«Οι γυναίκες στους Στουμπάνους τραγούδησαν την «Μακρυνίτσα» πέφτοντας στα νερά της Αράπιτσας»
Με αυτή την πρόταση θα μπορούσε να ξεκινήσει και να λήξει η σημερινή ομιλία.
Αλλά δεν θα λήξει. Διότι, μια φορά και έναν καιρό η Λητώ έμεινε έγκυος από τον Δία. Το γεγονός αυτό εξόργισε την Ήρα η οποία της απαγόρευσε να γεννήσει σε στεριά. Η εγκυμονούσα Λητώ περιπλανιόταν, ώσπου αντίκρισε ένα πλεούμενο νησί. Το νησί αυτό φάνηκε να παρέχει στη Λητώ τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να μην μπορεί να την εντοπίσει η αντίζηλός της, η προδομένη Ήρα. Για να μπορέσει να γεννήσει, το νησί, η Ορτυγία, σταθεροποιήθηκε σε ένα σημείο και είναι η γνωστή σε εμάς Δήλος. Η ένωση του Δία, του ισχυρότερου του Ολύμπου και της Λητούς έδωσε δίδυμα: την Άρτεμη και τον Απόλλωνα.
Η Άρτεμις είναι η θεά του κυνηγιού και του φεγγαριού. Παρουσιάζεται δραστήρια, αεικίνητη και αποφασιστική. Η Άρτεμης είναι εκείνη που απαίτησε την θυσία της Ιφιγένειας ώστε να μπορέσει να αποπλεύσει ο ελληνικός στόλος για την Τροία. Ο Απόλλωνας από την άλλη, είναι ο θεός της μουσικής και του φωτός, προστάτης των Τεχνών και της μαντείας. Ο θεός της μουσικής επομένως, είναι γιος του Δία και δίδυμος αδερφός γυναικείας θεότητας που αντιβαίνει στα τότε κοινωνικά αποδεκτά.
Η προσοχή μου στράφηκε σε αυτόν λόγω της συχνής αναφοράς του από τον Όμηρο στην Ιλιάδα. Αναρωτήθηκα πώς γίνεται ο θεός της μουσικής, να λαμβάνει τόσο ενεργή δράση εντός του έπους που σηματοδοτείται από δύσκολες αποφάσεις και σκληρές μάχες. Πέραν από την προσωποποιημένη παρουσία της μουσικής, τα έπη μεταλαμπαδεύονται από στόμα σε στόμα χάρη στους αοιδούς που εξυμνούσαν τα κατορθώματα των ηρώων. Η μουσική επομένως πλαισίωνε την διάδοση των κατορθωμάτων, συντρόφευε τους ακροατές, τόνωνε το ηθικό και υπενθύμιζε την ενότητα και την ταυτότητα των Ελλήνων. Δεν είναι αδιάφορο ότι επιλέχθηκε ο Απόλλωνας ως δίδυμος αδερφός της Άρτεμης. Θεωρώ πως αυτή η σχέση τους δείχνει πόσο αδιαίρετα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε την σκληρότητα με την καλλιέργεια, την αποφασιστικότητα με την αρμονία, κάτι ανάλογο του Πόρου και της Πενίας που ο Σωκράτης εξηγεί ως εναλλασσόμενα σε κάθε έκφανση της ζωής.
Η μουσική εμφανίζεται να κατευνάζει τα πνεύματα σε δύσκολες στιγμές και στην Οδύσσεια. Στο τέλος της α’ ραψωδίας όπου οι μνηστήρες είναι επιθετικοί και μέσα στη μέθη τους αναζωπυρώνεται καβγάς για το ποιος θα κερδίσει την Πηνελόπη εκείνο το βράδυ, ο Τηλέμαχος αναγκάζεται να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και να κατακεραυνώσει την αναιδή και ασεβή, συμπεριφορά τους. Σε αυτή του την προσπάθεια βρίσκει σύμμαχο τον αοιδό Φήμιο (στ 368-414)
«Ακούστε ω παραδιάντροποι της μάνας μου μνηστήρες
Τώρα εμεις γλέντι ας κάμουμε, κι ας λείψει το αχολόγι
Τι αξίζει αλήθεια τέτοιο τραγουδιστή να ακούμε,
Σαν που ναι αυτός που με θεού λες κι η φωνή του μοιάζει
Μα την αυγή σε συντυχιά καθίζουμε όλοι αντάμα,
Να σας κηρύξω φανερά ν’ αφήστε μου τον πύργο,
Αλλά τραπέζια να ‘βρετε, δικό σας βιός να τρώτε,
Ο ένας σπίτι τ’ αλλουνού…»
Η δυσκολία που έχει να διαχειριστεί την κατάσταση αμβλύνεται από την παρουσία του αοιδού που δρα σαν αντιπερισπασμός στους εξαγριωμένους μνηστήρες, σαν να είναι μωρά που νανουρίζονται από την αρμονία της λύρας. Η ίδια αυτή μουσική, ηχεί διαφορετικά στα αφτιά της Πηνελόπης και την συγκινεί ανακαλώντας συναισθήματα που θέλει να καταπνίξει. Γιατί η μουσική πέρα από κοινό κτήμα, και κοινό σημείο αναφοράς λαμβάνει διαφορετικό νόημα για τον καθένα μας ανάλογα με τις στιγμές που την ακούμε.
