Κοινωνία Παιδεία

“Πόλεμος” για τα θρησκευτικά – Συγκρούσεις φέρνει η απόφαση του ΣτΕ

Με συγκρατημένο τρόπο σχολίασε το υπουργείο Παιδείας την απόφαση του ΣτΕ για τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών, την ίδια ώρα που η αντιπολίτευση θέτει ζητήματα ακόμα και αντισυνταγματικότητας, ενώ την ικανοποίησή της δεν έκρυψε η Ένωση Θεολόγων.
Υπουργείο Παιδείας: Αλλαγή του πλαισίου
Αναλυτικά, το υπουργείο Παιδεία ανακοίνωσε ότι μελετά την απόφαση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου προκειμένου να προχωρήσει σε επανεξέταση του σχετικού κανονιστικού πλαισίου, που αφορά στο μάθημα των Θρησκευτικών.
Αναλυτικά, η ανακοίνωση του υπουργείου έχει ως εξής: «Το υπουργείο Παιδείας & Θρησκευμάτων θα μελετήσει τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας προκειμένου ακολούθως να επανεξετάσει εξ’ αρχής το σχετικό κανονιστικό πλαίσιο, προβαίνοντας στις ενδεδειγμένες ενέργειες για την αναμόρφωση του προγράμματος σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών και για την τροποποίηση της δήλωσης απαλλαγής από αυτό. Γνώμονάς μας, να διασφαλιστεί η συμβατότητα των σχετικών ρυθμίσεων με τις συνταγματικές επιταγές».
«Πυρ ομαδόν» από τον ΣΥΡΙΖΑ
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, ασκήθηκε δριμεία κριτική στην απόφαση του ΣτΕ, με τον τομεάρχη Παιδείας, Νίκο Φίλη, να τονίζει ότι «με την απόφασή του το ΣτΕ επαναλαμβάνει την προηγούμενη σύμφωνα με την οποία το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει να έχει κατηχητικό χαρακτήρα. Πρόκειται για απόφαση που αντίκειται στο Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Είναι περίεργο ότι το Ανώτατο Δικαστήριο, που έχει επιφορτιστεί με την αρμοδιότητα της υπεράσπισης των δικαιωμάτων των πολιτών, να νομολογεί επί θεολογικών και παιδαγωγικών ζητημάτων, ως να ήταν Οικουμενική Σύνοδος ή Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.
Με τα νέα Προγράμματα Σπουδών (τα επονομαζόμενα Φίλη και στη συνέχεια Γαβρόγλου), επιχειρήσαμε το μάθημα των θρησκευτικών να είναι μάθημα γνώσης και όχι πίστης, προβληματισμού και ουσιαστικής μάθησης και όχι κατήχησης και προσηλυτισμού. Αυτή η κατεύθυνση αντανακλά τη νέα κοινωνική πραγματικότητα και ανταποκρίνεται σε ένα σχολείο κοσμικό και δημοκρατικό. Γι` αυτό, άλλωστε, τα νέα προγράμματα παρά τον πόλεμο ορισμένων κέντρων, αγκαλιάστηκαν από τη μεγάλη πλειοψηφία των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των γονέων.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ γυρίζουν την εκπαίδευση στη σκοτεινή δεκαετία του `50 και στο “ελληνοχριστιανικό” Σύνταγμα του 1952 . Με βάση το σκεπτικό της απόφασης, όλα τα προγράμματα σπουδών που ίσχυαν μετά το 2000 δεν έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί, γιατί σε όλα, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό η επιταγή του Συντάγματος του 1975 για την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης, δεν ερμηνευόταν περιοριστικά ως κατήχηση στην Ορθοδοξία.
Η νομολογία του ΣτΕ θα δημιουργήσει αδιέξοδο στην εκπαίδευση, προκαλεί θέματα συνείδησης και τελικώς οδηγεί τα πράγματα, ώστε, το μάθημα των θρησκευτικών, με τη μορφή της κατήχησης να γίνει προαιρετικό. Η ίδια αυτή νομολογία, που μεθοδεύτηκε από εκκλησιαστικούς και παρεκκλησιαστικούς παράγοντες στο χώρο της Δικαιοσύνης, έρχεται σε αντίθεση με το ώριμο κοινωνικά αίτημα, του χωρισμού και της δημοκρατικής ρύθμισης των σχέσεων Κράτους- Εκκλησίας, ιδιαίτερα στην αποκοπή του ομφάλιου λώρου ανάμεσα στην Εκκλησία και την εκπαίδευση. Αυτό το δημοκρατικό αίτημα υπηρετείται μόνο με καθαρές αρχές και όχι με αυταπάτες και τακτικισμούς».
Παράλληλα, ο πρώην υπουργός Παιδείας, Κώστας Γαβρόγλου υπογράμμισε ότι «το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση», κάνοντας λόγο για «επικίνδυνο αναχρονισμό». «Η σημερινή απόφαση του ΣτΕ για το μάθημα των Θρησκευτικών είναι αναμφισβήτητα μια ιστορική απόφαση. Καταργεί ολόκληρη την επιστημονική, παιδαγωγική και θεολογική εξέλιξη του μαθήματος μετά το 1974», επισημαίνει ο κ. Γαβρόγλου. Και προσθέτει: «Καταργεί τη συνειδητή προσπάθεια χιλιάδων θεολόγων να κατακτήσουν στη συνείδηση των συναδέλφων τους αλλά και των μαθητών όπως και στην καθημερινή παιδαγωγική πράξη την πραγματική επιστημονική και παιδαγωγική ισοτιμία του μαθήματος των Θρησκευτικών με τα άλλα μαθήματα του ωρολογίου προγράμματος».
Ο κ. Γαβρόγλου επισημαίνει ότι με αυτή την απόφαση ακυρώνονται οι «προσπάθειες συνεννόησης με την Εκκλησία, όπου τα νέα προγράμματα σπουδών είχαν και την αποδοχή της Ιεραρχίας». Ο πρώην υπουργός θεωρεί ότι υπονομεύεται η «καθιέρωση μιας κουλτούρας διαλόγου ανάμεσα σε επιστημονικούς και θρησκευτικούς φορείς, με γνώμονα πάντοτε ότι την τελική ευθύνη των μαθημάτων την έχει η Πολιτεία». «Το μάθημα των Θρησκευτικών, σύμφωνα με την σημερινή απόφαση του ΣτΕ, δεν είναι πλέον μάθημα αλλά κατήχηση. Δεν είναι γνώση αλλά εξέταση για την πίστη των μαθητών και των γονιών τους […] Ένα μάθημα που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι χρήσιμο και απολύτως απαραίτητο, μετατρέπεται πια επίσημα σε άκρως επικίνδυνο αναχρονισμό», καταλήγει η δήλωση.
ΚΙΝΑΛ: Σήμερα χαίρονται οι ιδεολογικοί επίγονοι του Μεταξά και του Παπαδόπουλου
Σφοδρή ήταν και η αντίδραση του ΚΙΝΑΛ, το οποίο ανέφερε ότι «η σημερινή απόφαση του ΣτΕ για τα Θρησκευτικά αποτελεί “αλλαγή παραδείγματος” και, ταυτοχρόνως, τη ληξιαρχική πράξη θανάτου επιστημονικών, παιδαγωγικών και δημοκρατικών κατακτήσεων σαράντα χρόνων». Σύμφωνα με το ΚΙΝΑΛ, «επιχειρείται όχι η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης (όπως αναφέρει ρητά το Σύνταγμα), ούτε καν η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης (όπως αναφέρει η απόφαση του ΣτΕ) αλλά η επιβολή με τη χρήση των κρατικών μηχανισμών μιας συγκεκριμένης αντίληψης για την Ορθοδοξία που την εκφράζουν αυτοί που σήμερα χαίρονται. Παραφράζοντας το γνωστό μεταξικό ποιηματάκι, ας αναρωτηθούμε “ποιοι χαίρονται και χαμογελούν σήμερα πατέρα;”. Η απάντηση είναι ξεκάθαρη. Είναι οι ιδεολογικοί επίγονοι του Μεταξά και του Παπαδόπουλου, οι υποστηρικτές του Γ’ Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού».
