Απόψεις Ιστορία Περισσότερο διαβασμένα

“Από την ιστορία της ιστοριογραφίας – Σύγχρονες τάσεις στην έρευνα της πολιτικής ιστορίας” γράφει ο Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Η εννοιολογική πραγμάτευση και η ιδεολογική θεώρηση της πολιτικής ιστορίας συνιστά κομβικό σημείο αναφοράς για τα ιστοριογραφικά ρεύματα του 19ου και του 20ου αιώνα. Το ζήτημα είναι πολύσημο στις ερμηνευτικές του εκφάνσεις∙ εκκινεί από τις διαφορετικές οπτικές ως προς τη θέαση – άρα και ως προς τη διερεύνηση – του ιστορικού γίγνεσθαι.

Καταρχάς ο ιστορικισμός του 19ου αιώνα προτάσσει σημασιολογικά την αυταξία της πολιτικής ιστορίας. Επαφίεται στην αυτή αντίληψη ορθολογισμού και αιτιοκρατικής συνέπειας που διατρέχει το συνολικό φάσμα των θετικών επιστημών. Ο Λέοπολντ φον Ράνκε, εισηγητής του θετικιστικού πνεύματος στην ιστοριογραφία, σημασιοδοτεί το ιστορικό γεγονός ως μοναδικό και ανεπανάληπτο. Διαχωρίζεται σαφώς από το τυχαίο συμβάν ή τη συμπτωματική εξέλιξη. Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Ποτέ δεν είναι δυνατό ένα ιστορικό γεγονός να αναπαραχθεί, όπως συμβαίνει για παράδειγμα με ένα εργαστηριακό πείραμα. Υπό αυτό το πρίσμα οπτικής η ιστορία αποκτά οντότητα επιστημονική. Ο ιστορικός θετικισμός εστιάζεται στην εξουσία και τη διαχείρισή της από την εκάστοτε ηγέτιδα τάξη. Η ιστορική αφήγηση τίθεται σε νέες συντεταγμένες και πλέον καθίσταται αντικείμενο συστηματικής μελέτης και κριτικής επεξεργασίας των πηγών. Παράλληλα επαναπροσδιορίζονται καθαυτές και οι προσλαμβάνουσες του δέκτη.

Μεθοδολογικά ο ιστορικισμός κινείται προς δύο κατευθύνσεις. Αφενός, αξιοποιεί τις γραπτές μαρτυρίες ως ερμηνευτικό εργαλείο, με έμφαση κυρίως στο αρχειακό υλικό. Η αρχειακή έρευνα επικυρώνει την επίσημη – εν προκειμένω εθνικά κατοχυρωμένη και κρατικά επωφελή – ιστοριογραφία. Συνεπώς, σε αυτήν τη λογική, η διδασκαλία της ιστορίας δύναται να διακονεί αποτελεσματικά και το έργο της εθνικής διαπαιδαγώγησης. Αφετέρου, η ιστορική αφήγηση καθίσταται σειραϊκή, εφόσον τα γεγονότα παρατίθενται και αναλύονται σε αυστηρή χρονολογική ακολουθία. Πρόκειται για μία ιστοριογραφία κατεξοχήν συμβαντολογική, όπου ο ρόλος των δρώντων υποκειμένων ακεραιώνεται, σχεδόν εξιδανικεύεται. Η προσωπικότητα θεωρείται καταλύτης για τη διαμόρφωση και την εξέλιξη του ιστορικού γίγνεσθαι. Κύριο μέλημα του ιστορικού, μεταξύ των άλλων, καθίσταται η εξαντλητική διακρίβωση των τεκμηρίων, ώστε να εκλαμβάνονται ως αδιαμφισβήτητα γεγονότα. Με αυτά τα κριτήρια η ιστορική αφήγηση προσιδιάζει στα δεδομένα της αναπαράστασης. Ομοίως επιδιώκεται η συνειδησιακή προσέγγιση του δρώντος υποκειμένου με κριτήρια ψυχολογικά. Ο ερευνητής επιχειρεί να φωτίσει τα κίνητρα, τις προσδοκίες, τις αμφιταλαντεύσεις των ηγετών, ακόμη και τις εσωτερικές τους διακυμάνσεις. Τα γνωρίσματα ιδιοσυγκρασίας κατευθύνουν τις όποιες επιλογές και «μεταφράζουν» τις τελικές τους αποφάσεις. Σε αυτό το πεδίο ορισμού ο άνθρωπος της καθημερινότητας απουσιάζει ολοσχερώς. Η ανθρώπινη νοοτροπία δεν εξετάζεται, επειδή προφανώς δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον ή ίσως και θεωρείται έλασσον στοιχείο επιστημονικής αναδίφησης.641_002

