Άρθρα Υγεία

“Η κρισιμότητα των περιστάσεων για την Υγεία και για την υπόσταση της Ιατρικής Κοινότητας” / γράφει ο Αναστάσιος Βασιάδης

Η δε κατά περίπτωση διαβεβαιώσεις των εκπροσώπων  της Ιατρικής Κοινότητας, ότι μπορούν να επιτύχουν ευνοϊκές πολιτικές αποφάσεις λόγω στενών προσωπικών ή κομματικών σχέσεων με τους παράγοντες της Πολιτικής Ηγεσίας, μπορεί να έχουν αποτέλεσμα σε προσωπικής φύσεως ζητήματα, αλλά ουδέποτε παράγουν πολιτικό προϊόν χάριν του γενικότερου  οφέλους της κοινωνίας

(Σκέψεις και εκτιμήσεις με αφορμή τα 100χρονα του ΠΙΣ)

Το τρέχον έτος 2025  εμπεριέχει έναν ιδιαίτερο συμβολισμό για την Ελληνική Ιατρική Κοινότητα   καθώς συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση και συνεχή  λειτουργία του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, που σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία  αποτελεί τον επίσημο σύμβουλο της πολιτείας για θέματα Υγείας.

Αυτός δε ο συμβολισμός αγκαλιάζει ολόκληρη την κοινωνία, καθόσον σχετίζεται άμεσα με το πολυτιμότερο αγαθό του κάθε πολίτη, που είναι η Υγεία. 

Η υπόσταση του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου  υπήρξε ισχυρή επί δεκαετίες. καθώς εκπροσωπούσε και συσπείρωνε το σύνολο των Ιατρικών Συλλόγων της χώρας, τις  επιμέρους Ιατρικές Οργανώσεις  και  όλους τους Ιατρούς όλων των ιδιοτήτων απασχόλησης,  παρεμβαίνοντας  δυναμικά στις κατά καιρούς  νομοθετικές διεργασίες και κατακτώντας την διαχρονική αναγνώριση και εκτίμηση της πολιτείας, της κοινωνίας και της ιατρικής κοινότητας  σε  εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Αυτή η παράδοση ωστόσο που τηρήθηκε και επιβεβαιώθηκε επί δεκαετίες, έχει ατονήσει σύμφωνα με τα συμπεράσματα που δημοσιοποιήθηκαν μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της πρόσφατης θεσμοθετημένης συνάντησης,   των Προέδρων των Ιατρικών Συλλόγων της χώρας με το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, που πραγματοποιήθηκε στην Αλεξανδρούπολη.

Στην  σχετική ανακοίνωση του ΠΙΣ με τα συμπεράσματα που ανέκυψαν από την συνάντηση, επισημαίνεται η γενική απογοήτευση  για την αρνητική προοπτική που διαγράφεται για  το Εθνικό Σύστημα Υγείας χωρίς να  διαφαίνεται αναστροφή, όσο εφαρμόζονται πολιτικές αποσπασματικής διαχείρισης ενώ οι  απαιτούμενες ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις παραμένουν ανεκπλήρωτες.

Στην συγκεκριμένη ανακοίνωση συμπεριλαμβάνονται ιδιαίτερες επισημάνσεις για  τα επιμέρους προβλήματα  που χαρακτηρίζουν  την αναποτελεσματικότητα του ΕΣΥ, όπως  η επισφάλεια και ανεπάρκεια των υποδομών και του εξοπλισμού, σε συνδυασμό με την πλημμελή στελέχωση και τις απαξιωτικές συνθήκες απασχόλησης, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να κατατάσσεται στην τελευταία θέση των χωρών του ΟΟΣΑ, σε ότι αφορά την ικανοποίηση και την εμπιστοσύνη των πολιτών.

Στα συμπεράσματα της ανακοίνωσης επισημαίνεται η αποτυχία του θεσμοθετηθέντος «Προσωπικού Ιατρού», λόγω διαρκών εκκρεμοτήτων  των επιμέρους στοιχείων που τον συνθέτουν, σε συνδυασμό με την συνεχή παράκαμψη του μόνιμου αιτήματος για την θεσμοθέτηση Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης,  με συνέπεια την περαιτέρω  υποβάθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας.

Λεπτομερέστερη αναφορά στα συμπεράσματα της ανακοίνωσης επιφυλάσσεται για το «Clawback» το οποίο λειτουργεί ως  λογιστικό εργαλείο υφαρπαγής αμοιβών δεδουλευμένης εργασίας των ιατρικών εργαστηρίων, χωρίς να  λαμβάνονται υπόψη  οι πραγματικές ανάγκες οι οποίες δεν έχουν μελετηθεί, χωρίς να έχει εξασφαλιστεί η επαρκής χρηματοδότηση, χωρίς να έχουν καθοριστεί τα διαγνωστικά και θεραπευτικά πρωτόκολλα  και χωρίς να έχει θεσπιστεί  ο ενδελεχής συστηματικός έλεγχος.

Αποτέλεσμα αυτών όλων είναι τα ιατρικά εργαστήρια της περιφέρειας να οδηγούνται στην κατάργηση, με ευνόητες τις συνέπειες επιβάρυνσης των πολιτών.

Ακροτελεύτιο και εξαιρετικά απαισιόδοξο συμπέρασμα αποτελεί η διατύπωση ότι  «ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις δεν πρέπει να αναμένονται», όσο το σύστημα λειτουργεί με  πολιτικές αποσπασματικής διαχείρισης  στενού λογιστικού χαρακτήρα.

Από τα συμπεράσματα που ανακοινώθηκαν μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης, αναδεικνύεται  ο γενικότερος προβληματισμός για τις περαιτέρω  μεθοδεύσεις  της Ιατρικής Κοινότητας, με προεξάρχοντα τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, προκειμένου οι απαιτούμενες βελτιωτικές μεταρρυθμίσεις για την περίθαλψη των πολιτών και τις συνθήκες απασχόλησης και αμοιβής  των Ιατρών και γενικότερα του Υγειονομικού Προσωπικού, να ενεργοποιηθούν  με συγκεκριμένες δράσεις.

Το σκεπτικό  ότι  η Ιατρική Κοινότητα πρέπει απλώς  να παρακολουθεί εκ του ένεγγυς  τις  σχετικές  νομοθετικές εξελίξεις,  αναμένοντας  απλώς από την πολιτική ηγεσία να ζητήσει την συμμετοχή της για την επίλυση των προβλημάτων που ανακύπτουν, βρίσκεται εκτός πραγματικότητας.

Η εμπειρία πολλών ετών  καταδεικνύει ότι η εκάστοτε Πολιτική Ηγεσία που καθορίζει  τις πολιτικές υγείας  μαζί με τους εμπλεκόμενους Δημόσιους Οργανισμούς, προαναγγέλει  κατά κανόνα την διαβούλευση με τους Φορείς, εν όψει της διαμόρφωσης του περιεχομένου των νομοθετημάτων  και των προβλεπόμενων να εκδοθούν Πολιτικών Αποφάσεων.

Αποτελεί ωστόσο ουτοπία η άποψη  ότι η Πολιτική Ηγεσία αναμένει τις απόψεις της  Ιατρικής Κοινότητας προκειμένου να διαμορφώσει το περιεχόμενο των αποφάσεων της, καθόσον η  μέχρι τώρα ακολουθούμενη πρακτική το εντελώς αντίθετο έχει δείξει.

Η δε κατά περίπτωση διαβεβαιώσεις των εκπροσώπων  της Ιατρικής Κοινότητας, ότι μπορούν να επιτύχουν ευνοϊκές πολιτικές αποφάσεις λόγω στενών προσωπικών ή κομματικών σχέσεων με τους παράγοντες της Πολιτικής Ηγεσίας, μπορεί να έχουν αποτέλεσμα σε προσωπικής φύσεως ζητήματα, αλλά ουδέποτε παράγουν πολιτικό προϊόν χάριν του γενικότερου  οφέλους της κοινωνίας.

Σε κάθε περίπτωση οι πολιτικές αποφάσεις αποδεικνύεται οτι είναι προειλημμένες, πράγμα το οποίο καθιστά τον διάλογο εντελώς προσχηματικό και μέσο εξυπηρέτησης των επικοινωνιακών αναγκών της εκάστοτε Πολιτικής Ηγεσίας.

Σε αυτό το σημείο αναδεικνύεται η μεγάλη ευθύνη της  οργανωμένης Ιατρικής  Κοινότητας, σε σχέση με την στρατηγική και τις μεθόδους που πρέπει να μετέλθει, προκειμένου να προβάλλει τις θέσεις της, να διαφυλάξει το δημόσιο αγαθό της Υγείας και της Περίθαλψης των πολιτών  και να προασπίσει την επαγγελματική υπόσταση των Ιατρών ως λειτουργών της Υγείας.

Βασικά στοιχεία της στρατηγικής που πρέπει να εφαρμοσθεί είναι η διαμόρφωση σαφούς και γενικότερα αποδεκτού διεκδικητικού πλαισίου και η τήρηση ενιαίας επικοινωνιακής τακτικής, βάσει συγκεκριμένου στρατηγικού σχεδιασμού.

