Απόφοιτοι του Columbia ζήτούν το τέλος του πολέμου του Ισραήλ στη Γάζα
Πράγματι ο πόλεμος είναι μια επικερδής επιχείρηση. Εξάλλου στις ΗΠΑ το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα (military industrial complex) αποτελεί έναν από τους βασικούς ρυθμιστές της εγχώριας και εξωτερικής πολιτικής. Και για να μην θεωρούμε πως αυτό αφορά μόνο τις ΗΠΑ, περίπου το ίδιο μοντέλο εξάγεται και στις περισσότερες χώρες του ΝΑΤΟ, αρκεί να δει κανείς τα ποσοστά του ΑΕΠ που κάθε χρόνο δίνονται για αμυντικές και εξοπλιστικές δαπάνες.
Ταυτόχρονα, επειδή ακριβώς ο πόλεμος είναι μια τόσο επικερδής επιχείρηση, συνοδεύεται και από μια αντίστοιχη προπαγανδιστική μηχανή. Οι πολίτες πρέπει να αποζητούν τον πόλεμο, πρέπει να τον θεωρούν κάτι φυσιολογικό, πρέπει να τον θεωρούν κάτι δεδομένο. Γιατί για να κινηθεί αυτή η μηχανή, χρειάζεται το αίμα και τον ιδρώτα των πολιτών. Χρειάζεται τους μισθούς τους, τις συντάξεις, τις παροχές τους. Χρειάζεται με άλλα λόγια την συναίνεση τους. Και αυτή η συναίνεση χτίζεται μεθοδικά. Χτίζεται με την ιδεολογική επικάλυψη. Χτίζεται όταν καταφέρνεις να πείσεις, την πλειοψηφία της εργατικής τάξης της χώρας σου, να καταταγεί στο στρατό και να ταξιδέψει 10.000 μίλια μακριά για να βομβαρδίσει μια άλλη χώρα, το Βιετνάμ για παράδειγμα, επειδή βάσει της θεωρίας του ντόμινο, αν μια χώρα «αλωθεί» από τους κομμουνιστές και την Αυτοκρατορία του Κακού, τότε θα βρεθούμε σε άμεσο κίνδυνο. Χτίζεται επίσης όταν πείθεις την κοινή γνώμη, πως μια χώρα κρύβει επικίνδυνα χημικά όπλα και πυρηνικές κεφαλές, στο στόχο τον οποίο θα βρεθείς εσύ, αν δεν τους σταματήσεις.
Και τέλος, όπως μάθαμε πρόσφατα, χτίζεται όταν εξαχρειώνεις και αποκτηνώνεις εντελώς τον αντίπαλο σου, μειώνοντας τον, στην κατηγορία του «κτήνους», του απόλυτου κακού, προκειμένου κάθε χτύπημα εναντίον του να φαίνεται απόλυτα ηθικά δικαιολογημένο. Όχι μόνο αυτό, αλλά την ίδια στιγμή, εξαπολύεις και ένα κυνηγητό στο εσωτερικό σου, όπου οι επικριτές του πολέμου, που μπορεί να προέρχονται από διάφορα πολιτικά και κοινωνικά φάσματα, χαρακτηρίζονται ως επικίνδυνοι, ως αντι-σημίτες, ως μια μόλυνση που πρέπει να εξαλειφθεί.
Το μέγεθος της εσωτερικής καταστολής ενός αναδυόμενου αντι-πολεμικού κινήματος με νέα χαρακτηριστικά στις ΗΠΑ είναι φυσικά ανάλογο με το πολιτικό επίδικο στην προκειμένη περίπτωση και φυσικά, ανάλογο με τα κονδύλια που πρόκειται να δοθούν στο Ισραήλ προκειμένου να συνεχίσει τον «δίκαιο» πόλεμο του, δηλαδή τη γενοκτονία.
Η στήριξη στο Ισραήλ είναι από τα λίγα σημεία, στο οποίο συμφωνούν μέχρι κεραίας Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί, σε τόσο μεγάλο βαθμό, που ανταγωνίζονται μεταξύ τους στο ποιος θα καταφέρει να έχει τον πιο αποικιοκρατικό και ρατσιστικό λόγο απέναντι στην Παλαιστίνη και σε όσους στέκονται στο πλάι της.
