Ο στρατηγός Μακρυγιάννης στην Όπερα; ή “Ας πάει και το παλιάμπελο!…” γράφει ο Αρ. Παπαγεωργίου
Ο τίτλος είναι παρελκυστικός. Σχεδόν σκανδαλοθηρικός. Από αυτούς που οι λαϊκές φυλλάδες, εφορμώντας στη μάχη του πρωτοσέλιδου, πάντοτε θα προσδοκούν, για να εξασφαλίσουν υψηλή αναγνωσιμότητα. Το ερώτημα που ανακύπτει: Πού και πόθεν εμπλέκεται ο αρχιστράτηγος της Ελληνικής Επανάστασης; Εκτός από «το γράψιμο το απελέκητο» που έμαθε στα γεράματα, υπήρξε και λάτρης του ιταλικού μελοδράματος; Όχι. Ή μάλλον όχι τόσο πολύ! Αλλού μετατοπίζεται το κέντρο βάρους. Οι μαρτυρίες του – ακόμη κι όταν μετατρέπονται σε διαμαρτυρίες, καθώς διατυπώνονται υπαινικτικά – αποκτούν άλλη βαρύτητα. Φωτίζουν πλάγια και παράπλευρα μια εποχή, καταγράφοντας τα παρελκόμενα της ιστορικής εμπειρίας στο χρόνο…
Ας δούμε τα στιγμιότυπα αλλιώς, ας στήσουμε το ιστορικό σκηνικό κάπως πιο θεατρικά. Κριτήρια οι πρωταγωνιστές, ο τόπος και ο χρόνος. Λοιπόν, έχουμε και λέμε:
Εκείνος
Είναι ο Ανδρέας Λόντος. Γεννημένος στη Βοστίτσα (το Αίγιο) της Αχαΐας το 1786, γόνος προυχόντων του Μοριά, θα πρωτοστατήσει στον απελευθερωτικό αγώνα. Μυήθηκε νωρίς στη Φιλική Εταιρία και συνέβαλε στην προεργασία της παλλαϊκής εξέγερσης. Ύψωσε πρώτος την επαναστατική σημαία στο Αίγιο. Σε συνεννόηση με τον επίσκοπο Γερμανό των Παλαιών Πατρών, διάβασε στους συμπατριώτες του τον ίδιο λόγο, που ο αρχιερέας είχε εκφωνήσει στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας στα Καλάβρυτα. Συνέπραξε αποφασιστικά στις μάχες κατά την πολιορκία του Ρίου και της Πάτρας. Ο Λόντος ήταν εύπορος και διέθετε σοβαρή κτηματική περιουσία. Παρουσίαζε συμπυκνωμένα όλα τα γνωρίσματα των διακεκριμένων Νεοελλήνων της εποχής του. Ήταν εξωστρεφής, γλεντζές και χαροκόπος, λάτρης του ωραίου φύλου, ασύδοτος στα οικονομικά. Ρευστοποιούσε λίγο – λίγο το βιος του και ξόδευε ασυλλόγιστα. Με την απελευθέρωση ήρθε σε σύγκρουση με τον Καποδίστρια, ο οποίος και τον παραγκώνισε. Πιθανότατα ο Κυβερνήτης δεν ανεχόταν φυγόκεντρες τάσεις τοπικού συγκεντρωτισμού στην άσκηση της εξουσίας. Ο Λόντος θα οργανώσει το αντικαποδιστρικό κίνημα στη βόρεια Πελοπόννησο. Αργότερα θα υποδεχτεί τον Όθωνα και τη βαυαρική αντιβασιλεία στο Ναύπλιο.
Όταν ιδρύεται πλέον το Βασίλειο της Ελλάδος, ο Λόντος θα ακολουθήσει ανοδική πορεία. Θα διοριστεί αρχικά συνταγματάρχης και εν συνεχεία στρατιωτικός επιθεωρητής. Στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 λαμβάνει ενεργό μέρος ως αρχηγός του Αγγλικού Κόμματος. Στην Επαναστατική Κυβέρνηση θα αναλάβει καθήκοντα Αντιπροέδρου της Εθνοσυνέλευσης, ενώ αμέσως μετά θα χρηματίσει Υπουργός Στρατιωτικών και Εσωτερικών. Με την επικράτηση του Κωλέττη ως πρώτου συνταγματικού πρωθυπουργού της Ελλάδας, ο Ανδρέας Λόντος θα υποπέσει σε δυσμένεια. Ο ηπειρώτης πολιτικός από το Συρράκο, σκληρός και εμπαθής, θα τον εκπαραθυρώσει στερώντας του κάθε οικονομικό πόρο αλλά και πολιτικό αξίωμα. Ο Λόντος τότε θα βρεθεί σε δεινή θέση. Όλη η περιουσία του έχει ήδη εξανεμιστεί, ενώ το όνειδος της πολιτικής αποτυχίας τού είναι δυσβάσταχτο. Δεν μπορεί να το αντέξει. Η πτώση θα τον οδηγήσει σε ηθική κατάπτωση και ψυχική καταρράκωση. Ο τραγικός επίλογος θα γραφτεί με την αυτοκτονία του το 1845. Η κυβέρνηση Κωλέττη δεν θα επιτρέψει τον ενταφιασμό του με το προσήκον εκκλησιαστικό τελετουργικό. Τελικά η τελετή της κηδείας θα πραγματοποιηθεί ολοκληρωμένη στη Βοστίτσα το Σεπτέμβριο του 1847, αμέσως μετά το θάνατο του Κωλέττη.
Εκείνη
Είναι η Ρίτα Μπάσσο. Γεννήθηκε το 1819 στο Πιεμόντε. Στην περιοχή αυτή της Ιταλίας, τη γειτονική με τη Λομβαρδία, η παράδοση της όπερας είναι κραταιά και η επίδραση της Σκάλας του Μιλάνου ανυπέρβλητη. Από πολύ νωρίς διαπιστώθηκε ότι μικρή Ρίτα διέθετε αξιοπρόσεχτη φωνή. Με την κατάλληλη διδασκαλία θα εξελιχθεί σε λυρική σοπράνο υψηλών επιδόσεων και θα διακριθεί κυρίως σε ρόλους κολορατούρας. Για καλή μας τύχη διαθέτουμε ένα βιογραφικό της από τον τύπο της εποχής, συνοπτικό και συνάμα κατατοπιστικό. Δημοσιεύτηκε στα “London Illustrated News” ακριβώς πριν 174 χρόνια, στις 15 Μαρτίου 1845. Αφορμή ήταν η σειρά παραστάσεων, με πρωταγωνίστρια την ιταλίδα σοπράνο, που δόθηκαν στο Βασιλικό Θέατρο του Λονδίνου, ενώπιον του Αλβέρτου και της βασίλισσας Βικτωρίας. Σήμερα είναι πλέον διαθέσιμο σε ηλεκτρονική μορφή[1].
Η Μπάσσο λοιπόν πέντε χρόνια νωρίτερα, το 1840, θα θριαμβεύσει στην Αθήνα. Η νεόδμητη πρωτεύουσα των Ελλήνων – μεταφέρθηκε εκεί από το Ναύπλιο στα 1835 – μπορεί να μη διαθέτει ακόμη βασικές υποδομές, δρόμους ή στοιχειώδες αποχετευτικό σύστημα˙ ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι η μετέπειτα οδός Σταδίου ήταν ένα άθλιο ρέμα που δεχόταν τα αστικά λύματα…[2] Όμως οι αξιώσεις για θέατρο παρέμεναν αδιαπραγμάτευτες! Μετά από κάποιες ατυχείς κινήσεις με ιταλούς επιχειρηματίες, τελικά το πρώτο κτιστό θέατρο της Αθήνας θα περιέλθει το 1844 στην κυριότητα του Ιωάννη Μπούκουρα, του Σπετσιώτη θαλασσόλυκου και αγωνιστή του 1821. Βρισκόταν στην οδό Μενάνδρου, στη σημερινή πλατεία Θεάτρου, μεταξύ της Ομόνοιας και του Ψυρρή. Το κτήριο θα κατεδαφιστεί στο τέλος του 19ου αιώνα, γύρω στα 1897. Στο μετέπειτα θέατρο Μπούκουρα[3] το 1840 θα γίνουν λαμπρά εγκαίνια με την όπερα «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» του Γκαετάνο Ντονιτσέτι. Αυτή η «Λουκία