Γιώργης Έξαρχος: Βλαχολογικοί ίαμβοι και ανάπαιστοι…7 / “Σικυών εστίν η χώρα των Ελλαδικών Βλάχων”
———
ΓΙΩΡΓΗΣ Σ. ΕΞΑΡΧΟΣ – ΒΛΑΧΟΛΟΓΙΚΟΙ ΙΑΜΒΟΙ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΙΣΤΟΙ … 7
«…ίδρις της των Βλάχων φωνής…»
«Bulgariae et Blachiae seu Valachiae Regnum (1186-1280)»
«Σικυών εστίν η χώρα των Ελλαδικών Βλάχων»
[ΠΗΓΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ]
-
«Επεί δε το των Βλάχων γένος άπιστον τε παντελώς και διεστραμμένον, μήτε εις Θεόν έχον πίστιν ορθήν μήτε εις βασιλέα μήτε εις συγγενή ή εις φίλον, αλλά αγωνιζόμενον πάντας καταπραγματεύεσθαι, ψεύδεται δε πολλά και κλέπτει πάνυ, ομνύμενον καθ’ εκάστην όρκους φρικωδεστάτους προς τους εαυτού φίλους και αθετούν ραδίως ποιούν τε αδελφοποιήσεις και συντεκνίας και σοφιζόμενον διά τούτων απατάν τους απλουστέρους, ουδέποτε δε εφύλαξεν πίστιν προς τινα, ουδέ προς τους αρχαιοτέρους βασιλείς των Ρωμαίων. Πολεμηθέντες παρά του βασιλέως Τραϊανού και παντελώς εκτριβέντες εάλωσαν, και του βασιλέως αυτών του λεγομένου Δεκαβάλου αποσφαγέντος και την κεφαλήν επί δόρατος αναρτηθέντος εν μέση πόλει Ρωμαίων. Ούτοι γαρ εισι οι λεγόμενοι Δάκαι και Βέσοι. Ώκουν δε πρότερον πλησίον του Δανουβίου ποταμού και του Σάου, ου νυν ποταμόν Σάβαν καλούμεν, ένθα Σέρβοι αρτίως οικούσιν, εν οχυροίς και δυσβάτοις τόποις. Τούτοις θαρρούντες υπεκρίνοντο αγάπην και δούλωσιν προς τους αρχαιοτέρους των Ρωμαίων βασιλείς και εξερχόμενοι των οχυρωμάτων ελεΐζοντο τας χώρας των Ρωμαίων. Όθεν αγανακτήσαντες κατ’ αυτών, ως είχηται, διέφθειραν αυτούς. Οι και εξελθόντες των εκείσε διεσπάρησαν εν πάση τη Ηπείρω και Μακεδονία, οι δε πλείονες αυτών ώκησαν την Ελλάδα. Εισί και δειλοί πάνυ λαγωών έχοντες καρδίαν, θάρσος δε έχοντες και τούτο από δειλίας. Παραγγέλλω ουν υμίν ίνα μη πιστεύητε τούτοις το σύνολον. Και ει γένηταί ποτε μούλτον και υποκρίνονται αγάπην και πίστιν, εξομνύμενοι εις τον Θεόν φυλάξαι ταύτην, μη πιστεύητε αυτοίς. Κρείττον γαρ εστιν υμίν μη ορκίσαι αυτούς ως κακούς, ή ομόσαι ή δέξασθαι όρκον. Χρη ουν μη πιστεύειν αυτοίς το σύνολον, πλην υποκρίνου και συ φίλος αυτών. Ει δε και ποτε γενήσεται ανταρσία εις Βουλγαρίαν, καθώς προείρηται, και ει φίλοι σου ομολογούσιν είναι ή και όμνυνται, μη πιστεύσης αυτοίς.» (Κεκαυμένος).
-
«Ελλάς: από Έλλης της Ζήθου θυγατρός» (Ετυμολογικόν Μέγα).
-
«“Βλαχαί σμικρών τεκέων”, “βλαχαί οιών”» (Θησαυρός Γραμματικής…).
-
«Γήπαιδες: οι λεγόμενοι Λογγίβαρδοι· οιονεί, Γετίπαιδες, οι Γετών παίδες.» – «Οι δε Ούγγροι ούτοι ελέγοντο το παλαιόν Γήπαιδες» (Θησαυρός Γραμματικής…).
-
«Και οι μεν Γήπαιδες, εξ ων ύστερον διηρέθησαν Λογγίβαρδοι και Αβάροις» (Θεοφάνης ο Ομολογητής).
———–
Η ΠΕΛΑΣΓΙΚΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΡΜΑΝΩΝ-ΒΛΑΧΩΝ
ΚΑΙ Η ΨΕΥΔΩΣ ΔΙΑΚΗΡΥΣΣΟΜΕΝΗ «ΛΑΤΙΝΟΦΩΝΙΑ» ΤΟΥΣ
Συνεχίζω με τις «αποκαλύψεις» των όσων οι πρωτογενείς πηγές αναφέρουν, με την επισήμανση ότι οι «βλαχολόγοι» και οι «ιστορικοί» αρκούνται μόνο σε εκείνες τις πηγές πάνω στις οποίες στηρίζουν την… ερμηνεία τους, για την υποστήριξη του ισχυρισμού και του δόγματός τους περί λατινιφωνίας των Βλάχων, παρ’ όλο που η μελέτη όλων των πηγών (εκατοντάδων πηγών) οδηγεί σε άλλα συμπεράσματα…
-
Μαρτυρία του Ιωσήφ Γενέσιου (10ος αι.), ο οποίος γράφει για γεγονότα της περιόδου 814-886: α) ότι γίνονταν επιδρομές κατά της «Ρωμανίτιδας γης», σε Θράκη και Μακεδονία, και σε άλλες περιοχές, από Βούλγαρους, Σκλάβους, Ούννους, Βανδήλους, Γέτες κ.ά., αλλά και από –εξ Ισπανίας– Αγαρηνούς και Σαρακηνούς στα νησιά του Ιονίου και στην Πελοπόννησο· β) ότι οι Βλαχέρνες ονομάζονταν έτσι «Από τινος αρχηγού Σκύθου Βλαχέρνου αναιρεθέντος εκείσε πεφήμισται»· γ) ότι οι «Λογγιβάρδοι» ονομάζονταν έτσι, λόγω του ότι στη γλώσσα τους «λόγγη γαρ το μέγα, βάρβα δε το γένειον», δηλ. όπως βλαχιστί: λούγγου: μακρύς, μέγας και μπάρμπâ: γένειον, γενειάδα. (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borusicae Continuata, Theophylactus Simocatta, Genesius, Bonnae MDCCCXXXIV – Genesius, Ex Recognitione Caroli Lachmanni, Bonnae MDCCCXXXIV [1834] – Γενεσίου Βασιλείαι).
-
Μαρτυρία Ανωνύμου – Θαύματα του Αγίου Δημητρίου (10ος – 11ος αι.), ότι έγιναν επιδρομές εναντίον της Θεσσαλονίκης από Σκύθες και Βούλγαρους, υπό τον Ραδομίρ (1014-1015), αλλά η πόλη σώθηκε από… θαυματουργή παρέμβαση του αγίου. Τον φόνο αυτού του Ραδομίρ απεικονίζουν οι εικονογραφήσεις του έφιππου αγίου που σκοτώνει κάποιον πεζό πολεμιστή με κοντάρι (δόρυ)! Τούτη η παράσταση είναι κλεμμένη από την επιτύμβια Στήλη του Δεξίλεω (394 – 393 π.Χ.). Βλ. και προηγούμενη Μαρτυρία συγγραφέα Ανωνύμου για τα Θαύματα του Αγίου Δημητρίου (680-690). (Acta Sanctorvm, Octobris, Tomus Quartus – Acta Sanctorum Mensis October – Acta Sanctorum Octobris, Ex Latinis & Graecis, aliarumque gentium Monumentis, servata primigenia veterum Scriptorum phrasi, Collecta, Digesta, Commentariisque & Observationibus Illustrata, A Constantino Suyskeno P.M., Cornelio Byeo, Jacobo Bueo, Josepho Ghesquiero, Ignatio Hubeno, Presbyteris Theologis, Tomus IV, Duo dies octavus & nonus continentur. Bruxellis, Typis Regiis, MDCCLXXX [1780] – Miracula e duobus codicibus Mss. Graecis, altero bibleotheca Vaticana 821, altero olim Mazarinao, nunc region Parisiensi 1517, accepta, Interprete Cornelio Byeo. Μiraculorum Liber ΙII, Auctore Anonymo).
-
Μαρτυρία του Συναξαριστή του έργου «Ο βίος Νίκωνος του Μετανοείτε» (τέλη 10ου αι.), που αναφέρεται σε Μιλληγγούς ή Μυρμιδόνες της Λακωνίας, αβάσιμα οι σύγχρονοι ιστορικοί εκλαμβάνουν για… Σλάβους. Στις Διαδρομές Αυτογνωσίας έχει παρουσιαστεί το θέμα αναλυτικά. (Νέος Ελληνομνήμων 3, 1906, σ. 129-228).
-
Μαρτυρίες στο «Θησαυρός Γραμματικής…» της Ελληνικής Γλώσσας (τέλη 10ου αι.), από το οποίο αποθησαυρίζω λέξεις και όρους που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τους Αρμάνους Βλάχους και τους λαούς της Ελληνικής Χερσονήσου ή Χερσονήσου του Αίμου. Δίνω κάποια δείγματα: Οι Αιολείς τρέπουν το δ σε β, όπως «Δελφοί» à «Βελφοί», «δράκος» à «βράκος»· πληθ. Δράκοι à Βράκοι à Βλάκοι à Βλάχοι· τούτη η γλωσσολογική τροπή κι εξέλιξη δικαιώνει πλήρως τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη (1423- 1490), όταν γράφει για Βλάχους: «Από Δακίας επί Πίνδον το ες Θετταλίαν καθήκον ενοικήσαν έθνος. Βράκοι δε αμφότεροι ονομάζονται» και «Το τε Πίνδον όρος (Βλάκοι δ’ ενοικούσιν αυτό, των Δακών ομόγλωσσοι, τοις παρά Ίστρον Δαξίν ομοίωντο).» – «Βλαχά: βληχή», «Βλαχάν: ο βάτραχος», «Βληχά –άδος: βέλασμα, “Αυτάρ εϋκραίρω όϊας περί βληχάδας αμνώ”», «Βληχή, Βλήχημα: το βέλασμα, “Οιών τε βληχήν”», «βλαχάς, βληχάς· “Βλαχαί σμικρών τεκέων”, “βλαχαί οιών”, “Ούτε κλαγγή χην ούτε βληχή καταπλήσσεται πρόβατον”», «Βληχά: φωνή προβάτων», «Βληχήματα: βοαί προβατώδεις». «Γήπαιδες: οι λεγόμενοι Λογγίβαρδοι· οιονεί, Γετίπαιδες, οι Γετών παίδες.» – «Οι δε Ούγγροι ούτοι ελέγοντο το παλαιόν Γήπαιδες». (Θησαυρός Γραμματικής Συντεθείς μεν ως οίον τε ευμεθόδως παρά του επιστημονικοτάτου ιατροφιλοσόφου Κωνσταντίνου Καραϊωάννου, περιέχων ανελλειπώς εκ πάντων των Γραμματικών το κάλλιστον· αφιερωθείς δε τοις εκλαμπροτάτοις ελλογίμοις υιοίς του υψηλοτάτου ευσεβεστάτου και σοφωτάτου ηγεμόνος πάσης Ουγκροβλαχίας κυρίου Ιωάν. Αλεξάνδρου Κωνσταντίνου Μουρούζη, Κωνσταντίνω, Γεωργίω, Δημητρίω, Νικολάω, και τω εκλαμπροτάτω αυταδέλφω αυτού κυρίω Παναγιώτη. Νυν πρώτον τύποις εκδίδοται μετά προσθήκης πολλών Κανόνων ανεκδότων, και αναγκαίων Παραδειγμάτων φιλοπόνω, σπουδή, και ακριβή διορθώσει του εν Ιερεύσιν ελαχίστου Πολυζώη Κοντού, Διδασκάλου του εξ Ιωαννίνων, Τόμος Β’, Εν Βούδα Εν τη Βασιλική Τυπογραφία της κατ’ Ουγκαρίαν Ακαδημίας, 1797. Και Thesaurus Graecae Linguae, ab Henrico Stephano constructus, Volumen Secundum, Parisiis 1829. Και Thomas Gaisford, Etymologicum Magnum seu verius Lexicon saepissime vocabularium origins indagans ex pluribus lexicis scholiastis et grammaticism anonymi cuiusdan opera, Oxford 1848.).
-
Μαρτυρίες στο Λεξικό Σουΐδα ή Σούδας (10ος αι.), από το οποίο αποθησαυρίζω λέξεις και όρους που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τους Αρμάνους Βλάχους και τους λαούς της Ελληνικής Χερσονήσου ή Χερσονήσου του Αίμου. Δίνω λίγα δείγματα: «Άβαρις. Σκύθης, Σεύθου υιός. συνεγράψατο δε χρησμούς τους καλουμένους Σκυθικούς· Ότι τους Αβάρις οι Βούλγαροι κατακράτος άρδην ηφάνισαν.» «Μασσαγέται. διό και Ούννιον εκαλείτο το αυτό είδος» «αράμενοι: αλαζόνες, καυχησιάρηδες» «Αρειμάνιος. ο εν τω Άρει μαινόμενος» «Αριμάνιος, Θεός παρ’ Αιγυπτίοις» «Κύμη χωρίου της Βλακείας [Blacia]» «Βούλγαροι. Ότι οι Βούλγαροι ηρέσθησαν εις την στολήν των Αβάρων, και μετημφιάσαντο αυτήν, και έως νυν περιβέβληνται» «Γαλλογραικία. η των Βουκελλαρίων χώρα. οι αυτοί και Ελληνογαλάται ονομάζονται» «Δάκες. οι νυν Πατζινακίται λεγόμενοι» «Ημαθία. η το παλαιόν Παιονία προσαγορευομένη» «Σέρβιος. όνομα κύριον. οιονεί δούλος» «Σκλαβηνόν. έθνος το πέραν του Ίστρου» «Σκύθαινα. η υπηρέτης. Αριστοφάνης· Πού ευθ’ η Σκύθαινα» «Σκύθαι… Ερούλους και Πευκέστας και Γότθους». (σ. Σουΐδας – Suidae Lexicon, Graece & Latine, Tribus Voluminis Tomus I, Tomus II, Tomus III – Suidae Lexicon, Graece & Latine, Textum Graecum cum Manuscriptis, Codicibus collatum a quamplurimis mendis purgavit, Notisque petretuis illustratit: Versionem Latinam Aemilii Porti innumeris in locis correxit; Indisesque Auctorum & Rerum adjecit Ludolphus Kusterus, Professor bumaniorum literarum in Gymnasio Regio Berolinensi, Cantabrigia, Typis Acsdemicis MDCCV [1705]).
————————
*Γιώργης Σ. Έξαρχος / Συγγραφέας – Ερευνητής / Βιογραφικό – Κάνετε κλικ
Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα κείμενα / εργασίες του Γιώργη Έξαρχου μπορείτε να τα διαβάζετε κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο ΕΔΩ
———————-
-
Μαρτυρία των Χρονικών της Μονεμβασίας (τέλη 10ου – αρχές 11ου αι.), αγνώστων συγγραφέων κείμενα, πολυσυζητημένα, τα οποία μιλούν για Άβαρους και Σκλαβήνους που εγκαταστάθηκαν στην Πελοπόννησο στα χρόνια του Μαυρίκιου, το έτος 589, και κράτησαν την εξουσία εκεί έως την εποχή του Νικηφόρου Α’, το έτος 807, για 218 έτη (589-807). Η κατάθεση των Χρονικών, η ανάλυσή τους, ο καταχωρισμός εκφρασμένων απόψεων, και η κωδικοποίηση σε χρονολόγιο των ιστορικών πληροφοριών, από το 577 έως το 810, πείθουν ότι οι Άβαροι και οι Σκλαβήνοι κατέρχονται σε ελληνικές χώρες κι εγκαθίστανται σε αυτές, οπότε είναι ορθά τα όσα αναφέρονται σε αυτά τα Χρονικά, με την επισήμανση ότι οι Άβαροι και οι Σκλαβήνοι που κατέλαβαν και εγκαταστάθηκαν στην Πελοπόννησο ήταν Γέτες, ομόγλωσσοι των Δακών και όχι Σλάβοι. Και όπως γράφει το Χρονικόν του Νέστορος (1111/1113), γραμμένο από τον ρώσο μοναχό Νέστορα, «οι Άβαροι πολεμούσαν εναντίον των Σλάβων»!… Βλ. και Μαρτυρία Πατριάρχη Νικολάου Γ’ Κυρδινιάτη ή Γραμματικού, έτους 1084. (Chronicon Monembasiae – Περί κτίσεως Μονεμβασίας (Ανωνύμου – Χρονικόν περί κτίσεως Μονεμβασίας). – Το Χρονικόν της Μονεμβασίας έχει παρουσιαστεί αναλυτικά στις Διαδρομές Αυτογνωσίας.
-
Μαρτυρία Εκκλησιαστικών Εγγράφων ότι το 1020, επί Βασιλείου Βουλγαροκτόνου (βασ. 976-1025), σε κατάλογο «Επισκοπαί τω θρόνω της Βουλγαρίας», υπάρχει και η Επισκοπή «κγ) η Βλάχων», ενώ επί Αλεξίου Κομνηνού (βασ. 1081-1118), σε κατάλογο «Τάξις των θρόνων της Πρώτης Ιουστινιανής», υπάρχει και ο Επίσκοπος «κγ) ο Βρεανότης ήτοι Βλάχων», και πρόκειται για τη νυν Βράνια της νυν Σερβίας, στην οποία τον 11ο αιώνα υπήρξε Βλάχος ιερέας ονόματι Ιωάννης, και αποτελεί την πρώτη αναφορά σε Βλάχο ιερέα…» (H. Gelzer, Ungedrukte und wenig bekkante Bistumerverzeichnisse der orientalisschen Kirche, Byzantinische Zeitschrift 1, 1892, p. 256-257. Και Иван Снѣгаровъ, История на Охридската Архиепис–копия, София, Кооп. пеш. Гутенбергъ, 1924. [Ivan Snegarov, Istorija na Ohridskaja Arhiepiskopija, Sofia 1924]. Και Louis George Oudard Feudrix de Brequigny, Diplomata Chartae, Epistolae, et Alia Documenta, ad Res Francicas Spectantia, Tomus Secundus, Parisiis 1791).
-
Μαρτυρία ότι το έτος 1027, «Βλάχοι και Μακεδόνες», υπό τον Κωνσταντίνο Η’ (960-1028, βασ. 1025-1028), αυτοκράτορα της Ρωμανίας, συμμετείχαν σε πολυεθνικό στρατό που εκστράτευσε κατά της Σικελίας. (Monvmenta Germaniae Historica, Inde ab anno Christi Qvingentesimo vsqve ad annvm Millesimvm et Qvingentesimvm, Avspiciis Societatis Aperiendis Fondibvs Rervm Germanicarvm Medii Aevi, Edidit Georgivs Heinricvs Pertz, Serenissimi Borvssiae Regi a Consii . . . Int. Bibliothecae Regiae Praefectvs. Scriptorvm Tomvs V. Hannoverae, Impensis Bibliopolii Avlici Hahniani MDCCCXLIIII [1844]. – Annales Barenses.). – Καταθέτω ολόκληρο το σχετικό χωρίο: «1027. Hoc anno descendit Ispo chitoniti in Italiam cum exercitu magno, ib est Russorum, Guandalorum, Turcorum, Burgarorum, Vlachorum, Macedonum aliorumque, ut caperet Siciliam. Et Regium restaurata est a Vulcano catepano. Sed pecctatis praepedientibus, mortuus in secundo anno Basilius imperator; qui omnes frustra reverse sunt.» (Ό.π., σ. 53).
-
Μαρτυρία ότι ο Βασίλειος Αποκάπης ήταν μάγιστρος της Ρωμανίας στις Παραδουνάβιες περιοχές το 1059, ενώ είχε διατελέσει διοικητής στο Μαντζικέρτ το 1053, τόπο στον οποίο δόθηκε η γνωστή Μάχη του Μαντζικέρτ το 1071, εναντίον των Σελτζούκων Τούρκων, και στην οποία ηττήθηκε ο στρατός της Ρωμανίας. Από τότε άρχισε ο κίνδυνος του Δυτικού κόσμου από τους νυν Τούρκους. (Σπυρίδων Λάμπρος, Ενθυμήσεων ήτοι Χρονικών Σημειωμάτων Συλλογή Πρώτη (Αρ. 1-562), Νέος Ελληνομνήμων, Τόμος Ζ΄, 1910, Τεύχος Γ-Δ, σ. 130-131).
