Απόφαση Εφετείου – “χαστούκι” σε τράπεζες και εισπρακτικές εταιρείες
Την αγωγή κατέθεσε μία γυναίκα η οποία εργάζονταν ως προϊσταμένη σε ΚΕΠ της Θεσσαλονίκης. Το Νοέμβριο του 2009 δέχτηκε ένα τηλεφώνημα στο χώρο εργασίας της από εισπρακτική εταιρεία, υπάλληλος της οποίας την καλούσε να εξοφλήσει μια οφειλή που είχε από πιστωτική κάρτα. Όταν η γυναίκα αρνήθηκε να προσδιορίσει άμεσα το χρόνο καταβολής και εξόφλησης του υπολοίπου της πιστωτικής της κάρτας η υπάλληλος ξανακάλεσε στον ίδιο τηλεφωνικό αριθμό. Στο δεύτερο τηλεφώνημα συνομίλησε με συνάδελφο της ενάγουσας τον οποίο ενημέρωσε επίσης για την οφειλή λέγοντάς του μάλιστα ότι η συνάδελφός του «είναι απολύτως αφερέγγυα και ασυνεπής»!
Με την αγωγή που κατατέθηκε ζητούνταν να επιδικαστεί χρηματική αποζημίωση για ηθική βλάβη και το δικαστήριο έκρινε ότι με παράνομο τρόπο παραχωρήθηκαν από την τράπεζα στην εισπρακτική εταιρία τα προσωπικά δεδομένα της οφειλέτριας.
Οι ισχυρισμοί της τράπεζας
Η τράπεζα ενώπιον της δικαιοσύνης ισχυρίστηκε ότι η ενάγουσα είχε ενημερωθεί για τη συλλογή των προσωπικών της δεδομένων με τη σύμβαση που υπέγραψε για την πιστωτική κάρτα καθώς στο σχετικό έντυπο αναφέρονταν ότι «τα προσωπικά της στοιχεία θα αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας από την τράπεζα ή και τρίτους που εκτελούν κατ’ εντολή και για λογαριασμό της».
Ωστόσο όπως προβλέπεται από τις διατάξεις του σχετικού νόμου «ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει, μετά τη συλλογή των σχετικών δεδομένων και πριν από τη διαβίβαση τους σε τρίτους, να ενημερώνει για τη συλλογή και διαβίβαση τα υποκείμενα των δεδομένων, μεταξύ άλλων και για τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένων του (είτε πρόκειται για αποδέκτες, στους οποίους προβλέπεται η μεταβίβαση των δεδομένων ήδη από το στάδιο της συλλογής, είτε πρόκειται για αποδέκτες, που προστέθηκαν αργότερα). Επίσης προβλέπεται η σχετική ενημέρωση πρέπει να γίνεται το αργότερο, πριν από τη μετάδοση των προσωπικών δεδομένων στους αποδέκτες – τρίτους.
Το σκεπτικό της απόφασης
Σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση που εκδόθηκε η εναγόμενη τράπεζα «δεν επικαλέσθηκε, ούτε απέδειξε, ότι είχε προβεί σε τέτοια ενημέρωση μεταγενέστερα, μετά τη συλλογή των δεδομένων και πριν από την διαβίβαση τους, στην ως άνω εταιρία ενημέρωσης οφειλετών».
Οπως αναφέρεται στην απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκη «οι προαναφερόμενες παράνομες και υπαίτιες (από πρόθεση) πράξεις και παραλείψεις της τράπεζας (διά των προστιθέντων οργάνων της) προσέβαλαν την προσωπικότητα της ενάγουσας και προκάλεσαν σ’ αυτήν σημαντική ηθική βλάβη ενώ τα όργανα της εναγομένης, κατά την επεξεργασία (διαβίβαση) των προσωπικών δεδομένων αυτής, χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση της, όφειλαν να γνωρίζουν την πιθανότητα επέλευσης της προαναφερόμενης ηθικής βλάβης». Μ’ αυτό το σκεπτικό υποχρέωσε την τράπεζα να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 6.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση.
Καταδίκη και στα ποινικά δικαστήρια
Για την συγκεκριμένη υπόθεση η ενάγουσα είχε προσφύγει και στα ποινικά δικαστήρια. Μάλιστα με απόφαση του τον Ιούνιο του 2013 το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης είχε καταδικάσει σε ποινή φυλάκισης εφτά μηνών την υπάλληλο της εισπρακτικής εταιρείας. Η υπάλληλος ήταν κατηγορούμενη για παράβαση του νόμου περί προσωπικών δεδομένων και δυσφήμιση. Για την ίδια υπόθεση το δικαστήριο αθώωσε τον διευθύνοντα σύμβουλο και την προϊσταμένη της εισπρακτικής εταιρείας που κάθισαν στο εδώλιο του ίδιου δικαστηρίου.