Η Πηνελόπη ακούγοντας (στ α 324-359) τον αοιδό ζητά να σωπάσει ο Φήμιος
«Κι από τ’ανώγια ακούγοντας το θείο αυτό τραγούδι
η Πηνελόπη η φρόνιμη, του Ικάριου η θυγατέρα,
κατέβηκε τις αψηλές του παλατιού τις σκάλες,
(…)
Κι η ζουλεμένη αρχόντισσα σαν πήγε στους μνηστήρες,
πλάγι του στύλου στάθηκε της δουλευτής της στέγης
(…)
και κρένει του τραγουδιστή με μάτια δακρυσμένα·
“Φήμιε, που κι άλλα γνώριζες μαγευτικά τραγούδια,
μ΄όσα θνητούς κι αθάνατους δοξάζετε εσείς πάντα,
έν΄ απ΄ αυτά τραγούδα τους σιμά τους καθισμένος,
κι αυτοί ας σωπούν κι ας πίνουνε· πάψ΄το τραγούδι ετούτο,
το θλιβερό, που την καρδιά μου σκίζει μες στα στήθια,
γιατί σαν άλληνα καμιά βαρύς καημός με δέρνει,
κι ολημερίς ανιστορώ και λαχταρώ τον άντρα,
που στην Ελλάδα η δόξα του και στ΄ Άργος όλο απλώθη.”
Η δύναμη της μουσικής ξεπροβάλλει σαγηνευτική μα απειλητική μέσα από την Οδύσσεια δια στόματος των Σειρήνων. Όποιος υπέκυπτε σε αυτήν γινόταν βορρά στη Σκύλα και στη Χάρυβδη. Μεταφορικά, κρούει τον κώδωνα κινδύνου σε ό,τι έχει θέλγητρα μα αποτελεί παγίδα. Το τραγούδι των Σειρήνων είναι το τυράκι στη φάκα, και όμοια με τον Οδυσσέα πρέπει να αξιοποιούμε τις πληροφορίες και να φυλαγόμαστε από τα πάθη μας.
Η δύναμη της μουσικής, ως «μαγικός αυλός» του παραμυθιού απαντάται και στην Αργοναυτική εκστρατεία. Ο Ορφέας με την λύρα του αποκοιμίζει τον δράκο που φυλάει το Χρυσόμαλλο Δέρας για να το κλέψει ο Ιάσονας, ενώ με την δύναμη της λύρας καταφέρνει να αποκοιμίσει τον Κέρβερο, τον αήττητο φύλακα του Άδη για να πάει στην Ευρυδίκη. Δεν μπορεί να είναι τυχαίο που ο Ορφέας διδάχθηκε την Τέχνη της λύρας από τον ίδιο τον θεό Απόλλωνα, και έτσι να της αποδίδεται μαγική δύναμη.
Οταν ο Ορφέας δεν πειθάρχησε στις οδηγίες να μην κοιτάξει πίσω του, χάνοντας αμετάκλητα την Ευρυδίκη έντυσε με την μουσική τον πόνο του υμνώντας την αγάπη του και ψάχνοντας παρηγοριά στις νότες. Μετά τον θάνατό του, η λύρα του περισυλλέχθηκε από τους Ολύμπιους που την έβαλαν στον ουρανό ως αστερισμό. Δεν είναι μεγάλος μα το βορειότερο άστρο του, ο Βέγας είναι το λαμπρότερο του ουρανού.