-
Μαρτυρία του Κεκαυμένου (β’ μισό 10ου με α’ μισό 11ου αι.): α) ότι οι Πατζινάκαι πολεμούσαν εναντίον της χώρας των Ρωμαίων (Ρωμανίας), καταφέροντας ισχυρά πλήγματα· β) ότι στη Θεσσαλία υπήρχαν Βούλγαροι και Βλάχοι, ότι η Θεσσαλία ήταν χώρα εκτεινόμενη από τη Θήβα έως τα Σέρβια· γ) ότι «ο στρατηγός τη των Βουλγάρων διαλέκτω τζελνίκος λέγεται»· δ) ότι «Σέρβεια πόλις εστίν οχυρά εν Βουλγαρία. Εφύλαττε δε αυτήν στρατηγός ρωμαίος ονόματι Μαγηρίνος»· ε) ότι ο αρχηγός των Βλάχων της Θεσσαλίας ήταν ο Νικολιτζάς, και «έπαθον επί του Σαμουήλ [958-1014, τσάρος 997-1014] οι γονείς του Νικουλιτζά εις Λάρισαν»· στ) ότι ο Νικολιτζάς ήταν παππούς του Κεκαυμένου, όπως γράφει: «Ο πάππος μου ο Νικουλιτζάς πολλά κοπιάσας υπέρ της Ρωμανίας έφθασε και δουξ Ελλάδος φιλοτιμηθείς ως πιστός παρά των κρατούντων», κατείχε «ο Νικολιτζάς ο Λαρισαίος […] ο πρωτοσπαθάριος Νικουλιτζάς ο Δελφινάς […] την αρχήν των Βλάχων Ελλάδος»· ζ) ότι υπήρχε Βλάχος με το όνομα «Βεριβόης», και Βλάχος άρχοντας με το όνομα «Σθλαβωτάς Καρμαλάκης»· η) ότι Βλάχοι κατοικούσαν στην πεδιάδα των Φαρσάλων, μαζί με Βούλγαρους, δίπλα στον ποταμό Πλήρη (νυν Πλιούρης)· η) ότι οι Βλάχοι μετακινούνταν δις ετησίως, από τις πεδιάδες στα βουνά και αντίστροφα: «Αλλά και Ιούνιος μην ήδη εστί, και πως έχομεν θερίσαι γενομέ-νης ταραχής ειπόντος δε και προς τους Βλάχους· πού εισί τα κτήνη υμών και αι γυναίκες νυν; Αυτοί είπον· εις τα όρη Βουλγαρίας ούτως γαρ έχουσι τύπον ίνα τα <των Βουλγάρων> [;!] κτήνη και αι φαμιλίαι αυτών εισίν από Απριλλίου μηνός έως Σεπτεμβρίου μηνός εν υψηλοίς όρεσι και ψυχροτάτοις τόποις. Και άρα γε, είπεν, ου μη διαρπάσωσι ταύτα οι εκείσε όντες, όσοι δηλονότι εις μέρος εισί του βασιλέως; Και οι μεν Βλάχοι ακούσαντες τούτων επείσθησαν τοις λόγοις αυτού… και είπον ότι· ημείς από της βουλής ταύτης ουκ εξερχόμεθα και αποδεχόμεθα τούτο. Όμως κατέλιπαν πάντα και ανεκλήθησαν του αριστήσαι. Εγερθέντων δε αυτών από του αρίστου και αναπαυθέντων, εν μεσημβρία ήλθον πάλιν προς αυτόν πάντες ομού, οι τε Βλάχοι και οι Βούλγαροι, ανατραπέντες παρά των Λαρισαίων»· θ) ότι «Επεί δε το των Βλάχων γένος άπιστον τε παντελώς και διεστραμμένον, μήτε εις Θεόν έχον πίστιν ορθήν μήτε εις βασιλέα μήτε εις συγγενή ή εις φίλον, αλλά αγωνιζόμενον πάντας καταπραγματεύεσθαι, ψεύδεται δε πολλά και κλέπτει πάνυ, ομνύμενον καθ’ εκάστην όρκους φρικωδεστάτους προς τους εαυτού φίλους και αθετούν ραδίως ποιούν τε αδελφοποιήσεις και συντεκνίας και σοφιζόμενον διά τούτων απατάν τους απλουστέρους, ουδέποτε δε εφύλαξεν πίστιν προς τινα, ουδέ προς τους αρχαιοτέρους βασιλείς των Ρωμαίων. Πολεμηθέντες παρά του βασιλέως Τραϊανού και παντελώς εκτριβέντες εάλωσαν, και του βασιλέως αυτών του λεγομένου Δεκαβάλου αποσφαγέντος και την κεφαλήν επί δόρατος αναρτηθέντος εν μέση πόλει Ρωμαίων. Ούτοι γαρ εισι οι λεγόμενοι Δάκαι και Βέσοι. Ώκουν δε πρότερον πλησίον του Δανουβίου ποταμού και του Σάου, ου νυν ποταμόν Σάβαν καλούμεν, ένθα Σέρβοι αρτίως οικούσιν, εν οχυροίς και δυσβάτοις τόποις. Τούτοις θαρρούντες υπεκρίνοντο αγάπην και δούλωσιν προς τους αρχαιοτέρους των Ρωμαίων βασιλείς και εξερχόμενοι των οχυρωμάτων ελεΐζοντο τας χώρας των Ρωμαίων. Όθεν αγανακτήσαντες κατ’ αυτών, ως είχηται, διέφθειραν αυτούς. Οι και εξελθόντες των εκείσε διεσπάρησαν εν πάση τη Ηπείρω και Μακεδονία, οι δε πλείονες αυτών ώκησαν την Ελλάδα. Εισί και δειλοί πάνυ λαγωών έχοντες καρδίαν, θάρσος δε έχοντες και τούτο από δειλίας. Παραγγέλλω ουν υμίν ίνα μη πιστεύητε τούτοις το σύνολον. Και ει γένηταί ποτε μούλτον και υποκρίνονται αγάπην και πίστιν, εξομνύμενοι εις τον Θεόν φυλάξαι ταύτην, μη πιστεύητε αυτοίς. Κρείττον γαρ εστιν υμίν μη ορκίσαι αυτούς ως κακούς, ή ομόσαι ή δέξασθαι όρκον. Χρη ουν μη πιστεύειν αυτοίς το σύνολον, πλην υποκρίνου και συ φίλος αυτών. Ει δε και ποτε γενήσεται ανταρσία εις Βουλγαρίαν, καθώς προείρηται, και ει φίλοι σου ομολογούσιν είναι ή και όμνυνται, μη πιστεύσης αυτοίς.» – Αν ισχύουν όλα αυτά που γράφει ο Κεκαυμένος στον λίβελό του κατά των Βλάχων, τότε πρωτίστως ισχύουν για τον ίδιο, καθότι εγγονός του Βλάχου Νικουλιτζά! – Ο λίβελος του Κεκαυμένου κατά των Βλάχων, είναι όμοιος με αυτόν του Μαυρίκιου ενάντια στους Αβάρους, Άνταις, Σκλαβήνους, και που στο Χρονικόν της Μονεμβασίας επαναλαμβάνεται (περίπου παρόμοιος) πάλι κατά των Αβάρων! Αποτελεί, μάλλον, αναπαραγωγή αρχαιοελληνικών λιβέλων κατά των Θεσσαλών, όπως π.χ. ο Λίβελος του Ευριπίδη (βλ. στη συνέχεια στο Αντώνιος Τούμα Φον Βαλδκάμπφ: 1887/1901). (Cecaumeni Strategicon, et Incerti Scriptoris, De Officciis Regiis Libellus, ediderunt B. Wassiliewsky & V. Jernstedt, Amsterdam 1965. Και Cecaumeni Strategicon, et Incerti Scriptoris, De Officciis Regiis Libellus, ediderunt B. Wassiliewsky & V. Jernstedt, Accedit Examplum Codicis Phototypicum Petropoli, Typis Academiae
Caesariae Scien-tiarum, MDCCCLXXXXVI [1896]).
-
Μαρτυρίες για Εξέγερση των Βλάχων του Νικολίτσα, το 1066 στη Λάρισα, στον Άθω, στο Μέτσοβο και σε πέριξ περιοχές, ή ενδεχομένως και για Εξέγερση το 1082, με εκτενή παρουσίαση των γεγονότων της Βλαχο-Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας [Bulgariae et Blachiae seu Valachiae Regnum] (1186-1280), και πρωταγωνιστές τους Βλάχους αδελφούς Ασάν, Πέτρο, Ιωάννη (ή Ιωαννίτσα ή Καλογιάννη ή Σκυλογιάννη ή Ρωμαιοκτόνον) [Calojohannes Imperator Blacorum et Bulgarorum]. Ο Νικήτας Χωνιάτης αναφέρει τους τρεις αδελφούς ως Βλάχους και ηγούμενους Βλάχων (και ομόφυλων Σκυθών) και Βουλγάρων (ονομάζει δε Μυσούς τους Βλάχους μαζί και τους Βούλγαρους) κατά της Ρωμανίας. Ο Γεώργιος Ακροπολίτης αναφέρει τους τρεις αδελφούς ως Βούλγαρους και ηγούμενους των Βουλγάρων και των Σκυθών κατά της Ρωμανίας! Βέβαια, οι τρεις αδελφοί ήταν Βλάχοι, και ο Χωνιάτης είναι σαφής, γράφοντας για τη γλώσσα που μιλούσαν: «…Ασάν αφεθήναι, δι’ ομοφωνίας ως ίδρις της των Βλάχων φωνής εις έλεον αυτόν εκκαλούμενος…». (Memoires et Documents. Publies par la Societe de l’Ecole des Coartes IV. Essai sur le Regne D’Alexis 1er Comnene (1081-118), par Ferdinand Chalandon. Paris, A Picard et Fils, Editeurs. . . 1900). – Οι αυτοκράτορες της Βλαχο-Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας, οι οποίοι ανήλθαν στον θρόνο αυτής, και η οποία διήρκησε για περίπου έναν αιώνα, ήταν οι ακόλουθοι:
Ασάν και ΠέτροςΙωαννίτσαςΒορίλλαςΙωάννης Ασάν Β’Καλλιμάνης Α’Μιχαήλ Α’ ΑσάνΜέκιος ή ΜήτζηςΚων/νος Ασάν Τέκου ή ΤέσκουΜιχαήλ Β’Λαχανάς ή ΚουρκουμπέταςΙωάννης Ασάν Γ’ |
1186-11961197-12071207-12181218-12411241-12461257-12581258- ?1258-12771277-12791277-12791279-1280 |
(Βλ. και Duodecima Centuria Ecclesiaticae Historiae, Continens De Scriptionem Amplissimarvm Rervm in Regno Christi… Basileae, Ex Officina Upo, Riniana 1569. Και Αnnales, Γεωργίου του Ακροπολίτου Χρονική Συγγραφή, σ. 7-9 – http://khazarzar.Skeptik.net/pgm/PG_Migne/Georgius %20Acropolita_PG%20140/Annales.pdf).
-
Μαρτυρία ότι ο Νικηφόρος Μελισσηνός, στενός συγγενής των Κομνηνών, το έτος 1091 συγκέντρωσε στρατό Βλάχων και Βουλγάρων, και υπό τον Αλέξιο Κομνηνό καταπολέμησε τους Πετσενέγκους, στον ποταμό Μαρίτσα (Έβρο). Το 1094, ένας Βλάχος, ονόματι Πουδίλος, που υπηρετούσε στον στρατό των Κουμάνων, αυτομόλησε νύχτα και ενημέρωσε τον αυτοκράτορα ότι οι Κουμάνοι είχαν διαβεί τον Δούναβη για να επιτεθούν κατά της Ρωμανίας. (Essai de Chronographie Byzantine 1057-1453, par Edouard de Myralt, Bale et Geneve, H. Georg, Libraire-Editeur. St–Petersburg, Eggers et Comp., 1871).
-
Μαρτυρία Λέοντος του Γραμματικού (αρχές 11ου αι.) για γεγονότα και καταστάσεις που έχουν αναφέρει πολλοί προηγούμενοι συγγραφείς, αλλά δοσμένα με γλαφυρό τρόπο. (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borusicae Continuata, Leo Grammaticus, Eustathius, Bonnae MDCCCX LII. – Leonis Grammatici Chronographia, Ex Recognitione Immanuelis Bekkeri, Accedit Eustathii de Capta Thessalonica Liber., Bonnae MDCCCXLII [1842] – Λέοντος Γραμματικού Χρονογραφία). – Καταθέτω κάποιες επισημάνσεις του: «Αι Βλαχέρναι από τινος Σκύθου καλουμένου αναιρεθέντος εκεί προσηγορεύθη.» (Ό.π., σ. 168). – «Ωσαύτως ουν φασίν και Γαβριλόπουλον και Βασιλίτζην από του Σκλαβίνων έθνους σφοδρώς κατεπλούτισεν εκ των του παλατίου χρημάτων.» (Ό.π., σ. 286).
-
Μαρτυρία του Μιχαήλ (Κωνσταντίνου) Ψελλού (1018-1096/97) για Σκύθες, Ταυροσκύθες, Βούλγαρους, Γέτες, Μυσούς, Σαυρομάτες, Υπερβορέους, με σημαντικότατη πληροφορία ότι «τους πριν Νομάδας κεκλημένους Σκύθας, έπειτα δε Βουλγάρους ωνομασμένους», αλλά και για τους «Ιταλούς και Σαυροσκύθας», και ως Ιταλούς φαίνεται να εννοεί λατινόφωνους πληθυσμούς του Ίστρου· γράφει ότι η Αδριανούπολη ανήκε στη Μακεδονία, ότι «ο Κομνηνός Ισαάκιος, ην δ’ ο Κεκαυμένος», για να θυμηθούμε τον Κεκαυμένο, συγγραφέα του Στρατηγικού, και τα όσα έγραψε για τους Βλάχους και τους Βούλγαρους. (Μιχαήλ Ψελλός – Michael Psellvs, Orationes Panegyricae, edit. G.T. Dennis, Stutgarde et Lipsiae MCMXCIV [1994]. Και Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη ή Συλλογή Ανεκδότων Μνημείων της Ελληνικής Ιστορίας, Επιστασία Κ. Ν. Σάθα, Τόμος Δ΄, Αθήνησιν 1874 – Μιχαήλ Ψελλού Εκατονταετηρίς Βυζαντινής Ιστορίας (976-1077), Εν Παρισίοις 1874). –Ας κρατήσω εδώ μια επισήμανσή του: «τους πριν Νομάδας κεκλημένους Σκύθας, έπειτα δε Βουλγάρους ωνομασμένους»!
-
Μαρτυρία Πρόσταξης, έτους 1094, του Αλέξιου Α’ Κομνηνού (βασ. 1081-1118), με αναφορά στους Βλάχους της Μονής Αγίου Αθανασίου, στον Άθω, οι οποίοι ήταν Μογλενίτες και δεν πλήρωναν φόρους στο κράτος αλλά μόνον κάποιο μανδριάτικο μίσθωμα στη μονή, και είχαν ονόματα: Ράδος Κουτζός, Πεδούκελος. – «Έσονται τοίνυν οι τοιούτοι Βλάχοι της μονής του Αγίου Αθανασίου, ως δεδήλωται, νέμοντες εντός τωνδικαίων του θέματος [των] Μογλενών από του νυν και εις το εξής τα παρ’ αυτοίς όντα πάντα ζώα ανενοχλήτως και ανεπηρεάστως και ακαταζητήτως από πάσης και παντοίας εισπράξεως υπέρ οιουδήτινος κεφαλαίου. Ναι μην και τα δύο μανδρία ήγουν το παρά των παίδων Ράδου του Κουτζού και του Πεδουκέλου επιλεγόμενον, τα παρά των αυτών Βλάχων της τοιαύτης μονής κατεχόμενα εις την δημοσιακήν πλανηνάν την Κράβιτζαν, και ταύτα κελεύει η βασιλεία μου κατέχειν αυτούς άνευ της οιασούν δόσεως επηρείας τε και οχλήσεως» – (Actes de Lavra, edition diplomatiquw et critique par Germaine Rouillard et Paul Collomp, tome I (897-1178), P. Lethiellex, Paris 1937, p. 124-127 – Πρόσταξις Βασιλέως Αλεξίου Α΄ Κομνηνού προς τους μοναχούς της μονής της Λαύρας, Φεβρουάριος 1094, για ιδιοκτησίες τους στην περιοχή Μογλενών).
-
Μαρτυρία του Πατριάρχη Νικολάου Γ’ Κυρδινιάτη ή Γραμματικού (θητεία 1084-1111), για την επί 218 έτη (589-807) κυριαρχία των Αβάρων στην Πελοπόννησο! Τους Αβάρους αυτούς εξέλαβαν και εκλαμβάνουν ακόμα σαν… Σλάβους (!) πολλοί ιστορικοί, και έτσι γεννήθηκαν οι απόψεις περί… σλαβικής καταγωγής των νεο-Ελλήνων, από τον αυστριακό ιστορικό Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράυερ (Jakob Philipp Fallmerayer: 1790-1861), και από τον γερμανό ιστορικό Ιωάννη Βίλχελμ Ζινκέϊσεν (Johann Wilhelm Zinkeisen: 1803-1863), μα και από άλλους υποστηριχτές αυτού του αναπόδεικτου ισχυρισμού. – «…δωρηθείσας Επισκοπάς, παρά Νικηφόρου βασιλέως του από γενικών, διά το εν τη καταστροφή των Αβάρων παρά του κορυφαίου των αποστόλων και πρωτοκλήτου Ανδρέου οφθαλμοφανώς γενόμενον θαύμα, επί διακοσίοις δεκαοκτώ χρόνοις όλοις κατασχόντων την Πελοπόννησον, και της Ρωμαϊκής αρχής αποτεμομένων, ως μηδέ πόδα βαλείν όλως δύνασθαι εν αυτή Ρωμαίον άνδρα·…» – Βλ. και Μαρτυρία των Χρονικών της Μονεμβασίας (τέλη 10ου – αρχές 11ου αι.). (Ivris Graeco – Romani tam Canonici Qvam Civilis Tomi duo. Iohannis Levnclavii Amelbvrni, Stvdio Ex Variis Evropae Asiaeqve Bibliothecis . . . Ad Imp. Caes. Rvdolphvm II. P. F. PP. A., Opus non solum Iuris . . . Francofvrti, Impensis heredum Petri Fischeri, 1596α΄/1601β΄ – Συνοδικόν γράμμα του αγιωτάτου και οικουμενικού πατριάρχου, κυρίου Νικολάου, προς τον ευσεβέστατον βασιλέα, κύρον Αλέξιον τον Κομνηνόν, παριστών εκ των αγίων κανόνων και νόμων, ότι ουκ έξεστιν αφαιρείσθαι τας Επισκοπάς από των μητροπόλεων, σ. 271-281).
-
Μαρτυρία του Πατριάρχη Αντιοχείας Ιωάννη Ε’ Οξείτη (1089-1098) ότι στην εποχή του υπήρξε κάθοδος Τούρκων, Σκυθών, Κομάνων, Πατζινακών, Σαυροσκυθών, Φράγγων, Ούννων στη Ρωμανία. (Paul Gautier, «Réquisitoire di Patriarche Jean D’Antioche contre le
Charisticariat», Revue des études byzantines, Année 1975, Volume 33, Numéro 33, σ. 77-132 –Του αγιωτάτου και μακαριωτάτου Αντιοχείας κυρού Ιωάννου του εν Οξεία νήσω ασκήσαντος λόγος περί του ότι οι τα μοναστήρια διά δωρεών λαμβάνοντες είτε αρχιερατικών είτε βασιλικών και εκ των μοναστηρίων κέρδη έχοντες ευσεβούσιν. Και Paul Gautier, Diatribes de Jean l’Oxite contre Alexis 1er Comnene, ‚Revue de Etudes Byzantines‛, 28, 1970, p. 5-55).
-
Μαρτυρία του Ιωάννη του Μαυρόποδος (ον. Μαυρόπους, 11ος αι.) ότι στον καιρό του γίνονταν ληστρικές επιδρομές βαρβάρων του Ίστρου και ληΐζοντο τη Θράκη: Μυσοί, Γαλάτες, Σκύθες, Κελτοί, ενώ αργότερα επέδραμον κατά της Ρωμανίας και οι Αγαρηνοί. (Iohannis Euchaitorum Metropolitatae, Quae in Codice Vaticano Graeco 676 Superrsunt, Iohannes Bollig S.I., Bibliothecae Vaticanae Pragrectus, Linguarum Orientalium in Litterarum Universitate Pontificia Grcoriana Profesore, Descripsit Paulus de Lagarde, Theologiae et Philosophiae Doctor in Academia Georgia Augusta Professor Publicus Ordinarius, Edidit E Volumine Commentationum A Societate Regia Gottingensi Editarum Duodetrigesimo Repetita, Gottingae 188, In Aedibus Dieterichianis).
-
Μαρτυρία Θεφύλακτου Ευβοέα – Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας (11ος – 12ος αι.) για τους Σκύθες και Βούλγαρους που είχαν κατέλθει από τον Ίστρο και υπήρχαν πλέον εις «πάσαν την Ιλλυρίδα χώραν, την τε παλαιάν Μακεδονίαν, άχρι της Θεσσαλονικέων πόλεως, τα τε της παλαιάς Θράκης, τα περί Βερόην φημί και Φιλιππούπολιν», αλλά και για το ότι ο ποταμός Αξιός ονομαζόταν Βαρδουάριος, η στρούγα ονομαζόταν διώρυγα, οι Βλαχέρνες τόπος του Βλαχερνίτου. (Traditio Catholica, Seculum XI. An-nus 1070. Θεοφυλάκτου Αρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, Τα Ευρισκόμενα Πάντα. – Theophylacti Bulgariae Archiepiscopi, Opera Quae Reperiri Potuerunt Omnia, Accedit Fr. J.F. Marieae Bern. De Rubeis< Tomus Quartus,< Tomus CXXVI [126], Parisina 1864).
