Άρθρα Λογοτεχνία Περισσότερο διαβασμένα

“Θαμπό της φωτοσκίασης απείκασμα… Μητιώ Σακελλαρίου”(1) γράφει ο Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Η Μητιώ Σακελλαρίου συναντά και συστήνει τον Κάρλο Γκολντόνι

στην Κοζάνη του Νεοελληνικού Διαφωτισμού (1816)

«…εμετέφρασα την παρούσαν κωμωδίαν του κυρίου Γολδώνη,

                                                 την οποίαν επρόκρινα των άλλων ως ηθικωτέραν…»

Υπάρχουν μορφές που δεσπόζουν στη ροή του ιστορικού γίγνεσθαι, καθώς διαμορφώνουν το πνευματικό κλίμα της εποχής. Είναι οι ταγοί και οι πλέον προβεβλημένοι των καιρών. Κοντά σε αυτούς κινούνται και πρόσωπα πιο αθόρυβα, με ήπια δυναμική. Δεν είναι όμως ελάσσονες δημιουργοί. Απεναντίας παράγουν έργο αξιόλογο, που το κληροδοτούν στις επερχόμενες γενιές. Εντούτοις παραμένουν στο ημίφως. Η παρουσία τους, χαμηλόφωνη και διακριτική, μόλις που αχνοφαίνεται σαν ένα θαμπό απείκασμα πίσω από τη φωτοσκίαση! Κάποτε κινούνται στη ζώνη του ασύμπτωτου. Μοιάζουν σαν να επιλέγουν (ή να επιλέγονται από) την αφάνεια! Ποτέ δεν παύουν ωστόσο να εκπέμπουν την αδιόρατη  γοητεία της εσωστρέφειας. Άλλωστε οι αθέατες όψεις της επίσημης ιστοριογραφίας παρουσιάζουν ενδογενές ενδιαφέρον, καθώς υπάγονται στην παράπλευρη μικροϊστορία της καθημερινότητας.

Εν προκειμένῳ η περίπτωση της Μητιώς Σακελλαρίου εμπίπτει σε αυτά τα χαρακτηριστικά. Επιλέγεται ως δείγμα τυπικό, παρά τις επιμέρους ιδιοτυπίες. Ακολουθεί τον κανόνα σε ό,τι αφορά τα ήθη και τους περιορισμούς που επιβάλλει το φύλο της. Ομοίως κατοπτρίζει τις αξίες και τις απαξίες, που συνάδουν με την κοινωνική της προέλευση. Ταυτόχρονα όμως είναι εγγράμματη και πνευματικά ανήσυχη. Η μόρφωση δε συνιστά απλώς ένα κοσμητικό παραπλήρωμα. Την ενεργοποιεί, διανοίγοντας τους πνευματικούς της ορίζοντες. Ποτέ ωστόσο δεν παύει να είναι εναρμονισμένη με το περίκλειστο περιβάλλον της επαρχίας, όπου διαβιεί.

Σε πλείστες περιπτώσεις πνευματικοί δημιουργοί παραγκωνίζονται, επειδή υψώνονται φραγμοί αναπόδραστοι. Η διάχυση και καθιέρωση του έργου  τους συχνά προσκρούει σε παράγοντες, όπως η ταξική ταυτότητα, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, ακόμη και το ίδιο το φύλο  Με γνώμονα αυτό το κριτήριο αναφοράς, ο λόγος των γυναικών και κατά την περίοδο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού σχεδόν εξοβελίζεται. Συχνά υψώνεται ένα φάσμα σιωπής, παρά την παιδευτική τους συμβολή ή και την κοινωνική τους δράση. Για παράδειγμα το πνευματικό ανάστημα της Μητιώς Σακελλαρίου, της Ελισάβετ Μαρτινέγκου, της Ευανθίας Καΐρη, των Φαναριωτισσών Δόμνας Κατήνκως και Δουδούς Υψηλάντη, της Αντωνούσας Καμπουράκη, της Ευφροσύνης Σαμαρτσίδου, της Σαπφώς Κληρίδου (Λεοντιάς) ίσως ακόμη και της Αγανίκης Μαζαράκη – Αινιάν[1] ήταν υψηλό. Το δείγμα γραφής στα λογοτεχνικά ή μεταφραστικά τους εγχειρήματα άφησε αποτύπωμα αξιοσημείωτο. Όμως ό,τι κατέλιπαν στο πολιτισμικό πλαίσιο της εποχής παραγνωρίστηκε ή αγνοήθηκε, εξέπεσε στη λήθη, πριν καν αξιολογηθεί.