Αντιθέτως, η Σχολή των Annales (Μαρκ Μπλοκ, Λυσιέν Φεβρ και εν συνεχεία Φερνάν Μπροντέλ) οριοθετεί την ιστορική πραγματικότητα σε νέες συντεταγμένες. Κατ’ επέκταση διαφοροποιούνται και οι νοητικές προσλαμβάνουσες στη δημιουργική ανάγνωση της ιστοριογραφίας. Για πρώτη φορά επιχειρείται η ολιστική θεώρηση της ιστορίας. Ερευνητικά το κέντρο βάρους μετατοπίζεται προς τους οικονομικούς συσχετισμούς και τα κοινωνικά τους απότοκα, καθώς και στα πολιτισμικά τους συμφραζόμενα. Η εμμονή του ιστορικισμού στην πολιτική ιστορία και τη μονοσήμαντη θεώρηση των γεγονότων κρίνεται πλέον αδιέξοδη. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα συλλογικά μορφώματα και την κοινωνική δυναμική. Οι ερμηνευτικές παράμετροι αφορούν κυρίως τη χρονικότητα: η βραχεία, η μέση και η μακρά διάρκεια συνδέονται άρρηκτα με τη διαχρονική εξέλιξη. Συνάπτονται καθαυτό με την ιστορικότητα των φαινομένων. Ο ιστορικός χρόνος δεν είναι γραμμικός. Δεν πρόκειται δηλαδή για μία μονοσήμαντη παράθεση γεγονότων στη χρονική τους ακολουθία. Αναλύεται και αξιολογείται με κριτήρια δομικά. Οι ρήξεις και οι τομές τον αναδιαρθρώνουν. Ένα φάσμα ευρείας χρονολογικής στρωματογραφίας, όπως είναι επί παραδείγματι ο μεσαίωνας, αποτελεί πρόσφορο πεδίο διερεύνησης.

Η κοινωνική – άρα και η ιστορική – εξέλιξη δεν μπορεί να είναι ομοιόμορφη, ούτε ενδογενώς – εντός της αυτής κοινωνίας – ούτε και σε σύγκριση με άλλους – έστω και παρεμφερείς – κοινωνικούς σχηματισμούς. Η περίπτωση της αστικοποίησης και της εκβιομηχάνισης που γνώρισε η δυτική Ευρώπη κατά το 19ο αιώνα, εν σχέσει με τη Ρωσία, όπου την ίδια περίοδο εξακολουθούν να κυριαρχούν οι πρωτόγονοι φεουδαλικοί θεσμοί, είναι ενδεικτική. Οι οικονομικές δομές καθορίζουν το εκάστοτε κοινωνικό status. Ενεργοποιούν την κοινωνική κινητικότητα, τη διαφοροποίηση των θεσμών στο χώρο και το χρόνο, την ενδεχόμενη αξίωση ή και απαξίωση πολιτισμικών κριτηρίων (την πολιτισμική επικύρωση), τη διαμόρφωση, τη συντήρηση αλλά και την αναπαραγωγή στερεοτύπων. Συνδέονται δυνάμει με τις δομές της πολιτικής εξουσίας και τους κραδασμούς της, την παγίωση της κυρίαρχης ιδεολογίας, την εσωτερίκευση νοοτροπιών. Επομένως, η χρονική πολλαπλότητα, που καθορίζει την εκάστοτε κοινωνική δυναμική, μορφοποιεί και την ιστορική ταυτότητα. Τελικά αυτή η προσέγγιση εδράζεται στους εσωτερικούς μηχανισμούς, που αρθρώνουν τον ιστοριογραφικό λόγο. Ο ρόλος του δρώντος υποκειμένου, ακόμη και όταν πρόκειται για μία διακεκριμένη προσωπικότητα, δεν παύει να αποτελεί το συγκυριακό προϊόν μίας φάσης ιστορικής κυοφορίας. Τελικά τα περίοπτα πρόσωπα (πχ ο Περικλής, ο Ιουστινιανός, ο Ναπολέων…) δεν είναι η εποχή τους αλλά της εποχής τους.

