«Ένας πρώτος απολογισμός από τον ένα και πλέον μήνα που οι αγρότες βρίσκονται στα μπλόκα» / γράφει ο Παύλος Ριζαργιώτης
Οι αγωνιζόμενοι αγρότες, λοιπόν, απέδειξαν ότι έχουν τον τρόπο και μπορούν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία όλες τις κυβερνητικές επιθέσεις εναντίον τους, δηλώνοντας, ταυτόχρονα, ότι δεν θα υποχωρήσουν, δεν θα υποταχτούν κι είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν και να εντείνουν τον αγώνα τους μέχρι την τελική νίκη
Παύλος Ριζαργιώτης
Πριν τα μπλόκα η κυβέρνηση επιδείκνυε πλήρη και προκλητική αδιαφορία. Λες και δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα στον αγροτικό κόσμο. Κι ας φώναζαν συνεχώς οι αγρότες και κτηνοτρόφοι ότι τα προβλήματα είναι πολλά και μεγάλα και, πλέον, αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης. Το φώναζαν με ανακοινώσεις, με διαβήματα, με ψηφίσματα, με επισκέψεις στα αρμόδια υπουργεία, με κινητοποιήσεις, με κάθε μέσο που διέθεταν. Φωνή βοώντος εν τη ερήμω.
Φώναζαν και διαμαρτύρονταν οι αγροτοκτηνοτρόφοι για:
-
Τις ζημιές από τις καιρικές συνθήκες και τις αρρώστιες που αποδεκατίζουν την παραγωγή τους και καταστρέφουν το φυτικό και ζωικό κεφάλαιο, χωρίς οι πληγέντες παραγωγοί να αποζημιώνονται για το μέγεθος των ζημιών που υπόκεινται. Ιδιαίτερα στην κτηνοτροφία, η καταστροφή είναι τεράστια, καθώς, με πρόσχημα την ευλογιά, σφαγιάζονται εκατοντάδες χιλιάδες πρόβατα και χιλιάδες κτηνοτρόφοι μένουν χωρίς ζώα, δίχως εισόδημα, χωρίς δουλειά.
-
Την έλλειψη έργων υποδομής, (αρδευτικά, αντιπλημμυρικά, εγγειοβελτιωτικά, αντιχαλαζικά κ.α.) που ενώ είναι άκρως απαραίτητα και επείγοντα για την ανάπτυξη και την προστασία της αγροτοκτηνοτροφικής παραγωγής συνεχώς εξαγγέλλονται και ποτέ δεν υλοποιούνται.
-
Τις πολύ χαμηλές τιμές που εξαναγκάζονται να πωλούν τα προϊόντα τους στους εμποροβιομήχανους, τα οποία, μάλιστα, φτάνουν πανάκριβα στη λαϊκή κατανάλωση.
-
Τις συνεχείς μειώσεις των επιδοτήσεων/ενισχύσεων που επιβάλλονται στο πλαίσιο της ΚΑΠ της ΕΕ, από τις οι οποίες, μάλιστα, το μεγαλύτερο μέρος πηγαίνει σε λίγους μεγάλους, ενώ στους πολλούς μικρούς μένουν κάτι ψίχουλα. Ταυτόχρονα, προχωρούσαν σε καταγγελίες για πολλά «κλεψιμαίικα» που καταλήγουν στις τσέπες κάποιων επιτήδειων – αεριτζήδων, οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με την παραγωγή, αλλά έχουν στενές σχέσεις και επαφές με την εκάστοτε κυβερνητική εξουσία.
-
Το υψηλό και διαρκώς αυξανόμενο κόστος παραγωγής λόγω των ακριβών μέσων και εφοδίων, (σπόροι, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, ζωοτροφές, αγροτικό ρεύμα, αγροτικό πετρέλαιο, αρδευτικό νερό, μηχανήματα), αλλά και τα διάφορα «χαράτσια» που τους επιβάλλει το κράτος, (για δηλώσεις ΟΣΔΕ, για δηλώσεις ζημιών στον ΕΛΓΑ, για πληρωμές γεωπόνων, κτηνιάτρων και διαφόρων «αγροτικών συμβουλατόρων» κλπ).
-
Τις εξευτελιστικές αγροτικές συντάξεις των 350 έως 500 ευρώ, που έχουν ως αποτέλεσμα οι γέροντες των χωριών να μην μπορούν να καλύψουν ούτε τις βασικές βιοτικές ανάγκες τους (σίτιση, ένδυση, θέρμανση, φάρμακα, μετακίνηση).
Και πάνω σ’ όλα αυτά ήρθε η μη πληρωμή των επιδοτήσεων/ενισχύσεων η οποία έγινε με αφορμή και πρόσχημα το λεγόμενο «σκάνδαλο του ΟΠΚΕΠΕ» αφήνοντας με άδειες τσέπες τους αγρότες και κτηνοτρόφους.
