“Τα τοπωνύμια του Βερμίου: Σέλι – Ξηρολίβαδο – Κουμαριά” / γράφει ο Τάκης Γκαλαΐτσης

Εισαγωγή
Η μετονομασία οικισμών είναι ένα γεγονός, άλλοτε σε μεγαλύτερη άλλοτε σε μικρότερη έκταση, στη χώρα μας, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην Ευρώπη. Οι αλλαγές των ονομάτων άρχισαν με τη συγκρότηση του ελληνικού κράτους και οι τελευταίες έγιναν τη δεκαετία του 1960. Δε επιτρέπει το πλαίσιο αυτού του κειμένου να παρουσιάσουμε αναλυτικά τις συνθήκες, τη λογική και τα κριτήρια του εξελληνισμού των ονομάτων οικισμών, κωμών και πόλεων, που κατέληξε σαρωτικός και άλλαξε την ονοματολογία στο χάρτη της Ελλάδας. Συχνά η αλλαγή των ονομάτων έγινε με ταχύτητα και προχειρότητα, με αποτέλεσμα πολλές νέες ονομασίες να είναι άστοχες και ο χάρτης της Ελλάδας να γεμίσει από Μηλιές, Αχλαδιές, Κερασιές, Πλατανιές, Καστανιές, Νεοχώρια, Παλαιοχώρια, Ανθοχώρια, Άγιες και Άγιους κ.τ.λ.

Βέβαια, ο λαός με την ορθή του διαίσθηση, συχνά αντέδρασε, με αποτέλεσμα να διασωθούν πολλές παλιές ονομασίες. Άλλοι ζητούν και σήμερα επαναφορά παλιών ονομάτων, χωρίς όμως ανταπόκριση από την πολιτεία. Ευτυχώς, πολλά ξενικά τοπωνύμια ( Αράχωβα, Βαλτέτσι, Δερβενάκια, Αλαμάνα, Σούλι και ων ουκ έστιν αριθμός), που είναι συνδεδεμένα άμεσα με την ίδια την Επανάσταση, διασώθηκαν από τη λαίλαπα της αλλαγής.

Κανείς βέβαια δεν μπορεί να αρνηθεί ότι οι ιστορικές πληροφορίες που περιέχουν τα τοπωνύμια είναι σπουδαίες και πολύτιμες, επειδή διαφωτίζουν για σκοτεινές περιόδους της ιστορίας μας. Τα ονόματα, καθώς τα έβαζε ο λαός και όχι συγκεκριμένες υπηρεσίες, κουβαλούν ένα κομμάτι της ιστορίας, του πολιτισμού, της ποικιλότητας που ταξιδεύει μέσα στους αιώνες. Εμπεριέχουν πλούτο ιστορικό, εθνολογικό, πολιτιστικό, γλωσσικό, που αναπόφευκτα χάνεται με την αντικατάσταση και την αλλαγή τους, και γινόμαστε φτωχότεροι. Έτσι, κοντά στα άλλα, εμποδίζονται οι σύγχρονοι ερευνητές στο επιστημονικό τους έργο, καθώς συχνά αδυνατούν να ταυτίσουν τοπωνύμια των ιστορικών πηγών με τα τωρινά τους ονόματα. Για παράδειγμα, πώς να ταυτίσει ο σύγχρονος μελετητής το χιλιοτραγουδισμένο χωριό Τσερίτσενα με τα σημερινά Πλατάνια του Δ. Δ. Σελλών του Νομού Ιωαννίνων.

Για να διαπιστώσει κανείς το μέγεθος των αλλαγών, αρκεί να δει τις περιοχές μόνο γύρω από τη Βέροια. Το Ράχοβο ( Αράχωβα ) έγινε Ράχη, το Λοζίτσι έγινε Τριπόταμος, το Κουμανίτσι Κομνήνιο, η Τόπλιανη έγινε Γεωργιανοί, η Τσαρκόβιανη Μικρή Σάντα, ο Ίσβορος Λευκόπετρα, το Τουρκοχώρι Πατρίδα, το Ταραμόνι Ταγαροχώρι, το Τσιατάλι μετονομάστηκε σε Παλιά Λυκογιάννη, η Γιάννιστα Άγιος Γεώργιος, η Διαβόρνιτσα Κούκλενα και Τρίλοφος, το Tσιόρνοβο Φυτειά, η Ντόλιανη Κουμαριά, το Σέλι Κάτω Βέρμιο, το Μικρογκούσι Μακροχώρι, η Μπρανιάτα Νέα Νικομήδεια, ο Γιδάς Αλεξάνδρεια και πολλά άλλα.

Το κείμενο αυτό αφορά στα τοπωνύμια του ανατολικού Βερμίου, και συγκεκριμένα στα βλάχικα χωριά Σέλι, Ξηρολίβαδο και Κουμαριά. Και αυτό, για να καταγραφούν τα τοπωνύμια της περιοχής όσο ζουν ακόμη αυτοί που τα θυμούνται . Εξάλλου, σήμερα εξέλιπαν οι… εθνικοί λόγοι, οι οποίοι επέβαλαν κάποτε τη γλωσσική ομοιογένεια και την ιδεολογική περιχαράκωση των κρατών-εθνών, και η επιστημονική αλήθεια δεν μπορεί παρά να κατευθύνει τους νέους επιστήμονες να επανασυνδέσουν τα ονόματα των ελληνικών οικισμών με την ιστορία.
————————
Α. Τοπωνύμια Σελίου

Το παλιό όνομα του Σελίου ήταν Câlivili αlu Bαdrαlexi=Τα Καλύβια του Μπαντραλέξη από τον αρχιτσέλιγκα, που τους πρωτοέφερε από την Πίνδο, τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
Ως το 1878, υπήρχαν μόνο πρόχειρα καλύβια, γύρω από το μεσοχώρι του Σελίου. Αυτόν τον πρόχειρο οικισμό και οι Οθωμανικές αρχές τον αποκαλούσαν ‘‘ Καλύβια του Μπαντραλέξη’’. Το 1875, και ο ταγματάρχης τοπογράφος μηχανικός Νικόλαος Σχοινάς, που περιόδεψε στη Μακεδονία εκείνη την περίοδο, αναφέρει τους Βλάχους του Βερμίου και τα ‘‘ Καλύβια του Μπαντραλέξη’’. Το 1878 οι Βλάχοι του Σελίου κατάφεραν να αποσπάσουν από τον Ασάκ πασά, γιο του Σουλεϊμάν πασά της Βέροιας, ειδικό φιρμάνι (mulkia) που επέτρεπε στους Βλάχους χριστιανούς να χτίσουν τα σπίτια του οικισμού με στέρεα υλικά. O Μπαντραλέξης έφτιαξε το πρώτο πέτρινο σπίτι που ακόμη σώζεται στο Σέλι. Γρήγορα κατασκευάστηκαν πέτρινα σπίτια στους δυο ευδιάκριτους μαχαλάδες ( Napartiani–Marushiani ) και το χωριό ονομάστηκε το 1880 Selia di ’n ciosu = Κάτω Σέλι για διάκριση από το Selia di ’n sus = Άνω Σέλι που το κατοικούσαν Αρβανιτόβλαχοι. Στο τοπωνύμιο Σέλι ο Σωκράτης Λιάκος διαβλέπει κελτική ρίζα, την ίδια με τη λέξη Sale, που σημαίνει τόπος κλειστός, προστατευμένος, ό,τι ακριβώς ήταν το Σέλι πριν μερικές δεκαετίες. Μάλλον όμως το τοπωνύμιο είναι σλαβικής προέλευσης και σημαίνει χωριό. Το 1926 ( Δ. 1-11-1926 ), ως συνοικισμός της Κουμαριάς, μετονομάστηκε Κάτω Βέρμιο, και το 1935 αποτέλεσε την κοινότητα Κάτω Βερμίου ( Α.5-3-1935), αλλά στη συνείδηση του κόσμου και στην καθημερινή πρακτική παρέμεινε Σέλι, και καιρός είναι να γίνουν ενέργειες από τις τοπικές αρχές για αποκατάσταση του παλιού ονόματος.

Η ανάπτυξη και η προοπτική του χωριού οφείλεται κατά μεγάλο μέρος στην ιδιόκτητη έκταση 2.250 στρεμμάτων γύρω από το χωριό, το Μικρό Μερά /Miralu njiclu=Μικρός Συνεταιρισμός, που περιήλθε στην κυριότητα των κατοίκων του Σελίου με συμβολαιογραφική πράξη αγοράς από το βασιλιά Κωνσταντίνο (!) (αρ. Συμβολαίου 11.600 / 26-1-1921) του συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Β. Κατοπόδι. Βλάχοι Σελιώτες (366 αρχικοί αγοραστές και 727 αρχικά μερίδια-μπάσνες) αγόρασαν εξ αδιαιρέτου επίσης από τους κληρονόμους του βασιλιά Κωνσταντίνου και το Μεγάλο Μερά /Miralu marli=Μεγάλος Συνεταιρισμός, το δασόκτημα του Σελίου, συνολικής έκτασης 74.664 στρεμμάτων με δυο συμβολαιογραφικές πράξεις (αρ. συμβολαίων 13284 / 30-8-1926 και 25164 / 11-4-1927 ). Ο ίδιος βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε πουλήσει πιο μπροστά στους Αρβανιτόβλαχους του Άνω Σελίου έκταση 7007 στρεμμάτων (αρ. Συμβολαίου2126 / 21-1-1921).