του Λαμερμούρ» – όπως έγραφαν οι εφημερίδες – θα είναι το μέγιστο κοσμικό γεγονός της εποχής. Άλλωστε πόσα περιθώρια κοινωνικότητας να υπάρχουν σε αυτήν τη συμπτωματική πρωτεύουσα, την επαρχιακή Αθήνα της τρίτης δεκαετίας του 19ου αιώνα; Στο κεντρικό θεωρείο παρακολουθεί την παράσταση το βασιλικό ζεύγος, ο Όθων και η Αμαλία. Η Ρίτα Μπάσσο θα ξετρελάνει τους Αθηναίους με τη φωνή και τη νεανική χάρη των είκοσι χρόνων της, θα τους ενθουσιάσει με την ιταλική της φινέτσα[4]. Θα γίνει ιδιαίτερα αγαπητή σε Έλληνες αλλά και σε Βαυαρούς. Θα φιλοξενηθεί πολλάκις σε γεύματα και δεξιώσεις των ανακτόρων. Τα χρόνια εκείνα θα γνωρίσει και το Γιόζεφ Μπόριο, το μετέπειτα σύζυγό της. Ζούσε κι εκείνος τότε στην Αθήνα και εργαζόταν ως πολιτικός μηχανικός. Αργότερα η Ρίτα Μπάσσο – Μπόριο θα επιστρέψει στην Ιταλία, από όπου και θα συνεχίσει τη λαμπρή της καριέρα στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές σκηνές.
Η επιτυχία της Μπάσσο ήταν πρωτοφανής. Γνωρίζουμε, επί παραδείγματι, ότι τα έσοδα από μία της μόνο παράσταση ανήλθαν σε πολλές χιλιάδες γαλλικά φράγκα και διατέθηκαν εξολοκλήρου για την ανακούφιση των αναξιοπαθούντων κατοίκων της εξεγερμένης Κρήτης. Τακτικότατος θαμώνας του θεάτρου εκείνη ακριβώς την περίοδο ήταν και ο Ανδρέας Λόντος. Μάλιστα προαγόραζε τις θέσεις στα θεωρεία, για να απολαμβάνει τη θεσπέσια αοιδό μαζί με τους φίλους του. Ξόδευε επομένως τα χρήματά του αφειδώς. Λέγεται ότι κάποια στιγμή πούλησε και το τελευταίο περιουσιακό στοιχείο που του είχε απομείνει, ένα μικρό αμπελάκι, για να διασφαλίσει το ρευστό, που το είχε τόσο ανάγκη. Από εκεί προήλθε και η παροιμιώδης φράση «Ας πάει και το παλιάμπελο!» Εάν πρόκειται για μύθευμα ή παραφιλολογία, δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Φαίνεται πάντως ότι η ενέργεια αυτή ήταν σύμφυτη με τον παράφορο χαρακτήρα του. Θελκτική άλλωστε, από κάθε άποψη, η εικοσάχρονη σοπράνο και επιρρεπής στην πολυτέλεια δεχόταν τα ακριβά δώρα του γερο Λόντου. Ο στρατηγός ήταν τότε 54 – 55 ετών. Σχεδόν στην τρίτη ηλικία για τα δεδομένα της εποχής…
Ο στρατηγός Μακρυγιάννης
Εδώ ακριβώς έρχεται η μαρτυρία του μπαρμπα Γιάννη. Διαπιστώνει απογοητευμένος, ίσως και πικραμένος, τη μεταστροφή των ηθών. Από το «Για αυτά πολεμήσαμε…» μέχρι το «Ας πάει και το παλιάμπελο» δε μεσολαβούν ούτε είκοσι χρόνια… Μπορεί και ο ίδιος να επισκέφτηκε τον ιταλικό θίασο. Μπορεί και όχι. Πάντως στο δεύτερο βιβλίο των «Απομνημονευμάτων» του, με οργή, θα υπογραμμίσει: «Το έθνος αφανίστη όλως διόλου και η θρησκεία – εκκλησία εις την πρωτεύουσαν δεν είναι και μας γελάνε όλος ο κόσμος. […] Και τα παιδιά όπου τα στέλνουν να φωτιστούν γράμματα κι’ αρετή, από μέσα το κράτος κι’ απόξω, φωτίζονται την τραγουδική και ηθική του θεάτρου, και πωλούνε τα βιβλία τους οι μαθηταί να πάνε ν’ ακούσουνε την Ρίττα Βάσσω την τραγουδίστρα του θεάτρου, ότι παλαβώσανε οι γέροντες, όχι τα παιδάκια, να μην πωλήσουνε τα βιβλία τους. Τον γέρο Λόντο, όπου δεν έχει ούτε ένα δόντι, τον παλάβωσε η Ρίττα Μπάσσω του θεάτρου και τον αφάνησε τόσα τάλλαρα δίνοντας και άλλα πισκέσια».