Μητιώ Μεγδάνη – Σακελλαρίου, (1790 – 1863)

Η Κοζανίτισσα Μητιώ Σακελλαρίου ανήκει στις φυσιογνωμίες εκείνες που με το μεταφραστικό τους έργο συνέβαλαν στην καλλιέργεια ενός πρόδρομου φεμινισμού στον τουρκοκρατούμενο ελληνισμό κατά την προεπαναστατική περίοδο. Η πρόσληψη των ιδεών του Νεοελληνικού Διαφωτισμού αντανακλά τις πεποιθήσεις της για την παιδευτική συμβολή του θεάτρου. Η έμφυτη ανησυχία συνυφασμένη με τα ερεθίσματα κοσμοπολιτισμού και τις ευκαιρίες μάθησης που της παρείχε το κοινωνικό της περιβάλλον επέτρεψαν αυτές τις προσλαμβάνουσες.

Γεννημένη στη Βουδαπέστη το 1790 ήταν κόρη της Αικατερίνης και του Χαρίσιου Μεγδάνη (1768 – 1823), λόγιου και κατόπιν ιερέα[2]. Ο παππούς της από την πλευρά της μητέρας της ήταν ο Γεώργιος Κόντης, πλούσιος έμπορος και πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας του Tokaj της Αυστροουγγαρίας. Σε ηλικία μόλις τριών ετών θα επιστρέψει με την πατρική της οικογένεια στην Κοζάνη, όπου ουσιαστικά θα παραμείνει η βασική έδρα διαμονής της μέχρι το θάνατό της περί το 1863. Η Μητιώ λοιπόν ανήκει στην ανερχόμενη αστική τάξη, μεγαλώνει σε κλίμα διανόησης, αποκτά μόρφωση και οικείες παραστάσεις.

Ο πατέρας της, λόγιος ιατροφιλόσοφος Χαρίσιος Μεγδάνης, απόφοιτος της φημισμένης σχολής Λιβαδίου στο Θεσσαλικό Όλυμπο, ήταν ιδιαίτερα καλλιεργημένος και δραστήριος. Αρχικά εργαζόταν ως οικοδιδάσκαλος στην Πέστη και επιστρέφοντας στην Κοζάνη άσκησε και τα καθήκοντα του ιερέα. Από το συγγραφικό του έργο ξεχωρίζει μεταξύ άλλων η «Καλλιόπη παλινοστούσα» ή «Περί ποιητικής μεθόδου»[3] , που εκδόθηκε στη Βιέννη το 1819.

Σχεδόν συνομήλικος με το Μεγδάνη, αν όχι λίγο μεγαλύτερος,  ήταν και ο Γεώργιος  Σακελλάριος (1765; – 1838), ο μετέπειτα σύζυγος της Μητιώς. Ήταν γόνος μιας από τις παλαιότερες κοζανίτικες οικογένειες, γιος του μεγαλέμπορου Κωνσταντίνου Σακελλάριου, που είχε αποκτήσει σημαντική περιουσία από την εκτενή εμπορική του δραστηριότητα στη Βιέννη και τη Βουδαπέστη. Ο Σακελλάριος είχε σπουδάσει ιατρική στο Βουκουρέστι αλλά και στην πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, από όπου αποφοίτησε το 1798. Ήταν ευρυμαθής και εξαιρετικά φιλόπονος. Πλούσιο και πολύπτυχο το έργο του κινήθηκε στην ποιητική δημιουργία[4], την ιστορική καταγραφή, το  φιλοσοφικό στοχασμό και τη συστηματική μετάφραση (κυρίως από τα γαλλικά στα ελληνικά). Υπήρξε γνήσιο τέκνο της εποχής του και της ευφορίας που σηματοδότησε το Νεοελληνικό Διαφωτισμό στο μεταίχμιο του 19ου αιώνα[5]. Μεγδάνης και Σακελλάριος είχαν συχνή επικοινωνία και μοιράζονταν παρεμφερή πνευματικά ενδιαφέροντα[6]. Αργότερα, μετά την απώλεια της συζύγου του Σακελλάριου το 1800, της Αναστασίας Καρακάση, η μοίρα τα έφερε έτσι, ώστε να συνδεθούν οι δύο άντρες με δεσμό συγγενικό, καθώς ο Σακελλάριος νυμφεύτηκε το 1805 σε δεύτερο γάμο τη Μητιώ Μεγδάνη.