Επειδή το Σέλι το κατοικούσαν Βλάχοι που ξεχειμώνιαζαν όχι μόνο στον κάμπο της Βέροιας, αλλά και της Κατερίνης, της Θεσσαλονίκης, των Γιαννιτσών, του Πολύκαστρου και της Νάουσας, οι δρόμοι, τα μονοπάτια, οι βλαχόστρατες που οδηγούσαν σε αυτό είχαν διάφορες κατευθύνσεις. Από Νάουσα για Σέλι από τη Γραμμένη και Σκοτίνα, από τον κάμπο των Γιανιτσών για Σέλι από το Διχαλεύρι, τη Φυτειά, τη Μαρούσια, από Βέροια για Σέλι μέσω Ντοβρά/Dovra, Μισιάκα, Fântâna calda/ζεστή πηγή, Fântâna aratsea/κρύα πηγή, Κωστοχώρι, Γελαδόσταλο, Σέλι ή, πιο αριστερά, οι κιρατζίδες ακολουθώντας την πορεία που έχει το Λιανοβρόχι/Υianavrohea ή και μέσω Κουμαριάς.

Τοπωνύμια μέσα στο Σέλι/Selia: La Mârli Shioputi/Μεγάλες Βρύσες, La Hani/Χάνι, La Alonji/Αλώνια, Murmintsâli di la Ayio-Postolatz/Μνήματα των Αγίων Αποστόλων, Murmintsâli di la Alonji/Μνήματα στα Αλώνια, Dzeana/Φρύδι, La Stâ-Mârii/Στην Παναγία, La Ayio-Postolatz/Άγιοι Απόστολοι, Misuhorea/Μεσοχώρι, μπροστά στου Τεγούση, La Anaynosti/Στου Αναγνώστη, La Sculio /στο Σχολείο, πάνω στη Τζεάνα, κοντά στου Χασιώτη, και βέβαια ο Πύργος, και κάτω από αυτόν η Πέτρα της Αράπισσας /Ceatra ali Araptsâ και οι Τρύπες/Guvili.

Τοπωνύμια προς τη Ντουκάτα:
La Demlu/Στου Ντέμου, La Shioputlu alu Zuyrafu/Στο Ζωγράφο, La shioputlu alu Yiftuyiani/Στο Γυφτογιάννη, δεξιά η Vuloaga/Βολάδα, κτήμα του Τόσκα/Πατέρα, και αριστερά η Crania/Κρανιά. Πάνω από την Κρανιά οι Κερασιές του Γαλλίκα/Cireshlji alu Yalica, προς τα Μπουρδένια. Από το Γυφτογιάννη ξεκινούσε το μονοπάτι για Ντουκάτα/ Cârarea câtrâ Ducata και προς την Κρανιά/ Cârarea câtrâ Crania. Η Ντουκάτα/La Ducatâ = μέρος όπου οδηγούν και αφήνουν τα άλογα, ξέφωτο μέσα σε πυκνό δάσος, όπου οι Σελιώτες διασκέδαζαν οικογενειακά, την τρίτη ημέρα του Δεκαπενταύγουστου.

Επιστρέφοντας για το χωριό το γλέντι ολοκληρωνόταν στο Ντέμο, όπου και η ομώνυμη βρύση της οικογένειας Ντέμου, που γόνοι τους διέπρεψαν στην Αμερική στις τέχνες, στα γρόσια και στα γράμματα.

Πάνω και πίσω από τη Ντουκάτα, στην πλαγιά προς την Κουμαριά, είναι η Τρύπα του Μιχάλη/Guva al Mihali, ίσως το βαθύτερο σπήλαιο σε όλη τη Μακεδονία, με πιθανό βάθος ανάμεσα στα 145 και 193 μέτρα, που τρεις αποστολές σπηλαιολόγων προσπάθησαν να εξερευνήσουν: ιταλική (1988), γαλλική (1997), ελληνική 2014. Το σπήλαιο αυτό είναι συνδεδεμένο με το θρύλο του βοσκού Μιχάλη, που έπεσε με τα πρόβατα του μέσα και η γκλίτσα του βγήκε στις Σαραντόβρυσες, κάτω από τη Βέροια. Ενώ πάνω από τη Ντουκάτα, στα απότομα βράχια, είναι η Catafliora/Καταφλιόρα, όπου υπάρχει βρύση/Shioputlu di Catafliora με παγωμένο νερό. Από την Καταφλιόρα ξεκινούσαν δυο μονοπάτια, το ένα για τον Ίσβορο/La Isvuru, που το νερό αξιοποιείται σήμερα στο Σέλι, και την παλιά στάνη του Μπέκα/La Câshiarea alu Becâ, στις παρυφές του Αρσούμπασι/mardzina di Arsumbasi, το άλλο για Στουρνάρι/Sturnari, Καρατσαΐρι/Caratsairi και Ξηρολίβαδο. Τις τελευταίες δεκαετίες στο Arsumbasi ήταν η στάνη του Τσιούτσια και στο Στουρνάρι, ιδιοκτησία Χατζηγώγου και Σταυροθοδωραίων, η στάνη των Σκουπραίων, Αρβανιτόβλαχων από το Αργυροπούλι/Caracioli Λάρισας.

Τοπωνύμια κοντά στο Χιονοδρομικό κέντρο: Ciirea marea/μεγάλο Τσαΐρι, στο σημερινό πάρκινγκ του Χιονοδρομικού κέντρου, Ciirea njica/μικρό Τσαΐρι, προς τη Βολάδα, εκεί που είναι το Lift του Παντελίδη. Δεξιά από το πάρκινγκ, στην πλαγιά, ο δρόμος οδηγεί στη στάνη του Γκιουλέκα/ La mandra alu Giulecâ, και στην περιοχή Σιάμπαλη/Shiabali, όπου βγαίνει κάποιος και αν ακολουθήσει το ρέμα ίσα επάνω από το μεγάλο Τσαΐρι. Κοντά στη στάνη του Γκιουλέκα είναι ο λάκκος του Μέτσκα/Groapa alu Metscâ και πάνω στο καραούλι είναι το Πυροφυλάκιο. Κάτω από του Γκιουλέκα, στο μονοπάτι προς τα Πριόνια, είναι η Shuputica, μικρή πηγή/fântânâ. Δεξιά από τη στάνη του Γκιουλέκα, το μονοπάτι οδηγεί στις Πλάκες/La Ploci, στη συνέχεια στον Πύργο, στην Κάτω Μπάρα, και στο Πάτωμα. Ανάμεσα στις Πλάκες και στο μαντρί του Ταμπάρη είναι τα Καγκέλια που οδηγούσαν στα Πριόνια και που πολλοί για να τα αποφύγουν ακολουθούσαν το δρόμο από τη Shuputica.

Ενώ κάτω από το δρόμο είναι η Τρύπα της Σιάμπαλης/Guva di Shiabali( βάθος 55 μέτρα) και ίσα κάτω , μετά το ρέμα, σε ένα ποδαρικό, είναι η Coarda alu Tambari/Το μαντρί του Ταμπάρη, και από εκεί χαμηλά οι Βουλόγκες/Vulodzli. Ενώ αριστερά από τη Σιάμπαλη είναι τα Μνήματα/Murmindzali, ο Τέντζερης/Tendzeri, η Στέρνα/Sterna, η βρύση της Στέρνας/Shioputlu di Sterna, και η Πλαλίστρα/ Plalistra, πλούσιοι βοσκότοποι, και από εκεί μπορεί να πάει κάποιος στην Κορέα/Corea. Από εκεί ένας δρόμος οδηγεί σε Φούρνους/Cireapuri, στα δύο Γρέκια/Douâ Masuri, το ένα των Σανταίων, το άλλο Σαρακατσανέικο, στο Μαυρόλογγο, στη βρύση του Φάκα και στο Παλάτι/Φυλάκιο, στα Πριόνια, ενώ ο άλλος προς Αγκάθι και από εκεί στην οροσειρά Καβάλα και Χατζιαντίν ή προς Βρύση Μαμούτα, στα όρια με Άνω Σέλι και Σιδεράκι.

Τοπωνύμια προς τη Μαρούσια /Marushia: La Pintifunta/Στου Πεντιφούντα, La Shioputlu alu Bushiu alu Catsiu/Βρύση Πέτρου Κάτσιου, Sioputlu di Marushia/Βρύση Μαρούσιας, Bisearica di Marushia/Εκκλησία Μαρούσιας/Άγιος Νικόλαος, Fântânâ a furilor/Πηγή των Κλεφτών, La Gortsu/Αχλαδιά, ακριβώς επάνω από την εκκλησία. Εκεί ξεφόρτωναν οι κιρατζίδες, τελευταία στάση πριν το Σέλι. La Papastavri/Στου Παπασταύρη, όπου στη θέση της παλιάς πηγής τελευταία κτίστηκε όμορφη βρύση, με λιγοστό βέβαια, όπως πάντα, νερό, La Agnante/Αγναντέ, La Cupânji/Κουπάνες , εκεί που σήμερα είναι ο Βιολογικός Καθαρισμός, La Varco/Βαρκός. Εκεί, δεξιά ο δρόμος κατευθυνόταν για την Groapa alu Ghizari /Λάκκος του Γκιζάρη , ενώ αριστερά ο δρόμος μέσα από τη Maguta/Μαγκούτα (= χορτάρι χαμηλό που το τρων τα πρόβατα και ψοφούν) έφτανε στους Αγιοποστολάδες. Δίπλα από τη Groapa alu Gizari είναι La prunicu/μικρή Τζιρνικιά, και κάτω, σε θέση με θέα όλο τον κάμπο, είναι η Cheatra alu Beicu/ Πέτρα του Μπέικου.

Κάτω από την πέτρα του Μπέικου είναι La Cihâelu/Χωράφι του Κεχαγιά και όλη η περιοχή κάτω από την πέτρα του Μπέικου προς το Αρκοχώρι/Αρκουδοχώρι ονομάζεται Lupatari/Λουπατάρι . Στην πλαγιά της Τζεάνας, πάνω από την Groapa alu Gizari, είναι το Μπαλκόνι/Balconea, με εξαίρετη θέα προς τον Αγναντέ και τη Βέροια.
Από το Σέλι προς το Γελαδόσταλο το μονοπάτι περνούσε από τις τοποθεσίες: La fats(i)/Οξιές, τόπος παιχνιδιών στα παιδικά μας χρόνια, La Burdenji/Ασφόδελοι, La Cuturiclu/Στου Κουτουρίκου, Paliohora/Παλιόχωρα, La Icoanâ/Εικόνα.

Από το Σέλι για τη Νάουσα έχουμε τις τοποθεσίες: Cinlu alu Dicia /Πεύκο του Ντίτσια , κοντά στην Εικονίτσα/La Iconitsâ, εκεί που οι νέοι του Σελίου, τη δεκαετία του ’60, έκαναν τον απογευματινό τους περίπατο, η Bara/Κάτω Μπάρα, το Patuma/Πάτωμα, φημισμένη πλαγιά για το κίτρινο τσάι, η Scotina/Σκοτίνα, κάτω από το Πεύκο του Ντίτσια, και τα Stanishia/Στανίσια, όπου υπάρχει πηγή/Fântâna di Stanishia με παγωμένο νερό και παλιά εκεί ξακαλοκαίριαζαν ο Τσίρης, ο Τσιαμπάζης, ο Μηλιόνης, Βλάχοι από τη Νάουσα, η Grameni/Γραμμένη/Fagus scriptus, σήμερα αξιοποιημένο θέρετρο από το Δήμο Νάουσας, Shioputlu di Grameni/Βρύση Γραμμένης.

Από το Σέλι για τα Πριόνια, ο δρόμος περνάει από την Κάτω Μπάρα/Bara, τις Βολόγκες/Vulodzli και φτάνει στα Πριόνια/ Prionji . Η τοποθεσία αυτή είναι στο κεντρικό Βέρμιο, και δίπλα υπάρχουν ερείπια από παλιό οικισμό, την Παλιόχωρα/Palioxora, εκεί που σήμερα είναι η εκκλησία που γιορτάζει τα Εννιάμερα της Παναγίας. Στη θέση αυτή πρέπει παλιότερα να ήταν το Σέλι/Selia και με αναφορά αυτό έχουμε το Κάτω Σέλι/Selia di ’n ciosu και το Άνω Σέλι/Selia di ’nsus. Στα Πριόνια, επάνω στο λόφο, δίπλα από το ρέμα, είναι το φυλάκιο των δασοφυλάκων, το παλάτι/Palatea, παλιό οίκημα του Βασιλιά, από τότε που η περιοχή ανήκε σε αυτόν, από τον οποίο το αγόρασαν οι Βλάχοι του Σελίου. Βέβαια, το παλάτι του βασιλιά κάηκε από τους Γερμανούς και τους ντόπιους συνεργάτες τους , στη θέση του ξαναχτίστηκε το σημερινό φυλάκιο, έδρα των δασοφυλάκων του Μεγάλου Συνεταιρισμού, που διατήρησε το παλιό όνομα. Εκεί κοντά ήταν και τρία σπίτια των δασοφυλάκων που τα έκαψαν οι Γερμανοί και οι εθνοπροδότες συνεργάτες τους, τον Απρίλη του 1944: συγκεκριμένα σε μια από τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις τους, βρήκαν στα Πριόνια τρεις οικογένειες των δασοφυλάκων του Συνεταιρισμού, που οι άνδρες τους έλειπαν, τους έβαλαν μέσα στο σπίτι και τους έκαψαν όλους ζωντανούς. Οι οικογένειες ήταν:
- του Γεωργίου Τσίρη: Ελένη, σύζυγος 40 χρονών, Κορνηλία, κόρη 13 χρονών, Δημήτρης, γιος 11 χρονών, Νίκος, γιος 9 χρονών, Αναστασία, κόρη 7 χρονών
- του Γεωργίου ( Γούλα ) Φάκα: Αθηνά, σύζυγος 42 χρονών, Στέριος, γιος 14 χρονών, Δημήτρης, γιος 9 χρονών
- του Νούτσια (Ιωάννη) Βόλκου (Σιακάρα): Αγλαΐα, σύζυγος 41 χρονών, Μαρία, κόρη 9 χρονών, Αναστασία, κόρη 7 χρονών, Βερόνα, κόρη 5 χρονών, Χρυσούλα, κόρη 3 χρονών.

Κοντά στα Πριόνια είναι η περιοχή Alihodzia /Αληχότζια, με την παγωμένη βρύση: Τα εννιάμερα της Παναγίας, άλλοι Σελιώτες γιόρταζαν και διασκέδαζαν στο Φυλάκιο και άλλοι στην Alihodzia, ενώ στην κατεύθυνση και αριστερά προς το Μεσόβουνο Πτολεμαΐδας , στην οροσειρά Καβάλα/Cavala, είναι το Hadziantin/Χατζηαντίν, ονομασίες από τους πρώην οθωμανούς ιδιοκτήτες αυτών των βουνών.

Από το Φυλάκιο στα Πριόνια και την Παλιόχωρα εξακτινώνονται μονοπάτια και δρόμοι προς την ευρύτερη περιοχή:
Από την εκκλησία των Πριονίων, ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο, απέναντι δεξιά, είναι το Βόδι/La Boulu, με την ωραιότερη μέντα του Βερμίου, και στη συνέχεια η Bara di nsus/ Άνω Μπάρα στο Σιδεράκι, πηγή ζωής για τα κοπάδια και τα κιρατζίδικα μουλάρια. Περνώντας από τα καλύβια του Μπλέτσα/Câlivili alu Bletsa, τις στάνες των Αβελαίων από τα Σαμαρίνα/mândzrâli alu Avela, που εδώ και χρόνια νοικιάζουν την περιοχή από το Συνεταιρισμό Σελίου, φτάνουμε στο Sideraki/Σιδεράκι, από όπου φαίνονται οι πυλώνες από τα Τρία-Πέντε Πηγάδια, στο σύνορο με τη Νάουσα. Στο Σιδεράκι υπάρχει βρύση /Shioputlu di Siderachi. Απέναντι είναι η πιο ψηλή κορυφή του Βερμίου, το Τσανακτσή/Canac-Tas και ακριβώς από κάτω η στάνη του μεγαλοτσέλιγκα Γιώργου Κοντοκώστα, και προς τα κάτω, σε κατεύθυνση προς τα Πριόνια, είναι το άνω Σέλι/Selia di ’nsus, χωριό Αρβανιτοβλάχικο.
Στην αντίθετη πορεία, μετά το από το ρέμα Belitsa/Μπελίτσα, είναι η οροσειρά Μαμούτα/Mamuta και εκεί υπάρχει διασταύρωση προς Χατζηαντίν και Άνω Σέλι. Αριστερά είναι η Guva alu Niculachi/Τρύπα του Νικολάκη, με μικρό στόμιο αλλά μεγάλο στο εσωτερικό της πλάτος και βάθος, και πριν το Άνω Σέλι τα Μνήματα/Murmindzali.

Από τα Πριόνια, στο ρέμα προς τη Νάουσα, φτάνουμε στην τοποθεσία Puntea alu Carcaciuli/Γέφυρα του Καρκατσιούλι, κοντά στις Βολόγκες, στο σύνορο του Δασοκτήματος Σελίου, όπου υπάρχει πηγή. Πάνω από αυτή την περιοχή περνώντας, από το La Vâlântaru, και κάτω από το Σιδεράκι, υπάρχει μια πέτρα/La Cheatrâ σε σχήμα φεγγαριού La Lunâ, σε περιοχή με πολύ και καλό τσάι. Κάτω από του Καρκατσιούλη, σε κατεύθυνση για Νάουσα, στους πελώριους βράχους, είναι η Feata/Κόρη, και το μονοπάτι οδηγεί από εκεί στον Άγιο Νικόλαο Νάουσας.