Αντιστοίχως, κατά τη μαρξιστική θεώρηση, η ερμηνεία της ιστορίας συνάπτεται αποκλειστικά με την παραγωγική διαδικασία. Οι κάτοχοι των μέσων παραγωγής συγκροτούν την άρχουσα τάξη, κατευθύνουν τα κοινωνικά φαινόμενα, χειραγωγούν ιδεολογικά την κοινή γνώμη και την εκπαίδευση και επηρεάζουν δραματικά τις ιστορικές εξελίξεις. Με γνώμονα το θεμελιώδες αξίωμα της διαλεκτικής οι ταξικές συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες. Η διηνεκής αντιπαλότητα, που απορρέει από την πάλη των τάξεων, επισφραγίζει και την ιστορία. Ο Μαρξ διακρίνει τέσσερα στάδια στη διαχρονική εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών: το τροφοσυλλεκτικό, το δουλοκτητικό, το φεουδαλικό και το καπιταλιστικό. Η συγκρουσιακή διαπλοκή κατά τη μετάβαση είναι δεδομένη εκ των ων ουκ άνευ. Κάθε επόμενη φάση προϋποθέτει τη βίαιη ανατροπή της προγενέστερης. Ευαγγελίζεται την κομμουνιστική κοινωνία, ως έσχατη απόληξη αυτής της εξελικτικής πορείας. Θα είναι παντελώς αταξική, εφόσον θα έχει εξαλειφθεί οποιοσδήποτε κοινωνικός ανταγωνισμός. Ασφαλώς θα προκύψει ως υπαρκτό μέγεθος μέσα από την επαναστατική διαδικασία. Οι οικονομικές σχέσεις εδραιώνουν τον κοινωνικό μηχανισμό, ενώ οι ιδεολογικές συνιστώσες και οι πολιτισμικές τους εκφάνσεις (πρβλ το σοσιαλιστικό ρεαλισμό) συναρθρώνουν το εποικοδόμημα. Για τον παραδοσιακό μαρξισμό η πολιτική ιστορία υπάγεται στην ίδια διαλεκτική: είναι απόρροια ταξικών ανταγωνισμών ή συμμαχιών και εν τέλει καθορίζεται από ένα σύνθετο πλέγμα μηχανισμών. Στην αυτή συνεκδοχή κριτηρίων εντάσσεται και το δρων υποκείμενο, επειδή ακριβώς υπηρετεί συμπράττοντας (ή και συμπράττει υπηρετώντας) το οριοθετημένο πλαίσιο.marx-eng6

Συχνά, οι πολέμιοι της μαρξιστικής ερμηνευτικής μέμφονται αυτό το ιδεολογικό σύστημα για μηχανιστική προσέγγιση των φαινομένων, ίσως ακόμη και για έναν παρωχημένο δογματισμό. Η ταξική σύγκρουση εκλαμβάνεται ολοκληρωτικά, δηλαδή  ως η αποκλειστική παράμετρος αξιολόγησης. Εντούτοις στο έργο ορισμένων νεομαρξιστών ιστορικών εντοπίζονται τάσεις ιδεολογικής διεύρυνσης ή και αναδίπλωσης. Μνημονεύεται χαρακτηριστικά η περίπτωση του Έρικ Χομπσμπάουμ, ο οποίος έστρεψε το ενδιαφέρον του προς τα πολιτισμικά ιδεώδη και τη διακύβευσή τους ανά ταξικό στρώμα στην τρέχουσα εξέλιξη του διεθνούς καπιταλισμού. Στο επίκεντρο της κριτικής του τίθεται η έννοια του έθνους, καθώς και οι κρίσιμοι όροι (ανα)διαμόρφωσης του σύγχρονου εθνισμού. Ο Τόμσον επαναπροσδιόρισε τη μαρξιστική ανάλυση προτείνοντας πολλαπλά εργαλεία εννοιολογικής κριτικής. Αρκετοί ερευνητές μελέτησαν τη σημειολογία πολιτισμικών εκδηλώσεων και δραστηριοτήτων, σχεδόν περιθωριακών, που συνάδουν με την παρουσία πληθυσμών, αναπτυσσόμενων παρασιτικά στις παρυφές της αστικής διαστρωμάτωσης.