-
Μαρτυρία του Ιωάννη Σκυλίτζη (τέλη 11ου αι.): α) για γεγονότα από την περίοδο του Μιχαήλ Α΄ Ραγγαβέ ή Ραγγαβή (811 μ.Χ.) έως την εποχή του Ισαάκ Κομνηνού (1057 μ.Χ.)· β) για επιθέσεις Βουλγάρων εναντίον των ρωμαϊκών θεμάτων (Ρωμανίας) σε Θράκη, Μακεδονία, Ελλάδα· γ) για «τας λεγομένας Καλάς δρυς παρά τινων Βλάχων οδιτών» [976 μ.Χ.]· δ) για τον «Βούλγαρο Σαμουήλ» που κατήλθε από Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλονίκη, Θεσσαλία, μέση Ελλάδα, Πελοπόννησο, και ο οποίος πήρε το λείψανο του αγίου Αχιλλείου από τη Λάρισα και το μετέφερε στην Πρέσπα· ε) για τη σύγκρουση Βουλγάρων και Ρωμαίων της Ρωμανίας στον Σπερχειό ποταμό [996 μ.Χ.]· στ) για τη σύμπραξη Νικολιτζά (= ο Νικολίτζας του Κεκαυμένου) με τους Βουλγάρους· ζ) για τη Λυχνιδό (Ιουστινιανούπολις, μετέπειτα Αχρίδα) – «μητρόπολις Βουλγαρίας»· η) για τους Πατζινάκους του Ίστρου που ελήϊζον τη Μυσία και έφταναν μέχρι τη Θεσσαλονίκη· θ) για την πολυποίκιλη στρατιωτική δράση του Κεκαυμένου· ι) για τους Πατζινάκους ότι ήταν Σκύθες «μέγα τε εστι και πολυάνθρωπον, Σκυθικού γένους» και εγκατάσταση μυριάδων εξ αυτών από τους Βούλγαρους στις πεδιάδες Σαρδικής, Ναϊσσού, Ευτζαπόλεως, και που κυνηγήθηκαν από τον Κεκαυμένο και άλλους στρατηγούς της Ρωμανίας, ενώ αυτοί κατήρχοντο έως και την Αδριανούπολη, η οποία ανήκε τότε στο θέμα της Μακεδονίας· ια) για κάποιους Μακεδόνες στρατηγούς, μεταξύ των οποίων ο Κατζαμούντης (όνομα που βλαχιστί σημαίνει Ορεσκώος, ήτοι εν τα όρη διαιτώμενος)· ιβ) για τους Βάραγγους ότι ανήκαν στο γένος των Κελτών. Όλες αυτές οι πληροφορίες είναι χρήσιμες στο να κατανοηθεί η εθνοτική ταυτότητα των λαών της χερσονήσου του Αίμου στην περίοδο 811–1057. (Corpus Fonticum Historiae Byzantinae, Consilio Societatis Internationalis Studiis Byzantinis Provehendis Destinatae Editum, Volumen V, Series Berolinensis, Ediderunt, H.-G. Beck, A. Kambylis, R. Keydell, Berolini et Novi Eboraci MCMLXXIII – Ioannis Scylitzae, Synopsis Historiarum, Editio Princeps, Recensuit Ioannes Thurn, Berolini MCMLXXIII – Ιωάννου του Σκυλίτζη, Σύνοψις Ιστοριών – Σύνοψις Ιστοριών αρχομένη από αναιρέσεως Νικηφόρου Βασιλέως του από γενικών και μέχρι της βασιλείας Ισαακίου του Κομνηνού συγγραφείσα παρά Ιωάννου κουροπαλάτου και γεγονότος μεγάλου δρουγγαρίου της βίγλας του Σκυλίτζη). Αντιγράφω το διάσημο «βλαχολογικό χωρίο»: «Και ο μεν Βορίσσης τόξω βληθείς εν τω διϊέναι κατά τινα λόχμην παρά τινος Βουλγάρου νομίσαντος Ρωμαίον αυτόν είναι (ενεδέδοτο και γαρ στολήν Ρωμαϊκήν) απόλλυται, Ρωμανός δε διασώζεται εις Βιδίνην, και χρόνω ύστερον επάνεισι πάλιν εις την βασιλίδα, ως εν τω ιδίω τόπω λελέξεται. Τούτων δε των τεσσάρων αδελφών Δαβίδ μεν ευθύς απεβίω αναιρεθείς μέσον Καστορίας και Πρέσπας εις τας λεγομένας
Καλάς δρυς παρά τινων Βλάχων οδιτών, Μωϋσής δε τας Σέρρας πολιορκών λίθω από του τείχους βληθείς ετελεύτησε, άλλοι δε ου λίθω βληθήναι γράφουσι τον Μωϋσήν, αλλά του ίππου συμπεσόντος αυτώ, υπό τινος τον περί τον δούκα Μελισσηνόν αποσφάττεσθαι και τον Ααρών δε τα των Ρωμαίων, ως λέγεται,, φρονούντα ανείλεν ο αδελφός Σαμουήλ παγγενή, κατά την ιδ΄ του Ιουνίου (Ιουλίου C) μηνός εν τη τοποθεσία Ραμετανίτζας (Ρωμετανίτζας Α, Ραμιτζανίτζας U), μόνου Σφενδοσθλάβου τού και Ιωάννου διασωθέντος, του υιού αυτού, παρά Ραδομηρού και Ρωμανού, του υιού του Σαμουήλ. Ούτος πολεμικός άνθρωπος ων και μηδέποτε ειδώς ηρεμείν, των Ρωμαϊκών στρατευμάτων ταις προς τον Σκληρόν μάχαις ασχολουμένων αδείας τυχών κατέδραμε πάσαν την εσπέραν, ου μόνον Θράκην και Μακεδονίαν και τα τη Θεσσαλονίκη πρόσχωρα, αλλά και Θετταλίαν και Ελλάδα και Πελοπόννησον. Και πολλά φρούρια παρεστήσαντο, ων ην το κορυφαίον η Λάρισσα, ης τους εποίκους μετώκισεν εις τα της Βουλγαρίας ενδότερα πανεστίους, και τοις καταλόγοις των εαυτού κατατάξας στρατιωτών συμμάχοις εχρήτο κατά Ρωμαίων. Μετήγαγε δε και το λείψανον του αγίου Αχιλλίου, επισκόπου Λαρίσσης χρηματίσαντος επί Κωνσταντίνου του μεγάλου καν τη μεγάλη και πρώτη συνόδω [το 325 μ.Χ. στη Νίκαια της Βιθυνίας] παρόντος συν Ρηγίνω Σκοπέλων (Σκοπέλου Α) και Διοδώρω (Διοδώρου ΑC) Τρίκκης (Τρίκης ΑCΕ), και εις την Πρέσπαν απέθετο, ένθα ήσαν αυτώ τα βασίλεια, οίκον κάλλιστον και μέγιστον επί τω ονόματι αυτού δομησάμενος.» (Ό.π., σ. 329-330) -
Μαρτυρία του Μιχαήλ Ατταλειάτη (11ος αι., η Ιστορία του το 1080): α) ότι το 1034 οι Αγαρηνοί καταπολεμήθηκαν στη Σικελία· β) ότι δίπλα στη Ρώμη υπήρχαν Αλβανοί (της Ιταλίας) και Λατίνοι· γ) ότι οι Βούλγαροι ονομάζονταν Μυσοί, και είχαν φτάσει μέχρι τη Θεσσαλονίκη· δ) ότι οι Σκύθες ονομάζονταν λαϊκά Πατζινάκοι, ότι είχαν διέλθει τον ποταμό Ίστρο και είχαν κατέλθει σε περιοχές της Ρωμανίας· ε) ότι οι Σκύθες κατέτρεχαν όλη τη Μακεδονία μέχρι και την Αδριανούπολη, η οποία ανήκε στην τότε Μακεδονία· στ) ότι οι Σκύθες ήταν Μυρμιδόνες το γένος· ζ) ότι και οι Πατζινάκοι ήταν Μυρμιδόνες· η) ότι οι Τούρκοι ονομάζονταν Πέρσες, και ήδη ήταν εγκαταστημένοι στην περιοχή της Καισάρειας – στην Καππαδοκία· θ) ότι στον Ίστρο κατοικούσαν λαοί μιξοβάρβαροι, μεταξύ των οποίων και οι Σκύθες, και ο όρος μιξοβάρβαροι σήμαινε ότι αυτοί οι λαοί μιλούσαν και… ελληνικά! ι) ότι οι Βούλγαροι διώχτηκαν από τις περιοχές της Θεσσαλονίκης, και ότι οι Θεσσαλονικείς ήταν «γένος των Θετταλών»· ια) ότι οι Πατζινάκοι κινιούνταν σε όλη τη Μακεδονία, στην Αδριανούπολη κ.λπ., σε μέγα πλήθος· ιβ) ότι από τη Θεσσαλονίκη ως το Δυρράχιο υπήρχε στρατός εκ Ρωμαίων, Βουλγάρων, Αρβανιτών, και φρονώ πως το «Αρβανιτών» αποτελεί την πρώτη γραπτή μαρτυρία για τους νυν Αλβανούς ή κατά τους ίδιους… Σκιπιτάρους· ιγ) ότι μαζί με τους Σκύθες και Πατζινάκους της Μακεδονίας υπήρχαν πολλοί Κομάνοι, «παραβοηθούντων αυτοίς και από του μαχιμωτάτου έθνους των Κομάνων πολλών». (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borusicae Continuata, Michael Attaliota, Bonnae MDCCCLIII. – Michaelis Attaliotae Historia, Ope A Wladimiro Bruneto De Presle, Instituti Gallici Socio, Inventum Descriptum Correctum, Recognovit Immanuel Bekkerus, Bonnae MDCCCLIII [1853] – Μιχαήλ του Ατταλειάτου Ιστορία – Ιστορία Εκτεθείσα παρά Μιχαήλ, Αιδεσιμωτάτου Κριτού επί του Ιπποδρόμου και του Βήλου, του Ατταλειάτου).
-
Μαρτυρία του Νικηφόρου Βρυένιου (1062-1137), που αναφέρεται σε Σκύθες οι οποίοι κατέτρεχαν σε Θράκη και Μακεδονία, και γράφει για Βουλγάρους που ληΐζοντο περιοχές της Ρωμανίας κοντά στον Δούναβη, για Σθλαβίνους που ήταν δούλοι των Ρωμαίων, για Σθλαβίνους που υποδουλώθηκαν στους Βουλγάρους, για Χωροβάτους και Διοκλείς που εγκαταστάθηκαν στην Ιλλυρία, για Σκύθες που κατήλθαν νοτιότερα του Αίμου και ληΐζοντο χωριά των Ρωμαίων σε Θράκη και Μακεδονία, και για Βούλγαρους, που έφταναν ως τη Θεσσαλονίκη, που την αναφέρει ως μητρόπολη της Θεσσαλίας. (Nicephori Bryenii, Commentarii, Recognovit Augustus Meineke, Bonnae MDCCCXXXVI [1836] – Νικηφόρου του Βρυεννίου Ιστοριών Βιβλία Δ΄).
-
Μαρτυρία του Μανουήλ Στραβορωμάνου (1103), για Φράγγους που πέρασαν το Ιόνιο πέλαγος και κατέλαβαν Ιλλυριούς, Ηπειρώτες και Ακαρνάνες και εληΐζοντο τους Θεσσαλούς, ενώ οι Πατζινάκοι είχαν περάσει τον Ίστρο και νέμονταν τις πεδιάδες των Μυσών, κατεβαίνοντας νοτιότερα από τον Αίμο στα εδάφη της Ρωμανίας. Στα Γετικά όρια και προς τον Εύξεινο υπήρχαν Σέρβοι, Σκύθες και Δαλμάτες, μέχρι και τον Κιμμέριο Βόσπορο, εκτεινόμενοι από τα Κολχικά όρια έως την Κιλικία, στην Ασία. (Paul Gautier, Le dossier d’un haut fonctionnaire byzantin d’Alexis Ier Comnène, Manuel Straboromanos, Revue des études byzantines, Année 1965, Volume 23, Numéro 23, σ. 168-204 – Λόγος του Μανουήλ Στραβορωμάνου προς τον βασιλέα Αλέξιο Κομνηνό).
-
Μαρτυρία της Άννας Κομνηνής (1083 – μετά το 1148/49 ή μετά το 1153/54): α) ότι Βούλγαροι και Βλάχοι, είναι ένα και το αυτό: «ὁπόσοι τε ἐκ Βουλγάρων καὶ ὁπόσοι τὸν νομάδα βίον εἵλοντο (Βλάχους τούτους ἡ κοινὴ καλεῖν οἶδε διάλεκτος) καὶ τοὺς ἄλλοθεν ἐξ ἁπασῶν τῶν χωρῶν ἐρχομένους ἱππέας τε καὶ πεζούς», ή ότι οι Βλάχοι ήταν νομάδες προερχόμενοι από Βουλγάρους· γι’ αυτό και γράφει ελάχιστα για τους Βουλγάρους (αυτούς που ήταν και είναι απόγονοι των Βουλγάρων του Ασπαρούχ)· στην έκδοση του 1610 υπάρχει μόνο μία αναφορά σε βούργαρους και βράχους: «εκ τε βουργάρων και βραχών»!, και με τον όρο βράχοι εννοεί τους Βλάχους· β) ότι άνωθεν του Δουνάβεως δεν υπήρχαν Βλάχοι, γι’ αυτό και δεν άναφέρει πουθενά τις λέξεις Βλαχία και Βλάχοι, χώρα και πληθυσμό πάνω από τον Ίστρο, αλλά αναφέρει μόνο λαούς με ονομασίες: Σκύθες, Κομμάνοι, Πατζινάκοι, Σαυρομάτες, Δάκοι, με τους οποίους συγκρούονταν συνεχώς ο στρατός της Ρωμανίας· γ) ότι οι Σκύθες και οι Κομμάνοι ήταν «ομογλώττοι»· δ) ότι ο Ροδόμηρος ήταν γιος ελληνίδας, «Ῥοδομηρὸν τηνικαῦτα (ἀνὴρ δὲ οὗτος ἐκ Βουλγάρων ὁρμώμενος εὐγενὴς καὶ μητρόθεν συγγενὴς τῆς Αὐγούστης καὶ μητρὸς ἡμετέρας)»· ε) ότι στη Θεσσαλία, στα Τέμπη, υπήρχε η πόλη Λυκοστόμιον, τότε βλαχοπολιτεία με μητρόπολη, για την οποία ο Μιχαήλ Δούκας ο Εγγονός [15ος αι.] έχει γράψει ότι «…οι οικούντες εν τε τω Λυκοστομίω Βλάχοι…» έφυγαν από εκεί, όταν έμαθαν ότι θα επιτεθεί ο Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής [1432 – 1481], και πήγαν και ίδρυσαν Βλαχοχώρια στον Κίσσαβο (Αμπελάκια, Καρίτσα, Σπηλιά, Σελίτσιανη κ.ά.) και στον Κάτω Όλυμπο (Ραψάνη, Κρανιά κ.ά.)· στ) ότι υπήρχε βλαχοχώρι Εζεβάν, που απασχόλησε πολλούς ερευνητές, για το ποια ήταν η θέση του· ο Tafel το θεωρεί ιουδαϊκό χωριό με Βλάχους· ζ) ότι υπήρχε περιοχή “Καλά Δένδρα”, που θυμίζει το “Καλάς Δρυς” του Ιωάννου Σκυλίτζη, και το χωρίο αναπάραξε ο Γεώργιος Κεδρηνός, και αφορά σε γεγονός του έτους 976 μ.Χ., με τον αδελφό τού μετέπειτα Βούλγαρου τσάρου Σαμουήλ, που σκοτώθηκε από “οδίτες Βλάχους” σε τόπο μεταξύ Καστοριάς και Πρέσπας· «τούτων δε των τεσσάρων αδελφών Δαβίδ μεν ευθύς απεβίω αναιρεθείς μέσον Καστορίας και Πρέσπας κατά τας λεγομένας Καλάς Δρυς παρά τινων Βλάχων οδιτών»! η) ότι Δελφινάς ονομαζόταν ο Βλάχος Νοκολίτζας, παππούς του χρονογράφου Κεκαυμένου· θ) ότι οι Βλάχοι με αρχηγό τον Πουδίλο, είχαν συμμαχήσει με τους Κουμάνους, σε κάποιες τους ενέργειες· «Νυκτὸς δὲ καταλαβόντος Πουδίλου τινὸς ἐκκρίτου τῶν Βλάχων καὶ τὴν τῶν Κομάνων διὰ τοῦ Δανούβεως διαπεραίωσιν ἀπαγγείλαντος…»· ι) ότι ο Σαμουήλ (958-1014, τσάρος 997-1014) των Βουλγάρων «ἐκτήσατο τὴν προσηγορίαν ἀπό τε τῆς ἑλληνικῆς σημασίας μεγάλη ἐπονομαζομένη καὶ τὴν ἀπὸ τῶν Σθλαβογενῶν ἐπισυρομένη λέξιν, μεγάλη Περισθλάβα πανταχόθεν τούτοις φημιζομένη». – Η Αλεξιάδα, σε 15 βιβλία, είναι η ιστορία του Αλέξιου Κομνηνού μεταξύ των ετών 1096-1118. – Η μελέτη περισσότερων εκδόσεων της Αλεξιάδας –και δη των πρώτων– οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι στον Ίστρο δεν υπήρχαν Βλάχοι, αλλά μόνον Σκύθες, Πατζινάκοι, Κομάνοι, Σαυρομάτες, Δάκοι, με τους οποίους συγκρούονταν οι «Βυζαντινοί», ότι οι Βλάχοι ήταν Ελλαδικοί, προερχό-μενοι από Βουλγάρους, που ουδεμία σχέση είχαν ή έχουν με τους Βούλγαρους του Ασπαρούχ και οι οποίοι στα χρόνια της Αννας Κομνηνής αναφέρονταν ως Μυσοί. – Στην έκδοση της Βόννης (1839), η Άννα Κομνηνή γράφει: «… Αλλά καν τοιαύτα εσκέπτετο [ο βασιλεύς], εδεδίει όμως τα άπειρα πλήθη των Πατζινακών και Κομάνων, υποπτεύων την αμφοτέρων σύμβασιν. Ταύτα γουν διασκοπουμένου του βασιλέως, κατέλαβον προς αυτών των ορεινοτέρων μερών άνδρες τολμητίαι και Αρειμάνιοι αυτόμολοι προς συνασπισμόν αυτού, εις χιλιάδας ποσούμενοι πέντε. Επεί δ’ αναβολήν έτι τα της μάχης ουκ είχε, θεόν αρωγόν επικαλείτο.» Ίσως, οι «άνδρες τολμητίαι και Αρειμάνιοι» ήταν οι και νυν αυτοονομαζόμενοι Αρμάνοι (Βλάχοι). (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borusicae Continuata, Anna Comnena, volume I & volume II, Bonnae MDCCCXXXIX [1839]. Και Alexiados Libri VIII, Ab Anna Comnena, De Rebus a Patre Gestis Scripti, Avgvstae Vindelicorvm, MDCX [1610]. Και Άννης της Κομνηνής Πορφυρογεννήτου Καισαρίσσης Αλεξιάς – Annae Comnenae Porphyrogenitae Caesarissae Alexias, Sive de Rebus ab Alexio Imperatore vel eius tempore gestis, Libri Quindecim, E Bibliotheca Barberina nunc primum editi, Et a Petro Possino . . . Accesserunt Praefationes ac Notae Davidis Hoeschelii Augustani, ex Editione anni MDCX, Parisiis, E Typographia Regia, M.DC.LI [1651]).
-
Μαρτυρία του Γεωργίου Αμαρτωλού (12ος αι.) για συγκρούσεις Ρωμαίων και Βουλγάρων, από επιθέσεις κυρίως των δεύτερων, και πολύτιμες πληροφορίες για Ιλλυριούς, Παίονες, Υπερβορέους, Σκύθες, Γότθους, Υπόγοτθους, Γήπεδες, Ουάνδαλους (Βάνδαλους), Σαυρομάτες, Άβαρεις, Άραβες, Αγαρηνούς, Σκλαβήνους, Ούγγρους, Τούρκους, Ούννους, Σκλάβους, Πατζινάκους, Ρως, Χαζάρους Χρωβάτες, Ασύριους, Κέλτες, Νέμιτζους. Γράφει ότι η Αδριανούπολη ανήκε στη Μακεδονία, ότι υπήρξαν σημαντικοί Μακεδόνες στρατηγοί στη μάχη του Αχελώου –μεταξύ Ρωμαίων και Βουλγάρων–, ότι συμμάχησαν Ρωμαίοι και Πατζινάκοι κατά των Βουλγάρων, ότι οι Ρωμαίοι διάλεξαν τη διπλωματική οδό γάμων πριγκιπισσών της Ρωμανίας με Βούλγαρους βασιλιάδες κ.λπ. Για Βλάχους δεν γράφει τίποτα! – Όπως σε όλα τα μεσαιωνικά χρονικά, πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν μόνο τα λίγο ή πολύ σύγχρονα με τον γράφοντα γεγονότα. The rest is interesting as an example of Byzantine ideas on the subjects, and of the questions that most interested Byzantine monks.Τα υπόλοιπα ενδιαφέρουν εκείνους που ασχολούνται με ιδέες ή θέματα της Ρωμανίας Το έργο μεταφράστηκε νωρίς στα βουλγαρικά, σερβικά, γεωργιανά, και θεωρείται βασική πηγή για τους ιστορικούς των σλαβικών ζητημάτων. (Χρονικόν Σύντομον εκ διαφόρων χρονογράφων τε και εξηγητών συλλεγέν και συντεθέν υπό Γεωργίου Αμαρτωλού Μοναχού: •Τόμος Α΄ (http//www.documentacatholicaomnia.eu/02g/0800-0900,GeorgiusMonachus,_Chronicon_ breve[Tomus1]_MGR.pdf) Και Τόμος Γ΄ (http://www.documenta catholicaomnia.eu/02g/ 08000900,_Georgius_Monachus,_Chronicon_breve_[Tomus_3],_MGR. pdf).–Ίσως πρέπει να επισημανθεί η μαρτυρία του ότι: «πάντες Ἕλληνες σκυθίζουσιν»!, και ότι: «Καὶ ἐκ τῶν Γότθων ἔθνη γεγόνασι δʹ, οἵ τε Ὑπόγοτθοι, Γήπεδες καὶ Οὐάνδαλοι, ἐξ ὧν Ἄραβες [= Άβαροι], καὶ ἤρξαντο διαπερᾶν ἐν τῆ Ῥωμαίων γῆ», και ότι «καὶ Γαβριηλόπουλον καὶ Βασιλίτζην (ἀπὸ Σκλαβίνων ἔθνους) σφοδρῶς κατεπλούτισεν ἐκ τῶν τοῦ παλατίου χρημάτων».
