“Ο «φονιάς»: Ο κοντούλης Αυστραλός που έκανε τους Τούρκους να τρέμουν στην Καλλίπολη” γράφει ο Βενιζέλος Λεβεντογιάννης
Στις Τουρκικές γραμμές ο αέρας βρωμούσε καπνό, κάτουρο, ιδρώτα και ακαθαρσίες. Οι Οθωμανοί φαντάροι αν και ο ήλιος έκαιγε, δεν έβγαζαν από πάνω τους τη φαιοπράσινη στολή. Πηγαινοέρχονταν σαν μυρμήγκια μέσα στα χαρακώματα. Όλο έσκαβαν και όλο μετέφεραν οπλισμό. Ιδρωμένοι λες και τους είχες βουτήξει στη θάλασσα. Κάποιοι «παλιοί» καθόντουσαν με την πλάτη στα χώματα. Κάπνιζαν βαρύ καπνό και με θολό το βλέμμα σιγοτραγουδούσαν κάποιον αμανέ.
Ο Αχμέτ Ντερέκιογλου, από την Κιλικία κοκορευόταν σε κάποιους συναδέλφους του για το πόσους Αυστραλούς σκότωσε κατά τη διάρκεια της εφόδου που έγινε το ξημέρωμα. «Τα δάχτυλα και των δυο ποδιών μου δεν φτάνουν για να τους μετρήσω» έλεγε και δίχως να το καταλάβει κορδωνόταν. Σιγά σιγά το κεφάλι του ανέβαινε από το χαράκωμα όρθιος καθώς ήταν. Είχε βγάλει και εκείνο το παράξενο κωνικό κράνος των Τούρκων φαντάρων και όλο και μιλούσε.
Ένιωθε εκείνη τη στιγμή άτρωτος. Από τα 900 μέτρα μακριά στη νεκρή ζώνη που ήταν γεμάτη άταφα πτώματα, ένας κοντούλης – μόλις 165 εκατοστά άνδρας- με σχιστά μάτια όπλισε αργά και αθόρυβα το βρετανικό τυφέκιο Lee Enfield των 7,7χλστ που κρατούσε.
Ο άνδρας ήταν σκεπασμένος με χώμα, ξαπλωμένος ανάμεσα στους νεκρούς φαντάρους και από μακριά θα έλεγε κάποιος ότι ήταν και εκείνος νεκρός. Με σταθερά αργές κινήσεις έφερε το τουφέκι του και άγγιξε το μάγουλο του, ενώ έκλεισε το ένα από τα σχιστά του μάτια για να σημαδέψει καλύτερα.
Το κεφάλι του Ντερέκιογλου πλέον είχε ξεπροβάλλει σαν μισοφέγγαρο από το χαράκωμα του. Ο Τούρκος δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ήταν στόχος ενός άνδρα που παρίστανε τον νεκρό, ένα χιλιόμετρο μακριά. Ένα αργό πάτημα της σκανδάλης και καθώς η σφαίρα έφευγε ο Γουίλιαμ Μπιλι, Έντουαρντ Σινγκ, ο Αυστραλός ελεύθερος σκοπευτής με ρίζες από την Κίνα, άφησε την ανάσα του που κρατούσε τόση ώρα που σημάδευε, να βγει προς τα έξω.
Ο Αχμέτ δεν κατάλαβε τι τον χτύπησε. Έφυγε επάνω στον οίστρο του καθώς έλεγε τις ιστορίες του. Δεν πρόλαβε να βγάλει «κιχ». Απλά γέμισε με αίματα και ζεστά μυαλά τους συναδέλφους του, οι οποίοι ούρλιαξαν. «Καταραμένε Αυστραλέ, έτσι και πέσεις στα χέρια μας θα μαρτυρήσεις»
Ο Μπίλι συνέχισε να παριστάνει τον νεκρό και να παρακολουθεί ότι γίνεται στα χαρακώματα των Τούρκων. Ήταν μέλος των ANZAC (Australian and New Zealand Army Corps) και η διαταγή που είχε από τον ίδιο τον Οράτιο Χέρμπερτ Κίτσενερ τον επικεφαλής της εκστρατείας αλλά και από τον στρατηγό Σερ Ίαν Χάμιλτον, ήταν μια: «Ότι κινείται το σκοτώνεις»
Ο κοντούλης Αυστραλός είχε επικηρυχθεί από τους ίδιους τους Τούρκους φαντάρους. Και λογικό ήταν. Κρυμμένος στα πιο απίθανα μέρη τους αποδεκάτιζε ακόμη και από τα 900 μέτρα. Μάλιστα τα σημάδια που είχε βάλει στο σκοπευτικό του ήταν τρία. Στα 350 μέτρα, στα 500 και στα 900. Και σπάνια αστοχούσε σε βολή του. Όποιος έμπαινε στο στόχαστρο του είχε υπογράψει ταξίδι με το χάρο χωρίς επιστροφή.
Οι Τούρκοι με διαταγή του Γερμανού συμμάχου τους Όττο Λίμαν Φον Σάντερς έψαξαν και έφεραν στην πρώτη γραμμή τον «Αμπντούλ τον τρομερό» Έναν εξαιρετικό σκοπευτή που λένε ότι μπορούσε να πετύχει λαγό που έτρεχε στα 200 μέτρα. Τον τοποθέτησαν στη νεκρή ζώνη στο Τσάθαμ Πόστ και είχε έναν και μόνο σκοπό. Να εξολοθρεύσει τον κοντούλη Μπίλι.