Η Μητιώ Σακελλαρίου θα ακολουθήσει το σύζυγό της στο Βελιγράδι, στα Γιάννενα, όπου παρέσχε τις υπηρεσίες του ως γιατρός στην αυλή του Αλή Πασά, στο Βεράτι της Αλβανίας, όπου διέμεινε ως προσωπικός γιατρός του Σαλή Πασά, γιου του Αλή, στο Μοναστήρι, στη Λάρισα και εν γένει, όπου εκείνος κινήθηκε επαγγελματικά, κυρίως στο βορειοελλαδικό χώρο. Σταθερό σημείο αναφοράς της όμως θα παραμείνει, ως το τέλος, η Κοζάνη[7].  Χαρακτηριστικά επισημαίνεται ότι η πόλη εκείνη την περίοδο «απολάμβανε ένα ιδιαίτερο πνευματικό κλίμα, κοινωνική ισορροπία και οικονομική ευμάρεια, χάρη στις δραστηριότητες πολλών αποδήμων, που βρίσκονταν σε στενή σχέση και επικοινωνία με τη μητρόπολη. Οι πόλεις στις οποίες απαντώνται πολυάριθμες κοινότητες Κοζανιτών ή δυτικομακεδόνων εν γένει ήταν η Βενετία, η Τεργέστη, το Βελιγράδι, το Βουκουρέστι, η Βουδαπέστη, η Βιέννη, η Λειψία, το Σεμλίνο, το Ιάσιο κά».[8]

Με αυστηρά ιστορικούς όρους, η γεωγραφική (ανα)κατανομή της ελληνικής παιδείας, ήδη από το 17ο αιώνα και εξής, αποτελεί στερεή δομική παράμετρο της διαδικασίας αναπροσανατολισμού της[9]. Η παρείσφρηση των ιδεών του Διαφωτισμού θα συντελεστεί σε και από τρεις κυρίως εστίες υποδοχής. Οι περιοχές αυτές γειτνίαζαν ή παρουσίαζαν το πλεονέκτημα της ευκολότερης πρόσβασης στα σημαντικά κέντρα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Συγκεκριμένα πρόκειται για τα Επτάνησα και την άμεση σύνδεσή τους με τη Βενετία, τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και την επαφή με την Αυστρία και τα γερμανικά κράτη καθώς και την επικοινωνία της Δυτικής Μακεδονίας, που μας αφορά εν προκειμένῳ, με την Κεντρική Ευρώπη μέσῳ ενός εκτεταμένου χερσαίου και ποτάμιου εμπορικού δικτύου, κυρίως κατά το 18ο αιώνα. Η γεωγραφική διασπορά του Διαφωτισμού θα ενισχυθεί περαιτέρω συνιστώντας ζωτικό συντελεστή ανανέωσης. Η ανάπτυξη του εμπορικού δικτύου της βορειοδυτικής Ελλάδας, με εξέχοντα αστικά κέντρα τα Γιάννενα, τη Θεσσαλονίκη, την Καστοριά και την Κοζάνη και η επέκτασή του ως τη βλαχόφωνη Μοσχόπολη (στη σημερινή Αλβανία) συνέβαλε στη δημιουργία περισσότερων σχολείων, που ήσαν παράλληλα εστίες πρόσληψης και διάχυσης του Διαφωτιστικού πνεύματος. Στην Κοζάνη είχε, ήδη από το 17ο αιώνα, διαμορφωθεί σημαντική πνευματική παρακαταθήκη – με την Κοβεντάρειο Βιβλιοθήκη, που υποτυπωδώς πρέπει να άρχισε να λειτουργεί γύρω στο 1650 και την περίφημη Σχολή της Κοζάνης που ιδρύθηκε το 1668. Οι απόδημοι δυτικομακεδόνες ευεργέτες, οι εγκατεστημένοι στην Κεντρική Ευρώπη, ενίσχυαν συστηματικά την εκπαιδευτική δραστηριότητα με γενναίες χορηγίες, προκειμένου να θεμελιωθούν σχολεία στις ιδιαίτερες πατρίδες τους.

