Τα παιδικά μας καλοκαίρια τρέχουν ξυπόλυτα κι ημίγυμνα
πίσω απ’ την ουρά μιας γάτας
Στάζουν αλάτι και άμμο σε λιωμένο παγωτό
Παίζουν κλέφτες κι αστυνόμους κι αιχμαλωτίζουν τον χρόνο
Μυρίζουν φούλι κι ανθόνερο
Ξαπλώνουν ιδρωμένα στο πεζούλι της αθανασίας
Πίσω απ’ τον ασβέστη οι πέτρες
αχνίζουν προσευχές
στο κυριακάτικο αγουροξύπνημα
Το καντήλι στην καμάρα
φέγγει τα νυχτερινά παραμύθια
της γιαγιάς «πήραν στρατί στρατί το μονοπάτι»
οι ανεράδες και οι βασιλιάδες…
Έχω ακόμα τη γεύση τους
Σιρόπι τριαντάφυλλο, βανίλια υποβρύχιο
Πάλι δεν θα κοιμηθώ
Θα βγω απ’ το παράθυρο
να σε συναντήσω στο απόκρυφο σοκάκι
Κρατάω το παλιό τρανζιστοράκι
Παίζει ακόμα το τραγούδι μας ένας σταθμός πειρατικός
Κι αν χαθούμε στην πρώτη βροχή
με υποσχέσεις και γράμματα υγρά
ένα για πάντα καλοκαίρι θα έχει μείνει
Ξυπόλυτο να τρέχει και γυμνό
Πίσω απ’ την ουρά του ονείρου
……………….