Είδαμε λοιπόν ότι στην αρχαία γραμματεία η μουσική πρωταγωνιστεί στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων αφού όλες οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν συμμετοχή λυράρη και αοιδού.
Τα γεγονότα ταλαντεύονται μεταξύ δυσκολίας και αντιμετώπισης, στην οποία συμβάλει η μουσική. Σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπει την παραίτηση γιατί αφυπνεί την εσωτερική δύναμη του καθένα μας.
Τις προάλλες νεαρή συγγενής μου περπατούσε με μια φίλη της αγχωμένες προς το γυμνάσιο για να γράψουν εξετάσεις. Όταν την ρώτησα πώς ήταν, μου απάντησε «όλα καλά, αλλά εγώ ήμουν αγχωμένη και η διπλανή μου τραγουδούσε». Ίδιο άγνωστο γεγονός που προκαλούσε αρνητικό συναίσθημα, μα διαφορετική αντιμετώπιση. Για άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται ο Επίκουρος, «δεν μας ταράζουν τα γεγονότα, μα η αντίληψή μας επί των γεγονότων” έχει πει. Πώς όμως η μουσική επέτρεψε στην μία μαθήτρια να αντισταθεί στο άγχος της; Πολύ απλά γιατί η μουσική δρα σαν αντιπερισπασμός στο μυαλό μας που μπερδεύεται. Για να γίνω πιο σαφής θα καταφύγω σε ομιλία που παρακολούθησα πρόσφατα της σχολικής ψυχολόγου Δρ Ειρήνης Αναγνώστου η οποία πολύ γλαφυρά μας εξήγησε ότι σε στρεσογόννες καταστάσεις, η κρίση μας θολώνει, τα ημισφαίρια του εγκεφάλου μας βρίσκονται σε υπερδιέγερση και όλη αυτή η δραστηριότητα σωματοποιείται με εφίδρωση, ταχυπαλμίες και ταραχή. Κλονίζεται η μνήμη μας και δυσκολευόμαστε να δούμε ψύχραιμα, καθώς προσεγγίζουμε συναισθηματικά μια κατάσταση που απαιτεί λογική. Η μουσική λοιπόν, ενεργοποιεί το αντίθετο ημισφαίριο επιφέροντας ηρεμία και ξεκάθαρη οπτική. Σύμφωνα με την Δρ Αναγνώστου λοιπόν, το να σκεφτούν οι μαθητές κάτι χαλαρωτικό, κάτι ευχάριστο, να ακολουθήσουν έναν μουσικό σκοπό επιδρά ευεργετικά στις επιδόσεις τους.
Η μουσική και το τραγούδι «ξεγελούν» τις καταστάσεις. Ο ρυθμός, η μελωδία, η αρμονία, ο παλμός, η ένταση αλλάζουν την διάθεσή μας. Έχοντας αναγνωρίσει αυτό οι αρχαίοι είχαν διαφορετική Μούσα για την κάθε περίσταση. Έξι από τις εννέα Μούσες είχαν να σχέση με την μουσική.
Η Καλλιόπη, μητέρα του Ορφέα και των Σειρήνων είναι η Μούσα της επικής ποίησης και της ρητορικής
Η Ευτέρπη είχε ανακαλύψει τα μουσικά όργανα
Η Μελπομένη, την μουσική
Η Τερψιχόρη, ήταν η Μούσα του χορού και της λυρικής ποίησης,
Η Ερατώ της ερωτικής και
Η Πολύμνια των θεϊκών ύμνων .
Η διαφοροποίηση της επίδρασης της μουσικής φαίνεται και από τους διαφορετικούς χαρακτήρες που αποδίδουν στα μουσικά όργανα… Επτά νότες που ηχούν διαφορετικά ανάλογα με το μουσικό όργανο. Έτσι, ο λυράρης εκφράζει σοβαρότητα, μετριοπάθεια και ψυχική ισορροπία, ενώ ο αυλιτής φέρει την έκσταση και τους εορτασμούς καθώς ταυτίζεται με τον θεό Διόνυσο.
