Κατάληψη Νομικής Αθηνών, 1973
Οι φοιτητές αυτήν τη στιγμή βρίσκονται στην προμετωπίδα ενός αγώνα για την υπεράσπιση του Συντάγματος. Είναι ένας αγώνας και νόμιμος και δίκαιος απέναντι σε μια εξουσία που τσαλαπατά τη νομιμότητα και το δίκαιο κάθε μέρα
Για την κυβέρνηση και αναμενόμενα για ένα μέρος του συντηρητικού νομικού κόσμου, το ζήτημα των καταλήψεων είναι πάρα πολύ απλό: οι καταλήψεις είναι παράνομες, διότι διαταράσσουν την ομαλή λειτουργία των εν λόγω Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (δηλαδή των ΑΕΙ) και ως εκ τούτου τα ΜΑΤ πρέπει να παρέμβουν και να εκκενώσουν τα κτίρια από τους φοιτητές τους. Το άρθρο 168 παράγραφος 2 του Ποινικού Κώδικα άλλωστε προβλέπει ότι : «Όποιος, με οποιονδήποτε τρόπο, προκαλεί διακοπή ή σοβαρή διατάραξη της ομαλής λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας ή υπηρεσίας οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή επιχείρησης κοινής ωφέλειας τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος, χωρίς να διαταράξει την κοινή ειρήνη, εμποδίζει αυθαίρετα ή διαταράσσει σοβαρά τη λειτουργία συλλογικού ή μονοπρόσωπου οργάνου των φορέων του προηγούμενου εδαφίου». Επομένως κατά την κυβέρνηση, δεν υπάρχει τίποτε περισσότερο από μειοψηφίες της αριστεράς οι οποίες καταπατούν τη νομιμότητα.
Αξίζει παρενθετικώς να τονίσει κανείς ότι τα περί μη νομιμότητας των καταλήψεων ακούγονται από την κυβέρνηση εκείνη και από το σύστημα εξουσίας αυτό που βαρύνονται με τα εγκλήματα των Τεμπών, της Πύλου, των πυρκαγιών και με τη συγκάλυψη κάθε ενός εξ αυτών, με 8 δισ. απευθείας αναθέσεων, με συνέργεια στη γενοκτονία στη Γάζα και με άλλα πολλά, πάρα πολλά, γνωστά και άγνωστα εγκλήματα. Έχει πάντα σημασία να θυμόμαστε για ποια νομιμότητα μιλάμε και τίνος.
Έχει, δεύτερον, σημασία να γνωρίζουμε ότι οι καταλήψεις δεν αποτελούν παρεκτροπές, αλλά είναι σύμφυτες με το πανεπιστήμιο τόσο διεθνώς, όσο και στην Ελλάδα. Μάλιστα, ουκ ολίγες φορές δεν περιορίζονταν στα φοιτητικά και εκπαιδευτικά ζητήματα, αλλά αντιθέτως τα έδεναν με ευρύτερες κοινωνικές διεκδικήσεις. Διαχρονικώς δε, η απάντηση κάθε συστήματος εξουσίας ήταν οι αιτιάσεις περί ταραχοποιών και παραβατικών, κάποια στιγμή δε και η καταστολή. Οι καταλήψεις με αφορμή τα γεγονότα στο Γκρίνσμπορο των ΗΠΑ το 1960 και με εμβληματικές τις δράσεις στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, το οργισμένο 1968 με επίκεντρο το Παρίσι και τα πανεπιστήμια άλλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών, οι αντιδράσεις στα αμερικανικά πανεπιστήμια κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, το φοιτητικό κίνημα της Ιταλίας το 1990, αλλά και στα καθ’ ημάς οι ένοπλες ακόμα καταλήψεις του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα στο πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο αποτελούν πολύ λίγα από τα ιστορικώς καταγεγραμμένα γεγονότα μαχητικών καταλήψεων σε όλα τα μήκη και πλάτη της ακαδημαϊκής κοινότητας παγκοσμίως.
