Άκου Διαβάτη “Με το πέταγμα της καρδιάς λευτερώνετ’ η ψυχή” γράφει η Σοφία Παυλίδου
«Την άνοιξη αν δεν την βρεις, τη φτιάχνεις».
Οδ. Ελύτης
«Άνοιξις εστί Αναγέννησις».
Σοφία Παυλίδου
Συνήθειες και συνθήκες που έχεις ενστερνιστεί χρόνια τώρα, σε δυσκολεύουν στο να δεις καθαρά. Χάθηκες στην πορεία. Εφηύρες μίαν ιδέα βολικής διαδρομής και οδοιπορείς πάνω σ’ αυτήν. Διαβάτης σε μια σκάρτη διαδρομή που αναβλύζει μιαν επίπλαστη ευτυχία. Ξένος αέρας θαρρείς σε πηγαινοφέρνει και ο φόβος σε κλείνει μέσα στις μικρές γροθιές του. Ποια αναβολή να νικήσεις για να ξορκίσεις το φόβο και να ορίσεις το πεπρωμένο σου; Γιατί στο βάθος μακριά σε κοιτάζει σαν ξένη η πιο δική σου ζωή;
Για την χρεοκοπία της συνείδησης που έγινε επιτακτική ανάγκη; Για την επιθυμία που δεν έγινε πραγματικότητα αλλά ανεπίλυτη διαμάχη; Ξέρεις την απάντηση. Βαθιά μέσα σου ακούς τον ψίθυρο να θεριεύει.
«Θέλω τη ζωή μου πίσω! Όχι την ψεύτικη, αλλά την άλλη, που είχε αλήθειες και ψέματα και πάθη και έρωτες και συμβιβασμούς»
Είναι βλέπεις και εκείνη η ακατανίκητη γοητεία του μυαλού και της καρδιάς που θέλει να λευτερωθεί, να πετάξει ψηλά. Με το πέταγμα της καρδιάς λευτερώνετ’ η ψυχή, Διαβάτη!
Είν’ ετούτη η ψυχή που μιλεί τα βράδια με τ’ αγεριού το φύσημα με της Άνοιξης τη φρεσκάδα, με την ελπίδα, που όλα τα αναγεννά. Κάθε Άνοιξη, κάθε εποχή.
Άκου, Διαβάτη, η ψυχή σου μιλεί:
«Πρέπει να βρεις μιαν απελευθερωτική έξοδο για να βγεις στην πηγή του ανθρώπου κι ας αναβλύζει ο καιρός.
Αναζήτησέ την στην Άνοιξη, σ’ ένα όνειρο. Σε περιμένει το όνειρο. Αυτό, που έκανες μικρός. Αυτό, το παιδιάστικο. Μην το ξεχνάς. Αυτό ήσουν κάποτε, «Αξίζει φίλε να υπάρχεις για ένα όνειρο» καθημερινό και ατέλειωτο. Γιατί τα όνειρα είναι η αφετηρία της δημιουργίας. Είναι το τάμα του ανθρώπου στον ίδιο τον άνθρωπο. Η υπόσχεση που του δίνει για να μην ξεχνά την Αξία της ζωής.
Αναζήτησέ την στην απλότητα. Ψαξ’ την στ’ αγουροξυπνημένα χελιδόνια, στις μοσχοβολιές των λουλουδιών, στις ανοιχτές θάλασσες, στους λευκούς γλάρους στ’ ακρογιάλι. Σε στιγμές απλές που ξυπνούν στα φυλλοκάρδια σου πόθο κι ελπίδα.
Νιώσε τα μυστηριώδη ρεύματα της Άνοιξης. Σκορπίζουν το άρωμα της ζωής, της ξαναγεννημένης.
Άσε το αεράκι, άστο να σε γητέψει, καθώς τριγυρνά στα καταπράσινα φύλλα. Αυτή η αιώνια αρμονία των φύλλων είναι το τραγούδισμα τους για τις Κυριακές και τις Άνοιξες της ζωής σου.
Διαβάτη, φτιάξ’ την Άνοιξη, βαδίζοντας σε μονοπάτια με παπαρούνες και αγριόχορτα. Κάπου εκεί, μεσοστρατίς, θα δεις να τριγυρνά με το άρμα του ο «Φοίβος» παραδομένος ανάμεσα στα ηλιοτρόπια, χύνοντας φως ολόλευκο με τους κύκνους του. Είναι που φωτίζει τα σκοτάδια της ψυχής σου. Σου χρωστάει η ζωή μιαν Άνοιξη. Αυτός είναι ο παράδεισός της.
Φτιάξ’ την την Άνοιξη, το χάλασμα του κόσμου μ’ ένα βρεγμένο κρίνο, μια κίτρινη πεταλούδα, μ’ ένα ρόδο ανοιχτό που η ανάμνησή του ξυπνά την αγιάτρευτη στέρηση. Απ’ αυτήν θρέψε την ακούραστη ανθρώπινη ψυχή σου. Κι ακούμπησέ την σε ανθρώπους λιτούς και ευθείς που ακούν μέχρι και τις σιωπές σου.
Το λύχνο σου άναψε, νοσταλγικέ Διαβάτη και ξεκίνα πάλι και πάλι για κείνες τις λεύτερες διαδρομές της ψυχής, κει που η Άνοιξη σε καρτερά και παραμένει ζωντανή.
Κι εκείνος πια,
«Δεν ένιωθε τις αποστάσεις περπατώντας.
Και τραγουδούσε ολομόναχο το σώμα του
Παράμ παμ παμ …
Παρίμ παμ πομ …
Υπάρχει αύριο και μεθαύριο. Υπάρχει».
Ν. Καρούζος