Τα σημαίνοντα της πολιτικής ιστορίας εξακολουθούν να έχουν καίρια βαρύτητα και στα πιο πρόσφατα ιστοριογραφικά ρεύματα. Άλλωστε σε καμία περίπτωση το πολιτικό κριτήριο δεν είναι δυνατό να αγνοηθεί. Ακόμη και όταν δε δεσπόζει στην ιστοριογραφική παραγωγή μίας σχολής ή στην καθολική ερμηνεία της ιστορίας, εντούτοις η παρουσία του είναι πάντα κομβική. Η σχολή της Φραγκφούρτης (Αντόρνο, Χορκχάιμερ, Χαμπερμάς) εστίασε στους νέους κοινωνικούς όρους και τους μετασχηματισμούς, που επέβαλε η εκβιομηχάνιση στο μεταπολεμικό πλαίσιο. Προσεγγίζοντας τη μαρξιστική ανάλυση σε διάσταση περισσότερο θεωρητική, επανεκτιμά τη συμβολή των οικονομικών μηχανισμών στην ερμηνεία του πολιτικού γίγνεσθαι. Δίνεται προτεραιότητα στην ποσοτική ανάλυση (πχ στατιστική επεξεργασία των οικονομικών μεταβλητών) κατά τις εφαρμογές των κοινωνικών επιστημών. Τα μεθοδολογικά εργαλεία του ιστορικού υλισμού διευρύνονται και οι μηχανισμοί τεκμηρίωσης επανεγγράφονται σε άλλη σημαντική.

Οι ιστοριογραφικές σχολές του ύστερου 20ου αιώνα επιχείρησαν την ερμηνεία των πολιτικών φαινομένων υπό διαφορετικό πρίσμα οπτικής. Τα Annales μετά το 1960 αποπειράθηκαν να μετεξελίξουν τη θέση του Μπροντέλ για το σύνθεμα των τριών χρονικών διαρκειών και την ολιστική ανάγνωση της ιστορικής πραγματικότητας. Με επικεφαλής τους Ζακ Λε Γκοφ, Λε Ρουά Λαντουρί και Ρεβέλ σημειώνεται μία μετατόπιση στη θεματική. Το επίκεντρο παραμένει πάντα η μακρά διάρκεια (longue durée) και οι συντελούμενες οικονομικές και πολιτικές μεταβολές εντός των ορίων ενός ευρύτερου γεωγραφικού φάσματος∙ όμως επιλέγονται συνειδητά στενότεροι ορίζοντες διερεύνησης (παράμετροι γεωπολιτικού και οικονομικού πεδίου) και μεθοδολογικά εφαρμόζεται η τυπολογία της στρουκτουραλιστικής ανάλυσης. Οι σύγχρονοι εκπρόσωποι των Annales ερευνούν κατεξοχήν την επαναληπτικότητα σε βάθος χρόνου: τελετουργικά δρώμενα, οικονομικές δομές και κοινωνικές πρακτικές, στερεοτυπικές αντιλήψεις που τείνουν προς καθιέρωση, μοτίβα της καθημερινότητας. Συστηματικότερα αυτό το πλαίσιο παγιώνεται στα ζητούμενα της ιστορίας των νοοτροπιών.atget_organ_grinder

Η μικροϊστορία – επιχειρώντας ενδεχομένως να αναδειχθεί σε (κρατούσα) αντιϊστορία – στρέφεται στη διαχρονική ανάγνωση της ετερότητας. Οι περιθωριακές ομάδες παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον ως σημεία εναλλακτικής ανάγνωσης των ανθρώπινων νοοτροπιών και των ιστορικών φαινομένων εντός των ιστορικών κοινωνιών. Οι μάγισσες, οι πόρνες, ο διαβόητος «τρελός του χωριού» κά αποτελούν εμβληματικές μορφές αυτής της προσέγγισης. Η περίπτωσή τους δεν υπάγεται στα φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας, που δυνάμει υφίστανται και στιγματίζουν κάθε ιστορική εποχή. Συνεξετάζονται και ως επακόλουθα συγκεκριμένης πολιτικής βούλησης και εκλογίκευσης. Η μικροϊστορική θεώρηση αντανακλά τη μεταμοντερνικότητα στην ιστορική έρευνα.