Γιατί είναι τόσο δημοφιλείς οι καταλήψεις στα πανεπιστήμια; Γιατί οι φοιτητές νιώθουν πράγματι το πανεπιστήμιο ως το σπίτι τους και τον άμεσο μαζικό τους χώρο, μέσα στον οποίο και από τον οποίο θα διαμαρτυρηθούν, θα ερωτευτούν, θα πολιτικοποιηθούν, θα κοινωνικοποιηθούν. Διότι δεν υπάρχει δυνατότητα κυριολεκτικώς απεργίας μεταξύ των φοιτητών, αφού δεν είναι εργαζόμενοι. Και κυρίως επειδή στην πραγματικότητα, ακόμα και με βάση τον τελευταίο, αντιδραστικό νόμο της δεξιάς, πολλώ δε μάλλον με βάση το άρθρο 16 του Συντάγματος, ρόλος των πανεπιστημίων (από τα πρώτα ακόμα πανεπιστήμια) δεν είναι να αποτελούν μόνο εκπαιδευτήρια, αλλά χώρους ευρύτερης κοινωνικής, πολιτικής και επομένως επιστημονικής ζύμωσης μέσα και από μαχητικές δράσεις, οι οποίες συνδέουν το κοινωνικό με το ακαδημαϊκό επίπεδο. Στο πανεπιστήμιο δεν πηγαίνει κανείς για να αποκτήσει μόνο τεχνικές γνώσεις, αλλά για να καταστεί ολοκληρωμένος πολίτης. Η κοινωνική κινητοποίηση συνιστά αναπόσπαστο τμήμα αυτής της διαδικασίας.
Πέρα όμως από την ιστορικότητα των καταλήψεων, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι από καμία σχετική διάταξη νόμου δεν τίθεται εκτός νόμου αυτή καθ’ εαυτή η κατάληψη ως μέσο κινητοποίησης. Τα μέσα κινητοποιήσεων ανήκουν άλλωστε στη σφαίρα της αυτονομίας των σωματείων, εφόσον δεν προσβάλλουν ευθέως την έννομη τάξη, αξιολογούνται δε ανά περίπτωση, με βάση τις διατάξεις του Συντάγματος, του νόμου περί ΑΕΙ και του Ποινικού Κώδικα.
Ας αναλογιστούμε λοιπόν τη νομιμότητα των καταλήψεων που λαμβάνουν χώρα αυτήν την περίοδο υπό το φως των σκοπών τους και του τρόπου που εκτυλίσσονται.
Πρώτον, οι συγκεκριμένες κινητοποιήσεις λαμβάνουν χώρα προς υπεράσπιση του δημοσίου πανεπιστημίου και εναντίον των κυβερνητικών, ευθέως αντισυνταγματικών εξαγγελιών. Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως η κυβέρνηση εξήγγειλε ότι θα καταργήσει το άρθρο 16 του Συντάγματος, με βάση contra legem ερμηνεία του και με τυπικό νόμο, σε σύγκρουση με τη συνταγματική νομιμότητα. Έχει σημασία να σταθεί κανείς στα όσα έγραψε η πρώην αντιπρόεδρος του ΣτΕ: «Το νομοσχέδιο για τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια γεννά ένα ζήτημα πολύ σοβαρότερο ένα ζήτημα πολύ σοβαρότερο και από το ίδιο το μέλλον της Ανώτατης Παιδείας στην Ελλάδα. Διακυβεύει το μέλλον όχι απλώς του Κράτους Δικαίου, αλλά της έννοιας του Δικαίου αυτής καθ’ εαυτήν. Γιατί η στοιχειώδης ανθρώπινη επικοινωνία, πολλώ δε μάλλον οι κανόνες Δικαίου, προϋποθέτουν μια ελάχιστη αντίληψη για το τι σημαίνουν οι λέξεις, είτε πρόκειται για απλές καθημερινές λέξεις είτε για έννοιες νομικές…
Οι λέξεις και η έννοιά τους έχουν μεγάλη σημασία για το Δίκαιο, γιατί αλλιώς δεν θα μιλούσαμε για υποχρεωτικούς κανόνες ρύθμισης της συμπεριφοράς, αλλά για ενδεικτικές συμβουλές και ευγενικές υποδείξεις. Ακόμα μεγαλύτερη όμως σημασία έχουν οι λέξεις στο επίπεδο του Συντάγματος, γιατί αυτό καθορίζει με ποια διαδικασία παράγεται και τι όρια έχει το κοινό δίκαιο… Από το 1975 μέχρι σήμερα η παροχή της ανώτατης εκπαίδευσης αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση (άρθ. 16 παρ. 5), η απαγόρευση της ίδρυσης ανωτάτων σχολών από ιδιώτες (άρθ. 16 παρ. 8) και η ιδιότητα του δημοσίου λειτουργού για τους καθηγητές ΑΕΙ (άρθ. 16 παρ. 6) είχε για όλους, δικαστές, νομικούς, καθηγητές, πολιτικούς και απλούς πολίτες την ίδια ακριβώς έννοια.
Μπορεί κάποιοι να διαφωνούν με τη σκοπιμότητα της ρύθμισης, όλοι όμως γνώριζαν και εξακολουθούν να γνωρίζουν ότι το ρήμα «απαγορεύω» και το επίρρημα «αποκλειστικά» δεν είναι δεκτικά ερμηνείας. Η συγκεκριμένη μορφή κρατικής οργάνωσης που χαρακτηρίζεται «νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου» δεν μπορεί να υποδηλώνει ούτε κρατικά ιδρύματα ούτε κρατικές επιχειρήσεις ούτε κρατικά μη κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα, πολλώ δε μάλλον τα αντίστοιχα ιδιωτικά. Ο όρος δημόσιος λειτουργός δεν μπορεί να ερμηνευθεί ότι αναφέρεται και σε δημόσιους ή ιδιωτικούς υπαλλήλους, συμβασιούχους, ελεύθερους επαγγελματίες ή επιχειρηματίες. Μοναδική συνταγματική οδός για να αλλάξουν όλα αυτά είναι η διαδικασία της αναθεώρησης. Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής και μόνο είναι δυνατόν να ανοίξει η συζήτηση, να αντιπαρατεθούν τα εκατέρωθεν επιχειρήματα και να δοκιμαστεί η αντοχή τους».
Στα όσα τόσο αυτονόητα, αλλά δυστυχώς αναιρούμενα από την κυβέρνηση Μητσοτάκη παραθέτει η κ. Καραμανώφ μπορεί κανείς να προσθέσει το κείμενο το οποίο υπέγραψαν πάνω από 1350 ακαδημαϊκοί και το αντίστοιχο κείμενο 8 συνταγματολόγων
Εν προκειμένω οι φοιτητές υπερασπίζονται δικαιικά και συνταγματικά θεμέλια, τα οποία μάλιστα βρίσκονται υπό καθεστώς άμεσης απειλής (μπορεί να έχουμε μέχρι και σε λίγες μέρες κατάλυσή τους) με «κόστος» από την άλλη πλευρά, ακόμα και αν θεωρηθεί ότι οι καταλήψεις αντιβαίνουν στο άρθρο 168 παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα, ένα πλημμέλημα (διατάραξη λειτουργίας ΝΠΔΔ). Ή για να το θέσουμε πιο καθαρά: από τη μια βρίσκεται η υπεράσπιση του Συντάγματος και από την άλλη η μη διενέργεια εξεταστικής για ένα εξάμηνο ή η διενέργειά της εξ αποστάσεως ή η καθυστέρηση έναρξης των μαθημάτων του εαρινού εξαμήνου. Μπορεί κανείς στα σοβαρά να υποστηρίξει ότι η εξεταστική είναι υπέρτερη του Συντάγματος;
Σε όσους δε πουν ότι μπορούν οι φοιτητές να κάτσουν ήσυχα στα μαθήματά τους και να περιμένουν από τα δικαστήρια να κρίνουν τη συνταγματικότητα του νόμου, αφότου θα έχει ψηφιστεί, η απάντηση είναι ότι το γεγονός πως υπάρχει συνταγματικός έλεγχος των νόμων δεν σημαίνει ότι εν τω μεταξύ οι κοινωνικές δυνάμεις, ο λαός, οι πολίτες δεν έχουν δικαίωμα και υποχρέωση ακόμα, να κινητοποιούνται. Ακριβώς ο δημόσιος χώρος (και το πανεπιστήμιο είναι και δημόσιος χώρος) υπάρχει για να διεκδικούν οι πολίτες, ο λαός, μεταξύ άλλων τινών κατεξοχήν την τήρηση του Συντάγματος. Ακόμα δηλαδή και αν κανείς θα ήθελε να δει τις καταλήψεις ως πλημμεληματικές παραβάσεις (δεν είναι αυτή η άποψη του γράφοντος) το άδικό τους προφανώς και αίρεται με δεδομένο το υπέρτερο αγαθό το οποίο προστατεύουν.
Δεύτερον, αναπόσπαστο τμήμα της ακαδημαϊκής ελευθερίας, αλλά και των σκοπών που υπηρετούν τα πανεπιστήμια είναι και η δράση των φοιτητικών συλλόγων, συμπεριλαμβανομένων των κινητοποιήσεών τους. Εξ ου και η ακαδημαϊκή κοινότητα επιλύει παραδοσιακώς ζητήματα τέτοιου είδους στο εσωτερικό της, λαμβάνοντας υπόψιν ότι η ακαδημαϊκή ελευθερία εμπεριέχει και το στοιχείο της σύγκρουσης ιδεών και δράσεων που αποπειρώνται να διαδώσουν και να υλοποιήσουν τις εν λόγω ιδέες. Καταλήψεις και κάθε είδους διαμαρτυρίες μέσα στα πανεπιστήμια γίνονται από ιδρύσεως των πανεπιστημίων. Εξ ου και τα πανεπιστήμια δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται σαν δημόσια υπηρεσία, σαν εκκλησία ή σαν στρατώνας. Άρα έχει σημασία αν μια κατάληψη αποφασίζεται από τον οικείο σύλλογο φοιτητών, δηλαδή από τον φορέα έκφρασης ενός εκ των συντελεστών της ακαδημαϊκής κοινότητας ή αν επιβάλλεται αυθαίρετα από κάποιον εξωτερικό δρώντα ή ακόμα και αν είναι οι κρατικές δυνάμεις αυτές που αποκλείουν από τον πανεπιστημιακό χώρο τους συντελεστές τους. Με άλλα λόγια, ο τρόπος που εφαρμόζεται το άρθρο 168 παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα οφείλει να λαμβάνει υπόψιν την ιδιοτυπία του χώρου του πανεπιστημίου ως μιας ειδικής εκδοχής δημοσίου χώρου.
Το τρίτο στοιχείο έχει να κάνει με την ίδια την έννοια της κατάληψης. Τι ακριβώς είναι μια πανεπιστημιακή κατάληψη; Είναι η απόφαση μιας γενικής συνέλευσης ενός συλλόγου φοιτητών να οργανώσει για ορισμένες μέρες μια σειρά δράσεων στο χώρο πανεπιστημιακών κτιρίων, με αποτέλεσμα να μη διεξάγονται μαθήματα για τις συγκεκριμένες μέρες. Η παρέμβαση αστυνομικών δυνάμεων αποκατάστασης της τάξης ή άλλης δημόσιας αρχής τι ακριβώς μπορεί να πετύχει; Μπορεί η αστυνομία να συλλαμβάνει όποιον τυχόν θα συμμετέχει στις εν λόγω δράσεις και εκδηλώσεις; Μπορεί να κάνει αυτή κατάληψη στο χώρο για να μην κάνουν οι φοιτητές; Ακόμα περισσότερο, όταν το ίδιο το υπουργείο δίνει τη δυνατότητα εξ αποστάσεως διεξαγωγής εξεταστικής (καλώς ή κακώς), ποια λειτουργία διαταράσσεται ακριβώς από την κατάληψη; Πώς τυποποιείται ακόμα και το εν λόγω πλημμέλημα το οποίο συχνά- πυκνά επικαλούνται οι κήνσορες της νομιμότητας;
Οι φοιτητές αυτήν τη στιγμή βρίσκονται στην προμετωπίδα ενός αγώνα για την υπεράσπιση του Συντάγματος. Είναι ένας αγώνας και νόμιμος και δίκαιος απέναντι σε μια εξουσία που τσαλαπατά τη νομιμότητα και το δίκαιο κάθε μέρα. Για αυτό και ο αγώνας των φοιτητών πρέπει να είναι ανυποχώρητος.