Αυτό μας οδηγεί στο να αναζητήσουμε τα είδη μουσικής στα οποία καταφεύγουμε ανάλογα με τις περιστάσεις. Γιατί άραγε αναζητούμε καταφύγιο σε διαφορετικούς ρυθμούς; Σε περιπτώσεις πένθους αποφεύγουμε εντελώς την μουσική κυρίως εκείνη που έχει τους έντονους ρυθμούς λόγω του ότι εκφράζουν χαρά μέσα από το γρήγορο τέμπο και δεν αντανακλά τα συναισθήματά μας, οι κλασικοί συνθέτες έχουν όμως δημιουργήσει Ρέκβιεμ για τις περιστάσεις αυτές. Η Εκκλησία μας έχει ύμνους που ακούγονται την Σαρακοστή, με κορυφαίο το «Αι γενέαι πάσαι, ύμνον την ταφή σου προσφέρουσι Χριστέ μου». Ακόμα και ένας ακροατής μη εξοικειωμένος με τους ύμνους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μπορεί να διακρίνει την χαρά της Ανάστασης στην αντίστοιχη Ακολουθία.
Ο πόνος των Ελλήνων κατά την διάρκεια του Αγώνα εκφράστηκε μέσα από την μουσική των δημοτικών τραγουδιών μας σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο και σε στίχους που εκφράζουν την πνοή για ελευθερία. Η φόρτιση των ιστορικών γεγονότων συνδυάστηκε με την συναισθηματική φόρτιση των πολεμιστών. Οι δημιουργοί, ακόμα και σύγχρονοι δηλώνουν πως η έμπνευση και η ανάγκη να γράψουν μουσική τους κατακλύζει σε περιόδους προσωπικής κρίσης, σε στιγμές θλίψης και το εσωτερικό δάκρυ απλώνεται λυτρωτικά στο πεντάγραμμο. Κάνοντας τον πόνο πράξη αυτός διοχετεύεται και απομακρύνεται σταδιακά. Τραγουδώντας παρασύρεις και άλλους σε αυτό το κοινό συναίσθημα και σιγά σιγά η μουσική ποτίζει μέσα μας και γίνεται ο στίχος της κοινός σκοπός και το τέμπο της ρυθμός. Με αυτόν τον τρόπο βαδίζοντας για το Παρίσι δεν γεννήθηκε η Μασαλλιώτιδα;
Από τις πρώτες φορές που είχα συναντήσει τον Πρόεδρο της Ευξείνου Λέσχης Νάουσας, κ. Φώτη Φανιάδη, τον είχα ρωτήσει «Τι τραγούδια ακούγατε στον Πόντο πριν την Γενοκτονία;». Είχα διαπιστώσει πως οι στίχοι όσων εγώ γνώριζα είχαν πάντα να κάνουν με τον πόνο της χαμένης πατρίδας, με τους άταφους νεκρούς, με την μάνα που υποφέρει, με την εξιστόρησης των αιματηρών γεγονότων σχεδόν σαν έπος όπως έφτασε ως εμάς το έργο του Ομήρου. Γιατί σκεφτόμουν, πως δεν μπορεί να μην χόρευαν, να μην ερωτεύονταν, δεν μπορεί να μην είχαν καντάδες, δεν μπορεί να μην είχαν κάποια όμορφη να τραγουδήσουν τα κάλλη της. Όλα αυτά όμως ως μουσική εξέφραζαν ένα συναίσθημα που καλύφθηκε από ένα δυνατότερο, τον πόνο του νόστου και του ξεριζωμού. Η ζωή είναι όμορφη και παραμένει όμορφη ακόμα και στις περιόδους κρίσης που περνούμε είτε σε προσωπικό επίπεδο είτε σε εθνικό. Υμνούμε τη ζωή και τις ομορφιές της ακόμα και αποχαιρετώντας την. Έτσι ο πένθιμος χορός «Μακρυνίτσα» επιλέχθηκε από τις δεκατρείς γυναίκες για να πέσουν στην Αράπιτσα. Σύμφωνα με τον κ. Μανώλη Βαλσαμίδη, η «Μακρυνίτσα» και το «Ανάθεμα στους αίτιους» είναι τα τραγούδα του χαλασμού. Οι συγκεκριμένες γυναίκες επέλεξαν να πεθάνουν με αυτό, ενώ άλλες γυναίκες και άλλοι άντρες επέλεξαν πριν πεθάνουν να ψελλίσουν την μουσική του Νικόλαου Μάντζαρη αφού η μουσική αποτελεί ταυτότητα για τους λαούς μέσα από του καθενός τον Εθνικό Ύμνο.