Συμφυείς με τις σύγχρονες τάσεις στην ιστοριογραφία είναι και οι προσεγγίσεις που επιχειρούν να καταδείξουν τη συνάφεια της ιστορίας με τη γλώσσα και την κειμενικότητα (από το υπερκείμενο, όπως το εισηγήθηκε ο Ρολάν Μπαρτ, έως το μετακείμενο με διαθεματική οντότητα). Κατ’ ουσία πρόκειται για απόπειρες ιστορικής ανάγνωσης δυνάμει ενός άλλου, πολύπτυχου, γραμματισμού. Άλλωστε ο γραμματισμός καθαυτό συνιστά μία διαδικασία βαθύτατα πολιτική. Ο Μισέλ Φουκώ αναζητά – και συζητά – το ιστορικό διακύβευμα μέσα από την πολλαπλή σημαντική της γλώσσας: ο λόγος της εξουσίας επί παραδείγματι συνυπάρχει με το λόγο της καθημερινότητας. Η διαπλοκή των φαινομενικά ετερόκλητων στοιχείων δεν είναι απλώς κρίσιμη∙ μέσα από τη διαδραστικότητα συντελεί και στη δημιουργική ανίχνευση του ιστορικού γίγνεσθαι. Συνεπώς καθίσται μία διαδικασία αποκαλυπτική. Οι υποκείμενες πραγματικότητες, που διαπερνούν την ιστορία έστω και σιωπηρά, ενυπάρχουν στη γλώσσα. Στην πραγματικότητα η γλώσσα πχ δεν αντανακλά απλώς τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις και ανισότητες. Εμπλέκεται στη δημιουργία και τη συντήρησή τους, επειδή ακριβώς τα ανθρώπινα κοινωνικά συστήματα αδρανοποιούνται χωρίς τη γλωσσική τους προβολή. Ο Ζακ Ντεριντά προχωρά ένα βήμα πιο πέρα. Στα ποικίλα σημειολογικά συστήματα – με έμφαση κυρίως στη γλωσσική συνυποδήλωση και το μετωνυμικό φορτίο των λέξεων – διαβλέπει τους αλλεπάλληλους μετασχηματισμούς της εξουσίας. Ο ορθός λόγος (πρβλ το σύγχρονο αξίωμα για δράσεις και φρασεολογία politically correct), εκκινώντας ήδη από το Διαφωτισμό, ταυτίζει και νομιμοποιεί τα εκάστοτε εξουσιαστικά σχήματα.

Σε εποχές,  όπως  η σημερινή, οι τρέχουσες εξελίξεις είναι ραγδαίες, ενίοτε και ανεξέλεγκτες. Ο προσδοκώμενος υπερεθνισμός και η αμφιλεγόμενη παγκοσμιοποίηση επαναφέρουν φλέγοντα ζητήματα στο ιστορικό προσκήνιο. Επανεξετάζεται ο ρόλος που δύναται να διαδραματίσει το δρων υποκείμενο στη ροή των γεγονότων. Στο πλαίσιο των διεθνών μετασχηματισμών και του μεγιστοποιημένου ανταγωνισμού, οπότε συχνά οι εθνικές ιδιαιτερότητες συνθλίβονται  ή και εξοστρακίζονται, το αίτημα για μία νέα πολιτική ιστορία ανακάμπτει ζωτικό. Με λόγο αιχμηρό και ευθύβολο, με κριτικό ρεαλισμό, με δυναμική σύζευξη κριτηρίων, που κυμαίνονται από το αυστηρά ορθολογιστικό έως το φαντασιακό (πχ η περίπτωση της αυτοβιογραφίας) η ιστοριογραφία εμπλουτίζεται. Ανασημαίνεται και αποκτά ισχυρότερη εμβέλεια στα όρια της επιστημονικής δεοντολογίας.

Βιβλιογραφία

  • Αρβελέρ Ε. & Aymard M., (2000) Οι Ευρωπαίοι – Νεότερη και σύγχρονη εποχή (Τόμοι Α΄ & Β΄), Μτφρ Π. Μπουρλάκης & Σ. Κακουργιώτης & Κ. Γεωργοπούλου, Εκδ. Σαββάλας, Αθήνα
  • Burns E.M., (20064) Ευρωπαϊκή ιστορία, Ο δυτικός πολιτισμός: Νεότεροι Χρόνοι, Μτφρ. Τ. Δαρβέρης, Εκδ. Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη
  • Hobsbawm E., (2006) Η εποχή των άκρων – Ο σύντομος 20ος αιώνας, Μτφρ. Β. Καπετανγιάννης, Εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα
  • Μπρέγιαννη Κ., (2008) Γενική Ιστορία της Ευρώπης – Ιστορία και Ιστοριογραφία: νεότερες προσεγγίσεις, Εκδ. Ε.Α.Π, Πάτρα
  • Σβορώνος Ν., (19852) Ανάλεκτα νεοελληνικής ιστορίας και ιστοριογραφίας, Εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα.
banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