Παίρνοντας το ρέμα, από το Φυλάκιο προς το Παλιοπρίονο, συναντάμε τη βρύση του Φάκα/Shioputlu alu Facâ και στη συνέχεια φτάνουμε στα Ισβόρια/Isvuru, από όπου υδρεύεται σήμερα το Σέλι, και ακολουθώντας τον ανήφορο φτάνουμε στο Αγκάθι/Angathi, όπου ήταν το τυροκομείο του Σούμπουρου. Σήμερα το νοικιάζουν Σαρακατσαναίοι. Από το Αγκάθι, δρόμος οδηγεί στο Μαυρόλογγο/Mavrolongo, πυκνότατο δάσος που κάηκε το 1992, και ίσα πάνω στο χωριό Ερμακιά/Φραγκότσι, καθώς και στο βοσκότοπο Κορέα/Corea, που το πρόσφατο σχετικά όνομα το οφείλει είτε γιατί ήταν πολύ μακριά από το Σέλι είτε γιατί εκεί έβαζαν πατάτες κάποιοι που είχαν επιστρέψει από τον πόλεμο στην Κορέα. Πιο δεξιά, στο σύνορο με Ακρινή, ανάμεσα σε Beibonar/Μπεϊμπονάρ και PLalistra/Πλαλίστρα, είναι ο Τεκές/Ticelu, όπου είχαν τις στάνες οι Σανταίοι. Ανάμεσα σε Στέρνα και Πλαλίστρα είναι η Μαγούλα /Maghula. Στο Beibonar, που είναι ιδιοκτησία Μπαντραλέξη, Χατζηγώγου, Κατσόγιαννου, είναι η πολυτραγουδισμένη πηγή/Cufalu di Beibonar: Να πιεις νερό απ΄τον Κούφαλο, νερό απ΄το Μπεϊμπουνάρι

Στην ευρύτερη περιοχή έχουμε και τη Dzumayia/Τζουμαγιά, τη Ghiona/Γκιόνα, το Cuzluchi/Κουζλούκι, το Matotsairu/Ματοτσάιρο, τη Shiabanitsa/Σιαμπανίτσα, το Caratas/Καρατάς, και τη Durlia/Ντούρλια προς τη Νάουσα.
Φωτογραφίες: Αρχείο Συλλόγου Βλάχων Βέροιας
Πηγές : 1. Οι μετονομασίες οικισμών στην Ελλάδα, Αχ. Καψάλη, περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ,τ.157, Θεσσαλονίκη 201
Για τα τοπωνύμια του Σελίου πληροφορίες πήραμε από:
- Χρήστο Πιτούλια, (γεν, 1945), 25 χρόνια φύλακας στο Δασόκτημα Σελίου και όλη η ζωή του συνδεδεμένη με παθολογική αγάπη για το Σέλι.
- Γούλα Κουτσιόφτη (γεν. 1925), 27 χρόνια φύλακας στο Δασόκτημα Σελίου.
- Νάκο Λιάπη, ( γεν. 1928 ), κτηνοτόρφος.
Γραπτή πηγή: Τοπωνύμια Σελίου Βέροιας, Νίκου Γ. Παπαδόπουλου, Θεσσαλονίκη 1973.
Σημείωση: Το κείμενο, σε μια πρώτη του μορφή, αποτέλεσε το υλικό για το ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2015 του Συλλόγου Βλάχων Βέροιας. Οι συνεντεύξεις με τους πληροφορητές πάρθηκαν πριν δώδεκα (12) χρόνια.
—-
Β. Τοπωνύμια Ξηρολιβάδου

Το 1822, μετά την κατάπνιξη της επανάστασης της Νάουσας, όλη η μανία των Οθωμανών διοχετεύθηκε σε μαζικές καταστροφές. Πάνω από εβδομήντα χωριά του Βερμίου καταστράφηκαν. Ανάμεσά τους η Μαρούσια, το Αυγότσι, το Λοζίτσι, η Σκοτίνα, το Ντουρμάνι και το Ξηρολίβαδο. Ερείπια είδε και νωρίτερα ο γάλλος περιηγητής F. Pouqueville που πέρασε από το Ξηρολίβαδο το 1806. Οι Wace και Thomson, που πέρασαν από το χωριό το 1911, δε βρήκαν καμιά ταφόπλακα στην παλιά εκκλησία μετά το 1770. Ερείπια βρήκαν και οι πρώτες οικογένειες του Χατζηγώγου, του Μπουσμπούκη, του Βράνα, του Τσάρα, του Πράπα, του Καπρίνη, που εγκαταστάθηκαν τις επόμενες δεκαετίες σε αυτό. Αργότερα ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην Τσαρκόβιανη (Μικρή Σάντα) οι Κουπατσιαραίοι Βλάχοι, που αποτελούν σημαντικό μέρος του Ξηρολιβαδιώτικου πληθυσμού.

Η παλιότερη ιστορία του χωριού δε μελετήθηκε, αν και υπάρχουν στοιχεία που μπορούν να ανοίξουν δρόμους. Τα έγγραφα του Τουρκικού Ιεροδικείου της Βέροιας μπορούν να βοηθήσουν σε αυτό. Στο Αρχείο του Μετσοβίτη ερευνητή και συγγραφέα Γ. Πλατάρη σώζεται τραγούδι, που αναφέρεται στο θάνατο του Μετσοβίτη τσέλιγκα Φλόκα, το 17ο αιώνα, στο δρόμο του για την Πόλη, πριν περάσει από την Θεσσαλονίκη, στον Αγιογιώργη στην περιοχή Livadea seaca =ξηρό λιβάδι.(!). Η θέση του το καθιστούσε εύκολη λεία σε κάθε είδους επιδρομείς. Αυτός ήταν ο λόγος που οι Βλάχοι του Ξηρολιβάδου δεν αγόρασαν το βουνό, κάτι που δεν εμπόδισε το Σιορ – Μανωλάκη και τον Γιασέρμπεη, οι οποίοι και το αγόρασαν. Αυτών τσιφλίκι το βρήκε ο Weigant τo 1895, όταν επισκέφθηκε την περιοχή. Για πρώτη φορά, οι Ξηρολιβαδιώτες γίνονται ιδιοκτήτες το 1937 ( αρ. συμβολαίου 21542/ 11-5 1937), όταν οι Ν. Πράπας, Δ. Καπρίνης, Ι. Σαμαράς και Α. Τσιαμήτρος ως πληρεξούσιοι 227 περίπου Ξηρολιβαδιωτών αγόρασαν την περιοχή του Ξηρολιβάδου ( 8000 στρέμματα ) από την Εθνική Τράπεζα, που διαχειριζόταν την ανταλλάξιμη περιουσία, και συνέστησαν το Συνεταιρισμό Διαχείρισης Συνιδιοκτησίας Ξηρολιβάδου. Πιο πρόσφατοι οι Συνεταιρισμοί Κτηνοτρόφων και Αποκατάστασης Ακτημόνων. Στα χρόνια της κατοχής, το Ξηρολίβαδο γνώρισε νέα καταστροφή από τους Γερμανούς και τους ντόπιους, από τα χωριά της Κοζάνης, συνεργάτες τους. Ως τη δεκαετία του ’70, το Ξηρολίβαδο ήταν σχεδόν ερειπωμένο. Σιγά-σιγά άρχισε η ανοικοδόμησή του και έφτασε στη σημερινή του μορφή. Ένα χωριό πανέμορφο, σε μια περιοχή υψίστου φυσικού κάλλους, σε ένα μοναδικής ομορφιάς οροπέδιο, σε υψόμετρο 1.200 περίπου μέτρων.

Οι Ξηρολιβαδιώτες, για να πάνε από τη Βέροια στο Ξηρολίβαδο, ακολουθούσαν το μονοπάτι με την παρακάτω πορεία: περνούσαν το ποτάμι Τριπόταμος από τη γέφυρα στις στρατώνες/Puntea di la Stratoni, ή από την περιοχή Guva alu Ciolia, κοντά στους σταύλους του Σπανού, όπου τελευταία ήταν η στάνη του Νταλαμήτρα, ακολουθώντας το ρέμα που κατέβαινε περνούσαν από τα μαντριά του Τζιμίκου/mandra alu Dzimicu και μέσα από τον κάμπο από το Λοζίτσι /Câmpulu di Luzitsi, πάνω από το σημερινό Πανόραμα, έφταναν στο Λοζίτσι, στη Βρύση/Shioputlu di Luzitsi ή Shioputlu alu Zaruyiani. Συνέχιζαν δίπλα από τις εκκλησιές του Τριπόταμου/Bisertsili di Luzitsi – εκεί ήταν το παλιό χωριό Άνω Λοζίτσι/Luzitsi di nsus, και το ρέμα Μπελίτσα/Belitsa ή Aksou, δηλαδή Ασπρονέρι, από όπου, εν μέρει, υδρεύεται η Βέροια – και περνώντας από την τοποθεσία Στο Γαμπρό/La Yambrolu , πρώτη στροφή μετά τον Ανεμόμυλο σήμερα, και αριστερά από τα μαντριά του Πάπαρη/Câpârledzli alu Papari έφταναν στο Καλντερίμι/Câldirimea , λίγο μετά από εκεί που γίνεται στις μέρες μας το moto cross, στη μέση ακριβώς της απόστασης Βέροιας – Κουμαριάς. Ανάλογο τοπωνύμιο , Καλντερίμι/Câldirimea , έχουμε λίγο πριν μπούμε στο Ξηρολίβαδο, το οποίο βρίσκεται στη φυσική διάβαση που συνδέει τη Δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο με την Κεντρική Μακεδονία και τη Θεσσαλονίκη. Από το Ξηρολίβαδο περνούσε η βασιλική στράτα, που υπολείμματά της ακόμη σώζονται στη συγκεκριμένη τοποθεσία, ίσως από την εποχή των αρχαίων Μακεδόνων, ίσως η μεταγενέστερη ρωμαϊκή Via Regia, που συναντούσε, μέσω της Βέροιας, το Μεγάλο Δρόμο/Calea Marea , την Εγνατία οδό/Via Egnatia. Το πιο πιθανό, αυτό το καλντερίμι στο δρόμο , λίγο πριν κατηφορίσουμε για το Βρωμοπήγαδο, να είναι η συνέχεια από το καλντερίμι του Ξηρολιβάδου.