Ο «μπας οντάς». Αναπαράσταση από το σαλόνι υποδοχής της διώροφης κατοικίας του Γεώργιου Σακελλαρίου («τ’ αρχοντικό τ’ς γιατρούς») στην Κοζάνη, που κατεδαφίστηκε το 1976. Είναι εμφανής η σύζευξη των ευρωπαϊκών επιδράσεων με τα ανατολίτικα στοιχεία στο αστικό βαλκανικό περιβάλλον. Λαογραφικό Μουσείο Κοζάνης

Η Μητιώ λοιπόν, ζώντας μέσα σε κλίμα λογιοσύνης και οικονομικής ευμάρειας, θα μορφωθεί επαρκώς. Δεν ήταν, γενικότερα, σύνηθες το φαινόμενο αυτό για τις γυναίκες εκείνη την εποχή, ακόμη και του δικού της κύκλου. Στην περίπτωση της όμως ο πνευματικός περίγυρος ήταν γόνιμος για την ανάπτυξη ποικίλων ενδιαφερόντων. Αν και μητέρα τριών παιδιών, του Παυσανία, της Βοζίτσας και της Χαρίκλειας, δε θα παύσει ούτε στιγμή να είναι δραστήρια, σε διαρκή πνευματική εγρήγορση. Δεν καταλήγει μία νωθρή, άβουλη αρχόντισσα… Τον Οκτώβριο του 1812 από τα Γιάννενα σε επιστολή προς τον πατέρα της Χαρίσιο στην Κοζάνη θα γράψει:

Προς τον σεβασμιώτατόν μου πατέρα κύριον παππά

Χαρίσιον Μεγδάνην την κατά χρέος προσκύνησιν

   Εις την επιστολήν μου, εις την οποίαν προ καιρού σας εφανέρωσα ότι καταγίνομαι εις την μάθησιν της ιταλικής γλώσσης, με απεκρίθητε επαινούντες την γνώμιν μου και συμβουλεύοντές με να επιμείνω εις τούτο το καλόν έργον, και να μεταφράζω εις την γλώσσαν μας ιταλικά συγγράμματα κατά πρώτον ωσάν οπού με αυτόν τον τρόπον εντυπώνονται στερεώτερα εις την μνήμην και αι λέξεις και αι φράσεις, και οι ιδιωματισμοί της γλώσσης. Αυτή η συμβουλή ήρεσε και εμένα και μάλιστα τον σύζυγόν μου, όστις και πρότερον ήταν της αυτής γνώμης, όθεν απεφάσισα να την βάλλω εις πράξιν· όμως επειδή αι δυνάμεις μου δεν είναι ακόμη ικαναί δια σπουδαιοτέρας και υψηλοτέρας μεταφράσεις απεφασίσθη να αρχίσω κατά το παρόν με κωμωδίας ως ευκολωτέρας και αναλόγους με τας εις την ιταλικήν γλώσσαν προόδους μου· και λοιπόν που εμετέφρασα την παρούσαν κωμωδίαν του κυρίου Γολδώνη, την οποίαν επρόκρινα των άλλων ως ηθικωτέραν, αν και ολιγώτερον εκείνων περιπετή και κομψήν·  όσοι των εδώ φίλων μας την είδαν, την ενέκριναν και με παρακινούν να την εκδώσω εις τον τύπον· εις τούτο γνωμοδοτεί και ο ίδιος ο σύζυγός μου (ο οποίος επαράφρασε τους περί το τέλος της δευτέρας πράξεως στίχους· δεν ημπορώ να ψευσθώ οικειοποιουμένη πράγμα ανώτερον των δυνάμεών μου). Εγώ όμως δε έκρινον εύλογον να κάνω παρόμοιον κίνημα χωρίς την γνώμην του φιλοστόργου μου πατρός, δια τούτο σας την στέλνω δια να την θεωρήσετε και παρακαλώ, αν το φιλοσοφικόν σας κριτήριον, με την λευκήν ψήφον σας. Αν τουναντίον, να την καταδικάσετε εις κατανάλωμα του πυρός.