-
Μαρτυρία του Γεωργίου Κεδρηνού (11ος – 12ος αι.): α) ότι υπήρχαν Εβραϊκά ονόματα Βαράκ και Βαλαάκ, που εξελικτικά θα μπορούσαν να δώσουν το όνομα Βλάχος· β) ότι οι Σκύθες έκαναν συχνά επιθέσεις κατά της Ρωμανίας· γ) ότι οι Σαβήροι Ούννοι, που εκχριστιανίστηκαν, είχαν αρχηγό τους τον Μαλάχ, τον οποίον ο Μαλάλας τον αναφέρει ως Βλαχ και ο Θεοφάνης ως Βαλάχ· δ) ότι Ούννοι, Βούλγαροι, Σθλαβίνοι, Άβαροι, Σκλαβίνοι, κατέρχονταν νοτίως του Δουνάβεως στις χώρες της Ρωμανίας, κυρίως σε Θράκη και Μακεδονία, και πολλάκις έφταναν έως την Πελοπόννησο· ε) ότι Σκλαβίνους ή Σθλαβίνους οι βασιλείς της Ρωμανίας μετεγκατέστησαν στο Οψίκιον της Μικράς Ασίας, στην περιοχή της Βιθυνίας· στ) ότι Πατζινάκοι, Ρώσοι, Χρωβάτες, Σέρβοι, Ζαχλούμοι, Τερβουνιώτες Καναλίτες, Διοκλητιανοί, Ρεντανοί, Ούγγροι, Τούρκοι και Τριβαλλοί, εγκαταστάθηκαν σε χώρες της Ρωμανίας νοτίως του Ίστρου· ζ) ότι γίνονταν συχνές επιθέσεις των Βουλγάρων σε όλες σχεδόν τις ελληνικές χώρες της Ρωμανίας· η) ότι ο Νικολίτζας, που τον γνωρίζουμε από το Στρατηγικόν του Κεκαυμένου, είχε έδρα τα Σέρβια· θ) ότι ο Κεκαυμένος είχε μεγάλη δράση· ι) ότι οι Βούλγαροι δέχονταν επιθέσεις από τους Πατζινάκους· ια) ότι ο Διοκλητιανός ήταν Δαλμάτης, ότι ο Ιουστινιανός γεννήθηκε «περί την της Δακίας πόλιν», ότι η βασίλισσα Πουλχερία ίδρυσε τον ναό της Θεοτόκου στις Βλαχέρνες, ότι ο βασιλιάς Αναστάσιος γεννήθηκε στο Δυρράχιο, ότι ο Ιουστίνος ήταν Θράκας κ.λπ.· ιβ) ότι έγινε μεγάλη μάχη στον Αχελώο ποταμό της Μυσίας μεταξύ Βουλγάρων και Ρωμαίων· ιγ) ότι υπήρξε μετεγκατάσταση Λαρισαίων πέριξ της Πρέσπας από τους Βούλγαρους· ιδ) ότι ανάμεσα στους Μακεδόνες στρατιωτικούς υπήρξε και ο Κατζαμούντης, με καθαρά βλάχικο όνομα· ιε) ότι οι Ούζοι είχαν σκυθική καταγωγή· ενώ «οι Ούννοι οι και Σθλαβίνοι»· ιστ) ότι υπήρχαν Αρβανίτες, και πρόκειται μάλλον για τους πρόγονους των σημερινών Αλβανών· ιστ) ότι οι Κομάνοι συνεργάζονταν με τους Πατζινάκους· ιζ) ότι υπήρξε σπουδαία δράση τριών στρατηγών της Ρωμανίας: Βιταλιανός, Σταυράκιος, Λέων Διαβατηνός. Ο Κεδρηνός αναφέρει τους Σικυώνιους ως Ελλαδικούς, όνομα το οποίο πήραν και οι λοιποί Πελοποννήσιοι, και που κατά τον Σχολιαστή του Ιωάννη Τζέτζη: Σικυώνιοι = Ελλάδικοί = Βλάχοι. Επίσης: «κατά της Κωνσταντινουπόλεως έπεμψεν, όπως τοις εκ Δύσεως Ούννοις, ους και Άβαρας καλούσι, μετά και Σθλαβίνων και Γηπέδων συμφωνήσας κατά της πόλεως χωρήσωσι και ταύτην πολιορκήσωσι.» (Ό.π., σ. 728).». (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae Continuata, Georgius Cedrenus, Tomus Prior, Bonnae MDCCCXXXVIII & Tomus Alter, Bonnae MDCCCXXXIX [1839] – Σύνοψις Ιστοριών αρχομένη από κτίσεως κόσμου και μέχρι της βασιλείας Ισαακίου του Κομνηνού, συλλεγείσα παρά του κυρού Γεωργίου του Κεδρηνού εκ διαφόρων βιβλίων. Και Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae Continuata, Georgius Cedrenus, Tomus Alter, Bonnae MDCCCXXXIX [1839] – Σύνοψις Ιστοριών αρχομένη από κτίσεως κόσμου και μέχρι της βασιλείας Ισαακίου του Κομνηνού, συλλεγείσα παρά του κυρού Γεωργίου του Κεδρηνού εκ διαφόρων βιβλίων).
-
Μαρτυρία του Νικολάου Κατασκεπηνού (11ος αι.), στο έργο Βίος και διδαχαί του εν Αγίοις Οσίου Κυρίλλου, για κάθοδο Σκυθών στις «χώρες» της Ρωμανίας, και δη έως τη βασιλεύουσα. (La vie de Saint Cyrille le Phileote, moine byzantine († 1110). Introduction, texte critique, traduction et noyes par Etienne Sargologos, F.S.C., ‚Subsidia Hagiographia, 39‛, Bruxelles 1964).
-
Μαρτυρία του Νικολάου Καλλικλή (τέλη 11ου – αρχές 12ου αι.), που σε ποίημά του για τον αυτοκράτορα Ιωάννη Β’ Κομνηνό (βασ. 1118-1143), μιλάει για Σκύθες και Πέρσες που κατήλθαν στη Ρωμανία, και –κατά τον Σπυρίδωνα Π. Λάμπρο– Σκύθες νοούνται οι Πατζινάκαι και Πέρσες νοούνται οι Σελτζούκοι Τούρκοι. Μιλάει και για Βούλγαρους, Παίονες, Ιταλούς, Δαλμάτες, Τριβαλλούς, που, λίγο-πολύ, διάφοροι μελετητές σχετίζουν ποικιλοτρόπως με Βλάχους, και σε στίχο του ρητά αναφέρει ότι οι Σκύθες οι Αμαξόβιοι είναι στο γένος Ιταλοί! «Σκύθης αμαξεύς. Ιταλών γαύρον γένος». (Ύμνοι των Δήμων εις τον αυτοκράτορα Ιωάννην Κομνηνόν. – Σπυρίδων Λάμπρος, «Νέος Ελληνομνήμων», Τόμος Β΄, 31 Δεκεμβρίου 1905, Τεύχος Δ΄, σ. 385-395. Και Σπυρίδων Λάμπρος, Ο Μαρκιανός Κώδιξ 524 – Ποιήματα Νικολάου Καλλικλέους, «Νέος Ελληνομνήμων», Τόμος Η΄ (1911), σ. 3-59 και 124-192).
-
Μαρτυρία για παρουσία Βλάχων στις Μονές του Αγίου Όρους-Άθωνος (1010-1104), δηλ. για 300 οικογένειες Βλάχων δουλοπαροίκων που κατοικούσαν στον Άθω, όπως προκύπτει από την αλληλογραφία του Αλεξίου Α’ Κομνηνού (βασ. 1081-1118) με τον Πατριάρχη Νικόλαο (1084-1111), οι οποίοι διώχτηκαν από εκεί διότι «διάβολος εισήλθε εις τας καρδίας των Βλαχών και εστόλιζον τας γυναίκας και τας θυγατέρας και ενεδύοντο σχήμα ανδρείον, ίνα καταστρέψη τους ευσεβώς θέλοντας ζην και είχον αυτάς ώσπερ βοσκούς μεθ’ εαυτών, αλλά και εις τας δουλείας των μοναστηρίων, πάσας αυτάς είχον οι μοναχοί εξυπηρετούσας»! Σε τόπο που απαγορεύεται να πάνε σήμερα γυναίκες, τον 11ο και 12ο αιώνα οι Βλάχισσες τον… αλώνιζαν! Το γεγονός αφηγούνται οι μοναχοί Ιωάννης Τραχανιώτης και Ιωάννης Χορταϊτινός. Εξαιρετικό κείμενο. (Διήγησις μερική των Επιστολών Αλεξίου Βασιλέως και Νικολάου Πατριάρχου, γενομένη κατά διαφόρους καιρούς. – Die Haupturkunden fur die Geschichte der Athoskloster, Geosstentheils zum Ersten Male Herausgkgeben und Geosstentheils zum Ersten Male Herausgkgeben und mit Einleitungen Verseilen
von Ph.[ilipp] Meyer, Leipzig 1894, p. 38-47, 100-272). – Τρία αποσπάσματα: «Τριακοσίαι γαρ φαμελίαι ήσαν άπαντες οι Βλάχοι, ο δε βασιλεύς κατούνας έλεγεν είναι τω πατριάρχη, ώστε και δεκατίαν πολλάκις ηβουλήθη εις αυτούς είναι, διά δε τους άρχοντας των επαρχιών ουκ ηθέλησεν τούτο γενέσθαι, ίνα μη επιβαρώσι τα μοναστήρια, καταγινώσκουσι δε και τους μοναχούς. Και ο μεν αριθμός των Βλαχών κατάδηλος γέγονε, των δε μοναχών ουκ ην αριθμός διαγράψασθαι και ειπείν το άπειρον πλήθος εκείνο. Και ω του θαύματος! Έλεγον, ο ησυχαστής εν τω δε τω τόπω, ο ακουστός και φοβερός τοις δαιμόσιν, μετά του δείνος συνεξέρχεται Βλάχου, και ο δείνα ευλαβέστατος ηγούμενος μετά τούδε του ηγουμένου συνεξέρχονται, ομοίως και τα λοιπά μοναστήρια μετά των αυτών φίλων συνεξέρχονται Βλαχών άπαντες πάνοικι. Ην δε ιδείν τα θεόκτιστα και μοναστήρια θεοφύλακτα υπό κουτζών και τυφλών γερόντων φυλαττόμενα. Και ούτως κατηγωνήσατο ο άρχων του σκότους καταδιώξαι οπίσω αυτών, ο νοητός Φαραώ και επισύραι αυτούς βιαίους έως τον ποταμόν Βαβυλώνος. Και ου παύεται μέχρι της σήμερον τα αυτά ποιών ο σκολιός δράκων.» – «Αλλά διά τας κακουργίας των Βλαχών και τας τελεσιουργίας αυτών εδεξάμην τίποτε, διότι μέγα ην το δεινόν και ολέθριον, ώσπερ γαρ οι Μαδιναίοι εποίουν, και εκαλλώπιζον τας γυναίκας αυτών και έφερον ενώπιον του λαού των Ιουδαίων, ίνα πορνεύση ο λαός και αποστράφηται αυτούς ο θεός αυτών, ούτως και ο διάβολος εισήλθεν εις τας καρδίας των Βλαχών και εστόλιζον τας γυναίκας και τας θυγατέρας και ενεδύοντο σχήμα ανδρείον, ίνα καταστρέψη τους ευσεβώς θέλοντας ζην και είχον αυτάς ώσπερ βοσκούς μεθ’ εαυτών, αλλά και εις τας δουλείας των μοναστηρίων, πάσας αυτάς είχον οι μοναχοί εξυπηρετούσας. Τα δε υπ’ αυτών γενόμενα αισχρόν εστι του λέγειν ή γράφειν ή ακούειν. Οι ουν παθόντες και την αμαρτίαν μισήσαντες, αυτοί μοι δέδωκαν ταύτα εγγράφως, τον θεόν μάρτυρα προβαλλόμενοι. Και ταύτα μεν περί της κακίας των ανοσίων Βλαχών, ότι ευρέθησαν δόλιοι και απατεώνες.» – «…ίνα μηκέτι Βλάχους εισάξουσιν πώποτε εν τω αγίω όρει εις τοναιώνα.…» (Βλ. και M. Gyoni, Les Vlaques du Mont Athos au debut du XIIe siècle, ‚Etudes slaves et roumaines‛, I, 1948, σ. 30-42. Petre Ş. Nsturel, Apercu critique des rapports de la Valachie et du Mont Athos des origines au debut du XVI-e siecle, RESEE, II, 1964)
-
Μαρτυρίες από το Χρονικόν του Νέστορος (1111/1113): α) ότι οι Σλάβοι έκαναν εμφάνιση στον Δούναβη το έτος 860, ενώ οι Βούλγαροι βρίσκονταν ήδη στην Ελληνική Χερσόνησο από το έτος 680 (με τον Ασπαρούχ), και το έτος 880 ήταν όλοι τους ήδη βαπτισμένοι! β) ότι πριν τον Βόλγα υπήρχε ποταμός με ονομασία Volchow (Βλάχος;!), κι αναφέρει τους Βλάχους με τις ονομασίες: Voloche, Voloques, Volaques, Vlokhs, Volochi, και πρόκειται –βέβαια– για πληθυσμούς άνωθεν του Ίστρου· γ) ότι τους δύο λεγόμενους «σλαβαποστόλους» τους αναφέρει με τα ονόματα «Methode» και «Constantin»· δ) ότι το Βλαχερνός είναι όνομα από τις λ. Βλάχ και έρνος [έρνος = βλαστάρι, βλαστός], οπότε Βλαχερνός σημαίνει βλαστάρι ή γιος του Βλάχου, και Βλαχερνές είναι μια βλάχικη αποικία δίπλα στην ΚΠολη, προερχόμενη από τους Σκύθες, βορείως του Δουνάβεως, πριν από τον 5ο αιώνα. Πολύ ενδιαφέρον κείμενο και απαιτεί προσοχή η μελέτη του. (La Chronique de Nestor, Traduite en Francais d’apres l’edition Imperiale de Petersbourg (Manuscrit de Koenigsberg), Accompagnee de Notes et d’un regueil de pieces inedites Touchant les anciennes relations de la Russie avec la France; par Louis Paris, Tome Ier, Paris 1834. Και La Chronique de Nestor, Traduite en Francais d’apres l’edition Imperiale de Petersbourg (Manuscrit de Koenigsberg), Accompagnee de Notes et d’un regueil de pieces inedites Touchant les anciennes relations de la Russie avec la France; par Louis Paris, Tome II, Paris 1835. Βλ. και G. Popa-Lisseanu, Membru Corespondent Al Academiei Romane, Izvoarele Istoriei Rom}nilor, Volumul VII. Cronica lui Nestor. Traducere și comentarii, Cu o Harta, Bucuresti, Typografia „Bucovina‛, I.E. Toroutiu, 1935).
-
Μαρτυρία από την Anonymi Historia Hungarica (1160-1170), για Σκύθες, Βούλγαρους, Κουμάνους, Μολδαβούς, Ούγγρους Βλάχους κ.λπ., και για Σκυθία, Τρανσυλβανία, Ουγγαρία, Μολδαβία, Βλαχία κ.λπ., άνωθεν του Δουνάβεως. Οι όροι Βλάχος, Βλαχία, με το λατινικό αλφάβητο γράφονται: Blacus, Blacorum, Valachia (Flaccis, Flacci, Flaccia), Bala-cheium, Walachiae, Walachiam, Walchos (Germani Welschas dicunt, quo nomine Italos aliquando), Wallos/Gallos (Galli, Walli, Walachi, Blachi, Walones). Τα κυρίαρχα έως σήμερα υποστηριζόμενα περί Βλάχων και της ονομασίας τους απηχούν απόψεις που εκφράστηκαν σε παλαιότερες εποχές και έχουν ιστορική αξία. – Το Index αναφέρει: «Welsch: Germanis Italicum significant, inde Walach nomen.» – «Cumania nigra: nunc Moldauia.» – «Bulgari: olim Moesi dicti.» Ήτοι: «Οι Γερμανοί ονομάζουν Βλάχους τους Ιταλούς» – «Μαύρη Κουμανία είναι η νυν Μολδαβία», «Βούλγαροι ονομάζονται οι πρότερον Μυσοί». (Scriptores Rervm Hvngaricarvm Veteres, ac Genvini, Partim Primvm Ex Tenebris Ervti; Partim Antehac Qvidem Editi, Nunc Vero Ex Mss. Codicibvs, et Rarissimis Editionibvs, Bibliothecae Avgvstae Vindobonen-sis, Plvrimis Variantibvs Lectionibvs, et Necessariis, Hinc Inde, Qvibvsdam Notis Illustrati; Partim Etiam Ad Nostra Vsqve Tempora Continvati, Mvltisqve in Locis Avctiores Redditi, Antiqvissimis Demvm Icvncvlis Exornati, et cvm Amplissima Praefatione, Matthiae Belii, nec non Instrvctissimo Pervm Verborvmqve Indice, in Nitidissimam Hanc Forman Redacti. Cvra et Stvdio Ioannis Georgii Schwandtneri Avstriaci Stadelkirchensis. Impensis Ioannis Pavli Kravs, Bibliopolae Vindobonen-sis, MDCCXLVI [1746] – Francisco Romanorvm Impertori, Mariae Theresiae Hvngarorvm et Bohemorvm Reginae, Piis Felicibvs Avgvstis, Regnorvm et Temporvm Reparatoribvs, Scriptores Rervm Hvngaricarvm, D.D.D., Sveditorvm Minimvs Kravsivs Bibliopola – I. Anonymi, Belae Regis Notarii, Historia Hvngarica de Septem Primis, Dvcibvs Hvngariae. Qvam ad Vsvm, et Vtilitatem Pvblicam, ex Codice M.S. Membranaceo Bibliothecae Avgvstae Vindobonensis, Clementissimo Indvltv Nvnc Primvm Accvratissime Exscripsit Ioannes Georgivs Schwandtnerys, Avstriacvs Stadelkirchensis. Και II. M. Iohannis de Thewrocz Cronica Hvngarorum, Ab Origine Gentis, Inserta Simvl Chronica, Iohannis Archidiaconi de Kikvllew, Ad Annum Vsqve` Christi MCCCCLXIV [1464], et Vltra Perdvcta, Nvnc Ad Fidem Dvarvm Editionvm, Brvnnensis Nimirvm et Avgvstanae de Anno MDCCCCLXXXVIII [1988], Nec Non M.S. Codicis Membranacei Bibliothecae Avgvstae Vindobonnensis Recognita, Avcta, et Emendata, Sparsisque Ovibvsdam Notis ac Plvrimis Variantibvs Lectionibvs, ex Bvdensi Qvoqve Chronico Antiqvo Illustrata, A Ioanne Georgio Schwandtnero Avstriaco Stadelkirchensi).