Στη συνέχεια ο δρόμος περνούσε από το Δερβένι/Dervenea , από μια μικρή χαράδρα/Trâpicu που συνδέεται με τον ένοπλο Μακεδονικό Αγώνα, περνούσε από το mandra alu Gugulianâ και τη ρεματιά/Xiruvalea, όπου σήμερα είναι η γέφυρα, και το 1935, στη μεγάλη πλημμύρα, πνίγηκαν τα πρόβατα του Μανάκου , και έφτανε στη βρύση του Βρωμοπήγαδου/Shioputlu di Vromopiyadhu , λίγο πιο πάνω από τη σημερινή βρύση. Εκεί έκαναν στάση οι οικογένειες, για να ξεκουραστούν τα ζώα πριν πάρουν τον ανήφορο για το Ξηρολίβαδο. Αριστερά είναι το Ντουρμάνι/Durmanea, παλιό κατεστραμμένο χωριό. Σώζεται μόνο η εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, και σήμερα το Ντουρμάνι είναι κτήμα του Μπιζέτα, του Τσιαμήτρου και του Ζαρκάδα. Η περιοχή Κουτούπα/Cutupa είναι το σύνορο Βρωμοπήγαδου – Ξηρολίβαδου, στη στροφή πριν τη στάνη του Χασιώτη. Ενώ αριστερά, στο σύνορο με Ντουρμάνι, είναι το La Blugunji. Στη συνέχεια περνούσαν από το Κοκκινόχωμα/Tsara atsea aroshia και ακολουθώντας το Μπουγάζι/Bugazea – υπήρχε μονοπάτι – περνούσαν από τις κρανιές του Καραγιάννη/La Cornjilji alu Carayiani και έφταναν στο προσήλιο/La Surinu , στην τοποθεσία Gortsu- Cireshiu , όπου υπήρχε μια μεγάλη αχλαδιά-κερασιά. Από εκεί στο Καλντερίμι/La Câlderimea , στον Άγιο-Θανάση/La Groapa di la Ayio-Thanasi , όπου σταλίζαν μέχρι πέρσι σήμερα τα γίδια του Μπόκου, κοντά στο μικρό εκκλησάκι στην είσοδο του χωριού, και κατέληγαν στο Ξηρολίβαδο. Υπήρχε και άλλος δρόμος, πιο δύσκολος, με κοινή κατάληξη: από το Κοκκινόχωμα ανηφόριζε ως την τοποθεσία Πουρνάρι/La Purnari , από εκεί στον Ανταρίκο/La Antariclu που σκοτώθηκε ενώ έκοβε οξιά για το άλογό του. Από εκεί στο Καλντερίμι/La Câlderimea, με κατάληξη το χωριό.

Από το Κοκκινόχωμα, όπως συνεχίζει σήμερα ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος, ψηλά και δεξιά, είναι η μεγάλη Βολάδα/Vuloaga marea και η μικρή Βολάδα/Vuloaga njica, δυο ξέφωτα πάνω στο βουνό. Επίσης, οι τοποθεσίες: Groapa di fearicâ/Το βαθούλωμα με τη φτέρη, La Fagu/η Οξιά, La Câshiarea di câpri/ Γιδομάντρι ή maslu alu Hadziyoyâ/Στάνη του Χατζηγώγου, τώρα είναι ο Ηλίας ο Μαρτίκας, La Sfendânji/Σφεντάμια ή maslu alu Caravasili, La Grocji/Λακούβες και η Padea atsea m(u)shiata/ωραία Πεδιάδα, εκεί όπου ανέβαζε τα γίδια ο Αδάμος ο Χασιώτης. Κάτω από την Padea atsea m(u)shiata και στο σύνορο με Βρωμοπήγαδο ήταν La Pnacji/Τα Π(ι)νάκια, όπου ήταν το Γρέκι του Νταλαμήτρα/ Câpârledza alu Dalamitra. Και πάνω από το κτήμα των Σπανών ήταν το Horafi Papa/Το Χωράφι του Παπά και η τοποθεσία Aclo iu vâzeshti apa/Εκεί που βουίζει το νερό. Παράλληλα, από το Κοκκινόχωμα αρχίζουν και τα Καγκέλια/La Cânghelji , ανηφορικές στροφές, κοντά στον παλιό δρόμο για το Ξηρολίβαδο, που βγαίνουν στο Πουρνάρι. Τα Καγκέλια/La Cânghelji αρχίζουν από την περιοχή Ploci/Πλάκες και οδηγούν στην τοποθεσία La Arbineslu/Στον Αλβανό. Τη δεκαετία 1915-1925 Αλβανοί κουβαλούσαν κάρβουνα με προορισμό το Σιδηροδρομικό Σταθμό Βέροιας. Πολλές φορές έκαναν και δύο δρομολόγια την ημέρα, και αυτό είχε ως επακόλουθο πολλά μουλάρια να χαθούν εξαιτίας της κόπωσης και της εξάντλησης, επειδή οι Αλβανοί τα κυνηγούσαν τα ζώα για να καλύψουν γρήγορα τη μεγάλη απόσταση.

Στο Ξηρολίβαδο, στο ύψος του Προφήτη Ηλία, πιο δεξιά είναι, πάνω από το Λάκκο με τη φτέρη/Groapa di fearicâ η τοποθεσία Στου Μπαμπανίκα/La Babanica , απ΄ όπου περνάει το μονοπάτι για την Padea atsea m(u)shiata. Από εκεί, μέσα από τo χούνι, πάνω από του Babanica, στις τοποθεσίες Τζιρνικιές/La Prunji, στον Πύργο στο καραούλι και στον άλλο Πύργο, απέναντι από τον Προφήτη Ηλία, και πίσω από τον Προφήτη Ηλία, εκεί που τελειώνει το χούνι, είναι La Αrina alu Zervâ. Από εκεί πάει κάποιος στο Καραντιρέ/Caradire και στη συνέχεια στη Γκαβάνα/Gavana, και στην Κουμαριά. Μέσα στην Γκαβάνα υπάρχει η τοποθεσία Καζάνι/Câzanea, ένα φυσικό βαθούλωμα από τεράστιους γρανιτένιους βράχους που εμπόδιζε να περάσουν τα μουλάρια των Βλάχων κιρατζήδων. Τρεις κιρατζήδες, ο Αντώνης Φουρκιώτης, ο Γιώργος Δουλίκας και ο Πέτρος Σιαμίκος, με τη βοήθεια πυροτεχνουργού, βάλανε δυναμίτη και έσπασαν τους βράχους, έτσι ώστε να περνούν φορτωμένα μουλάρια. Επίσης, μέσα στη Γκαβάνα είναι η τοποθεσία Chiatra aroshia/κόκκινη Πέτρα, όπου πήγαιναν για λαθραία υλοτόμηση οι Βλάχοι κιρατζίδες της Βέροιας. Αριστερά από την La Αrina alu Zervâ, κάτω από τις σημερινές εγκαταστάσεις του Φουρκιώτη, ήταν οι στάνες των Πραπαίων/maslu a Prapanjilor και των Τικαίων/a Ticanjlor, και πιο ψηλά ο Βυθός του Δημητράκη/La Vitholu alu Dhimitrachi, όπου ο Δημητράκης Γκάλαβος έβαζε πατάτες.

Τοπωνύμια μέσα και κοντά στο χωριό: Hanea/Το Χάνι, Misohorea/Το Μεσοχώρι, Miliaco/ Μιλιακό, παλιό στρατιωτικό φυλάκιο, Buna/Το καλό Πηγάδι, La Araplu, πηγάδι ανάμεσα στη Buna και στη Bara, που το χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες για πλύσιμο, Padea / η Πεδιάδα, Ailielu/ο Προφήτης Ηλίας, Ayio-Thanasi/Άγιο-Θανάσης, Bara/ Μπάρα, La Cinji/τα Πεύκα. Στην τοποθεσία αυτή, ως τη δεκαετία του ’80, τη δεύτερη ημέρα του Αϊλιά, οι Ξηρολιβαδιώτες οικογενειακά, μαζί με τους φίλους τους, γιόρταζαν και διασκέδαζαν με ψητά και όργανα. Ένα ωραίο έθιμο που αδικαιολόγητα σταμάτησε απότομα, με ευθύνη πολλών. Κοντά στην παιδική χαρά είναι το πηγάδι του Ντασταμάνη/La Dashtamani και στη γυμνή πλαγιά πάνω από τη Μπάρα η Ώρα/La Oarâ. Υπήρχαν εκεί δυο οξιές που με τη σκιά τους οι Ξηρολιβαδιώτες υπολόγιζαν την ώρα, και οι γονείς συχνά έλεγαν στα παιδιά: ‘‘Cându va ducâ aumbra la aestâ cheatrâ, va vâ turnats(i) acasâ =όταν πάει η σκιά σε αυτή την πέτρα, θα γυρίσετε σπίτι’’. Σήμερα υπάρχει στην ίδια θέση μικρή οξιά, που αναπτύχθηκε σ’ ένα κέδρο και διέσωσαν ο Νίκος Μπλασιώτης και ο Στέριος Κελεπούρης, και τη φροντίζει τώρα ο Ηλίας Χριστόδουλος.

