Κόσμος

Στροφή στην πολεμική οικονομία, θησαυρίζει η βιομηχανία όπλων – Ποιοι ωφελούνται από τους πολέμους σε Ουκρανία και Γάζα

Η χρηματιστηριακή αξία των κύριων βιομηχανιών στρατιωτικού εξοπλισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη έχει εκτοξευθεί στα ύψη τα τελευταία δυόμισι χρόνια, στον απόηχο των πολέμων στην Ουκρανία και τη Γάζα.

Αυτό επιβεβαιώνεται σε μελέτη της εταιρείας χρηματοοικονομικών και στρατηγικών συμβούλων Accuracy, η οποία ανέλυσε τις επιδόσεις των επτά κύριων αμερικανικών εταιρειών στον κλάδο και των αντίστοιχων ευρωπαϊκών, των οποίων η χρηματιστηριακή κεφαλαιοποίηση έχει αυξηθεί κατά 59,7% από τις 24 Φεβρουαρίου 2022, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Τα στοιχεία που δημοσιεύονται στην El Pais, δείχνουν πως η άνοδος είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή των χρηματιστηριακών δεικτών αναφοράς και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού (S&P 500 και Eurostoxx 50), οι οποίοι την ίδια περίοδο κατέγραψαν άνοδο λίγο πάνω από 13% και 7%, αντίστοιχα.

Οι εταιρείες στις ΗΠΑ είναι η Honeywell International, η RTX Corporation, η Lockheed Martin, η Northrop Grumman, η General Dynamics, η L3Harris και η Huntington Ingalls. Από την ευρωπαϊκή πλευρά, οι εταιρείες που περιλαμβάνονται είναι η γαλλικές Safran, η Dassault Aviation και η Thales. Η βρετανική BAE Systems, η γερμανική Rheinmetall, η ιταλική Leonardo και η νορβηγική Kongsberg Gruppen. Ο Ignacio Lliso, αναλυτής της Accuracy, εξηγεί ότι οι εταιρείες που επέλεξαν ήταν εκείνες των οποίων η δραστηριότητα επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τον αμυντικό τομέα.

Αν και η μελέτη καλύπτει την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2021 έως τον Μάρτιο του 2024, η μεγαλύτερη αύξηση στις τιμές των μετοχών σημειώθηκε μεταξύ του τρίτου τριμήνου του 2023 (όταν ξεκίνησε η σφαγή του Ισραήλ στη Γάζα) και του πρώτου τριμήνου του 2024. Κατά τη διάρκεια αυτών των έξι μηνών, η παγκόσμια κεφαλαιοποίηση των 14 κολοσσών της στρατιωτικής βιομηχανίας αυξήθηκε κατά 20%. «Την εβδομάδα μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, η μέση αξία των μετοχών των εταιρειών του δείγματος αυξήθηκε κατά περίπου 9%, ενώ η χρηματιστηριακή αγορά παρέμεινε σταθερή», αναφέρει η έκθεση, τα ευρήματα της οποίας βασίζονται στη βάση δεδομένων Capital IQ.

Η αύξηση της χρηματιστηριακής αξίας των εταιρειών σημαίνει ότι η αξία της μετοχής αυξήθηκε από 11,1 φορές το EBITDA (κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων) σε 18,8 φορές.

Αλλά δεν ήταν μόνο η αξία της μετοχής τους που εκτινάχθηκε στα ύψη: Αυξήθηκε και ο όγκος των μετοχών που διαπραγματεύτηκαν. Το πρώτο τρίμηνο του 2022, που συμπίπτει με την εισβολή στην Ουκρανία, οι επενδυτές αντάλλαξαν μετοχές ευρωπαϊκών εταιρειών αξίας 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ, το υψηλότερο ποσοστό τα τελευταία οκτώ τρίμηνα, ενώ οι μετοχές που διαπραγματεύονται σε αμερικανικές εταιρείες σκαρφάλωσαν στο ρεκόρ των 1,03 δισ. ευρώ το τέταρτο τρίμηνο του 2023, που συμπίπτει με την κλιμάκωση της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή.

