Απόψεις Κοινωνία

“Ώρα Κοινής Ανησυχίας”. Ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν για τους πρόσφυγες

 

 

Όσο γενικευτικός, αυθαίρετος και ευφάνταστος κι αν ήταν ο συσχετισμός των τρομοκρατών με τους πολιτικούς πρόσφυγες και τους «οικονομικούς μετανάστες», πέτυχε το στόχο του: η εικόνα του «πολιτικού πρόσφυγα» (η οποία κάποτε προκαλούσε την ανθρώπινη συμπόνια και ωθούσε στην παροχή βοήθειας) σπιλώθηκε και κηλιδώθηκε, ενώ η ίδια η ιδέα του «ασύλου» (ζήτημα κάποτε πολιτικής υπερηφάνειας και πολιτισμού) θεωρείται σήμερα ένα φοβερό μείγμα επαίσχυντης αφέλειας και εγκληματικής ανευθυνότητας. Από την άλλη, έχουμε τους «οικονομικούς μετανάστες», οι οποίοι υποχώρησαν από τα πρωτοσέλιδα για να δώσουν τη θέση τους στους πολιτικούς πρόσφυγες, που θεωρούνται σκοτεινοί, δηλητηριώδεις και φορείς ασθενειών.

Αλλά κι αυτούς, τους οικονομικούς μετανάστες, ουδόλως τους βοήθησε το γεγονός ότι, αν μη τι άλλο, αποτελούν την ενσάρκωση όλων των ιερών αξιών που πρεσβεύει η κυρίαρχη νεοφιλελεύθερη πίστη και που προωθεί ως πρότυπα τα οποία οφείλουν να διέπουν τη συμπεριφορά του καθενός από μας (δηλαδή της «επιθυμίας για πρόοδο και ευημερία, της ατομικής ευθύνης, της ετοιμότητας να ριψοκινδυνεύσουν κλπ»). Κατηγορούμενοι ήδη ότι μας «απομυζούν» και ότι παραμένουν πιστοί στις ανυπόληπτες δοξασίες τους και στα ρυπαρά τους έθιμα, οι οικονομικοί μετανάστες δεν θα μπορούσαν πια, όσο σκληρά κι αν προσπαθούσαν, να αποτινάξουν την αδιάκριτη κατηγορία της τρομοκρατικής συνωμοσίας που επικολλάται σε «ανθρώπους σαν κι αυτούς» – στα ναυάγια της πλανητικής παλίρροιας των ανθρώπινων απορριμμάτων. Αυτή είναι η νέα χρήση στην οποία υποβάλλονται οι απόβλητοι άνθρωποι, ιδιαίτερα όσοι κατάφεραν να αποβιβαστούν σε εύπορες ακτές. (σελ. 96-7)

(…) οι πρόσφυγες και οι μετανάστες, καθώς έρχονται «από μακριά», αλλά εγκαθίστανται στις γειτονιές μας, είναι ιδανικοί για να παίξουν τον ρόλο ενός ομοιώματος προορισμένου να καεί σαν σύμβολο των «δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης», οι οποίες προξενούν φόβο και δυσαρέσκεια, επειδή ακριβώς δρουν χωρίς να λαμβάνουν υπόψη εκείνους που τα αποτελέσματά τους θα επηρεάσουν. Άλλωστε, οι «οικονομικοί μετανάστες» και οι πολιτικοί πρόσφυγες αποτελούν συλλογικούς αντικατοπτρισμούς (τον άλλο εαυτό; συνοδοιπόρους; αντίγραφα; καρικατούρες;) της νέας εξουσιαστικής ελίτ του παγκοσμιοποιημένου κόσμου που έχουμε κάθε λόγο να υποπτευόμαστε ως τον κακό όλης της υπόθεσης. Όπως ακριβώς η ελίτ αυτή, έτσι και οι οικονομικοί και πολιτικοί πρόσφυγες αλλάζουν θέση, δεν ριζώνουν πουθενά, είναι απρόβλεπτοι. Όπως ακριβώς η ελίτ αυτή, έτσι κι αυτοί αποτελούν την επιτομή του ακατανόητου «χώρου ζωής», όπου βρίσκονται οι ρίζες της σημερινής αβεβαιότητας της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ζητώντας μάταια κάποια άλλη, επαρκέστερη δίοδο, τα άγχη και οι φόβοι εκτονώνονται στους κοντινότερους στόχους και επανεμφανίζονται ως δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης και ως φοβία απέναντι στους «αλλοδαπούς που ζουν ανάμεσά μας». Η αβεβαιότητα δεν είναι δυνατόν να εξουδετερωθεί και να διασκορπιστεί με μια κατά μέτωπο σύγκρουση ενάντια στην άλλη προσωποποίηση της σύγχρονης ετεροδικίας, δηλαδή ενάντια στην παγκόσμια ελίτ που ολισθαίνει πέρα από τον ανθρώπινο έλεγχο. Η ελίτ αυτή είναι πολύ ισχυρή για μια κατά μέτωπο αντιπαράθεση ή αμφισβήτηση του κύρους της, ακόμα κι αν γνωρίζαμε την ακριβή της θέση (κάτι που βέβαια δεν συμβαίνει). Από την άλλη πλευρά, όμως, οι πρόσφυγες είναι ένας ορατός και ακίνητος στόχος για το πλεονάζον άγχος μας.

Ας μου επιτραπεί να προσθέσω το εξής. Όταν οι «κατεστημένες τάξεις» έρχονται αντιμέτωπες με τη συρροή των περιθωριακών (δηλαδή των απορριμμάτων του παγκόσμιου θριάμβου της νεοτερικότητας αλλά και μιας νέας παγκόσμιας αταξίας), έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται ότι απειλούνται. Εκτός από το ότι αντιπροσωπεύουν τον «μεγάλο άγνωστο» που όλοι οι «ξένοι ανάμεσά μας» ενσαρκώνουν, οι συγκεκριμένοι περιθωριακοί (οι πρόσφυγες δηλαδή) φέρνουν μαζί τους μακρινούς απόηχους του πολέμου, τη δυσοσμία καμένων χωριών και κατεστραμμένων σπιτιών που δεν μπορούν παρά να υπενθυμίζουν στους μόνιμους κατοίκους πόσο εύκολα θα μπορούσε να τρωθεί ή να θρυμματιστεί το προστατευτικό περίβλημα της δικής τους, οικείας και ασφαλούς (οικείας, επειδή ακριβώς είναι ασφαλής) ρουτίνας και πόσο παραπλανητική είναι τελικά η ασφάλεια του δικού τους οικισμού. Ο πρόσφυγας (όπως επεσήμανε ο Μπέρτολντ Μπρεχτ στο Die Landschaft des Exils), είναι ein Bote des Unglucks – «άγγελος κακών ειδήσεων». (σελ. 110-11)

Σίγκμουν Μπάουμαν, Σπαταλημένες Ζωές – Οι απόβλητοι της νεοτερικότητας (εκδ. Κατάρτι, 2005)
για την αντιγραφή: Λευτέρης Βασιλόπουλος

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας