“Συνθήκες Μεγάλου Πολέμου – Η οικονομία καθορίζει τα πάντα και απειλεί να συνθλίψει την Ιστορία” γράφει ο Γιώργος Αλοίμονος
Οι αναλύσεις περισσεύουν στην εποχή των fake news. Αυτό που μοιάζει να είναι είδος εν ανεπαρκεία είναι η εμβάθυνση στην ουσία και η δίκαιη αντιστοίχηση του τώρα με παλαιότερες ιστορικές στιγμές που θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε και αυτό που έρχεται, αλλά και πώς, αντλώντας από την εμπειρία του παρελθόντος, θα αποφύγουμε μια πολεμική σύρραξη. Άλλωστε, το μόνο ουσιαστικό που παγίωσε ο πλανήτης ύστερα από δύο παγκοσμίους πολέμους είναι η εμπέδωση ότι το βασικό συστατικό προόδου είναι η ειρήνη.
Σήμερα η ιστορική πραγματικότητα έχει να καταδείξει ότι βρισκόμαστε στην κορύφωση του μετα-λαϊκισμού με παρουσία σε σημαντικές χώρες του κόσμου: ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Βραζιλία και Φιλιππίνες. Συγχρόνως η Ρωσία και η Κίνα συνεχίζουν μεθοδικά το «αυτοκρατορικό» τους παιχνίδι.
Η Ε.Ε. δεν μπορεί να βρει τον βηματισμό της ως ενιαίας δύναμης καθώς η Γερμανία, η Γαλλία και οι «τσιγκούνηδες» τραβάνε το σκοινί σε κάθε διαφορετική κατεύθυνση σαμποτάροντας την ενιαία ευρωπαϊκή πορεία.
Και στο βάθος ο Ερντογάν
Μέσα σε όλη αυτή την ωραία ατμόσφαιρα υπάρχει το νεοοθωμανικό όραμα του Ερντογάν, ο οποίος θέλει να μετατρέψει την Τουρκία σε περιφερειακή υπερδύναμη και στην Ευρώπη (χωρίς κανένα άλλο έρεισμα πλην της πληθώρας των μουσουλμάνων στις ευρωπαϊκές χώρες και στα Βαλκάνια) αλλά και στον μουσουλμανικό κόσμο, με μια επιθετική και αντιδυτική ατζέντα.
Με αφορμή την Ελλάδα και πραγματικό φόβο για τη Γαλλία και την απώλεια της υποστήριξης ΗΠΑ και Ισραήλ, συνεργάζεται με τη Ρωσία, που δεν μπορεί να είναι σταθερός σύμμαχος για μια μη χριστιανική χώρα. Άλλωστε και αυτή η συνεργασία βασίζεται μόνο στο οικονομικό κίνητρο. Η Τουρκία αγοράζει S-400, θέλει συμπαραγωγή αεροσκαφών, ανάπτυξη πυρηνικών σταθμών, ισχυρές εμπορικές και τουριστικές σχέσεις.
Η πρόσφατη πολεμική συμπεριφορά της Τουρκίας βολεύει τη Ρωσία επειδή απειλεί να διαλύσει το ΝΑΤΟ εις τα εξ ων συνετέθη και ακυρώνει την επίφαση ή τη γεωπολιτική φαντασίωση ότι υπάρχει μια ενιαία δυτική αμυντική πρόταση.
Για τα λεφτά τα κάνεις όλα…
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, επίσης γνωστός ως ο Μεγάλος Πόλεμος, ήταν μια γενικευμένη σύγκρουση των ευρωπαϊκών δυνάμεων που διήρκεσε από τον Ιούλιο του 1914 έως τις 11 Νοεμβρίου 1918. Στην ουσία ήταν μία μεγάλη ενδοευρωπαϊκή διένεξη με τα κύρια μέτωπα στη Γηραιά Ήπειρο, ωστόσο η επέκτασή της στην περιφέρεια, με ενεργό συμμετοχή αποικιακών στρατευμάτων – με την εμπλοκή ακόμα και αμερικανικών –, της προσέδωσε τελικά τον χαρακτηρισμό της ως παγκόσμιας.
Πάλι η Τουρκία (ως Οθωμανική Αυτοκρατορία) και η Γερμανία έπαιξαν ζωτικό ρόλο στη διαμάχη νιώθοντας την πίεση από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις, ειδικότερα τη Βρετανία και τη Γαλλία, που είχαν παρουσία στην Αφρική και στους ωκεανούς.
Τότε όπως τώρα
Οι ιστορικοί τα περιγράφουν με απλό τρόπο. Τα αίτια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, σύμφωνα με τους ιστορικούς, πρέπει να αναζητηθούν στις οικονομικές συνθήκες της εποχής και στις επεκτατικές βλέψεις των διαφόρων κρατών, που επέφεραν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό.
Ειδικότερα η οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας, που προήλθε από τη ραγδαία εξέλιξη της βιομηχανίας της, οδήγησε στην όξυνση του ανταγωνισμού της με τη Βρετάνια σχετικά με την εξασφάλιση του μονοπωλίου των διεθνών αγορών. (Σήμερα η Γερμανία είναι η ατμομηχανή της Ε.Ε. και η Βρετανία βρίσκεται εκτός Ε.Ε. και αποτελεί την αμερικανική βάση στην Ευρώπη).