Πάνω από το σημερινό μαντρί του Χριστόδουλου, είναι οι τοποθεσίες La Câshirishti, όπου άρμεγαν ο Γούλιας ο Τσίρης και ο Βασιλάκης ο Τσιαβός, και παλιότερα ο Δημούλας και οι Ψευταίοι, La Caracosta, στο βουνό ακριβώς απέναντι από το Ηρώο και το μικρό Άγιο-Θανάση.
Στην αρχή των Πεύκων, αριστερά στο Ανήλιο, στο χωράφι του Τάκη Κυρίτση, είναι Cinlu alu Dhispoti/Το πεύκο του Δεσπότη, γιατί εκεί φιλοξενήθηκε ο δεσπότης Ελασσόνας Πολύκαρπος, το 1928.
Συνεχίζοντας μέσα στα Πεύκα, κοντά στην κουπάνα μετά την Πηγαδίτσα ήταν Faglu atselu groslu/χοντρή Οξιά, La shioputicu, που δεν υπάρχει πια, γιατί το νερό το μάζεψαν για το χωριό, και πάλι la Shioputicu, στο σύνορο με το με Καρατσαΐρι/Caraciairea. Από το Μπαλαμπούτη ίσα επάνω οδηγεί στους Φούρνους/La Cireapuri, όπου οι αντάρτες είχαν φούρνους, και στη συνέχεια στα Γρέκια/La Masuri.

Δεξιά, όπως ανεβαίνουμε για το χωριό, στην πλευρά προς τη Γκαβάνα, συναντάμε τις τοποθεσίες: La Ploci /Πλάκες, La Bâricâ/Μπαρίκα, La Gâbdzeu/ Γκαμπτζιά, La Ciorlu atselu m(u)shiatlu/όμορφο Ποδαρικό, La Burdenji/ Ασφόδελοι, Misuvunea/Μεσοβούνι, Xiruvunea/Ξηροβούνι, La Guvi, στο σύνορο με το Καρατσαΐρι.
Απέναντι και αριστερά από το Ξηροβούνι είναι η Μαγούλα, σε ύψος λίγα μέτρα πιο χαμηλή από το Ξηροβούνι, και πίσω από τη Μαγούλα, στο σύνορο με τα μέρη της Κοζάνης, το Ζυγουροτόπι. Σε κείμενο του 1929 του Γιώργη Χατζηγώγου τρεις κορυφές πανύψηλες και γυμνές: Νταρλαγιάννη/Darlayeani, Ξηροβούνι/ Xiruvunea και Κλιβογιάννη/Clivuyeani σχημάτιζαν τον ορεινό όγκο Η Πυροστιά/Pirustia di Câmpulungu.

Κοντά στο χωριό, δεξιά πριν τα Πεύκα, είναι Asvestireua/Ασβεσταριά και, συνεχίζοντας μέσα στα Πεύκα, φτάνει κάποιος La Bârits/στην Πηγαδίτσα, πιο πάνω στο Fagu galbinu/κίτρινη Οξιά, που κακώς υλοτομήθηκε, La Shioputicu/στη Βρυσούλα, La Prunji, πιο πάνω αριστερά La Vâtâmatslj/Σκοτωμένους, και πιο ψηλά La crevâts, λόγω του ιδιαίτερου σχήματος του εδάφους, με τέλεια θέα του Ξηρολιβάδου, και στη συνέχεια , πάνω από την Cluviani/Κλούβιανη, γυμνή κορυφή, με πολύ καλό αυτοφυές τσάι, το Farmacohortea/Φαρμακόλακκος, στο σύνορο με Άγιο Δημήτρη και Καρατσαΐρι, το οποίο παλιά ήταν ιδιοκτησία, από αγορά, των Σταυροθοδωραίων και τώρα του ιδρύματος Νάσιουτζικ. Πιο πέρα, το Μπεη-μπουνάρ/Beibunar, ιδιοκτησία των Χατζηγωγαίων.

Στην περιοχή Ξυλάλογο, όπου είχαν τα γίδια οι Τσιαμητραίοι/Κοτρωναίοι και οι Μποκαίοι, έχουμε τις τοποθεσίες: La Prunji, La Tendziri, λόγω του σχήματος, πιο ψηλά La Cutronanlji, La Gâbdzieu, La Bacola, όπου στο σύνορο με Ντουρμάνι οι Μπακολαίοι, που ήταν Κουπατσιαραίοι, νοίκιαζαν το μέρος, La Sternâ τρανή, στο σύνορο με Καστανιά, La Prunu, La Cupatsiu, La Padea atsea m(u)shiata (άλλη από αυτήν που ήδη αναφέρθηκε), και La Lianurâ, πάνω στο καραούλι, με μεγάλες οξιές και θέα μέχρι τη Θεσσαλονίκη και τον Όλυμπο, Valea atsea marea που αποτελεί το σύνορο με Καστανιά. Από Στέρνα τρανή προς Καστανιά, το Μαντέμι/Mademea, όπoυ είχαν λατομείο ο Κυράνης, ο Κουκoυτέγος, ο Πατσιαβούρας, ο Σταυρός/ Crutsea, μεγάλος σταυρός φτιαγμένος με πέτρες στο σύνορο Ξηρολιβάδου με Ντουρμάνι, La Piryu/Πύργος , ένας σωρός από πέτρες, ανάμεσα στη Στέρνα τρανή και Μπακόλα, που σε μια πέτρα είναι γραμμένο το όνομα του Κώτσιου Τσιαμήτρου/Ψωμά, La Sfentanea atsea groasa/Το χοντρό Σφεντάνι, η Βολάδα/Vuloaga, απ’ όπου το μονοπάτι οδηγεί στη Μπαράγκα. Τα δυο τελευταία στο σύνορο Ντουρμάνι/Ξηρολίβαδο. Στο σύνορο Ξηρολιβάδου, Καστανιάς και Τσαρκόβιανης είμαι η Tρύπα του Τόλια/Guva alu Tolia, όπου σκότωσαν και έριξαν τον Τόλια Τσιαμήτρο ή ο ξάδελφός του Θανασούλας Μπακόλας ή ο κλέφτης Τσιάμης ή ίσως ήταν και το ίδιο πρόσωπο.

Στο σύνορο με Ντουρμάνι, κοντά στο Λατομείο, είναι η Μπαράγκα/La Barangâ. Παλιότερα εκεί ήταν η στάνη του Τσιαβού. Υπήρχε μονοπάτι που οδηγούσε στο La Natsea/στου Νάτσια, La Prunu/ Τζιρνικιά, βαθούλωμα με μια τζιρνικιά. Παίρνοντας κάποιος το χούνι βγαίνει στην Cheatra alu Caravasili/Πέτρα του Καραβασίλη, στο La Nica (Κουτόβα), στο γιδομάντρι του Καραμήτσιου Ζαρκάδα/La câprâleadza alu Karamitsiu, La Cilipurlji/στους Κελεπουραίους, από τη μεγάλη στροφή αριστερά και χαμηλά, πιο ψηλά La Hashioti/στο Χασιώτη, La Mademi/στο Μαντέμι.
Ο Αυλαγάς/Avlâyalu , κοντά στο μαντρί των Ψωμάδων, στο Ξυλάλογο, όπου μάζευαν τα άλογα, αλλά και τα γελάδια. La putsicu/μικρό πηγάδι, Furca/Φούρκα, Vitholu marli/hantoslu/ μεγάλο Βυθό, κάτω από τη Φούρκα στο σύνορο με Καστανιά, Chiatra Arucutita/η πέτρα που κύλησε, Limerea/ Λημέρι, ψηλά από τη Φούρκα, La Câshiarea/maslu alu Xashioti /Στάνη του Χασιώτη.