Η τύχη αυτή τη φορά δεν ήταν με τους Τούρκους. Η ιστορία λέει πως οι δυο άνδρες από μεγάλη απόσταση χτένιζαν την περιοχή για να εντοπίσουν ο ένας τον άλλον. Όταν ο Αμπτνούλ εντόπισε τον Μπίλι και έκλεισε το μάτι να σημαδέψει, είδε ταχύτατα μια φλογίτσα να ανάβει στο τουφέκι του Αυστραλού στα 900 μέτρα μακριά και δεν άκουσε κανέναν ήχο. Όταν ο ήχος έφτασε εκεί που ήταν ο Αμπντούλ, εκείνος κείτονταν νεκρός με μια σφαίρα στο μάτι. Τον είχε προλάβει ο Αυστραλός.
Το τέλος
Οι συμπολεμιστές του Μπίλι τον περιγράφουν σαν έναν πολεμιστή ιδιαίτερα σκληρό με ατσάλινα νεύρα. Ο ίδιος είχε πει κάποτε ότι λυπόταν για τους Τούρκους που εξολόθρευε. Λυπόταν για λίγο γιατί αμέσως ερχόντουσαν στο μυαλό του ιστορίες από τους βασανισμούς που έκαναν οι Τούρκοι σε όποιον Αυστραλό έπιαναν αιχμάλωτο και τότε ο κοντούλης, όλα τα ξέχναγε.
Οι επιτυχημένες βολές κατά των Τούρκων ποικίλουν. Κάποιες πηγές αναφέρουν ότι ήταν 160, κάποιοι άλλοι λένε ότι ο Μπίλι σκότωσε τουλάχιστον 200, όπως ο αντιστράτηγος Μπέρντγουντ που έκανε λόγο για 201 τούρκους νεκρούς. Ο ταγματάρχης Μιντζέλι πάντως ανέφερε ότι ο Μπίλι είχε σκοτώσει σχεδόν 400 Τούρκους.
Μπήκε στο νοσοκομείο και ανάρρωσε. Και όμως στη μάχη του Δάσους του Πολυγώνου στο Βέλγιο κατάφερε να διακριθεί και πάλι. Λίγες ημέρες αργότερα γερμανικές σφαίρες τον άφηναν σχεδόν πεθαμένο. Συνήλθε αλλά δεν μπορούσε να πολεμήσει ξανά. Αποστρατεύτηκε και επέτρεψε στην Αυστραλία τον Ιούλιο του 1918.
Η εκστρατεία στην Καλλίπολη
Η εκστρατεία στην Καλλίπολη το 1915 κατά τη διάρκεια του Α Παγκοσμίου πολέμου, που τελικά βάφτηκε με το αίμα χιλιάδων Αυστραλών και Άγγλων στρατιωτών ήταν μια ιδέα του «πρώτου Λόρδου του Ναυαρχείου» ή αλλιώς του υπουργού Ναυτικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Ουίνστον Τσόρτσιλ.
Στόχος ήταν να καταληφθεί η χερσόνησος της Καλλίπολης από συμμαχικές δυνάμεις προκειμένου η Οθωμανική αυτοκρατορία που πολεμούσε στο πλευρό των Γερμανών να εγκλωβιστεί και να αναγκαστεί να παραδοθεί.
Όμως η επιχείρηση στήθηκε πρόχειρα και κυρίως δεν είχαν ληφθεί υπόψιν δυο παράγοντες. Ο πρώτος ήταν τα απίστευτα οχυρωματικά έργα που είχαν σκάψει οι Οθωμανοί και τα οποία ξεκινούσαν λίγα μέτρα από τις ακτές και έφταναν σε μεγάλο βάθος και ο δεύτερος άκουγε στο όνομα ενός νεαρού αξιωματικού του Οθωμανικού στρατού ο οποίος θα ενέπνεε τους στρατιώτες του να μην παραδοθούν και να πολεμήσουν μέχρι τέλους. Το όνομα τους ήταν Μουσταφά Κεμάλ.
Όλα ξεκίνησαν με το σφοδρό βομβαρδισμό από τα συμμαχικά πλοία κατά των Οθωμανικών θέσεων ο οποίος εκ των υστέρων αποδείχτηκε φιάσκο. Στη συνέχεια και με την επιμονή του Τσόρτσιλ αποβιβάστηκαν χιλιάδες Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί, Βρετανοί και Γάλλοι στρατιώτες για να καταλάβουν τη χερσόνησο. Η επιχείρηση ήταν καταδικασμένη σε φιάσκο. Οι μάχες ήταν σφοδρότατες και στο τέλος οι σύμμαχοι ηττημένοι απαγκιστρώθηκαν.
Ο κοντός “φονιάς”
Ο Μπίλι γεννήθηκε στην Αυστραλία το 1886 και από νωρίς έδειξε πως ήταν καταπληκτικός σκοπευτής υπερνικώντας και τα ρατσιστικά στερεότυπα της εποχής επιτυγχάνοντας μεγάλες νίκες σε σκοπευτικούς αγώνες.
Στις 24 Οκτωβρίου 1914 κατατάχθηκε στο 5ο Σύνταγμα Αυστραλιανού Ελαφρού Ιππικού αφού κατάφερε να πείσει έναν αξιωματικό στρατολογίας να παραβλέψει το γεγονός ότι ο Μπίλι είχε ύψος μόλις 1,65 μ.
Οι συνάδελφοι του, τον αποκαλούσαν «ο φονιάς» και «o άγγελος του θανάτου». Όταν επέστρεψε στην Αυστραλία με χαλασμένη την υγεία του αναγκάστηκε πάμπτωχος να εργαστεί ως μεταλλωρύχος.
Με διαλυμένα τα πνευμόνια συνέχισε να εργάζεται κάτω από τη γη μέχρι το 1943. Πέθανε μόνος σε μια καλύβα στο Μπρισμπέιν στις 16 Μαΐου. Στην καλύβα του βρέθηκαν μόλις 5 σελίνια…