   Ενασχολούμενοι πάντοτε εις υψηλάς μελέτας και συγγραφάς, βεβαιώς δεν ημπορείτε να εύρητε τινά αρέσκειαν, ούτε να δόσητε προσοχήν εις την ανάγνωσιν μικρών και ταπεινών συγγραμμάτων· όμως η πατρική αγάπη θέλει σας παραστήσει άξια της προσεκτικής αναγνώσεώς σας. Καθώς και ποτέ της ακροάσεώς σας, τα ψελίσματα της ταπεινής θυγατρός σας

                                                                                                1812 Οκτωβρίου 16

                                                                                                Ιωάννινα Μητιούς  

Η απάντηση του πατέρα θα φτάσει σύντομα με επαίνους και ενθαρρυντικά σχόλια αλλά και με καίριες επιφυλάξεις. Νουθετώντας την να προσέχει πάντοτε την εύθραυστη υγεία της («διότι ο ολικός, μάλιστα ο του στήθους σου οργανισμός δεν σε συγχωρεί τοιούτους αγώνας») και να δίνει προτεραιότητα στις οικογενειακές της υποχρεώσεις («να θεωρείς ως πρώτον έργον σου την προμήθειαν του οίκου σου, και, όταν σχολάζεις από αυτήν, να έχεις διωρισμένας τας ώρας της μελέτης σου), ως άλλωστε οφείλει μία ευπρεπής δέσποινα της εποχής (ίσως και κάθε εποχής;), θα τής επισημάνει:

   Χαίρων διά την προς τα καλά κλίσιν σου και επίμονον φιλομάθειά σου· ανέγνωσα μετά σπουδής την κωμωδίαν, την οποίαν εμετέφρασες· και, όσον μεν δια τον τρόπον της συγγραφής της, κατά τας περιπετείας της, και κατά το ηθικόν της δεν με[10] φαίνεται απεικός το να εκδοθεί εις τύπον (αν δεν με απατά η πατρική αγάπη)· όσον δε διά την μετάφρασίν σου, αν είναι ακριβής ή όχι, αδαής ων της ιταλικής γλώσσης, δεν ημπορώ να κάμω ουδεμίαν κρίσιν· είς τούτο είναι ικανός ο σύζυγός σου ων ειδήμων αυτής. Δεν σε ονειδίζω ότι μετέφρασες κωμωδίαν, μάλιστα ηθικωτάτην, διότι δεν είμαι από τους προληπτικούς, όσοι απολύτως κατακρίνουν τας κωμωδίας ως ηθοφθόρους· η χρήσις και η κατάχρησις καθιστά και αυτάς και άλλα συγγράμματα χρήσιμα ή επιβλαβή, καθώς και τα ιατρικά, των οποίων τα περισσότερα γίγνονται δια της καταχρήσεως δηλητήρια· ως πατήρ όμως χρεωστώ να συμβουλεύσω δύο πράγματα· πρώτον αφ’ ου λάβης μεγαλυτέρας δυνάμεις εις αυτήν την γλώσσαν, να εκλέξεις προς μελέτην σου βιβλία, ηθικά, ιστορικά, μάλιστα του γένους μας, περί οικονομίας, περί φυσικής και ηθικής ανατροφής των παιδίων, και άλλα όσα ανήκουν εις το γυναικείον φύλον και να απέχης από την ανάγνωσιν πολλών νεωτέρων βιβλίων, όσα αφάπτονται τα καλά ήθη, και τα ορθά δόγματα· δεύτερον να μη δίδεσαι εις πολλούς κόπους, και κατ’ εξοχήν εις το γράφειν, διότι ο ολικός, μάλιστα ο του στήθους σου οργανισμός δεν σε συγχωρεί τοιούτους αγώνας, εις την συντήρησιν της υγείας σου, αλλά να θεωρείς ως πρώτον έργον σου την προμήθειαν του οίκου σου, και, όταν σχολάζεις από αυτήν, να έχεις διωρισμένας τας ώρας της μελέτης σου. Περιποίου το μεν πνεύμα σου γυμναζομένη εις την αρετήν και εις την παιδείαν, το δε σώμα προσέχουσα εις την συντήρησιν της υγείας σου. Εις τούτο χαίρει, τούτο και εύχεται