Δίπλα από τα καλύβια των Σαρακατσαναίων είναι La Tsârpânji, ενώ πάνω και αριστερά από το δρόμο για Αϊμπιλί, La Yumaradz/ερείπια από παλιοκάλυβα, La Cufaranji, πάνω από το υδραγωγείο, όπως πάει ο παλιός δρόμος για Αϊμπιλί, είναι La Coraclu/Κόρακας, και στη συνέχεια, μόλις βγαίνουμε από τη χαράδρα στην ανοιχτοσύνη La Lâpushi, όπου ευδοκιμεί είδος αγριόχορτου με χνουδωτά φύλλα. Εκεί, κοντά στα καλύβια του Αϊβιλί, ήταν το τυροκομείο του Γιώργου Μπιζέτα, και ήταν τόπος συγκέντρωσης του γάλακτος. Από εκεί οι κιρατζήδες το μετέφεραν στο Ξηρολίβαδο, στο τυροκομείο του Φιλώτα Μπέλα. Στο μονοπάτι που οδηγεί στη Dhoxa/Δόξα, στη μέση περίπου, βρίσκεται και το μονοπάτι του Νταρλαγιάννη/Cârarea alu Darlaghiani. Επάνω στη Δόξα υπάρχουν δυο βρύσες: Shioputlu din dzenâ/επάνω βρύση και Shioputlu din ciosu/κάτω βρύση και οι τοποθεσία Cula και Hanea, από το παλιό Χάνι που υπήρχε εκεί, στο σύνορο με Ντορταλή / Τετράλοφο, στο φυσικό δρόμο Κοζάνης-Βέροιας.

Φωτογραφίες: Αρχείο Συλλόγου Βλάχων Βέροιας
Πηγές : 1. Οι μετονομασίες οικισμών στην Ελλάδα, Αχ. Καψάλη, περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ,τ.157, Θεσσαλονίκη 201
Για τα τοπωνύμια του Ξηρολιβάδου πληροφορίες πήραμε από:
- Ηλία Χριστοδούλου, κτηνοτρόφο, 74 χρονών
- (Νι)Κόλα Τσιαμήτρο/Κοτρώνη, κτηνοτρόφο, 74 χρονών
- Τάκο Γκάλαβο, κιρατζή, 90 χρονών
- Μιχάλη Τζιμίκο, πρώην κτηνοτρόφο.
Γραπτές πηγές:
- Ημερολόγιο 2013 του Π.Ο.Ξ.
- Αναστάσιος Βασιάδης, Ξηρολίβαδο χουάρα μουσιάτα, Βέροια 2006
Σημείωση: Το κείμενο, σε μια πρώτη του μορφή, αποτέλεσε το υλικό για το ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2015 του Συλλόγου Βλάχων Βέροιας. Οι συνεντεύξεις με τους πληροφορητές πάρθηκαν πριν δώδεκα (12) χρόνια.
Γ. Τοπωνύμια Κουμαριάς / Ντόλιανης

Τσελιγκάδες από το Σέλι και το Ξηρολίβαδο, την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα και ως το 1903, αγόρασαν τμηματικά την περιοχή της Ντόλιανης, η οποία αποτελούνταν από 24 τσιαουσλίκια, και ίδρυσαν το χωριό ‘‘Ντόλιανη’’ . Αγοράστηκε για να αποτελέσει χειμαδιό για τα μεγάλα τσελιγκάτα στα δύσκολα χρόνια του ένοπλου μακεδονικού αγώνα, για λόγους προστασίας.
Το 1916 , ο Στέριος Μάρκος, ο Ιωάννης Τσιόγκας, ο Απόστολος Χατζηγώγος και ο Νικόλαος Καρανίκας , ενεργώντας ως πληρεξούσιοι 93 οικογενειών της Ντόλιανης, αγόρασαν από τους διαμένοντες στην Κωνταντινούπολη κληρονόμους του Φαΐκ πασά (αρ. συμβολαίου 4381/14-4-1916) το βοσκότοπο Αρσούμπασι/Arsubasi .

Το χωριό κτίστηκε βάσει πολεοδομικού σχεδίου που εκπόνησαν Βλάχοι φοιτητές στη Γαλλία. Γρήγορα αναπτύχθηκε, με σπίτια πέτρινα, μοναδικά για την εποχή, αληθινά παλάτια, όπως του Ζοφόλη, του Τσιόγκα, του Ζησιάκου, του Μάρκου, του Ντέμου, του Καράτζια, του Καμπανάρη, του Παζάρα , του Μούρνου και άλλα. Πολλά, αργότερα, χρησιμοποιήθηκαν για την αποκατάσταση των προσφύγων και όσα διασώθηκαν από τη μανία της τσιμεντοποίησης παρουσιάζουν τεράστιο αρχιτεκτονικό και αισθητικό ενδιαφέρον. Το 1918 αποτέλεσε την κοινότητα Δόλιανης (Β.Δ.28-2-1918, ΦΕΚ. Α 152/1918), η οποία συμπεριελάμβανε και το Ξηρολίβαδο, το Άνω Σέλι και Κάτω Σέλι, και τη Μαρούσια. Μετονομάστηκε Κουμαριά το 1926 ( Δ. 1-11-1926 ), μολονότι δεν υπάρχει καμιά κουμαριά στην ευρύτερη περιοχή. Το όνομα Ντόλιανη/Doliani , στη σλαβική γλώσσα, ίσως σημαίνει χαμηλότοπος, ό,τι και είναι σε σχέση με το Σέλι και το Ξηρολίβαδο.

Πριν τη διάνοιξη με προσωπική εργασία ( μετά το1950) και τη νέα χάραξη και ασφαλτόστρωση ( μετά το 1970 ) του δρόμου Βέροιας – Κουμαριάς, το μονοπάτι ως το Δερβένι και το Βρωμοπήγαδο ήταν το ίδιο με αυτό του Ξηρολιβάδου. Όπως πάει σήμερα ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος για Κουμαριά-Σέλι, περνάει μέσα από το Κοκκινόχωμα/Tsara atsea aroshia και διασχίζοντας τη Μπάτα/Bata φτάνει στο χωριό . Το κοκκινόχωμα είναι άριστης ποιότητας, κυρίως για το χρώμα του, και το 1977/78, επί προεδρίας Γ. Μούρνου, το εκμεταλλεύτηκε για πλακάκια η εταιρεία Filkeram Johnson . Δεξιά προς το Κωστοχώρι έχουμε τις τοποθεσίες: Μικρό Καστρί/Câstriα njicα , Η Κορυφή/La Ciuciulosu και το Χάος/La Hau . Ενώ αριστερά, πριν μπούμε στο χωριό, όπου σήμερα είναι το γήπεδο, η τοποθεσία Padea atsea marea, όπου γίνονταν οι χοροί του Χωριού.

Ο παλιός δρόμος για την Κουμαριά, σε σχέση με το σημερινό, ήταν, στο Βρωμοπήγαδο, πολύ πιο αριστερά. Από το Zâyurishi, στο σύνορο Κουμαριάς- Βρωμοπήγαδου, συνέχιζε στο άνοιγμα που δημιουργεί το Μπουγάζι από τις μεγάλες χαράδρες/ρέματα Γκαβάνα/Gavana και Καραντιρέ/Caradire , άφηνε αριστερά τις Τρύπες/La Guvi , συνέχιζε στη Βρύση στο Καρατάσι/Shioputlu di Caratasi , και έφτανε στο χωριό. Αριστερά από το Καρατάσι και τις Τρύπες, μέσα στη Γκαβάνα, υπάρχει η τοποθεσία La Coacâ = Διχάλα, ένα στένωμα όπου έστηναν παγίδες για λύκους, που όσοι έρχονταν από το Ξηρολίβαδο, μέσα από το Καραντιρέ, που ήταν το φυσικό μονοπάτι, έκοβαν δρόμο για την Κουμαριά, αρκεί τα άλογα να μην ήταν φορτωμένα.

Περνώντας την Κουμαριά δεξιά είναι η περιοχή Παλιομπάτζι/Paliubadziu , – αριστερά υπάρχει βρύση /Shioputlu di Paliubadziu -, και εκεί έχουν σήμερα τις στάνες οι Τζιμαίοι και ο Μανακούλης. Άλλο είναι το Παλιομπάτζι του Κωστοχωρίου, όπου είχαν τις στάνες οι Κογαίοι, οι Κελεπουραίοι και έχει ακόμη ο Γκαβανάς από το Μπλάτσι. Αριστερά και πριν το Παλιομπάτζι είναι ο Βαρκός/La Varcats και στη γέφυρα η τοποθεσία Σφεντάμι/La Sfentami . Το σφεντάμι είναι είδος δένδρου με μικρό φύλλο που κιτρινίζει το Φθινόπωρο, στο σχήμα σαν του πλάτανου . Ένα είδος του ευδοκιμεί σε μαλακό έδαφος και ένα σε σκληρό , μαζί με τα πουρνάρια.