Καταλήγοντας το ΚΙΝΑΛ αναφέρει ότι «για την σημερινή, αδιανόητα αρνητική εξέλιξη έχουν ιστορικές ευθύνες και οι Υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ γιατί τόσο σοβαρά θέματα δεν είναι δυνατόν να τα χειρίζεται κάποιος με ιδεοληψίες, γιουρούσια και χωρίς συμμαχίες. Τώρα όμως δεν προέχει το ποιος έφταιξε αλλά το πώς δεν θα επιτραπεί σε μια Κυβέρνηση της Δεξιάς να μετατρέψει το σχολείο σε ένα γιγάντιο Κατηχητικό οποιασδήποτε θρησκευτικής κοινότητας (γιατί για όσους δεν πρόσεξαν την απόφαση του ΣτΕ, κατήχηση πλέον θα κάνουν όλοι). Προέχει να υπερασπιστούμε το δικαίωμα των Θεολόγων να διδάσκουν ένα κανονικό μάθημα και όχι να κατηχούν τα παιδιά».
ΚΚΕ: Αναχρονισμός
Στις αντιδράσεις προστέθηκε και αυτή του ΚΚΕ, το οποίο σημείωσε ότι «η σημερινή αναχρονιστική απόφαση του ΣτΕ, που έκρινε ως αντισυνταγματικές ακόμη κι αυτές τι άτολμες ενέργειες της προηγούμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, για το μάθημα των θρησκευτικών, πέρα από τα όποια νομικά της ζητήματα, αναδεικνύει και το εξής: την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο η Παιδεία θα πρέπει να προάγει τη θρησκευτική συνείδηση. Το ΚΚΕ στη διαδικασία συνταγματικής αναθεώρησης είχε προτείνει την αλλαγή αυτής της διάταξης, κάτι όμως που απορρίφθηκε από όλα τα αλλά κόμματα, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου».
Ικανοποίηση στους θεολόγους
Από την άλλη, πάντως, ικανοποιημένος με την απόφαση του ΣτΕ φάνηκε ο πρόεδρος της Ένωσης Θεολόγων, Ηρακλής Ρεράκης, ο οποίος μιλώντας στον Real FM τόνισε ότι «το ΣτΕ είδε μία απόφαση του υπουργείου Παιδείας πανομοιότυπη με του κ. Φίλη που είχε κρίνει. Αυτό σημαίνει ότι ακυρώνονται τα προγράμματα Φίλη – Γαβρόγλου και ή θα επιστρέψουμε στα προηγούμενα προγράμματα ή θα κάνουμε καινούρια που θα λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τις αποφάσεις του ΣτΕ».Ο πρόεδρος της Ένωσης Θεολόγων υποστήριξε ότι «είναι δυνατόν να αδικούνται τα ορθόδοξα παιδιά, που είναι μεγάλη πλειονότητα των μαθητών και να μην μπορούν να διδάσκονται την πίστη των γονέων τους; Ο κ. Φίλης τους έδωσε πολλές θρησκείες μαζί και τα παιδιά έπαθαν σύγχυση και συγκριτισμό. Αυτό είναι ένα απαράδεκτο πρόγραμμα. Αφού κάνουν τα παιδιά τη δική τους πίστη, να μαθαίνουν ξεχωριστά τις άλλες θρησκείες όπως γινόταν παλαιότερα».
Τέλος σημείωσε για την απόφαση της υπουργού Παιδείας, Νίκης Κεραμέως να μην αναγράφεται στους τίτλους σπουδών το θρήσκευμα και η ιθαγένεια, ότι «θα υπάρξουν πολλές δυσκολίες. Στους μουσουλμάνους της Θράκης, αν δεν αναγράφεται το θρήσκευμα, πώς θα ξέρουμε όλοι οι εκπαιδευτικοί ότι το παιδί αυτό που τελειώνει το λύκειο έχει δικαίωμα να μπει στο πανεπιστήμιο με λιγότερα μόρια, από το όνομά του; Ο Εβραίος μαθητής θα δεχθεί να μην γράφει το θρήσκευμά του; Θα δούμε τι περιεχόμενο θα έχει αυτό που έκανε η κ. Κεραμέως. Είναι θέμα ταυτότητας. Αφού είμαι ορθόδοξος γιατί να μην αναγράφεται και στο απολυτήριο;», εκφράζοντας φόβους πως «χάνουμε την ταυτότητα μας και μας πάει σε μία ομογενοποίηση».
banner-article

Ροη ειδήσεων