάνουν στις Σέρρες περίπου 20 με 30 άτομα.
Οι Γεζίντι έγιναν γνωστοί διεθνώς διότι έζησαν δυστυχώς μια γενοκτονία καθώς ο ISIS κυριολεκτικά αφάνισε τα χωριά τους με ανηλεείς σφαγές, ενώ μέχρι σήμερα παρατείνεται το μαρτύριο χιλιάδων γυναικών όπως το είχε περιγράψει και η Διεθνής Αμνηστία το 2016: «Αιχμάλωτες γυναίκες και κορίτσια υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια, συμπεριλαμβανομένων βιασμών, εξαναγκαστικών γάμων, “πωλήθηκαν” ή δόθηκαν ως “δώρα” στους αγωνιστές του Ισλαμικού Κράτους ή των υποστηρικτών τους και εξαναγκάστηκαν σε σεξουαλική αιχμαλωσία».
Η παρουσία των Γεζίντι μετράει χρόνια πλέον στη δομή των Σερρών και οι περισσότεροι καταφεύγουν στη Γερμανία η οποία είχε υποδεχθεί τους πρώτους πρόσφυγες της κοινότητάς τους. Σε ό,τι αφορά το νέο κύμα που έφτασε στην Ελλάδα, περίπου 350 με 400 άτομα έγιναν δεκτά στη δομή (με προτεραιότητα στις οικογένειες με παιδιά), οπότε συνολικά εντός της δομής υπάρχουν σήμερα περίπου 800 Γεζίντι.
Αν προσθέσει κανείς και περίπου 100 Ουκρανούς πρόσφυγες που φιλοξενούνται στο σημείο, η δομή έχει εξαντλήσει τη δυναμικότητά της σε υποδοχές και κρατούνται ελάχιστοι οικίσκοι για περιπτώσεις ευάλωτων. Το θέμα είναι πώς και γιατί αυτή η απαράδεκτη και ντροπιαστική κατάσταση γίνεται ανεκτή. Γιατί τα άτομα αυτά που έχουν ήδη «police note» αλλά δεν έχουν καταγραφεί από την Υπηρεσία Ασύλου αφήνονται σε αυτή την κατάσταση.
Σουλάτσο στην πόλη
Και να φανταστεί κανείς ότι το πρόβλημα υπήρχε από τις μέρες που επισκέφτηκε τις Σέρρες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. «Μα, καλά, ένας δεν φιλοτιμήθηκε να ενημερώσει έστω τον πρωθυπουργό για το ανθρωπιστικό πρόβλημα αντί να κάνουν μόνο σουλάτσο στο κέντρο της πόλης; Μια λύση θα μπορούσε να βρεθεί» λέει στην «Εφ.Συν.» Σερραίος κάτοικος, ο οποίος κατά μόνας, όπως και μερικοί ακόμη, σπεύδει να προσφέρει όση βοήθεια μπορεί.
Είναι εξίσου εντυπωσιακό ότι κάποιοι τοπικοί φορείς καλύπτονται πίσω από την αδιανόητη λογική -η οποία φαίνεται να έχει κυριαρχήσει σε όλη τη χώρα και κανένας δεν ντρέπεται- ότι «αν τους βοηθήσουμε θα το μάθουν κι άλλοι και θα έρθουν εδώ»!
Το θέμα είναι γιατί το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής αφήνει να παρατείνεται το δράμα αυτών των ανθρώπων και δεν τους μεταφέρει σε ένα άλλο από τα καμπ της Βόρειας Ελλάδας (Νέα Καβάλα, Βαγιοχώρι, Αλεξάνδρεια κ.α.) τα οποία έχουν χώρο να τους υποδεχθούν οργανωμένα. Ο ίδιος ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου Νότης Μηταράκης, που από χτες βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη για την 86η ΔΕΘ, θα μπορούσε να αλλάξει για μερικές ώρες το πρόγραμμά του και να δώσει λύση.
Ας πούμε, χτες συμμετείχε στο 2ο Workshop που διοργάνωσε η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, και ειδικότερα στις 09.45 στην ενότητα «Inspirational Speakers» με ομιλητές τους Αγ. Χαριστέα και Δ. Παπαδόπουλο και στις 10.45, στην Παρουσίαση Καλών Πρακτικών από τους Διοικητές των Δομών και των ΚΥΤ. «Αμ’ έπος, αμ’ έργον». Ας εφαρμοστούν οι καλές πρακτικές στο πρόβλημα που ζητά επιτακτικά λύση.