Το ρέμα Γκαβάνα/Gavana, μια χαράδρα βαθιά, αρχίζει από το Καρατσαΐρι/ Caraciairea και αφήνοντας δεξιά το Ξηροβούνι/Xiruvunea και αριστερά το Μεγάλο Προσήλιο/Surinlu atselu marli καταλήγει στις Τρύπες/La Guvi στην Κουμαριά και πιο κάτω στο Βρωμοπήγαδο, εκεί που είναι σήμερα το Hotel του Καψάλη. Βέβαια, χαμηλά στη Γκαβάνα σμίγει, όπως αναφέρθηκε, και το Καραντιρέ/Caradire και από την τοποθεσία La Coaca = Διχάλα φτάνει κάποιος στο Στάλι/Stali και από εκεί κατηφορίζει για Κουμαριά. Μέσα στη Γκαβάνα υπάρχει η τοποθεσία Καζάνι/Câzanea , από το σχήμα των τεράστιων βράχων σε αυτό το σημείο. Το Καζάνι πάντα κρατά νερό και πίνουν οι λύκοι, τα ελάφια, τα ζαρκάδια και άλλα ζώα που βρίσκουν εκεί καταφύγιο. Παλιότερα, οι Βλάχοι κιρατζίδες στη Γκαβάνα πήγαιναν για λαθραία υλοτόμηση, και το Καζάνι ήταν το πιο δύσκολο πέρασμα για τα φορτωμένα μουλάρια. Παράλληλα, πολλά μουλάρια ψοφούσαν , γιατί έτρωγαν tiza/ ίταμο, ελατοειδές που είναι δηλητηριώδες – αρκούν 30-40 γραμμάρια για να δηλητηριασθεί ένα ζώο – και ευδοκιμεί στη Γκαβάνα. Το φαράγγι αυτό, μετά τη δεκαετία του ’60 σε πολλά σημεία είχε καταστεί αδιάβατο λόγω της βλάστησης, αφού εξέλειπαν οι κιρατζίδες, αλλά τις τελευταίες δεκαετίες, οι Αλβανοί μετανάστες το άνοιξαν ξανά, μια και αποτελούσε πέρασμα φυσικό προς τη Βέροια. Ένα φαράγγι μεγίστου φυσικού κάλλους, που μπορεί να αξιοποιηθεί για πεζοπορία σε μορφές εναλλακτικού τουρισμού στα Βλαχοχώρια του Βέρμιου.

Ακολουθώντας το σημερινό δρόμο από Κουμαριά για Σέλι, συναντάμε το ρέμα Xirulachea που μαζεύει τα νερά από την Κρανιά, τη Ντουκάτα και την τρύπα του Μιχάλη/Valea di Crania shi di Arsubasi. Σε αυτό το ρέμα, το 1935, στη μεγάλη πλημμύρα, πνίγηκαν 400 πρόβατα των Ζαφειρογιανναίων. Αριστερά από αυτό το ρέμα είναι το Γεράκι Yerachi , στη μέση της χαράδρας προς την Τρύπα του Μιχάλη είναι η τοποθεσία La Cuniarohristu, στη συνέχεια La Arburi και στην Εικόνα/La Icoanâ . Είχε και ένα μονοπάτι – όχι όμως για φορτωμένα ζώα – που έκοβε δρόμο για το Σέλι. Περνούσε από του Νερού τη Μάνα/La Muma di Apâ , ανέβαινε στη Βρύση του Ζαρόση/Shioputlu alu Zarosi , από εκεί οδηγούσε στη Βρύση του Μούρνου/ Shioputlu alu Murnu, έβγαινε στο Αγελαδαριό/Vâcâreatsa, αριστερά από τον Αγιογιώργη/Ayioyiorgyi. Πίσω από τον Αγιογιώργη/Ayioyiorgyi υπήρχε η Βρύση του Τριώτη /Shioputlu alu Trioti, πάνω από το Παλιομπάτζι. Το μονοπάτι, πριν από την Κρυόβρυση/La Aratsili , περνούσε από τη μικρή Μπάρα/Bara njica , τη Νεράιδα/Neraidha και το La Cuniarohristu/Κουνιαροχρίστου και από το ρέμα από την Τρύπα του Μιχάλη/Guva alu Mihali και μέσω Κρανιάς έφτανε κάποιος στο Γυφτογιάννη και από εκεί στο Σέλι. Η Κρανιά είχε πολλά νερά και εκεί οι Βλάχες από το Σέλι έπλεναν τα βαριά υφαντά. Σήμερα από εκεί υδρεύεται η Κουμαριά. Πιο ειδικές τοποθεσίες στην Κρανιά: La Cornji, εξ ου και το όνομα της περιοχής, La Groapa alu Preftu στο σύνορο με Παλιόχωρα, La Patatsili alu Vasilaci, στο σύνορο με Κρανιά. Δεξιά από την Κρανιά είναι η Παλιόχωρα/Paliohora με βρύση, και ψηλά στην κορυφή η Πέτρα του Κουτουρίκου/La Chiatra alu Cuturicu και η Βρύση του Κουτουρίκου /La Shioputlu alu Cuturicu.

Ακολουθώντας το σημερινό δρόμο, περνώντας, στην επόμενη στροφή μετά το ρέμα, από την τοποθεσία La Ζulfu, από το όνομα σκοτωμένου αγροφύλακα, και από το Γουρνοκούμασι ανηφορίζουμε και φτάνουμε στο Γελαδόσταλο/La Yeladhostalu και στην Εικόνα/La Icoanâ , που είναι το σύνορο της Κουμαριάς με τη Μαρούσια.
Αριστερά από το Καρατάσι, ο παλιό δρόμος για το Σέλι, περνούσε από το Μαντέμι/Mademea , όπου έβγαζαν πέτρα για τα σπίτια, στη συνέχεια στη Μαγούλα/Mayula, μετά στις Βρύσες/La Shioputi , στου Νερού τη Μάνα / La Muma di apa , από εκεί στον Αγιoγιώργη/Ayioyioryi , στις Βολάδες/La vulotzi και στο Κασταναριό/Cαplu di Câstâniu , 3-4 μεγάλες καστανιές σαν σκοποί , και δεξιά το Γεράκι . Απέναντι από την τρύπα του Μιχάλη, είναι ο Έλατος/ La Bradu και στη διασταύρωση με την Κρυόβρυση, σ’ ένα πλάτωμα είναι η Γκαμπτζιά/Gâbdzeu, το la Nani και ψηλά το Καραούλι/Câraulea και η Μπάρα/Bara. Επάνω από την Κουμαριά, πάνω από το φαράγγι της Γκαβάνας, είναι το Μεγάλο Καστρί /Câstriα mareα , όπου υπάρχει πηγή /Lα Putsicu, που στη βλάχικη γλώσσα σημαίνει μικρό πηγάδι. Στο δρόμο για τη Μπάρα στο Αρσούμπασι , είναι οι τοποθεσίες La Cuntuyiani/στου Κοντογιάννη, La Cufalu/στον Κούφαλο, όπου είχαν τη στάνη οι Γκαμπεταίοι, La tsintsi Pirguri/στους πέντε Πύργους, δεξιά από το Stali/Στάλι, κάτω από τη Μπάρα.

Κάτω από το δρόμο, στο ύψος του σχολείου είναι η Χαβούζα/Havusa, μοναδική παλιότερα βρύση στο χωριό, και στη συνέχεια, η εκκλησία της Μικρής Παναγιάς/Stâ-Mâria njica, που γιορτάζει την 8 Σεπτεμβρίου.

Φωτογραφίες: Αρχείο Συλλόγου Βλάχων Βέροιας
Πηγές : 1. Οι μετονομασίες οικισμών στην Ελλάδα, Αχ. Καψάλη, περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ,τ.157, Θεσσαλονίκη 201
Για τα τοπωνύμια της Κουμαριάς πληροφορίες πήραμε από:
- Γιάννη Μούρνο, πρώην πρόεδρο (1975-1982 ) Κουμαριάς, 74 χρονών
- Γιώργο Μανακούλη , πρώην πρόεδρο ( 4 τετραετίες) και δημοτικό σύμβουλο (3 τετραετίες) Κουμαριάς
- Κόλα Τζήμα, κτηνοτρόφο, 82 χρονών
- Αδάμο Αναστασίου, 63 χρονών
Σημείωση: Το κείμενο, σε μια πρώτη του μορφή, αποτέλεσε το υλικό για το ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2015 του Συλλόγου Βλάχων Βέροιας. Οι συνεντεύξεις με τους πληροφορητές πάρθηκαν πριν δώδεκα (12) χρόνια.
–
Η συγκριτική μελέτη των τοπωνυμίων του Βερμίου αναδεικνύει:
-
Στο Βέρμιο ενυπάρχουν τοπωνύμια στην ελληνική, βλαχική, τουρκική και σλαβική γλώσσα, πράγμα απολύτως φυσιολογικό, αν πάρουμε υπόψη την ιστορία του τόπου.
-
Τα βλάχικα τοπωνύμια υπερτερούν αριθμητικά, με δεδομένο την κυρίαρχη παρουσία των Βλάχων στο ανατολικό Βέρμιο τα τελευταία διακόσια χρόνια.
-
Υπάρχουν και επιμέρους τοπωνύμια , που – λόγω της οικονομίας του χώρου – δεν συμπεριλήφθηκαν. Σε εμπεριστατωμένη μελλοντική έκδοση θα καταγραφούν όλα.
-
Τα βλάχικα τοπωνύμια συνδέονται κυρίως με κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, με πηγές και βρύσες, με το είδος της βλάστησης, με τη μορφολογία του εδάφους, με συγκεκριμένα περιστατικά και άλλα.
-
Όταν πρόκειται για οικισμούς δεν μπαίνει η πρόθεση La π.χ. Selia, Doliani, ενώ μπαίνει στα άλλα τοπωνύμια, π.χ. La Ducatâ, La Cinji, La Padea atsea m(u)shiata. Έτσι, -και είναι πολύ σημαντικό-, αναγνωρίζουμε παλιούς κατεστραμμένους οικισμούς, π.χ. Marushia, Scotina, Durmanea, Avyoci, κ.τ.λ.