Η μουσική επιλέγεται ως άκουσμα μέσα από πλήθος επιλογών, ειδών, μουσικών οργάνων και αοιδών, η μουσική όμως ως μοναδική πρωτότυπη δημιουργία μπορεί να σημαίνει πολλά παραπάνω από ό,τι θα μπορούσαν να φαντάζονται οι ανά τον κόσμο δισκογραφικές. Η επιστημονική μέθοδος της μουσικοθεραπείας έχει διεισδύσει στους τρόπους προσέγγισης και θεραπείας ασθενών που αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα. Πρόκειται, παραθέτω, για «ποικιλία οργάνων και φωνής δημιουργώντας μουσική γλώσσα που αντανακλά την ψυχοσυναισθηματική και σωματική κατάσταση». Είναι τέτοια η δύναμη της διοχέτευσης του πόνου που συμβάλει στην αποκατάσταση νευρολογικών διαταραχών και συμβάλει στην συναισθηματική και γνωστική ανάπτυξη.
Είτε ως άκουσμα, είτε ως δημιουργία κάποιοι σκέφτηκαν την μουσική ως σωτηρία ακόμα και στην χειρόγραφη μορφή της. Μπορεί να σιγοσφύριζαν τα βράδια για να καθησυχάσουν τις γυναίκες, αλλά ο Αναστάσης μαζί με τα άλλα βρέφη στη Σάντα του Πόντου πέθανε επειδή έκλαιγε, δεν χωρούσε καθησυχαστικό νανούρισμα για αυτόν. Μουσική και θάνατος εκείνη την νύχτα συνυπήρξαν. Οι άνθρωποι αυτοί ήρθαν στην Ελλάδα φέρνοντας μαζί τους τα βιβλία του Φροντιστηρίου Αργυρούπολης. Κάποιοι από αυτούς τους καλλιεργημένους προγόνους μας επέλεξαν να σώσουν και βιβλία μουσικής, βυζαντινής, παρακλητικούς ήχους, προσευχητάρια, ψαλτική του Τριωδίου.
Μέσα στην περίοδο της καραντίνας, η μουσική αποτέλεσε σανίδα σωτηρίας για την κοινωνικοποίηση που είχε ακυρωθεί. Βάσει των επιλογών μπορούσαμε να καταλάβουμε την ψυχική κατάσταση του συνομιλητή ή να προδώσουμε άθελά μας την δική μας. Είναι άσχημο να νομίζουμε πως πρέπει πάντα να νιώθουμε χαρά, ίσως μας έχει δημιουργηθεί αυτή η ψευδής εντύπωση από την επίπλαστη ευτυχία του διαδικτύου. Αν έπρεπε να νιώθουμε μόνο χαρά θα μας έπλαθε ικανούς μόνο για αυτήν.
Προσπάθησα ως τώρα να μην χρησιμοποιήσω την λέξη «κρίση» που εμπεριέχεται στο θέμα, θέλοντας να δώσω την διττή σημασία της και να έρθει να σκεπάσει όλα όσα προανέφερα για την μουσική. Η λέξη κρίση, έχει συνυφανθεί με κάτι άκρως αρνητικό, προέρχεται όμως από το ρήμα «κρίνω», το οποίο σημαίνει πως αυτό που αντιμετωπίζουμε δεν είναι παρά μια συγκυρία κατά την οποία θα χρειαστεί να κρίνουμε, δηλαδή να λάβουμε νηφάλια αποφάσεις σημαντικές. Στα γιαπωνέζικα χρησιμοποιούν την ίδια λέξη για να ορίσουν την «κρίση» μα και την «ευκαιρία». Επομένως κάθε κρίση, άρα κάθε κομβική απόφαση οδηγεί σε μια ευκαιρία που ως τότε δεν υπήρχε.
Η μουσική δεν βρίσκει την λύση, ούτε είναι πανάκεια. Κάνει κάτι πολύ πιο σημαντικό, καθαρίζει τον εσωτερικό ορίζοντά μας ξεδιαλύνοντας την θολότητα του μυαλού μας που τρομάζει από τις ανοίκειες σε αυτό καταστάσεις γεφυρώνοντας την ελπίδα με τις δυνατότητές μας και κάνοντας το αδύνατο να μοιάζει εφικτό. Ένα Ρέκβιεμ που σταδιακά μετατρέπεται σε Δοξολογία.
Σημείωση Φαρέτρας: Το παραπάνω κείμενο της Τζωρτζίνας Αθανασίου εκφωνήθηκε στο Παύλειο Πολιτιστικό Κέντρο, στη Βέροια, στα πλαίσια των ΚΗ’ Παυλείων, απ’ όπου και οι φωτογραφίες που ακολουθούν.