Ναπολέων Λαπαθιώτης “Τα καημένα τα πουλάκια”
Τα καημένα τα πουλάκια
Κρύο βαρύ, χειμώνας ὄξω,
τρέμουν οἱ φωτιὲς στὰ τζάκια,
τώρα ποιὸς τὰ συλλογιέται
τὰ καημένα τὰ πουλάκια!
Τὰ πουλάκια εἶναι στὰ δένδρα,
τὰ πουλάκια εἶναι στὰ δάση,
τὰ πουλάκια θὰ τὰ πάρει
ὁ βοριᾶς ποὺ θὰ περάσει,
ἡ βροχὴ καὶ τὸ χαλάζι
κι ὁ βοριᾶς ποὺ θὰ περάσει,
καὶ τὸ χιόνι ποὺ τὸ παίρνουν
στὶς αὐλὲς μὲ τὸ φαράσι…
Κι ἂν ἡ νύχτα εἶναι μεγάλη,
κι ἔρχεται γιομάτη τρόμους,
κι ἂν ὁ θάνατος ἀπόψε,
φέρνει γύρα μὲς τοὺς δρόμους,
κι ἂν ἡ παγωνιὰ θερίζει
κι εἶναι δίχως ρουχαλάκια,
δὲ βαριέσαι, ποιὸς θυμᾶται
τὰ καημένα τὰ πουλάκια…
Τὰ πουλάκια εἶναι στὰ δένδρα,
τὰ πουλάκια εἶναι στὰ δάση,
τὰ πουλάκια θὰ τὰ πάρει
ὁ βοριὰς ποὺ θὰ περάσει.
Στὰ παιδάκια εἶναι τὰ χάδια,
στὰ παιδάκια τὰ φιλάκια,
τώρα ποιὸς τὰ συλλογιέται
τὰ καημένα τὰ πουλάκια!
Κι ὅταν γίνει, πάλι, βράδυ
κι ὅλοι πᾶνε νὰ πλαγιάσουν,
νὰ χωθοῦν μὲς τὰ κρεβάτια,
μὴ τυχὸν καὶ ξεπαγιάσουν,
τὰ πουλάκια τὰ καημένα,
τὰ πουλάκια, τώρα, πέρα
θὰ χαθοῦν χωρὶς ἐλπίδα
νὰ φανοῦν τὴν ἄλλη μέρα...