Και ο επίλογος
Εν προκειμένω τρεις παρατηρήσεις:
-
Για τους λάτρεις της όπερας η σπουδαία σκηνή της τρέλας από τη “Lucia” του Donizetti: https://www.youtube.com/watch?v=U3_8wz_xNI0 και https://www.youtube.com/watch?v=3eOnIRopojY
-
Ο Ιωάννης Αλταμούρας, εγγονός του θεατρώνη Μπούκουρα, ήταν άτυχος. Έφυγε πολύ νωρίς, μόλις 26 ετών. Στη βραχύβια σταδιοδρομία του μας έδωσε υπέροχες θαλασσογραφίες.
3. Ο εγγονός του αρβανίτη οπλαρχηγού από τις Σπέτσες και πρώτου θεατρώνη των Αθηνών υπήρξε όντως ατυχής. Αληθινά δυστυχής όμως έζησε η κόρη του. Η Ελένη Μπούκουρα – Αλταμούρα ήταν ταλαντούχα. Γεννήθηκε ακριβώς το 1821. Έσβησε διαταραγμένη στα 1900. Ξεχασμένη και δύσφημη – τη θεωρούσαν σχεδόν καταραμένη μάγισσα – είχε μονωθεί στο πατρικό της σπίτι στο νησί. Δε χρειάζεται να προστεθεί κάτι άλλο. Η Ρέα Γαλανάκη («Ελένη ή ο Κανένας») εκτός από τη δυνατή μυθοπλασία προέβη και σε ενδελεχή έρευνα. Ας σημειωθεί μόνο ότι είναι σπαρακτικό το τρίπτυχο βίου που την καθόρισε: Κανένας – Ελένη – Κανένας…
[1] Βλ. σχετικά https://www.ebay.ie/itm/1845-Mme-Rita-Basso-Borio-Ballet-Scene-Eoline-/333120119129?hash=item4d8f81a159
[2] Από την τρέχουσα βιβλιογραφία οι πλέον αξιόπιστες μαρτυρίες συμπεριλαμβάνονται: Άρτεμις Σκουμπουρδή (1996) «Αθήνα – Μια πόλη μαγική», Σιδέρης, Αθήνα και Γιάνης Καιροφύλας (2011) «Η Αθήνα στου Όθωνα τα χρόνια», Αθήνα. Ο έγκριτος αθηναιογράφος θα επανέλθει και το 2014 με τις «Αναμνήσεις ενός Αθηναίου», Καστανιώτης, Αθήνα. Ειδικότερα για τη θεατρική ζωή της πρωτεύουσας το 19ο αιώνα βλ. Άρτεμις Σκουμπουρδή (1997) «Θέατρα της Αθήνας», Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων, Αθήνα και ιδίως την πολύ σημαντική διατριβή της Ελένης Φεσσά – Εμμανουήλ (1994) «Η αρχιτεκτονική του Νεοελληνικού Θεάτρου 1720 – 1940», Τόμοι Α + Β, Χριστάκης, Αθήνα. Τέλος πρβλ. πάντα και Άννα Ταμπάκη (2005) «Το νεοελληνικό θέατρο (18ος – 19ος αιώνας) – Ερμηνευτικές προσεγγίσεις», Δίαυλος, Αθήνα.
[3] Βλ. σχετικά και Φώντα Τρούσα «Το πρώτο επίσημο θέατρο της Αθήνας»: https://www.lifo.gr/team/music/53073
[4] Σε μία τιμητική παράσταση της πριμαντόνας ένας ενθουσιώδης θαυμαστής της είχε αφιερώσει μεταφρασμένους στα γαλλικά τους στίχους:
Σε σένα τα τραγούδια
σε σένα τα λουλούδια
σε σένα που η φωνή σου
μαγεύει την ψυχή!…
Ποιο άλλο δώρο θέλεις
εσύ που όλους θέλγεις
από ένα θαυμαστή σου
φτωχό και δυστυχή;