Το Αμερικάνικο Κογκρέσο, μέσα από ένα μνημόνιο συνεργασίας, δεσμεύτηκε πως κάθε χρόνο, μέχρι το 2028, θα στέλνει σχεδόν 4 δισ. δολάρια για «αμυντικούς» λόγους στο Ισραήλ. Αν αυτό το νούμερο φαίνεται πολύ αφηρημένο σε σχέση με το τι θα μπορούσε να αγοραστεί, αν όχι οπλικά συστήματα, το αντιπολεμικό κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη των ΗΠΑ μας το εξηγεί καλύτερα.
4 δισ. δολάρια θα μπορούσα να χρησιμοποιηθούν για:
451.735 σπίτια, δηλαδή οικονομική στήριξη ενός χρόνου για τα αναγραφόμενα νοικοκυριά
1.322.199 παιδιά στα οποία θα παρέχεται δωρεάν ιατρική περίθαλψη ( η ιατρική περίθαλψη στις ΗΠΑ αποτελεί προνόμιο και όχι δικαίωμα άλλωστε)
41.490 προσλήψεις δασκάλων σε δημοτικά σχολεία
10.818.505 σπίτια με ηλιακή ενέργεια που θα τα καθιστά αυτάρκη
100.563 φοιτητές και φοιτήτριες θα έβλεπαν το χρέος τους από τα φοιτητικά δάνεια να εξαλείφεται
3 δισ. ιατρικές μάσκες Ν95
Όταν λοιπόν τα επίδικα, δηλαδή η κερδοφορία κινείται σε τόσο μεγάλα ποσοστά, αυτόματα αυξάνονται και μεγαλώνουν και τα επίδικα του αντίστοιχου αντι-πολεμικού κινήματος. Γιατί πλέον αυτό το κίνημα αντιλαμβάνεται πως δεν αντιτίθεται απλώς για ηθικούς ή ιδεολογικούς λόγους, αλλά επειδή εξαρτάται η επιβίωσή του από αυτό. Είναι απλό στην πραγματικότητα. Τα 4 δισ., για παράδειγμα, θα μπορούσαν να σώσουν ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Αντ’αυτού, πηγαίνουν για να καταστρέψουν το παρόν και το μέλλον μιας άλλης κοινωνίας, πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
Αυτά τα καθήκοντα φαίνεται πως το αναδυόμενο αντιπολεμικό κίνημα των Ηνωμένων Πολιτειών τα αντιλαμβάνεται. Στις 25 Φλεβάρη του 2024, ο στρατιωτικός πιλότος Άαρον Μπούσνελ, που υπηρετούσε στη βάση του Σαν Αντόνιο στο Τέξας, αυτοπυρπολείται, έξω από την ισραηλινή πρεσβεία στη Ουάσινγκτον.
Υπηρετώ ως ενεργό μέλος της Αεροπορίας των ΗΠΑ Και δεν θα είμαι πλέον συνεργός στη γενοκτονία. Πρόκειται να προβώ σε μια ακραία πράξη διαμαρτυρίας, η οποία βέβαια αν συγκριθεί με το τι περνάνε οι άνθρωποι στην Παλαιστίνη, στα χέρια των αποικιοκρατών τους, δεν είναι καθόλου ακραία. Αυτό εδώ, έχει αποφασίσει η άρχουσα τάξη μας, πως πρέπει να είναι το φυσιολογικό.
Οι τελευταίες του λέξεις ήταν «Λευτεριά στην Παλαιστίνη».
Στη 1η Δεκέμβρη του 2023, μια γυναίκα, της οποίας το όνομα δεν έχει δοθεί ακόμη στη δημοσιότητα, αυτοπυρπολήθηκε με τον ίδιο τρόπο, έξω από την ισραηλινή πρεσβεία στην Ατλάντα.
Στις 16 Μαρτίου του 1965, η ακτιβίστρια Άλις Χερτζ, μέλος των κινημάτων για τον πυρηνικό αφοπλισμό, αυτοπυρπολείται, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τον βομβαρδισμό του Βιετνάμ με ναπάλμ που είχε αποφασίσει ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Λίντον Τζόνσον λίγες μέρες νωρίτερα.
Στις 2 Νοεμβρίου του 1964, ο Κουάκερος (για τη συμβολή των οποίων στο αντιπολεμικό κίνημα θα μιλήσουμε άλλη φορά) Νόρμαν Μόρισον, αυτοπυρπολείται έξω από το Πεντάγωνο, εμπνευσμένος από την κίνηση της Χερτζ.
Η κυρίαρχη τάξη των ΗΠΑ, από το Βιετνάμ μέχρι και σήμερα (στην πραγματικότητα από πολύ παλιότερα), προσπαθεί να μετατρέψει τον κόσμο σε ένα απαίσιο μέρος. Σε αυτό το απαίσιο μέρος, είμαστε αναγκασμένοι να αναπνέουμε καθημερινά τις στάχτες των πολιτισμών που η Δύση καθημερινά σκοτώνει.
Άνεμος απ’ την Αφρική φέρνει και πάλι σκόνη, σέρνει μαζί πολιτισμούς που η Δύση τους σκοτώνει
Και αυτή η σκόνη, η στάχτη στην ουσία, που είναι το μόνο πράγμα που απομένει από τις γενοκτονικές πολιτικές της Δύσης, είναι αυτή που καμιά φορά αναπνέουμε και εδώ, στις χώρες που βρίσκονται τόσο μακριά από τον πόλεμο, αλλά συμμετέχουν τόσο ενεργά σε αυτόν. Αυτές οι απόπειρες λοιπόν είναι ίσως και μια προσπάθεια, να εισπνεύσουμε και εμείς τις στάχτες και κυρίως να τις εισπνεύσουν και αυτοί που εφαρμόζουν αυτές τις πολιτικές και που βάφουν τα χέρια τους με αίμα.
Πράξεις όπως αυτές του Μπούσνελ, έχουν καταφέρει να εμπνεύσουν μια ολόκληρη νέα γενιά νεαρών αμερικάνων ακτιβιστών που θεωρούν πλέον πως η στήριξη του Ισραήλ από την αμερικάνικη κυβέρνηση αποτελεί κόκκινη γραμμή και σε καμία περίπτωση δεν θέλουν να την διαβούν.
Εκατο χιλιάδες ψηφοφόροι του Δημοκρατικού Κόμματος, στις ενδο-κομματικές εκλογές της 27ης Φλεβάρη, εμφανίστηκαν ως «αναποφάσιστοι» με αφορμή τη στήριξη του κόμματος και του Μπάιντεν στην πολεμική μηχανή του Ισραήλ.
Στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια της χώρας, το Columbia, το NYU, το Yale, το Harvard (ενδεικτικά και σε μικρότερα ιδρύματα όπως το UNC Chapel Hill, το Washington University of St. Louis, το Πανεπιστήμιο του Michigan και του Maryland) εκατοντάδες φοιτήτριες και φοιτητές κάνουν αποχή από τα μαθήματα, διοργανώνουν πορείες, συγκεντρώσεις, διαδηλώνουν ενάντια στον πόλεμο και υπέρ της Παλαιστίνης. Σε πολλά από αυτά τα ιδρύματα οι κινητοποιήσεις είναι συνεχόμενες, διαρκούν δηλαδή εβδομάδες. Δεν πτοούνται ή δεν τρομοκρατούνται, από τις συνεχιζόμενες απόπειρες συκοφάντησης τους, ως αντισημτικά κινήματα (σε πολλά από αυτά μάλιστα συμμετέχουν και μέλη εβραϊκών οργανώσεων) ή ως κινήματα που στηρίζουν ανοιχτά τρομοκρατικές οργανώσεις (αναφερόμενοι στη Χαμάς).
Το αντιπολεμικό κίνημα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, φαίνεται πως αναζητά ή σιγά σιγά βρίσκει τις ρίζες και τις ταυτίσεις του, με το μεγάλο αντιπολεμικό κίνημα της δεκαετίας του ’60 για τον πόλεμο του Βιετνάμ και αυτές οι ταυτίσεις έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, ίσως θα μπορούσαμε και εμείς εδώ να διδαχθούμε κάτι από αυτές. Το σίγουρο είναι πως, όπως και τότε, έτσι και τώρα, στην προμετωπίδα αυτών των κινητοποιήσεων βρίσκεται η νεολαία, κάτι που δεν είναι διόλου τυχαίο. Γιατί όπως είπαμε και στην αρχή, αυτή η νεολαία είναι εκείνη που βλέπει τους πόρους που θα μπορούσαν να σώσουν το μέλλον της, να ξοδεύονται για να καταστρέψουν το μέλλον κάποιων άλλων, με τους οποίους είναι πολύ πιθανό να έχουν πολλά περισσότερα κοινά από την άρχουσα τάξη, που προσπαθεί να τους πείσει για το αντίθετο.