Με 45 βιβλία στο ενεργητικό του ο Λουντέμης θεωρείται όχι μόνο πολυγραφότατος, αλλά και ο πιο πολυδιαβασμένος Έλληνας συγγραφέας μετά τον Νίκο Καζαντζάκη.
Η προσφυγιά μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η φτώχεια και οι συνεχείς διώξεις, γιατί τάχθηκε με τους αδικημένους αυτού του κόσμου, δημιούργησαν έναν συγγραφέα, που η γραφή του πολύ αγαπήθηκε. Το ζητούσαν οι καιροί ν’ ακουστούν τέτοιες φωνές.
Τα βιβλία του, αλλά και τα ποιήματά του, (τα οποία δεν είναι τόσο γνωστά, γιατί ο Λουντέμης καταχωρήθηκε στο λογοτεχνικό πάνθεον κυρίως ως πεζογράφος), απηχούν αυτήν την κραυγή της εποχής για ισότητα και δικαιοσύνη.
Σε μια εποχή, όπου ο Βάρναλης, ο Σικελιανός και ο Καζαντζάκης χαράζουν τη δική τους πορεία, επαναστατική για τις απόψεις της Άρχουσας Τάξης, ο Λουντέμης έρχεται για να συμπληρώσει τη δυναμική τους και υποστηρίζεται ήδη στο ξεκίνημά του και από τους τρεις.
Η ζωή του και ιδιαίτερα η εξορία στη Μακρόνησο γεννούν σελίδες συγκλονιστικές. Ειδικά το “Οδός Αβύσσου, αριθμός μηδέν” θεωρείται από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία και ένα από τα εγκόλπια αντίστασης, όταν ειδικά απαγορεύτηκε μαζί με όλα τα βιβλία του από τη Δικτατορία του ’67.
Αλλά και στα άλλα του βιβλία, όπου δεν κατονομάζονται καταστάσεις έντονα βιωματικές, όπως αυτές που αντιμετώπισε στη Μακρόνησο, όπως τα άλλα δύο, αντιπροσωπευτικά βιβλία της γραφής του, το “Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα” και το “Οι κερασιές θ΄ανθίσουν και φέτος”, ακόμη κι αν αναφέρονται στον πιο τρυφερό έρωτα, καταγράφουν τους κατατρεγμένους αυτής της ζωής.
Τα βιβλία του οι κριτικοί τα εντάσσουν στην κατηγορία του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, που θεωρείται ξεπερασμένη στις μέρες μας. Ο ίδιος, όμως, (που τα βιβλία του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες, κυρίως στις ανατολικές τότε χώρες, όπως η Πολωνία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία, αλλά και κάποια στα κινεζικά και στα βιετναμέζικα), ίσως αν ζούσε στις μέρες μας, ( γεννήθηκε το 1912 και πέθανε το 1977), πάλι θα ξαναέγραφε για τον σημερινό πάσχοντα άνθρωπο, αυτόν που δεν έπαψε ποτέ να αδικείται.
Γραφή απλή, κατανοητή από τον καθένα, μορφωμένο και αμόρφωτο, μικρούς και μεγάλους, (εμείς τότε τον ανακαλύψαμε στην εφηβεία μας), εξομολογητική και καταγγελτική, γραφή για τους πολλούς.
Άλλωστε, το ποίημά του “Ας μη μετρήσουμε” είναι ο καλύτερος καθρέφτης της ιδεολογικής του τοποθέτησης. Πόσο διαχρονικό σήμερα…
Ας μη μετρήσουμε
Ας μην καθήσουμε να μετρήσουμε
Ποιανού δάκρυα ήταν πιο ζεστά.
Μπορεί πιο ζεστά να’ ναι κείνα
Που δε χύθηκαν ακόμη.
Ας μην καθίσουμε να ρωτήσουμε
Ποιο αίμα ήταν πιο κόκκινο.
Μπορεί πιο κόκκινο να’ ναι
Κείνο που πρόκειται να χυθεί.
Ας μη ρωτήσουμε να μάθουμε
Ποιανού ιδρώτας ήταν πιο καυτός.
Όλοι οι ιδρώτες έχουνε τη γέψη
που’ χουν τα δάκρυα.
Λοιπόν…Ας μην πνιγόμαστε στους ορισμούς.
Στις χρονικές και κτητικές αντωνυμίες.
(« Σήμερα»… « Χτες»… « Αύριο»…)
Κλάψαμε χτες στην Αφρική
Με τα βασανισμένα μάτια των νέγρων.
Κι αύριο θα κλάψουμε στη Σαϊγκόν
Με τα οργισμένα μάτια των Βιετναμέζων.
Αύριο μπορεί να πέσουμε στο Κογκό
Ή να ιδρώσουμε στην Κούβα.
Γιατί είμαστε από κείνους
Που ιδρώνουνε, πεθαίνουν και κλαίνε
Σε κάθε κορμί που ιδρώνει και κλαίει.
Κρυώνουμε σήμερα στη ζούγκλα.
Ιδρώνουμε αύριο στον Αρκτικό.
Το κορμί μας είναι ένας πλανήτης.
Με όλα μαζί τα κλίματα.
Πόνεσε, κλάψε, πείνα.
Μόνο μην κάνεις τον άλλον
Να πονέσει και να πεινά.
Κι εσύ φημισμένε, εσύ δοξασμένε,
Εσύ δυνατέ…ένα μόνο ξέρε:
Πως όσο ψηλά κι αν ανέβεις,
Ποτέ δε θα φτάσεις το μπόι των χαμηλών
Που θυσιάστηκαν για ψηλά πράγματα!
……………….
*Οι «Παρενθέσεις» είναι μικρά κείμενα, μικρές πινελιές, σε θέματα πολιτισμού ή ζωής, που φωτίζουν γωνιές από μεγαλύτερα θέματα, λειτουργώντας σαν παρ-εν-θέσεις.
……………………