Το βασικότερο όλων όμως, είναι η αγωνιστική διαρκής εγρήγορση του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, των Ιατρικών Συλλόγων της χώρας, των Ιατρικών Εργασιακών Σωματείων και Δευτεροβαθμίων Οργανώσεων καθώς και ολόκληρης  της  Ιατρικής  Κοινότητας.

Σε ένα δημόσιο διάλογο, υπό οποιαδήποτε μορφή, παράλληλα με την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων, έκαστος των συνομιλητών, αναπτύσσει την ισχύ που διαθέτει προκειμένου να επιβάλλει τις θέσεις του με το μικρότερο δυνατό κόστος.

Στο διάλογο που προαναγγέλλει η Πολιτική Ηγεσία  για τα θέματα Υγείας, ενεργοποιεί το σύνολο των εξουσιών που άμεσα η έμμεσα ελέγχει, ήτοι την διοικητική, την νομοθετική, την δικαστική και ανάλογα με τις περιστάσεις, την εξουσία των ΜΜΕ.

Η ισχύς που μπορεί να αναπτύξει και να αντιτάξει η  Ιατρική Κοινότητα είναι η κινητοποίηση των Φορέων και η αγωνιστική εγρήγορση όλων των Ιατρών.

Αυτό σημαίνει ότι ο ΠΙΣ, οι Ιατρικοί Σύλλογοι, τα Ιατρικά Εργασιακά Σωματεία και οι Δευτεροβάθμιες Ιατρικές Οργανώσεις, πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή κινητικότητα με συνελεύσεις των μελών, διαρκή επικοινωνία, ενημέρωση, εκδόσεις αποφάσεων εναρμονισμένων στο διεκδικητικό πλαίσιο και διαμόρφωση αγωνιστικού πνεύματος εν όψει κεντρικών αποφάσεων για πραγματοποίηση δράσεων.

Μόνο εφ όσον συνειδητοποιήσει η Πολιτική Ηγεσία  ότι η Ιατρική Κοινότητα βρίσκεται σε αγωνιστική εγρήγορση, μπορεί να παραμερίσει την συνήθη πολιτική αδιαλαξία, ώστε να πραγματοποιηθεί ουσιαστικός και παραγωγικός διάλογος.

Ο επερχόμενος χρόνος  μπορεί  να αποβεί κρίσιμος όχι μόνο για την επαγγελματική προοπτική του Ιατρικού Λειτουργήματος αλλά και για την ίδια την υπόσταση της οργανωμένης Ιατρικής Κοινότητας και των Φορέων της.

Αποτελεί αυταπόδεικτη διαπίστωση μακράς εμπειρίας, ότι πρόθεση της εκάστοτε Πολιτικής Ηγεσίας είναι ο προσχηματικός διάλογος, χάριν επικοινωνιακών σκοπιμοτήτων προκειμένου οι προειλημμένες πολιτικές αποφάσεις  να περνούν με τους μικρότερους δυνατόν κοινωνικούς και επικοινωνιακούς κραδασμούς.

Ευθύνη της  Ιατρικής  Κοινότητας και των Φορέων της είναι να προσδώσουν  ουσιαστικό περιεχομένο στο διάλογο υποστηρίζοντας με κάθε δυνατό μέσο το διεκδικητικό τους πλαίσιο.

Αυτό μπορεί να γίνει καταρχή με την δυναμική συμμετοχική διαδικασία.

Ενδεχόμενη αποχή από την διαδικασία του διαλόγου, ουσιαστικά ενισχύει την αδιαλλαξία της Πολιτικής Ηγεσίας οι οποία παίζει πλέον στο επικοινωνιακό γήπεδο ανενόχλητη, ενώ στην κοινή γνώμη περνάει η αίσθηση της διεκδικητικής αδυναμίας της Ιατρικής Κοινότητας που της αποστερεί το τεκμήριο του δικαίου στις διεκδικήσεις της.

Στην κρίσιμη  επομένως αυτή συγκυρία για την Ιατρική Κοινότητα και τους Φορείς της, η διεκδικητική, συσπειρωτική και αγωνιστική ευθυγράμμιση όλων των Ιατρικών Οργανώσεων,  σύμφωνα με τις αποφάσεις της  Γενικής  Συνέλευσης του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου που είναι ο αντιπροσωπευτικότερος Ιατρικός Φορέας, αποτελούν μονόδρομο για μια υπεύθυνη και αποδοτική πορεία.

Το αντίθετο θα αδρανοποιήσει περαιτέρω την οργανωμένη Ιατρική  Κοινότητα, θα υπονομεύσει την επαγγελματική υπόσταση του Ιατρικού Λειτουργήματος και θα υποβαθμίσει δραματικά το επίπεδο περίθαλψης των πολιτών.

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας