Σύμφωνα με όσα έχουμε ακούσει από τους ειδικούς είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε συντροφιά με τον νέο κορωνοιό, όπως ακριβώς ζούμε και με την γρίπη. Με την διαφορά ότι για την αντιμετώπιση του κορωνοιού δεν έχουμε στη διάθεσή μας ούτε κάποιο φάρμακο ούτε κάποιο εμβόλιο. Αυτό, πολύ απλά σημαίνει ότι για όσο διάστημα δεν υπάρχουν στη διάθεσή μας αυτά τα «όπλα» η αρρώστια θα κυκλοφορεί και θα μεταδίδεται.
Τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα για δύο ακόμη λόγους.
Ο πρώτος έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμη σαφής εικόνα μεταξύ των ειδικών για τον αν όσοι νοσούν από τον κορωνοιό αποκτούν ταυτόχρονα και ανοσία. Με πιο απλά λόγια δεν έχει απαντηθεί το ερώτημα αν η ασθένεια από τον κορωνοιό σημαίνει ταυτόχρονα ότι ο ασθενής δεν θα ξαναπροσβληθεί από τον ιό για κάποιο διάστημα.
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την αδυναμία των κοινωνιών και της οικονομίας να σταματήσουν κάθε δραστηριότητα (καραντίνα) μέχρι να βρεθούν τα όπλα (φάρμακο και εμβόλιο) για την αντιμετώπιση του ιού.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, στο σημείο όπου (και) η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει το δίλημμα και να κάνει την επιλογή μεταξύ της προστασίας (καραντίνα) ή της επανεκίνσης της οικονομικής δραστηριότητας.
Η επιλογή έχει ήδη γίνει. Οι κυβερνήσεις παγκοσμίως έχουν αποδεχτεί την αδυναμία τους να προστατεύσουν το σύνολο του πληθυσμού. Τα μέτρα θα αρθούν σταδιακά καθώς ένα γενικό κλείσιμο δεν μπορεί να παραταθεί για έναν χρόνο, όσο δηλαδή χρειάζεται για να βρεθεί, δοκιμαστεί και διατεθεί το φάρμακο ή το εμβόλιο.
Τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν όλο αυτό το διάστημα βοήθησαν να αγοραστεί χρόνος. Μένει να δούμε αν αυτός ο χρόνος αξιοποιήθηκε για να αναβαθμιστούν οι δυνατότητες των συστημάτων υγείας προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες που θα προκύψουν στο επόμενο διάστημα που εκ των πραγμάτων θα αρθούν οι απαγορεύσεις.
Το επόμενο διάστημα, από αύριο που θα αρχίσει η άρση των περιορισμών, ξεκινά μια νέα δύσκολη, απρόβλεπτη και οδυνηρή πιθανότατα περίοδος κατά την οποία η κοινωνία και η οικονομία θα λειτουργούν αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο διασποράς του ιού ο οποίος προφανώς θα εξακολουθεί να υπάρχει και να μεταδίδεται για όσο διάστημα δεν υπάρχει φάρμακο και εμβόλιο.
Δεδομένων των στατιστικών που έχουν να κάνουν με τους θανάτους που προκαλεί ο ιός μεταξύ αυτών που ασθενούν, καθώς και με τις ηλικίες των θυμάτων, οι κυβερνήσεις (παγκοσμίως) επιλέγουν – ίσως να μην υπάρχει και άλλη επιλογή — αφήσουν πίσω τους (ηλικιωμένους και ανθρώπους με άλλα «υποκείμενα» νοσήματα) όσους δεν μπορούν να ακολουθήσουν. Είναι εξ ΄ άλλου, όλοι αυτοί στατιστικό βάρος και μη παραγωγικοί δείκτες σε μια οικονομία η οποία πρέπει να «επενδύσει» εκεί όπου βλέπει αποδώσεις. Και οι επενδύσεις στο χώρο της υγείας προκειμένου να εξασφαλιστεί η υγεία του συνόλου του πληθυσμού και ειδικά των ευάλωτων ομάδων, εξακολουθούν να μην είναι αποδοτικές παρά τα όσα ακούσαμε όλο αυτό το διάστημα.
Είναι η οικονομία, λοιπόν, που καθορίζει τις πολιτικές αποφάσεις και τις επιλογές και καλό είναι αφού πρόκειται να ζήσουμε ένα «σκοτεινό» επόμενο διάστημα να γνωρίζουμε τουλάχιστον τη διαφορά μεταξύ ανοσίας και ανοησίας, ως ελάχιστο μέτρο αυτοπροστασίας…