Η κυβέρνηση της ΝΔ δεν άκουγε καθόλου την κραυγή αγωνίας του αγροτικού κόσμου και οι αγροτικές διαμαρτυρίες καλύπτονταν από ένα πέπλο σιωπής για το φλέγον αγροτικό πρόβλημα που άπλωναν τα ΜΜΕ, βομβαρδίζοντας την «κοινή γνώμη» με απανωτές πληροφορίες για φόνους, ληστείες, βιασμούς, με γαργαλιστικές λεπτομέρειες για τη ζωή και τη δράση διαφόρων ινφλουέντζας κι άλλων «εκλεκτών του θεάματος», σε συνδυασμό με διαρκή εγκώμια για την κυβερνητική ικανότητα του Μητσοτάκη που καταφέρνει να «μην έχει αντιπολίτευση» και με την καλλιέργεια της προσμονής για παλιούς και νέους σωτήρες που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν ένα «εναλλακτικό πόλο» εντός του υπάρχοντος αστικού πολιτικού συστήματος.
Κι εκεί που όλα κυλούσαν «ήσυχα και ομαλά», ακούστηκε η βουή των τρακτέρ. Για όσους έβλεπαν «το καζάνι να βράζει» μέσα στον αγροτικό κόσμο αυτή η βουή δεν τους ξάφνιασε. Αλλωστε, από καιρό υπήρχαν τα δείγματα γραφής με τους αγροτικούς συλλόγους και τις ομοσπονδίες να ξεσηκώνουν τα χωριά προετοιμάζοντας τους αγρότες και κτηνοτρόφους για σκληρό αγώνα.
Αυτή που φαίνεται να ξαφνιάστηκε είναι η κυβέρνηση, η οποία, μάλλον, δεν το περίμενε, ή εν πάση περιπτώσει δεν περίμενε αυτού του είδους και μεγέθους αγροτική αγωνιστική αντίδραση. Όμως, γρήγορα μετά το πρώτο ξάφνιασμα, αποφάσισε να ενεργήσει αμέσως καθώς έβλεπε ότι μπροστά της δεν είχε την «βολική αντιπολίτευση» της βουλής — του «αργά τα ζα» ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη, της «υπό διάλυση αριστεράς» του ΣΥΡΙΖΑ, του ομόσταβλού της Βελόπουλου, της φωνακλούς πλην ακίνδυνης Κωνσταντοπούλου — αλλά ένα αγροτικό κίνημα ενωμένο, ισχυρό κι αποφασισμένο, μια πραγματική κι επικίνδυνη γι’ αυτήν λαϊκή αντιπολίτευση.
Προσπάθησε, λοιπόν, να σταματήσει τη φωτιά εν τη γενέσει της. Εστειλε τα ΜΑΤ να χτυπήσουν άγρια τους αγρότες, να εμποδίσουν τα τρακτέρ τους ν’ ανεβούν στα οδοστρώματα των εθνικών οδών. Δεν τα κατάφερε. Οι αγρότες, με πιο «ζόρικους», για ακόμα μια φορά, τους Θεσσαλούς, έσπασαν τον κυβερνητικό τσαμπουκά και οι εθνικές οδοί της χώρας πλημμύρισαν με τρακτέρ.
Κάνοντας ελιγμό η κυβέρνηση ξεκίνησε να παίζει το χαρτί του «διαλόγου». Ο πρωθυπουργός κάλεσε τους αγωνιζόμενους αγρότες να συναντηθούν μαζί του στο Μέγαρο Μαξίμου κι έβαλε τον υπουργό του Τσιάρα να ανακοινώσει ότι θα ικανοποιηθούν αιτήματά τους. Τα μπλόκα δεν τσίμπησαν. «Δεν ερχόμαστε σε διάλογο αν δεν υπάρξουν θετικές απαντήσεις στα αιτήματά μας και συγκεκριμένες δεσμεύσεις», απάντησαν. Ταυτόχρονα, κλιμάκωσαν τον αγώνα ενισχύοντας τις δυνάμεις τους και προχωρώντας σε συντονισμένες κι αποφασιστικές ενέργειες και στους δρόμους και μέσα στις πόλεις και σε άλλα κομβικά σημεία της χώρας (λιμάνια, αεροδρόμιο, τελωνεία).
Η κυβέρνηση άλλαξε τακτική και προχώρησε στο παλιό και δοκιμασμένο μέτρο της υποκίνησης του «κοινωνικού αυτοματισμού», κατηγορώντας τους αγρότες ότι «αποκλείοντας τους δρόμους και κόβοντας την Ελλάδα στη μέση προκαλούν προβλήματα στις μετακινήσεις των πολιτών και στην οικονομία της χώρας». Ούτε κι αυτή η τακτική της βγήκε. Τα μπλόκα δήλωσαν «μένουμε αμετακίνητοι στις θέσεις μας και ταυτόχρονα παίρνουμε όσα και όποια μέτρα απαιτούνται για την διευκόλυνση στις μετακινήσεις των πολιτών ιδιαίτερα στην περίοδο των γιορτών». Ο κόσμος, στην συντριπτική του πλειοψηφία, τάχθηκε με το μέρος των αγωνιζόμενων αγροτών, ρίχνοντας την ευθύνη στην κυβέρνηση που αρνείται να δώσει λύσεις τα αγροτικά προβλήματα, τα οποία δημιουργεί η ίδια με την πολιτική της. Και είδαμε «σκηνές απείρου κάλους» με την αστυνομία σε ρόλο προβοκάτορα να κλείνει τους δρόμους που οι αγρότες άφηναν ανοιχτούς προκαλώντας κυκλοφοριακό πρόβλημα και τους ταξιδιώτες να δηλώνουν στα τηλεοπτικά κανάλια και στα άλλα ΜΜΕ πως δεν έχουν κανένα θέμα με τα μπλόκα, αλλά με την κυβέρνηση και την αστυνομία που κλείνουν τους δρόμους.
Λυσσασμένη η κυβέρνηση έβαλε την ΑΑΔΕ να βγάλει στα μανταλάκια κάποιους αγροτοσυνδικαλιστές που συμμετέχουν στα μπλόκα παρουσιάζοντάς τους σαν «κλέφτες του ΟΠΕΚΕΠΕ», με στόχο να συκοφαντήσει το αγροτικό κίνημα και να τρομοκρατήσει τους αγωνιστές. Ταυτόχρονα, έδωσε σινιάλο σε διάφορους «προθύμους» που είχαν τοποθετηθεί σε κάποια μπλόκα και «τους είχε στο περίμενε» να ξεκινήσουν την επίσης παλιά και δοκιμασμένη τακτική της προδοσίας και της διάσπασης του ενωμένου αγροτικού αγωνιστικού μετώπου.Τα μπλόκα απάντησαν «δεν μας τρομοκρατούν οι δόλιες δικαστικές διώξεις αγωνιστών» και «οι εφιάλτες δεν χωράνε στις δικές μας Θερμοπύλες». Ξεκαθάρισαν δε ότι το αγροτικό κίνημα πρώτο από όλους ζήτησε να αποκαλυφθεί σε όλες τις διαστάσεις του το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ που στήθηκε πάνω στην ΚΑΠ της ΕΕ και στη λεγόμενη «τεχνική λύση», με τη συμμετοχή υπουργών, βουλευτών και άλλων στελεχών των κυβερνητικών κομμάτων που είχαν πλέξει ένα ιστό ρουσφετολογίας και ψηφοθηρίας. Ταυτόχρονα, επανέφεραν το χρόνιο αίτημα του αγροτικού κινήματος οι επιδοτήσεις/ενισχύσεις να δίνονται μόνο σε όσους παράγουν πραγματικά και όχι στα διάφορα «λαμόγια». Μ’ αυτό τον τρόπο πέφτει το κενό και η κυβερνητική προσπάθεια σπίλωσης του αγροτικού κινήματος και αξιοποίησης των «προθύμων» για τη διάσπασή του.
Οι αγωνιζόμενοι αγρότες, λοιπόν, απέδειξαν ότι έχουν τον τρόπο και μπορούν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία όλες τις κυβερνητικές επιθέσεις εναντίον τους, δηλώνοντας, ταυτόχρονα, ότι δεν θα υποχωρήσουν, δεν θα υποταχτούν κι είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν και να εντείνουν τον αγώνα τους μέχρι την τελική νίκη.
Τι απομένει τώρα στην κυβέρνηση; Δυο επιλογές έχει μπροστά της: ΄Η συνεχίζει και εντείνει την τακτική της πολύμορφης επίθεσης στο αγροτικό κίνημα – ήδη κάποια «παλικάρια της φακής» ζητούν ακόμα πιο βίαιη αντιμετώπιση με μαζικές δικαστικές διώξεις στους ιδιοκτήτες των τρακτέρ και αστυνομικές επιχειρήσεις που θυμίζουν την αλήστου μνήμης εποχή της «επιχείρησης βουλκανιζατέρ», ενώ αρχίζουν ν’ ακούγονται και οι γνωστές από το παρελθόν ανοησίες περί «κομματικά υποκινούμενης αγροτικής κινητοποίησης» — που μέχρι τώρα δεν της έχει βγει σε καλό , ή «κάνοντας την ανάγκη φιλότιμο» προχωράει σε πραγματική και ουσιαστική ικανοποίηση των δίκαιων αγροτικών αιτημάτων. Ας σκεφτεί και ας διαλέξει….













