-
Μαρτυρία του Ιωάννη Τζέτζη (1110-1180 ή 1185): α) ότι ο Αχιλλέας στην Τροία εξ «Ούννων Βουλγάρων στράτευμα και Μυρμιδόνων άγων»· δανείζεται την άποψη από τον Μαλάλα, που γράφει ότι «ο αυτός Αχιλλεύς, έχων ίδιον στρατόν των λεγομένων Μιρμυδόνων τότε, νυνί δε λεγομένων Βουλγάρων»· β) ότι «Σικυών εστίν η χώρα των Ελλαδικών Βλάχων. Nota res est Malala Hron. 4, init Sicyonios scrioribus temporibus dictos fuisse Ελλαδικούς· των Σικυωνίων, των νυνί λεγομένων Ελλαδικών. Sed in nomine Βλάχων haereo»· γ) ότι οι Παίονες ονομάζονταν Βούλγαροι, «Πυραίχμης των Παιόνων δε, τουτέστι των Βουλγάρων»· δ) ότι «Αυσονίτις, γη Ιταλική από Αύσονος του Οδυσσέως και Κίρκης παιδός» και «Οι δε Τραγικών ημάς τους Γραικούς Έλληνας Αύσονας λέγοντες αυθεντική αδεία και ποιητική τούτο ποιούσιν»· ε) ότι υπήρχαν πολλές ενδιαφέρουσες λέξεις στον καιρό του – τις οποίες συναντούμε σήμερα στα βλάχικα: πόρκος: ζώον Ίστρου (πόρκου = χοίρος, γουρούνι), νάω: ρέω (νάρι = ρίνα, μύτη), γρουνός: κορμός, πλοίον (γρούνjιου ή γκρούνjιου = πηγούνι), καλαύρωψ: ράβδος εστί ποιμενική (κâρλίγκου = ποιμενική ράβδος, κλίτσα και κâρλιμπάνâ = το σχήματος πλαγίου S τμήμα της άκρης της ποιμενικής ράβδου), πίνος: ρύπος (πίνου ή ουσấκου = ρύπος των ερίων), γάνος: γάλα (γάρου = γάρος, άλμη από γάλα για συντήρηση του τυριού), τόρμα: χάραγμα (ούρμâ = ίχνος, χάραγμα), δάνος: δώρον (ντούνâ και δοάρâ = δώρο), αυλών: στενός τόπος (αβλâγấ = αυλαγάς, στενός ή μικρός τόπος), φιτύω: γεννώ και φίτυς: η γέννησις και ο γεννήτης (φέτου = γεννώ, φιτάρε ή φετάρε = γέννα, γέννηση), κόρη: κυρίως η καθαρά και παρθένος (κούρου = καθαρίζω και κουράτου = καθαρισμένος και καθαρός), «Αρήναν δε μοι γίνωσκε την άμμον ονομάζειν» (αρίνâ = άμμος)· στ) ότι «Τον δε Αχιλλέα Πελασγικόν εκάλεσεν ως Φαρσάλιον»· ζ) ότι «Εν Σκυθία εστίν αιγιαλός εις μήκος διήκων χιλίων σταδίων, ος Αχίλλειος δρόμος καλείται, επειδή μόνος Αχιλλεύς τρέχων εκείσε διέβη» – «Και ο μεν Αχιλλεύς πέντε έτη εις Σκυθίαν θρηνών διατρίψει ιμείρων του λέχους της Ιφιγενείας»· η) ότι «Τα δε των νεωτέρων επίσταμαι, ότι αμαθίας και αναισθησίας αδεία και ημάς, του Ελληνικού γένους όντας, Αύσονας λέγουσιν»· θ) ότι «Μεσσαβούν: Έν σ γράφεται μεσαβούν· λέγεται δε το ζευγνύειν κυρίως βόας· καταχρηστικώς δε και έτερα ζώα. Μέσαβα δε λέγονται αι του ζυγού γλυφαί, ένθα οι αυχένες των βοών δέδενται, ως Καλλίμαχος [311-240 π.Χ.]· Μέσσαβα δε και μεσσαβούν, διά δύο σσ γράφων τις, Αιολικής διαλέκτου τούτο λεγέτω»· από αυτή τη λέξη μεσσαβούν ονομάσθηκε η αρμάνικη πολίχνη Μέσσοβον ή Μέτσοβον –της οποίας το παρακείμενο όρος ονομάζεται Ζυγός, βλχ. Ζjιούγκου–· ι) ότι «Η δε Ευρωπαία Σκυθία εστί περί Μαιώτιν και Τάναϊν. Ιώσηπος δε ο Εβραίος και τους Αλανούς Ευρωπαίων Σκυθών γένος φησίν, οικούντας περί την Μαιώτιν την αυτήν και τον Τάναϊν, κατά την των Υρκανίων πάροδον και Κασπίων»· ια) ότι «Γόνος, η λεγομένη Γονούσα, εστί και πόλις Περραιβοίας. Οι δε Περραιβοί, έθνος Ηπειρωτικόν»· ιβ) ότι «Αύσονες Πελλήνιοι. Πελλήνη, πόλις Αχαΐας· από ταύτης εγένοντο άποικοι τινές εν Ιταλία. Από δε Τροίας πλέοντες οι Ρόδιοι ήλθον εκείσε, και επολέμησαν αυτούς, ένθα και Φιλοκτήτης αναιρείται βοηθών τοις Ροδίοις· Αύσονες ουν οι εν Ιταλία οικήσαντες εκ Πελλήνης»· ιγ) ότι «Φέρης γαρ έκτισε πόλιν Φεράς, ήτις νυν Σέρρα καλείται»· ιδ) ότι «Ο Αινείας από Μακεδονίας ήλθεν εις Ιταλίαν»· ιε) ότι «εκ της Βερροίας <apogr. βερροίας> ης είχε την επαρχίαν και των Σελών, ου των περί Λάρισσαν, ων Όμηρος μέμνηται, <Ιλ. Π 235> οι νυν χωρίον υπάρχοντες εντελές, Σελουστιάνοι λέγονται, αλλ’ υπό Σελών ***ω παραρρεί ο ποταμός ο Στρύμων και η Βοιβηΐς λίμνη <apogr. Βηβηΐς> Βέρβισζα νυν καλουμένη βαρβαρικώς, ως και οι Σελοί ούτοι Σέλητζα»· ιστ) ότι «Ίβηρες δε και Αβασγοί και Αλανοί έν γένος· / Οι Ίβηρες πρωτεύοντες, οι Αβασγοί δευτέραν, / Οι Αλανοί δ’ εσχήκασιν τάξιν τριών υστέραν»· ιζ) ότι «Σκύθης μεν ην, ως έφημεν, ο ρήτωρ Δημοσθένης»· ιη) ότι «Τρία τα έθνη των Σκυθών, ων μάνθανε τας κλήσεις, / Μαιώται και Καυκάσιοι και Ωξιανοί δε»· ιθ) ότι «Παίονες δε οι Βούλγαροι. μη πείθου τοις βουβάλοις, / “Άλλους τινάς τους Παίονας νομίζειν παρά τούτους, / Οι Άξιον νομίζουσιν έτερον τον Βαρδάρη, / Και Αξειόν, ουκ Άξιον φασι γραφή διφθόγγω, / Ώσπερ μηδέ ακούσαντες επών των Ομηρείων”. / “Αυτάρ Πυραίχμης άγε Παίονας αγκυλοτόξους, / Τηλόθεν ένθεν έλεξεν, απ’ Αξίου ευρυρέοντος”.|| Από του Πίνδου όρους δε και των μερών Λαρίσσης / Και εκ Δυρραχίου δε πάλαι κρατούντες ήσαν, / Μέχρι σχεδόν της πόλεως αυτής της Κωνσταντίνου, / Άχρι του αυτοκράτορος κρατίστου Βασιλείου, / Ος παντελώς συνέτριψεν εκείνων τον αυχένα, / Και δούλους τούτους τέθεικε τω των Ρωμαίων κράτει.» – Ώστε ο Ιωάννης Τζέτζης (1110-1180) με σαφήνεια γράφει ότι οι Παίονες ή Βούλγαροι κατοικούσαν σε χώρο που εκτεινόταν από το όρος Πίνδος, τα μέρη της Θεσσαλικής Λάρισας και το Δυρράχιο έως την Κωνσταντινούπολη, και αυτούς συνέτριψε ο Βασίλειος Β΄ (ο Βουλγαροκτόνος: 958-1025). Πρόκειται για τους ίδιους Βούλγαρους που αναφέρει ο Ιωάννης Μαλάλας (~491-578) ότι υπήρχαν στα χρόνια του μεγάλου Ιουστινιανού (482-565, βασ. 527-565), και οι οποίοι ουδεμία σχέση είχαν με τους Βούλγαρους του Ασπαρούχ (640-701), των οποίων απόγονοι είναι οι κάτοικοι της νυν Βουλγαρίας. Οι Βούλγαροι των Μαλάλα, Κεκαυμένου, Άννας Κομνηνής, Τζέτζη κ.ά., είναι αρμανόγλωσσοι πληθυσμοί, όπως με σαφήνεια γράφει ο Ιωάννης Ζωναράς, στο περίφημο Λεξικό του: «Παίονες· γένος Λατίνον ή έθνος Θρακικόν· οι δε Μακεδόνας»· κ) ότι «Τους Κιμμερίους οι πολλοί έθνος φασίν υπάρχειν / Περί τον Ταύρον των Σκυθών και την Μαιώτιν λίμνην, / Οίπερ αφώτιστοί εισιν, ήλιον ουχ ορώντες // Όμηρος Κιμμερίους δε παρ’ Ιταλίαν λέγει, / Και αφωτίστους εισαεί τούτους φησίν υπάρχειν. / Και τούτο θόρυβον πολύν τοις φυσικοίς παρέσχεν. // Εισί δε οι Κιμμέριοι μέρος βραχύ και δήμος / Έθνους τινός Ιταλικού. αι δε οικήσεις τούτοις / Εν φάραγξι και κοίλοις δε καταδένδροις τόποις. / Και ούτω ήλιος αυτοίς ουδόλως επιλάμπει. / Εκεί και λίμνη τις εστι Σιάλα καλουμένη, / Ήι και φύλλα πίπτοντα βυθίζεται των δένδρων» – «Οι Σαυρομάται Σκύθαι δε, ους περαντάδας λέγεις» – «Και τούτο γίνωσκε καλώς, μηδέ σε λανθανέτω, / Ως Αβασγοί και Αλανοί και Σάκαι δε και Δάκαι, / Οι Ρως και Σαυρομάται δε και οι ιδίως Σκύθαι / Και παν οπόσον πρόσοικον έθνος πνοαίς Βορέου / Κοινώς κατονομάζονται Σκύθαι, Σκυθών τη κλήσει»· κα) ότι «Γλαύκους χλωρούς καν είκοσι, απάκιν βερζητίκιν· χλωρούς λέγων τους προσφάτους, προς αντιδιαστολήν του Βερζιτικίου»· κβ) ότι «Οι πόλιν γαρ την άνασσαν ναίοντες Κωνσταντίνου, / Ουχί μιάς φωνής εισί και έθνους ενός μόνου, / Μίξεις γλωσσών δε περισσών, άνδρες των πολυκλέπτων»· κγ) ότι «σημείωσον τρία γένη Θρακών· Οδρυσσοί, Μελινοφάγοι και οι Σκύθαι· ο δε Ξενοφών υπέρ Βιθυνίαν ετέρους Θράκας φησί»· κδ) ότι «Φιλίππου έτη κ, και εν τω Ιλλυρικώ πόλιν κτίσας εκάλεσεν αυτήν Θεσσαλονίκην, έπειτα και την Θετταλίαν υποτάξας, κατεκράτησε»· κε) ότι «Δαλμάται Αρμένοι είναι μοι δοκούσι και Φρύγες». – Ώστε, κατά τον Ιωάννη Τζέτζη, οι Ελλαδικοί της Σικυώνος, ήτοι οι Πελοποννήσιοι, ήταν οι λεγόμενοι Βλάχοι του καιρού του, οι δε Βούλγαροι και Παίονες του καιρού του ήταν οι κάτοικοι των περιοχών της Θεσσαλίας, Λάρισας, Πίνδου, Δυρραχίου έως την Κωνσταντινούπολη (μέγα μέρος των οποίων εξόντωσε ο Βασίλειος Βουλγαροκτόνος), ουδεμία σχέση είχαν με τους Βούλγαρους του Ασπαρούχ, οι δε πρόγονοι αυτών ήταν οι Μυρμιδόνες που είχαν πάει με τον Αχιλλέα στον πόλεμο της Τροίας. Ο Ιωάννης Ζωναράς, στο Λεξικό του, τους αναφέρει ως Λατινικού γένους, και άρα ως λατινόγλωσσους και ότι τέτοιοι ήταν και οι τότε Μακεδόνες: «Παίονες· γένος Λατίνον ή έθνος Θρακικόν· οι δε Μακεδόνας». Αποκαλύπτεται ότι τα κείμενα του Ι. Τζέτζη σχετίζονται με τους Βλάχους, τους οποίους αποκαλεί Σικυωνίους ή Ελλαδικούς! (Tzetzae, Allegoriae Iliadis accedvnt Pselli Allegoriae, Qvarvm vna inedita, Cvrante Jo. Fr. Boissonade, Lutetiae, Apvd Dumont, Biblioplam, a l’ Institut, MDCCCLI [1851] – Υπόθεσις του Ομήρου αλληγορηθείσα παρά Ιωάννου Γραμματικού του
Τζέτζου, τη κραταιοτάτη βασιλίσση και ομηρικωτάτη κυρά Ειρήνη τη εξΑλαμανών. Και Ισαακίου και Ιωάννου του Τζέτζου, Σχόλια εις Λυκόφρονα… M. Christ. Gottfried Muller… Volumina Tria, Lipsiae MDCCCXI [1811] – De Lycophrone Eiusque Poemate Veterum et Recentiorum Iudicia ac Testimonia – Scholia Tzetzae in Lycophronem ex Editione Sebastiani, Repetita, Cum tribus codd. Mss. Vitebergensibus unique cizensi, Collata et Emendata.Και Ioannis Tzetzae, Antehomerica, Homerica et Posthomerica e Coticibus Edit et Commentario Instruxit Friedericus Iacobs, Lipsiae MDCCXCIII [1793]. Και Ιωάννου του Τζέτζου Βιβλίον Ιστορικής της διά στίχων πολιτικών, Άλφα δε καλουμένης – Ioannis Tzetzae Historiarum Variarum Chiliades . .
. Instruxit Theophilus Kiesslingius . . . Lipsiae MDCCCXXVI [1826]. Και Ioannis Tzetzae, Epistolae … Adiecit Theod. Pressel, Tubingae, MDCCCLI [1851] – Επιστολαί Ιωάννου Σζέτζου. Και Anecdota Graeca, E Codd. Manuscriptis, Bibliothecarum Oxoniensium, Descripsit J.A. Cramer, S.T.P., Aulae Novi Hospitii Principalis, Necnon Academiae Orator Publicus, Vol. IV, Oxonii, E Typographeo Academico MDCCCXXXVII [1837] – Tzetzis Scholia in Hermogenem). –
Ίσως, όμως, με λόγια του Ι. Τζέτζη, πρέπει να δώσω το κοινωνικό κλίμα της ΚΠολης του καιρού του, όπως αυτός εύγλωττα το περιγράφει σε εξαίσιο ποίημά του, στο οποίο δεν αφήνει περιθώρια παρανοήσεων:
————————————————————
και Σκύθην Σκύθαις εύροις με, Λατίνον τοις Λατίνοις
και πάσιν άλλοις έθνεσιν ως ένα γένος τούτων.
και Σκύθην ασπαζόμενος ούτω προσαγορεύω·
καλή ημέρα σου, αυθέντριά μου, καλή ημέρα σου, αυθέντα μου.
σαλαμαλέκ αλτή [- – -] σαλαμαλέκ αλτούγεπ.
τοις Πέρσαις [Σελτζούκους] πάλιν περσικώς ούτω προσαγορεύω·
καλή ημέρα σου αδελφέ, πού υπάγεις, πόθεν είσαι, φίλε;
ασάν χαΐς κουρούπαρζα χαντάζαρ χαραντάση.
τω δε Λατίνω προσφωνώ κατά Λατίνων γλώσσαν·
καλώς ήλθες αυθέντα μου, καλώς ήλθες, αδελφέ.
βένε βενέστι δόμινε, βένε βενέστι φράτερ,
πόθεν είσαι και από ποίου θέματος ήλθες;
ούνδε ες ετ δεκούαλε προβίντζια βενέστι;
πώς, αδελφέ, ήλθες εις ταύτην την πόλιν;
κόμοδο φράτερ, βενέστιν ινίσταν τζιβιτάτεμ;
πεζός, καβα<λλά>ριος, διά θαλάσσης, θέλεις αργ[είν];
πεδόνε, καβα<λλά>ριους, περμάρε, βις μοράρ[ι];
τοις Αλανοίς προσφθέγγομαι κατά την τούτων γλώσσαν·
καλή ημέρα σου, αυθέντα μου, αρχόντισσα, πόθεν είσαι;
ταπαγχάς μέσφιλι χοινά κορθιν [- – – – -]
ουκ αισχύνεσαι – αυθέντριά μου
το φάρνετζν κίντζι μέσφιλι καιτερφουά [- -] ούγγε.
τοις δ’ Άραψιν ως Άραψ αραβικώς προς [λέγω]·
πού υπάγεις, πόθεν είσαι, αυθέντριά μου, αυθέντα μου, καλή ημέρα σου,
αλενταμόρ βενένεντε σιτή μουλέ σεπάχα.
πάλιν τοις Ρως ως έχουσιν έθος προσαγορεύω·
υγίαινε, αδελφέ, αδελφίτζα, καλή ημέρα σου
το σδρα πράτε, σέστριτζα και <το> δόβρα δένη λέγω·
τοις δ’ αρ’ Εβραίοις προσφυώς εβραϊκώς προσλέγω·
μεμαγευμένε τυφλέ
μεμακωμένε βηθφαγή βεελζεβούλ τιμαίε [. . .]
ούτω τοις πάσι προσλαλώ πρόσφορα και πρεπώδη
καλλίστης έργον εγνωκώς οικονομίας τούτο.
—————————————————————
(Cyril Mango, «Βυζάντιο, η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης», ΜΙΕΣ, Αθήνα
1988, σ. 105).
-
Μαρτυρία του 1124, για έναν Βλάχο Τούρκο πρίγκιπα στην Αντιόχεια (Balachus Turcicus princeps), για τον οποίο αναρωτιέμαι: ποιος μπορεί να είναι αυτός; Βλ. στα επόμενα και Μαρτυρία του Henrich Pantaleon (1522-1595), έτους 1580. (Mathias Flacius Illyricus, Oporinus, Ecclesiastica historia, integram ecclesiaae Christi ideam, quantum ad locum… Basileae 1569, σ. 1901-1904).
-
Μαρτυρία από Έγγραφα του Αγίου Όρους: α) ότι το 1142 στη Χαλκιδική (Ερισσό) μεταξύ των κατοίκων υπήρχαν κάποιοι σχετιζόμενοι με τη Μονή Ζωγράφου, έχοντες τα ονόματα: Γαργαλάς, Στέφανος ο Μαυρόβλαχος· β) ότι το 1315, πάλι κάποιοι σχετιζόμενοι με τη Μονή Ζωγράφου, είχαν τα ονόματα: χήρα Ευδοκία η Βλαχιαννώ, Ιωάννης ο Βλαχοϊωάννης· γ) ότι το 1333, στον Χάντακα του Στρυμόνα, υπήρχε και όνομα Ιωάννης ο Βλάχος. Τα Έγγραφα επιβεβαιώνου την κατά τον 12ο και 14ο αιώνα παρουσία Βλάχων στη Χαλκιδική, στη Θεσσαλονίκη και στις Σέρρες. (BΥZANTINA
ΧΡΟΝΙΚΑ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ TOY ΙΓ΄ ΤOMOΥ. ВИЗАΗТІЙCKIЙ BPEMEH-HИKЪ. ПРИЛОЖЕHIЕ КЪ XIII ТОМУ. № 1. ACTES DE L’ATHOS. IV. ACTES DE ZOGRAPHOU PUBLIES PAR W. REGEL, E. KURTZ ET В. KORABLEV. САНKTПЕТЕРБУРГЪ. ТИПОГРАФІЯ ИМПЕРАТОРСКОЙ АКАДЕМIИ НАУКЪ. 1907).
-
Μαρτυρία του Επισκόπου Θεσσαλονίκης Ευστάθιου (1115-1195/6): α) ότι «Και η μεν των Ιταλών γη πάλαι ποτέ πολλούς δεξαμένη Έλληνας μεγάλη επωνομάσθη Ελλάς»· β) ότι «Το γαρ Σκυθικόν ληστρικόν της ετέρας περαίας του ποταμού καταπηδήσαν· ο Σκύθης όχλος ουκ έφθη δραμών επί τα έμπροσθεν· οι δρομάδες νομάδες ούτοι Σκύθαι· Σκύθην εκείνον απειροπληθή όμιλον παρεστήσατο· πανσπερμίαν Σκυθικήν κατασπαρήναι μυριαχού της Θράκης· το Σκυθικόν άγριον φύλον μέμηνεν· Σκύθαις γαρ φασιν ουδέν επεχωρίαζεν ίδιον, ότι μη ξίφος και σκύφος»· γ) ότι «την Βουλγαρικήν και άμα Βλαχικήν έφοδον άγει αναιδευσαμένην»· δ) ότι οι Σέρβοι/Σερβιώτες είναι «Κιμμέριοι»· ε) ότι «Οι Σκύθαι Ασιανοί εισι κατά τον Διονύσιον· ούκουν απλώς Ευρωπαία πάντα τα βόρεια του Τανάϊδος· έθνος Σκυθικόν οι Αριμασποί· προς βορράν Ευξείνου η Μαιώτις λίμνη, και ότι Σκύθαι αυτήν αμφινέμονται και εις αυτήν τερματούνται»· στ) ότι τέμπη θα πεί «ελώδη» και «άσιος» είναι ο νυν λεγόμενος βαλτόμπουφος· ζ) «Ότι προς βορέαν τω Ίστρω έθνη κείται ταύτα, Γερμανοί, Σαμάται, ήτοι Σαρμάται, κατά έλλειψιν του ρ αμεταβλήτου, ως προγέγραπται, και Γέται και Βαστάρναι, Δακών τε άσπετος γη, και Αλανοί και Ταύροι οι και Ρώσοι, οι περί τον Αχιλλέως δρόμον, και Μελάγχλαινοι και Ιππημολγοί, περί ων εν τοις εις την Ιλιάδα γέγραπται, και Νευροί και Ιππόποδες οι κατά τινας Χάζαροι, και Γελωνοί και Αγάθυρσοι· και ούτοι μεν βόρειοι. Προς νότον δε τω Ίστρω Γέρραι, και Ωρίκια ερυμνά άστεα, και Παννόνιοι οι κατά τινας Βούλγαροι, και Μυσοί Θρακών βορειότεροι, και Θράκες αυτοί απείρονα γαίαν έχοντες. Ότι τους Γέτας Διονύσιος μεν προς βορράν του Ίστρου οίδεν, ως ανωτέρω είρηται· καθά και τους Σαρμάτας, οι έθνος εισί Σκυθικόν. Εγένοντο δε ποτε οι Γέται, φησί, και τοις Ρωμαίοις φοβεροί, διαβαίνοντες τον Ίστρον, και λεηλατούντες τους τε Ιλλυριούς και τους Θράκας και τους Μακεδόνας»· η) ότι «Δάκαι Δάοι ποτέ ωνομάζοντο. και πλησίον του ποταμού Βορυσθένους φησί την Δακίαν διήκειν. Φέρεται δε ιστορία, και νοτιωτέρους του Ίστρου Δάκας είναι· φασί γαρ ότι Αυρηλιανός τους περί την Δακίαν απωκισμένους Ρωμαίους εκείθεν εξαγαγών διά τους εν τη περαία του Ίστρου κινδύνους εν μέση Μυσία καθίδρυσε, την χώραν ονομάσας Δακίαν»· θ) ότι «Ηρόδοτος δε ου μόνον Γελωνόν και Αγάθυρσον υιούς Ηρακλέος λέγει, αλλά και Σκύθην νεώτατον και γενναιότατον, ους εγέννησε Ηρακλής ελθών εις την των Σκυθών γην. Τους δε Γελωνούς Έλληνας το αρχαίον είναι φησί γης εργάτας»· ι) ότι «Λατίνοι οι μετά τους Τυρρηνούς και τους Πελασγούς ελέγοντο, εν οις και οι περί την Ρώμην». – Στο ποικίλο έργο του ο Ευστάθιος δίνει πληροφορίες και για την εξέγερση των Βλάχων και Βουλγάρων στα χρόνια των Αγγέλων, και κυρίως για τους Σκύθες, Παίονες, Δαλμάτες, Δάκες, Γήπαιδες και άλλους λαούς της εποχής του. (Fontes Rerum Byzantinarum, Sumptibus Academiae Caesareae Scientiarum, Accuravit W. Regel, Tomus I, Fasciculus 1, Petropoli A, MDCCCXCII [1892] – Ευσταθίου Θεσσαλονίκης μητροπολίτου, σ. 1-131. Και Eustathii Metropolitae Thessalonicensis, Opuscula, Accedunt Trapezuntinae Historiae Scriptores Panaretus et Eugenicus, E Codicibus Mss. Basileensi, Parisinis, Veneto, Nunc Primum Edit Theophil. Lucas Frider. Tafel, Francofurti ad Moenum, MDCCCXXXII [1832]. Και Geographi Graeci Minores, Carolus Mullerus, Volumen Secundum,… Eustathii Commentarii, Parisiis MDCCCLXI (1861) – Ευσταθίου Παρεκβολαί, σ. 201-407.).
-
Μαρτυρία του Ρήτορα Μιχαήλ της Θεσσαλονίκης, έτους 1147: α) ότι «την των Μακεδόνων λέγω μητρόπολιν, ην ο πάλαι μεν χρόνος Θέρμην εκάλεσεν, ο νυν δε Θεσσαλούς και νίκην συνθείς όνομα» (Θεσσαλονίκη)· β) ότι Δάκοι και Γήπαιδες είναι οι ίδιοι «ούτω τον παρίστριον Δάκην, ούτω τον Γήπαιδα· το αξιόμαχον Δακικόν επί τους συγγενείς και γειτνιάζοντας Γήπαιδας· Δάκης γαρ και Γήπαις ομορείτον παρά τοσούτον, όσον ουκ εκ της αυτής όχθης […] μη διεστώτας Δάκας μεν Γηπαίδων γνώμη διέστησας, Γήπαιδας Δακικών αποικίσας έχεις και τόπων, σχεδόν γαρ ηνδραποδίσθησαν παγγενή […]· χείρες δε Γηπαίδων οι Δάκαι πρότερον και τα πολλά συγγενείς· το γαρ Δακικόν και σου υπήκοον προ πολλού τω Γηπαιδάρχη προσθέμενον»· γ) ότι υπήρχαν και Σθλαβίνοι. (Fontes Rerum Byzantinarum, Sumptibus Academiae Caesareae Scientiarum, Accuravit W. Regel, Tomus I, Fasciculus 1, Petropoli A, MDCCCXCII [1892] – Μιχαήλ Θεσσαλονίκης ρήτορος, σ. 131-182).
-
Μαρτυρία του Νείλου Δοξαπατρή (12ος αι.): α) ότι στην Εκκλησία της Ρώμης υπάγονταν, κατά το 1143, «και Θεσσαλονίκης, Σκλάβων, και Αβάρων, και Σκυθών έως Δανουβίου ποταμού τας εκκλησιαστικάς οροθεσίας…» και όλες οι περιοχές του νυν ελλαδικού χώρου, και δεν τελούσαν υπό τον έλεγχο της Εκκλησίας της ΚΠολης, ενώ η διάσπαση των εκκλησιών και το σχίσμα υπήρχε ήδη από το έτος 1054· β) ότι «η Βουλγαρία, μη ούσα εξαρχής Βουλγαρία· ύστερον δε διά το αυτήν υπό των Βουλγάρων κυριευθήναι λέγεται Βουλγαρία. Έμεινε ουν και αυτή αυτοκέφαλος διά το υπό βασιλικής εξουσίας αποσπασθήναι της χειρός των Βουλγάρων, ήτοι του βασιλέως Κύρου Βασιλείου Πορφυρογεννήτου, [Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος: 958-1025, βασ. 976-1025] και μη αντατεθήναί ποτε τη Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως. Έχει δε και η Βουλγαρία επισκοπάς πλείους των τριάκοντα, ων υπερκάθηται και πόλις Αχρίς εν τούτοις». (J.-Migne, Patrologia Graeca, Tomus CXXXII (132) – Theophanes Cerameus, Alii – Nilus Doxapatrius,
Anno Domini MCXLIII, Notitia – Νείλου Δοξαπατρίου Τάξις των Πατριαρχικών Θρόνων – Nili Doxapatrii Notitia Thronorum Patriarchalium).
-
Μαρτυρία του Θεόδωρου Προδρόμου (~1110 – 1165/70), ότι επί των ημερών του ήταν γνωστά και φημισμένα τα βλάχικα τυριά και οι κάππες των Βλάχων, και σχετίζονται δε με Ελλαδικούς Βλάχους. (D.-C. Hesseling et H. Pernot, Poemes Prodromiques, en Grec Vulgaire, Amsterdam 1910. Και Grecque Vulgaire, publiee par Emile Legrand, repetiteur de greec modern a l’ecole special des langues orientales vivantes, Tome Premier, Paris 1880).
-
Μαρτυρία του Τιμαρίωνος (12ος αι.) ότι στην εποχή του «Εορτή δη εστι τα Δημήτρια, ώσπερ εν Αθήνησι Παναθήναια, και Μιλησίοις τα Πανιώνια· γίνεται δε και παρά Μακεδόσι μεγίστη των πανηγύρεων. Συρρεί γαρ επ’ αυτήν ου μόνον αυτόχθων όχλος και ιθαγενής, αλλά πάντοθεν και παντοίος, Ελλήνων των απανταχού, Μυσών των παροικούντων γένη παντοδαπά Ίστρου μέχρι Σκυθικής, Καμπανών, Ιταλών, Ιβήρων, Λυσιτανών και Κελτών των επέκεινα Άλπεων· και συλλήβδην ειπείν, ωκεάνειοι θίνες ικέτας και θεωρούς επί τον μάρτυρα πέμπουσι· τοσούτον αυτώ της δόξης κατά την Ευρώπην περίεστιν». (Timarion’s und Mazaris’ Fahrten in den Hades nach Has’s und Boissanade’s Recension und erster Ausgabe des Textes, griechisch und deutsch mit Einleitung und Anmerkungen herausgegeben von A. Ellissen, Leipsig 1860 – Analekten der mittelund neugriechischen Literatur Leipsig 1860 –Σιμαρίων ή Περί των κατ’ αυτόν παθημάτων, σ. 41-92).
-
Μαρτυρία του Ιωάννη Ζωναρά (12ος αι.): α) ότι Δάκες είναι οι Πατζινάκαι, «Δάκες: οι Πατζινάκαι»· β) ότι υπάρχουν κάποιες λέξεις της ελληνικής, όχι συνηθισμένες, που σήμερα τις συναντούμε στην βλάχικη γλώσσα: «Είο: σημαίνει το εαυτού· έστι γαρ εμού, σου, ου» (ίο ή ιό: εγώ), «Ζάκοτος: άγαν οργίλος» (ζâκούτου: οργισμένος), «Λώπτω: το πηδώ» (λούπτου, αλούπτου, αλούμτου: αγωνίζομαι, παλεύω, καταπιάνομαι), Σκίπων: η βακτηρία» (σhκόπου: βακτηρία, ράβδος, ραβδί)· γ) ότι «Ελλάς: χώρα· παρά το έλκω ελκάς και τροπή του κ εις λ Ελλάς. Η έλκουσα προς τον εαυτής πόθον τους βροτούς· είπερ τις άλλη των χωρών πόλις· λλ γράφεται δύο, διατί; ελκάς και τροπή του κ εις λ Ελλάς»· δ) ότι «Εύλαχα: το άροτρον παρά Θουκυδίδη. Δώρειος δε η λέξις», λέξη που με εξέλιξη θα μπορούσε να δώσει τον όρο Βλάχος, ίσως με την έννοια «γεωργός»· ε) ότι «Ζαλμώδης: ο σθλάβος [= ο σκλάβος]»· στ) ότι «Μακεδανόν: υψηλόν»· ζ) ότι «Ούννοι: οι Ούγγροι»· η) ότι «Παίονες: γένος Λατίνον ή έθνος θρακικόν· οι δε Μακεδόνας. Τινές δε τους νυν καλουμένους Παννονίους· Παννόνιοι δε οι Βούλγαροι»· θ) ότι «Σκλαβηνία: η Βουλγαρία»· ι) ότι «Γομαρείς μεν από Γάμερ, οι νυν Γαλάται λεγόμενοι· Μαγώγαις δε τους εξ αυτού ωνόμασεν ο Μαγώγ, Σκύθαι δε νυν καλούνται»· ια) ότι «Βαράκ· αστραπήν δε τούτο σημαίνει κατά την Εβραίων διάλεκτον», λέξη από την οποία με εξέλιξη θα μπορούσε να προκύψει ο όρος Βαλάκ/Βαλάκος/Βαλάχος/Βλάχος· ιβ) ότι «Ηρώδη τε και Αγίππα, προς Φλάκκον Συρίας…», και από το Φλάκκος θα μπορού-σε να προκύψει το όνομα Βλάχος· ιγ) ότι «Άλβαν εκ της λευκότητος, και από του μήκους Λογγάν επωνόμασαν· είποιεν αν Έλληνες λευκήν και μακράν» (βλαχιστί: άλμπâ: λευκή και λούγκâ: μακρά)· ιδ) ότι «προς γαρ τη Ροδόπη και προς αυτή τη Μακεδονία το των Παιόνων έθνος εστί»· ιε) ότι «Και ο Κράσσος ο Μάρκος κατά τούτους τους χρόνους εις την Μακεδονίαν και εις την Θράκην και εις την Ελλάδα πεμφθείς πολλοίς επολέμησαν έθνεσι, και τα μεν Μυσοί τε και Γέται εκέκληντο, πάσαν την μεταξύ του τε Αίμου και του Ίστρου ούσαν νεμόμενοι, προϊόντος δε του χρόνου τινές αυτών και άλλοις ονόμασιν επεκλήθησαν. Και μετά ταύτα πάνθ’ όσα ο ποταμός Σαύος εις τον Ίστρον εμβάλλων υπέρ της Δαλματίας και της Μακεδονίας της τε Θράκης από Παννονίας αφορίζει, εις το της Μυσίας προκεχώρηκεν όνομα. Και εν αυτοίς άλλα τε πολλά εισιν έθνη και οι Τριβαλλοί προσαγορευθέντες οι τε κεκλημένοι Δαρδάνιοι»· ιστ) ότι «Δάκες και Σαυρομάτες Παννονικά έθνη»· ιζ) ότι «ο δε προς Αλβανούς (εισί δε Μασσαγέται κατά τον Δίωνα) υπό Φαρασμάνου κεκίνητο», και πρόκειται για τους κατοίκους της νυν Αλβανίας, οι οποίοι είναι στο γένος Μασσαγέτες, γεγονός που εξηγεί τη συγγένεια της νυν Αλβανικής με την νυν Ρουμανική γλώσσα, και τη συγγένεια της Αλβανικής με τη νυν Αρμάνικη – Βλάχικη γλώσσα· ιη) ότι «Σκύθαι δε εις την Ιταλίαν εισέβαλον, πλήθος όντες σχεδόν υπερβαίνον και αριθμόν, και Μακεδονίαν και Θεσσαλίαν και Ελλάδα κατέδραμον»· ιθ) ότι επί Ουαλεριανού [193 ή 200-260 ή 264] «Οι τε γαρ Σκύθαι τον Ίστρον διαβάντες και αύθις την Θρακώαν χώραν ηνδραποδίσαντο, και πόλιν περιφανή την Θεσσαλονίκην επολιόρκησαν μεν, ου μέντοι και είλον»· κ) ότι η Γετία ονομάστηκε αργότερα Δακία, «εκ χώρας Γετικής της ύστερον Δακίας επικληθείσης»· κα) ότι «Οι βάρβαροι δε [από Μαιώτιδος κατελθόντες] πολλάς μεν κατέδραμον χώρας, τη δε γε Θεσσαλονίκην επολιόρκουν· η πάλαι μεν Ημαθία καλείσθαι λέγεται, Θεσσαλονίκη δε μετονομασθήναι εκ της Φιλίππου μεν θυγατρός Κασάνδρου δε γυναικός Θεσσαλονίκης»· κβ) ότι ο Λικίνιος, «εκ Δακών έλκοντα την του γένους σείραν και γαμβρόν όντα επ’ αδελφή του μεγάλου Κωνσταντίνου»· κγ) ότι «Των δ’ Ιεροσολύμων μετά Ζάβδαν επί δέκατον λελειτουργικότα ενιαυτόν Έρμων εκληρώσατο τον θρόνον τον αρχιερατικόν», όνομα που εξελικτικά μπορεί να δώσει το όνομα Αρμấνου/ Αρμάνος· κδ) ότι «Σκυθών δε την Θρακώαν και Μακεδονικήν κατατρεχόντων χώραν»· κε) ότι «Αλάριχον τον άρχοντα του των Ουανδήλων ή Γότθων έθνους»· κστ) ότι «Κατά τους χρόνους τούτους τον εν Βλαχέρναις ναόν της θεοτόκου η Πουλχερία [399-453, βασ. 450-453] ανήγειρε»· κζ) ότι «Κατά τούτους τους χρόνους [498-514] ιστορείται το των Βουλγάρων έθνος το Ιλλυρικόν και την Θράκην καταδραμείν, μήπω πριν γινοσκώμενον»· κη) ότι Μυσοί καλούνταν οι «Βούλγαροι»· κθ) ότι «ανερρήθη δε βασιλεύς Ιουστίνος ο Θραξ [Ιουστίνος Β΄ – Flavius Justinus Junior Augustus: βασιλεία: 565-578], γονέων μεν εκφύς ασήμων και αφανών, και αυτός το πρότερον αυτουργών η βουκόλος τυγχάνων και συφορβός»· λ) ότι «έθνη δε τινα των Σκλαβηνών παρασκευάσας την υπό Ρωμαίους ληΐζεσθαι, οι και μέχρι του Μακρού τείχους πεφθάκασιν. Ο βασιλεύς δε Κομεντίολον στρατηγόν προβαλόμενος και δι’ αυτού τοις βαρβάροις αθρόως επεξελθών, των Ρωμαϊκών αυτούς ορίων απήλασεν, αναιρεθέντων πολλών, και την λείαν όσην έλαβον και τους αιχμαλώτους επανεσώσατο»· λα) ότι «Εν δε τη Ευρώπη Άβαροι την Θράκην εδήωσαν, και τα Ρωμαϊκά στρατόπεδα, α εν αμφοτέροις ήσαν τοις τμήμασι, διεφθάρησαν· και άλλως δε πολλή των ανθρώπων θνήσις εγένετο και αφορία καρπών και ζώων φθορά εκ βαρυτάτων χειμώνων»· λβ) ότι «Το δε των Βουλγάρων έθνος εις τας Ρωμαϊκάς χώρας τας πέραν του Ίστρου γενόμενον ταύταις ακρατώς ελυμαίνετο»· λγ) ότι «Στείλας δε τον στρατηγόν Λεόντιον ο Ιουστινιανός [Ιουστινιανός Β΄: βασ. 685-695 και 705-711] υπέταξε δι’ αυτού την Ιβηρίαν και την Αλβανίαν και χώρας ετέρας. Ούτος ο βασιλεύς έλυσε και τας προς Βουλγάρους σπονδάς, μη ανεχόμενος δασμούς παρέχειν αυτοίς. Εκστρατεύσας δε κατά τα εσπέρια πολλά των Σθλαβικών εθνών υπηγάγετο, τα μεν εκόντα, ένια δε πολέμου νόμω»· λδ) ότι «Οι μεν Βούλγαροι την Θράκην άπασαν ληϊσάμενοι μέχρι της πόλεως κατέδραμον άπαντα, και λείαν πολλήν και αιχμαλώτους λαβόντες σχεδόν υπέρ αριθμόν υπενόστησαν»· λε) ότι «τους Αλανούς, ους Αλβανούς ο Προκόπιος γράφει»· λστ) ότι «σας ο βασιλεύς δώροις τους Τούρ-κους έπεισε τους περί τον Ίστρον, οι και Ούγγροι καλούνται, τοις Βουλγάροις επεξελθείν και όση δύναμις κακώσαι αυτούς»· λζ) ότι «Ενός γαρ των κομήτων των εν Βουλγάροις τέσσαρες παίδες, Δαβίδ, Μωσής, Ααρών, Σαμουήλ, αποστατήσαντες τους Βουλγάρους ανέσειον»· λη) ότι «Των δε Τούρκων, των Ούγγρων δηλαδή, τα Θράκης ληϊζομένων, τω Βουλγαρίας έγραψεν άρχοντι ο βασιλεύς Νικηφόρος μη παραχωρείν αυτοίς διαβαίνειν τον Ίστρον και τη Ρωμαίων λυμαίνεσθαι»· λθ) ότι οι Σκύθες ονομάζονται Πατζινάκαι, «Σκύθας, οι Πατζινάκαι κικλήσκονται»· μ) ότι «Του Σαμουήλ δε του των Βουλγάρων εξάρχοντος ου τα Θρακών ουδέ τα κατά Μακεδονίαν μόνα ληϊζομένου, αλλά και την Ελλάδα και αυτήν δε γε την Πελοπόννησον, τον μάγιστρον Νικηφόρον τον Ουρανόν εκπέμπει ο βασιλεύς, της δύσεως άρχοντα, ος παρά τω Σπερχειώ ποταμώ του Σαμουήλ κατεσκηνωμένου παρά τη αντικρύς ηπείρω ηυλίσατο. [το 996 ή 997 μ.Χ.]»· μα) ότι «Τα μέντοι Σέρβια πολιορκία εάλω και ο την αυτήν φυλακήν εμπεπιστευμένος Νικόλαος, ον Νικολιτζάν ως βραχύν την ηλικίαν ωνόμαζον»· μβ) ότι «Οι Πατζινάκαι, Σκύθαι δ’ ούτοι ως έμπροσθεν είρηται, διαβάντες των Ίστρον τη χώρα της Βουλγαρίας ου μικρώς ελυμήναντο […] και τοις Πατζινάκοις λεία γέγονε τα Μυσών»· μγ) ότι «τους Τούρκους φημί. Εισί μεν ουν ούτοι γένος Ουννικόν οικούν τα προσάκτια των Καυκασίων ορών, πολυπληθές και αυτόνομον», και πρόκειται για τους Ούγγρους· μδ) ότι «το δε των Πατζινάκων έθνος αύθις κατά την Ευρωπαίαν μοίραν κεκίνητο· Σκυθικόν δε το έθνος και πολυάνθρωπον, πέραν Ίστρου νεμόμενον […] Το πλήθος δε [των Πατζινάκων] το λοιπόν χρήσιμον ενομίσθη γενέσθαι Ρωμαίοις, ει τα όπλα αφαιρεθέν εις την των Βουλγάρων χώραν κατοικισθείη, έρημον ούσαν την πλείονα, προ μικρού του έθνους εκείνου καταλυθέντος· ο και γέγονε του βασιλέως κελεύσαντος»· με) ότι «των Σκυθών, οι Πατζινάκαι λέγονται»· μστ) ότι «των Ούζων έθνους (Σκύθαι δε τούτο εστι των Πατζινάκων και κατά γένους υπεροχήν και κατά πλήθους υπερβολήν παρά τοις Σκυθικοίς προτιμώμενον έθνεσι) τον Ιστρον παγγενή διαβαίνοντος»· μζ) ότι οι Πατζινάκαι «διαβάντες τον Δάνουβιν […] όθεν ορμώμενοι την τε Μακεδονίαν εληΐζοντο και μέχρις Ελλάδος προήεσαν»· μη) ότι «το των Χροβάτων έθνος, ους δη και Σέρβους τινές καλούσι, κεκίνητο, την των Βουλγάρων χώραν επικεχειρηκός κατασχείν»· μθ) ότι «αρχηγού Πατζινάκων, ος εκαλείτο Τατούς», βλαχιστί δε τάτâ: πατέρας, τατούσhιου: πατερούλης· ν) ότι «Πατζινάκων πλήθος επήλθε κατά της Αδριανουπόλεως και περί ταύτην παρεμβαλόντες την πέριξ αυτών εληΐζοντο χώραν»· να) ότι «Νέμτζοι: έθνος δ’ οι Νέμιτζοι Κελτικόν»· νβ) ότι «Κατά τούτους τους χρόνους και του των Πατζινάκων έθνους συγκίνησις γέγονεν, εκ των σφετέρων ηθών μεταναστεύσαντος εις χώραν Ρωμαϊκήν και την Θράκην πάσαν και την Μακεδονίαν ληϊζομένου»· νγ) ότι «Ο δ’ αυτοκράτωρ πλήθος απολεξάμενος σφριγώντων και ρωμαλέων εις το των Μογλένων θέμα τούτους συν γυναιξί και τέκνοις κατώκισε και τάγμα τούτους κατέστησεν ιδιαίτατον· οι και μέχρι το δεύρο κατά διαδοχάς διαμένουσιν, εις επίθετον σχόντες τον τόπον, εν ω κατωκίσθησαν, και Πατζινάκοι Μογλενίται καλούμενοι»· νδ) ότι «Κομάνων πλήθος εταιρισάμενος εις ταπί Θράκης τε χωρία γενόμενος και την χώραν κεραΐζων και ληϊζόμενος απήτει τους εν ταις πόλεσι δέχεσθαι τε αυτόν και αξιούν βασιλικής αναρρήσεως». – Σημειώνω αυτό που καθαρά προκύπτει, ότι: Σκλαβήνοι = Γέτες = Μυσοί = Δάκες = Πατζινάκαι = Σκύθες = Ούζοι = Μογλενίται = Βλάχοι! Τα κείμενα του Ιωάννη Ζωναρά απαιτούν προσεκτική ανάγνωση και μελέτη. (Iohannis Zonarae, Lexicon ex tribus codicibus manuscriptis, tomus prior & tomus posterior, Lipsiae MDCCCVIII (1808) – Ιωάννου Ζωναρά, Συναγωγή Λέξεων, συλλεγείσα εκ διαφόρων βιβλίων παλαιάς τε φημί γραφής και της νέας και αυτής δήπου της θύραθεν, JAH Tittmann 1808. Και Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F. Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Ioannes Zonaras, Tomus I, Bonnae MDCCCXLI [1841] – Ioannis Zonarae Annalles, Ex Recensione Mauricii Pinderi, Tomus I, Bonnae MDCCCXLI [1841] – Ιωάννου Ζωναρά Φρονικόν. Και Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F. Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Ioannes Zonaras, Tomus II, Bonnae MDCCCXLIV [1844] – Ioannis Zonarae Annalles, Ex Recensione Mauricii Pinderi, Tomus II, Bonnae MDCCCXLIV [1844] – Ιωάννου Ζωναρά Χρονικόν. Και Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F. Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Ioannes Zonaras, Tomus III, Bonnae MDCCCXCVII [1897] – Ioannis Zonarae Epitomae Historiarum Libri XVIII, Ex Recensione Mauricii Pinderi, Tomus III, Bonnae MDCCCXCVII [1897] – Ioannis Zonarae Epitomae Historiarum Libri XIII-XVIII, Edidit Theodorus Buttner-Wobst, Bonnae MDCCCXCVII [1897] – Ιωάννου Ζωναρά Χρονικόν. Και α.).
-
Μαρτυρία του Κωνσταντίνου Μανασσή (1115-1173/75 ή 1187) ότι Πάρθοι, Ούννοι, Σκύθες είναι του ιδίου έθνους, κατοικούν δε και σε Ασσυρία και εδάφη της Παλαιστίνης, ότι η Ιταλία πήρε το όνομά της από τη λ. ουίτιλος: δάμαλις, Ουιταλία à Ιταλία, ότι οι Βούλγαροι κατήλθαν στην «Βυζαντίνα χθόνα» από παρίστρια μέρη, ληϊζόμενοι την Θράκη, στα χρόνια του Ιουστινιανού Β΄ του Ρινότμητου [668 – 711]. (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Constantinus Manasses, Ioel, Georgius Acropolita, Bonnae MDCCCXXXVII [1837] – Constantini Manassis Breviarium Historiae Metricum, Recocgnovit Immanuel Bekkerus, Bonnaw MDCCCXXXVII [1837] – Κωνσταντίνου του Μανασσή Σύνοψις Ιστορική διά Στίχων).
-
Μαρτυρία του Ισαάκιου Αλεξίου Κομνηνού (1093-1152), έτους 1151/1152, σε Τυπικόν του, μιλά για οικισμούς «ο Σωτήρ των Βλάχων», «Δραγάβαστα», «Σαγουδάους», «χωρίον του Τζερνίκου», και «αγρόν του Τζίτζη»! Το χωριό ο Σωτήρ των Βλάχων φαίνεται να είναι στην ίδια περιοχή με τον νυν οικισμό Φέρραι Έβρου (ήτοι η Βήρα του 1152), με κατοίκους Βλάχους που σχετίζονται αναμφίβολα και με κατοίκους άλλων αναφερόμενων οικισμών. Φρονώ ότι και οι διατυπώσεις «χωρίον του Τζερνίκου» και «αγρόν του Τζίτζη» έχουν σχέση με Βλάχους, διότι «χωρίον του Τζερνίκου» σημαίνει ασφαλώς «χωρίον του Τζελνίκου», ήτοι «χωριό του Τζέλνικα/Τσέλιγκα» κι ο «αγρός του Τζίτζη» σημαίνει «αγρός του Τσίτσι», κι ως γνωστόν οι Βλάχοι των Δαλματικών ακτών, οι Μορλάκοι, ονομάζονταν «Τσίτσι» (L. Petit, Typikon du Monastère de la Kosmosotira près d’Aenos (1152), IRAIK (Izvestiia Russkago Archeologicheskago Instituta v. Konstantinople),
13, 1908, σσ. 17-75).
-
Μαρτυρία του Ιωάννη Κίνναμου (12ος αι.): α) ότι «Σκύθαι γαρ παναστρατί τον Ίστρον διαβάντες εις τα Ρωμαίων εισέβαλον όρια»· β) ότι «Σέρβοι, έθνος Δαλματικόν»· γ) ότι «στρατεύματα Σκυθικά Ίστρον περαιωσάμενα κείρουσί τε τα εν ποσί και ληΐζονται πάντα»· δ) ότι «Έστι δε η Βόσθνα ου τω Σερβίων αρχιζουπάνω και αυτή είκουσα, αλλ’ έθνος ιδία παρά ταύτη και ζων και αρχόμενον»· ε) ότι «Μπάνον ταύτην [την αρχήν] καλούσιν Ούννοι [Hungari] την αρχήν»· στ) ότι «Βλαδισθλάβος, είς ων των εν Ταυροσκυθική δυναστών, συν παισί τε και γυναικί τη αυτού δυνάμει τε τη πάση αυτόμολος ες Ρωμαίους [Romanos] ήλθε, χώρα τε αυτώ παρά τον Ίστρον δεδώρηται, ην δη και Βασιλίκα πρότερον τω Γεωργίου παιδί, ος τα πρεσβεία των εν Ταυροσκυθική φυλάρχων είχε, προσελθόντι βασιλεύς έδωκε»· ζ) ότι «Λέοντα δε τινα Βατάτζην [το έτος 1166] επίκλησιν ετέρωθεν στράτευμα επαγόμενον άλλο τε συχνόν και δη και Βλάχων πολύν όμιλον [Valachorum igenti multitudine], οι των εξ Ιταλίας άποικοι [Italorum coloni] πάλαι είναι λέγονται, εκ των προς τω Ευξείνω καλουμένω πόντω χωρίων, εμβαλείν εκέλευεν εις την Ουννικήν [in Hungariam], όθεν ουδείς ουδέποτε του παντός αιώνος επέδραμε τούτοις». Σε υποσημείωση στα λατινικά εξηγείται πώς προέκυψε η λ. Βλάχος, και δίνονται οι όροι: «Blachos seu Vlachos a Romanis gens», εκ του Flacco, και το Valachis εκ μετατροπής Flacco à Flaccia à Valachia, Flacciis à Valacchi, από όπου και Valachorum à Vlachorum και Vlachis à Vlahis! Μπορεί να προταχθεί η ανάγνωση του κεφαλαίου (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Ioannes Cinnamus. Nicephorus Bryennius, Bonnae MDCCCXXXVI [1836] – Ioannis Cinnami Epitome Rerum ab Ioanne et Alexio Comnenis Gestarum, Ad Fidem Codicis Vaticani Recensuit Augustus Meineke, Bonnaw MDCCCXXXVI [1836] – Ιωάννου Κιννάμου Ιστοριών Βιβλία Ζ).
-
Μαρτυρία του Νικήτα Χωνιάτη (1155-~1216): α) ότι «Σκυθών διαβάντων τον Ίστρον και τα Θρακώα μέρη ληϊζομένων […] Θράκη και τα πλείστα της Μακεδονίας ηρήμωτο»· β) ότι «του των Τριβαλλών έθνους (είποι δ’ αν τις έτερος Σέρβων) κακουργούντος»· γ) ότι «Ακαρνάνας τε και Αιτωλούς τους νυν λεγομένους Αρτινούς»· δ) ότι «Παιόνων, ους Ούγγρους και Ούννους φασί»· ε) ότι «τοις Ρως τοπαρχιών, ους Σκύθας Υπερβορέους φασίν»· στ) ότι «θηρευτών εμπίπτει ταις άρκυσι· συλληφθείς γαρ παρά Βλάχων», και πρόκειται για την πρώτη αναφορά του Χωνιάτη στους Βλάχους, που μάλλον τους θεωρεί «θηρευτές», δηλ. κυνηγούς· ζ) ότι υπήρχαν «Σθλαβίνοι», που επιτίθεντο με πλοία κατά των νησιών του Αιγαίου· η) ότι «Ταυροσκύθαι = Κόμανοι»· θ) ότι τη Θεσσαλονίκη την ονομάζουν «πόλιν των Θετταλών»· ι) ότι «Ρωμαίοις εκπολεμώσας τους κατά τον Αίμον το όρος βαρβάρους, οι Μυσοί πρότερον ωνομάζοντο, νυνί δε Βλάχοι κικλήσκονται»· ια) ότι «ο θεός του των Βουλγάρων και των Βλάχων γένους ελευθερίαν ηυδόκησε και του χρονίου ζυγού επένευσεν απαυχένισιν, ου χάριν και τον Χριστομάρτυρα Δημήτριον απολιπείν μεν την Θεσσαλονικέων μητρόπολιν και νεών των εκεί και τας παρά Ρωμαίοις διατριβάς, ες δ’ αυτούς αφικέσθαι ως επαρήξοντα και συλλήπτορα του έργου εσόμενων»· ιβ) ότι «Οι δε περί τον Ασάν βάρβαροι τον Ίστρον διαβάντες και τοις Σκύθαις συμμίξανες, πλείστον εκείθεν συμμαχικόν, καθώς ηρούντο, στρατολογήσαντες εις την πατρίδα Μυσίαν επανήκον»· ιγ) ότι «οι μεν Σκύθαι και Βλάχοι την λείαν παραδόντες […] οι Σκύθαι μέγα κλέος αράμενοι κατεκαυχήσαντο»· ιδ) ότι «οι Βλάχοι ληιζόμενοι μετά Κομάνων και δηούντες την υπό Ρωμαίους επήεσαν συνεχώς»· ιε) ότι γίνονταν «μετά Σκυθών επιδρομάς και ληστείας των Βλάχων […] οι Βλάχοι ληΐζονται μετά Σκυθών»· ιστ) ότι «εις τον Αίμον αιχμάλωτος απαγόμενος, δείται του Ασάν αφεθήναι, δι’ ομοφωνίας ως ίδρις της των Βλάχων φωνής εις έλεον αυτόν εκκαλούμενος»· ιζ) ότι «Ην δ’ ο Χρύσος ούτος Βλάχος το γένος, την ηλικίαν συνεσταλμένος, μη συμφρονήσας μεν αφισταμένοις Ρωμαίων Πέτρω και τω Ασάν, ότι μη και μάλλον κατ’ αυτών αράμενος όπλα μεθ’ ων είχε πεντακοσίων ομογενών, και Ρωμαίων γεγονώς ένσπονδος»· ιη) ότι «Σκύθαι μετά μοίρας Βλάχων τον Ίστρον διαβάντες τοις Θρακικοίς πολίσμασιν»· ιθ) ότι «και παρά Περσών εάλωσαν Βλάχοι δορύκτητοι, ους ο της πόλεως Αγκύρας σατράπης επικούρους απέσταλκε βασιλεί»· κ) ότι «Σκυθών έφοδος εγεγένητο μεγίστη τε και φρικαλεωτέρα των πρότερον· εις γαρ τέσσαρα διαιρεθέντες στρατεύματα πάσαν την Μακεδονίαν επήλθον»· κα) ότι «μετά Κομάνων πάλιν επεξιόντες οι Βλάχοι, και τα κράτιστα της χώρας κείραντες»· κβ) ότι «τας των Θρακών και Μακεδόνων πόλεις διαφιστώσι, συναιρομένων σφίσι των Βλάχων»· κγ) ότι «το Διδυμότοιχον κρατούντες κατά χώραν έμενον, ου μικράν από των Βλάχων σύναρσιν έχοντες»· κδ) ότι «Ρωμαίων μεν και Βλάχων μετά μοίρας Σκυθικής περιιόντων, των δ’ άλλων ες την Αδριανού συνδραμόντων ως εις σώζον κρησφύγετον»· κε) ότι «την δε πόλιν [της Θεσσαλονίκης] εισιόντα κατέχειν Βλάχον τινά, Ετζυϊσμένον την κλήσιν»· κστ) ότι «Ο δε μαρκέσιος Βονιφάτιος τη Θεσσαλονίκη προσεδρεύων υποκειμένην είχεν εαυτώ την εις Αλμυρόν υποκειμένην Αγχίαλον πάσαν, και πεδίων ήρχετο Λαρισσαίων, και μετελάγχανε των φόρων οπόσαι εξ Ελλάδος και ης νήσου του Πέλοπος εισεπράττοντο. Επί δε τούτοις και άλλος τις τα Θετταλίας κατέχων μετέωρα, α νυν μεγάλη Βλαχία κικλήσκεται, τοπάρχης ην των εκεί». – Ο Νικήτας Χωνιάτης φαίνεται να χρησιμοποιεί τους όρους Μυσοί, Βούλγαροι και Βλάχοι για τον λαό, τον όρο Μυσία για τη χώρα, το Βλάχος για την περιγραφή των ανθρώπων και της γλώσσας· συνάγεται ότι γεωγραφικά η εν λόγω Βλαχία είναι διαφορετική από τη Μεγάλη Βλαχία της Θεσσαλίας και από τη μετέπειτα Βλαχία της περιοχής βόρεια του Δούναβη, και ότι συμπίπτει με την πάλαι Ρωμαϊκή επαρχία Moesia Inferior (Μοισία/ Μυσία), διαχωρίζεται δε από το Θέμα Βουλγαρίας των Βυζαντινών. Είναι μείζον ζήτημα αν οι Βλάχοι Πέτρος, Ασάν, Ιωαννίτζης ή Καλογιάννης είναι Βούλγαροι, όπως η μέγιστη πλειονότητα των ιστορικών ισχυρίζεται σήμερα, ή είναι Βλάχοι φυλετικά και γλωσσικά συγγενεύοντες με τους κατοίκους της σημερινής Ρουμανίας, κάτι που δεν προκύπτει από τις πηγές, ή είναι Βλάχοι που σχετίζονται με Ελληνόβλαχους – Αρμάνους των πάλαι ποτέ Ελληνικών χωρών;! Το όνομα Βλαχία και Βλάχοι δεν αναφέρεται από προγενέστερους συγγραφείς, π.χ. Μιχαήλ Ψελλό, Άννα Κομνηνή, Μιχαήλ Ατταλειάτη κ.ά. για γη και πληθυσμό μεταξύ Δούναβη και Ροδόπης. Η χρήση του όρου «Βλαχία» και των παραγώγων της για την περιοχή περιορίζεται μόνο στις δύο δεκαετίες μεταξύ 1186 και 1207. Τα κείμενα του Νικήτα Χωνιάτη απαιτούν προσεκτική ανάγνωση και μελέτη. (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Nicetas Choniata, Bonnae MDCCCXXXV [1835] – Nicetae Choniatae Historia, Ex Recencione Immanuelis Bekkeri, Bonnae MDCCCXXXVI [1836] – Νικήτα Χωνιάτου Ιστορία. Και Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Επιστασία Κ. Ν. Σάθα, Τόμος Α, Εν Βενετία 1872 – Νικήτας Χωνιάτης, σ. 71-136).
-
Μαρτυρία του Αλέξιου Γ’ Αγγέλου ή Αλέξιου Γ’ Κομνηνού (1153-1211), στη διαίρεση των Επαρχιών της Αυτοκρατορίας, έτους 1199, στην οποία κάνει την πρώτη επίσημη κρατική αναφορά σε «Επαρχία Βλαχίας», και πρόκειται για τμήμα της Θεσσαλίας. Τα κείμενα απαιτούν προσεκτική ανάγνωση και μελέτη. (Fontes Rerum Austriacarum, Oesterreichsche Geschichts-Quellen, Herausgegeben von der Historishen Commission der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien, Zweite Abtheilung, Diplomataria et Acta, XII Band. . . I. Theil., Wien 1856 – Urkunden zur Alteren Handels – Und Staatsgeschichte der Republik Venedig mit Besonderen Beziehung Auf Byzanz Und Die Levante. . . von Dr G. L. Fr. Tafel und Dr G. M. Thomas. . . I. Theil (814-1205), Wien 1856).
-
Μαρτυρία του Anonymous Gesta Hungarorum (Τα ανδραγαθήματα των Ούγγρων), έτους 1200, ή ενδεχομένως έτους 1061/1063, για την εμφάνιση των Ούγγρων –κατά τον 9ο αιώνα, το 898– στον χώρο της ΝΑ Ευρώπης, όπου ερχόμενοι βρήκαν Βλάχους, Βούλγαρους και Σκλάβους, και Γραικούς, χώρο που ανήκε στους Ρωμαίους όπου είχαν ως ποιμένες, στα κοπάδια των ζώων, Βλάχους («Sclavi, Bulgarij et Blachii ac pastores Romanorum»). Επιτέθηκαν εναντίον της Αυτοκρατορίας της ΚΠολης, και κατά των ελληνικών χωρών και έφτασαν ως την πόλη «Cleopatram», που πρέπει να είναι η Νέα Πάτρα (νυν Υπάτη), πρωτεύουσα της «εν Ελλάδι Βλαχίας». Όποιος ανατρέξει στο Χρονικό θα διαπιστώσει πολυπληθή παρουσία και έντονη των Ελλήνων (αυτούς τους αιώνες), στα βόρεια της Χερσονήσου του Αίμου και στις πεδιάδες της Παννονίας (μετέπειτα Ουγγαρίας). Θα διαβάσει για μάχες Ούγγρων και Ελλήνων στην «Alba Grecia» ή «Alba Bulgaria» («Λευκή Γραικία» ή «Λευκή Βουλγαρία»), όπως ονόμαζαν τότε το νυν Βελιγράδι, το οποίο διετέλεσε για κάποια περίοδο πρωτεύουσα των Ούγγρων, όπου εκεί νικήθηκαν οι Έλληνες. – Κάτι ακόμα: Οι Βλάχοι του Gesta Hungarorum ζούσαν και κατοικούσαν σε χώρες βόρεια της Σλοβενίας (Λουμπλιάνας), περιοχές που σήμερα ανήκουν στην Αυστρία, και αυτοί δεν φαίνεται να είχαν σχέση με τους μετέπειτα «Βλάχους» της Muntenia (Βλαχία άνω του Ίστρου), όπως φαίνεται σε χάρτες των εκδόσεων του Χρονικού. Μαθαίνουμε για τα τέκνα της κόρης του Ονώριου που ηγούντο των Ουννικών εποικισμών, και για τους Βλάχους που ήταν ποιμένες στην Παννονία, αλλά με ρίζα από την Απουλία, οι οποίοι παρέμειναν στην Παννονία (πεδιάδες σε ευρύτερο χώρο από τη νυν Ουγγαρία), με τη θέλησή τους όταν κατέλαβε τη χώρα ο Αττίλας (βασ. 434-453). Τα κείμενα απαιτούν προσεκτική μελέτη. (AnonymiBelae Regis Notarii de Gestis Hungarorum, Liber, Textum ad fidem Codicis membranacei Bibliothecae Caesareae Vindobonensis recensuit, Prolegomena et Indices addidit Stephanus Ladisl. Endlicher, Hungarus Posoniensis. Viennae, Typis et Sumtibus Caroli Gerold. MDCCCXXV II [1827]).
-
Μαρτυρία του Αλέξιου Δ’ Αγγέλου (1182-1204), που το 1204, ως Βλαχία γνωρίζει μόνον τη Θεσσαλία, που στα επίσημα έγγραφα, σε λατινική γλώσσα, γράφεται: Blachia, Vlachia και Walachia. Τα όριά της στον βορρά είναι ο Όλυμπος και στον νότο η Οίτη. (Fontes Rerum Austriacarum, Oesterreichsche Geschichts-Quellen, Herausgege-ben von der Historishen Commission der Kaiserlichen Akademie der Wissenschaften in Wien, Zweite Abtheilung, Diplomataria et Acta, XII Band. . . I. Theil., Wien 1856 – Urkunden zur Alteren Handels – Und Staatsgeschichte der Republik Venedig mit Besonderen Beziehung Auf Byzanz Und Die Levante. . . von Dr G. L. Fr. Tafel und Dr G. M. Thomas< I. Theil (814-1205), Wien 1856).