                                                                            Ο φιλόστοργός σου πατήρ

                                                                        ο εν ιερεύσι Χαρίσιος Μεγδάνης

                                                                                    1812 Νοεμβρίου 5

                                                                                            Κοζάνη

Αξιολογώντας αυτές τις δύο επιστολές ως δείγμα γραφής – και παρακάμπτοντας τις επιμέρους εκφάνσεις τους σε επίπεδο κειμενικής ανάλυσης – τι διαπιστώνεται; Καταρχάς η Μητιώ, όντας μόλις 22 ετών, δείχνει τον προσήκοντα σεβασμό απευθυνόμενη προς τον πατέρα της («Εγώ όμως δε έκρινον εύλογον να κάνω παρόμοιον κίνημα χωρίς την γνώμην του φιλοστόργου μου πατρός»). Παραλλήλως, όπως διαφαίνεται από το γράμμα, τα ίδια αισθήματα την διέπουν για το σύζυγό της («Αυτή η συμβουλή ήρεσε και εμένα και μάλιστα τον σύζυγόν μου, όστις και πρότερον ήταν της αυτής γνώμης, όθεν απεφάσισα να την βάλλω εις πράξιν» και «εις τούτο γνωμοδοτεί και ο ίδιος ο σύζυγός μου (ο οποίος επαράφρασε τους περί το τέλος της δευτέρας πράξεως στίχους· δεν ημπορώ να ψευσθώ οικειοποιουμένη πράγμα ανώτερον των δυνάμεών μου»). Είναι συνομήλικος με το Χαρίσιο, τον εκτιμά, τον θαυμάζει, τον εμπιστεύεται. Πιθανότατα είναι ο σύζυγος–πατρικό πρότυπο και ταυτόχρονα ο μέντοράς της[11]. Η Μητιώ θήτευσε ατύπως δίπλα του στην πρακτική ιατρική, όπως είχε συμβεί νωρίτερα και με τον πατέρα της.

Πληροφορούμαστε λοιπόν ότι η Σακελλαρίου καταγίνεται με την εκμάθηση της ιταλικής γλώσσας και τη συστηματική της εξάσκηση, όπως η ίδια με περισσή σεμνότητα ισχυρίζεται. Μάλιστα θα φτάσει στο σημείο να μεταφράσει δύο ολόκληρες κωμωδίες του Κάρλο Γκολντόνι, έστω και με την αρωγή του συζύγου της. Στον πατέρα της πάντως, δρώντας επί σκοπού,  έστειλε μόνο τη μία. Πρόσφατα ο Ηλίας Σπυριδωνίδης[12] απέδειξε πειστικά ότι η γλωσσομάθεια της Μητιούς στην ιταλική ήταν πολύ βαθύτερη, καθώς ως τελικό αποτέλεσμα «η μεταφορά του κειμένου–πηγή (ιταλικό κείμενο) στο κείμενο–στόχο (ελληνική μετάφραση) είναι εξαιρετική από λεξικολογική, τεχνική και μορφοσυντακτική άποψη. Ο τομέας όμως που το έργο της ξεχωρίζει είναι ο σημασιολογικός· η μοναδική απόδοση του περιεχομένου, των εννοιών, των ιδεών και του περιβάλλοντος του Goldoni, κάτι που αποδεικνύει ότι δεν πρόκειται για απλή εξάσκηση στην ιταλική γλώσσα, όπως η ίδια ταπεινά δήλωνε αλλά για μια απολύτως επιτυχή μεταφορά και απόδοση των κωμωδιών του Goldoni στη νεοελληνική γλώσσα της εποχής, από μια μεταφράστρια με βαθιά και ευρεία γνώση της γλώσσας που μεταφράζει». Εκείνο μάλιστα που εντυπωσιάζει είναι και η εύστοχη απόδοση στα ελληνικά του βενετσιάνικου ιδιώματος, που συχνά αξιοποιεί η γκολντονική κωμωδία.

Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Το ερχόμενο Σάββατο, 24 Ιουνίου, θα δημοσιευτεί το 2ο και τελευταίο μέρος του κειμένου.

————————————————————————

[1]               Πρβλ. Βάλτερ Πούχνερ (2001) «Γυναικεία δραματουργία στα χρόνια της Επανάστασης, Μητιώ Σακελλαρίου, Ελισάβετ Μουτζάν–Μαρτινέγκου, Ευανθία Καΐρη: Χειραφέτηση και αλληλεγγύη των γυναικών στο ηθικοδιδακτικό και επαναστατικό δράμα», Καστανώτης Αθήνα. Πρόσφατα, η βιβλιογραφία για την ανάδυση και ανάδειξη της γυναικείας λογοτεχνικής γραφής κατά το 18ο και το 19ο έχει εμπλουτιστεί σημαντικά. Ενδεικτικά αναφέρονται οι μελέτες: Ειρήνη Ριζάκη «Οι “γράφουσες” Ελληνίδες –  Σημειώσεις για τη γυναικεία λογιοσύνη του 19ου αιώνα» (2007) Κατάρτι, Αθήνα και Σοφία Ντενίση «Ανιχνεύοντας την «αόρατη» γραφή. Γυναίκες και γραφή στα χρόνια του ελληνικού διαφωτισμού-ρομαντισμού» (2014), Νεφέλη, Αθήνα. Ειδικότερα για την Αντωνούσα Καμπουράκη βλ. Κωνσταντίνος Φουρναράκης «Η διαμόρφωση μιας ανεξάρτητης γυναικείας ταυτότητας στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα· η περίπτωση της ποιήτριας Αντωνούσας Καμπουράκη», Τέταρτο Συνέδριο Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών, «Ταυτότητες στον ελληνικό κόσμο (από το 1204 έως σήμερα)», Πανεπιστήμιο Γρανάδας, Γρανάδα 2010. Για την Αγανίκη Αινιάν βλ. «Φυσιογνωμίαι τινές Αρσακειάδων. Επ’ ευκαιρία της Εκατονταετηρίδος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας 1836 – 1936» (πλέον σε ψηφιακή μορφή). Τέλος, για την καλλιέργεια και ανάπτυξη του φεμινιστικού λόγου κατά το 19ο και πρώιμο 20ο αιώνα παραμένει πάντα καίριο το βιβλίο της Ελένης Βαρίκα (1996) «Η εξέγερση των κυριών – Η γένεση μίας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα», Κατάρτι, Αθήνα.

[2]               Πλούσιο πληροφοριακό υλικό αντλείται από την εμπεριστατωμένη εργασία του Η. Σπυριδωνίδη «Carlo GoldoniLa vedova scaltra” και “L’ amore paterno”: Ο κοσμοπολιτισμός και ο πρώιμος φεμινισμός της Μητιώς Μεγδάνη – Σακελλαρίου στο πλαίσιο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού», Επετηρίδα Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας & Φιλολογίας, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2006–2007.

[3]               Άντεια Φραντζή «Καλλιόπη Παλινοστούσα ή Περί ποιητικής του Χαρίσιου Μεγδάνη», περιοδικό Παλίμψηστον, Τεύχος 6/7, Δεκέμβριος 1988, Ηράκλειο Κρήτης.

[4]              Πόσο ανάγλυφα έχει αποτυπωθεί το Διαφωτιστικό πνεύμα στην ποίηση του Σακελλάριου πιστοποιούν πχ οι στίχοι που απευθύνει στο συντοπίτη και φίλο του ιατροφιλόσοφο Μιχαήλ Περδικάρη (τηρείται η ορθογραφία του πρωτοτύπου):

                               

                                «Απάντησις, Γεώργιος ο Σακελλάριος Μιχαήλ τω Περδικάρη, Χαίρειν

                               

                                                Σαν ένα άκρως φθισιών οπόταν κινδυνεύη,

                                                και της ζωής του η λαμπάς να αποσβεσθή κοντεύη·

                                                Αν η ζωή του παντελώς να είν’ απελπισμένη

                                                παντού βοήθεια ζητεί, ιατρικόν προσμένει.

                                                Κ’ αν έλθη νέηλυς ιατρός, πλησίον του καθίση,

                                                νομίζει την υγείαν του αυτός θα τον χαρίση.

                                                Κ’ εγώ ομοίως ΄ς την δεινήν του πνεύματος μου φθίσιν

                                                κ’ αν μέσον της ιάσεως δεν βλέπω εις την φύσιν,

                                                κυτάζω ακατάπαυστα ποιος έρχετ’ εις την θύρα

                                                προσμένοντας την ίασιν απ’ ουρανίαν χείρα…..»

 

Βλ. Γεωργίου Σακελλαρίου ιατρού εκ Κοζάνης, Ποιημάτια προσφωνηθέντα παρ’ αυτού τω εντιματάτω  κυρίω κυρίω Κωνσταντίνω Τακιατζή ούτινος και τη δαπάνη τύποις εξεδόθησαν, Εν Βιέννη κατά το τυπογραφείον Ιωάννου Σνείρερ, 1817 εν μηνί Νοεμβρίω. Το ποιητικό ύφος του Σακελλάριου φέρει έντονη την επίδραση του «σκοτεινού» ρομαντικού ποιητή Έντουαρντ  Γιουγκ. Πρβλ. και από τον Κ.Θ Δημαρά το κεφάλαιο «Οι νύχτες του Γιουγκ στην Ελλάδα του 1817» στο έργο του «Ελληνικός Ρωμαντισμός», Ερμής, Αθήνα 2009.

[5]               Για το ποιητικό και μεταφραστικό έργο του Σακελλάριου και την εν γένει δραστηριότητά του βλ. Άννα Ταμπάκη «Η εποχή του Κοραή και το θέατρο» στο «Η νεοελληνική δραματουργία και οι δυτικές της επιδράσεις (18ος – 19ος αιώνας)–Μία συγκριτική προσέγγιση, Ergo, Αθήνα 2002. Ο Κ. Θ Δημαράς («Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», Ίκαρος, Αθήνα 19857, 180) τον τοποθετεί στο μεταίχμιο της προρομαντικής με τη νεοκλασικίζουσα τάση.

[6]              Πρβλ. Βάλτερ Πούχνερ «Ο Ορφέας στη νεοελληνική δραματουργία–Γεώργιος Σακελλάριος, Άγγελος Σικελιανός, Γιώργος Σκούρτης», περιοδικό Σύγκριση/Comparaison, 11,, 2000, σελ. 47 κε.

[7]               Σπυριδωνίδης, όπ, 2006–2007, 10. Παναγιώτης Λιούφης «Ιστορία της Κοζάνης», Τύποις Ιωάννου Βάρτσου, 1924: Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Ανέμη.

[8]              Σπυριδωνίδης, όπ, 2006– 007, 7, όπου και οι σχετικές βιβλιογραφικές αναφορές.

[9]              Βλ. Ε. Αγά, Ν. Καρανικόλα, Π. Λαφαζάνη, Μ. Μυρίδης, Λ. Στάμου «Τα Κέντρα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Μια προσπάθεια Χαρτογραφικής Αναπαράστασης της Γεωγραφίας τους», 9ο Εθνικό Συνέδριο Χαρτογραφίας, Χανιά 2006.

 

[10]             Στην αλληλογραφία του Χαρίσιου Μεγδάνη με τη θυγατέρα του είναι εμφανείς οι βορειοελλαδίτικοι ιδιωματισμοί. Και οι δύο χρησιμοποιούν τη λόγια γλώσσα, επειδή ακριβώς την κατέχουν. Οι επιστολές, παρά την ουσιαστική οικειότητα και στοργή που εκπέμπουν, διέπονται από τη δέουσα τυποκρατία, ιδίως στην προσφώνηση και την αποφώνηση. Πάντως, για την ιστορική εξέλιξη της νεοελληνικής παρουσιάζει ενδιαφέρον, μεταξύ άλλων, η αφομοίωση της αρχαίας δοτικής στην αιτιατική («με απεκρίθητε», «ήρεσε και εμένα και μάλιστα τον σύζυγόν μου», «δεν με φαίνεται απεικός», «δεν σε συγχωρεί τοιούτους αγώνας»).

 

[11]              Ο Σακελλάριος στα νεανικά του χρόνια, πριν φύγει για την Πέστη, είχε θητεύσει δίπλα στον Αμφιλόχιο Παρασκευά, συντηρητικό λόγιο και πολέμιο των νεωτεριστικών ιδεών του Ευγένιου Βούλγαρη. Ενδεχομένως η διδασκαλία του επέδρασε, σε ένα βαθμό, στη διαμόρφωση της ιδεολογίας του. Βλ. σχετικά Χαρίτων Καρανάσιος «Μαρτυρίες αναφορικά με τη χρονολόγηση γεγονότων του βίου του ιατροφιλοσόφου Γεώργιου Σακελλάριου», περιοδικό Ο Ερανιστής, 22, 1999.

[12]              Σπυριδωνίδης, όπ 2006–07

banner-article

Ροη ειδήσεων