Συγχρόνως η γαλλική πολιτική της «ρεβάνς», δηλαδή η επιθυμία της Γαλλίας να αποκαταστήσει το γόητρό της, είχε δημιουργήσει ένταση στις σχέσεις της με τη Γερμανία. (Σήμερα η Γερμανία έχει αποδεχτεί την ηγετική θέση της Γαλλίας στις εξωτερικές / αμυντικές σχέσεις της Ένωσης κρατώντας την κυριαρχία στο… ταμείο).
Μέσα σε αυτή την πραγματικότητα η Ρωσία επιθυμούσε να βρει διέξοδο στη Μεσόγειο, υποστήριζε τον πανσλαβισμό και θεωρούσε τον εαυτό της φυσικό προστάτη των ορθόδοξων λαών των Βαλκανίων, στοιχεία που έβρισκαν αντίθετες τη Γερμανία και την Αυστροουγγαρία. (Εδώ τίποτα δεν έχει αλλάξει, απλώς η Ρωσία παίζει οικονομικά με την Τουρκία, σαμποτάρει το Οικουμενικό Πατριαρχείο και στηρίζει τους νεο-λαϊκιστές με ακροδεξιές εκφάνσεις).
Το χρήμα uber alles
Συνεχίζοντας την άντληση στοιχείων από την Ιστορία, σημειώνεται ότι από τις αρχές του αιώνα όλες οι Μεγάλες Δυνάμεις ρίχτηκαν σε έναν ξέφρενο αγώνα δρόμου για ενίσχυση και εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών τους.
● Στη Βρετανία οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν σχεδόν κατά 30% μέσα στη δεκαετία 1890 – 1900. Το 1913 ήταν 140% υψηλότερες από ό,τι το 1887.
● Η Γερμανία, στα μέσα της δεκαετίας του 1890, δαπανούσε περίπου 90 εκατομμύρια μάρκα κάθε χρόνο για το πολεμικό της ναυτικό. Το 1913 είχε ξεπεράσει τα 400 εκατομμύρια μάρκα.
Και οι άλλες Μεγάλες Δυνάμεις δεν πήγαιναν πίσω. Πίσω από τις καθησυχαστικές θεωρίες για τις «Μεγάλες Χίμαιρες», οι άρχουσες τάξεις προετοιμάζονταν πυρετωδώς για τον Μεγάλο Πόλεμο.
Οι προετοιμασίες δεν ήταν μόνο στρατιωτικές, αλλά και διπλωματικές. Από τα τέλη του 19ου αιώνα κιόλας οι Μεγάλες Δυνάμεις ξεχύθηκαν σε έναν διπλωματικό αγώνα δρόμου για να εξασφαλίσουν φίλους και συμμάχους, δημιουργώντας έτσι δύο μεγάλους συνασπισμούς.
Διαμάχη με οικονομικό αφήγημα
Στο Λονδίνο, το Παρίσι, τη Μόσχα και το Βερολίνο οι άρχουσες τάξεις προσπάθησαν να ρίξουν το φταίξιμο στην άλλη πλευρά. Και οι ηγέτες της Αριστεράς, που τα προηγούμενα χρόνια υιοθετούσαν τις αναλύσεις των φιλελεύθερων αστών για την «παγκοσμιοποίηση» και τις «μεγάλες χίμαιρες» (μελλοντικοί πόλεμοι), έτρεξαν, ακόμα μια φορά, να συμφωνήσουν μαζί τους:
● Στη Γερμανία οι βουλευτές του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος – με μοναδική εξαίρεση τον Καρλ Λίμπκνεχτ – υπερψήφισαν τον προϋπολογισμό για τον πόλεμο.
● Στη Ρωσία ο μαρξιστής Πλεχάνοφ και ο αναρχικός Κροπότκιν τάχθηκαν ανεπιφύλακτα στην πλευρά του τσάρου.
● Στη Βρετανία το Εργατικό Κόμμα στήριξε ανεπιφύλακτα την «εθνική υπόθεση».
Μήπως όλα αυτά μοιάζουν με τη σημερινή διεθνή πραγματικότητα; Μήπως τελικά ο εθνικισμός, και όχι ο πατριωτισμός, είναι ενεργούμενο των οικονομικών διαφορών;
Ίσως τελικά, η λογική του διπόλου «βούτυρο και κανόνια» είναι η πιο ανεδαφική και παραπλανητική εκδοχή πολιτικού αφηγήματος διαχρονικά. Στον αντίποδα στέκεται ο πατριωτισμός, με ταυτόχρονη παράλληλη καταπολέμηση της ακραίας φτώχειας, ακύρωση του εθνικισμού και του μη σεβασμού της ιστορίας των λαών. Κράτη και ηγέτες με διαταραγμένη ψυχοσύνθεση, επιθετικότητα και νεο-αποικιακά κίνητρα απειλούν ίσως το μοναδικό επίτευγμα των τελευταίων 50 χρόνων: την εμπέδωση της διεθνούς ειρήνης.