-
Μαρτυρία του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Άρτης Ιωάννη Απόκαυκου (~1153/1160 – 1232/1235), σε κείμενά των ετών 1222, 1225, 1228, ότι υπήρχε στις «ελληνικές χώρες» η Βλαχία με Βλάχους κατοίκους, και η Βαγενιτία και η Βελεχατουία, που κατά τον Δ. Ζακυθηνό, στη Βελεχατουία ίσως λανθάνει το τοπωνύμιο Βλαχοκατούνα παρά το Ευπάλιο Δωρίδος. Την μεν Βαγενιτία ή Βαγενετία ορισμένοι την ταυτίζουν με τη Θεσπρωτία, την δε Βελαχατουία την ταυτίζουν με τη Δημητριάδα στη Θεσσαλική Μαγνησία. Έχει δίκαιο η Αλκμήνη Σταυρίδου-Ζαφράκα, όταν ισχυρίζεται ότι: «η Βελαχατουία δεν αφορά την περιοχή της Δημητριάδος, όπως υποστήριξαν άλλοι ερευνητές, αλλά την ορεινή περιοχή μεταξύ Άμφισσας, Ναυπάκτου και Νέων Πατρών, που ταυτίζε-ται με την provintia Velechative του χρυσοβούλλου του 1198 και της Partitio Romaniae. Δεν είναι, εξάλλου, χωρίς σημασία το γεγονός ότι στον χρυσόβουλλο λόγο η Velechative μνημονεύεται ύστερα από το όριον Αθηνών και ακολουθούν η provincial Valachiae και οι επισκέψεις Δημητριάδος, των δύο Αλμυρών, Γρεβενίκου και Φαρσάλων. Στην Partitio Romaniae η provintia Velechative μνημονεύεται μετά την επίσκεψιν Νέων Πατρών, την pertinentia NeoPatron. Η ορεινή περιοχή της Βελαχατουίας κατοικούνταν και από Βλαχόφωνους κατοίκους… Δεν γνωρίζουμε αν γι’ αυτόν τον λόγο ο Γεώργιος Φραντζής ονομάζει την περιοχή της Ναυπάκτου και της Δωρίδος Μικρά Βλαχία, σε αντιδιαστολή προς τη Βλαχία ή τη Μεγάλη Βλαχία που προσδιόριζαν τη Θεσσαλία ή, αργότερα, την περιοχή του Δούναβη, στη σημερινή Ρουμανία. Η περιοχή της Βελαχατουτίας είχε περιέλθει στο κράτος της Ηπείρου πιθανόν μαζί με την περιοχή των Νέων Πατρών γύρω στα 1218, βρισκόταν στη δικαιοδοσία του αδελφού του ηγεμόνα της Ηπείρου Κωνσταντίνου Δούκα όπως και η περιοχή της Ναυπάκτου και γειτόνευε με την αυθεντία των Σαλώνων και τη μαρκιωνία της Βονδινίτσας που παρέμεναν ακόμη στα χέρια των Φράγκων». Τα κείμενα απαιτούν προσεκτική ανάγνωση και μελέτη. (Κοσμάς Λαμπρόπουλος: Ιωάννης Απόκαυκος. Συμβολή στην έρευνα του βίου και του συγγραφικού έργου του [Διδ. Διατρ. 8-12-88]. Ιστορικές Μονογραφίες 6, Ιστορικές Εκδόσεις Dτ. Δ. Βασιλόπουλος, 1988. Και Αρχιμ. Ιερωνύμου Δελημάρη, Πατέρες της Εκκλησίας και Εκκλησιαστικοί Συγγραφείς της Δυτικής Ελλάδος -1- Άπαντα Ιωάννου Αποκαύκου, Συλλογή των μέχρι σήμερα διασωθέντων κειμένων του επιφανούς και λογίου Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Άρτης Ιωάννου Αποκαύκου [αρχές 13ου αιώνος], Ναύπακτος 2000).
-
Μαρτυρία Μιχαήλ του Γλυκά (12ος αι.) για Βούλγαρους, Πατζινάκους, Τριβαλλούς, Σέρβους Σκύθες, Ρώσσους, Ούζους, Τούρκους (Ούγγρους), Κομάνους, κ.ά. που επιτίθεντο κατά της Ρωμανίας, ιδίως σε Θράκη και Μακεδονία, αλλά και για Βλάχους (Ulachos), που συγκρούονταν στη Μικρασία με τον στρατό του αποστάτη Θεόδωρου Μαγκαφά. Οι Βλάχοι, όμως, τους οποίους πολέμησε ο Μαγκαφάς στη Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας, με τους Βλάχους στη Βάρνα και στην Αγχίαλο τι σχέση έχουν μεταξύ τους, και ποια σχέση με τους Βλάχους των ελληνικών χωρών;… (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Michael Glycas, Bonnae MDCCCXXXVI [1836] – Michaelis Glycae Annales, Recocgnovit Immanuel Bekkerus, Bonnae MDCCCXXXVI [1836] – Του Κυρού Μιχαήλ του Γλυκά Βίβλος Χρονική. Και Annales Michaelis Glycae, Cum Supplemento ac Notis – Σου Κυρού Μιχαήλ Γλυκά Σικελιώτου Βίβλος Χρονική – Michaelis Glycae Siculi Annales, A mundi exordio usque ad obitum Alexii Comneni Imper., Quator in Partes Tributi, Venetiis MDCCXXIX [1729] – Continuatio Glycanorum Annalium, A Joahanne Comneno, Usque ad Imperii Byzantini Eversionem, Auctore Johanne Leunclavio).
-
Μαρτυρία του Δημητρίου Χωματιανού (12ος αι.) σε έγγραφά του, για Βλάχους της περιοχής Αχρίδας (Χρύσος, Τζόλα), τον εκκλησιασμό τους κ.λπ., στους οικισμούς Χοτεάχοβο και Τζερμενίκο κ.ά. Τα Έγγραφα και κείμενά του δίνουν πληροφορίες για αγώνες των Βλάχων, κατά τον 13ο αιώνα, για απόκτηση «αυτονομίας», και για θέματα καθημερινά, όπως διαζύγια, ποιμνιοστάσια των Βλάχων της αρχιεπισκοπής του, όπως φαίνεται στο έργο του «Αποφάσεις Δημητρίου αρχιεπισκόπου πάσης Βουλγαρίας του Χωματιανού». (Jean Baptiste Pitra, Analecta Sacra et Classica Spicilegio Solesmensi parata VI, Parisiis – Romae 1891 et Vol. 2, edition Gregg Press 1967. – Gheorghe Murnu, Rom}nii Medievali in Epir, Revista Arom}neasca, I, 1929, p. 5-8).
-
Μαρτυρία του Βενιαμίν εκ Τουδέλας, έτους 1168, για Βλάχους (Wallachians) στη Θεσσαλία, που γράφει ότι την έλεγαν τότε Βλαχία (Wallachia)· η εβραϊκή γραφή με λατινικά γράμματα δίνει τους τύπους Balakhia, Valakhia, Valachie, Valakhie. Ο Βενιαμίν Τουδέλης ταξίδεψε σε περιοχή που κυριολεκτικά –στα έτη εκείνα– «βλαχοκρατείτο». Εβραϊστί «Βαλάκ» σημαίνει «αυτός που ενεργεί λεηλασίες» – «Βαλάκ (Balac): «Balac: “un deversatore”». Για τον Βενιαμίν, αν από τον Βαλάκ (Balac) προέκυψε το… Βλαχία (Balakhia, Valakhia), τότε οι κάτοικοί της… Βλάχοι –«υποχρεωτικά» θα– «κατεβαίνουν από τα βουνά να καταστρέψουν και να λεηλατίσουν την ελληνική γη», για να δικαιώσουν το «όνομά» τους! Ο Βενιαμίν, ξέροντας τι σημαίνει στη γλώσσα του η λ. Βαλάκ, ερμήνευσε και το… τι ήταν οι Βλάχοι, τους οποίους συνάντησε στα όρη της Λαμίας! (The Itinerary of Benjamin of Toudela, Critical Text, Trasation and Commentary by Marcus Nathan Adler, M.A., London, Henry Frowde, Oxford University Press, Ames Corner, E.C., 1907, σ. 11. Και Notice Historique sur Benjamin de Tudele, par E[liakim] Carmoly [1802-1875], Nouvelle Edition, Suivie De l’Examen Geographique de ses Voyages, Par J. Lelewel. Brucelles et Leipzig, Chez Kiessling et Compag-nie, 1852 – Examen Geographique Des Voyages de Benjamin de Tudele, 1160-1173, Lettres Adressees A. M. Carmoly, Par J. Lelewel). – Φρονώ πως ο Βενιαμίν έχοντας κατά νου το τι σήμαινε στη γλώσσα του η λ. Βαλάκ, ερμήνευσε και το… τι είναι οι Βλάχοι! Αναφέρω –επιπρόσθετα– ότι ο Φίλων ο Αλεξανδρεύς ή Φίλων (ο) Ιουδαίος (Philo Judaeus, 20 π.Χ. – 45 μ.Χ.), ελληνιστής Ιουδαίος φιλόσοφος, στο έργο του «Περί συγχύσεως διαλέκτων» (Philonis Alexandrini Opera quae supersunt, vol. 2, Berlin: Reimer, 1897, σσ. 229–267), γράφει ότι: «ἑρμηνεύεται δὲ Βαλὰκ ἄνους, εὐθυβολώτατα· πῶς ¦ γὰρ οὐκ ἄνοια δεινὴ τὸ ὅν ἐλπίσαι ἀπατάσθαι καὶ γνώμην αὐτοῦ τὴν βεβαιοτάτην ἀνθρώπων σοφίσμασι παρατρέπεσθαι» (XV, 65). Δηλ., Βαλάκ (Βλάχος;!) στα εβραϊκά σημαίνει και άνους, άμυαλος;!.
-
Μαρτυρία του Γερμανικού έπους Das Nibelungenlied (αρχή 13ου αι.), ότι Βλάχοι ζούσαν στην Τρανσυλβανία την εποχή της καθόδου των Ούγγρων [898 μ.Χ.], και ότι μεταξύ των λαών που πήγαν στον γάμο του Αττίλα με την Κριμίλντα ήταν και οι Βλάχοι. Το έπος πήρε την τελική μορφή στα τέλη του 12ου αιώνα, το 1190, ενώ παλαιότερα διασωθέντα χειρόγραφα είναι των ετών 1210-1225. Η παρουσία Πετσενέγκων και Πολωνών στην αυλή του Αττίλα, πρέπει να θεωρηθεί μάλλον ως ποιητική αδεία εμφανής αναχρονισμός και μεταγενέστερη προσθήκη. Θα μπορούσε να θεωρηθεί το ίδιο και η αναφορά στους Βλάχους, σαν μεταγενέστερη προσθήκη!; Πάντως οι γερμανικοί πληθυσμοί πρέπει να γνώρισαν τους Βλάχους στην περίοδο των Σταυροφοριών, το 1096 (1η) ή το 1146 (2η), ή το 1188-1190 (3η) με τον Φρειδερίκο Μπαρμπαρόσα, περίοδο πολύ κοντινή στα χρόνια που το έπος λάμβανε την οριστική μορφή. Η εγγύτητα Βλάχων και Πολωνών δείχνει γειτνίαση αυτών των λαών με το Κίεβο και τη χώρα των Πετσενέγκων, ενώ οι Ρώσοι κι οι Γραικοί θεωρούνται ως οι πιο απομακρυσμένοι λαοί που έστειλαν αντιπροσωπεία στην αυλή του Αττίλα. Πρέπει «Ο δούκας Ramunch της χώρας των Vlâchen» να εκληφθεί ως αναφορά σε «Ρâμούν» με προφορά στο «φαρσαριώτικο ιδίωμα», και όχι σε Αρμάνο – Βλάχο, ήτοι Πίνδιο Βλάχο, γιατί οι Πίνδιοι αυτοχαρακτηρίζονται ως «Αρμấνου/Αρμούν». Ο επικεφαλής των Βλάχων του έπους πρέπει να αναζητηθεί νοτίως του Δουνάβεως, στους Ελλαδικούς Βλάχους, στους «Ρâμούν», «Αρâμấνου/Αρμούν» πληθ. «Αρâμấνjι/Αρμούνjι» ή «Αρâμấν/Αρμấν», πληθ. «Αρâμấνjι/Αρμấνjι», όροι που δεν χρησιμοποιούνται από τους άνωθεν του Δουνάβεως πληθυσμούς της νυν Ρουμανίας. Βλ. και Χρονικόν του Νέστορος (1111/1113). (Das Nibelungenlied: Paralleldruck der Handschriften A, B und C nebst Lesarten der ubrigen Handschriften, Herausgegeben Michael S. Batts, Max Niemeyer Verlag Tubingen, 1971).
-
Μαρτυρία του Kreuzzug Kaiser Friedrich’s I (1122-~1190), που με τον όρο «Flacos» εννοεί τους «εν Ελλάδι Βλάχους», ενώ με τους όρους «terram Blacorum» και «Blachos» εννοεί την άνωθεν του Ίστρου Βλαχία και τους κατοίκους της. Οι όροι «Bachos» και «Bachorum», για τους Βλάχους, είναι ενδιαφέροντες, αν δεν είναι λάθος γραφή. (Fontes Ferum Austriacarum – Oesterreichische Geeschichts – Quellen, Herausgegeben von der Historischen Commision der Kaiserlichen Academie der Wissenschaften in Wien. Erste Abtheilung. Scriptores. V. Band, Codex Strahoviensis. – Todtenbuch der Geistlichkeit der Bohmishen Bruder, Wien 1863. – Codex Strahoviensis – Ystoria de Expeditione Friderici Impe-ratoris Edita a Quodam Austriensi Clerico, Qui Eidem Interfuit, Nomine Ansbertus [Έτος: MCLXXXVII/1187]).
-
Μαρτυρία του Ansbertus για την Εκστρατεία του Φρειδερίκου Α’ (De Expeditione Frederici), της περιόδου 1189-1190, ότι περί τα τέλη του 12ου αιώνα υπήρχαν «ημιβάρβαροι Βλάχοι» («Flacos semibarbaros»), που ζούσαν στη «Βλαχία/Φλακία», περιοχή γειτονική της Θεσσαλονίκης («regionem opulentam, Flachiam dictam, non multum a Thessalonica duastan-tem»), που ονομάζονταν και «Βάκοι ή Βάκχοι» («bachos»)· ηγείτο αυτών ο «Καλοπέτρος» («Kalopetrus Flachus», «Kalopetrus Blacorum», «Kalopetrus bachorum dominus»), τότε που τον Ισαάκιο Β΄ Άγγελο Κομνηνό (1156-1204, βασ. 1185-1195) διαδεχόταν ο Αλέξιος Γ΄ Άγγελος Κομνηνός (1153-1211, βασ. 1195-1203). Είναι περίοδος της Τρίτης Σταυροφορίας (1189-1192), της οποίας ηγείτο ο Φρειδερίκος Α΄ o Μπαρμπαρόσσα (Friedrich I. Barbarossa: 1122-1190) στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (1155-1190). (Historia de Expeditione Friderici Imperatoris, Edita a quodam Austriensi Clerico, qui eidem interfuit, nomine Ansbertus, Nunc primum e Gerlaci Chironico, cujus ea partem constituit, typis expressa, curante Josepho Dobrowsky, Pragae 1827, Apud Cajetanum de Mayregg bibleopolem).
-
Μαρτυρία Σέργιου Κολυβά (1193), για επιθέσεις Σκυθών κατά της Αυτοκρατορίας στα έτη του Ισαάκ Β’ Αγγέλου (βασ. 1185-1195). (Fontes Rerum Byzantinarum Sumptibus Academiae Caesareae Scientiarum, Accuravit W. Regel. Tomus I. Fasciculus 2. Petropoli A.MDCCXCII [1917], σ. 280-300).
-
Μαρτυρία του Γεωργίου Τορνίκη (1193), ο οποίος εισηγείται στον αυτοκράτορα Ισαάκιο Β΄ Άγγελο την πολιτική που πρέπει να ασκήσει έναντι των Ασανιδών Πέτρου, Ασάν κ.λπ. («Βλάχων και Βουλγάρων»). (Πηγή: Fontes Rerum Byzantinarum Sumptibus Academiae Caesareae Scientia-rum, Accuravit W. Regel. Tomus I. Fasciculus 2. Petropoli AMDCCXCII [1917], σ. 254-280).
-
Μαρτυρία του Ευθυμίου Τορνίκη (1202), για «Σκυθικόν σμήνος» και «Σκυθών πανσπερμία», κατά της Ρωμανίας, σε επικήδειο λόγο του στον πατέρα του Δημήτριο Τορνίκη, ο οποίος είχε πάρει μέρος στους αγώνες της Ρωμανίας εναντίον των Ασανιδών «Βλάχων και Βουλγάρων», το 1201-1202. (Jean Darroures, Les discours d’Euthyme Tornikes (1200-1205), ‚Revue des Etudes Byzantines‛, XXVI, Paris 1968, σ. 49-121/94-117).
-
Μαρτυρία του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουΐνου (1160-1213), στη γαλλική γλώσσα και με λατινική μετάφραση, για την Δ’ Σταυροφορία (1201-1204), στην οποία μετάφραση παρατηρούνται ουσιώδεις αλλαγές, που προκαλούν δικαιολογημένες παρερμηνείες, από τη στιγμή κατά την οποία οι διατυπώσεις του τύπου: «Roj de Blaquie», «Roj de Blaques», «Iohanissa le Roj de Blakie et de Boungrie», «Iohanis li Rois de Blakie», «Comains/Commains/Cumains» δίνονται στη μετάφραση ως ακολούθως: «Roy de Bulgarie», «Roy des Bulgares» και «Tartares», και αλλοιώνουν πλήρως το νόημα του κειμένου! Το Χρονικό, λίγο-πολύ λέει τούτα: Ο Λατίνος αυτοκράτορας Βαλδουίνος Α΄ άρχισε να καταστέλει τις εξεγέρσεις στις πόλεις και πολιόρκησε την Αδριανούπολη, και σύμφωνα με τον Βιλλεαρδουΐνο «Ο Ιωαννίτσης, Βασιλιάς της Βλαχίας, ερχόταν να βοηθήσει την πόλη με μεγάλη στρατιά, έφερε μαζί του Βλάχους και Βούλγαρους, και δεκατέσσερις χιλιάδες αβάπτιστους Κουμάνους». Στις 14 Απριλίου 1205 οι Κουμάνοι του Ιωαννίτζη (ή Καλογιάννη ή Σκυλογιάννη) κατάφεραν να οδηγήσουν το βαρύ ιππικό των Λατίνων σε ενέδρα στα έλη βόρεια της Αδριανούπολης, και ο Ιωαννίτζης κατατρόπωσε τον στρατό τον σταυροφόρων. Ο Βαλδουίνος αιχμαλωτίστηκε, ο Κόμης Λουί Α΄ του Μπλουά σκοτώθηκε, ενώ ο Βενετσιάνος δόγης Δανδόλος οδήγησε τα επιζώντα τμήματα του σταυροφορικού στρατού σε βιαστική υποχώρηση πίσω στην ΚΠολη, κατά τη διάρκεια της οποίας πέθανε από εξάντληση. Ο Βαλδουίνος φυλακίστηκε στη Βουλγαρική πρωτεύουσα Τύρνοβο μέχρι που πέθανε ή εκτελέστηκε στα τέλη του 1205.) Στη διάρκεια του 1205, ο Ιωαννίτζης νίκησε τους Λατίνους στις Σέρρες και κατέλαβε τη Φιλιππούπολη, κατακτώντας δε και μεγάλο μέρος της επικράτειας της Λατινικής αυτοκρατορίας στη Θράκη και στη Μακεδονία. Παρά την αρχική καλή υποδοχή των επιτυχιών του Ιωαννίτζη ενάντια στους Λατίνους, η Βυζαντινή αριστοκρατία άρχισε να συνωμοτεί εναντίον του. Ο Ιωαννίτζης άλλαξε τακτική και στράφηκε χωρίς έλεος κατά των πρώην συμμάχων του, υιοθετώντας το προσωνύμιο «Ρωμαιοκτόνος» κατ’ αντιπαραβολή του «Βουλγαροκτόνος» του Βασιλείου Β΄. Στις 31 Ιανουαρίου 1206 ο Ιωαννίτζης νίκησε ξανά τους Λατίνους στη μάχη του Ρύσιου και αργότερα κατέλαβε το Διδυμότειχο. Οι Βλάχοι και οι Βούλγαροι λεηλάτησαν κατ’ επανάληψιν τη Θράκη και τις πόλεις της, μεταξύ των οποίων τις σημαντικές πόλεις, Ηράκλεια, Καινοφρούριον (νυν Τσόρλου) κ.ά. και έγιναν υπαίτιοι εκκένωσης και άλλων πόλεων, όπως η Ραιδεστός (νυν Τέρκινταγ). Ενώ παλαιά η βιαιότητα του Ιωαννίτζη ή Καλογιάννη περιοριζόταν στο να παραπλανά τους αντιπάλους, στις πολεμικές εξορμήσεις του που ακολούθησαν· ο ίδιος έγινε υπεύθυνος μαζικών μετατοπίσεων πληθυσμών από κατακτημένες πόλεις σε μακρινές επαρχίες της Βλαχίας, όπως ονομαζόταν η περιοχή πέριξ του όρους Αίμος, μετέπειτα Βουλγαρίας. (Histoiare de Geoffroy de Villehardovin svr la Conqveste de Constantinople en 1204, Paris MDLXXXV [1555]).
-
Μαρτυρία του Robert de Clery (1170 – μετά το 1216), για την άλωση της ΚΠολης του 1204, με σημαντικές πληροφορίες για Βλάχους (Blaks/Blakis) και Βλαχία (Blakie), τον Jehans li Blakis (Joanisa, roi de Boulgarie 1196-1207), τη Θεσσαλονίκη (Salenike), και τους Κουμάνους (Commains). (Chroniques Greco-Romanes Inedites ou peu Connues publiee avec notes et tables genealogiques par Charles Hopf, Berlin, Librairie de Weidmann 1873. – La prise de Constantinople, σ. 1-85).
-
Μαρτυρία του Codex Strahoviensis (1187-1190) για το έτος 1190 ότι υπήρχε Βλαχία (Flachiam) γειτονική της Θεσσαλονίκης, προφανώς του Αξιού, ενώ την ίδια περίοδο οι Βλάχοι εμφανίζονταν και με το όνομα Βάκχος ή Βάχος (Bachos), γεγονός που πιστοποιεί εκτεταμένη παρουσία τους στον χώρο της Μακεδονίας, με εξήγηση: «Flachiam dictum, non multum a Thessalonica distantem» και «Blachorum oder Wlachorum, Flacorum sol les heissen: so auch weiter unter Blachos». (Herausgegeben, Historischen commission, Kaiserlicden Academie der Wissenschaften in Wien. Erste Abtheilung. Scriptores. V. Band. Codex Strahoyiensis. – Todtebuch der Geistlichkeit. Der Bohmiscen Bruder. Wien 1863).