Η άνοδος της τιμής των μετοχών των ευρωπαϊκών εταιρειών του κλάδου ήταν ισχυρότερη από αυτή των αντίστοιχων εταιρειών των ΗΠΑ (129% έναντι 31%), την οποία ο Lliso αποδίδει στο γεγονός ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες η άνοδος ξεκίνησε νωρίτερα και στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια αργότερα. Παρόλα αυτά, η διαφορά μεταξύ των δύο παραμένει τεράστια: Η χρηματιστηριακή αξία των επτά αμερικανικών κολοσσών έφτασε τα 532 δισ. ευρώ, ενώ των ευρωπαϊκών παραμένει στα 230,65 δισ. ευρώ.

Η κερδοφορία της βιομηχανίας όπλων δεν έχει αυξηθεί ανάλογα με την χρηματιστηριακή της αξία, καθώς η τελευταία προκύπτει από την προσδοκία μελλοντικών κερδών και η υλοποίηση των συμβολαίων μπορεί να παραταθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. «Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, είδαμε ότι το χάσμα μεταξύ της σχετικής αποτίμησης των εταιρειών και των αποτελεσμάτων τους διευρύνθηκε: οι μετοχές αυξήθηκαν ενώ ο τζίρος παρέμεινε ο ίδιος. Οι επενδυτές δεν αναζητούν μόνο άμεσα κέρδη, αλλά και μεσοπρόθεσμα κέρδη», εξηγεί ο αναλυτής του Accuracy.

Το μέσο περιθώριο EBITDA των δύο ομίλων (αμερικανοί και ευρωπαϊκοί κατασκευαστές όπλων) παρέμεινε σταθερό κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, κυμαινόμενο από 14,3% στο τέλος του 2021 σε 12,7% στις αρχές του 2024, αν και στην Ευρώπη αυξήθηκε κατά 2,1 μονάδες (από 11,7 στο 13,8%), ενώ στην Αμερική υποχώρησε κατά 4,3 (από 16,5 σε 12,2%), μειώνοντας τη διαφορά μεταξύ των δύο.

Η πιο κερδοφόρα επιχείρηση

Την υψηλότερη αύξηση σημείωσε η αμερικανική εταιρεία Honeywell, που ειδικεύεται στα ηλεκτρονικά και τις επικοινωνίες, με μέσο όρο 24,2% κατά την περίοδο. Από την άλλη πλευρά, η γερμανική Rheinmetall, κατασκευαστής όπλων και πυρομαχικών, ανέβηκε περισσότερο: οι μετοχές της αυξήθηκαν από 96,7 ευρώ τον Φεβρουάριο του 2022 σε 334 ευρώ τον Ιανουάριο του 2024. Δηλαδή, αξίζουν 245% παραπάνω. «Όλοι ωφελούνται από το (πολεμικό) περιβάλλον, αν και ορισμένοι, λόγω του τύπου του προϊόντος που τιμολογούν, το κάνουν πιο άμεσα», εξηγεί ο Lliso.

Όσον αφορά τις πωλήσεις, στις αμερικανικές εταιρείες αυξήθηκαν κατά 27,47% (14,1 δισ. ευρώ) μεταξύ του πρώτου τριμήνου του 2021 και του πρώτου τριμήνου του 2024, ενώ οι ευρωπαϊκές πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 28,82% (6,8 δισ. ευρώ) μεταξύ του τελευταίου τριμήνου του 2023 και του τελευταίο του 2021. Πέρυσι οι πωλήσεις των επτά αμερικανικών εταιρειών ανήλθαν συνολικά σε 246,2 δισ. ευρώ, ενώ οι ευρωπαϊκές εταιρείες κατέγραψαν πωλήσεις 102,3 δισ. ευρώ.

Ακόμη και όταν τελειώσουν οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Γάζα, οι αγορές στοιχηματίζουν σε μια μακρά περίοδο αύξησης των στρατιωτικών δαπανών, με τις περισσότερες χώρες του ΝΑΤΟ να δαπανούν ήδη περισσότερο από το 2% του ΑΕΠ στην άμυνα και τον υπόλοιπο κόσμο να μπαίνει στην εξοπλιστική κούρσα. «Υπάρχουν πολύ ισχυρές ροές κεφαλαίων προς τον αμυντικό τομέα», σημειώνει ο Lliso.

 topontiki.gr

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας